Το άρθρο αυτό γράφεται με σκοπό να θίξει το ζήτημα της
επιστημονικότητας της μαρξιστικής φιλοσοφίας σε σχέση με όλη αυτή τη
φιλολογία που έχει αναπτυχθεί απέναντί της σ’αυτή την εποχή, από τους
διάφορους καρδινάλιους της ακαδημαϊκής εκκλησίας, που όλοι μαζί φωνάζουν
με μια φωνή «ο μαρξισμός απέτυχε!», προσπαθώντας να ξορκίσουν το
φάντασμα που πλανάται ακόμα πάνω από τα κεφάλια τους και δεν τους αφήνει
σε ησυχία. Γιατί ο αντικομμουνισμός δεν υφίσταται μόνο σε επίπεδο
ιστορίας, αλλά και φιλοσοφίας.
Εισαγωγή
Ξεκινώντας πρέπει να σημειώσουμε πως η έννοια της ιδεολογίας, όπως
και αυτή της πολιτικής, μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αμαυρώθηκε πλήρως
και κατέληξε να σημαίνει «μηχανισμός προπαγάνδας» και «προκατάληψη».
Αυτή η εξέλιξη ήταν αντικειμενική μετά την καταστροφή που έφεραν οι δύο
Παγκόσμιοι Πόλεμοι, εξισώνοντας όμως έτσι όλες τις ιδεολογίες και
περνώντας σε μια απολιτίκ μεταμοντέρνα εποχή. Και για την ακρίβεια δεν
ήταν απλώς μια εξίσωση. Κατά την ψυχροπολεμική περίοδο ιδιαίτερα
αναπτύχθηκε, πάνω στο ιστορικό φαινόμενο του ολοκληρωτισμού, η θεωρία
των «Δύο Άκρων» που ήρθε να ταυτίσει την ιδεολογία του φασισμού με αυτή
του κομμουνισμού, να δαιμονοποιήσει την ιστορία του σοσιαλιστικού
συστήματος και τελικά να αθωώσει την αστική δημοκρατία και τις ίδιες της
τις ευθύνες απέναντι στη γέννηση του φασιστικού φαινομένου.
Όμως αυτή η πολεμική δεν αφορούσε μόνο στην ιστορία. Μια ολόκληρη
φιλολογία θα αναπτυχθεί γύρω από την «αποτυχία» του μαρξισμού-λενινισμού
και τον «δογματισμό» του διαλεκτικού υλισμού, τον οποίο θα παρουσιάζουν
ως μια «παρωχημένη» και «προκατειλημμένη» κοσμοαντίληψη. Επιπλέον σε
αυτή την εποχή κάνουν την εμφάνισή τους μια σειρά από «μαρξιστές» που
στο όνομα της «επικαιροποίησής» του έρχονται να αποδομήσουν και τελικά
να ευνουχίσουν βασικές έννοιες της μαρξιστικής φιλοσοφίας που αποτελούν
και επαναστατικές κατακτήσεις της ανθρώπινης σκέψης.
Ας δούμε λοιπόν τι έχει να μας πει αυτή η «προκατειλημμένη» κοσμοθεωρία.
Αρχικά να πούμε πως ο διαλεκτικός υλισμός αποτελεί το βασικό εργαλείο
της μαρξιστικής-λενινιστικής φιλοσοφίας. Αναπτύχθηκε ιδιαίτερα από τον
Κ.Μαρξ, το Φ.Ένγκελς και το Β.Ι.Λένιν, ενώ βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη.
Ωστόσο ο διαλεκτικός υλισμός δεν προήλθε ως κεραυνός εν αιθρία από την
διανοητική φαντασία κάποιου ιδιοφυούς ανθρώπου (όχι πως δεν υπήρξε και
αυτός ο παράγοντας), αλλά αποτέλεσε ώριμο ιστορικό προϊόν και
αποκορύφωση όλης της προηγούμενης ανάπτυξης που συντελέστηκε στην
ανθρώπινη σκέψη. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αποτελεί μέθοδο συσσώρευσης,
σύνθεσης και ανάπτυξης όλων των δοσμένων κατακτήσεων της διανόησης με
σκοπό την επαναστατικοποίηση της ανθρώπινης σκέψης και της κοινωνικής
ζωής. Με σκοπό τη διευρυμένη και ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου.
