Το χρήμα: Σύντομη ιστορική αναδρομή
Οπως η εμπορευματική παραγωγή δεν υπήρχε πάντα ούτε θα υπάρχει πάντα, έτσι και το χρήμα δεν υπήρχε και δε θα υπάρχει πάντα.
Για να εμφανιστεί το χρήμα έπρεπε η εμπορευματική παραγωγή και η ανταλλαγή να περάσει μέσα από μια μακρόχρονη ιστορική διαδικασία.
Ετσι, στη μεγάλη αλυσίδα των εμπορευμάτων που έπαιζαν το ρόλο του εμπορεύματος - ισοδύναμου, ο χρυσός είναι ο τελευταίος κρίκος.
Βαθμιαία ο χρυσός πήρε μια ιδιαίτερη θέση στον κόσμο των εμπορευμάτων. Αρχισε να παίζει το ρόλο του εμπορεύματος - ισοδύναμου.
Τι είναι το εμπόρευμα - ισοδύναμο
Το εμπόρευμα που χρησιμοποιείται ως πρότυπο για την έκφραση της αξίας των άλλων εμπορευμάτων, λέγεται εμπόρευμα - ισοδύναμο. Το εμπόρευμα - ισοδύναμο στην αναπτυγμένη του μορφή είναι ακριβώς το χρήμα. Αλλά πριν εμφανιστεί το χρήμα, το εμπόρευμα - ισοδύναμο πέρασε ένα μακρόχρονο ιστορικό προτσές.
Σε διάφορες εποχές οι διάφοροι λαοί χρησιμοποιούσαν σαν γενικό ισοδύναμο, τα ζώα, τα δημητριακά, τα γουναρικά, τα μέταλλα, τα κοσμήματα κλπ.
Ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν σαν γενικό ισοδύναμο και ζωντανό εμπόρευμα, το δούλο, όπου 1 δούλος ισοδυναμούσε με 5 ταύρους.
Τα ευγενή μέταλλα
Ο χρυσός δεν είναι από τη φύση του χρήμα. Εγινε τέτοιο στη διάρκεια ενός μακρόχρονου ιστορικού προτσές ανάπτυξης της εμπορευματικής παραγωγής, της ανταλλαγής και των μορφών της αξίας.
Η μακρόχρονη πείρα έδειξε ότι τα ευγενή μέταλλα είναι τα πιο κατάλληλα για τις ανάγκες της εμπορευματικής κυκλοφορίας, γιατί έχουν τις παρακάτω ιδιότητες:
Ομοιογένεια. Οποιο μέγεθος και να έχουν ποιοτικά δε διαφέρουν μεταξύ τους.
Φορητότητα. Μεγάλη συμπυκνωμένη αξία στο χρυσό που επιτρέπει τη διατήρηση και τη μεταφορά από τόπο σε τόπο.
Διαιρετότητα. Μπορεί να διαιρεθεί σε πολλά κομμάτια χωρίς να χάνει μέρος του περιεχομένου του.
Διατηρησιμότητα. Δεν οξειδώνεται και δε χάνει την αξία του.
Οι βασικές μορφές της αξίας του εμπορεύματος
α) Απλή ή τυχαία μορφή. Αυτή συμβολίζεται ως εξής: Ε - Ε, (εμπόρευμα - εμπόρευμα). Για παράδειγμα, 1 τσεκούρι είναι ίσο με 20 κιλά σιτάρι. Αυτή είναι η σχετική μορφή, ή η ισοδύναμη μορφή.
β) Ολική ή αναπτυγμένη μορφή. Η ανάπτυξη του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και ύστερα από τον πρώτο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, το ξεχώρισμα της κτηνοτροφίας από τη γεωργία, οδήγησε στην εμφάνιση της ολικής μορφής του εμπορεύματος. Για παράδειγμα, 1 πρόβατο είναι ίσο με 40 κιλά σιτάρι, ή με 2 τσεκούρια, ή με 3 γραμμάρια χρυσού, κλπ. και μ' αυτή την αναλογία ανταλλάσσονται μεταξύ τους. Δηλαδή 40 κιλά σιτάρι είναι ίσα με 2 τσεκούρια, κλπ. Εδώ δημιουργούνται δυσκολίες στην ανταλλαγή, αφού δεν υπάρχει ακόμη ένα γενικό ισοδύναμο.
