26 Δεκ 2017

Λίγες ημέρες μετά την αποκάλυψη της Χρυσαυγίτικης δράσης στην Χωροφυλακή…

        


Λίγες ημέρες μετά το αποκαλυπτικό ντοκουμέντο για τη δράση θυλάκων της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης στην Χωροφυλακή, ένας αξιωματικός των ΜΑΤ χοροπηδούσε μπροστά στον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ κραυγάζοντας «ποιος είσαι εσύ ρε;»!
Λίγες ημέρες μετά την αποκάλυψη συνομιλιών δύο Χρυσαυγιτών μερικές ημέρες μετά την δολοφονία του Φύσσα που δείχνουν ότι χωροφύλακας των ΜΑΤ παρείχε πληροφορίες στους Χρυσαυγίτες για τις κινήσεις των ΜΑΤ στην περιοχή που διεξαγόταν συλλαλητήριο, λίγες ημέρες δηλαδή μετά την αποκάλυψη ότι ΜΑΤατζήδες Χρυσαυγίτες «κάρφωναν» στην εγκληματική ναζιστική συμμορία τις κινήσεις των σχηματισμών της υπηρεσίας τους, χωροφύλακες των ΜΑΤ με πρώτο και καλύτερο τον επικεφαλής αξιωματικό τους προπηλάκισαν τον Κουτσούμπα, τους βουλευτές του ΚΚΕ αλλά και τους αστυνομικούς που συνόδευαν τον Κουτσούμπα.
Τυχαία όλα τα παραπάνω;! Δεν νομίζουμε! Ο αξιωματικός των ΜΑΤ που προπηλάκισε τον Κουτσούμπα σίγουρα γνώριζε τις αποκαλύψεις για τα «κατορθώματα» των Χρυσαυγιτών συναδέλφων του! Παρ’ όλα αυτά προέβη σε μία άθλια επίθεση σε βάρος του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ θέλοντας προφανώς να αναβιώσει τα μαύρα μετεμφυλιακά χρόνια! Ο αξιωματικός των ΜΑΤ όμως δεν δρούσε αυτοβούλως! Λίγες ημέρες μετά την αποκάλυψη της παρέμβασης της Χρυσής Αυγής μέσα στη Χωροφυλακή, ο αξιωματικός των ΜΑΤ προπηλάκισε τον Κουτσούμπα με εντολές της πρώτης Αριστερής κυβέρνησης!
Προβοκάτσια, προβοκάτσια θα φωνάξουν οι «σύντροφοι» Συριζαίοι! Προβοκάτσια;! Δηλαδή ο αξιωματικός των ΜΑΤ που προπηλάκισε τον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ καθώς και οι επικεφαλής του έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα και δεν το γνωρίζουμε;! Δηλαδή διατάχθηκε ΕΔΕ για τους προπηλακισμούς και το αγνοούμε;! Δηλαδή έκανε κάτι το κράτος του ΣΥΡΙΖΑ για να μας δείξει ότι δεν έχει καμία σχέση με την επίθεση στον Δημήτρη Κουτσούμπα κι εμείς το κρύβουμε;!

Τάκης Φ.

