Εκατό χρόνια πριν τη δική μας εποχή, στα τέλη της
δεύτερης δεκαετίας του εικοστού αιώνα, καταστροφικές θύελλες σάρωναν την
ανθρωπότητα. Η τελευταία ζούσε πλέον στον αστερισμό του καπιταλιστικού
τρόπου παραγωγής, του πλέον, ως τότε, επιθετικού και ριζοσπαστικού
συστήματος εκμετάλλευσης φυσικών και ανθρώπινων πόρων. Επρόκειτο για ένα
νεαρό ακόμα σύστημα. Τα πρώτα του ίχνη εμφανίστηκαν στα ύστερα χρόνια
του μεσαίωνα, ο θρίαμβός του όμως έπρεπε να περιμένει τη βιομηχανική
επανάσταση, στο πρώτο μισό του δέκατου ένατου αιώνα. Σχεδόν αμέσως μετά ο
ύστερος ευρωπαϊκός αποικισμός επέβαλε, συνήθως δια πυρός και σιδήρου,
τον καπιταλισμό σε ολόκληρο τον τότε κόσμο, γνωστό ή «άγνωστο». Για ένα
διάστημα τίποτε άλλο δεν μπορούσε να σταθεί στον κόσμο. Όσο κι αν ήταν
άδικο, όσο κι αν ήταν ανελέητο στα θύματά του, όσο κι αν τρεφόταν από
την κλοπή του μόχθου των πολλών, όσο κι αν σάρωνε τρόπους ζωής,
θρησκείες, συνήθειες, όπου και όταν χρειαζόταν, το σύστημα αυτό έδειχνε
ότι είχε έρθει για να μείνει αιώνια. Ήταν η Μπελ Επόκ –η Ωραία Εποχή-
στην ιστορία της ανθρωπότητας, η Ωραία Εποχή στη σύντομη ιστορία του
καπιταλιστικού πλέον κόσμου.
Έπειτα ήρθε η Κόλαση. Η χωρίς προηγούμενο επιτυχία
έφερε στο προσκήνιο τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς μεταξύ των ισχυρών,
την δίψα για επικράτηση απέναντι στον λιγότερο ισχυρό ή τον άνισα
ευνοημένο στη διανομή του πλούτου. Ο ανταγωνισμός οδήγησε στον
ιμπεριαλισμό. Ο ιμπεριαλισμός εκφράστηκε με πόλεμο – μόνο δια μέσου
αυτού μπορεί να εκφραστεί. Στα 1914 ξεκίνησε μια πολεμική περιπέτεια
όμοια της οποίας δεν είχε ξαναδεί η ανθρωπότητα στην γνωστή τουλάχιστον
ιστορική της πορεία. Τον είπαν παγκόσμιο πόλεμο, προσδιορίζοντάς τον
γεωγραφικά. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα νέο κεφάλαιο στην
παγκόσμια ιστορία. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έδειξε το
πραγματικό του πρόσωπο, την αέναη τάση του για κυριαρχία, για
επικράτηση, για ολοένα και πιο ανελέητη εκμετάλλευση του ανθρώπινου
μόχθου και των φυσικών πόρων της γης. Το κόστος αυτής της ακατάπαυστης
σύγκρουσης θα το πλήρωναν οι λαοί. Τα οφέλη των νικητών θα τα
μοιράζονταν –ως την επόμενη ανακατανομή- οι συνεχώς λιγότεροι μεγιστάνες
του συστήματος και του πλούτου.
Ο πόλεμος που ξεκίνησε, αποτύπωσε ανεξίτηλα τη φρίκη
που έκρυβε μέσα του το καπιταλιστικό σύστημα. Η αντίδραση των ανθρώπων, ο
πόλεμος ενάντια στον πόλεμο, έγινε στοίχημα ζωής για τους λαούς που
υπέφεραν και μάτωναν στα πεδία των μαχών ή πίσω από αυτά. Είχε έρθει η
στιγμή να κάνει η ανθρωπότητα ένα νέο άλμα, μια νέα υπέρβαση. Μέσα από
τον πόλεμο το εργατικό κίνημα, οι κομμουνιστές μπήκαν δυναμικά και
σωτήρια στην ιστορία του κόσμου.
Η εργατική τάξη είχε δώσει δείγματα γραφής στον
προηγούμενο, το δέκατο ένατο αιώνα. Στα 1848 κιόλας είχε εγγράψει την
πολιτική της υποθήκη στο ιστορικό στερέωμα. Το «Μανιφέστο του
Κομμουνιστικού Κόμματος» έτεμνε το παρελθόν, σχολίαζε το παρόν και
πρότεινε το μέλλον. Στο Παρίσι του 1870, στη Ρωσία του 1905, η εργατική
τάξη δοκίμασε τις δυνάμεις της. Το φθινόπωρο του 1917, μέσα από πόλεμο
και σκληρό αγώνα θεμελίωσε το πρώτο κράτος με εργατική εξουσία, με τους
ανθρώπους του μόχθου να υπαγορεύουν πλέον το ημερολόγιο της πολιτικής.
