«Το τζάκι δεν είναι γραφικό, είναι άκρως επικίνδυνο για την υγεία»
είναι ο τίτλος της ανακοίνωσης της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας.
Ξεκίνησα να τη διαβάζω σε κάποιο ειδησεογραφικό ιστότοπο. Όσο προχωρούσε
η ανάγνωση, ενισχυόταν η πεποίθησή μου ότι κάποιος εκεί κάνει πλάκα.
Συνέχισα να διαβάζω περιμένοντας στο τέλος του κειμένου να δω κάποια
διευκρινιστική σημείωση που να με επιβεβαιώνει. Πώς σε μια παλιά εκπομπή
εμφανιζόταν στο τέλος από το πουθενά ο συμπαθέστατος Χρήστος Φερεντίνος
και αποκάλυπτε ότι όλα ήταν μια φάρσα; Κάπως έτσι. Αναζήτησα τον
ιστότοπο της ίδιας της Εταιρείας και μέχρι να εμφανιστεί στην οθόνη –
αλήθεια σας λέω – έτρεφα ελπίδες ότι θα έβλεπα μια ανακοίνωση που θα
διαψεύδει το κείμενο που μόλις είχα διαβάσει, και θα βεβαιώνει ότι
πρόκειται για fake news. Ή, ότι δεν θα έβρισκα ανακοίνωση, ούτε
διάψευση. Τίποτα όμως από όλα αυτά δε συνέβη.
Διευκρινίζω από την αρχή, ότι δεν αναφέρομαι σε καμιά περίπτωση στα επιστημονικά-ιατρικά στοιχεία που προβάλλει και υποστηρίζει το κείμενο. Δεν είμαι γιατρός ούτε επιστημονικά καταρτισμένος για να μπορώ να τα υποστηρίξω ή να τα αντικρούσω. Δεν μπορώ όμως να μην εκφράσω τις επιφυλάξεις μου ως προς το σκοπό και τη στόχευση ερευνών στο πεδίο της ιατρικής έρευνας και το γεγονός ότι δεν είναι λίγες αυτές που έχουν αμφισβητηθεί από επιστήμονες, γιατρούς και ενώσεις, ή έχουν συγκρουστεί με άλλες έρευνες, ή έχουν αναιρεθεί ή και ακυρωθεί από έρευνες που ακολούθησαν. Για να μην αναφερθώ σε οικονομικά σκάνδαλα (αυτά που αποκαλύπτονται) που έχουν στο επίκεντρό τους φαρμακευτικές εταιρείες – βιομηχανίες (τα οικονομικά συμφέροντα των οποίων συγκρούονται με άλλων εταιρειών), που εκτός των άλλων χρηματοδοτούν οι ίδιες έρευνες, και ως γνωστό δεν το κάνουν από αγνά και άδολα ανθρωπιστικά κίνητρα. Όπως, επίσης, δεν μπορώ να μη σημειώσω και την επίδραση που έχουν στην κοινωνία έρευνες, πόσο μάλλον όταν στο κέντρο αναφοράς τους βρίσκεται ο καρκίνος. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει σπίτι, παράπηγμα, κοντέινερ ή σκηνή (χιλιάδες άνθρωποι στη χώρα μας ζούνε αυτή τη στιγμή σε παραπήγματα, κοντέινερ και σκηνές) που κάποιος από τους ενοίκους του να μην έχει έρθει αντιμέτωπος, ο ίδιος ή κοντινό του πρόσωπο, με τον καρκίνο. Άρα, υπάρχει ένας επιπλέον λόγος όταν μια ανακοίνωση υπογράφεται από γιατρούς που πολεμάνε τον καρκίνο, να επιδεικνύεται ιδιαίτερη προσοχή, και αυξημένη ευαισθησία στην προσέγγιση ιδιαίτερα αυτών των ανθρώπων, όχι μόνο από πλευράς περιεχομένου αλλά και στον τρόπο που αυτό διατυπώνεται.
Δεν έχω σκοπό να αμφισβητήσω τα λεγόμενα των κορυφαίων γιατρών μας. Και δεν αναρωτιέμαι – ειλικρινά σας το λέω – πώς στις μέρες μας έγινε τόσο βλαβερός για την ανθρώπινη υγεία ο καπνός του ξύλου που καίγεται, όταν δίπλα σε τζάκια και ξυλόσομπες γεννήθηκαν και μεγάλωσαν γενιές και γενιές ανθρώπων που έζησαν ως τα βαθιά γεράματα. Μπορώ να κατανοήσω κι ας μην είμαι γιατρός, ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Ότι οι ρύποι της ατμόσφαιρας έχουν γίνει κι αυτοί πολύπλοκοι και πιο επικίνδυνοι, σαν τη ζωή μας. Κι όμως όλα γύρω μας, η πρόοδος της ιατρικής και άλλων επιστημών, οι συνεχείς ανακαλύψεις, η αλματώδης εξέλιξη της τεχνολογίας που ζούμε θα έπρεπε να συμβαδίζουν με το αντίθετο. Η ζωή μας θα έπρεπε να γίνεται όλο και πιο απλή, πιο ποιοτική, πιο σίγουρη, πιο όμορφη. Για παράδειγμα, υπάρχουν σήμερα όλες εκείνες οι δυνατότητες που θα επέτρεπαν όλοι οι άνθρωποι να έχουν ένα σπίτι, με τη χρειαζούμενη θέρμανση και παράλληλα να ζουν σε περιβάλλον όπου η ατμόσφαιρα θα ρυπαίνεται όσο το δυνατό πιο λίγο. Έχει συμβεί στο παρελθόν και θα μπορούσε να ξανασυμβεί, σε μια κοινωνία όπου δεν θα υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, όπου δεν θα επικρατεί σαν νόμος «ο θάνατός σου η ζωή μου». Σε μια κοινωνία όπου το κέρδος δεν θα είναι έννοια οικονομική, αλλά ανθρώπινη. Τι κέρδισα εγώ, τι κέρδισες εσύ, τι κερδίσαμε όλοι σαν άνθρωποι και σαν κοινωνία. Και θα «κεφαλαιοποιούμε» αυτό το κέρδος για να γίνουμε ακόμα καλύτεροι σαν άνθρωποι, για να πάμε ακόμα πιο μπροστά ως κοινωνία.
