Με τίτλο «Ο Διάλογος των Βρυξελλών», η «παράλληλη»
αυτή Σύνοδος έχει ως διακηρυγμένο στόχο να στοιχίσει πίσω από τα
προτάγματα της λυκοσυμμαχίας ενισχύοντας «τις σχέσεις μεταξύ των πολιτών
των κρατών - μελών του ΝΑΤΟ και των εταίρων κρατών, των ηγετών τους και
της συμμαχίας, βοηθώντας τους να διερευνήσουν τις διασταυρώσεις μεταξύ ασφάλειας, διπλωματίας, επιχειρήσεων και κοινωνίας».
Αλλωστε, διοργανώνεται «σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ», από το Ατλαντικό Συμβούλιο («Atlantic Council»), το Γερμανικό Ταμείο Marshall («German Marshall Fund» -GMF), τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου («Munich Security Conference» - MSC) και τις «Γυναίκες στη Διεθνή Ασφάλεια («Women in International Security» - WIIS), τέσσερις οργανώσεις - «δεξαμενές σκέψεις», με μεγάλη πείρα στη ζύμωση και προώθηση των επικίνδυνων σχεδιασμών του ευρωατλαντικού άξονα.
Η
ίδια η θεματολογία της παρα-συνόδου είναι ενδεικτική των συγκρούσεων
που οξύνονται. Π.χ. στην ενότητα με τίτλο «Μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια
τάξη και μια συμμαχία υπό πίεση», στα προπαρασκευαστικά κείμενα
διαβάζουμε: «Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες λαμβάνει χώρα
σε μια εποχή που ο κόσμος είναι ταραχώδης με τρόπους που δεν
παρατηρούνται εδώ και πολλές δεκαετίες. Οι παγκόσμιες μετατοπίσεις
δύναμης, οι αναδυόμενες και οι αναθεωρητικές δυνάμεις, οι νέες
τεχνολογίες, οι θυελλώδεις εγχώριες πολιτικές σε ολόκληρη τη Δύση, η
μαζική μετανάστευση και τα αποδυναμωμένα κράτη στη Μέση Ανατολή και τη
Βόρεια Αφρική συνετέλεσαν στο να τίθεται υπό αμφισβήτηση το μέλλον της παγκόσμιας τάξης.
Ο τρόπος με τον οποίο ο κόσμος θα ταξιδέψει σε αυτά τα ασταθή νερά στα
επόμενα χρόνια θα καθορίσει αν μπορεί να βρεθεί μια νέα τάξη ή εάν οδεύουμε συλλογικά σε μια εποχή παγκόσμιας διαταραχής».
Στενά συνδεδεμένη με τα παραπάνω είναι και η θεματική με τίτλο «Πέρα από την Φιλελεύθερη Τάξη: Πώς να αντιμετωπίσουμε Ρωσία και Κίνα».
Γράφουν στα σχετικά κείμενα: «Στη σχεδόν 70χρονη ιστορία της, η Συμμαχία έκανε πολλά για να ενισχύσει, να διατηρήσει και να προωθήσει τα ιδανικά που "προάγουν τη σταθερότητα και την ευημερία". Ωστόσο, ο 21ος αιώνας παρέχει ένα "κόντρα - αφήγημα" σε αυτό το σύστημα και σύνολο αξιών». Αποδίδουν αυτό το «εναλλακτικό μοντέλο» σε Ρωσία και Κίνα, χαρακτηρίζοντάς το «συχνά ασυμβίβαστο με το διεθνές σύστημα που καθιερώθηκε μετά τον Β' ΠΠ και τους κανόνες που υποστηρίζει η Συμμαχία».
Ενώ παραπέμποντας εμμέσως στα γεγονότα της Ουκρανίας και νωρίτερα της Γεωργίας, σημειώνουν ότι «η στρατιωτική σύγκρουση και η χρήση βίας στην Ευρώπη επέστρεψαν».