Η Μεγάλη Στροφή

Το Πεντάχρονο πλάνο αποτελεί σημαντικό τμήμα της επίθεσης του παγκόσμιου προλεταριάτου ενάντια στον καπιταλισμό, είναι ένα πλάνο που στοχεύει στην υπονόμευση της καπιταλιστικής σταθερότητας, είναι το μεγάλο πλάνο της παγκόσμιας επανάστασης’’
(Πράβντα, 29/8/1929)
Έτσι ονομάστηκε συμβατικά η ριζική στροφή στην οικονομική πολιτική της ΕΣΣΔ το 1928/1929 με την εγκατάλειψη της ΝΕΠ και την επιτάχυνση της κολεκτιβοποίησης και της εκβιομηχάνισης. Ο όρος προέρχεται από τον τίτλου ενός άρθρου του Ι. Στάλιν ‘Ο Χρόνος της Μεγάλης Στροφής’ που δημοσιεύτηκε στην Πράβντα στις 7 Νοεμβρίου του 1929 στη 12η επέτειο της Οκτωβριανής επανάστασης
1. Η προετοιμασία
Όλα τα βασικά στοιχεία του προγράμματος της εκβιομηχάνισης έχουν τις ρίζες τους στα τελευταία γραφτά του Λένιν. Η πολιτική της εκβιομηχάνισης αποτελούσε τον δρόμο για τον σοσιαλισμό και την υπεράσπιση της σοβιετικής εξουσίας και ήταν η βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση και ενίσχυση της εργατο-αγροτικής συμμαχίας και για τυ σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της υπαίθρου.
Η περίοδος της αποκατάστασης εξασφάλισε την ελάχιστη βάση για να εκπονηθεί το 1ο 5χρονο. Η πολιτική του εξηλεκτρισμού της ΕΣΣΔ είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία 30 ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών και τον τριπλασιασμό της παραγόμενης ισχύς μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1920. Τα εργοστάσια αυτά έπαιξαν σημαντικότατο επαναστατικό ρόλο σαν μέσα συγκέντρωσης και ορθολογικοποίησης της παραγωγής κατεδαφίζοντας την παλιά οικονομική τάξη και εξασφαλίζοντας μια ελάχιστη παραγωγική βάση για την σοσιαλιστική κοινωνία.
Από την άλλη η παραγωγικότητα του παλιού κεφαλαιακού αποθέματος είχε εξαντληθεί ενώ μεγάλα προβλήματα σχετικά με το βαθύ μετασχηματισμό της οικονομίας έπρεπε να λυθούν. Έπρεπε να ξεκινήσουν νέα μεγάλα κατασκευαστικά έργα ενώ αναγκαίος ήταν ο ριζικός μετασχηματισμός του παραδοσιακού τρόπου παραγωγής στη γεωργία. Κι όλα αυτά σε ένα περιβάλλον ανοικτής εχθρότητας του καπιταλιστικού κόσμου και αυξανόμενης αντίδρασης των καπιταλιστικών στοιχείων στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ.
Το πλαίσιο του σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης διαμορφώθηκε μεταξύ των ετών 1925-1928 και αποτέλεσε την κατευθυντήρια αρχή της σοβιετικής οικονομικής πολιτικής. Απαιτήθηκε τεράστια διανοητική προσπάθεια αλλά και σκληρή πολιτική πάλη, πριν το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης κερδίσει τη γενική αποδοχή. Οι πρώτες απόπειρες εκπόνησης κεντρικού πλάνου ξεκίνησαν την εποχή της ΝΕΠ με την δημιουργία επιμέρους πλάνων ανά σημαντικό κλάδο της οικονομίας (καύσιμα, τρόφιμα, μεταφορές κλπ) μέχρι να γίνει δυνατή η εκπόνηση ενός πλάνου που θα κάλυπτε την οικονομία στο σύνολό της. Η πολυδιάσπαση του αγροτικού τομέα έκανε το σύστημα αυτό του οικονομικού προγραμματισμού να είναι περισσότερο ενδεικτικό και λιγότερο αποφασιστικό.
Το 1927, όταν ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση της οικονομίας από τις πολεμικές καταστροφές κι είχε συγκεντρωθεί πείρα στον κρατικό μηχανισμό, έγινε εφικτή η εκπόνηση ενός συνολικού πλάνου. Η προετοιμασία του α’ πεντάχρονου κράτησε περίπου 3 χρόνια και έγινε με βάση τις κατευθύνσεις του 15ου συνεδρίου (1927). Κατατέθηκε στη 16η συνδιάσκεψη του Κόμματος καθώς και στο 5ο Πανενωσιακό Συνέδριο των Σοβιέτ (1929).
Η διάρκεια του πλάνου αποφασίστηκε να είναι πενταετής, γιατί η ανάγκη του ριζικού μετασχηματισμού της εθνικής οικονομίας σε μια σύγχρονη μεγαλύτερη και πιο εκτεταμένη κλίμακα χρειάζονταν τεράστια έργα υποδομής, μεγάλο αριθμό νέων εργοστασίων, κρατικών και συνεταιριστικών αγροκτημάτων. Όλα αυτά δεν μπορούσαν να χωρέσουν στα όρια ενός ετήσιο πλάνου. Η προετοιμασία του πλάνου έγινε σε κάθε εργοστάσιο και παραγωγική μονάδα όπου οι εργάτες συζήτησαν τις προοπτικές και τη συνεισφορά τους στο πλάνο όπως και σε κάθε τοπικό και ενωσιακό σοβιέτ. Έτσι το πεντάχρονο ήταν ένα πλάνο σοσιαλιστικής οικοδόμησης που δημιουργήθηκε από το λαό και ενσωμάτωνε την ταξική συνείδηση, την επιστημονική σκέψη, τη μεγάλη επαναστατική πείρα και την ακλόνητη αποφασιστικότητα των εργαζομένων της ΕΣΣΔ να χτίσουν μια σοσιαλιστική κοινωνία
2. H λογική και οι στόχοι του 1ου πεντάχρονου.
Οι βασικές προϋποθέσεις που έκαναν εφικτό τον κεντρικό σχεδιασμό ήταν:
  • Η δικτατορία του προλεταριάτου δηλ. η καταστροφή του αστικού κράτους και η συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του προλεταριάτου που αυτόματα έγινε ο οργανωτής και ο ηγέτης της εθνικής οικονομίας.
  • Η εθνικοποίηση της γης των εργοστασίων των υποδομών των τραπεζών κλπ
  • Το μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου
Ο στόχος του πεντάχρονου πλάνου ήταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της ΕΣΣΔ μέσω της ταχείας εκβιομηχάνισης και της σταθερής ενίσχυσης των σοσιαλιστικών στοιχείων στην οικονομία, έτσι ώστε η χώρα να φτάσει και να ξεπεράσει το τεχνολογικό και οικονομικό επίπεδο των καπιταλιστικών χωρών.
Με τη βοήθεια των κολοσσιαίων φυσικών πόρων της ΕΣΣΔ, τα πλεονεκτήματα που έδινε το σύστημα της οργανωμένης και σχεδιασμένης εθνικής οικονομίας, τη λαϊκή δυναμική που απελευθέρωσε η Οκτωβριανή επανάσταση και τα τελευταία επιτεύγματα της επιστήμης έγινε εφικτός ένας ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης μεγαλύτερος από αυτόν που θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια σύγχρονη καπιταλιστική οικονομία.
