Ωριμες οι υλικές προϋποθέσεις στην Ελλάδα για το σοσιαλισμό
Στο προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε στο γεγονός ότι η εποχή του ιμπεριαλισμού είναι εποχή περάσματος στο σοσιαλισμό και ότι όλες οι καπιταλιστικές χώρες είναι ενταγμένες στο σύστημα του ιμπεριαλισμού. Επομένως, και η Ελλάδα είναι ενταγμένη στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και, μάλιστα, συμμετέχει σε διεθνείς και περιφερειακούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και ενώσεις (ΔΝΤ, ΠΟΕ, ΝΑΤΟ ΕΕ κλπ.). Επίσης, στο άρθρο (9/3/2003), αναφερθήκαμε στο γεγονός ότι στην Ελλάδα ο καπιταλισμός βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, και μάλιστα στην ανώτατη βαθμίδα του, τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό (υπάρχουν οι μετοχικές εταιρίες, κυριαρχούν τα μονοπώλια, εφαρμόζονται κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις, π.χ., καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις κλπ.). Αυτό είναι το ένα βασικό κριτήριο, σχετικά με την ωριμότητα των υλικών όρων για το πέρασμα μιας καπιταλιστικής κοινωνίας στο σοσιαλισμό. Το άλλο είναι η έκταση της μισθωτής εργασίας.
Ως προς αυτό, ενδεικτικά, η εικόνα στην Ελλάδα είναι η εξής:
Με βάση τη μελέτη του ΚΜΕ «Αλλαγές στην οικονομία και στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας» (1980-1994), ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός ήταν 3.519.469 και η εργατική τάξη ήταν 1.470.080. Αντίστοιχα, το 1991, ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός ήταν 4.120.611 και η εργατική τάξη ήταν 2.026.956. Η αύξηση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού ήταν 14,5%, ενώ η αύξηση της εργατικής τάξης ήταν 27,5%. Με βάση την ίδια μελέτη, το 1991, οι μισοπρολετάριοι του χωριού αποτελούσαν το 5,8%, ενώ τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού (αγροτιά, ΕΒΕ, νέα μεσαία μισθωτά στρώματα), το 48,58% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (επεξεργασία στοιχείων ΕΣΥΕ 1991, με βάση την προτελευταία απογραφή. Τα στοιχεία της τελευταίας, 2001, δεν έχουν ακόμη δοθεί).
Βεβαίως, στην πορεία έχουμε αλλαγές. Ετσι, το 1999, ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός είναι 4.885.000, ενώ οι μισθωτοί είναι 3.136.000 (ΕΣΥΕ, Ερευνες Εργατικού Δυναμικού). Τον ίδιο χρόνο, η εργατική τάξη υπολογίζεται κατά προσέγγιση στα 2.500.000 (Ν. Κυρίτση, «Εξελίξεις στη συγκέντρωση της εργατικής τάξης», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2 του 2000).
Από τα παραπάνω στοιχεία, φαίνεται ότι ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 15,65%, ενώ η εργατική τάξη κατά 25%. Επίσης η εργατική τάξη αποτελεί το 79,7% των μισθωτών, ενώ οι μισθωτοί αποτελούν το 64,2% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Η δε εργατική τάξη αποτελεί το 51,2% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Επίσης, από τους ΕΒΕ, που αποτελούν με βάση τη μελέτη του ΚΜΕ το 20,64%, το 90% περίπου είναι αυτοαπασχολούμενοι.
Βεβαίως, να υπενθυμίσουμε ότι δεν αντιμετωπίζουμε με στενά ποσοτικό τρόπο το ποσοστό που αντιπροσωπεύει η μισθωτή εργασία στον εργαζόμενο πληθυσμό. Πολύ περισσότερο δε σημαίνει ότι θεωρούμε πως δεν έχει κυριαρχήσει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, αν δεν πλειοψηφεί ποσοστιαία η μισθωτή εργασία. Δε σημαίνει πάντα ότι σε μια καπιταλιστική χώρα που βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, η εργατική τάξη είναι πλειοψηφία του πληθυσμού. Αλλωστε, στη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, η εργατική τάξη της Ρωσίας ήταν περίπου το 25% του πληθυσμού.
Υπάρχουν, βεβαίως, απόψεις και μέσα στο εργατικό κίνημα, που παρακάμπτουν αυτά τα επιστημονικά κριτήρια, σχετικά με την ωριμότητα των υλικών όρων για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, προκειμένου να συμβάλουν στη διαιώνιση του καπιταλισμού, αποπροσανατολίζοντας την ταξική πάλη και προσφέροντας, έτσι, τις καλύτερες υπηρεσίες στο κεφάλαιο. Εστιάζουν στο ζήτημα της «ανάπτυξης» με αστικά κριτήρια και απ' αυτό βγάζουν συμπεράσματα που βολεύουν το σύστημα.