Επιπλέον να σημειώσουμε πως οι έννοιες που χρησιμοποιεί ο διαλεκτικός
υλισμός δεν αποτελούν απλό «συμβατικό κατασκεύασμα» των ανθρώπων για να
συνεννοούνται μεταξύ τους, αλλά πρόκειται για ιστορικές έννοιες,
δηλαδή έννοιες που εμπεριέχουν μέσα τους την ίδια την ιστορική κίνηση
με σκοπό να αναδείξουν τους νόμους της και έτσι να την υποτάξουν στις
ίδιες τις δυνάμεις του ανθρώπου, παύοντας διαρκώς τον τελευταίο από τη
θέση του έρμαιου, στην οποία τον ρίχνουν οι δυνάμεις της φύσης και της
κοινωνίας.
Κύριο μέρος
Περνώντας τώρα στο κυρίως μέρος του άρθρου θα θίξω πιο συγκεκριμένα τις «προκαταλήψεις» του διαλεκτικού υλισμού.
1) Θα ξεκινήσω από τη νούμερο 1 προκατάληψη, η οποία μας λέει αρχικά
πως η ύλη προηγείται του πνεύματος. Υπάρχει κάτι που το αποδεικνύει; Ας
δούμε τι έχει να μας πει η φυσική-ιστορική κίνηση.
Το 19ο αιώνα οι άνθρωποι άρχισαν να ανακαλύπτουν περαιτέρω
στοιχεία για την παλαιότητα του ανθρώπου και ευρύτερα της φυσικής ζωής,
κάτι που ήρθε να δώσει περαιτέρω απαντήσεις σε εκείνο το διαχρονικό
ερώτημα «Από πού ερχόμαστε, τι είμαστε και προς τα που πηγαίνουμε;».
Επιστημονικές έρευνες, όπως αυτές του Βρετανού γεωλόγου Charles Lyell με
τις «Αρχές της Γεωλογίας» το 1830 και του επίσης Βρετανού Κάρολου
Δαρβίνου με την «Καταγωγή των Ειδών» το 1859, αποδείκνυαν, ο ένας με τον
Ομοιομορφισμό του και ο άλλος με την εξελικτική του θεωρία, την
παλαιότητα της γης, την καταγωγή των ειδών από φυσικές σχέσεις που
διενεργούνται μέσα στην ίδια τη φύση και τελικά την ίδια την καταγωγή
του ανθρώπου μέσα από εξίσου φυσικές διαδικασίες. Έτσι το Μεγάλο Πνεύμα,
ο Θεός-Δημιουργός, παραγκωνιζόταν για να πάρει τη θέση του καταρχάς η
Φύση. Ευρήματα και μελέτες προϊστορικών αρχαιολόγων, παλαιοντολόγων και
φυσικών ανθρωπολόγων ήρθαν να ενισχύσουν και να επιβεβαιώσουν τα
πορίσματα των παραπάνω επιστημόνων για την καταγωγή και την εξέλιξη του
ανθρώπου ως φυσικό ον που προήλθε από τον κόσμο των ζώων. Έτσι
ανακαλύφθηκε ο ανθρωποειδής πίθηκος, ο αυστραλοπίθηκος και ο πρώτος Homo
(Homo Habilis) ο οποίος έκανε την εμφάνισή του περίπου 2 εκατ. χρόνια
πριν στην Αφρική, ενώ στην ίδια ήπειρο εμφανίζεται αργότερα και το
σύγχρονο είδος, ο Homo Sapiens, περίπου 100 χιλιάδες χρόνια πριν.
Επιπλέον νεότερες ανακαλύψεις έφεραν στο φως όχι απλώς στοιχεία που
αποδεικνύουν την παλαιότητα της γης, η οποία πλέον προσδιορίζεται
περίπου στα 4,6 δισεκ. χρόνια πριν, αλλά φτάνουν ακόμα πιο πίσω ως την
παλαιότητα του ίδιου του σύμπαντος, η οποία προσδιορίζεται περίπου στα
13,7 δισεκ. χρόνια πριν.
