ΜΟΝΟΛΟΓΩΝΤΑΣ ΓΙΑ ΦΟΒΟΥΣ
Απειλές για κλείσιμο των βορείων συνόρων στη χώρα μας για περιορισμό της ροής των προσφύγων και διαβεβαιώσεις για τη δυνατότητα διαχείρισης αυτής της απειλής από υπουργούς, όπως ο αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γ. Μουζάλας, υποστήριξη από την κυβέρνηση της απόφασης για ανάπτυξη νατοϊκών δυνάμεων στο Αιγαίο για την αντιμετώπιση του ζητήματος των προσφύγων, μάλιστα ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος αφιέρωσε αυτήν την απόφαση στους σκοτωμένους αξιωματικούς που επέβαιναν στο ελικόπτερο του πολεμικού ναυτικού που συντρίφτηκε, συγκρούσεις MAT με κατοίκους περιοχών (Κω, Διαβατά) όπου ξεκίνησαν εργασίες για κατασκευή hotspot, κάποιες από τις ειδήσεις τελευταίων ημερών μαζί με το μαζικό συλλαλητήριο αγροτών κι άλλων εργαζομένων στο Σύνταγμα και τον παραπλανητικό λόγο της κυβέρνησης σε πολλά επίπεδα.
Και τι απομένει να σχολιάσει κανείς για χιλιοστή φορά; Τον κυνισμό στις πολιτικές αποφάσεις, την περιφρόνηση των αδυνάτων, του ανθρώπινου πόνου, των πιο ιερών αισθημάτων, την εκμετάλλευση κοινωνικών οραμάτων, την καταπίεση των συνειδήσεων, την ανανδρία μπροστά στην κοινή γνώμη φοβισμένων προβάτων που μεταμφιέζονται σε πολιτικούς, με σκοπό να κρατούν άβουλη τη μάζα να μην ξέρει τη δύναμή της και να αφήνεται να την οδηγεί όπου θέλει μια φούχτα ανθρώπων που το κέρδος είναι σκοπός ζωής; Μια φούχτα άνθρωποι που κρύβουν το πρόσωπό τους πίσω από ένα κοπάδι μασκοφόρων που τους υπηρετεί, κι είναι πολιτικοί, διανοούμενοι, τεχνοκράτες κλπ, ένα σκυλολόι που αδειάζει τις τσέπες του κόσμου πίσω από την πλάτη του απειλώντας και τη ζωή του, που φαντάζεται πως μας αποζημιώνει κάνοντας γαργάρες με ξεθυμασμένες λέξεις, δημοκρατία, ελευθερία, δικαιώματα και άλλα συναφή. Κι έτσι μοιάζουν να είναι τόσο πολλοί! Ο πιο άνανδρος τύραννος είναι ένα εκατομμύριο άνανδροι μαζί. Και μας αλυσοδένουν ενώ μας λένε πως είμαστε ο κυρίαρχος λαός κι εμείς τους πιστεύουμε υπακούοντάς τους, και μας διαθέτουν όπως θέλουν σαν ζώα σε πλειστηριασμό.
Εξι χρόνια τώρα αναζητούμε τις γνώμες ειδικών να μάθουμε και να καταλάβουμε τι γίνεται και ρημάζει η ζωή μας, με τον καπιταλισμό στο απυρόβλητο, κι αναβάλλουμε την αντίδρασή μας και υποχωρούμε στις διεκδικήσεις μας. Λες και είμαστε υποχρεωμένοι ν’ αναβάλλουμε πάντοτε για την επόμενη κάθε μας πράξη αντίστασης και διεκδίκησης μέχρι που αναβάλλοντας από τη μια μέρα στην άλλη να φτάσουμε στην τελευταία μας μέρα εξαχρειωμένοι κι εξευτελισμένοι. Και όχι δεν αρκεί απλώς να επικρίνουμε, να καταγγέλλουμε ή να εξοργιζόμαστε, να ευσπλαχνιζόμαστε και να ελεούμε οι αναξιοπαθούντες τους εξαθλιωμένους. Ήδη το έχουμε βιώσει, λίγο ή πολύ οι περισσότεροι έχουμε αποχτήσει αυτήν την εμπειρία που αναφέρει ο Μπ. Μπρέχτ «η οργή, όπως και ο οίκτος, είναι κάτι το ποσοτικό, κάτι που υπάρχει σε τούτη ή σ’ εκείνη την ποσότητα και μπορεί να εξαντληθεί. Και το χειρότερο είναι ότι εξαντλούνται στο μέτρο που γίνονται πιο αναγκαία. Κάποιοι σύντροφοι μου είπαν: ¨Όταν αναφέραμε για πρώτη φορά ότι σφάζουν τους φίλους μας ακούστηκαν κραυγές φρίκης και υπήρξε μεγάλη βοήθεια. ΄Υστερα σφάχτηκαν εκατοντάδες. Αλλά μόλις σφάχτηκαν χιλιάδες και η σφαγή δεν τέλειωνε, απλώθηκε σιωπή και η βοήθεια λιγόστεψε. Ετσι είναι: “Όταν σωρεύονται τα εγκλήματα γίνονται αθέατα. Όταν τα βάσανα γίνονται ανυπόφορα δεν ακούγονται πια οι κραυγές. Βασανίζουν έναν άνθρωπο κι ο θεατής λιποθυμάει. Αυτό είναι φυσικό. Σαν πλεονάσει το έγκλημα κα πέφτει σαν τη βροχή, τότε κανείς δεν φωνάζει, σταματήστε”»
