Τι (δια)πραγματεύονται;;;;;;
Την προηγούμενη πενταετία
ζήσαμε με το γνωστό τροπάρι αν «θα έρθει η δόση ή δεν θα έρθει η δόση».
Πάνω στο έδαφος αυτού του τύπου τον… «δοσηλογισμό» εξελισσόταν η
επιχείρηση κοινωνικής τρομοκράτησης. Τρομοκράτηση που κάθε φορά
ξεκινούσε από το «τι θα πάθουμε αν δεν έρθει η δόση» και κάθε φορά
κατέληγε στις νέες θυσίες που θα έπρεπε να υποβληθεί ξανά και ξανά ο
ελληνικός λαός.
Οι θυσίες,
όπως μας έλεγαν οι κυβερνώντες, ήταν «αναγκαίες» για να μην πάθει ο
λαός όσα – τελικά – έπαθε! Και τα έπαθε όχι γιατί δεν ήρθαν, αλλά επειδή
ακριβώς ήρθαν οι δόσεις των δανείων! Των δανείων που, όπως έχουν
ομολογήσει οι πάντες, από τον Ολι Ρεν μέχρι τον Γιούνκερ και από τον
Ρέγκλινγκ μέχρι τα μέλη του ΔΣ του ΔΝΤ, οι δανειστές και η «τρόικα» (νυν
«θεσμοί») τα χορηγούν για να σώσουν τις δικές τους, τις γερμανικές,
τις γαλλικές και κάθε εθνικότητας τράπεζες.
Αυτό που απομένει, δε, για τον ελληνικό λαό από αυτά τα δάνεια, είναι
να πληρώνει τόκους μέσα από τις περικοπές των μισθών, των συντάξεων και
των δικαιωμάτων του.
Σήμερα
η φιλολογία περί το επαπειλούμενο «χρηματοδοτικό κενό» επανέρχεται. Θα
έρθει ή δεν θα έρθει η δόση των 7,2 δισ. ευρώ (που όμως η κυβέρνηση
έλεγε ότι δεν τη θέλει…). Και αν δεν έρθει πως θα αποπληρώσουμε τις
οφειλές σε ΔΝΤ και ΕΚΤ τις οποίες «πρέπει» να αποπληρώσουμε. Αλλά: Γιατί
«πρέπει» να αποπληρώνει ο λαός οφειλές για δάνεια που πήγαν σε
γαλλογερμανικές τράπεζες;...
Η νέα κυβέρνηση,
που ήδη με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου βάζει χέρι στα διαθέσιμα των
Ταμείων για να κάνει τις αποπληρωμές των προηγούμενων δανείων,
υποστηρίζει ότι οι νέες δοσοληψίες δεν θα συνοδευτούν με νέα λιτότητα.
Αλλά την ίδια ώρα όλες οι πληροφορίες μιλούν για έναν «έντιμο
συμβιβασμό». Τι είδους «εντιμότητα», όμως,
είναι αυτή που περιλαμβάνει από συνέχιση του ξεπουλήματος της δημόσιας
περιουσίας (και πάλι στο όνομα της αποπληρωμής του χρέους) μέχρι
«αναστολή» ακόμα και του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης»;…
Η νέα κυβέρνηση
λέει ότι διαπραγματεύεται χωρίς να παρεκκλίνει από τις εκείνες τις
έρμες «κόκκινες γραμμές» που εδώ και πέντε χρόνια μετατράπηκαν σε
ανέκδοτο στο στόμα όποιων τις έπιαναν στο στόμα τους. Αλλά, αλήθεια: Μια
διαπραγμάτευση που ξεκινάει από το ότι το 70% του Μνημονίου είναι καλό,
συνιστά παρέκκλιση;
Ο κ. Τσίπρας στη
συνάντησή του με την κυρία Μέρκελ μιλώντας για την κατεύθυνση της
κυβερνητικής πολιτικής, δήλωσε ότι «άρα, το συμπέρασμα που πρέπει να
βγει είναι ότι δεν πρέπει να γκρεμίσουμε ό,τι θετικό έγινε...» το
προηγούμενο διάστημα. Αλήθεια, όμως: Κατά την προηγούμενη «μνημονιακή»
περίοδο έγιναν και «θετικά»; Που μάλιστα «δεν πρέπει να (τα)
γκρεμίσουμε»; Και ποια είναι αυτά τα «θετικά» για τα οποία μέχρι τις
εκλογές δεν είχαμε ακούσει τίποτα από τον ΣΥΡΙΖΑ;
Στην ίδια συνάντηση
ο κ. Τσίπρας αντί της «ανατροπής» της πολιτικής των τελευταίων 5
χρόνων, εκείνο που τούτη τη φορά έθεσε σαν στόχο ήταν «να αλλάξουμε -
όπως είπε - το μείγμα πολιτικής». Αλλά η «γέφυρα» από την υπεσχημένη
«ανατροπή πολιτικής» στην «αλλαγή του μείγματος πολιτικής», δεν συνιστά
παρέκκλιση;
Ανεξαρτήτως
της σύνθεσης της ομάδας διαπραγμάτευσης, της αναβάθμισης ή της
