Αναγκαίος
και βασικός όρος για την ισχυροποίηση του Κόμματος στην εργατική τάξη,
και ιδιαίτερα στα μεγάλα εργοστάσια και επιχειρήσεις, είναι η σταθερή
και αταλάντευτη ιδεολογική διαπάλη με την εργοδοσία, που είναι ο
πραγματικός αντίπαλος, με την αστική τάξη συνολικότερα. Αυτό, όσο απλό
κι αν φαίνεται στα λόγια, είναι δύσκολο στην πράξη.
Η
αστική τάξη έχει την πείρα και ξέρει να κρύβεται πολύ καλά πίσω από τις
κυβερνήσεις, τα κόμματα και τις συνδικαλιστικές τους παρατάξεις, το
κράτος και τους μηχανισμούς του, από τις διάφορες ιμπεριαλιστικές
συμμαχίες που τη στηρίζουν. Τη δυνατότητα να εμφανίζεται ως «ουδέτερη»,
«υπεράνω όλων», ως «ακομμάτιστη και αδικημένη από τα κόμματα και τους
πολιτικούς», από «το πολιτικό σύστημα», ότι αυτό που την ενδιαφέρει
είναι «το καλό των εργαζομένων και το εθνικό συμφέρον». Οτι και αυτή
αντιμετωπίζει τα «ίδια προβλήματα με τους εργαζομένους των επιχειρήσεών
της», που όλοι μαζί αποτελούν μια «οικογένεια», ότι «μαζί με τους
εργαζόμενους είναι τα θύματα της πολιτικής που ακολουθείται, της
κομματοκρατίας, της ανικανότητας των πολιτικών, της διαφθοράς, της
γραφειοκρατίας, των συνδικαλιστικών συντεχνιών, των βολεμένων του
Δημοσίου» κ.ά. Γι' αυτό «εκείνο που πρέπει να κάνουμε εργοδότες και
εργάτες είναι να τους γυρίσουμε την πλάτη και να κοιτάξουμε τη δουλειά
μας».
Ολα αυτά επιδρούν σημαντικά στη συνείδηση των εργαζομένων,
δυσκολεύουν τους εργάτες να διακρίνουν ποιος είναι ο βασικός αντίπαλος
και να διαμορφώσουν ταξική συνείδηση, να αποκτήσουν οι αγώνες και το
εργατικό κίνημα ταξικό προσανατολισμό. Αποκρύπτουν τον ταξικό χαρακτήρα
των κομμάτων, το γεγονός ότι εκφράζουν συμφέροντα τάξεων, κοινωνικών
ομάδων, συσκοτίζουν τον προδοτικό ρόλο του οπορτουνισμού και του
εργοδοτικού συνδικαλισμού. Συμβάλλουν στην ενίσχυση των εκλογικών
αυταπατών, στην προσδοκία από την αλλαγή κυβέρνησης και από τον
εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος. Διοχετεύουν την αγανάκτηση και
τη δυσαρέσκεια σε ανώδυνα κανάλια και το αφεντικό όλων, δηλαδή η αστική
τάξη, να παραμένει στο απυρόβλητο, να μεταμφιέζεται ο εργοδοτικός -
κυβερνητικός συνδικαλισμός, να αλλάζει η κυβέρνηση και τα κόμματα που
την απαρτίζουν.
Η κυρίαρχη ιδεολογία προβάλλεται ως αξίωμα
Η
αντιμετώπιση της ιδεολογικής παρέμβασης της εργοδοσίας δεν είναι εύκολο
ζήτημα, γιατί πατάει στην πραγματικότητα, σε αυτό που υπάρχει. Ο
καθένας διαμορφώνει συνείδηση από το σύστημα μέσα στο οποίο βρίσκεται,
από τον τρόπο που ζει, από την κυρίαρχη αντίληψη. Δεν μπορεί εύκολα να
κατανοήσει ότι ο κόσμος στον οποίο ζει μπορεί να λειτουργήσει εντελώς
διαφορετικά από τον σημερινό. Οτι μπορεί να υπάρξουν κοινωνία χωρίς
αφεντικά, επιχειρήσεις χωρίς εργοδότες, χωρίς κέρδος. Οτι μπορεί να
υπάρχει κοινωνία όπου όλοι θα έχουν τα ίδια δικαιώματα και ευκαιρίες.