Ήδη η ΝΕΠ είχε δείξει τα όριά της και τόσο η παραγωγή πρώτων υλών όσο ακόμη και η παραγωγή μέσων κατανάλωσης, αν και είχε φτάσει στα προπολεμικά επίπεδα, δεν μπορούσε να λύσει την αυξανόμενη ζήτηση με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ελλείψεις. Στον αγροτικό τομέα οι βιομηχανικές καλλιέργειες και η παραγωγή τροφίμων είχαν φτάσει κοντά στα προπολεμικά επίπεδα και αποτελούσαν τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη. Η παραγωγικότητα στον αγροτικό τομέα ήταν εξαιρετικά χαμηλή όπως και το βιοτικό επίπεδο. Η ορθολογική λύση στο αγροτικό πρόβλημα ήταν από τη μία η βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας με την εκμηχάνιση, τη χρήση λιπασμάτων, την ορθολογική οργάνωση της δουλειάς, και από την άλλη η ενίσχυση του σοσιαλιστικού τομέα της γεωργίας.
Τα προηγούμενα χρόνια στο σοβιετικό τύπο διεξήχθη μια θεωρητική διαμάχη μεταξύ των κομμουνιστών και των αστών ειδικών για το αν προηγούταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Δεν επρόκειτο φυσικά για μα θεωρητική διαμάχη αλλά για την μορφή που πήρε η πολιτική πάλη ανάμεσα στον καπιταλιστικό και στο σοσιαλιστικό δρόμο οικονομικής ανάπτυξης. Η κεντρική ιδέα που καθόρισε την οικονομική πολιτική της σοβιετικής κυβέρνησης ήταν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έπρεπε να οδηγεί στη συνεχή πρόοδο του σοσιαλισμού, στην αποφασιστική εξάλειψη των καπιταλιστικών στοιχείων και στη σταθερή ενίσχυση των σοσιαλιστικών στοιχείων σε όλο το εύρος της οικονομίας.
Ο μόνος δρόμος ήταν η ενίσχυση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Αυτό που χρειαζόταν ήταν να αυξηθεί σημαντικά η συμμετοχή της βιομηχανίας στο συνολικό προϊόν αλλά ακόμη πιο σημαντικό, ο ρυθμός ανάπτυξης στις βιομηχανίες που διαμορφώνουν την πρώτη υποδιαίρεση του συστήματος της διευρυμένης αναπαραγωγής του Μαρξ (δηλ. στις βιομηχανίες που παράγουν μέσα παραγωγής) έπρεπε να είναι υψηλότερος από κάθε άλλο τομέα της οικονομίας. Αυτός ήταν ο πρώτος κρίκος που θα πρέπει να πιάσει η σοβιετική οικονομία για να τραβήξει ολόκληρη την αλυσίδα της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Μια χώρα αγροτική με υπανάπτυκτη βιομηχανία και καθυστερημένο αγροτικό τομέα, έπρεπε να μετασχηματιστεί σε χώρα βιομηχανική με εκμηχανισμένο αγροτικό τομέα. Η ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας ήταν εκ των πραγμάτων ο μόνος και άμεσος στόχος μιας στρατευμένης πολιτικής αν λάβουμε επίσης υπόψη ότι ο καπιταλιστικός κόσμος οργάνωνε σταυροφορία ενάντια στην ΕΣΣΔ.
Οι πηγές της αρχικής επένδυσης ήταν τα πλεονάσματα των κρατικών επιχειρήσεων και των σοβχόζ και κολχόζ, η έκδοση κρατικών ομολόγων που καλύφθηκαν με τα χρήματα των εργατών και των κολχοζνίκων και τα έσοδα από τις εξαγωγές πρώτων υλών και μέρους του εμπορικού πλεονάσματος της γεωργίας.
Αναφορικά με το ρυθμό της εκβιομηχάνισης, αυτός συνδέθηκε με τον αντίστοιχο ρυθμό ανάπτυξης των καπιταλιστικών χωρών. Η ΕΣΣΔ υιοθέτησε ένα τολμηρό πρόγραμμα για να φτάσει και να ξεπεράσει σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα το τεχνικό και οικονομικό επίπεδο των προηγμένων καπιταλιστικών χωρών. Αυτή ήταν η πολεμική κραυγή που ενέπνευσε εκατομμύρια στη καθημερινή τους πάλη και δράση. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης είχαν τεράστια σημασία για την ενίσχυση του σοσιαλισμού στο εσωτερικό.
Εξίσου σημαντική στα πλαίσια του πεντάχρονου πλάνου ήταν η αποδέσμευση της σοβιετικής οικονομίας από την εξάρτησή της από τις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις. Αυτό δεν σήμαινε ότι η ΕΣΣΔ θα μείωνε τις οικονομικές της σχέσεις με τον καπιταλιστικό κόσμο αλλά ότι οι σχέσεις αυτές θα έπρεπε να ενισχύουν την ανεξαρτησία της και την ικανότητά της για βιομηχανική ανάπτυξη άρα και την εθνική της άμυνα. Η αυξανόμενη οικονομική ανεξαρτησία της ΕΣΣΔ και η αυξανόμενη ετοιμότητά της να αμυνθεί είχαν αποφασιστική σημασία για την επιλογή και αξιολόγηση όλων των οικονομικών πλάνων και έργων.
Τέλος μεγάλη σημασία για το πρόγραμμα της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης είχε η ανάπτυξη της γεωργίας καθώς και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της οικονομίας του χωριού. Το συγκεκριμένο θέμα συζητήθηκε για πολλά χρόνια στα κομματικά όργανα. Δύο εναλλακτικές υπήρχαν για να λυθεί το πρόβλημα της χαμηλής παραγωγικότητας του μικρού ατομικού κλήρου που αδυνατούσε λόγω του μεγέθους του να αφομοιώσει την τεχνολογία αλλά και τις μεθόδους και αρχές της επιστημονικής καλλιέργειας. Η πρώτη ήταν με τη δημιουργία μεγάλων καπιταλιστικών αγροκτημάτων και η άλλη με την κολεκτιβοποίηση του κλήρου των φτωχών και μεσαίων αγροτών, δηλ. τη συνένωσή τους σε μεγάλη κλίμακα που θα επέτρεπε τη χρήση μηχανών και την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων. Η δεύτερη εναλλακτική οδηγούσε στην εξάλειψη των κουλάκων σαν τάξη.
Το πρόγραμμα σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης δεν θα μπορούσε να πετύχει αν το αγροτικό ζήτημα έμενε χωρίς λύση. Θα ήταν αδύνατο να αναπτυχθεί μια μεγάλη σοσιαλιστική βιομηχανία, να συγκεντρωθεί και να εκπαιδευτεί το σοσιαλιστικό προλεταριάτο και να εκδιωχθούν τα καπιταλιστικά στοιχεία από τις πόλεις και παράλληλα να αναπτύσσονται τα μεγάλα καπιταλιστικά αγροκτήματα στην ύπαιθρο. Το ένα απέκλειε το άλλο, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός του χωριού ήταν αδιάσπαστα ενωμένος ενότητα με τη οικοδόμηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Και όπως ο ρυθμός εκβιομηχάνισης και το πρόβλημα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού του χωριού βρέθηκε στο κέντρο της πολιτικής διαμάχης.