γ) Γενική μορφή. Με τον δεύτερο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, το ξεχώρισμα της βιοτεχνίας από τη γεωργία γίνεται το πέρασμα στη γενική μορφή του εμπορεύματος, όπου π.χ. 40 κιλά σιτάρι είναι ίσα με 1 πρόβατο, ή 20 μέτρα πανί είναι ίσα με 1 πρόβατο, ή 2 τσεκούρια είναι ίσα με 1 πρόβατο, ή 3 γραμμάρια χρυσού είναι ίσα με 1 πρόβατο, κλπ.
«Τα εμπορεύματα εκφράζουν τώρα τις αξίες τους:
1. Απλά, γιατί τις εκφράζουν με ένα μοναδικό εμπόρευμα.
2. Ενιαία, γιατί τις εκφράζουν με το ίδιο εμπόρευμα.
3. Η μορφή της αξίας τους είναι απλή και κοινή, και γι' αυτό γενική».1
δ) Η πληθώρα των εμπορευμάτων ως γενικό ισοδύναμο ήρθε σε αντίθεση με τις ανάγκες της αγοράς, που απαιτούσε το πέρασμα στη χρηματική μορφή τής αξίας: Ετσι 40 κιλά σιτάρι είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού, ή 20 μέτρα πανί είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού ή 4 πρόβατα είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού ή 2 τσεκούρια είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού κλπ.
Τώρα η αξία όλων των εμπορευμάτων εκφράζεται με την αξία χρήσης του χρυσού που έγινε γενικό ισοδύναμο. Το χρήμα, επομένως, είναι το γενικό ισοδύναμο ανταλλαγής των εμπορευμάτων στην αγορά.
1. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, σελ. 79.
Του
Γιώργου ΠΟΛΥΜΕΡΙΔΗ
Πηγή: Ριζοσπάστης
Αναρτήθηκε από Αντωνης στις 8:53 π.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια: Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!
Μοιραστείτε το στο Twitter
Μοιραστείτε το στο Facebook
Σύνδεσμοι σε αυτήν την ανάρτηση
Ετικέτες Πολιτική Οικονομία, Πολυμερίδης
Σειρά εκλαϊκευτικών άρθρων Ριζοσπάστη για την Πολιτική Οικονομία-Η εμφάνιση και ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής
Η εμφάνιση και ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής
Η εμπορευματική παραγωγή δεν υπήρχε και δε θα υπάρχει πάντα. Θα πάψει να υπάρχει μόνο στις συνθήκες της δεύτερης φάσης του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής.
Τα πρώτα έμβρυα της εμπορευματικής παραγωγής εμφανίζονται ακόμα κατά την περίοδο της αποσύνθεσης του πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος, δηλαδή πριν 7.000 χρόνια.
Η εμπορευματική παραγωγή υπήρχε και στη δουλοκτητική κοινωνία και στη φεουδαρχία. Σε αυτά τα κοινωνικά συστήματα, όμως, η εμπορευματική παραγωγή δεν ήταν κυρίαρχη γιατί:
Πρώτο, η παραγωγή των εμπορευμάτων ήταν περιορισμένη, επειδή κυριαρχούσαν οι φυσικές μορφές παραγωγής.
Δεύτερο, οι προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής από την ίδια τους την εσωτερική δομή, δεν απαιτούσαν τη μετατροπή των προϊόντων της εργασίας σε εμπορεύματα και μπορούσαν να υπάρχουν ανεξάρτητα από το αν υπήρχε ή όχι εμπορευματική παραγωγή.
Τρίτο, στους προκαπιταλιστικούς κοινωνικο-οικονομικούς σχηματισμούς η εμπορευματική μορφή των προϊόντων ήταν ένα ιδιόμορφο «ξένο σώμα», που δε βοηθούσε στο δυνάμωμά τους.
Μόνο στον καπιταλισμό η εμπορευματική παραγωγή αποχτάει καθολικό χαρακτήρα. Εδώ τα πάντα πωλούνται και αγοράζονται. Αντικείμενο αγοραπωλησίας γίνεται και η ίδια η εργατική δύναμη (ΕΔ) του ανθρώπου.
