Πίσω
απ’ την θεωρία των άκρων βρίσκεται πάντα η εξομοίωση του κομμουνισμού με
τον φασισμό. Ο στόχος πάντα είναι η δαιμονοποίηση του κομμουνισμού. Για
όσους είναι πληροφορημένοι, ακούγεται κοινότυπο να πει κάποιος ότι η
εξομοίωση του κομμουνισμού με τον φασισμό είναι βασικότατο συστατικό της
κυρίαρχης προπαγάνδας, να πει ότι είναι μια χυδαία πρακτική που
θελημένα παραβλέπει το οικονομικό υπόβαθρο του φασισμού το οποίο ήταν
και είναι ο καπιταλισμός. Το προβλημα είναι ότι αυτός ο εξομοιωτισμός (ας
μου επιτραπεί ο νεολογισμός, για συντομία) απευθύνεται σε πολλούς που
δυστυχώς είναι από απληροφόρητοι ως και ανιστόρητοι και οι οποίοι,
δυστυχέστερα, έχοντας αφομοιώσει αυτήν την στρέβλωση, την αναπαράγουν.
Ο εξομοιωτισμός είναι
μια ακραία απολογία της αστικής δημοκρατίας. Ιδιαίτερα όταν εμφανίζεται
και στην πιο εκλεπτυσμένη και «πληροφορημένη» εκδοχή του και αφορά το
απο κοινού τσουβάλιασμα του λεγόμενου σταλινισμού με τον φασισμό,
όπου ο πρώτος όρος υπονοεί όχι απλά την αποδοχή του Στάλιν ως έναν απο
τους γνήσιους μεγάλους επαναστάτες, όχι απλά ότι εκφράζει μιαν
υποτίθεται νοσταλγία ενός νοσηρά εννοούμενου Σοβιετικού
σταλινικού καθεστώτος, αλλά κυρίως ότι, όπως και ο φασισμός-ναζισμός,
αποτελεί μια ιδεολογία, νοοτροπία και πρακτική που αφενός εμπνέεται
ιστορικά απο μια βίαια καθεστωτική καταστολή της ελευθερίας του ατόμου,
και αφετέρου στοχεύει στην εγκαθίδρυση της με βίαιο τρόπο. Παρότι ο
αντισταλινισμός δεν εμφανίζεται πάντα απροκάλυπτα σαν αντικομουνισμός,
καταλήγει να εκτρέφει την ίδια παρανόηση ότι δεν μπορεί να υπάρχει ένας
κομμουνισμός χωρίς τα χαρακτηριστικά αυτού που οι εξομοιωτέςεννοούν ή παρανοούν ως σταλινισμό κι ότι δεν είναι καλύτερος από τον φασισμό. Αυτή η πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή του εξομοιωτισμού απευθύνεται σε αυτούς που θέλουν να σκέπτονται.
Το ζήτημα είναι που παροτρύνεται
να εστιάζει ο δέκτης της προπαγάνδας αυτής, είτε αρέσκεται στο να θωρεί
τον εαυτό του σκεπτόμενο, είτε όχι. Να εστιάζει στην παλελθούσα, στην
μελλοντική ουτοπία, ή στην σημερινή πραγματικότητα; Η βρωμιά που
απλώνουν οι εξομοιωτές πάνω στην εικόνα του παρελθόντος
σοσιαλισμού, στην ιστορία του, είναι συνάμα βρωμιά που προβάλουν στον
μελλοντικό κομμουνισμό, στο όραμα του. Το εξωφρενικό είναι ότι όλα τα
συστατικά αυτής της βρωμιάς που προβάλλεται στον κομμουνισμό δεν είναι
απλές επινοήσεις, αλλά αποτελούν αντανάκλαση, μέσω παραμορφωτικών
κατόπτρων, ακριβώς της φρικωδιας του σημερινού καπιταλισμού. Η ωμή
καταπίεση, οι ψυχολογικοί και φυσικοί βασανισμοί, οι εξορίες,
φυλακίσεις, προσφυγιά, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι πολιτικές
δολοφονίες, η γραφειοκρατία και η σιχαμερή διαφθορά της, η κατάχρηση
εξουσίας – όλα αυτά είναι συστατικά του καπιταλισμούπου
προβάλλονται στον κομμουνισμό. Και αυτά χωρίς να αναφέρουμε τα
αποκλειστικά καπιταλιστικής φύσης συστημικά χαρακτηριστικά της
«δημοκρατίας» που συνιστούν έναν ανελέητο
κεφαλαιοκρατικό ολοκληρωτισμό, όπως η εκμετάλλευση, η εξωφρενική
σπάταλη, οι κρίσεις, οι πόλεμοι και οι γενοκτονίες στις οποίες οδηγεί.