Αυτά δεν είναι ουτοπίες και όνειρα «εκτός εποχής». Είναι όμως αντίθετα και συγκρούονται με αυτούς που ορίζουν τη σημερινή εποχή και μαζί και τις τύχες μας. Με αυτούς που σχεδιάζουν, υλοποιούν και επεκτείνουν σε κάθε ίντσα της ανθρώπινης συνείδησης την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και την αποδοχή της. Με τους υπηρέτες τους και τους διεκπεραιωτές των εντολών τους, σε όποιο πόστο, σε όποια θέση και αν βρίσκονται. Έρχονται αντίθετα με όλους αυτούς που θέτουν την επιστημονική τους ιδιότητα και το θεσμικό τους ρόλο στην υπηρεσία του εκμεταλλευτικού συστήματος και είναι αδιάφορο αν το κάνουν από υπερβάλλοντα ζήλο ή με κάποιο αντάλλαγμα.
Το περιεχόμενο αλλά και ο τρόπος που είναι γραμμένη η ανακοίνωση, συνιστούν το λιγότερο πρόκληση. Αν ο συντάκτης του κειμένου είναι γιατρός και όχι κάποιος τεχνοκράτης του ιδιωτικού τομέα ή υπάλληλος ενός από τα υπουργεία που με τις πολιτικές που σχεδιάζουν ματώνουν το λαό, τότε πρέπει να σκαλίσει στα συρτάρια του και να βρει, τον όρκο του Ιπποκράτη – αν δεν τον έχει πετάξει στα σκουπίδια. Που το πνεύμα του θέλει το γιατρό να βρίσκεται δίπλα στον άνθρωπο, και ως άνθρωπο να τον αντιμετωπίζει και όχι σαν νούμερο σε μια εξίσωση ή κοινό πορτοφόλι, όπως συμβαίνει με πολλούς γιατρούς στις μέρες μας.
Ανοίγω μια αναγκαία παρένθεση. Χιλιάδες είναι οι γιατροί που δεν το κάνουν. Που εργάζονται με μισθούς χαμηλότερους της προσφοράς τους, καταφέρνοντας να ασκήσουν ιατρική πολύ συχνά σε κάθε άλλο παρά ιδανικές συνθήκες, χωρίς να εκβιάζουν το φακελάκι, χωρίς να δέχονται δωράκια. Και τους βλέπεις στο νοσοκομείο με το χαμόγελο, να εκπέμπουν ανθρωπιά και να προσεγγίζουν με ζεστασιά τον άρρωστο, τον πονεμένο, ανήμπορο και ανασφαλή εκείνες τις ώρες άνθρωπο, που βλέπει το γιατρό σαν θεό επί της γης. Και δίπλα στους γιατρούς, τα ίδια ισχύουν για το νοσηλευτικό προσωπικό. Ναι, στα υποβαθμισμένα από τις πολιτικές των κυβερνήσεων δημόσια νοσοκομεία, με τις όχι πάντα καταλληλότερες κτιριακές υποδομές, με τις μεγάλες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό, σε εξοπλισμό και υλικά, με αλλεπάλληλες εφημερίες, υπερωρίες, με τον φορτισμένο πολίτη να ξεσπάει άδικα την οργή του σε λάθος αποδέκτη, με, με, με…
Η ανακοίνωση της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη γίνεται αναφορά στο φαινόμενο της ρύπανσης και στο πόσο βλαπτικοί είναι οι ρύποι για την υγεία των ανθρώπων. Στην δεύτερη η Εταιρεία καλεί τους πολίτες να μην καίνε ξύλα, να μη χρησιμοποιούν τζάκι. Και στην τρίτη ενότητα απευθύνει έκκληση στο κράτος να απαγορεύσει με νόμο τα τζάκια και να θεσπίσει ποινές για τους παράνομους…
Στη δεύτερη ενότητα, αφού πρώτα η Εταιρεία μάς καλεί να μη βλάπτουμε τον εαυτό μας, και τους άλλους γύρω μας ανάβοντας το τζάκι, στη συνέχεια μπαίνει στην τσέπη του καθενός και ορίζει τι είναι οικονομικό και συμφέρον: «Όσο για την οικονομία, είναι γνωστό ότι αφενός συχνά με το τζάκι δεν επιτυγχάνεται τη θέρμανση του σπιτιού σας (σε σχέση με το καλοριφέρ), η αγορά των ξύλων δεν είναι τόσο πολύ φτηνή, αλλά και τα έξοδα από την επιδείνωση της υγεία σας, θα υπερκεράσουν κάποια στιγμή κατά πολύ τη γλισχρή οικονομία που επιτυγχάνεται από την καύση ξύλων. Ας μην αφήσουμε την οικονομική κρίση και τις λανθασμένες εντυπώσεις να μας βλάπτουν. Ας μη γίνεται εσείς αιτία κακού για τον εαυτό σας και για τους άλλους».