3. Η διαμάχη
Ο Κεντρικός Σχεδιασμός και το πρώτο πεντάχρονο πλάνο συνάντησαν σφοδρή αντίσταση από την αντισοβιετική αντιπολίτευση μέσα κι έξω από το ΠΚΚ(μπ). Στο διάστημα 1925-1926, έκανε την εμφάνισή της η ιδέα της ‘αγροτοποίησης’, οι υποστηρικτές της οποίας ήθελαν τη μεγάλη προσπάθεια να κατευθύνεται στην ανάπτυξη της γεωργίας με τη δημιουργία μεγάλων ιδιωτικών αγροκτημάτων που θα αποτελούσαν τη βάση που θα εξασφάλιζε τα μέσα για τη εκβιομηχάνιση στις πόλεις. Αυτή η πολιτική τοποθετούσε το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της γεωργίας στο απώτερο μέλλον. Σύμφωνα με αυτούς οι αυξημένες εξαγωγές αγροτικών προϊόντων ήταν αναγκαίες για την εισαγωγή του απαραίτητου τεχνικού εξοπλισμού της γεωργίας. Αυτή η πολιτική θα αύξανε φυσικά τη σύνδεση της σοβιετικής οικονομίας με τον καπιταλιστικό κόσμο με δυσμενείς όρους για το σοβιετικό κράτος. Με θεμέλιο μια ισχυρή γεωργική παραγωγή θα ακολουθούσε η σταδιακή ανάπτυξη της βιομηχανίας. Οι ιδέες αυτές των Κοντρατίεφ, Βαϊνστάιν, Μακάροφ και άλλων εξέφραζαν τα συμφέρονταν των κουλάκων και των νεπμεν και είχαν μια μικρή επίδραση και μέσα στο ΠΚΚ(μπ). Οι απόψεις αυτές ηττήθηκαν στο 14ο συνέδριο.
Εξίσου σημαντική ήταν η αντιπαράθεση με τον τροτσκισμό. Η τροτσκιστική επίθεση υποτίθεται ότι γινόταν από τα αριστερά της γραμμής του κόμματος. Οι τροτσκιστές ζητούσαν υπερβολικά υψηλούς ρυθμούς εκβιομηχάνισης και πίστευαν, σύμφωνα με τον Πρεομπαζένσκι και το νόμο του της αρχικής σοσιαλιστικής συσσώρευσης, ότι η βάση για την εκβιομηχάνιση θα προερχόταν από τη εντατική εξαγωγή του πλεονάσματος της γεωργίας. Θεωρούσαν, χωρίς να κάνουν εισοδηματικές διακρίσεις, την αγροτιά σαν μια εσωτερική αποικία. Η πλειοψηφία του ΠΚΚ(μπ) στην πάλη της ενάντια στον τροτσκισμό, υπερασπίστηκε την εργατο-αγροτική συμμαχία, αναγκαία προϋπόθεση για τη διατήρηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, που με τη σειρά της ήταν η αναγκαία προϋπόθεση για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της υπαίθρου. Οι τροτσκιστές ηττήθηκαν στο 15ο συνέδριο του ΠΚΚ(μπ) και τα περισσότερα στελέχη τους απομακρύνθηκαν από τις θέσεις ευθύνης τους.
Τέλος έπρεπε να αντιμετωπιστεί η δεξιά παρέκκλιση όπως ονομάστηκε η φράξια των Μπουχάριν, Ρυκόφ, Τόμσκι στο ΠΚΚ(μπ) που στον αντίποδα των τροτσκιστών θεωρούσε ότι ο ρυθμός εκβιομηχάνισης ήταν υπερβολικά γρήγορος, ενώ στην αγροτική πολιτική παλινδρομούσε μεταξύ της κολεκτιβοποίησης και των ισχυρών μεγάλων ιδιωτικών αγροκτημάτων. Υποτιμούσε την αντίσταση των καπιταλιστικών στοιχείων και επέμεινε ότι η ενότητα του χωριού και της πόλης μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της ελεύθερης αγοράς.
4. Τα αποτελέσματα και οι αντικομουνιστικοί μύθοι
Η οικονομική πολιτική του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους είχε σαν αποτέλεσμα τη συνεχή αριθμητική αύξηση του προλεταριάτου, την εξάλειψη της ανεργίας, τη μείωση του εργάσιμου χρόνου και την αύξηση των πραγματικών μισθών. Βελτίωσε θεαματικά το επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης από χρόνο σε χρόνο ενώ ταυτόχρονο αύξησε το βιοτικό επίπεδο των φτωχών και μεσαίων αγροτών, μειώνοντας σημαντικά την απόσταση μεταξύ του επιπέδου ζωής του χωριού και της πόλης.
Τόσο η εκβιομηχάνιση όσο και η κολεκτιβοποίηση απαιτούσαν τη μεγαλύτερη δυνατή προώθηση της επιστημονικής γνώσης και την πλήρη αφομοίωση της τεχνολογίας από τους εργαζόμενους. Σαν συνέπεια, από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 εκατομμύρια εργάτες και φτωχοί αγρότες παρακολούθησαν τεχνικές σχολές είτε έγιναν δεκτοί στα πανεπιστήμια της χώρας, ενώ τα παιδία τους γίνονταν δεκτά στα πανεπιστήμια κατά προτεραιότητα από όλες τις άλλες κοινωνικές ομάδες. Με τον τρόπο αυτό η στελέχωση τόσο της οικονομίας όσο και του κράτους συνολικότερα έγινε από εργάτες και φτωχούς αγρότες.
Τέλος, η νίκη της ΕΣΣΔ στον Β’ΠΠ πέρα από τον ηρωισμό του σοβιετικού λαού και στρατού βασίστηκε στην οικονομική βάση και τα τεχνολογικά επιτεύγματα των τριών πρώτων πεντάχρονων σχεδίων.
Αντίθετα από την αντικομουνιστική φιλολογία σε καμία χρονική στιγμή, ούτε ακόμη στο πρώτο πεντάχρονο, δεν προβλεπόταν μείωση της λαϊκής κατανάλωσης. Και για τις 2 υποδιαιρέσεις της οικονομίας οι ρυθμοί αύξησης ήταν θετικοί. Η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου εξασφαλιζόταν στην υποδιαίρεση ΙΙ (μέσα κατανάλωσης) ανεξάρτητα από τις επιδόσεις της υποδιαίρεσης Ι, αφού οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης κάλυπταν τόσο τις αποσβέσεις όσο και τις νέες κεφαλαιακές ανάγκες. Ούτε φυσικά η εκβιομηχάνιση έγινε απομυζώντας δήθεν την αγροτιά. Μαζί με τις σημαντικές επενδύσεις που κατευθύνθηκαν στον αγροτικό τομέα για την εκμηχάνισή του, η κολεκτιβοποίηση απελευθέρωσε εκατομμύρια αγρότες από μια ζωή στα όρια της επιβίωσης οδηγώντας τους στις πόλεις και στα νέα εργοστάσια.
Ιστορικά τα πεντάχρονα πλάνα αποτέλεσαν την ολοκλήρωση της νίκης των μπολσεβίκων, την υλοποίηση των οραμάτων της Οκτωβριανής επανάστασης. Έφεραν στο προσκήνιο την εργατική τάξη και έδειξαν το δρόμο για το μέλλον.