Το
συστηματικό βρόμισμα λειτουργεί σαν «κατευθυνόμενος διαλογισμός» απο
τους εξομοιωτές. Επιφέρει «χαλάρωση» απο τον βιωνόμενο σύγχρονο εφιάλτη
του καπιταλισμού με «οραματισμούς της φρίκης» που μπορεί να τον
αντικαταστήσει.
Ατενίζοντας
την πραγματικότητα του καπιταλισμού στις μέρες μας, η εξομοίωση αυτή
καθίσταται αηδιαστικά υποκριτική. Για ελευθερία του ατόμου σαν βασικό
και οικουμενικό γνώρισμα του σύγχρονου καπιταλισμού μπορούν να μιλούν
πλέον μόνο κρετίνοι και κυνικοί.
Ένας λόγος για τον οποίο ο εξομοιωτισμος είναι
αποτελεσματικός είναι ότι η «δημοκρατία», για τις ευρύτερες λαϊκές
μάζες, ειδωμένη συχνά με μεταφυσικό τρόπο και χωρίς τις εγγενείς
αντιφάσεις της, έχει καταστεί απαραβίαστο ταμπού. Ο φασισμός
αντιπαρατίθεται απο τους εξομοιωτές στην «ιερή δημοκρατία» ενώ η
καπιταλιστική φύση και των δυο (φασισμού και αστικής δημοκρατίας
αποκρύβεται), σαν να πρόκειται για ασυμβίβαστα και άλληλο-αποκλειόμενα
συστήματα.
Εκτός
αυτού που είναι κραυγαλέα έκδηλο – ότι δηλαδή οι δικτατορίες, συνήθως σε
χώρες του λεγόμενου αναπτυσσομένου καπιταλισμού, επιβάλλονται με
απαράμιλλο κυνισμό από τους «δημοκρατικά» εκλεγμένους εκπρόσωπους
«δημοκρατιών» του αναπτυγμένου καπιταλισμού – πίσω από την επίφαση
δημοκρατίας στον καπιταλισμό κρύβονται μηχανισμοί άσκησης εξουσίας πολύ
ποιο αποκλειστικοί και απόλυτοι από αυτούς που χαρακτήρισαν τον φασισμό
και τον ναζισμό του περασμένου αιώνα και την δικτατορία των ημερών μας.
Αυτός είναι και ένας λόγος για τον οποίο η «δημοκρατία» είναι το
καθεστώς πρώτης επιλογής των αστών. Οι μηχανισμοί αυτοί είναι ποιο
αποκλειστικοί διότι ο αποκλεισμός αυτών που είναι οι καθυπότακτοι της
εξουσίας, και παραμένουν κάτω και έξω από αυτήν, υφίσταται όχι τόσο
επειδή υπάρχουν εμφανή κατασταλτικά συστήματα σε κάθε είδους καπιταλισμό
(που όντως υπάρχουν και σε ώρες ανάγκης χρησιμοποιούνται), όχι τόσο
επειδή ο περιορισμός της ελευθερίας του ατόμου είναι περισσότερο
συστημικός και άρα πιο αποτελεσματικός απο θεσμικός (που είναι επίσης –
και αυξάνεται), αλλά επειδή ο καθυπότακτος άνθρωπος στον αναπτυγμένο
καπιταλισμό έχει υποστεί μια τεχνητή αναπηρία, έχει καταστεί ανίκανος να
διακρίνει τα αιτία, τους όρους και την φύση της καθυπόταξης του. Και σ’
αυτό συνεισφέρει ο εξομοιωτισμός.
Παραδόξως, αυτός ο εξομοιωτισμός,
όσο θερμά και να βάλει κατά «παντός είδους ολοκληρωτισμού» στα λόγια,
το αποτέλεσμα είναι ότι καθίσταται κύριος και αναντικατάστατος αρωγός
και τροφοδότης του φασισμού στην πράξη. «Μα δεν μπορεί αυτό να αληθεύει
όταν αυτό που αποκαλείς «εξομοιωτισμό» στρέφεται εναντίον και
των δυο μορφών ολοκληρωτισμού», θα ισχυριζόταν κάποιος θιασώτης του. Να
όμως που μπορεί, διότι οι εξίσου «απαράδεκτοι» τύποι «ολοκληρωτισμού»
τίθενται σε αντιπαράθεση με την «δημοκρατία» η οποία παρουσιάζεται ως το
μόνο καθεστώς το οποίο κατοχυρώνει ατομικές ελευθερίες. Όμως - με
δοσμένο ότι ο εξομοιωτισμοςθελημένα παραβλέπει τους
κεφαλαιοκράτες (πάντα κρυμμένοι πίσω απο το προσωπείο του
Φασισμού-Ναζισμού), με δοσμένο επίσης ότι αποκρύπτεται ο καπιταλιστικός
χαραχτήρας της αστικής δημοκρατίας - όταν οι συνθήκες ζωής
επιδεινώνονται, η αντίδραση ενός τμήματος των λαϊκών μαζών, στους
οποίους συστηματικά καλλιεργείται αυτή η λειψή συνείδηση της
πραγματικότητας, ευκολότερα χειραγωγείται ώστε να στραφούν εναντίον
αυτής της «δημοκρατίας» που φαίνεται να τους εξαθλιώνει. Ευκολότερα
καταλήγουν να οραματίζονται αυταρχικές λύσεις. Στο στόχαστρο λοιπόν δεν
μπαίνει ο «άφαντος» καπιταλισμός αλλά η «φαύλη δημοκρατία».