Εξι χρόνια τώρα αναζητούμε τις γνώμες ειδικών να μάθουμε και να καταλάβουμε τι γίνεται και ρημάζει η ζωή μας, με τον καπιταλισμό στο απυρόβλητο, κι αναβάλλουμε την αντίδρασή μας και υποχωρούμε στις διεκδικήσεις μας. Λες και είμαστε υποχρεωμένοι ν’ αναβάλλουμε πάντοτε για την επόμενη κάθε μας πράξη αντίστασης και διεκδίκησης μέχρι που αναβάλλοντας από τη μια μέρα στην άλλη να φτάσουμε στην τελευταία μας μέρα εξαχρειωμένοι κι εξευτελισμένοι. Και όχι δεν αρκεί απλώς να επικρίνουμε, να καταγγέλλουμε ή να εξοργιζόμαστε, να ευσπλαχνιζόμαστε και να ελεούμε οι αναξιοπαθούντες τους εξαθλιωμένους. Ήδη το έχουμε βιώσει, λίγο ή πολύ οι περισσότεροι έχουμε αποχτήσει αυτήν την εμπειρία που αναφέρει ο Μπ. Μπρέχτ «η οργή, όπως και ο οίκτος, είναι κάτι το ποσοτικό, κάτι που υπάρχει σε τούτη ή σ’ εκείνη την ποσότητα και μπορεί να εξαντληθεί. Και το χειρότερο είναι ότι εξαντλούνται στο μέτρο που γίνονται πιο αναγκαία. Κάποιοι σύντροφοι μου είπαν: ¨Όταν αναφέραμε για πρώτη φορά ότι σφάζουν τους φίλους μας ακούστηκαν κραυγές φρίκης και υπήρξε μεγάλη βοήθεια. ΄Υστερα σφάχτηκαν εκατοντάδες. Αλλά μόλις σφάχτηκαν χιλιάδες και η σφαγή δεν τέλειωνε, απλώθηκε σιωπή και η βοήθεια λιγόστεψε. Ετσι είναι: “Όταν σωρεύονται τα εγκλήματα γίνονται αθέατα. Όταν τα βάσανα γίνονται ανυπόφορα δεν ακούγονται πια οι κραυγές. Βασανίζουν έναν άνθρωπο κι ο θεατής λιποθυμάει. Αυτό είναι φυσικό. Σαν πλεονάσει το έγκλημα κα πέφτει σαν τη βροχή, τότε κανείς δεν φωνάζει, σταματήστε”»
Σήμερα η λαίλαπα φυσάει, ο κόσμος μας γίνεται ερείπια. Από το ένα λεπτό στο άλλο το ετοιμόρροπο οικοδόμημα, ο καπιταλισμός που συνεχώς τον αιμοδοτούμε, μπορεί να σωριαστεί πάνω μας. Και δεν θέλουμε να το πιστέψουμε και συνεχίζουμε τις αυταπάτες μας, ζούμε στο χείλος της αβύσσου και υποκρινόμαστε πως τίποτε δεν άλλαξε. Κι όμως το ξέρουμε πως η καταστροφή έχει μόνο αναβληθεί. Μερικά χρόνια κέρδος όμως δεν είναι ένας ολόκληρος κόσμος. Ο κόσμος έχει λεηλατηθεί από τη Λογική και το Δίκαιο της άρχουσας τάξης με τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις της. Στις καλές εποχές η όποια αμφιβολία μπορούσε και συμβιβαζόταν, συμφιλιωνόταν με τη λογική και τη ζωή, προσαρμοζόταν μια χαρά με το ζήσε τη ζωή σου άνετα. Μόνο που η τωρινή αμφιβολία δεν μπορεί παρά να είναι ένας τυφώνας από εξαθλίωση και κυνισμό που σαρώνει τα πάντα. Και αν πολλοί από μας συνεχίζουμε να διατηρούμε την ταξική μας βεβαιότητα και αλαζονεία, αλαζονεία μικροαστού, βρωμισμένη, τσαλακωμένη, φθαρμένη αυτή δεν θα μας βοηθήσει ούτε καν στην επιβίωση. Μείωση συντάξεων, πλειστηριασμοί, αύξηση εισφορών και φόρων –ποιος μικροαστός εξαιρείται;
Κι αν ακόμα πιστεύουμε πως δεν είμαστε γεννημένοι για τέτοιους καιρούς, πως ζώντας κάτω από μια τάξη και μέσα στα πλαίσιά της δεν μπορούμε παρά μόνο να την επικρίνουμε, αλλά πρέπει να πειθαρχούμε, η ίδια η πραγματικότητα πια δεν μας επιτρέπει ούτε να επαναπαυθούμε, έστω εξαθλιωμένοι, στη βαριά, μαλακιά, ζεστή αηδιαστική ατμόσφαιρα σαπισμένων προσδοκιών.