Τι δείχνουν όλα αυτά; Μα τι άλλο από το ότι η ύλη προηγήθηκε κατά
δισεκατομμύρια χρόνια του πνεύματος;! Και όχι απλώς αυτό, μα και το ότι
το πνεύμα αποτελεί το ανώτερο δημιούργημα της ύλης, αφού γεννήθηκε μέσα
από αυτή. Όταν ο Μπαρούχ Σπινόζα τοποθετούσε στο κέντρο της φιλοσοφίας
του το Σύμπαν ως Θεό, αν και δεν το έθετε ακριβώς με την παραπάνω
σημασία, παρόλα αυτά είχε δίκιο. Η Φύση είναι ο Θεός που δημιούργησε τον
άνθρωπο, δημιούργησε δηλαδή εκείνο το ον μέσω του οποίου η ύλη αποκτά
συνείδηση του ίδιου της του εαυτού, δηλαδή το πνεύμα. Κανένα πνεύμα δεν
δημιούργησε την ύλη. Είναι η ύλη που δημιούργησε το πνεύμα.
Και είναι ακριβώς εδώ που έγγυται και το Θαύμα της ζωής. Πώς από την
ανόργανη ύλη γεννήθηκε η οργανική και στη συνέχεια η «σκεπτόμενη» ύλη,
εμείς. Όλα αυτά μας ενώνουν μεταξύ μας, όλους τους ανθρώπους ως παιδιά
της φύσης, αλλά μας ενώνουν έτσι και με τη φύση ως μητέρα. Δεν πρόκειται
απλώς για ηθικούς, αλλά για σκληρά υλικούς δεσμούς που καταρχάς
διαμορφώνουν ένα ενιαίο οικοσύστημα, του οποίου αποτελούμε μέρος και μας
διδάσκουν τις αναγκαιότητες που προκύπτουν από ένα τέτοιο σύστημα για
την εξασφάλιση της αρμονικής ανάπτυξης τόσο των παιδιών (άνθρωποι), όσο
και της μητέρας (φύση). Επίσης δίνουν ένα χτύπημα σε κάθε ρατσιστική και
αντιοικολογική αντίληψη που σήμερα φαίνεται να ξανά φουντώνει στη
σύγχρονή μας εποχή.
Ωστόσο πρέπει να πούμε πως η κίνηση της ύλης δεν σταμάτησε εδώ. Με
την εμφάνιση του πνεύματος φαίνεται να φτάνει σε ένα «τέλος» η βιολογική
κίνηση, μα τώρα ακριβώς αρχίζει μία νέα κίνηση, η κοινωνική. Να
προσθέσουμε βέβαια ότι η φύση δεν παύει ποτέ να ασκεί καθοριστική
επίδραση στη δραστηριότητα του ανθρώπου.
2) Περνάμε τώρα στην προκατάληψη νούμερο 2, η οποία μας λέει πως
αυτός ο υλικός κόσμος, φυσικός και κοινωνικός, καθορίζεται από νόμους
κίνησης (οι οποίοι διαμορφώνονται από μία σφαίρα αναγκαιοτήτων) που
υφίστανται στην αρχή ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. «Αυτή και αν είναι
προκατάληψη», φωνάζουν οι καθηγητάδες!
Τι είναι ο νόμος; Θα μπορούσαμε να πούμε εδώ σύντομα πως είναι η
ύπαρξη δυνάμεων που καθορίζουν την κίνηση με ένα συγκεκριμένο τρόπο.
Τέτοιες δυνάμεις υπέδειξε τόσο ο Δαρβίνος με τη Φυσική Επιλογή, όσο και ο
Νεύτωνας με το Νόμο της Βαρύτητας ή ο Άινσταϊν με τις Θεωρίες της
Σχετικότητας. Όσον αφορά στο φυσικό κόσμο μπορεί να διαπιστώσει κανείς
σχετικά πιο εύκολα την ύπαρξή τους σε κάποια σημεία, τόσο γιατί εκεί
υφίστανται σφαίρες, όπου η κίνηση είναι πιο απλή και καθαρή από την
κοινωνική (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υφίστανται σφαίρες, όπου η
κίνηση είναι πολύπλοκη). Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρώτες επιστήμες που
ανέπτυξε ο άνθρωπος ήταν οι φυσικές, οι οποίες έδωσαν και τη βάση για
την ανάπτυξη της φιλοσοφίας και των κοινωνικών επιστημών (Να για άλλη
μια φορά πως προηγήθηκε το φυσικό έναντι του κοινωνικού, υπενθυμίζοντας
την προκατάληψη νούμερο 1 σχετικά με την υλική βάση).