Το εμπόρευμα γίνεται «οικονομικό κύτταρο», ένα στοιχείο που είναι εσωτερικά αναγκαίο για το καπιταλιστικό σύστημα και που χωρίς αυτό η εμφάνιση και η ύπαρξη του καπιταλισμού είναι κατ' αρχήν αδύνατη.
Στο οικονομικό αυτό κύτταρο που λέγεται εμπόρευμα εμπεριέχονται τα κύρια χαρακτηριστικά και οι αντιθέσεις του καπιταλισμού.
Αυτός είναι ο λόγος που ο Κ. Μαρξ γράφει: «Ο πλούτος των κοινωνιών, όπου κυριαρχεί ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής εμφανίζεται σαν ένας "τεράστιος σωρός εμπορευμάτων" και το ξεχωριστό εμπόρευμα σαν η στοιχειώδικη μορφή του. Γι' αυτό η έρευνά μας αρχίζει με την ανάλυση του εμπορεύματος».1
Τι είναι εμπορευματική παραγωγή
Η εμπορευματική παραγωγή είναι τέτοια μορφή οργάνωσης της παραγωγής, στην οποία τα προϊόντα παράγονται όχι για την κατανάλωση από τον παραγωγό τους, αλλά προορίζονται για την αγορά, για την πώληση.
Εδώ οι οικονομικές σχέσεις των ανθρώπων εκδηλώνονται μέσω της ανταλλαγής των εμπορευμάτων, διαμέσου της αγοράς.
Η μορφή της παραγωγής δεν μπορεί να διαλέγεται από τους ανθρώπους αυθαίρετα, γιατί εξαρτάται από τις συνθήκες που διαμορφώνονται αντικειμενικά.
Για την εμφάνιση και την ύπαρξη της εμπορευματικής παραγωγής απαιτείται ο συνδυασμός δύο προϋποθέσεων:
Πρώτο, είναι ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, σύμφωνα με τον οποίο οι διάφοροι παραγωγοί ειδικεύονται στην παραγωγή καθορισμένων ειδών.
Δεύτερο, είναι το οικονομικό ξεχώρισμα. Δηλαδή η εμφάνιση και η ύπαρξη της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και στα προϊόντα της εργασίας.
Οι δύο τύποι της εμπορευματικής παραγωγής
Υπάρχουν δύο τύποι εμπορευματικής παραγωγής:
Α) Η ΜΙΚΡΗ εμπορευματική παραγωγή στηρίζεται:
α) Στη μικρή ιδιοκτησία των ίδιων παραγωγών (αγροτών και βιοτεχνών).
β) Στην προσωπική εργασία των ίδιων των παραγωγών και των μελών των οικογενειών τους. (Δηλαδή, δεν υπάρχει χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση ξένης εργασίας).
γ) Γίνεται για τη συντήρηση και την εξασφάλιση των ίδιων των παραγωγών και των οικογενειών τους.
δ) Σε αυτή χρησιμοποιούνται χειρωνακτικά ή πολύ απλά μηχανικά μέσα παραγωγής.
ε) Αυτή είναι μικρή κομματιασμένη παραγωγή.
Β. Η ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ εμπορευματική παραγωγή στηρίζεται:
α) Στην ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία.
β) Στη χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση ξένης μισθωτής εργασίας των εργατών.
γ) Γίνεται με σκοπό το κέρδος και τον πλουτισμό των καπιταλιστών.
δ) Χρησιμοποιεί σύγχρονα μέσα παραγωγής.
ε) Είναι μεγάλη μαζική παραγωγή.
ΤΑ ΚΟΙΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ και των δύο τύπων εμπορευματικής παραγωγής είναι:
α) Στηρίζονται στην ατομική ιδιοκτησία μέσων παραγωγής.
β) Οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις γίνονται διά μέσου της ανταλλαγής, έχουν στοιχειακό και άναρχο χαρακτήρα.
Το εμπόρευμα και οι ιδιότητές του
Το κάθε πράγμα, το κάθε προϊόν από μόνο του δεν είναι εμπόρευμα.
Ενα πράγμα μπορεί να είναι αξία χρήσης, χωρίς να είναι αξία.
Αυτό γίνεται στην περίπτωση που ωφελεί τον άνθρωπο χωρίς τη μεσολάβηση της εργασίας. Π.χ. τέτοια είναι ο αέρας, το παρθένο δάσος, τα φυσικά λιβάδια, οι φράουλες κλπ.