Είναι που πια, χωρίς αμφιβολία, ο πόλεμος έχει έρθει, έχει έρθει …εκεί πέρα βέβαια, μόνο που αυτό το εκεί πέρα δεν είναι τόσο μακριά. Ακόμα κι αν εμείς το βλέπουμε σαν σκηνικό σε δεύτερο πλάνο. Και είναι αλήθεια, θα μπορούσε, αν δεν βιώναμε προσφυγική κρίση, να θεωρηθεί ένα είδος αλατοπίπερου κι αυτός. Κι ίσως γι’ αυτό είναι δυνατό ακόμα να προβάλλεται ένας βερμπαλιστικός ανθρωπισμός, γιομάτος ακαθόριστο οίκτο, άτονη ειδυλλιακή πίστη για τα καλά αισθήματα όχι μόνο του φτωχού λαού, αλλά εν γένει του ανθρώπου. Ένας ιδεαλισμός του γραφείου που εμπιστεύεται την καλή φύση, την ανθρώπινη πρόοδο που προχωρά χωρίς εμπόδια στο ήσυχο δρομάκι της, τη σοφία των γεγονότων ακόμα και του πολέμου και της ήττας των …άλλων, για να πραγματοποιηθεί χωρίς πολλές προσπάθειες δικές μας ο καπιταλιστικός εκσυγχρονισμός της ανθρωπότητας.
Ακόμα και τώρα κανείς δεν πιστεύει στην σοβαρότητα της απειλής. Δεν βλέπουμε την όψη του κόσμου που αλλάζει. Με περιπολίες και φράχτες η δημοκρατική Ευρώπη νομίζει πως θα περιορίσει έξω από την αυλή της το σεισμό που η καπιταλιστική δύση προκάλεσε. Ότι το γκρέμισμα θα περιοριστεί εκεί πέρα, δεν θα μετατοπιστεί ο άνεμος να διαλύσει σε κουρέλια και τα δικά της σπίτια, ότι τα κοπάδια των ξετρελαμένων ανθρώπων που τριγυρνούν και χτυπιούνται από δω κι από κει θα μείνουν μακριά της. Κι εμείς μέσα στις αυταπάτες μας δεν βλέπουμε πως η κυρίαρχη τάξη στο «εκεί πέρα» φαίνεται να περιλαμβάνει και τη χώρα μας.
Μόνο που οι χιλιάδες εργαζόμενοι κι αγρότες που διαδήλωναν τις τελευταίες μέρες στο Σύνταγμα, όπως κι αυτοί στην απεργία της 4ης Φεβρουαρίου, όπως και όλοι αυτοί που στις επόμενες απεργίες και κινητοποιήσεις θα συμμετέχουν ενεργά όλο και περισσότεροι δεν επαναπαύονται, οργανώνονται, αγωνίζονται και μπορούν όλα να τα αλλάξουν.
Μόνο που οι χιλιάδες εργαζόμενοι κι αγρότες που διαδήλωναν τις τελευταίες μέρες στο Σύνταγμα, όπως κι αυτοί στην απεργία της 4ης Φεβρουαρίου, όπως και όλοι αυτοί που στις επόμενες απεργίες και κινητοποιήσεις θα συμμετέχουν ενεργά όλο και περισσότεροι δεν επαναπαύονται, οργανώνονται, αγωνίζονται και μπορούν όλα να τα αλλάξουν.