Αυτά μαθαίνει από την ώρα που γεννιέται μέχρι την ώρα που πεθαίνει, ότι
«το αφεντικό δίνει ψωμί στον εργάτη», και όχι το αντίθετο. Του το λέει ο
δάσκαλος στο σχολείο, ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο, «ότι η κοινωνία μας
είναι ελεύθερη, ο καθένας μπορεί να κάνει τις επιλογές του. Οτι οι
άνθρωποι δεν είναι όλοι ίδιοι, γι' αυτό οι πιο ικανοί προχωράνε και οι
άλλοι μένουν πίσω», ότι «όσο αναπτύσσονται οι επιχειρήσεις τόσο θα ζούμε
καλά». Είναι χαρακτηριστική, σε σχέση με αυτά, η τοποθέτηση του
προέδρου του ΣΕΒ σε πρόσφατη συνέλευσή τους, όπου είπε: «Ως επίλογο,
επιτρέψτε μου κάτι προσωπικό: Το 1981 όταν ξεκίνησα την επιχείρησή μου
ήταν ένα startup της εποχής του. Το ότι βρίσκομαι στη θέση αυτή σήμερα
και σας απευθύνω το λόγο, είναι μια επιβεβαίωση ότι η πατρίδα μας
προσφέρει ευκαιρίες σ' όσους θέλουν να προσπαθήσουν και να διακριθούν».
Αυτήν την αντίληψη προωθούν οι πολιτικές δυνάμεις, οι συνταγματολόγοι
μέσα από το Σύνταγμα, οι δικαστές μέσα από τις αποφάσεις τους. Ολοι
προσπαθούν να δείξουν ότι στον καπιταλισμό οι ικανοί προχωράνε. Επειδή,
όμως, στη ζωή τα πράγματα είναι διαφορετικά, υπάρχει και ο παπάς που
τους παρηγορεί, λέγοντας πως οι φτωχοί «δεν πρέπει να στεναχωριούνται,
γιατί όσο δύσκολο είναι να περάσει μια καμήλα από την τρύπα της βελόνας
άλλο τόσο δύσκολο είναι να περάσει ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών».
Ολοι
τού λένε ότι «αυτή η κοινωνία που ζούμε είναι η κανονική κοινωνία, γι'
αυτό και εκεί που την καταργήσανε, δηλαδή στις χώρες που οικοδομήθηκε ο
σοσιαλισμός, δεν μπόρεσε να κρατήσει, ανατράπηκε, γιατί δεν μπορεί να
υπάρξει άλλη κοινωνία από αυτήν που ζούμε. Επομένως, προσαρμόσου σε αυτή
που ζούμε και κοίταξε πώς μπορούμε να τη διορθώσουμε, να τη βελτιώσουμε
και άφησε τα υπόλοιπα γιατί είναι ουτοπία».
Τα περί «ανθρώπινης» εργοδοσίας
Τα
αστικά πολιτικά κόμματα προβάλλουν και στηρίζουν την εργοδοσία ως «ιερή
και απαραβίαστη», ως προϋπόθεση για να έχουμε όλοι οι υπόλοιποι δουλειά
και να μπορούμε να ζούμε. Οτι στηρίζοντας τον εργοδότη, την επιχείρηση
στηρίζουμε τους εαυτούς μας. Οι δυνάμεις του οπορτουνισμού στηρίζουν και
αυτοί την εργοδοσία, αλλά της ζητάνε να γίνει «πιο δίκαιη», «πιο
ανθρώπινη». «Να μη βγάζει παράλογα κέρδη», «να τα μοιράζει δίκαια, να
δίνει μεγαλύτερο μερίδιο στους εργάτες». Καλλιεργεί την αντίληψη ότι «το
πρόβλημα δεν είναι η εργοδοσία, αλλά οι κακοί εργοδότες, οι
κρατικοδίαιτοι», αυτοί που «δεν τηρούν τους νόμους», που «βάζουν το
συμφέρον τους πάνω από το εθνικό και δεν είναι σωστοί πατριώτες». Οτι
«αν έλειπε η διαπλοκή και υπήρχε ένα καλύτερο πλαίσιο λειτουργίας και
διαφάνειας, θα μπορούσαμε αφεντικά και εργάτες να ζούμε όλοι καλά», «να
είναι οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη».