Ενα πράγμα μπορεί να είναι ωφέλιμο και προϊόν της ανθρώπινης εργασίας χωρίς να είναι εμπόρευμα. Π.χ. όταν ένας άνθρωπος ικανοποιεί τη δική του ανάγκη με το δικό του προϊόν δημιουργεί αξία χρήσης, αλλά δε δημιουργεί εμπόρευμα.
Για να παράγει κανείς εμπόρευμα, δεν πρέπει να παράγει απλώς αξία χρήσης, αλλά αξία χρήσης για άλλους, κοινωνική αξία χρήσης.
Και όχι απλώς για άλλους. Ο αγρότης του μεσαίωνα παρήγαγε το στάρι που έδινε στο φεουδάρχη αφέντη και το στάρι της δεκάτης για τον παπά. Και όμως, ούτε το στάρι για το φεουδάρχη του, ούτε το στάρι για τον παπά γινόταν εμπόρευμα επειδή παράγονταν για άλλους.
Για να γίνει το προϊόν εμπόρευμα, πρέπει να μεταβιβαστεί μέσω της ανταλλαγής στον άλλο, σε αυτόν που του χρησιμεύει σαν αξία χρήσης.
Τέλος, κανένα πράγμα δεν μπορεί να είναι αξία, χωρίς να είναι αντικείμενο χρήσης. Αν είναι ανώφελο, τότε ανώφελη είναι και η εργασία που περιέχεται σε αυτό, δεν υπολογίζεται σαν εργασία και γι' αυτό δεν αποτελεί αξία.
Σύμφωνα με το Φρ. Ενγκελς: «Αν κάποιος κατασκευάζει ένα πράγμα που δεν έχει καμιά χρησιμότητα, δηλαδή αξία χρήσης για τους άλλους, τότε ολόκληρη η δύναμη που κατανάλωσε δε δημιουργεί ούτε κόκκο αξία».2
Γι' αυτό: «Προτού τα εμπορεύματα μπορέσουν να πραγματοποιηθούν σαν αξίες, πρέπει να αποδείξουν ότι είναι αξίες χρήσης».3
Τι είναι το εμπόρευμα
«Το εμπόρευμα είναι πριν απ' όλα ένα εξωτερικό αντικείμενο, ένα πράγμα που με τις ιδιότητές του ικανοποιεί οποιουδήποτε είδους ανθρώπινες ανάγκες».4
Ενα πράγμα για να είναι εμπόρευμα πρέπει να πληροί τους εξής όρους:
1. Να μπορεί να ικανοποιεί μια οποιαδήποτε ανθρώπινη ανάγκη.
2. Να είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης εργασίας.
3. Το πράγμα αυτό να μην ικανοποιεί τις ανάγκες του ίδιου του παραγωγού του, αλλά να προορίζεται για την αγορά, δηλαδή να ανταλλάσσεται με άλλα πράγματα, μέσω της αγοραπωλησίας.
Κάθε εμπόρευμα έχει δύο ιδιότητες: Είναι αξία χρήσης και αξία.
Η ωφελιμότητα ενός πράγματος το κάνει αξία χρήσης. Η ωφελιμότητα όμως αυτή δεν κρέμεται στον αέρα. Καθορίζεται από τις ιδιότητες του σώματος του εμπορεύματος και δεν υπάρχει χωρίς αυτό. Χάρη στις φυσικές, χημικές κλπ. ιδιότητές του το εμπόρευμα μπορεί να ικανοποιεί τη μια ή την άλλη ανάγκη των ανθρώπων.
Στις συνθήκες της εμπορευματικής παραγωγής η αξία χρήσης αποτελεί το υλικό περιεχόμενο του πλούτου, όποια κι αν είναι η κοινωνική μορφή του. Και δεύτερο, είναι ο υλικός φορέας της αξίας του εμπορεύματος.
Στην αγορά, στη διαδικασία της ανταλλαγής των εμπορευμάτων, γίνεται φανερό ότι όλα τα εμπορεύματα που διαφέρουν μεταξύ τους σαν αξίες χρήσης, έχουν κάποια κοινή ιδιότητα που επιτρέπει στους ανθρώπους να εξισώσουν το ένα με το άλλο και να τα ανταλλάσσουν σε καθορισμένες αναλογίες.