Οι κομμουνιστές, το Κόμμα των Μπολσεβίκων, άνοιξαν το δρόμο, τον έδειξαν
σε όλους τους λαούς του κόσμου.
Μια ανατριχίλα διέτρεξε ολόκληρο τον πλανήτη, πριν
ακόμα τελειώσει το σφαγείο του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Μια ακτίδα
ελπίδας έφτασε σε αυτούς που πέθαιναν στα χαρακώματα, σε αυτούς που
έλιωναν στα εργοστάσια και τους αγρούς, σε αυτούς που συνθλίβονταν κάτω
από τα δεσμά της αποικιοκρατίας. Οι κομμουνιστές ήρθαν στο προσκήνιο της
ιστορίας και έκτοτε δεν έφυγαν ποτέ από αυτό.
Σε αυτόν τον κόσμο γεννήθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα
Ελλάδας. Ήταν λίγοι αυτοί που το ίδρυσαν και οι ιδίες τους, τα σχέδια
και οι στόχοι τους είχαν απλά και μόνο έναν κοινό παρονομαστή. Ούτε το
πρώτο του όνομα δεν επέζησε για πολύ. Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα
Ελλάδας το είπαν περιγράφοντας τις γενικές προθέσεις τους. Κόμμα της
εργατικής τάξης θα ήταν και θα στόχευε τον σοσιαλισμό. Πολύ γρήγορα
ετούτοι οι νέοι πρωτοπόροι θα είχαν να απαντήσουν σύνθετα ερωτήματα.
Το πρώτο ήταν ο πόλεμος. Στο περιθώριο των
ανακατατάξεων που επέβαλαν οι ισχυροί ιμπεριαλιστές στην γειτονιά της
Ελλάδας, η τελευταία οδηγήθηκε σε νέα πολεμική περιπέτεια. Το διακύβευμα
ήταν η κατανομή και η αποικιοποίηση από τους ισχυρούς του οθωμανικού
χώρου. Η χώρα μας κλήθηκε να συνδράμει σχέδια που άλλους αφορούσαν. Η
αστική τάξη της Ελλάδας στη βενιζελική ή την μοναρχική της πολιτική
έκφραση ανέλαβε την αποστολή με ενθουσιασμό. Προσδοκούσε σε όλα όσα θα
περίσσευαν από το τραπέζι των ισχυρών για να υψώσει λίγο και αυτή το
μπόι της. Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών θα γινόταν, δεν
ήταν λίγο αυτό. Ίσως να έμπαινε και στα μεγάλα σαλόνια, εκεί όπου
κρίνονταν οι τύχες του κόσμου.
Οι προσδοκίες της αστικής τάξης δεν συγκίνησαν το
νεαρό ΣΕΚΕ, ήταν μια πρώτη ένδειξη της νέας ποιότητας στο πολιτικό
στερέωμα της χώρας. Αντιτάχθηκε στα όνειρα των αστών, καταδίκασε την
πολεμική περιπέτεια στα βάθη της Μικρασίας, προειδοποίησε για την
καταστροφή, για τη συμφορά που ερχόταν.
***
Η μικρασιατική καταστροφή ολοκλήρωσε την πρώτη
περίοδο της ιστορίας του ελληνικού κράτους και άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο.
Για πρώτη φορά στη μακραίωνη ιστορία του ελληνισμού οι Έλληνες
ταυτίστηκαν με μια συγκεκριμένη επικράτεια. Έλληνες και Ελλάδα έγιναν η
ίδια και η αυτή έννοια ξεκινώντας από μια νέα αφετηρία, αυτό που πλέον
με ιδιαίτερο νόημα θα ονομαζόταν εθνική τους ιστορία.
Οι εκκρεμότητες ήταν πολλές σε ετούτη τη νέα
κατάσταση. Τα λαϊκά στρώματα είχαν πτωχεύσει, οι μάζες των
κατεστραμμένων πάμφτωχων προσφύγων ευτέλισαν την αξία της εργασίας και
τις συνακόλουθες αμοιβές. Για ψωμί και αξιοπρεπή εργασία αγωνίζονταν οι
παλαιοί πολεμιστές που γύριζαν από τον πόλεμο ή, προοδευτικά, από την
αιχμαλωσία. Σχεδόν ταυτόχρονα ο κοσμοπολίτικου χαρακτήρα ελληνικός
καπιταλισμός –αυτός που έδινε περιεχόμενο στη «Μεγάλη Ιδέα»- είχε δεχτεί
θανάσιμο πλήγμα. Ήταν ένας καπιταλισμός φτιαγμένος στα μέτρα
αυτοκρατοριών, δεν μπορούσε να επιβιώσει μετά το τέλος των τελευταίων.