Ολα αυτά τα προβάλλει
αυτοτελώς η ίδια η αστική τάξη και ο κάθε εργοδότης ξεχωριστά και όχι
μόνο μέσω των κομμάτων τους, του κράτους και των μηχανισμών τους. Κάνει
καθημερινά ιδεολογική δουλειά, φανερή και κρυφή, πολύμορφη και εφ' όλης
της ύλης, καλά επεξεργασμένη και επιχειρηματολογημένη. Γι' αυτό πρέπει
να εντείνουμε τον καθημερινό ιδεολογικό πόλεμο εναντίον της και όχι μόνο
στα κόμματα και τις δυνάμεις που την εκπροσωπούν και τη στηρίζουν. Να
αποτελέσει η στάση απέναντι στην αστική τάξη το βασικό κριτήριο, με το
οποίο ο κάθε εργάτης και εργάτρια να κρίνουν κόμματα και πολιτικές, τις
θέσεις και τη στάση των συνδικαλιστικών παρατάξεων. Αν αυτό το πετύχουμε
τα υπόλοιπα θα γίνουν πιο εύκολα.
Υπουλη τακτική
Χρειάζεται
πιο καλή αντιμετώπιση αυτής της ιδεολογικής δουλειάς που κάνει η
εργοδοσία. Συνήθως προβάλλουμε και αποκαλύπτουμε το εκμεταλλευτικό της
πρόσωπο, την κερδοφορία της, τους εργοδοτικούς μηχανισμούς που συγκροτεί
μέσα στους χώρους δουλειάς, την αυταρχική στάση της απέναντι στις
κινητοποιήσεις. Η εργοδοσία, όμως, μέσα από την καθημερινή ιδεολογική
της παρέμβαση, έχει φροντίσει ώστε όλα αυτά να φαίνονται στους εργάτες
«φυσιολογικά και λογικά». Η ανταγωνιστικότητα και η ανάπτυξη της
κερδοφορίας να θεωρούνται αναγκαία και απαραίτητα, ότι χωρίς αυτά «δεν
υπάρχει δουλειά και μεροκάματο». Ο εργάτης, που θεωρεί την
ανταγωνιστικότητα και το κέρδος θεμιτά και απαραίτητα, πιο εύκολα
πείθεται ότι η απεργία τον βλάπτει γιατί βλάπτει το αφεντικό του και
ωφελεί την ανταγωνίστρια επιχείρηση. Ο εργάτης, που θεωρεί ότι το καλό
της επιχείρησης είναι και δικό του, αποδέχεται τις μειώσεις στο
μεροκάματο και όχι την ταξική πάλη. Ο εργάτης, που πιστεύει ότι οι
άνθρωποι μπορούν να μπουν πάνω από τα κέρδη, πιο εύκολα αποδέχεται την
κοινωνική συναίνεση, τον κοινωνικό διάλογο, τα αιτήματα και την πάλη που
κινούνται στη λογική του ρεαλισμού και της καλύτερης διαχείρισης και
όχι σε ταξική κατεύθυνση. Ο εργάτης, που θεωρεί ότι η εργοδοσία είναι
πάνω από κόμματα και κυβερνήσεις, ότι κουμάντο κάνουν οι κυβερνήσεις και
τα κόμματα, πιο εύκολα βλέπει την ανάγκη να αλλάξει η κυβέρνηση και τα
κόμματα και όχι η τάξη και το σύστημά της.
Ο τρόπος που η
εργοδοσία κάνει την ιδεολογική δουλειά είναι ύπουλος και αφορά όλα τα
ζητήματα. Πριν απ' όλα, γύρω από το κύριο, το ζήτημα της οικονομίας.