Σύμφωνα με τις αστικές θεωρίες οι αναλογίες αυτές καθορίζονται:
1. Από την προσφορά και ζήτηση. Μερικοί αστοί οικονομολόγοι προσπαθούν να αποδείξουν ότι οι αναλογίες της ανταλλαγής των εμπορευμάτων εξηγούνται με την προσφορά και τη ζήτηση.
Οι διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης ασκούν πραγματικά ουσιαστική επίδραση στις αναλογίες της ανταλλαγής.
Οσο μεγαλύτερη είναι η ζήτηση ενός εμπορεύματος τόσο πιο ακριβά μπορεί ο κάτοχός του να το πουλήσει στην αγορά.
Οι διακυμάνσεις μπορούν να εξηγήσουν μόνο την απόκλιση αυτών των αναλογιών, από κάποιο μέσο-κανονικό επίπεδο, δεν είναι σε θέση να εξηγήσουν αυτό το ίδιο το επίπεδο.
Η θεωρία αυτή δε δίνει απάντηση στο ερώτημα: πού στηρίζεται η ανταλλαγή στην περίπτωση που η προσφορά και η ζήτηση εξισορροπούνται.
2. Από το βαθμό ωφελιμότητας. Σύμφωνα με μια άλλη αστική θεωρία οι αναλογίες της ανταλλαγής των εμπορευμάτων εξηγούνται με το βαθμό ωφελιμότητας των τελευταίων.
Αλλά η σύγκριση της ωφελιμότητας είναι δυνατή, μόνο όταν πρόκειται για ομοειδή ή για αλληλοαναπληρωνόμενα προϊόντα. Στις άλλες περιπτώσεις δεν έχει κανένα νόημα.
Π.χ. Πώς μπορεί να συγκρίνει κανείς την ωφελιμότητα της υδραυλικής τουρμπίνας και του ψυγείου.
Ασφαλώς δεν μπορεί να γίνει, γιατί τα δύο πράγματα έχουν εντελώς διαφορετικό προορισμό.
Από τα παραπάνω είναι ολοφάνερο ότι τα εμπορεύματα έχουν μόνο μια κοινή ιδιότητα ότι όλα τους είναι προϊόντα της εργασίας των ανθρώπων.
Αυτό που δημιουργεί την αξία ενός εμπορεύματος είναι ακριβώς η εργασία που ξοδεύτηκε για την παραγωγή τους.
Επομένως, η αξία του εμπορεύματος είναι η ενσωματωμένη σε αυτό κοινωνική εργασία των εμπορευματοπαραγωγών.
Η αξία δημιουργείται από την εργασία που ξοδεύεται σε όλα τα στάδια της παραγωγής του εμπορεύματος.
Σαν αξίες χρήσης όλα τα εμπορεύματα είναι διαφορετικά, ενώ σαν αξίες είναι εντελώς ομοιογενή, πράγμα που επιτρέπει στα εμπορεύματα να εξισώνονται το ένα με το άλλο στην πορεία της ανταλλαγής.
Κάθε εμπόρευμα είναι ένα αγαθό, ένα προϊόν, αλλά κάθε προϊόν και κάθε αγαθό δεν είναι εμπόρευμα. Σε διάκριση από την αξία χρήσης, η αξία του εμπορεύματος δεν περιέχει καθόλου φυσική ύλη, αλλά είναι μια καθαρά κοινωνική, οικονομική ιδιότητα του εμπορεύματος.
Η αξία του εμπορεύματος εκδηλώνεται με την ανταλλακτική αξία, η οποία εκφράζει τις αναλογίες στις οποίες ανταλλάσσονται τα προϊόντα.
Η αξία και η ανταλλακτική αξία συνδέονται στενά, αλλά δεν είναι ταυτόσημες. Η αξία είναι η εσωτερική ιδιότητα, η ουσία του εμπορεύματος, ενώ η ανταλλακτική αξία είναι η εξωτερική έκφραση της αξίας του. Η αξία είναι το περιεχόμενο και η ανταλλακτική αξία η μορφή του εμπορεύματος.
1. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», πρώτος τόμος, σελ. 49.
2. Φρ. Ενγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», σελ. 277, εκδ. Αναγνωστίδης.
3. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, σελ. 100.
4. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο»,, τ. 1. σελ. 49.
Του
Γιώργου ΠΟΛΥΜΕΡΙΔΗ
Πηγή: Ριζοσπάστης
Το πρώτο άρθρο
Το δεύτερο άρθρο
Το τρίτο άρθρο
Το τέταρτο άρθρο
Αναρτήθηκε από Αντωνης στις 2:25 π.μ. Δεν υπάρχουν σχόλια: Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!
Μοιραστείτε το στο Twitter
Μοιραστείτε το στο Facebook
Σύνδεσμοι σε αυτήν την ανάρτηση
Ετικέτες Πολιτική Οικονομία, Πολυμερίδης
Κυριακή, 26 Αυγούστου 2012
Ορισμένα σημαντικά σχόλια του ιστολογίου Praxis για το ζήτημα του μεταβατικού σταδίου και την νομοτέλεια της κατάρρευσης του καπιταλισμού
Για μια κλασική εκδοχή της θεωρίας της Κατάρρευσης βλέπε το βιβλίο του Τρότσκι "Η Θανάσιμη αγωνία του Καπιταλισμού και τα καθήκοντα της 4ης Διεθνούς".
Εμείς έχουμε το βιβλίο απο εκδόσεις "Αλλαγή-1985"
Το βιβλίο αυτό έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Είναι γραμμένο το 1934 και υποστηρίζει ότι ο Καπιταλισμός έχει φάει τα ψωμιά του, ότι ακόμα και κάθε "άμεσο αίτημα" ξεπερνάει τα όρια της Καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και ότι δεν θα ξεπεράσει την κρίση του.
Η θεωρητική βάση είναι ότι οι παραγωγικές δυνάμεις "λιμνάζουν" και άρα δεν υπάρχει καμία διέξοδος για τον Καπιταλισμό ούτε για τα αιτήματα των εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων.
Το βιβλίο είναι ενδιαφέρον και για έναν άλλο λόγο. Χρησιμοποιεί την έννοια του "μεταβατικού προγράμματος" σαν έναν αχταρμά αιτημάτων που αναφέρονται είτε σε προεπαναστατική περίοδο (εργατική πολιτοφυλακή κλπ) είτε σε περιόδους σταθεροποίησης (αίτημα για δημόσια έργα κλπ κλπ)
Αυτή την έννοια του "μεταβατικού προγράμματος" προσπάθησαν να νεκραναστήσουν διάφορες ομάδες του εξωκοινοβουλίου στην Ελλάδα και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ιδιαίτερα. Μάλιστα αυτά τα μεταβατικά προγράμματα παρουσιάστηκαν και ως καινοτόμα επαναστατική τακτική.
Τα αποτελέσματα είναι γνωστά.
Απο την άλλη η θεωρία της κατάρρευσης και της βεβαιότητας των αδιεξόδων του Καπιταλισμού που διαψεύστηκε παταγωδώς το 1934 επανήλθε αυτούσια, χωρίς καμία ουσιαστική αλλαγή, το 2012 σαν ερμηνευτικό κλειδί για την εποχή που ζούμε.
Δείγμα ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο για την αναγκαία επαναεξόρμηση των Κομμουνιστικών ιδεών της εποχής μας.
Τώρα για την γενικότερη συζήτηση περί κατάρρευσης υπάρχει η διαμάχη γύρω απο τη συσσώρευση του κεφαλαίου της Λούξεμπουργκ, το έργο του Grossman, οι αναφορές του Ένγκελς στον πρόλογο του δεύτερου τόμου του κεφαλαίου.
Στον Σοβιετικό Μαρξισμό παρά τις διάφορες θεωρητικές προσπάθειες να αποδειχτεί το αντίθετο (περιοδικό Θέσεις κλπ) είναι λιγότερο έντονη η καταστροφολογία. Όμως και εκεί υπήρχε η θεωρία της "γενικής κρίσης" του Καπιταλισμού η οποία υποστηριζόταν με βάση την ύπαρξη του Σοσιαλιστικού Στρατοπέδου.