Ετσι, «στην τρέχουσα ορολογία, ο όρος ανάπτυξη χρησιμοποιείται για να δείξει τους ρυθμούς συσσώρευσης του κεφαλαίου, π.χ., ο ρυθμός διευρυμένης αναπαραγωγής που εκφράζεται με την αύξηση του ΑΕΠ. Στο σημείο αυτό, υπενθυμίζουμε ότι τα αστικά κριτήρια για τη μέτρηση του ΑΕΠ δεν είναι στο σύνολό τους επιστημονικά και αντικειμενικά. Ωστόσο, μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε για εκτιμήσεις και γενικεύσεις, επειδή επαναλαμβάνονται σταθερά κατά την αποτίμηση της εξέλιξής του, άρα είναι δυνατόν να βγουν συμπεράσματα για τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι δεν υπάρχει ανάπτυξη που να μην έχει ταξικό χαρακτήρα.
Μετά τη νίκη της αντεπανάστασης, διάφοροι αστοί μελετητές και οι οπορτουνιστές, που χρησιμοποιούν ως κριτήριο το ΑΕΠ ή και άλλους δείκτες, όπως είναι η διάρθρωση της καπιταλιστικής οικονομίας - δηλαδή από την άποψη της αναλογικής συμμετοχής της αγροτικής, βιομηχανικής παραγωγής, της κλαδικής διάρθρωσης της βιομηχανίας, της τεχνολογίας παραγωγής ενέργειας ή υπολογίζουν το μέγεθος του κρατικού τομέα - με βάση αυτά τα κριτήρια και μόνο κατέληξαν στο ιδεολόγημα ότι δεν ήταν δυνατόν να οικοδομηθεί στην ΕΣΣΔ ο σοσιαλισμός, εξαιτίας της χαμηλής καπιταλιστικής ανάπτυξης της τότε Ρωσίας. Ισχυρίζονται ότι στην ΕΣΣΔ με την επανάσταση συντελέστηκε μόνο το πέρασμα από την "αγροτική" στη "βιομηχανική" κοινωνία, προσθέτοντας τη γνωστή παρατήρηση ότι η εξουσία ήταν αυταρχική, άρα δεν ήταν σοσιαλισμός. Καταλήγουν ότι στην ΕΣΣΔ ήταν κρατικός καπιταλισμός ή μια νέα πρωτότυπη εκμεταλλευτική κοινωνία»(από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002, σελ. 95-96).
Ο Λένιν, παραμονές της Οχτωβριανής Επανάστασης (Απρίλης 1917), επισήμανε: «Το προλεταριάτο της Ρωσίας... δρα σε μια από τις πιο καθυστερημένες χώρες της Ευρώπης, μέσα σε μάζα μισοαγροτικού πληθυσμού... θα ήταν τεράστιο λάθος... ότι η εργατική τάξη πρέπει να υποστηρίζει την αστική τάξη, ή ότι πρέπει να περιορίζει τη δράση της σε παραδεκτά από τους μικροαστούς πλαίσια, ή ότι πρέπει να παραιτηθούμε από τον καθοδηγητικό ρόλο του προλεταριάτου, στο να εξηγεί στο λαό ότι πρέπει να γίνουν χωρίς αναβολή μια σειρά βήματα προς το σοσιαλισμό, που έχουν καταστεί πρακτικά επίκαιρα».
Και παρακάτω επισημαίνει: «Η επανάσταση είναι αστική, γι' αυτό και δεν πρέπει να μιλάμε για σοσιαλισμό, λένε οι αντίπαλοι. Μα, εμείς θα πούμε το αντίθετο: Επειδή η αστική τάξη δεν μπορεί να βγει από την κατάσταση που δημιουργήθηκε, η επανάσταση προχωρεί παραπέρα.... να εξηγούμε την κατάσταση στις μάζες και να υποδείχνουμε μια σειρά πρακτικά μέτρα: Να πάρουν στα χέρια τους τα καπιταλιστικά συνδικάτα (σ.σ. μορφή μονοπωλίων), να τα ελέγχουν μέσω των Σοβιέτ... Κι όταν πραγματοποιηθούν όλα αυτά τα μέτρα, θα έχουν σαν αποτέλεσμα να βάλει τη Ρωσία με το ένα πόδι στο σοσιαλισμό». Σε σχέση με την αγροτιά, έλεγε ότι η εξουσία των Σοβιέτ πρέπει να εθνικοποιήσει τη γη, να τη μοιράσει στους αγρότες (Λένιν «Απαντα», τ. 30, σελ. 444, 445, 446).