Ήμουν, είμαι, θα είμαι

16 Οκτώβρη: Χτυπάει το κινητό μου. Στην άλλη άκρη της γραμμής είναι μια συναγωνίστρια από την ΟΓΕ Ν.Φιλ/φειας και μέλος του ΚΚΕ. Με ρωτάει. Θες  να πάρεις μέρος στην παράσταση που θα κάνει το ΚΚΕ στο ΣΕΦ για τα 100 χρόνια από την Σοσιαλιστική Οκτωβριανή Επανάσταση. Μέχρι πότε μπορώ να σου απαντήσω της λέω. Μέχρι αύριο το βραδάκι καλά είναι. Εντάξει της λέω και το κλείνουμε. Δεν το πολυσκέφτηκα απαντάω ΝΑΙ, από τα ΝΑΙ που όταν τα λέω, είμαι σίγουρη. Η φόρτιση κι ο ενθουσιασμός έρχεται να συμπληρωθεί όταν στις 18 Οκτώβρη έχω τη χαρά να παρακολουθήσω τη συναυλία που διοργάνωσε η ΚΕ του ΚΚΕ στο Μέγαρο μουσικής,  με την ορχήστρα της ΕΡΤ, για τα 100 χρόνια από τη Σοσιαλιστική Οκτωβριανή Επανάσταση, με έργα του Σοστακόβιτς κι άλλων σοβιετικών συνθετών.
20 Οκτώβρη: Μου στέλνουν το σενάριο. Διάβαζα και δε σταματούσα να κλαίω. Κοιτάζω το ημερολόγιό μου, δεν ήταν ορμονικό. Αμέσως επικοινωνώ με μια φίλη που θα έπαιρνε κι εκείνη μέρος.  Κι αρχίζουμε να συζητάμε για το πόσο μεγάλο είναι αυτό που πάμε να κάνουμε κι ανυπομονούμε να αρχίσουμε.
Προς τέλος Οκτώβρη αρχίζουν οι πρόβες. Μας μαζεύουν όλους τους συντελεστές στο κλειστό γυμναστήριο της Πανεπιστημιούπολης Ζωγράφου. Αρχίζει να μπαίνει ένας σχεδιασμός αρχικά ποιες ώρες θα έχουμε πρόβες, σχεδόν για ένα μήνα σε καθημερινή βάση. Είμαστε κοντά στα 80-90 άτομα. Σπουδαστές, φοιτητές, μαθητές, εργαζόμενοι, εργάτες, άνεργοι, συνταξιούχοι. Επαγγελματίες ηθοποιοί μετρημένοι στα δάχτυλα. Μέσα σε αυτούς χορογράφοι, σκηνοθέτες, μουσικοί, σκηνογράφοι, που σαν μια αλυσίδα έδεναν όλοι μαζί και προχωρούσαμε. Κανένας πιο πάνω κανένας πιο κάτω, όλοι πολύτιμοι. Όλοι με τα προγράμματά τους, τις υποχρεώσεις τους. Κι όμως τα συντονίσαμε όλα.
Το καθημερινό πρόγραμμα των προβών περιελάμβανε ζέσταμα, θεατρικά παιχνίδια γνωριμίας, εμπιστοσύνης, συνεργασίας, κινησιολογίας, έκφρασης  και μέρα με τη μέρα στηνόταν σκηνοθετικά η κάθε σκηνή. Πολλά δοκιμάζονταν στην πορεία , πολλά άλλαζαν, ανάλογα με τις δυνατότητες τις σκηνογραφικές και άλλων συνθηκών. Το σίγουρο είναι πως από το μηδέν ξεκίνησαν όλα και χτίζονταν μέρα τη μέρα.
Στο ενδιάμεσο όλου αυτού του διαστήματος αναπτύχθηκαν φιλίες, το φλερτ έδινε και έπαιρνε. Στα διαλείμματα κάποιοι έπαιζαν μπάσκετ, άλλοι βόλεϊ, είχαμε και τραπέζι για πινγκ πονγκ. Λυσσάγαμε από την πείνα πολλές φορές και να τα σουβλάκια. Ο καφές για κάποιους απαραίτητος. Πολλοί φέρναμε ταπεράκια από το σπίτι. Στα πεταχτά κάποιοι τσιγάρο. Πειράγματα, γέλια, φωνές. Γενικώς πολύ ζωντάνια, χαρά κι ενθουσιασμός. Την κούραση δεν την βάζω γιατί την νικούσαν τα άλλα.
Στο μεταξύ κάναμε και τα κανονίσματά μας, ο καθένας από ποια περιοχή ξεκινούσε. Εμείς από τα βόρεια είχαμε το παρεάκι μας, που πότε ο ένας πότε ο άλλος είχε μεταφορικό μέσο. Ειδικά σε μέρες απεργιών των ΜΜΜ.
Εγώ χαρακτηριστικά από την πρώτη μέρα είχα βρει τη γωνιά μου. Τοποθετούσα την τσάντα μου, δίπλα μου είχα πρίζα για να φορτίζω το κινητό και άραζα κάτω. Δίπλα μου πήρε θέση από την πρώτη στιγμή και η Μαίρη, όλο το διάστημα των προβών μας. Αφού όποιος πέρναγε με πείραζε και μου έλεγε, έχεις βρει το χώρο σου και καθόταν δίπλα μου και τα λέγαμε. Αλλά ήξεραν πως και να αργήσω στη πρόβα η θέση εκεί έμενε κενή για μένα. Διάλεξα εκείνο το σημείο γιατί  από εκεί παρατηρούσα τους πάντες. Είχα την «ησυχία» μου κι απέφευγα τα πηγαδάκια. Ήταν μια δική μου ανάγκη που είχα αναπτύξει  όταν πρωτοασχολήθηκα με το θέατρο. Ηρεμία και συγκέντρωση πριν την πρόβα, ζέσταμα και περισυλλογή. Δεν τα πολυκατάφερα  να το κάνω, οι άτιμοι κάνανε φασαρία δεν συγκεντρωνόντουσαν, χασκογελάγανε, πείραζε ο ένας τον άλλον. Κι αναρωτιόμουνα όλο τον καιρό αν θα τα καταφέρουμε. Εκεί καθόμουνα και σκεφτόμουνα κι έφερνα στο νου μου τις ταινίες του Αϊζενστάιν με την πληθώρα συντελεστών που είχε. Που δεν ήταν στην πλειοψηφία τους ηθοποιοί. Όποια ταινία του και να δεις από το Ποτέμκιν, τον Οκτώβρη κι άλλες τόσες, θα δεις βλέμματα καθαρά, φλογισμένα, παθιασμένα. Και συμπέρανα για άλλη μια φορά. Πως όταν έχεις να πεις και να μιλήσεις για πράγματα που σε καίνε και σε αφορούν, την δεδομένη στιγμή θα είσαι έτοιμος, φέροντας όλα τα θέλω και τα δίκια σου μπρος σου. Κι έτσι θα ερμηνεύσεις κάτι όχι σαν ρόλο, αλλά σαν πραγματικότητα που φέρεις εσύ ο ίδιος. Αυτό είδα κι εγώ στην παράσταση από τα παιδιά και τους ευχαριστώ γιατί χωρίς να το ξέρουν με χαλάρωσαν από τη στενότητα του τι σημαίνει καλλιτέχνης-ηθοποιός. Πραγματικά την ημέρα της παράστασης, είδα όλη αυτήν ανησυχία μου να γκρεμίζεται με μιας. Όλοι μα όλοι εξαιρετικοί με σεβασμό και προσοχή να βγει όλο αυτό εις πέρας. Γιατί ήταν κάτι που πήγαζε μέσα από όλους μας.