Έτσι π.χ σε έναν τόμο για την πολιτική οικονομία που είχε βγεί το 1951 (δηλαδή πάνω στις απαρχές τις μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης) μετά απο συζήτηση στην Κεντρική επιτροπή του ΚΚΣΕ, υπήρχε ολόκληρο κεφάλαιο για την "γενική κρίση του Καπιταλισμού" όπου υποστηριζόταν ότι "γενική κρίση είναι η ολόπλευρη κρίση του παγκόσμιου κεφαλαικοκρατικού συστήματος σαν σύνολο" που "αγκαλιάζει όλες τις πλευρές του Καπιταλισμού" και που σαν βασικό της χαρακτηριστικό είναι η "διάπαση του κόσμου σε δύο συστήματα" (Ακαδημ. επιστημών ΕΣΣΔ, Πολιτική Οικονομία, σελ 336, Σύγχρονη Επιστήμη).
Αντιγράφουμε απο δικά μας σχόλια σε μια παλιότερη ανάρτηση όπου είχαμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση (και την οποία ελπίσουμε να συνεχίσουμε σύντομα)
Το έργο της Λούξεμπουργκ γενικά λόγω της "αγιοποίησής" της απο το Κομμουνιστικό κίνημα έχει τύχει ανάλογης μεταχείρισης με τα έργα των υπόλοιπων κλασικών. Συνήθως δεν αντιμετωπίζονται κριτικά και τοποθετούνται μόνο με βάση τις διαμάχες (και αυτές όπως της προσλαμβάνει ο καθένας) στο ιστορικό κομμουνιστικό κίνημα.
Για παράδειγμα δύσκολα θα διαφωνούσε κανείς ότι π.χ ο Στάλιν ήταν υποστηρικτής "ντετερμινιστικών" θεωριών (και όντως έτσι ήταν).
Δύσκολα θα το αποδεχόταν όμως για την Ρόζα. Και όμως η Λούξεμπουργκ ήταν-πολλές φορές με ακραίες διατυπώσεις στα έργα της- πολύ ξεκάθαρη για αυτό το ζήτημα. Θεωρούσε την κατάρρευση του Καπιταλισμού αναπόφευκτη και μάλιστα περιέγραφε την ταξική πάλη σαν απλή έκφραση της "τάσης για κατάρρευση".
Υπάρχουν πάρα πολλές διατυπώσεις για αυτά στα έργα της από το "Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση" μέχρι την "Συσσώρευση του Κεφαλαίου".
....όσο ζούσε ο Μάρξ δημοσιεύτηκε μόνο ο πρώτος τόμος, η θέση περί "κατάρρευσης" εκφράστηκε καθαρά πρώτη φορά απο τον Ένγκελς) είναι σίγουρο ότι ήταν κύρια πλευρά στην Β Διεθνή στην οποία η Ρόζα ήταν αριστερή πτέρυγα.
Οπότε όλο αυτό το πλαίσιο της "αναπόφευκτης κατάρρευσης" ήταν "κεκτημένο" και όχι "επίδικο" μέσα στην Β Διεθνή. Όταν μάλιστα ο Μπερνστάιν προσπάθησε να το υπερβεί υποστηρίζοντας (τελείως λαθεμένα όπως αποδείχτηκε) ότι ο Καπιταλισμός έχει ξεπεράσει τις κρίσεις του, η Ρόζα απάντησε χρησιμοποιώντας αυτήν την θεωρία.
Η θεωρία λοιπόν της "συσσώρευσης του κεφαλαίου" είναι πλήρως ενταγμένη σε αυτό το κλίμα. Και μάλιστα σε μια εποχή που οι ενδοιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί οξύνονται χωρίς προηγούμενο, μαζί με την ταξική πάλη σε όλη την Ευρώπη.
Τι υποστήριζε αυτή η προσέγγιση;
Η Λούξεμπουργκ, μελετώντας το Κεφάλαιο του Μάρξ έπεσε πάνω στα διαγράμματα διευρυμένης αναπαραγωγής που υπάρχουν στο δεύτερο τόμο. Εκεί διαπίστωσε έκπληκτη πώς τα διαγράμματα αυτά επέτρεπαν την αναπαραγωγή του συστήματος (την καπιταλιστική συσσώρευση) και δεν οδηγούσαν σε κάποια αναπόφευκτη "κατάρρευση του καπιταλισμού". Ήταν φανερό ότι αυτό ερχόταν σε πλήρη αντίθεση τόσο με τους ισχυρισμούς που είχε η ίδια υπερασπιτεί μέσα στην Διεθνή όσο και με τις συγκεκριμένες κατευθύνσεις για τις οποίες έγραφε την "συσσώρευση". Ήταν επίσης φανερό ότι ερχόταν σε αντίθεση και με διατυπώσεις του Μάρξ στον πρώτο και κυρίως στον τρίτο τόμο του κεφαλαίου.