Διοργανώνει σεμινάρια για ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη της
επιχείρησης, την ανταγωνιστικότητά της, τη βελτίωση του εργασιακού
περιβάλλοντος. Για το πώς θα αναπτυχθεί η άμιλλα ανάμεσα στους
εργαζόμενους για το καλό της επιχείρησης. Για το πώς θα υπάρχει
αξιοκρατία, να βραβεύονται οι πιο «παραγωγικοί» και να απομονώνονται
αυτοί που δε δείχνουν τον ανάλογο ζήλο. Καλλιεργεί τη λογική της
«επιχείρησης - οικογένειας», διευρύνοντάς το και εκτός επιχείρησης με το
σύνολο της οικογένειας του κάθε εργαζόμενου, μέσα από κοινωνικές
εκδηλώσεις, όπου βραβεύουν τα παιδιά των εργαζομένων που «αρίστευσαν»
στο σχολείο, ενισχύουν τις οικογένειες που κάποιο μέλος τους
αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας κ.ά. Μέσα από όλα αυτά, χτίζεται η
αντίληψη του «εργοδότη - πατέρα που ενδιαφέρεται για όλα», σε αντίθεση
με τον πολιτικό που προσπαθεί να ξεγελάσει, αρκεί ο εργάτης να
ανταποκρίνεται στα καθήκοντά του ως μέλους της «οικογένειας -
επιχείρησης». Μέσα από διάφορες ενέργειες στην περιοχή που βρίσκεται η
επιχείρηση, πολλές φορές σε συνεργασία με τις διοικήσεις των δήμων και
την Εκκλησία, «χτίζουν» την αντίληψη του «ευεργέτη και προστάτη της
περιοχής», σε αντίθεση με «το κακό κράτος και Δημόσιο που δεν
ενδιαφέρονται». Ο εργοδότης παρουσιάζεται ως «σταθερή αξία», ενώ οι
υπόλοιποι φταίνε, επομένως να δούμε πώς θα τους διορθώσουμε ή να τους
αλλάξουμε.
Καλλιεργεί τον εθελοντισμό για διάφορα «κοινωνικά»
ζητήματα, ώστε οι εργάτες να μαθαίνουν να δουλεύουν όταν χρειαστεί και
εθελοντικά για το καλό της επιχείρησης. Ηδη υπάρχουν ορισμένες
επιχειρήσεις, όπου οι εργάτες έχουν δεχτεί να δουλεύουν υπερωρίες ή και
το Σάββατο χωρίς να πληρώνονται. Οργανώνει εκδηλώσεις μαζί με το
σωματείο, κάνοντας παρεμβάσεις για το πώς πρέπει να δουλεύουν τα
συνδικάτα, με τι να ασχολούνται, πώς πρέπει να διαμορφώνουν αιτήματα και
να συμβάλλουν για το καλό της επιχείρησης. Σε Γενική Συνέλευση της
«Motor Oil», για παράδειγμα, ο πρόεδρος του ομίλου, Βαρδής
Βαρδινογιάννης, είπε το εξής: «Είμαστε υπερήφανοι που οι εργαζόμενοι της
"Motor Oil" έχουν σωματείο, δεν κομματίζονται και κανένα κόμμα δεν
μπορεί να τους εκμεταλλευτεί, καθώς οι ίδιοι γνωρίζουν την αξία τους για
την εταιρεία. Τα σωματεία είναι απαραίτητα για τους εργαζόμενους και
όχι για κάποιους που προσπαθούν να τους εκμεταλλευτούν πολιτικά».
Παρακολουθεί
από κοντά τις διαθέσεις και τους προβληματισμούς των εργαζομένων και
διαμορφώνει τις προτεραιότητες για την ιδεολογική της παρέμβαση με
ανάλογη επιχειρηματολογία και τακτική. Οταν δεν μπορεί να εξασφαλίσει
την αποτροπή ενός αγώνα, παρεμβαίνει κατά τη διάρκειά του ιδεολογικά,
σπρώχνοντας την αγανάκτηση προς διάφορες κατευθύνσεις. Χρησιμοποιεί τη
συκοφαντία ότι η κινητοποίηση «είναι υποκινούμενη και εξυπηρετεί ξένα
συμφέροντα από αυτά της επιχείρησης», τη λάσπη απέναντι σε πρωτοπόρους
εργάτες, προωθεί τη λογική της διάσπασης.
Παρεμβαίνουν γενικότερα,
ως τάξη, για όλα τα ζητήματα, οικονομίας, τα λεγόμενα εθνικά, διεθνών
σχέσεων, δημοκρατίας, δικαιοσύνης, πολιτισμού, αθλητισμού, στα πάντα. Τα
επεξεργάζονται μέσα από διάφορα ινστιτούτα τους, μέσα από συνελεύσεις
των οργανώσεών τους, όπως, για παράδειγμα, του ΣΕΒ, από διάφορα φόρουμ
και συνέδρια. Επεξεργάζονται συνεχώς τα επιχειρήματά τους για την
ιδεολογική στήριξη της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας, των
αντεργατικών μέτρων, της μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης, της
συμμετοχής στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, των αυταρχικών μέτρων, των
διώξεων και περιορισμών της συνδικαλιστικής δράσης, των αντιδραστικών
αλλαγών στο Σύνταγμα, στο περιεχόμενο της Παιδείας, στη λειτουργία των
κομμάτων και συνδικάτων κ.α. Για όλα αυτά έχουν συγκροτήσει ολόκληρο
προπαγανδιστικό μηχανισμό, όπου τα παρουσιάζουν μέσα από διάφορα
περιοδικά, εφημερίδες, σάιτ, τον αστικό Τύπο και τα προβάλλουν στους
εργαζόμενους της επιχείρησης και ευρύτερα.