«Η Ρωσία έχει αποδειχτεί ότι είναι περισσότερο γεωπολιτικά και στρατιωτικά δυναμική την τελευταία δεκαετία. Πέρα από αυτό, η άνοδος της Κίνας επιταχύνθηκε. Επιπλέον, το έχει κάνει σε μεγάλο βαθμό σε ανταγωνισμό με τη φιλελεύθερη δημοκρατική τάξη, καθώς έχει επενδύσει οικονομικά και πολιτικά σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές και έχει δημιουργήσει ανταγωνιστικούς θεσμούς», σημειώνεται στα σχετικά κείμενα.
Σε
αυτό το πλαίσιο, ξεχωρίζει η ειδική θεματική για την Ενέργεια, με τίτλο
«Η Ενέργεια ως εργαλείο πολιτικής επιρροής»: «Μια αξιόπιστη παροχή
Ενέργειας είναι θεμελιώδης για τις σύγχρονες κοινωνίες,
συμπεριλαμβανομένων των μελών του ΝΑΤΟ. Αλλά, πρόσφατα, η Ενέργεια
χρησιμοποιήθηκε επίσης ως όπλο για να γονατίσει έθνη ή να αποσπάσει
παραχωρήσεις», σημειώνεται «δείχνοντας» ξεκάθαρα τη Ρωσία, ενώ
περιγράφοντας ένα ζήτημα που προκαλεί αντιθέσεις και εντός του
ευρωατλαντικού άξονα, προστίθεται ότι «η διατλαντική κοινότητα έχει
αρχίσει να αντιμετωπίζει την ενεργειακή ανασφάλεια και την καθιέρωση πιο διαφοροποιημένων δικτύων προμηθευτών που θα διασφαλίσουν την προμήθεια όσο και θα μειώνουν τα ενεργειακά τρωτά σημεία. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις, ιδίως με σχέδια όπως το "Nord Stream 2" της Ρωσίας».
Σε ό,τι αφορά τα ευρωατλαντικά σχέδια για Μ. Ανατολή και Β. Αφρική, ενδεικτικά είναι όσα καταγράφονται στην ενότητα με τίτλο «Αστάθεια στη γειτονιά του ΝΑΤΟ»:
«Σήμερα, η συλλογική ασφάλεια της Συμμαχίας συνεπάγεται κάτι περισσότερο από απλή άμυνα σε ένα μέτωπο. Μια πιο ισχυρή Ρωσία απειλεί την ευρωπαϊκή ασφάλεια και τα διατλαντικά συμφέροντα, ενώ η αστάθεια στη νότια περιφέρεια της Ευρώπης, η τρομοκρατία και οι επιπτώσεις από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική περιοχή ("MENA region") επηρεάζουν την ασφάλεια σε όλη την Ευρώπη και τον Ατλαντικό.
Το Αφγανιστάν παραμένει επίσης βασική προτεραιότητα για τη Συμμαχία. Ο διαρκής χαρακτήρας της επικρατούσας ανασφάλειας δημιουργεί μακροπρόθεσμες προκλήσεις, που ξεπερνούν κατά πολύ τη διαχείριση κρίσεων. Το ΝΑΤΟ πρέπει να ανταποκριθεί σε αυτήν τη συνεχιζόμενη αστάθεια για να εξασφαλίσει την ασφάλεια των μελών του στον 21ο αιώνα», υπογραμμίζουν.
Για
να αντιμετωπίσουν, δε, τα παραπάνω, (και) στην παρα-σύνοδο βάζουν
ανοικτά θέμα να ενισχυθούν οι στρατιωτικές δυνατότητες της ΕΕ, ωστόσο
συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά προς το ΝΑΤΟ. Προετοιμάζοντας τις
τοποθετήσεις στην ειδική ενότητα με τίτλο «Το μέλλον της ευρωπαϊκής
άμυνας», γράφουν:
«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στον τομέα της άμυνας αποτελεί από καιρό μέρος του προϋπολογισμού της ΕΕ (...). Από το 2016, η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει δρομολογήσει διάφορες πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένης της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της ΕΕ (PESCO). Μια ισχυρότερη Ευρώπη σημαίνει επίσης ότι τα κράτη - μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη στις επιχειρήσεις και να ανταποκριθούν στη μακρόχρονη απαίτηση των ΗΠΑ για πιο ισόρροπη κατανομή των βαρών εντός της Συμμαχίας.