Βέβαια ένας επιπλέον λόγος που οι νόμοι της φύσης γίνονται πιο εύκολα
ορατοί και αποδεκτοί (αν και ακόμα και αυτοί αρχίζουν να αμφισβητούνται
από τους σύγχρονους μεταμοντέρνους διδασκάλους…) είναι διότι αυτοί
αξιοποιούνται άμεσα από την παραγωγή και τη βιομηχανία, την οποία πιέζει
η αγορά για ανάπτυξη των μέσων παραγωγής, των ειδών κατανάλωσης και
εντατικοποίηση της εργασίας. Έτσι η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών
(μονόπλευρη και ανταγωνιστική ανάμεσα στους διάφορους τομείς βέβαια)
καθίσταται αναγκαία.
Όσον αφορά στον κοινωνικό κόσμο τώρα, οι νόμοι εδώ γίνονται πιο
δύσκολα αντιληπτοί για διάφορους λόγους, δύο βασικοί από τους οποίους
είναι:
Πρώτον, διότι εδώ η κίνηση γίνεται πιο σύνθετη από ότι στο φυσικό
κόσμο, πράγμα που καθιστά και πιο δύσκολη τη μελέτη τους και δεύτερον,
γιατί οι περισσότεροι σύγχρονοι «γραμματείς και φαρισαίοι» του
πανεπιστημίου έχουν αποκηρύξει κάθε νόμο κίνησης και κάθε
αντικειμενικότητα για αυτόν. Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να ταυτίζουν την
μαρξιστική αντίληψη για τους κοινωνικούς νόμους με την αντίληψη
περί…«παντοδύναμου θεού» που υπήρχε στο μεσαίωνα…Δηλαδή με λίγα λόγια
εξισώνουν τη μελέτη των πραγματικών κοινωνικών δυνάμεων με την
προκατάληψη του παπά για τη θεία πρόνοια..Όταν «τολμάμε» να μιλήσουμε
για ανεξάρτητες δυνάμεις που επιδρούν πάνω στην κοινωνία, τότε τάχα
«ξανά ζωντανεύουμε» το θεό για αυτούς.
Μέσα σε αυτούς τους λόγους τώρα πρέπει να προσθέσουμε και τους
οικονομικούς, πολιτικούς, ιδεολογικούς και στρατιωτικούς λόγους και έτσι
θα γίνει καλύτερα αντιληπτή η δυσκολία που ανακύπτει, αλλά και η
μεγαλύτερη συνθετότητα του κοινωνικού φαινομένου.
Θα κάνω μια προσπάθεια λοιπόν να εξηγήσω αυτή την συνθετότητα και αυτές τις δυνάμεις της κοινωνίας.
Καταρχάς η κοινωνική κίνηση είναι πιο σύνθετη, γιατί περιέχει ήδη
μέσα της τη φυσική, αλλά μετασχηματισμένη. Δηλαδή ο άνθρωπος εδώ ήδη
έχει έρθει σε σχέση με τη φύση (και τους συνανθρώπους του) και την έχει
εντάξει στην κοινωνική ζωή μέσω κάποιων σχέσεων και δραστηριοτήτων.
Επιπλέον εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ον που παράγει εργαλεία,
συνειδητοποιεί, χαλιναγωγεί και αναπλάθει τη Φύση και την ίδια του τη
φύση, κάτι που πριν δεν υφίστατο στις προηγούμενες μορφές κίνησης (π.χ
στη βιολογική). Έτσι έχουμε να κάνουμε με κάτι πολύ πιο σύνθετο.
Περαιτέρω, όταν ο άνθρωπος ανακάλυψε τη γεωργία εκείνη τη στιγμή εγκαθίδρυε μια νέα φύση
πάνω στη Φύση και τη φύση του. Ενώ πριν δεν γνώριζε την ιδιοκτησία και
μετακινούνταν διαρκώς, τώρα η καλλιέργεια και η φροντίδα της γης τον ανάγκασε
να εγκατασταθεί κάπου μόνιμα, να χτίσει στέγη και να γνωρίσει τελικά
την ιδιοκτησία. Επίσης λόγω της καλλιέργειας γνώρισε νέα προϊόντα, νέα
τρόφιμα που του δημιούργησαν νέες διατροφικές ανάγκες.