Πολιτική παρέμβαση από τον ΣΕΒ
Ορισμένα
σκόρπια παραδείγματα από την ομιλία του προέδρου του ΣΕΒ στην ετήσια
Γενική Συνέλευση του συνδέσμου είναι ενδεικτικά και επιβεβαιώνουν τα
παραπάνω.
«Η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει μια ευρωπαϊκή χώρα.
Σήμερα υπάρχει ελπίδα. Οραματιζόμαστε μια Νέα Ελλάδα. Θέλουμε μια Ελλάδα
που αναπτύσσεται. Θέλουμε μια Ελλάδα που παράγει (...) Θέλουμε μια
Ελλάδα που ευημερεί. Συνεργαζόμαστε. Συνθέτουμε. Πετυχαίνουμε μαζί (...)
- σε συνεννόηση με τους εργαζόμενους (...) Ευκαιρίες για όλους». Αυτός
είναι ο βασικός άξονας των προγραμμάτων όλων των δυνάμεων του
ευρωμονόδρομου.
«Τι μας υπαγορεύει η κάλπη;», αναρωτιέται
εννοώντας το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών: «Οτι, παρά τις δυσκολίες,
θέλουμε να αλλάξουμε μέσα στη σταθερότητα. Οτι θέλουμε να άρουμε τις
αδικίες. Να διορθώσουμε τις στρεβλώσεις. Να μην ολιγωρήσουμε στις
αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Να δώσουμε τις εθνικές μας μάχες
μέσα στην Ευρώπη ως ισότιμα μέλη». Αυτή είναι η βάση της ερμηνείας του
αποτελέσματος από όλες τις δυνάμεις του ευρωμονόδρομου.
«Σήμερα»,
αναφέρει, «μια σειρά από αισιόδοξα μηνύματα δείχνουν ότι η οικονομία της
χώρας μας σταθεροποιείται. Παρά τις καθυστερήσεις, οι σκληρές
προσπάθειες και θυσίες των Ελλήνων έχουν αρχίσει να φέρνουν
αποτελέσματα». «Η ανεργία, η φτώχεια, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η
απώλεια της ελπίδας απειλούν τα θεμέλια της κοινωνίας μας. Η
αντιμετώπισή τους είναι βασική προτεραιότητα όλων μας. Η λύση του
προβλήματος είναι αναμφίβολα η οικονομική ανάπτυξη. Και μάλιστα η
βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτή δημιουργεί δουλειές, σέβεται και προστατεύει το
περιβάλλον και μεριμνά για την κοινωνία και τις επόμενες γενιές». «Ο ΣΕΒ
θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να συμβάλει στην κοινωνική
συνοχή». Αυτά προπαγανδίζουν καθημερινά η συγκυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ και
τσακώνονται για το ποιος μπορεί να τα κάνει καλύτερα. Με βάση αυτά,
προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα μέτρα και να αποτρέψουν την οργάνωση της
πάλης.
«Επιδιώκουμε συνεχή, ανοιχτή και ειλικρινή επικοινωνία και
συνεργασία με όλους τους φορείς της πολιτείας. Το μήνυμά μας είναι
σαφές: Βρισκόμαστε στην ίδια πλευρά του τραπεζιού, όχι απέναντι. Η
πολιτεία χρειάζεται τις εξειδικευμένες γνώσεις και την εμπειρία του
επιχειρηματικού κόσμου. Πολλά κρίσιμα ζητήματα είναι αδύνατον να τα
γνωρίζει η πολιτική εξουσία, λόγω των συχνών αλλαγών σε θέσεις ευθύνης. Η
Δημόσια Διοίκηση επίσης χρειάζεται τη συνδρομή του ιδιωτικού τομέα,
προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών (...) Αξίζει να
μεταφερθούν οι καλές και τεκμηριωμένες πρακτικές διοίκησης που
εφαρμόζονται στον ιδιωτικό τομέα σε τομείς του Δημοσίου». Αυτά
υποστηρίζουν οι δυνάμεις του ευρωμονόδρομου για να δικαιολογήσουν τις
αντιδραστικές αλλαγές στο Δημόσιο, στο Σύνταγμα, τις ιδιωτικοποιήσεις,
την άμεση συμμετοχή των αστών στην πολιτική, στη Βουλή, τη λογική ότι «ο
πετυχημένος επιχειρηματίας μπορεί να είναι και πετυχημένος πολιτικός».