Από πρόβα σε πρόβα το πάθος κι ο ενθουσιασμός όλο και φούντωνε. Θυμάμαι είχαμε μια μέρα πρόβα και το πρωί κάποιοι ήταν μπροστά από το υπουργείο εργασίας καλώντας τους εργαζόμενους στο συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ που θα γινόταν 9 Νοέμβρη. Όσοι συμμετείχαμε στην παράσταση τα χάναμε αυτά γιατί δεν βγαίναμε χρονικά. Πολλές φορές στεναχωριόμασταν που δε μπορούσαμε ούτε στην πορεία του Πολυτεχνείου να πάμε. Λέγοντας πόσο σημαντική ήταν η φετινή πορεία. Αλλά τα βάζαμε  κάτω και λέγαμε έχουμε χρέωση να παρουσιάσουμε ένα άρτιο αποτέλεσμα, για αυτά που έγιναν, που δεν γευτήκαμε, για αυτά που αγωνιζόμαστε να συμβούν. Κι έτσι ηρεμούσαμε.
Με την Μαίρη δεθήκαμε όλο και περισσότερο. Εκεί που αράζαμε και τα λέγαμε. Μοιραζόμασταν  την καθημερινότητα μας, τις ανησυχίες μας, τα θέλω μας, τα όνειρα μας, τους έρωτες μας, το φαγητό μας, το νερό μας, τη βαρεμάρα μας. Μου έλεγε για την αγωνία της για το τι θα γινόταν στη δουλειά. Την πολεμική που δέχεται από το αφεντικό. Για το πώς κατάφερε να οργανώσει στο σωματείο μια συνάδελφο της. Για τις δουλειές στο σπίτι. Για το ότι δεν έχει πληρωθεί ακόμα. Για το πώς μάχεται καθημερινά κι όχι μόνη της. Για την ανάγκη της οργανωμένης πάλης.
Το Σάββατο παντού έβλεπες σκυμμένα πρόσωπα πάνω από το Ριζοσπάστη και με ένα καφέ στο χέρι, λίγο πριν ξεκινήσουμε την πρόβα. Κάποιοι άλλοι  να το έχουν πάει σερί γιατί είχε πάρτι στο Γεωπονικό η ΠΚΣ και άλλα τέτοια της νιότης και της ανεμελιάς.
Όταν είχαμε φτάσει πια προς το μέσω των προβών είχαμε πάρει και τη θέση μας στην παράσταση. Οι αγρότες, οι εργάτες, οι αστοί είχαν οριστεί εξαρχής. Η νέα, ο νέος, ο εργάτης , η μάνα, ποιοι θα είναι οι αντιπρόσωποι. Η χαρά η μεγάλη ήταν όταν μας δόθηκε σε κάποιους να πάρουμε και τα όπλα, ειδικά οι γυναίκες. Η σκηνή για την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα, καθώς και το Ράιχσταγκ ήταν από τις πρόβες κι όλας κάτι που μας συγκινούσε.
Κι έρχεται  η στιγμή που δοκιμάζουμε τα κοστούμια. Προσφορά της Λυρικής σκηνής. Πολύ σημαντικό κομμάτι της παράστασης. Μεταξύ σοβαρού και αστείου συζητάω με τη Μαίρη και της λέω. Έχουμε ανατρέψει το Σοσιαλισμό πριν καλά καλά τον χτίσουμε γιατί δε μας αρέσουν τα κοστούμια, μας παχαίνουν, δε μας πάνε κι άλλα τέτοια. Τελικά όλες γίναμε όμορφες μπολσεβίκες, εργάτριες και αγρότισσες.
Και ερχόμαστε μια μέρα πριν την παράσταση, όπου μπαίνουμε στο ΣΕΦ κι εκεί αρχίζουμε να δένουμε όλα τα σκηνοθετικά, σκηνογραφικά, ηχητικά, εφφέ, βίντεο προβολές, κοστούμια. Τα πάντα όλα. Κι είδαμε μπρος μας τι τεραστίων διαστάσεων θέαμα έχουμε να παρουσιάσουμε. Η συγκίνηση ακόμα πιο μεγάλη, μαζί κι η χαρά και το άγχος βέβαια.
Οι πρόβες πάντα τελείωναν με συνθήματα. Το επικρατέστερο ήταν «Ένας αιώνας αγώνας και θυσία το Κάπα Κάπα  Έψιλον στην Πρωτοπορία». Και δίναμε το επόμενο ραντεβού για την πρόβα. Τα συναισθήματα δεν ήταν ανάμεικτα. Ήταν καθαρά και σίγουρα.
Αυτός ο ενάμιση μήνας για μένα προσωπικά ήταν μια συνειδητοποίηση πολλών πραγμάτων. Που καιρό τώρα σκεφτόμουνα, μετρούσα και επεξεργαζόμουνα. Νιώθω μεγάλη τιμή που ήμουνα μέρος όλου αυτού. Από το πρώτο μου ΝΑΙ μέχρι και το πέρας της παράστασης.
Οφείλω να πω, πως πρώτη φορά πήρα μέρος σε κάτι που οργάνωσε το ΚΚΕ. Γιατί για καιρό στεκόμουνα απέξω διότι δε μου άρεσε η προσέγγιση κι η αισθητική του. Οφείλω πάλι να πω, πως τα τελευταία Φεστιβάλ της ΚΝΕ-ΟΔΗΓΗΤΗ, έχουν κάνει τεράστια άλματα σε αισθητική και όντως μπορούν να φέρουν τον τίτλο πολιτιστική πρόταση. Και δεν έχει γίνει από μόνη της. Το ΚΚΕ έχει να παλέψει για πολλά και χωρίς την βοήθεια και των ανθρώπων που έχουν γνώση και την τέχνη ως όπλο του λαού δεν μπορεί να κινηθεί το κομμάτι του πολιτισμού, αλλά και η προοπτική ανατροπής αυτής της σαπίλας. Αναλογιζόμενη όλα αυτά, πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και τώρα, θέτω εαυτό.
Το κομμάτι της τέχνης δεν είναι πρόφαση, δεν είναι αφορμή, δεν είναι ευκαιρία. Είναι στάση ζωής, αγώνα και θυσίας από όποια σκοπιά το βλέπει ο καθένας. Στην παράσταση στο λόγο του στρατιώτη, λέει στο τέλος: Υπάρχουν δύο τάξεις. Το προλεταριάτο και η αστική τάξη, κι όποιος δεν είναι με τη μια είναι με την άλλη. Αυτό είναι και η στρατευμένη τέχνη.
Ειλικρινά δε μπορώ να χωρέσω όλα όσα έγιναν όλο αυτό το διάστημα. Αλλά μπορώ να πω, πως το ραντεβού δόθηκε με μιας για τα 100 χρόνια του ΚΚΕ. Χωρίς να ξέρουμε τι και πως, αν θα συμμετέχουμε, αν θα γίνει κάτι. Απλά κοιτάμε μπροστά και μόνο μπροστά. Δεν μπορούμε και δεν έχουμε το δικαίωμα να αφήσουμε πια τίποτα στη τύχη του. Έχουμε χρέος να το τραβήξουμε μέχρι τέρμα, αναλογιζόμενος κι ο καθένας τις  δυνάμεις του και τις αντοχές του. Όλοι κρινόμαστε καθημερινά και μέχρι τέλους. Καμιά διάθεση να βγάλουμε αγωνιστόμετρα ή κομμουνιστόμετρα. Αλλά η ζωή καθημερινά δείχνει ποιος και τι θέση παίρνει τη φορά.
Δεν έχω να πω κάτι για την παράσταση, αυτό που είδατε ή σας μεταφέρανε, φέρει όλο αυτό. Ούτε και δικό μου φωτογραφικό υλικό. Είναι η πρώτη φορά που δεν «ζήλεψα» . Η νέα χρονιά από το πρώτο λεπτό της αλλαγής της είναι γιορτή, μνήμη, χρέος. Κουβαλάει και θα ξεδιπλώσει πολλά. Καλή δύναμη σε όλους μας.