Σε λίγο κατάφερε το πλεόνασμα στην παραγωγή του και αυτό άρχισε να το
ανταλλάζει με άλλες κοινότητες, με προϊόντα που δεν διέθετε. Δέρματα,
τρόφιμα, εργαλεία, κοσμήματα. Τώρα άρχισε παράλληλα να εξαρτάται
και από νέα προϊόντα, αλλά και από νέες δραστηριότητες, όπως το
εμπόριο. Και ακόμα περισσότερο, σε περίπτωση πολέμου γινόταν κάτι
παραπάνω από αναγκαίο να αποκτήσει τον εξοπλισμό που είχαν καταφέρει να
φτιάξουν με δικά τους υλικά οι άλλες κοινότητες, διαφορετικά θα
βρισκόταν σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση, δίχως άμυνα απέναντι σε
πεινασμένους και καλύτερα εξοπλισμένους λαούς που θα έρχονταν να του
πάρουν τη γη.
Επιπλέον τώρα γύρω του δεν έβρισκε τόσο δέντρα, σπηλιές και αγρίμια,
αλλά σπίτια, αυλές, δρόμους, χωράφια και εξημερωμένα ζώα, αποθήκες,
οχυρά, αλλά και γεωργούς, βιοτέχνες, εμπόρους κ.α. Αυτό ήταν το νέο του φυσικό περιβάλλον.
Επίσης το πλεόνασμα, το εμπόριο και ο πόλεμος ευνόησε τυχαία κάποιες
οικογένειες από τις υπόλοιπες, οι οποίες έγιναν προνομιούχες και από εδώ
και πέρα οι άνθρωποι θα γεννιούνται σε ανισότιμες ομάδες. Έτσι
δημιουργήθηκαν στην κοινωνία νέες σχέσεις που πρόβαλαν στον άνθρωπο τόσο αναγκαίες
για τη ζωή του, όσο ήταν πριν για αυτόν το κηνύγι και η τροφοσυλλογή.
Τώρα νέες δυνάμεις δρούσαν πάνω του, δυνάμεις που ο ίδιος έχτισε και
δημιούργησε αυθόρμητα, χωρίς να το αντιλαμβάνεται αρχικά, σε συνεργασία
με τη Φύση. Τώρα δίπλα στην παντοδύναμη Φύση ορθώθηκε μια νέα Φύση με
τους δικούς της ατσάλινους νόμους και τις δικές της δυνάμεις, η
Οικονομία.
Ακόμη, η ιδιοκτησία στη γη, η αποθήκευση του πλεονάσματος και οι
πόλεμοι δημιούργησαν σταδιακά την ανάγκη για εσωτερική ασφάλεια της
ιδιοκτησίας και για άμυνα από εξωτερικούς εχθρούς. Κάποιοι έπρεπε να
φυλάνε στα τείχη και στις αποθήκες, αλλά και να περιφρουρούν την
ιδιοκτησία από κλοπές. Επίσης έπρεπε να καταμετράται η ποσότητα που είχε
συνεισφέρει κανείς στο απόθεμα που φυλαγόταν στην αποθήκη και πόσο είχε
πάρει από αυτό. Τέλος έπρεπε κάπως να αποφασίζεται ποιος θα αναλάμβανε
αυτά τα πόστα και ποιος θα τα αντικαθιστούσε, αλλά και πώς μπορούσαν να
λύσουν προβλήματα με τους γείτονες χωρίς εχθροπραξίες. Έτσι οι
οικονομικές σχέσεις που δημιουργήθηκαν πριν, τώρα με τη σειρά τους
δημιούργησαν νέες ανάγκες στην κοινωνική ζωή. Τώρα εμφανίζεται μία ακόμα
Φύση, δίπλα και πάνω στη Φύση και την Οικονομία, τώρα εμφανίζεται η
Πολιτική. Το Κράτος θα γεννηθεί, ως μια εξωτερική δύναμη «πάνω από τα
κεφάλια» των ανθρώπων και ταυτόχρονα θα εμφανιστεί ένας νέος, κάθετος
καταμερισμός, ανάμεσα στη χειρανακτική και πνευματική εργασία.