Φαντάζομαι ότι οι γιατροί μέλη της Εταιρείας ζουν και εργάζονται σε χώρους που θερμαίνονται επαρκώς. Και προφανώς δεν γνωρίζουν αυτοί οι κύριοι και οι κυρίες ότι δεν συμβαίνει το ίδιο με όλους. Απορροφημένοι στο λειτούργημά τους, μάλλον δεν θα έχουν ακούσει για το φαινόμενο (που μπορεί σε πολλούς να φαίνεται φυσιολογικό αλλά δεν είναι φυσικό) που ονομάζεται ανεργία. Δεν έχουν ακούσει πού έχει κατρακυλήσει ο μισθός, ούτε πόσοι μισοδουλεύουν ή υποαπασχολούνται. Δεν έχουν πάρει χαμπάρι πόσες χιλιάδες άνθρωποι που ζουν σε σπίτια, σιτίζονται από τη φιλανθρωπία άλλων. Πόσες χιλιάδες οικογένειες δεν έχουν την πολυτέλεια όχι να επιλέξουν το είδος θέρμανσης που θα βλάψει λιγότερο την υγεία και την τσέπη τους, αλλά ζουν, κοιμούνται και ξυπνούν σε σπίτια-ψυγεία χωρίς καθόλου θέρμανση. Δεν μπορούν να διανοηθούν ότι κάποιοι «τυχεροί» που έχουν τζάκι, δεν το ανάβουν για να ζεσταθεί το σπίτι, αλλά για να ζεστάνουν το κορμί τους μπροστά στο τζάκι και μετράνε κάθε φορά τα ξύλα που έκαψαν.
Πού ζουν όλοι αυτοί οι κύριοι και οι κυρίες της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας; Πάντως όχι ανάμεσα στον απλό κόσμο. Γιατί αν ζούσαν ανάμεσά μας, τότε δεν θα έγραφαν και δεν θα έβαζαν την υπογραφή τους σε φράσεις όπως: «Ας μην αφήσουμε την οικονομική κρίση και τις λανθασμένες εντυπώσεις να μας βλάπτουν. Ας μη γίνεται [είναι και ανορθόγραφοι] εσείς αιτία κακού για τον εαυτό σας και για τους άλλους». Σοβαρά; Ώστε οι λανθασμένες εντυπώσεις μάς βλάπτουν και όχι η ανεργία, η μισοδουλειά, η απληρωσιά, η λιτότητα, η υπερφορολόγηση, η κανονικότητα που υπερασπίζονται οι υπογράφοντες αυτό το απαράδεκτο κείμενο, ξεπλένοντας τις – μέχρι πρότινος μνημονιακές – πολιτικές που δεν καταργήθηκαν κι ας «καταργήθηκαν» τα μνημόνια; Εσείς κύριοι και κυρίες της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας βλάπτετε με αυτά που γράφετε στην ανακοίνωσή σας. Εσείς πάτε να γίνετε αιτία μεγαλύτερου κακού για όποιον δεν έχει τη δυνατότητα να ζήσει μια ζωή φυσιολογική σαν τη δική σας. Να έχει δηλαδή σπίτι ζεστό και τζάκι κρύο και με καθαρά πυρότουβλα που θα συμπληρώνει τη διακόσμηση του σαλονιού του, γιατί δεν θα υπάρχει λόγος να το ανάψει. Εσείς, που λες και γεννηθήκατε ολοι σε σπίτια της πόλης με καθαρή κεντρική θέρμανση. Που κανένας σας δεν μεγάλωσε σε σπίτι χωριού, δίπλα στο μπουχαρί, στη μασίνα, ή σε κάποια παρακατιανή ξυλόσομπα ή μεγαλώσατε αρκετά και ξεχάσατε…
Η τρίτη ενότητα της ανακοίνωσης ξεκινά έτσι: «Το κράτος υπάρχει για να προάγει την ευημερία των πολιτών του. Η προστασία της υγείας αποτελεί πρωτεύον καθήκον του». Ποιος διαφωνεί με αυτά; Κανείς. Τα γράφει άλλωστε και το Σύνταγμα. Όμως εφαρμόζονται από το κράτος; Στην ίδια χώρα ζούμε όλοι, ας δώσει ο καθένας τη δική του απάντηση.