Ματωμένα Χριστούγεννα 89' - Η εκτέλεση του Τσαουσέσκου


Δημοσιεύτηκε στην Κατιούσα

Η Ρουμανία του Τσαουσέσκου ήταν αρκετά ιδιότυπη περίπτωση. Ανήκε μεν στη σοσιαλιστική κοινότητα, αλλά ήταν απ’ τα “αγαπημένα παιδιά” της καπιταλιστικής Δύσης, παρουσιάζοντας φυγόκεντρες τάσεις απ’ το σοβιετικό κέντρο. Το 1968 αρνήθηκε να πάρει μέρος στη στρατιωτική επέμβαση του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία, εναντίον της αντεπανάστασης. Και το 1984 ήταν από τις λίγες σοσιαλιστικές χώρες (μαζί με τη Γιουγκοσλαβία και την Κίνα που εντάσσονται ωστόσο σε άλλη κατηγορία) που δεν απείχε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες. Ήταν επίσης η πρώτη χώρα που είχε καταφύγει στον εξωτερικό δανεισμό από τις τράπεζες της Δύσης, και βρέθηκε υπερχρεωμένη, αλλά και η μόνη που δε χρωστούσε τίποτα το 89′, όταν ξέσπασε το ντόμινο των αντεπαναστατικών εξελίξεων στην Κεντρικο-Ανατολική Ευρώπη.