Στη συνέχεια οι άνθρωποι οδηγήθηκαν σε σκληρές συγκρούσεις. Η Φύση
όπως είπαμε και πριν δεν έπαψε ποτέ να επιδρά. Η αύξηση του πληθυσμού
έφερε την ανάγκη για περισσότερα προϊόντα και για νέα εδάφη. Οι αποικίες
και η τεχνολογική ανάπτυξη ήταν μια λύση, αλλά αυτό δεν αρκούσε πάντα.
Έτσι οι άνθρωποι οδηγήθηκαν σε μεγάλους πολέμους. Οι πόλεμοι τους έφεραν
κατακτήσεις και οι κατακτήσεις αιχμαλώτους. Η ανάγκη για θρέψη ενός
πολύ μεγάλου πλέον πληθυσμού, έφερε την ανάγκη για καλλιέργεια
μεγαλύτερων εδαφών. Φυσικά οι νικητές του πολέμου δεν ήταν κορόιδα να
ρίξουν τον εαυτό τους στη βαρειά χειρωνακτική εργασία της γεωργίας. Αυτή
τη δουλειά την κράτησαν για τους αιχμαλώτους, μετατρέποντάς τους σε
δούλους. Και αν πήγαιναν να ξεσηκωθούν το κράτος είχε το νου του.
Αυτή η μεταχείριση των ανθρώπων, τους κατέστησε αμόρφωτους,
αναλφάβητους και ακαλλιέργητους και τους εμφάνισε στα μυαλά των
μορφωμένων ως κατώτερους, ως αντικείμενα χωρίς αξία, ως «ομιλούντα
εργαλεία». Το ίδιο συνέβη και για τις γυναίκες, οι οποίες περιορίστηκαν
στη δουλειά του σπιτιού, στην ανατροφή των παιδιών και στην αναπαραγωγή,
έξω από κάθε πολεμική και πολιτική δραστηριότητα. Για αυτό και για
αυτές εμφανίστηκε στους άντρες η ιδέα της «απροστάτευτης» γυναίκας που
αποτελεί ένα απλό αναπαραγωγικό εργαλείο. Αυτές οι ιδέες αναπτύχθηκαν
και διαδόθηκαν ιδιαίτερα μέσα από τη φιλοσοφία και την πολιτική και
τελικά κυριάρχησαν και κληροδοτήθηκαν στις επόμενες γενιές, των οποίων
έγινε η άλφα-βήτα. Έτσι τώρα εμφανίστηκε άλλη μία νέα δύναμη, μία νέα
Φύση, η Ιδεολογία.
Στα παραπάνω παραδείγματα βλέπουμε πως πάνω στις δυνάμεις της Φύσης
αναπτύσσονται νέες δυνάμεις, κοινωνικές δυνάμεις, με τις οποίες η ύλη
παίρνει νέα μορφή, κοινωνική. Επίσης βλέπουμε πως η υπερανάπτυξη της
μίας δύναμης π.χ Οικονομία, οδηγεί στην εμφάνιση και την αυτονόμηση μίας
νέας δύναμης, π.χ της Πολιτικής. Έτσι δημιουργούνται αυτόνομες σφαίρες
που αλληλοκαθορίζονται και όλες μαζί καθορίζουν την κίνηση της
κοινωνικής, αλλά και της φυσικής ζωής. Αυτές οι δυνάμεις συνολικά είναι
που καθορίζουν την ιστορική κίνηση.
Η έννοια της αναγκαιότητας στα παραπάνω παραδείγματα
αναδεικνύει την καθοριστική επίδραση εξωτερικών δυνάμεων πάνω στον
άνθρωπο, τις οποίες υφαίνει αυθόρμητα με τη δράση του ο ίδιος ο
άνθρωπος. Μόνο όταν οι δυνάμεις διαμορφωθούν και αφήσουν τα αποτυπώματά
τους μέσα στην ιστορία μπορούν να γίνουν αντιληπτές και να
συνηδητοποιηθούν τελικά ως νόμοι κίνησης. Για αυτό και οι επιστήμες που
πραγματεύονται αυτούς τους νόμους (π.χ πολιτική οικονομία, πολιτική
φιλοσοφία) γεννήθηκαν μετέπειτα στην ιστορία.