Παρακάτω: «Εσείς ως δημοκρατικά εκλεγμένοι οφείλετε άμεσα να λάβετε τα κατάλληλα μέτρα ώστε να σταματήσει η αλόγιστη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα από την καύση τζακιών στις πόλεις του κέντρου ή της περιφέρειας». Κάποιοι κακόπιστοι σαν τον υπογράφοντα ρωτούν: η αλόγιστη ρύπανση προκαλείται μόνο από τα αναμμένα τζάκια των φτωχών; Να υποθέσουμε ότι η ευαισθησία της Εταιρείας για την προστασία της υγείας μας και του ατμοσφαιρικού αέρα είναι τυφλή ή «απλά» επιλεκτική; Οι βιομηχανίες δεν ρυπαίνουν αλόγιστα; Τα οχήματα παντός τύπου που καίνε πανάκριβες από τα κέρδη των εταιρειών και τους φουσκωμένους φόρους βενζίνες και πετρέλαια, δεν ρυπαίνουν αλόγιστα; Πώς μόνο η ΔΕΗ ρυπαίνει αλόγιστα και κλείνουν άρον άρον τις λιγνιτικές μονάδες της, σε βάρος των εργαζομένων και της μεγάλης μάζας των καταναλωτών και προς όφελος των ομίλων των ΑΠΕ;
«Επειδή δε σε εσάς έχει εκχωρηθεί το δικαίωμα να λαμβάνετε «καταναγκαστικά μέτρα», συνεχίζει η Εταιρεία που όπως φαίνεται πολύ θα ήθελε να της «έχει εκχωρηθεί το δικαίωμα» και της ίδιας, και καλεί την κυβέρνηση να νομοθετήσει την απαγόρευση της καύσης ξύλων και να προνοήσει «για τους ελέγχους και τις αναλογούσες ποινές στους παραβάτες», και την «απαγόρευση από την πολεοδομία έγκρισης για ανέγερση κατοικιών στο ευρύτερο λεκανοπέδιο της Αττικής (και σε άλλες πόλεις) όταν σ’ αυτά προβλέπεται η κατασκευή τζακιών». Όμως, επειδή δεν πρόκειται για τίποτα απάνθρωπους, τα μέλη της Εταιρείας καλούν την κυβέρνηση για «παροχή κατάλληλων οικονομικών κινήτρων ώστε να μπορούν τα νοικοκυριά να απαλλαγούν από τα τζάκια και να κάνουν χρήση φυσικού αερίου ή καλής ποιότητας πετρελαίου ή ηλεκτρικών συσκευών». Κι άλλες δόσεις ας πούμε;
Και επειδή είναι εντελώς φυσιολογικό, νόμιμο και ηθικό ο γιατρός να μιλάει με όρους αγοράς και μάλιστα «ελεύθερης», η Εταιρεία που απαρτίζεται από γιατρούς προτείνει στην κυβέρνηση του «δώσ’ τα όλα» για επενδύσεις και επενδυτές: «Η επένδυση σε μία τέτοια πρακτική αποτελεί ένα επίδομα υγείας που το χρωστάτε στους κατοίκους των πόλεων και που οφείλετε εκ της θέσης και αποστολής σας να εκπληρώσετε. Και σε οικονομικούς όρους είναι μία επένδυση σήμερα που θα αποφέρει άμεσα και απώτερα ευνοϊκά αποτελέσματα στην εθνική οικονομία».
Και φτάνοντας στο τέλος η Εταιρεία σημειώνει: «Τέλος, επί της ουσίας, να τονιστεί ότι αν κάποιος θέλει να καίει ξύλα στο τζάκι του, δεν είναι δικαίωμα του να το κάνει , γιατί με την πράξη του αυτή, όπως έχουν δείξει οι μελέτες, θέτει σε κίνδυνο και όσους κατοικούν σε γειτονικά σπίτια και ακόμα μακρύτερα». Είναι όμως δικαίωμά του να είναι φτωχός, αφού η φτώχεια του δεν θέτει σε κίνδυνο όσους κατοικούν σε διπλανά σπίτια... Και δεν μπορείς να αποφύγεις το συνειρμό, με τις υπερβολές που επέφερε η εφαρμογή του λεγόμενου «αντικαπνιστικού» νόμου, με σκοπό – και αυτός – το καλό της υγείας μας. Ότι δηλαδή σε λίγο δεν θα αφήνουν τον καπνιστή να καπνίσει ούτε στο μπαλκόνι του, αφού θα ρυπαίνει… αλόγιστα τον ατμοσφαιρικό αέρα. Όμως δεν πρόκειται για συνειρμό. Ο «αντικαπνιστικός» νόμος είναι η ευκαιρία που αρπάζει από τα μαλλιά η Εταιρεία: «Αν η απαγόρευση του καπνίσματος ορθώς προωθήθηκε για να προστατεύσει τους πολίτες από το παθητικό κάπνισμα, γεννάται η απορία – που θα μετατραπεί σε αγανάκτηση- πως η Πολιτεία αδιαφορεί γι’ αυτήν την μεγαλύτερη σε ένταση και έκταση παθητική έκθεση τόσων πολλών πολιτών στους ρύπους από την καύση ξύλων». Με αυτό το ξεκάθαρο μήνυμα τελειώνει η ανακοίνωση της Εταιρείας. Με την υποκρισία να περισσεύει και το δάχτυλο να δείχνει προς την απαγόρευση, την καταστολή, το ρουφιανιλίκι. Ο «αντικαπνιστικός» ζει, αυτός μας οδηγεί…
Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα κείμενο που αναβλύζει κυνισμό και απανθρωπιά, που όμως φαίνεται ότι εκφράζει μερίδα γιατρών και επιστημόνων. Ένα κείμενο στο περιεχόμενο, αλλά – όπως δεν μπορεί να κρυφτεί – και στις επιμέρους διατυπώσεις, εναρμονισμένο με το δόγμα «νόμος και τάξη» που θέλει να επιβάλλει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Να επιβάλλεται ο νόμος του ισχυρού, να εξαφανίζεται από το προσκήνιο (που καθορίζουν τα ελεγχόμενα ΜΜΕ) η αντίθετη άποψη και να τσακίζονται οι όποιες αντιδράσεις σε ατομικό (βλέπε υπόθεση Ινδαρέ) ή συλλογικό επίπεδο. Ένα κείμενο ταυτισμένο με την εποχή του πιο άγριου και απάνθρωπου καπιταλισμού, που επιτάσσει ακόμα και τον αέρα που αναπνέουμε στα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών. Αυτών που αφαιρούν το οξυγόνο από όλο και μεγαλύτερες μάζες ανθρώπων, αφού η ύπαρξή τους δεν τους προσφέρει κέρδος.