«Μόνο
η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και
να βελτιώσει τις συνθήκες στις υπάρχουσες. Η ισορροπία μεταξύ των
αναγκών επιχειρήσεων και εργαζομένων είναι καθοριστική για τη
βιωσιμότητα και επιτυχία κάθε επιχείρησης. Θεωρούμε κρίσιμες ορισμένες
παρεμβάσεις, όπως: Ανταμοιβή της παραγωγικότητας είναι η διανομή κερδών
στο προσωπικό. Η επιβάρυνση των αμοιβών των εργαζομένων με βαρύτατες
ασφαλιστικές εισφορές και φόρους εισοδήματος διαβρώνει την
ανταγωνιστικότητα της εργασίας και εν τέλει των επιχειρήσεων».
«(...)
Προηγείται η μείωση των εισφορών (...) η συμπλήρωση του συστήματος
Κοινωνικής Ασφάλισης με προγράμματα του ιδιωτικού τομέα (...) Το 2ο και
3ο πυλώνα της Ασφάλισης και να τους αναδείξουν σε αναπτυξιακούς μοχλούς
(...) Κοινωνικός διάλογος (...) Οι χαμένες θέσεις εργασίας θα ανακτηθούν
και τα εισοδήματα των εργαζομένων θα βελτιωθούν, μόνο όταν οι
επιχειρήσεις γίνουν ανταγωνιστικές διεθνώς. Είναι κοινό συμφέρον
εργοδοτών και εργαζομένων να επιδιώξουμε μαζί λύσεις στα προβλήματα της
επιχειρηματικότητας. Μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος, εργοδότες
και εργαζόμενοι, μπορούμε να επανεξετάσουμε τις δομές και διαδικασίες
του κοινωνικού διαλόγου». Ολα αυτά είναι ενταγμένα στα προγράμματα των
δυνάμεων του ευρωμονόδρομου, στα αιτήματα των συνδικαλιστικών τους
παρατάξεων.
Η χειραγώγηση μέσω εξάρτησης από την επιχείρηση
Σε
πρόσφατη ημερίδα «διαβούλευσης της έκθεσης του Παρατηρητηρίου για την
επιχειρηματικότητα, για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης», ο
πρόεδρος του ΣΕΒ ανάμεσα στα άλλα είπε: «Η ανάπτυξη αποτελεί κορυφαίο
κοινωνικό αίτημα και όρο επιβίωσης της Ελλάδας (...) Χρειάζεται
συνεργασία και συναίνεση για το καλό των επιχειρήσεων (...) Αυτές
αιμοδοτούν την ελληνική οικονομία και συγκεντρώνουν πάνω τους τη
συλλογική προσδοκία να βοηθήσουν τη χώρα να βγει από την κρίση». Και
πρόσθεσε: «Να βοηθήσει και η Δικαιοσύνη στην ενδυνάμωση της
επιχειρηματικότητας και τελικά της οικονομικής ανάπτυξης». Αυτά λένε οι
πολιτικές δυνάμεις, για να δικαιολογήσουν τα αντεργατικά μέτρα, τις
αλλαγές στο Ασφαλιστικό, στις συντάξεις, στη Δικαιοσύνη, «το νόμο και
την τάξη».
Πρόσφατα, η Πανελλήνια Ενωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) διοργάνωσε εκδήλωση στο θέατρο «Badminton» με θέμα «
Δέσμευση της Ελληνικής Φαρμακοβιομηχανίας για ενέργειες και δράσεις κοινωνικού, οικονομικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα».
Αξίζει να πούμε πως σε αυτήν παραβρέθηκαν ο υπουργός Υγείας, εκπρόσωποι
της Εκκλησίας, της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, της ΔΗΜΑΡ,
των ΑΝΕΛ, φορέων και υπηρεσιών του Φαρμάκου και της Υγείας, καθώς και
2.500 εργαζόμενοι στον κλάδο.