Ομως (...) υπάρχει άμεσο συμφέρον να το πράξει με τέτοιο τρόπο ώστε να συμπληρώνει και όχι να αντικρούει τις υπάρχουσες και μελλοντικές αποστολές, ικανότητες και προτεραιότητες του ΝΑΤΟ.
Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να ξεπεράσει κάποιες άλλες γνωστές προκλήσεις για την προώθηση της αμυντικής της ολοκλήρωσης, συμπεριλαμβανομένης της υπέρβασης των διαφορετικών προτεραιοτήτων των κρατών - μελών και της μετατροπής της πολύπλοκης γραφειοκρατίας της ΕΕ σε πιο ευέλικτη δομή λήψης αποφάσεων», βάζει επίσης θέμα που ακουμπά σε διαφορετικά συμφέροντα εντός της λυκοσυμμαχίας τους, αλλά και μιας πιο συγκεντρωτικής διοίκησης, που θα μπορεί να αποφασίζει άμεσα και χωρίς πολλά - πολλά διαβούλια στρατιωτικές ενέργειες εκτός συνόρων της ΕΕ, όπου κριθεί ότι διακυβεύονται συμφέροντα ευρωατλαντικών επιχειρηματικών ομίλων.
Τονίζει, άλλωστε, ότι η σχέση ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι «αναγκαιότητα, όχι επιλογή». Οτι «στο σημερινό στρατηγικό περιβάλλον, η συνεργασία ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι πιο σημαντική από ποτέ».
Εξ ου και βάζει θέμα προς εξέταση σε άλλη θεματική, ότι η τέτοια συνεργασία «έχει αποδειχθεί μερικές φορές δύσκολη και απογοητευτική». Οι διοργανωτές της παρα-συνόδου εξηγούν: «Ορισμένοι ανησυχούν ότι πάρα πολύ μεγάλο μέρος της δουλειάς που γίνεται περιορίζεται σε διακηρύξεις και δηλώσεις και δεν έχει ακόμη μεταφραστεί σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Αλλοι ανησυχούν ότι οι πολιτικοί περιορισμοί μπορεί να συνεχίσουν να αποτρέπουν μια πραγματική εταιρική σχέση ΝΑΤΟ - ΕΕ».
Ενδεικτικοί,
άλλωστε, των δολοφονικών σχεδιασμών είναι και οι «προβληματισμοί» στην
ενότητα «Η Νέα Πυρηνική Εποχή», όπου διαβάζουμε: «Διαμορφώνεται μια δεύτερη πυρηνική εποχή, που χαρακτηρίζεται από περισσότερους παράγοντες και λιγότερη σταθερότητα. Στη Σύνοδο Κορυφής της Βαρσοβίας το 2016, τα κράτη - μέλη του ΝΑΤΟ επανέλαβαν τη μακρόχρονη θέση τους ότι "όσο υπάρχουν πυρηνικά όπλα, το ΝΑΤΟ θα παραμείνει μια πυρηνική συμμαχία"
και επιβεβαίωσαν την "αποφασιστικότητά τους να αναζητήσουν έναν
ασφαλέστερο κόσμο για όλους και να δημιουργήσουν τις συνθήκες για έναν
κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα" (...)
Ωστόσο, ορισμένοι παρατηρητές υποστηρίζουν ότι οι αλλαγές στην τεχνολογία, το δόγμα και τη ρητορική, ιδίως στη Ρωσία, απαιτούν μια νέα συζήτηση σχετικά με τη στάση αποτροπής του ΝΑΤΟ και το πυρηνικό του οπλοστάσιο».