ΥΓ. Από τους γιατρούς που πολεμάνε καθημερινά τον καρκίνο θα περίμενε κανείς να είχαν επιδείξει την ίδια αποφασιστικότητα με το «καρκίνωμα» της κοινωνίας μας που λέγεται άγχος. Που κατατρώει τους ανθρώπους στην καθημερινή πάλη για επιβίωση και σε πολλούς εξελίσσεται σε πραγματικό καρκίνο και φεύγουν από τη ζωή χωρίς να ποτέ να μάθουν πώς είναι να ζεις σαν άνθρωπος. Όπως επίσης θα περίμενε κανείς από τους επιστήμονες που έδωσαν όρκο να θεραπεύουν και να συμπονούν τον συνάνθρωπο, να απαιτήσουν με το ίδιο σθένος την επιβολή ποινών στο αφεντικό, στην εφορία, στην τράπεζα, στην εισπρακτική εταιρεία που ρημάζουν τον κόσμο και να ζητήσουν την παραδειγματική τιμωρία όλων όσοι ευθύνονται για τις κοινωνικές ανισότητες, την εκμετάλλευση και τη φτώχεια που σκοτώνει τις ζωές των ανθρώπων με ή χωρίς αναμμένο τζάκι. Αλλά…
Διευκρινίζω από την αρχή, ότι δεν αναφέρομαι σε καμιά περίπτωση στα επιστημονικά-ιατρικά στοιχεία που προβάλλει και υποστηρίζει το κείμενο. Δεν είμαι γιατρός ούτε επιστημονικά καταρτισμένος για να μπορώ να τα υποστηρίξω ή να τα αντικρούσω. Δεν μπορώ όμως να μην εκφράσω τις επιφυλάξεις μου ως προς το σκοπό και τη στόχευση ερευνών στο πεδίο της ιατρικής έρευνας και το γεγονός ότι δεν είναι λίγες αυτές που έχουν αμφισβητηθεί από επιστήμονες, γιατρούς και ενώσεις, ή έχουν συγκρουστεί με άλλες έρευνες, ή έχουν αναιρεθεί ή και ακυρωθεί από έρευνες που ακολούθησαν. Για να μην αναφερθώ σε οικονομικά σκάνδαλα (αυτά που αποκαλύπτονται) που έχουν στο επίκεντρό τους φαρμακευτικές εταιρείες – βιομηχανίες (τα οικονομικά συμφέροντα των οποίων συγκρούονται με άλλων εταιρειών), που εκτός των άλλων χρηματοδοτούν οι ίδιες έρευνες, και ως γνωστό δεν το κάνουν από αγνά και άδολα ανθρωπιστικά κίνητρα. Όπως, επίσης, δεν μπορώ να μη σημειώσω και την επίδραση που έχουν στην κοινωνία έρευνες, πόσο μάλλον όταν στο κέντρο αναφοράς τους βρίσκεται ο καρκίνος. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει σπίτι, παράπηγμα, κοντέινερ ή σκηνή (χιλιάδες άνθρωποι στη χώρα μας ζούνε αυτή τη στιγμή σε παραπήγματα, κοντέινερ και σκηνές) που κάποιος από τους ενοίκους του να μην έχει έρθει αντιμέτωπος, ο ίδιος ή κοντινό του πρόσωπο, με τον καρκίνο. Άρα, υπάρχει ένας επιπλέον λόγος όταν μια ανακοίνωση υπογράφεται από γιατρούς που πολεμάνε τον καρκίνο, να επιδεικνύεται ιδιαίτερη προσοχή, και αυξημένη ευαισθησία στην προσέγγιση ιδιαίτερα αυτών των ανθρώπων, όχι μόνο από πλευράς περιεχομένου αλλά και στον τρόπο που αυτό διατυπώνεται.
Δεν έχω σκοπό να αμφισβητήσω τα λεγόμενα των κορυφαίων γιατρών μας. Και δεν αναρωτιέμαι – ειλικρινά σας το λέω – πώς στις μέρες μας έγινε τόσο βλαβερός για την ανθρώπινη υγεία ο καπνός του ξύλου που καίγεται, όταν δίπλα σε τζάκια και ξυλόσομπες γεννήθηκαν και μεγάλωσαν γενιές και γενιές ανθρώπων που έζησαν ως τα βαθιά γεράματα. Μπορώ να κατανοήσω κι ας μην είμαι γιατρός, ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Ότι οι ρύποι της ατμόσφαιρας έχουν γίνει κι αυτοί πολύπλοκοι και πιο επικίνδυνοι, σαν τη ζωή μας. Κι όμως όλα γύρω μας, η πρόοδος της ιατρικής και άλλων επιστημών, οι συνεχείς ανακαλύψεις, η αλματώδης εξέλιξη της τεχνολογίας που ζούμε θα έπρεπε να συμβαδίζουν με το αντίθετο. Η ζωή μας θα έπρεπε να γίνεται όλο και πιο απλή, πιο ποιοτική, πιο σίγουρη, πιο όμορφη. Για παράδειγμα, υπάρχουν σήμερα όλες εκείνες οι δυνατότητες που θα επέτρεπαν όλοι οι άνθρωποι να έχουν ένα σπίτι, με τη χρειαζούμενη θέρμανση και παράλληλα να ζουν σε περιβάλλον όπου η ατμόσφαιρα θα ρυπαίνεται όσο το δυνατό πιο λίγο. Έχει συμβεί στο παρελθόν και θα μπορούσε να ξανασυμβεί, σε μια κοινωνία όπου δεν θα υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, όπου δεν θα επικρατεί σαν νόμος «ο θάνατός σου η ζωή μου». Σε μια κοινωνία όπου το κέρδος δεν θα είναι έννοια οικονομική, αλλά ανθρώπινη. Τι κέρδισα εγώ, τι κέρδισες εσύ, τι κερδίσαμε όλοι σαν άνθρωποι και σαν κοινωνία. Και θα «κεφαλαιοποιούμε» αυτό το κέρδος για να γίνουμε ακόμα καλύτεροι σαν άνθρωποι, για να πάμε ακόμα πιο μπροστά ως κοινωνία.