Στην παρέμβασή του, ο αντιπρόεδρος
και αν. διευθύνων σύμβουλος της ΒΙΑΝΕΞ και μέλος της ΠΕΦ, Δημήτρης
Γιαννακόπουλος, μεταξύ άλλων, είπε:
«Ολοι μαζί, οι εταιρείες και οι
εργαζόμενοί τους, δίνουμε τη μάχη, ώστε το Ελληνικό Φάρμακο να αντέξει
και να συνεχίσει να προσφέρει στους Ελληνες πολίτες ποιοτικές και
αποτελεσματικές θεραπείες. Η έκκληση που απευθύνουμε στην κυβέρνηση να
στηρίξει την Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία δεν είναι παράλογη, ζητάμε απλά
να μη βάζει πρόσθετα εμπόδια πέραν των συνεπειών της κρίσης. Γιατί
θέλουμε να συνεχίσουμε να συμβάλλουμε με σημαντικό ποσοστό στο ΑΕΠ, να
διατηρήσουμε τις θέσεις εργασίας και να δημιουργήσουμε νέες. Να
μεγαλώσει η εξωστρέφεια των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών και να αυξηθούν
οι εξαγωγές της χώρας συνολικά». Στη συνέχεια, ανέφερε τα εξής:
«Πολιτική
λιτότητας των δανειστών, κατρακύλα της Υγείας από Λοβέρδο, Γεωργιάδη,
τιμές φαρμάκων Ινδίας, κάτω του κόστους παραγωγής, διαγωνισμοί
απαγορευτικοί για την ελληνική φαρμακοβιομηχανία, μεγάλα rebates, χαμηλή
φαρμακευτική δαπάνη, επιβάρυνση και ταλαιπωρία ασθενών. Η ΒΙΑΝΕΞ, σε
πείσμα όλων αυτών, δε μείωσε μισθούς, δεν έκανε απολύσεις, προχωρά σε
επενδύσεις, προσφέρει ποιοτικό φάρμακο στον κόσμο. Δεν συμβαδίζουν οι
αξίες και οι στόχοι μας με αυτούς της σημερινής κυβέρνησης, που οδηγεί
τους πολίτες στην εξαθλίωση. Ερχεται, όμως, η ώρα της αλλαγής».
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ στη ρότα των επιχειρηματιών
Τα ίδια, με διαφορετικά λόγια, είπε και ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ:
«Να
προαχθεί η παραγωγική δυνατότητα της χώρας και να αντιμετωπιστεί η
ανθρωπιστική κρίση, έξω από τα μνημόνια, πρόσβαση στο φάρμακο με
μειωμένη συμμετοχή, μηδενική για ορισμένες κατηγορίες. Στήριξη εγχώριας
φαρμακοβιομηχανίας, με όρους φορολογικής ισότητας, εργασιακών
δικαιωμάτων, δημιουργία θέσεων εργασίας, αναβάθμιση ρόλου του ΕΟΦ.
Συνάντηση συμφερόντων εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας - ασθενών -
εργαζομένων». Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι τμήματα της
αστικής τάξης θέλουν και παλεύουν να έρθει στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ,
γιατί εκφράζει καλύτερα τα συμφέροντά τους.
Στην ίδια εκδήλωση, ο υπουργός Υγείας, Μάκης Βορίδης, απαντώντας στις τοποθετήσεις των μελών της ΠΕΦ είπε:
«Η κυβέρνηση πιστεύει πολύ στην Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία, η οποία θέλουμε να μακροημερεύει και να είναι κερδοφόρα».
Και στο τέλος όλοι μαζί, «ως φιλάνθρωποι που είναι», χειροκρότησαν τη
δέσμευση της ΠΕΦ για τριετές πλάνο συμβολής σε πρόγραμμα αλληλεγγύης στα
σχολεία, «να μη μείνει μαθητής με οικονομική αδυναμία χωρίς φάρμακο».
Στην εκδήλωση αυτή παραβρέθηκαν και εκατοντάδες εργάτες, που είχαν
μεταφέρει οι εργοδότες από τα εργοστάσιά τους για να τους
χειροκροτήσουν. Τους χρησιμοποίησαν σαν «στρατό πίεσης», όπως κάνουν σε
πολλές περιπτώσεις, για να αποσπούν μεγαλύτερα κέρδη και προνόμια.