Ριζοσπάστης Παρασκευή 6 Ιούλη 2018
Αλλωστε, διοργανώνεται «σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ», από το Ατλαντικό Συμβούλιο («Atlantic Council»), το Γερμανικό Ταμείο Marshall («German Marshall Fund» -GMF), τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου («Munich Security Conference» - MSC) και τις «Γυναίκες στη Διεθνή Ασφάλεια («Women in International Security» - WIIS), τέσσερις οργανώσεις - «δεξαμενές σκέψεις», με μεγάλη πείρα στη ζύμωση και προώθηση των επικίνδυνων σχεδιασμών του ευρωατλαντικού άξονα.
«Μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια τάξη»
Στενά συνδεδεμένη με τα παραπάνω είναι και η θεματική με τίτλο «Πέρα από την Φιλελεύθερη Τάξη: Πώς να αντιμετωπίσουμε Ρωσία και Κίνα».
Γράφουν στα σχετικά κείμενα: «Στη σχεδόν 70χρονη ιστορία της, η Συμμαχία έκανε πολλά για να ενισχύσει, να διατηρήσει και να προωθήσει τα ιδανικά που "προάγουν τη σταθερότητα και την ευημερία". Ωστόσο, ο 21ος αιώνας παρέχει ένα "κόντρα - αφήγημα" σε αυτό το σύστημα και σύνολο αξιών». Αποδίδουν αυτό το «εναλλακτικό μοντέλο» σε Ρωσία και Κίνα, χαρακτηρίζοντάς το «συχνά ασυμβίβαστο με το διεθνές σύστημα που καθιερώθηκε μετά τον Β' ΠΠ και τους κανόνες που υποστηρίζει η Συμμαχία».
Ενώ παραπέμποντας εμμέσως στα γεγονότα της Ουκρανίας και νωρίτερα της Γεωργίας, σημειώνουν ότι «η στρατιωτική σύγκρουση και η χρήση βίας στην Ευρώπη επέστρεψαν».
«Η Ρωσία έχει αποδειχτεί ότι είναι περισσότερο γεωπολιτικά και στρατιωτικά δυναμική την τελευταία δεκαετία. Πέρα από αυτό, η άνοδος της Κίνας επιταχύνθηκε. Επιπλέον, το έχει κάνει σε μεγάλο βαθμό σε ανταγωνισμό με τη φιλελεύθερη δημοκρατική τάξη, καθώς έχει επενδύσει οικονομικά και πολιτικά σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές και έχει δημιουργήσει ανταγωνιστικούς θεσμούς», σημειώνεται στα σχετικά κείμενα.
Ενέργεια ως «εργαλείο» πολιτικής επιρροής και αστάθεια στα νότια
Σε ό,τι αφορά τα ευρωατλαντικά σχέδια για Μ. Ανατολή και Β. Αφρική, ενδεικτικά είναι όσα καταγράφονται στην ενότητα με τίτλο «Αστάθεια στη γειτονιά του ΝΑΤΟ»:
«Σήμερα, η συλλογική ασφάλεια της Συμμαχίας συνεπάγεται κάτι περισσότερο από απλή άμυνα σε ένα μέτωπο. Μια πιο ισχυρή Ρωσία απειλεί την ευρωπαϊκή ασφάλεια και τα διατλαντικά συμφέροντα, ενώ η αστάθεια στη νότια περιφέρεια της Ευρώπης, η τρομοκρατία και οι επιπτώσεις από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική περιοχή ("MENA region") επηρεάζουν την ασφάλεια σε όλη την Ευρώπη και τον Ατλαντικό.