Αυτά δεν είναι ουτοπίες και όνειρα «εκτός εποχής». Είναι όμως αντίθετα και συγκρούονται με αυτούς που ορίζουν τη σημερινή εποχή και μαζί και τις τύχες μας. Με αυτούς που σχεδιάζουν, υλοποιούν και επεκτείνουν σε κάθε ίντσα της ανθρώπινης συνείδησης την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και την αποδοχή της. Με τους υπηρέτες τους και τους διεκπεραιωτές των εντολών τους, σε όποιο πόστο, σε όποια θέση και αν βρίσκονται. Έρχονται αντίθετα με όλους αυτούς που θέτουν την επιστημονική τους ιδιότητα και το θεσμικό τους ρόλο στην υπηρεσία του εκμεταλλευτικού συστήματος και είναι αδιάφορο αν το κάνουν από υπερβάλλοντα ζήλο ή με κάποιο αντάλλαγμα.
Το περιεχόμενο αλλά και ο τρόπος που είναι γραμμένη η ανακοίνωση, συνιστούν το λιγότερο πρόκληση. Αν ο συντάκτης του κειμένου είναι γιατρός και όχι κάποιος τεχνοκράτης του ιδιωτικού τομέα ή υπάλληλος ενός από τα υπουργεία που με τις πολιτικές που σχεδιάζουν ματώνουν το λαό, τότε πρέπει να σκαλίσει στα συρτάρια του και να βρει, τον όρκο του Ιπποκράτη – αν δεν τον έχει πετάξει στα σκουπίδια. Που το πνεύμα του θέλει το γιατρό να βρίσκεται δίπλα στον άνθρωπο, και ως άνθρωπο να τον αντιμετωπίζει και όχι σαν νούμερο σε μια εξίσωση ή κοινό πορτοφόλι, όπως συμβαίνει με πολλούς γιατρούς στις μέρες μας.
Ανοίγω μια αναγκαία παρένθεση. Χιλιάδες είναι οι γιατροί που δεν το κάνουν. Που εργάζονται με μισθούς χαμηλότερους της προσφοράς τους, καταφέρνοντας να ασκήσουν ιατρική πολύ συχνά σε κάθε άλλο παρά ιδανικές συνθήκες, χωρίς να εκβιάζουν το φακελάκι, χωρίς να δέχονται δωράκια. Και τους βλέπεις στο νοσοκομείο με το χαμόγελο, να εκπέμπουν ανθρωπιά και να προσεγγίζουν με ζεστασιά τον άρρωστο, τον πονεμένο, ανήμπορο και ανασφαλή εκείνες τις ώρες άνθρωπο, που βλέπει το γιατρό σαν θεό επί της γης. Και δίπλα στους γιατρούς, τα ίδια ισχύουν για το νοσηλευτικό προσωπικό. Ναι, στα υποβαθμισμένα από τις πολιτικές των κυβερνήσεων δημόσια νοσοκομεία, με τις όχι πάντα καταλληλότερες κτιριακές υποδομές, με τις μεγάλες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό, σε εξοπλισμό και υλικά, με αλλεπάλληλες εφημερίες, υπερωρίες, με τον φορτισμένο πολίτη να ξεσπάει άδικα την οργή του σε λάθος αποδέκτη, με, με, με…
Η ανακοίνωση της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη γίνεται αναφορά στο φαινόμενο της ρύπανσης και στο πόσο βλαπτικοί είναι οι ρύποι για την υγεία των ανθρώπων. Στην δεύτερη η Εταιρεία καλεί τους πολίτες να μην καίνε ξύλα, να μη χρησιμοποιούν τζάκι. Και στην τρίτη ενότητα απευθύνει έκκληση στο κράτος να απαγορεύσει με νόμο τα τζάκια και να θεσπίσει ποινές για τους παράνομους…
Στη δεύτερη ενότητα, αφού πρώτα η Εταιρεία μάς καλεί να μη βλάπτουμε τον εαυτό μας, και τους άλλους γύρω μας ανάβοντας το τζάκι, στη συνέχεια μπαίνει στην τσέπη του καθενός και ορίζει τι είναι οικονομικό και συμφέρον: «Όσο για την οικονομία, είναι γνωστό ότι αφενός συχνά με το τζάκι δεν επιτυγχάνεται τη θέρμανση του σπιτιού σας (σε σχέση με το καλοριφέρ), η αγορά των ξύλων δεν είναι τόσο πολύ φτηνή, αλλά και τα έξοδα από την επιδείνωση της υγεία σας, θα υπερκεράσουν κάποια στιγμή κατά πολύ τη γλισχρή οικονομία που επιτυγχάνεται από την καύση ξύλων. Ας μην αφήσουμε την οικονομική κρίση και τις λανθασμένες εντυπώσεις να μας βλάπτουν. Ας μη γίνεται εσείς αιτία κακού για τον εαυτό σας και για τους άλλους».
Φαντάζομαι ότι οι γιατροί μέλη της Εταιρείας ζουν και εργάζονται σε χώρους που θερμαίνονται επαρκώς. Και προφανώς δεν γνωρίζουν αυτοί οι κύριοι και οι κυρίες ότι δεν συμβαίνει το ίδιο με όλους. Απορροφημένοι στο λειτούργημά τους, μάλλον δεν θα έχουν ακούσει για το φαινόμενο (που μπορεί σε πολλούς να φαίνεται φυσιολογικό αλλά δεν είναι φυσικό) που ονομάζεται ανεργία. Δεν έχουν ακούσει πού έχει κατρακυλήσει ο μισθός, ούτε πόσοι μισοδουλεύουν ή υποαπασχολούνται. Δεν έχουν πάρει χαμπάρι πόσες χιλιάδες άνθρωποι που ζουν σε σπίτια, σιτίζονται από τη φιλανθρωπία άλλων. Πόσες χιλιάδες οικογένειες δεν έχουν την πολυτέλεια όχι να επιλέξουν το είδος θέρμανσης που θα βλάψει λιγότερο την υγεία και την τσέπη τους, αλλά ζουν, κοιμούνται και ξυπνούν σε σπίτια-ψυγεία χωρίς καθόλου θέρμανση. Δεν μπορούν να διανοηθούν ότι κάποιοι «τυχεροί» που έχουν τζάκι, δεν το ανάβουν για να ζεσταθεί το σπίτι, αλλά για να ζεστάνουν το κορμί τους μπροστά στο τζάκι και μετράνε κάθε φορά τα ξύλα που έκαψαν.