«Μα
γιατί δεν στρέφονται οι μάζες προς τον κομμουνισμό» θα ρωτούσε ο ίδιος
κουτοπόνηρα. Η απάντηση είναι ότι, κόντρα στα μύρια όσα
αντίξοα, στρέφονται και προς τον κομουνισμό, αλλά συχνά όχι με την
δέουσα ταχύτητα. Μια ανάλυση των λόγων για τους οποίους ο κομμουνισμός,
σαν κίνημα, συχνά δεν αναπτύσσεται τόσο ραγδαία όσο ο φασισμός, θα
αποτελούσε αντικείμενο ενός άλλου σημειώματος. Μας αρκεί να αναφέρουμε
ότι οι λόγοι είναι πολλοί, οι δυο βασικοί απο τους οποίους είναι ότι:
όχι μόνο η κρατική μηχανή της αστικής δημοκρατίας παρατάσσεται υπέρ του
φασισμού απο τους αστούς, αλλά και όλος ο μηχανισμός παραγωγής
ιδεολογίας, σε τέτοιες συνθήκες, πιο έντονα στηρίζει την ιδέα ότι η
δικτατορία ενός «μεσσιανικού ηγέτη» είναι προτιμότερη απο την «δημοκρατία», ενώ η δικτατορία του προλεταριάτου ήδη έχει απωθηθεί στο κοινωνικό ασυνείδητο σαν μια οψη της χειρότερης κόλασης που και η σκέψη της «μας... ταράζει».
Αυτός ο
μηχανισμός παραγωγής ιδεολογίας, που είναι σε ιδιωτικά καπιταλιστικά
χέρια, έχει την δύναμη να στηρίξει ή να διαλύσει ένα καθεστωτικό σχήμα,
έχει την δύναμη να ανεβάσει ένα συνονθύλευμα εγκληματιών στο πλατύσκαλο
της εξουσίας, ή να το μειώσει στο περιθώριο του πολιτικού γίγνεσθαι. Δεν
χρειάζεται να πάμε μακριά σε τόπο και χρόνο: Δείτε πως εδώ και τώρα,
για παράδειγμα, μετά την άνοδο της δημοτικότητας της ΧΑ, που έγινε
δυνατή με συστηματικό λιβάνισμα της απο τον κύριο όγκο των μέσων
ενημέρωσης, φαίνεται να μειώνεται ξαφνικά η δημοτικότητα της στο ήμισυ,
μετά την αποκάλυψη της εγκληματικής φύσης της απο τα ίδια μέσα. Που
σημαίνει ότι αν αυτός ο μηχανισμός ήθελε, θα μπορούσε απο μόνος του να
αποτρέψει την εξέλιξη των γεγονότων που αφορούν τον Νεοναζισμό εδώ και,
μ' αυτήν την έννοια, ενέχεται σε ηθική αυτουργία για οποιουδήποτε κρίμα
έχει διαπραξει.
Αυτό
το αστικό, συστημικό πλέγμα παραγωγής ιδεολογίας, είναι υπεύθυνο για την
καλλιέργεια των πολιτικών προκαταλήψεων κατά του κομμουνισμού, που απο
ένα σημείο και πέρα αυτό-αναπαράγονται. Οι προλήψεις και προκαταλήψεις
που καλλιεργούν γίνονται ο υλικός καταλύτης που είτε αδρανοποιεί τις
μάζες είτε τις κατευθύνει προς αυταρχικές «λύσεις» του προβλήματος τους
οι οποίες τελικά ποτέ δεν είναι λύσεις για τις ίδιες.
Γι αυτό η εν λόγω εξομοίωση αναγκαστικά
μετατρέπεται σε στήριξη του πολέμου του φασισμού εναντίον του
κομμουνισμού, που δεν είναι απλά ένας πόλεμος ιδεολογιών απο τον οποίο
κάποιοι μπορούν να μένουν σε ασφαλή «δημοκρατική» απόσταση και
αμέτοχοι. Σ΄ αυτόν συμμετέχουν όλοι, και δεν θα μπορούσε να είναι
αλλιώς: πρόκειται πάντα για μια επίθεση των πλουτοκρατών εναντίον των
εργατών με σκοπό την διαιώνιση της εκμετάλλευσης των τελευταίων απο τους
πρώτους.