Οι κοινωνικές εντάσεις συναντούσαν την απουσία μιας
ισχυρής –οικονομικά και άρα πολιτικά- άρχουσας τάξης που θα μπορούσε να
καταπνίξει τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Κόκκινος συναγερμός κτύπησε στις
μητροπόλεις των ισχυρών. Η Κοινωνία των Εθνών ανέλαβε τη στήριξη του
κοινωνικού καθεστώτος στην Αθήνα. Η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων και
ο πολύς Μόργκενταου –το πιο βαρύ πρόσωπο της τότε αμερικανικής
διπλωματίας- εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα για να προλάβουν, όπως
διακήρυξαν, την επανάσταση. Στον καπιταλιστικό κόσμο αρκούσε η Ρωσική
Επανάσταση, δεν ήθελαν να δουν κάτι ανάλογο να εκτυλίσσεται στις
στρατηγικές ακτές της Μεσογείου.
Στο αστικό πολιτικό σκηνικό πρωτοστατούσαν δύο
κομματικοί μηχανισμοί, οι Μοναρχικοί «Λαϊκοί» και οι Φιλελεύθεροι
«Βενιζελικοί». Στην ουσία δε διέφεραν πολύ στις πολιτικές που εφάρμοζαν.
Παρόλα αυτά τότε, όπως και σήμερα οι μεταξύ τους διαφορές
υπερτονίστηκαν και ονομάστηκαν «Διχασμός». Για τον πραγματικό διχασμό
της ελληνικής κοινωνίας, το χάσμα ανάμεσα στον ελληνικό καπιταλισμό που
στηνόταν στα πόδια του μέσα στις νέες διαστάσεις της χώρας και τους
εργαζόμενους, εργάτες, αγρότες και μισθωτούς, έγινε πολύ λιγότερος
λόγος. Σε αυτόν το κοινωνικό διχασμό λάβαρο συσπείρωσης και αγώνα ήταν
το ΚΚΕ –όπως πολύ γρήγορα μετονομάστηκε το ΣΕΚΕ.
Το ΚΚΕ είχε την ίδια ηλικία με τη νέα αυτή Ελλάδα,
την μετά την μικρασιατική καταστροφή. Στην «επανεκκίνηση» της εθνικής
ιστορίας τοποθέτησε τη δική του πρόταση, έγινε ο ένας από τους δύο
πόλους της, έδειξε τον δρόμο της κοινωνικής απελευθέρωσης ως βασικό
χαρακτηριστικό της νέας χώρας. Ήταν μια πρόταση «ιδρυτική» και γι’ αυτό
ισχυρή. Είναι μια πρόταση που κρατήθηκε συνεχώς στο προσκήνιο, μια
πραγματοποιήσιμη εκδοχή σε όλη τη μετέπειτα ιστορία του λαού μας.
Το κόμμα της εργατικής τάξης μεγάλωνε παράλληλα με τη
χώρα. Δενόταν με το λαό της και τους αγώνες του. Άλλοτε δύσκολα, άλλοτε
εύκολα περνούσε τις «παιδικές ασθένειες» ενός κινήματος που τόσο
γρήγορα βρέθηκε στο επίκεντρο του πολιτικού σκηνικού. Λίγο πριν την
αποχώρηση της ΚτΕ –της ΕΑΠ- από την εποπτεία της Ελλάδας η άρχουσα τάξη
πήρε προληπτικά τα μέτρα της. Το «Ιδιώνυμο» άνοιξε την πλούσια
νομοθετική παραγωγή για καταστολή και αντιμετώπιση των εργαζόμενων. Τα
μέτρα, οι επιθέσεις, η καταστολή των αστών χαλύβδωναν τη σχέση του ΚΚΕ
με το λαό. Οι φυλακισμένοι, οι εκτοπισμένοι, οι έγκλειστοι, οι
εξόριστοι, οι νεκροί, αποτελούσαν συμβόλαια συμπόρευσης.