Αυτή η δεδομένη τάση μερικής αυτονόμησής της ήταν που καθιστούσε ιδιαίτερα συμπαθή τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου στους δυτικούς αλλά και στο ευρωκομμουνιστικό κίνημα -για να θυμηθούμε τις πολύ καλές σχέσεις που διατηρούσε με το “ΚΚΕ εσωτερικού”. Ενώ δεν ήταν ασφαλώς τυχαία και χωρίς πολιτική σκοπιμότητα, η ανάδειξη της Έλενας Τσαουσέσκου σε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, το 1976 -στα χρόνια της… “σοσιαλμανίας” του Καραμανλή και βασικά των ανοιγμάτων του Τσαουσέσκου προς τη Δύση.

Αυτή η ίδια τάση όμως γύρισε μπούμερανγκ στα χρόνια της Περεστρόικα και της επιχειρούμενης βελούδινης αντεπανάστασης, καθώς ο Τσαουσέσκου δεν ήταν διατεθειμένος να πέσει αμαχητί και να αποχωρήσει οικειοθελώς από το πολιτικό προσκήνιο, όπως έγινε με τους ηγέτες άλλων ΛΔ -Χόνεκερ, Ζίβκοφ κτλ. Έτσι η αντεπανάσταση χρειάστηκε να δείξει το “δημοκρατικό” της πρόσωπο και να παίξει όλα τα βρώμικα χαρτιά που είχε στο οπλοστάσιό της.



Έπαιξε το συνηθισμένο χαρτί της πτωματολογίας, με σκηνοθετημένες εικόνες μαζικής σφαγής στην Τιμισοάρα και πτώματα που ξεθάβονταν για να παρουσιαστούν ως οπτικά ντοκουμέντα κι “αποδείξεις” του μακελειού. Οργάνωσε επεισόδια κι αποδοκιμασίες στη μαζική συγκέντρωση υποστήριξης του Τσαουσέσκου που ετοίμασαν οι ρουμανικές αρχές. Ανέτρεψε τον Τσαουσέσκου, συνέλαβε τον ίδιο και τη γυναίκα του και τους οδήγησε με συνοπτικές διαδικασίες και μια παρωδία δίκη-εξπρές στο εκτελεστικό απόσπασμα, χωρίς να σεβαστεί καν την επιθυμία τους να μην τους δέσουν τα χέρια -λες και θα μπορούσαν να αποδράσουν.

Σύμφωνα με μια μαρτυρία, λίγο πριν την εκτέλεση της θανατικής ποινής τους, ο Τσαουσέσκου φώναξε “Θάνατος στους προδότες! Η ιστορία θα μας δικαιώσει” και τραγούδησε τη Διεθνή. Σε κάθε περίπτωση, οι εικόνες από τη δίκη και αμέσως μετά την εκτέλεση είναι σκληρές και προκαλούν συναισθηματική φόρτιση.



Η βελούδινη αντεπανάσταση ήταν αποφασισμένη να επιβληθεί με το αίμα και κάθε αθέμιτο μέσο, όπου συναντούσε αντίσταση. Η περίπτωση της Ρουμανίας μοιάζει εξάλλου με εικόνα από τα προσεχώς διάφορων παρδαλών (αντ)επαναστάσεων, σε άλλες χώρες. Τα περισσότερα θύματα που χρησιμοποίησαν οι δυνάμεις της αντεπανάστασης για να φτιάξουν κλίμα ενάντια στην “αιματηρή δικτατορία του Τσαουσέσκου”, φαίνεται να προκλήθηκαν από τις ίδιες, μετά την ανατροπή του ρουμάνου ηγέτη. Κάτι που μπορεί να διαπιστώσει κανείς και στο ρεπορτάζ της ΕΡΤ -με την καλτ παρουσία του δεξιού Αργύρη Ντινόπουλου- όπου γίνεται λόγος για ελεύθερους σκοπευτές και αδέσποτες σφαίρες, μετά την εκτέλεση των Τσαουσέσκου.



Τα παραπάνω δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση αγιογραφία του Τσαουσέσκου, και δεν αναιρούν τις στρεβλώσεις, τις αντισοβιετικές παλινωδίες του και τις αντιφάσεις της κοινωνίας που οικοδομούνταν στη Ρουμανία. Παρόλα αυτά, μόνο τυχαίο δεν είναι το κύμα νοσταλγίας που κατακλύζει τη μεγάλη πλειοψηφία του ρουμάνικου λαού, μετά απ’ την παταγώδη διάψευση των προσδοκιών του, την επικράτηση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και τις συνθήκες ακραίας φτώχιας, που βιώνει μαζικά τις δύο τελευταίες δεκαετίες.

Υστερόγραφο


Στην Ελλάδα, όπως είπαμε, ο Τσαουσέσκου έχαιρε της εκτίμησης, τόσο του αστικού κράτους (πριν αλλάξουν τα κόζια και περάσει στην ιστορία ως “δικτάτορας”), όσο και του αναθεωρητισμού. Ο τελευταίος όμως είχε παρεισφρήσει και στο κομμουνιστικό κόμμα, που είχε βγάλει τότε ανακοίνωση με την οποία χαιρέτιζε τις εξελίξεις, τον ξεσηκωμό του ρουμάνικου λαού και την πτώση του δικτάτορα. Σύντομα, ωστόσο, έβγαλε σωστά συμπεράσματα, κολύμπησε ενάντια στο ρεύμα και τη λαίλαπα της αντεπανάστασης, κι αυτό αποτυπώνεται, μεταξύ πολλών άλλων, και στη μετάφραση αυτού του κατατοπιστικού άρθρου, που δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη, το 2000.

TOP READ