Πού ζουν όλοι αυτοί οι κύριοι και οι κυρίες της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας; Πάντως όχι ανάμεσα στον απλό κόσμο. Γιατί αν ζούσαν ανάμεσά μας, τότε δεν θα έγραφαν και δεν θα έβαζαν την υπογραφή τους σε φράσεις όπως: «Ας μην αφήσουμε την οικονομική κρίση και τις λανθασμένες εντυπώσεις να μας βλάπτουν. Ας μη γίνεται [είναι και ανορθόγραφοι] εσείς αιτία κακού για τον εαυτό σας και για τους άλλους». Σοβαρά; Ώστε οι λανθασμένες εντυπώσεις μάς βλάπτουν και όχι η ανεργία, η μισοδουλειά, η απληρωσιά, η λιτότητα, η υπερφορολόγηση, η κανονικότητα που υπερασπίζονται οι υπογράφοντες αυτό το απαράδεκτο κείμενο, ξεπλένοντας τις – μέχρι πρότινος μνημονιακές – πολιτικές που δεν καταργήθηκαν κι ας «καταργήθηκαν» τα μνημόνια; Εσείς κύριοι και κυρίες της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας βλάπτετε με αυτά που γράφετε στην ανακοίνωσή σας. Εσείς πάτε να γίνετε αιτία μεγαλύτερου κακού για όποιον δεν έχει τη δυνατότητα να ζήσει μια ζωή φυσιολογική σαν τη δική σας. Να έχει δηλαδή σπίτι ζεστό και τζάκι κρύο και με καθαρά πυρότουβλα που θα συμπληρώνει τη διακόσμηση του σαλονιού του, γιατί δεν θα υπάρχει λόγος να το ανάψει. Εσείς, που λες και γεννηθήκατε ολοι σε σπίτια της πόλης με καθαρή κεντρική θέρμανση. Που κανένας σας δεν μεγάλωσε σε σπίτι χωριού, δίπλα στο μπουχαρί, στη μασίνα, ή σε κάποια παρακατιανή ξυλόσομπα ή μεγαλώσατε αρκετά και ξεχάσατε…
Η τρίτη ενότητα της ανακοίνωσης ξεκινά έτσι: «Το κράτος υπάρχει για να προάγει την ευημερία των πολιτών του. Η προστασία της υγείας αποτελεί πρωτεύον καθήκον του». Ποιος διαφωνεί με αυτά; Κανείς. Τα γράφει άλλωστε και το Σύνταγμα. Όμως εφαρμόζονται από το κράτος; Στην ίδια χώρα ζούμε όλοι, ας δώσει ο καθένας τη δική του απάντηση.
Παρακάτω: «Εσείς ως δημοκρατικά εκλεγμένοι οφείλετε άμεσα να λάβετε τα κατάλληλα μέτρα ώστε να σταματήσει η αλόγιστη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα από την καύση τζακιών στις πόλεις του κέντρου ή της περιφέρειας». Κάποιοι κακόπιστοι σαν τον υπογράφοντα ρωτούν: η αλόγιστη ρύπανση προκαλείται μόνο από τα αναμμένα τζάκια των φτωχών; Να υποθέσουμε ότι η ευαισθησία της Εταιρείας για την προστασία της υγείας μας και του ατμοσφαιρικού αέρα είναι τυφλή ή «απλά» επιλεκτική; Οι βιομηχανίες δεν ρυπαίνουν αλόγιστα; Τα οχήματα παντός τύπου που καίνε πανάκριβες από τα κέρδη των εταιρειών και τους φουσκωμένους φόρους βενζίνες και πετρέλαια, δεν ρυπαίνουν αλόγιστα; Πώς μόνο η ΔΕΗ ρυπαίνει αλόγιστα και κλείνουν άρον άρον τις λιγνιτικές μονάδες της, σε βάρος των εργαζομένων και της μεγάλης μάζας των καταναλωτών και προς όφελος των ομίλων των ΑΠΕ;
«Επειδή δε σε εσάς έχει εκχωρηθεί το δικαίωμα να λαμβάνετε «καταναγκαστικά μέτρα», συνεχίζει η Εταιρεία που όπως φαίνεται πολύ θα ήθελε να της «έχει εκχωρηθεί το δικαίωμα» και της ίδιας, και καλεί την κυβέρνηση να νομοθετήσει την απαγόρευση της καύσης ξύλων και να προνοήσει «για τους ελέγχους και τις αναλογούσες ποινές στους παραβάτες», και την «απαγόρευση από την πολεοδομία έγκρισης για ανέγερση κατοικιών στο ευρύτερο λεκανοπέδιο της Αττικής (και σε άλλες πόλεις) όταν σ’ αυτά προβλέπεται η κατασκευή τζακιών». Όμως, επειδή δεν πρόκειται για τίποτα απάνθρωπους, τα μέλη της Εταιρείας καλούν την κυβέρνηση για «παροχή κατάλληλων οικονομικών κινήτρων ώστε να μπορούν τα νοικοκυριά να απαλλαγούν από τα τζάκια και να κάνουν χρήση φυσικού αερίου ή καλής ποιότητας πετρελαίου ή ηλεκτρικών συσκευών». Κι άλλες δόσεις ας πούμε;
Και επειδή είναι εντελώς φυσιολογικό, νόμιμο και ηθικό ο γιατρός να μιλάει με όρους αγοράς και μάλιστα «ελεύθερης», η Εταιρεία που απαρτίζεται από γιατρούς προτείνει στην κυβέρνηση του «δώσ’ τα όλα» για επενδύσεις και επενδυτές: «Η επένδυση σε μία τέτοια πρακτική αποτελεί ένα επίδομα υγείας που το χρωστάτε στους κατοίκους των πόλεων και που οφείλετε εκ της θέσης και αποστολής σας να εκπληρώσετε. Και σε οικονομικούς όρους είναι μία επένδυση σήμερα που θα αποφέρει άμεσα και απώτερα ευνοϊκά αποτελέσματα στην εθνική οικονομία».