Σήμερα η έννοια της αναγκαιότητας έχει αφοριστεί από τους
μεταμοντέρνους διανοούμενους και έχει αντικατασταθεί από αυτή της
«ενδεχομενικότητας», δηλαδή, στην ουσία, από αυτή της τυχαιότητας. Ο
διαλεκτικός υλισμός δεν απορρίπτει τον παράγοντα της τυχαιότητας, αλλά
τον βλέπει σε διαλεκτική σχέση με αυτόν της αναγκαιότητας. Βλέπει και
τις δύο αντίθετες πλευρές στην ενότητά τους και έτσι καθίσταται μια
άρτια μέθοδος. Αντίθετα, οι μεταμοντέρνοι υπερτονίζουν τη μία από τις
δύο πλευρές με αποτέλεσμα να γίνονται μονόπλευροι.
3) Τέλος, θα αναφερθώ σύντομα στην προκατάληψη νούμερο 3 του
διαλεκτικού υλισμού, η οποία μας λέει πως η συνείδηση αποτελεί ένα
εργαλείο αντανάκλασης της κίνησης.
Είναι κοινό σύνθημα της αντιμαρξιστικής διανόησης πως «ο μαρξισμός
είναι δομισμός και νεκρώνει το υποκείμενο». Θέλουν να πουν δηλαδή πως
επειδή ο μαρξισμός βλέπει δομές και νόμους κίνησης που καθορίζουν τη
δράση του ανθρώπου, έτσι δήθεν μετατρέπει τον άνθρωπο παντοτινά σε
έρμαιο αυτών των νόμων που δεν έχει δύναμη και πρωτοβουλία να
δημιουργήσει αυτόνομα και να επιλέξει ένα δικό του δρόμο. Μάλιστα.
Απαντάμε:
Πρώτον, τους νόμους κίνησης και τις δομές δεν αποφάσισε να τα φυτέψει
ο μαρξισμός μια ωραία πρωία πάνω στη γη, αλλά αυτά προϋπήρχαν καταρχάς
στη Φύση, η οποία η ίδια αποτελεί ήδη μία δομή…ακόμα τουλάχιστον δεν
έχει ανακαλυφθεί κανένας ελέφαντας που να πετάει εδώ στη γη…και σίγουρα
δεν είναι ο μαρξισμός η δύναμη που τους κρατάει κάτω στο έδαφος…
Είναι πάνω σε αυτούς τους νόμους-δυνάμεις της Φύσης που αναπτύσσονται
οι νέες κοινωνικές δυνάμεις, όπως δείξαμε παραπάνω, τις οποίες επίσης
δεν εφηύρε ο μαρξισμός, αλλά διαμορφώθηκαν από τη σύνθεση της αυθόρμητης
δραστηριότητας των ανθρώπων και της δοσμένης φυσικής-υλικής βάσης μέσα
στην οποία λάμβανε χώρα αυτή η δραστηριότητα. Αυτή η σύνθεση διαμόρφωσε
νέες αναγκαιότητες που στο σύνολό τους συνέστησαν τελικά μία νέα δύναμη,
η οποία αποτελούσε πλέον και τη νέα φυσική βάση της ζωής (χωρίς να
εξαλείφεται η προηγούμενη). Έτσι η αλληλεπίδραση της ανθρώπινης
δραστηριότητας με τη δοσμένη και εμπλουτισμένη φυσική βάση δημιουργούσε
κάθε φορά μία νέα δύναμη, η οποία μετατρεπόταν σε υλική βάση για την
ανάπτυξη της επόμενης (Φύση-Οικονομία-Πολιτική-Ιδεολογία, όπως επίσης
δείξαμε παραπάνω).