Ο Λένιν τόνιζε ως προς την Επανάσταση το χαρακτήρα της εξουσίας (εξουσία της εργατικής τάξης), τη συμμαχία της με την αγροτιά και την κοινωνικοποίηση των τομέων της οικονομίας που κυριαρχούν τα μονοπώλια. Και στην καθυστερημένη, σε σχέση με τη Δυτική Ευρώπη, Ρωσία, κυριαρχούσαν τα μονοπώλια, ενώ η ίδια έκανε ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Ηταν, δηλαδή, στο ανώτατο και τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού.
Επομένως, το καθοριστικό κριτήριο δεν είναι το ΑΕΠ και η διάρθρωσή του, από την άποψη της αναλογικής συμμετοχής της αγροτικής, βιομηχανικής παραγωγής, της κλαδικής διάρθρωσης της βιομηχανίας, της τεχνολογίας παραγωγής ενέργειας ή υπολογίζουν το μέγεθος του κρατικού τομέα, αλλά τα κριτήρια που έθετε ο Μαρξ (μετοχική εταιρία, μονοπώλιο, μισθωτή εργασία, όξυνση της βασικής αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνικοποίηση της παραγωγής και την ατομική καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της). Είναι άλλο ζήτημα η μεταβατική περίοδος και πόσο θα διαρκέσει, τι μέτρα χρειάζονται να παρθούν σ' αυτήν, έτσι που να διατηρούν και να ενισχύουν τη συμμαχία της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα, ώστε η εργατική εξουσία να στηρίζεται από την πλειοψηφία του πληθυσμού και να οικοδομεί το σοσιαλισμό, και διαφορετικό ότι, π.χ., στην ΕΣΣΔ δεν οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός. Αντικειμενικά, με την εμφάνιση της μετοχικής εταιρίας και του μονοπωλίου, η αστική τάξη είναι περιττή, ως τάξη που μπορεί να οδηγεί την κοινωνική εξέλιξη. Αντίθετα, τη φρενάρει. Κι ας είναι η μισθωτή εργασία μειοψηφία στον πληθυσμό.
«Και εμείς δίναμε και δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στη μελέτη των ιστορικών συνθηκών, στις οποίες κυριάρχησε ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και εδραιώθηκε το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος. Και σήμερα μελετάμε τις επιβιώσεις της καπιταλιστικής καθυστέρησης, τη μικρή εμπορευματική παραγωγή, στη μεταποίηση και στην αγροτική οικονομία...
Η χώρα μας, σε σχέση με τις ισχυρές καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης, διαθέτει μεγαλύτερο εύρος μικρής παραγωγής, όμως ο μικρός και μεσαίος παραγωγός είναι υποταγμένος στην καπιταλιστική παραγωγή. Το μεγαλύτερο βάρος των μικροαστικών στρωμάτων το παίρνουμε σοβαρά υπόψη στη στρατηγική συμμαχιών στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Στη βάση αυτή, υποστηρίζουμε ότι στην Ελλάδα είναι ώριμες οι υλικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό...» (έχουμε ήδη δώσει πιο πάνω ενδεικτικά στοιχεία) (Από τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002, σελ. 96).
Ο Λένιν τόνιζε ότι: «Η σοσιαλιστική επανάσταση... δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά το ξέσπασμα της μαζικής πάλης όλων των καταπιεζομένων και δυσαρεστημένων. Αναπόφευκτα, θα πάρουν μέρος σ' αυτήν τμήματα των μικροαστών και των καθυστερημένων εργατών - χωρίς μια τέτοια συμμετοχή δεν είναι δυνατή η μαζική πάλη, δεν είναι δυνατή καμιά επανάσταση... Αντικειμενικά, θα επιτίθενται ενάντια στο κεφάλαιο, και η συνειδητή εμπροσθοφυλακή της επανάστασης, το πρωτοπόρο προλεταριάτο... θα μπορέσει να τη συνενώσει και να την κατευθύνει, να καταχτήσει την εξουσία, να καταλάβει τις τράπεζες, να απαλλοτριώσει τα μισητά για όλους (αν και για διάφορους λόγους!) τραστ και να πραγματοποιήσει άλλα δικτατορικά μέτρα, που στο σύνολό τους μας δίνουν την ανατροπή της αστικής τάξης και τη νίκη του σοσιαλισμού (Λένιν: «Απαντα», τ. 30, σελ. 54-55).
Η πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ στις σύγχρονες συνθήκες είναι η πολιτική του αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης για τη λαϊκή εξουσία, το σοσιαλισμό (βλέπε Πρόγραμμα του ΚΚΕ και απόφαση του 16ου Συνεδρίου του ΚΚΕ «Για το αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο»).