Τελικά οι ανήσυχες προβλέψεις των διεθνών ταγών του
ιμπεριαλισμού και της οι φόβοι της εγχώριας άρχουσας τάξης
επαληθεύθηκαν. Η επανάσταση την οποία απέφυγαν στα 1922-23 ήρθε με ορμή
στην μεθεπόμενη δεκαετία. Από την πρώτη ημέρα του πολέμου στην Αλβανία,
ως τις τελευταίες τουφεκιές στα οχυρά του Δημοκρατικού Στρατού ο κόσμος
της δημιουργίας και του μόχθου, με οδηγό το ΚΚΕ, έγινε ο πρωταγωνιστής
της εθνικής ιστορίας. Για δέκα χρόνια σκληρής ταξικής αναμέτρησης
πρόκειται – κάτι το σπάνιο στην ιστορία του σύγχρονου κόσμου. Βασιλιάς,
«Λαϊκοί», «Φιλελεύθεροι», «μεταρρυθμιστές», «σοσιαλιστές», φασίστες της
Ελληνικής Πολιτείας, Τάγματα Ασφαλείας, συμμορίτες και Χωροφύλακες
έγιναν ένα και το αυτό για να αναχαιτίσουν τον λαό, να ταπεινώσουν την
Αντίσταση. Πίσω τους και μαζί τους Ιταλοί, Γερμανοί, Βούλγαροι φασίστες,
Εγγλέζοι, Αμερικανοί, όλοι μαζί απέναντι στην επανάσταση. Το ΚΚΕ
οδήγησε ετούτο τον άνισο, ηρωϊκό και γεμάτο παρακαταθήκες αγώνα. Δέκα
απίστευτα χρόνια από εκείνα που κανείς λαός δεν μπορεί να ξεχάσει και
κανένας «αναθεωρητής» «ιστορικός» δεν μπορεί να σπιλώσει.
Κάτω από άνισους συσχετισμούς και αρνητικές ιστορικές
συγκυρίες ο λαός μας, το ΚΚΕ, ηττήθηκαν. Πολλοί εκτίμησαν ότι αυτό θα
ήταν το τέλος της ιστορίας του. Ότι το ερώτημα για τα χαρακτηριστικά της
χώρας είχε πλέον τελεσίδικα απαντηθεί. Η Ελλάδα θα ήταν χώρα της δύσης,
του καπιταλισμού, των αντιλαϊκών ελίτ, της αδικίας και της
εκμετάλλευσης. Για σιγουριά το νομικό και κατασταλτικό οπλοστάσιο έμεινε
στη θέση του πολλά χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου. Όταν χρειάστηκε,
μια στρατιωτική δικτατορία ήρθε πάλι στην εξουσία με στόχο, διακήρυξε,
το ξερίζωμα των κομμουνιστών. Προφανώς το 1949 δεν ήταν ο θρίαμβος που
αστοί θα επιθυμούσαν.
Δεν ήταν εύκολα για τους κομμουνιστές τα χρόνια που
ακολούθησαν την ήττα. Πολλοί βρέθηκαν στα ξένα, άλλοι στη βαθιά
παρανομία, στις φυλακές στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και μαρτυρίου. Και
από τις γραμμές τους κιόλας άρχισαν ν’ αναδεικνύονται καλοθελητές που
διέδιδαν ότι οι καιροί της επανάστασης είχαν περάσει και ότι μόνος
δρόμος πιά ήταν η «προοδευτική» προσαρμογή. Μια μακρά περίοδος
εσωτερικών ταλαντεύσεων ξεκίνησε από το τέλος κιόλας του εμφυλίου. Στα
1968 η αμφισβήτηση της κομμουνιστικής πρότασης έδωσε πολιτικούς καρπούς.
Το ΚΚΕ διασπάστηκε και ξεκίνησε η μακρά πορεία του ΚΚΕ «εσωτερικού»,
εκείνου που ως ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησε εφαρμόζοντας την πολιτική των
«μνημονίων».
Όσοι έμειναν έγιναν σοφότεροι, έμαθαν πολλά από τις
ταλαντεύσεις, από τις πρακτικές, από τις μεθοδεύσεις του εσωτερικού
αντιπάλου. Στα 1990, στην παλινόρθωση του καπιταλισμού στις λαϊκές
δημοκρατίες, στην μεγάλη οπισθοδρόμηση του παγκόσμιου κομμουνιστικού
κινήματος, ετούτα τα μαθήματα αποδείχθηκαν πολύτιμα. Το ΚΚΕ, οι
κομμουνιστές, αντιτάχθηκαν στο κυρίαρχο ρεύμα των καιρών. Δεν
προσαρμόστηκαν. Δεν υποτάχθηκαν. Δεν έγιναν «χρήσιμοι υπηρέτες» του
καπιταλισμού, ούτε όργανα του ιμπεριαλισμού. Όταν ήρθε η ώρα δεν
εφάρμοσαν «μνημόνια» με τον «εποικοδομητικό» τρόπο που το έπραξαν οι
υποταγμένοι. Και σήμερα, στα χρόνια της κρίσης, της ταπείνωσης και του
ευτελισμού του λαού μας, υπάρχει μια πολιτική εστία ελπίδας, μια
οργανωμένη εστία αγώνων, μια δύναμη που θα οδηγήσει τελικά το λαό μας
στην ανατροπή των ανάξιων ως προς την αγωνιστική του πορεία καταστάσεων
που η άρχουσα τάξη και οι πολύμορφοι πολιτικοί της ταγοί επέβαλαν.