υποβάθμισης του Βαρουφάκη (άλλο σήριαλ κι αυτό…) η πολιτική αντίληψη
αυτής της διαπραγμάτευσης έχει διατυπωθεί από τον πρωθυπουργό. Ως
Ελλάδα, δηλώνει ο κ.Τσίπρας, δεσμευόμαστε στους εταίρους ότι θα
«ολοκληρώσουμε τη διαδικασία δημοσιονομικής προσαρμογής...». Αλλά αυτό
ήταν το αίτημα του ελληνικού λαού στις εκλογές; Ο
ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε την «ολοκλήρωση» της λεγόμενης δημοσιονομικής
προσαρμογής που φτωχοποίησε και κατέστρεψε τον λαό ή τη ματαίωση και την
ακύρωση αυτής της «προσαρμογής»;
Σε κάθε περίπτωση
εκείνο που ήδη ξέρουμε είναι ότι στο έργο των δόσεων ισχύει το «τι
είχες Γιάννη (με Στουρνάρα), τι είχα πάντα (με Βαρουφάκη)». Εκείνο που
ξέρουμε είναι ότι οι εκβιασμοί, οι απειλές, οι ύβρεις του Σόιμπλε, αλλά
και η πολιτική γραμμή της εσωτερικής «πέμπτης φάλαγγας» - των ίδιων που
από θέσης κυβερνητικές διακινούσαν από το 2010 το «Μνημόνιο ή τανκς» -
εκδηλώνονται πάνω σε ένα έδαφος που ο κ.Τσίπρας το περιέγραφε
προεκλογικά έτσι: «Η θέση της Ελλάδας στην ΕΕ δεν αμφισβητείται»…
Αυτό το έδαφος,
που ναρκοθετεί κάθε ελπίδα του ελληνικού λαού για βελτίωση της ζωής
του, η νέα ελληνική κυβέρνηση το αποδέχτηκε περίτρανα και με την
υπογραφή της στις 20 Φεβρουαρίου όταν δήλωσε πως «οι ελληνικές αρχές
επαναλαμβάνουν την αδιαμφισβήτητη δέσμευσή τους να τηρήσουν τις
δανειακές υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές, πλήρως και έγκαιρα».
Κατά τα λοιπά
είναι ακριβές και χιλιοδιαπιστωμένο το καθημερινό φαινόμενο ότι ο
κ.Σόιμπλε και οι «Σόιμπλε» γενικώς, είτε τους λένε Ντάισελμπλουμ, είτε
Σουλτς, είτε Τόμσεν, είτε Ντράγκι, άλλος χωρίς προσχήματα και άλλοι με
«κομψότητα» επιδεικνύουν μια ιταμή συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα και
στον λαό της. Απειλές, εκβιασμοί,
υποδείξεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Όμως το θέμα δεν είναι να
συνεχίζεται είτε η καταγραφή είτε η εγχώρια αποδοκιμασία αυτής της
συμπεριφοράς.
Το θέμα
πολύ περισσότερο δεν είναι τα παιχνίδια εξουσίας και πυγμής να εγείρουν
είτε εθνικιστικού τύπου αντανακλαστικά στο εσωτερικό της χώρας, από τη
μια, ούτε να επιφέρουν την παραίτηση του λαού από τα δίκαιά του
αποδεχόμενος το «ρεαλισμό» της συνθηκολόγησης με την ισχυρή Γερμανία και
τους υπολοίπους των Βρυξελλών – όπως επιθυμούν διάφοροι «κοσμοπολίτες»
της υποταγής.
Το θέμα
ήταν και είναι ένα: Η απαλλαγή του τόπου και του λαού από τέτοιου
είδους εκβιασμούς. Αλλά για να συμβεί αυτό δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά
μόνο ένας: Ο δρόμος που διαμορφώνει τις προϋποθέσεις (εντός και εκτός
Ελλάδας) για απεγκλωβισμό της χώρας από εκείνα τα δεσμευτικά (και
αποδεκτά από την κυβέρνηση) πλαίσια που διαμορφώνουν τις συνθήκες των
εκβιασμών.
Τέτοιος
είναι μόνο ο δρόμος της οργανωμένης, σχεδιασμένης και ανυποχώρητης
σύγκρουσης με τα συμφέροντα του κεφαλαίου (ελληνικό, γερμανικό, γαλλικό
και… κογκολέζικο), που δεν βαφτίζει «έντιμο συμβιβασμό» τα ψίχουλα ή τις κάθε φορά νέες θυσίες του λαού.
Αλλά τέτοιο πράγμα μια κυβέρνηση που έχει ως στόχο όχι την ανατροπή
αλλά την «αλλαγή του μείγματος» της ίδιας πολιτικής, ούτε το
διαπραγματεύεται στο εξωτερικό, ούτε – φυσικά - το πραγματεύεται στο
εσωτερικό.