Και φτάνοντας στο τέλος η Εταιρεία σημειώνει: «Τέλος, επί της ουσίας, να τονιστεί ότι αν κάποιος θέλει να καίει ξύλα στο τζάκι του, δεν είναι δικαίωμα του να το κάνει , γιατί με την πράξη του αυτή, όπως έχουν δείξει οι μελέτες, θέτει σε κίνδυνο και όσους κατοικούν σε γειτονικά σπίτια και ακόμα μακρύτερα». Είναι όμως δικαίωμά του να είναι φτωχός, αφού η φτώχεια του δεν θέτει σε κίνδυνο όσους κατοικούν σε διπλανά σπίτια... Και δεν μπορείς να αποφύγεις το συνειρμό, με τις υπερβολές που επέφερε η εφαρμογή του λεγόμενου «αντικαπνιστικού» νόμου, με σκοπό – και αυτός – το καλό της υγείας μας. Ότι δηλαδή σε λίγο δεν θα αφήνουν τον καπνιστή να καπνίσει ούτε στο μπαλκόνι του, αφού θα ρυπαίνει… αλόγιστα τον ατμοσφαιρικό αέρα. Όμως δεν πρόκειται για συνειρμό. Ο «αντικαπνιστικός» νόμος είναι η ευκαιρία που αρπάζει από τα μαλλιά η Εταιρεία: «Αν η απαγόρευση του καπνίσματος ορθώς προωθήθηκε για να προστατεύσει τους πολίτες από το παθητικό κάπνισμα, γεννάται η απορία – που θα μετατραπεί σε αγανάκτηση- πως η Πολιτεία αδιαφορεί γι’ αυτήν την μεγαλύτερη σε ένταση και έκταση παθητική έκθεση τόσων πολλών πολιτών στους ρύπους από την καύση ξύλων». Με αυτό το ξεκάθαρο μήνυμα τελειώνει η ανακοίνωση της Εταιρείας. Με την υποκρισία να περισσεύει και το δάχτυλο να δείχνει προς την απαγόρευση, την καταστολή, το ρουφιανιλίκι. Ο «αντικαπνιστικός» ζει, αυτός μας οδηγεί…
Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα κείμενο που αναβλύζει κυνισμό και απανθρωπιά, που όμως φαίνεται ότι εκφράζει μερίδα γιατρών και επιστημόνων. Ένα κείμενο στο περιεχόμενο, αλλά – όπως δεν μπορεί να κρυφτεί – και στις επιμέρους διατυπώσεις, εναρμονισμένο με το δόγμα «νόμος και τάξη» που θέλει να επιβάλλει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Να επιβάλλεται ο νόμος του ισχυρού, να εξαφανίζεται από το προσκήνιο (που καθορίζουν τα ελεγχόμενα ΜΜΕ) η αντίθετη άποψη και να τσακίζονται οι όποιες αντιδράσεις σε ατομικό (βλέπε υπόθεση Ινδαρέ) ή συλλογικό επίπεδο. Ένα κείμενο ταυτισμένο με την εποχή του πιο άγριου και απάνθρωπου καπιταλισμού, που επιτάσσει ακόμα και τον αέρα που αναπνέουμε στα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών. Αυτών που αφαιρούν το οξυγόνο από όλο και μεγαλύτερες μάζες ανθρώπων, αφού η ύπαρξή τους δεν τους προσφέρει κέρδος.
ΥΓ. Από τους γιατρούς που πολεμάνε καθημερινά τον καρκίνο θα περίμενε κανείς να είχαν επιδείξει την ίδια αποφασιστικότητα με το «καρκίνωμα» της κοινωνίας μας που λέγεται άγχος. Που κατατρώει τους ανθρώπους στην καθημερινή πάλη για επιβίωση και σε πολλούς εξελίσσεται σε πραγματικό καρκίνο και φεύγουν από τη ζωή χωρίς να ποτέ να μάθουν πώς είναι να ζεις σαν άνθρωπος. Όπως επίσης θα περίμενε κανείς από τους επιστήμονες που έδωσαν όρκο να θεραπεύουν και να συμπονούν τον συνάνθρωπο, να απαιτήσουν με το ίδιο σθένος την επιβολή ποινών στο αφεντικό, στην εφορία, στην τράπεζα, στην εισπρακτική εταιρεία που ρημάζουν τον κόσμο και να ζητήσουν την παραδειγματική τιμωρία όλων όσοι ευθύνονται για τις κοινωνικές ανισότητες, την εκμετάλλευση και τη φτώχεια που σκοτώνει τις ζωές των ανθρώπων με ή χωρίς αναμμένο τζάκι. Αλλά…