…Σ’ ΑΡΕΣΕΙ KΥΡΑ ΜΟΥ ΑΠΟ ΚΑΤΩ;;;
Η γρια-Δέσπω κόβει δρόμο απ’ της Κατίνας το δίπατο να πάει στ’ ακροχώραφό της. Εκεί, παρόλα τα γεράματά της, διατηρεί έναν όμορφο μπαξέ, μη ορατό όμως απ’ το δρόμο. Περνάς και δεν ξέρεις πούθε σού ’ρχεται ’κείνη η μοσχοβολιά τού κόκκινου γαρύφαλλου!
Πέντε στρέμματα όλο κι όλο η περιουσία της και τα δούλευε πάντα μονάχη. Συγγενείς δεν είχε. Μόνο συντρόφους. Μήτε παιδιά πρόλαβε να κάμει, μήτε και ξαναπαντρεύτηκε. Χήρεψε δυο μερών νύφη, κι έπιασε τ’ άρματα. Ήταν τότε που οι γερμανοτσολιάδες, οι ταγματασφαλίτες, οι πολιτικοί πρόγονοι της φασιστοναζιστικής Χρυσής Αυγής και των ομοίων της, φορώντας τη μαύρη κουκούλα στη μούρη «δώσανε» τον άντρα της στους φασιστοναζίδες ιμπεριαλιστές Γερμανούς κατακτητές. Τον κρέμασαν στην πλατεία τού χωριού μαζί μ’ άλλους λεβέντες πατριώτες. Όλοι τους 17-25 χρονών παλικάρια…
Τ’ όπλο δεν τ’ άφησε απ’ το χέρι της μέχρι που ο τιμημένος ΕΛΑΣ απελευθέρωσε την Ελλάδα. Ταχιά δε, το ξανάπιασε σα μαχήτρια του διπλοτιμημένου ΔΣΕ.
Φυλακές κι εξορίες μετά, για την άγια προσφορά της σε τούτον τον τόπο…
Τέλος πάντων, κάποτε λευτερώθηκε και ξαναγύρισε στο χωριό της.
Η Κατίνα τότε ήταν ακόμη παιδούλα. Απ’ τα λίγα καλοταϊσμένα παιδόπουλα τού κάμπου. Σαν έβλεπε τη Δέσπω, τό ’βαζε στα πόδια κλαίγοντας. Ήξερε απ’ τους γονείς της πως ήταν …κομμουνίστρια. Επικίνδυνη! Το γιατί, δεν της το ξηγάγανε. Το «επικίνδυνη» έφτανε.
Τα χρόνια περάσαν κι η Δέσπω κέρδισε την εκτίμησή της. Τη συνείδησή της όμως, όχι. Πολλά τα λεφτά που κονόμησε ο φτωχοδιάβολος μαυραγορίτης πατέρας της στην κατοχή… Πενήντα ελιές είχε μόνο και βρέθηκε με δίπατο και πολλά χωράφια.
-Οι αλήτες! Τα λαμόγια! Οι κλέφτες!, ούρλιαζε η Κατίνα ανοίγοντας τ’ αμάξι της.
-Τι σκούζεις ορή; την πλησιάζει η γρια-Δέσπω.
-Τίποτα δε θα μας αφήσουνε πια! Κλέφτεεεεες!!! συνεχίζει το σκούξιμο.
-Ορή, για ηρέμησε, μην πάθεις τίποτα. Δεν είσαι παιδούλα πια. Τα πενήντα έπιασες κι έχεις πρόβλημα και με την καρδιά, στρώνεται στο πεζούλι η γρια-Δέσπω και την τραβά κοντά της.
-Άσε με, για δεν αντέχω άλλο. Μας βάλαν από κάτωωωωω!!! Μειώσανε τη σύνταξη του άντρα μου και το μισθό τού γιου μου στο δημόσιο. Τώρα τον απολύουν κιόλας! Ξεπαστρέψανε και το μαγαζί τής κόρης μου με τους φόρους! Πληρώνουμε κι αβέρτα χαράτσια για τα σπίτια μας! Όσο για τα χωράφια μας, τι να τα κάνουμε πια; Μας φάγαν οι εισαγωγές! Κλέφτεεεεεες!!!
-Στά ’λεγα κυρά μου χρόνια και χρόνια. Αυτός είναι ο καπιταλισμός, με Ευρωπαϊκή Ένωση ή όχι, κι αυτούς προσκύναγες κληρονομικά απ’ τον πατέρα σου… Άντε, έστω και τώρα ξύπνα!
-Το βιολί σου εσύ! Στον κομμουνισμό το μυαλό σου! Ρε, πάρτο χαμπάρι! Δεν φταίει ο καπιταλισμός! Μια χαρά περιουσία κατάφερε κι έκανε ο πατέρας μου! Μια χαρά είχαμε βολευτεί κι εγώ και τα παιδιά μου μέχρι χτες!
-Αμ τώρα έχει ανάγκη ο καπιταλισμός να τα πάρει όλα πίσω, ακόμη και τις ζωές μας!!!, αγριεύει με τη βλακεία της και τον ατομικισμό της η γρια-Δέσπω.
-Ξανά το βιολί σου εσύ! Ρε, σου λέω, μας βάλανε από κάτωωωωωω!!!
-Ε, άμα δε σ’ αρέσει κυρά μου από κάτω, ΣΗΚΩ!!! την παρατά σύξυλη η γρια-Δέσπω και τραβά για τον ανθισμένο μπαξέ της που δε χόρταινε να βλέπει!!!
Βάλθηκε να μετρά πάλι τα κόκκινα γαρούφαλλα που ορθωνόντουσαν ίσα πάνω.
Ούτε ένα λιγότερο απ’ τα ψες, ούτε ένα περισσότερο. Ακριβώς 902!!!
ΚΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΔΩ
(www.902.gr)
Αναρτήθηκε από ΑΝΕΡΓΟΙ και ΑΦΡΑΓΚΟΙ