Αν το αμφισβητούν αυτό οι μεγάλοι «Guru» της σκέψης, τότε τους
προτείνουμε με όλη την καλή διάθεση να αφήσουνε για λίγο τις έδρες τους
και να κάνουν ένα πείραμα πιάνοντας δουλειά σε κάποιο εργοστάσιο, χωράφι
ή στο ντελιβεράδικο της γειτονιάς τους…με σκληρή δουλειά και με λίγο
τύχη- μάλλον συγγνώμη, με λίγο «ενδεχομενικότητα»- μπορεί σε λίγο καιρό
να τα καταφέρουν και να γίνουν και κεφαλαιοκράτες…και αν δεν τους
πληρώνουν και καλά, τότε τους προτείνουμε να απεργήσουν δίχως άγχος
μέχρι να τους αποδωθούν τα δεδουλευμένα, γιατί τους εγγυόμαστε ότι το
κράτος θα σταθεί δίπλα τους σε αυτές τις δύσκολες στιγμές ενδεχομένως
χωρίς…«καταστολές»…και αν δεν τα καταφέρουν και τότε τους προτείνουμε να
παραιτηθούν με παρρησία, γιατί ενδεχομένως θα βρουν εύκολα κάποια
καλύτερη απασχόληση με πλουσιοπάροχες απολαβές…
Το χειρότερο όμως δεν είναι αυτό. Το χειρότερο είναι πως το πείραμα
αυτό, στο οποίο ποτέ δεν θα βάζαν τη γούνα τους αυτοί οι αμπελοφιλόσοφοι
του γραφείου και που την αυθεντικότητα του οποίου αποδοκιμάζουν
αλαζωνικά και κυνικά, για δισεκατομμύρια ανθρώπους δεν αποτελεί
εθελοντικό πείραμα, αλλά αποπνικτική πραγματικότητα.
Δεύτερον, το ότι ο μαρξισμός στρέφει με επιμονή το βλέμμα του και
παρακολουθεί αυτές τις δυνάμεις και τις δομές, όχι μόνο δεν νεκρώνουν το
υποκείμενο, μα αυτή είναι ακριβώς η αρχή του υποκειμένου. Το υποκείμενο
ζωντανεύει μόνο όταν αρχίζει να αντιλαμβάνεται τις δομές και τις
δυνάμεις που έχει γύρω του, γιατί έτσι καταλαβαίνει πώς πρέπει να
κινηθεί προκειμένου να μην παρασυρθεί από αυτές. Αντίθετα όταν δεν
βλέπει αυτές τις δομές, το υποκείμενο γίνεται έρμαιο αυτών των δυνάμεων
και τότε είναι που πραγματικά νεκρώνει. Αν βάλεις έναν διψασμένο άνθρωπο
μέσα σε ένα ετοιμόρροπο σπίτι, του οποίου τη δομή δεν γνωρίζει καθόλου
και ούτε τον νοιάζει να τη μάθει εξερευνώντας το ώστε να προσέξει για
τις παγίδες, τότε όχι μόνο δεν πρόκειται να ξεδιψάσει ποτέ τη δίψα του,
αλλά είναι σίγουρο ότι στο πρώτο βήμα που θα κάνει θα γκρεμοτσακιστεί.
Τρίτον, η ανακάλυψη αυτών των δομών και των δυνάμεων όχι απλώς
ζωντανεύει το υποκείμενο, αλλά το κάνει να υψωθεί περήφανα και πάνω από
τον Κόσμο, το καθιστά Υποκείμενο, Θεό, Κυρίαρχο. Ο άνθρωπος μετατρέπεται
πραγματικά σε δρώσα δύναμη με πρωτοβουλία μόνο όταν ξέρει να χειρίζεται
τη δομή και να την πλάθει στα χέρια του, να την αλλάζει, να της δίνει
τη μορφή που θέλει αυτός και όχι να παίρνει τη μορφή μέσα στην οποία
θέλει η δομή να τον κρατήσει φυλακισμένο.
Να γιατί ο μαρξισμός δίνει έμφαση όχι μόνο στη δομή, αλλά και στην
αναγκαιότητα της πρωτοβουλίας του υποκειμένου να δρα για την αλλαγή της.
Δεν είναι ο μαρξισμός που νεκρώνει το υποκείμενο, που δεν βλέπει τον
άνθρωπο, αλλά οι αντιμαρξιστές φαφλατάδες που στριφογυρίζουν γύρω από
τις μορφές και καταδικάζουν τον άνθρωπο να ζει για πάντα φυλακισμένος
μέσα στη δομή, αφαιρώντας του τα εργαλεία που του επιτρέπουν να την
ανακαλύψει και έτσι του αφαιρούν και την πρωτοβουλία, καθιστώντας τον
τελικά ένα νεκρό ματαιόδοξο αντικείμενο, χωρίς καμιά ζωντάνια.
Το ποιος είναι εδώ λοιπόν ο προκατειλημμένος και ο δογματικός το αφήνω πάνω στην κρίση του κόσμου και της ιστορίας.