Ολες
αυτές οι κεντρικές ιδέες των επεξεργασιών και της επιχειρηματολογίας
τους, οι διαφορετικές προσεγγίσεις για το πώς θα αντιμετωπιστούν οι
συνέπειες της κρίσης, οι ανησυχίες τους για τον κίνδυνο της ανασύνταξης
του κινήματος, εμπεριέχονται στα προγράμματα των πολιτικών δυνάμεων που
τους στηρίζουν. Τα αιτήματά τους εμπεριέχονται σε νομοσχέδια και νόμους
της Βουλής, στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Εξάλλου, είναι συχνό το
φαινόμενο, όταν ένας καπιταλιστής θίγεται και ωφελείται άλλος από κάποιο
νομοσχέδιο, τότε διαμαρτύρεται λέγοντας «το τάδε νομοσχέδιο, η ρύθμιση
που ψηφίστηκε στη Βουλή, ήταν "φωτογραφικό"», εννοώντας ότι φτιάχτηκε
κατά παραγγελία για να υπηρετήσει κάποιον συγκεκριμένα.
Εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά
Η
ισχυροποίηση του ιδεολογικού μας μετώπου απέναντι στην ιδεολογική
δραστηριότητα της εργοδοσίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη
διαμόρφωση και εδραίωση της ταξικής, αντικαπιταλιστικής συνείδησης, για
να ενισχύεται ο αντικαπιταλιστικός προσανατολισμός του εργατικού
κινήματος και της Λαϊκής Συμμαχίας. Να συνειδητοποιήσει ο κάθε εργάτης
ότι δε δουλεύει για τον εαυτό του αλλά για το αφεντικό του, το οποίο
πάντα θα προσπαθεί να βγάζει περισσότερο κέρδος από τη δουλειά του, είτε
πληρώνοντας μικρότερο μεροκάματο ή μισθό, ή βάζοντάς τον να δουλεύει
περισσότερες ώρες, είτε εντατικοποιώντας τη δουλειά, είτε κόβοντας
επιδόματα, είτε πουλώντας του πιο ακριβά τα προϊόντα που ο εργάτης
παράγει κ.ά. Οτι το αφεντικό είναι ελεύθερο να μισθώνει όποιον εργάτη
θέλει, γι' αυτό πάντα θα ψάχνει τον πιο φθηνό, απολύοντας τον πιο
ακριβό. Οτι αν θελήσει να βρει καινούργιο αφεντικό, θα αναγκάζεται να
δουλεύει με τους ίδιους και χειρότερους όρους, γιατί θα του λέει «άμα
θες, έξω περιμένουν ουρά οι άνεργοι». Οτι όταν βγάζει κέρδη ποτέ δεν τα
μοιράζεται με τους εργάτες, αντίθετα τις ζημιές πάντα θα τις φορτώνει σε
αυτούς. Οποια μάσκα κι αν φορέσει, είτε του δωρητή και του ευεργέτη
στην περιοχή όπου έχει την επιχείρηση, είτε του καλού πατέρα στους
εργαζόμενους της επιχείρησης, είτε του διαλλακτικού, το κάνει για έναν
και μόνο λόγο. Για να εξαγοράζει και να διαφθείρει συνειδήσεις και να
έχει πειθήνιους και φθηνούς εργάτες. Πίσω από τη δράση των κομμάτων, των
αποφάσεων της κυβέρνησης βρίσκεται το συμφέρον του βιομήχανου, του
εμπόρου, του εργοδότη, του τραπεζίτη, του εφοπλιστή, του κατασκευαστή.
Γι' αυτούς γίνονται οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, γι' αυτούς δουλεύουν
στελέχη κομμάτων, μηχανισμοί, όλοι, όπου δεν είναι απλοί υπάλληλοι, αλλά
παίρνουν και αυτοί τη μερίδα τους. Οτι πολλοί βουλευτές, υπουργοί,
στελέχη διαφόρων μηχανισμών είναι και οι ίδιοι μέλη της αστικής τάξης,
υπερασπίζουν χωρίς ενδιάμεσους το ταξικό τους συμφέρον και ότι αυτή η
τάση το τελευταίο διάστημα ενισχύεται.
Να βοηθήσουμε τους εργάτες να πιστέψουν ότι μπορούν να ζήσουν καλύτερα χωρίς αφεντικά.
Του Γιάννη ΜΕΡΕΝΤΙΤΗ*
* Ο Γιάννης Μερεντίτης είναι μέλος του Γραφείου της ΕΠ της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