Το Αφγανιστάν παραμένει επίσης βασική προτεραιότητα για τη Συμμαχία. Ο διαρκής χαρακτήρας της επικρατούσας ανασφάλειας δημιουργεί μακροπρόθεσμες προκλήσεις, που ξεπερνούν κατά πολύ τη διαχείριση κρίσεων. Το ΝΑΤΟ πρέπει να ανταποκριθεί σε αυτήν τη συνεχιζόμενη αστάθεια για να εξασφαλίσει την ασφάλεια των μελών του στον 21ο αιώνα», υπογραμμίζουν.
«Η ΕΕ να αναλάβει μεγαλύτερες ευθύνες»
«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στον τομέα της άμυνας αποτελεί από καιρό μέρος του προϋπολογισμού της ΕΕ (...). Από το 2016, η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει δρομολογήσει διάφορες πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένης της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της ΕΕ (PESCO). Μια ισχυρότερη Ευρώπη σημαίνει επίσης ότι τα κράτη - μέλη της ΕΕ θα μπορούσαν να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη στις επιχειρήσεις και να ανταποκριθούν στη μακρόχρονη απαίτηση των ΗΠΑ για πιο ισόρροπη κατανομή των βαρών εντός της Συμμαχίας.
Ομως (...) υπάρχει άμεσο συμφέρον να το πράξει με τέτοιο τρόπο ώστε να συμπληρώνει και όχι να αντικρούει τις υπάρχουσες και μελλοντικές αποστολές, ικανότητες και προτεραιότητες του ΝΑΤΟ.
Η Ευρώπη θα πρέπει επίσης να ξεπεράσει κάποιες άλλες γνωστές προκλήσεις για την προώθηση της αμυντικής της ολοκλήρωσης, συμπεριλαμβανομένης της υπέρβασης των διαφορετικών προτεραιοτήτων των κρατών - μελών και της μετατροπής της πολύπλοκης γραφειοκρατίας της ΕΕ σε πιο ευέλικτη δομή λήψης αποφάσεων», βάζει επίσης θέμα που ακουμπά σε διαφορετικά συμφέροντα εντός της λυκοσυμμαχίας τους, αλλά και μιας πιο συγκεντρωτικής διοίκησης, που θα μπορεί να αποφασίζει άμεσα και χωρίς πολλά - πολλά διαβούλια στρατιωτικές ενέργειες εκτός συνόρων της ΕΕ, όπου κριθεί ότι διακυβεύονται συμφέροντα ευρωατλαντικών επιχειρηματικών ομίλων.
Τονίζει, άλλωστε, ότι η σχέση ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι «αναγκαιότητα, όχι επιλογή». Οτι «στο σημερινό στρατηγικό περιβάλλον, η συνεργασία ΝΑΤΟ - ΕΕ είναι πιο σημαντική από ποτέ».
Εξ ου και βάζει θέμα προς εξέταση σε άλλη θεματική, ότι η τέτοια συνεργασία «έχει αποδειχθεί μερικές φορές δύσκολη και απογοητευτική». Οι διοργανωτές της παρα-συνόδου εξηγούν: «Ορισμένοι ανησυχούν ότι πάρα πολύ μεγάλο μέρος της δουλειάς που γίνεται περιορίζεται σε διακηρύξεις και δηλώσεις και δεν έχει ακόμη μεταφραστεί σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Αλλοι ανησυχούν ότι οι πολιτικοί περιορισμοί μπορεί να συνεχίσουν να αποτρέπουν μια πραγματική εταιρική σχέση ΝΑΤΟ - ΕΕ».
«Η Νέα Πυρηνική Εποχή»
Ωστόσο, ορισμένοι παρατηρητές υποστηρίζουν ότι οι αλλαγές στην τεχνολογία, το δόγμα και τη ρητορική, ιδίως στη Ρωσία, απαιτούν μια νέα συζήτηση σχετικά με τη στάση αποτροπής του ΝΑΤΟ και το πυρηνικό του οπλοστάσιο».
Ριζοσπάστης Παρασκευή 6 Ιούλη 2018