Προσπάθησε λοιπόν να αναμετρηθεί με το ερώτημα και στην προσπάθεια αυτή έδωσε μια νέα ερμηνεία και θεωρία του Ιμπεριαλισμού.
Ποιό ήταν το βασικό επιχείρημα;
Ο Μάρξ στον δεύτερο τόμο έγραψε σε "ένα υψηλό επίπεδο αφαίρεσης" και άρα τα διαγράμματα είναι λάθος ή δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα γιατί χωρίς τις ιστορικές προυποθέσεις εφαρμογής τους δεν έχουν κανένα νόημα. Δεν περπατάνε δηλαδή στην πραγματική ζωή.
Τι δεν είχαν αυτά τα διαγράμματα;
Για την Λούξεμπουργκ έλειπε η πλευρά της συσσώρευσης κεφαλαίου όχι μόνο ως παραγωγού κέρδους για την αστική τάξη αλλά και καταναλωτικών αγαθών για όλη την κοινωνία.
Ο φίλος Τarrega το γράφει πολύ ωραία:
"ένα αυξανόμενο μέρος των παραγομένων αγαθών κατανάλωσης δεν θα βρίσκει αγοραστές να το απορροφήσουν. Μια ποσότητα αγαθών κατανάλωσης απούλητη και ένας ακατάπαυστα αυξανόμενος στρατών ανέργων θα είναι αιτία σφοδρών κρίσεων"
Αυτές οι δύο πλευρές για την Λούξεμπουργκ ενοποιούνται στο πλεόνασμα.
Όμως εδώ είναι το πρόβλημα. Γιατί επειδή οι καταναλωτικές απαιτήσεις δεν μπορούν να παρακολουθήσουν το πλεόνασμα τότε το μόνο που μένει για να μπορεί να αναπαράγεται το σύστημα είναι η άλλη πλευρά (συσσώρευση κεφαλαίου) η οποία χρειάζεται συνεχή άυξηση των επενδύσεων και μάλιστα με την μορφή εξαγωγών κεφαλαίου. Αν αυτή δεν επιτευχθεί τότε έχουμε "γενικές κρίσεις" και την καταστροφή του καπιταλισμού.
Όμως μέχρι την εποχή που έγραφε την συσσώρευση του κεφαλαίου τέτοια κρίση δεν είχε εμφανιστεί.
Γιατί;
Γιατί ο Καπιταλσιμός κατάφερνε να αναπαραχθεί και να επιβιώσει μέσα απο την εκμετάλλευση μη καπιταλιστικών κοινωνιών.
Η Λούξεμπουργκ μάλιστα προχώρησε σε "σταδιοποίηση" όλης της ιστορικής εξέλιξης με βάση αυτό το κριτήριο: στο πρώτο στάδιο το κεφάλαιο συγκρουέται με την "φυσική οικονομία", στο δεύτερο με την "εμπορευματική-μη καπιταλιστική" και στο τρίτο και τελικό απομένει ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων για τους όρους συσσώρευσης.
Επειδή είμαστε σε μια εποχή οπού πια βρισκόμαστε στο τρίτο στάδιο και οι μη καπιταλιστικές περιοχές ολοένα και λιγοστεύουν, οξύνεται ο ανταγωνισμός που κάνει αναπόφευκτο τον μιλιταρισμό και τον πόλεμο. Όταν φτάσει η περίοδος όπου αυτές οι περιοχές θα έχουν κατακτηθεί τότε, λόγω των παραπάνω, η αναπαραγωγή του συστήματος θα γίνει αδύνατη. Θα ακολουθήσει η "αναπόφευκτη κατάρρευση" του καπιταλισμού της οποίας η ταξική πάλη είναι απλά η έκφραση.
Είναι μάλλον φανερό ότι το σχήμα της Λούξεμπουργκ υποκαθιστά πλήρως την αντίληψη ότι η "ιστορία των κοινωνιών είναι ιστορία ταξικών αγώνων" και φέρνει στο κέντρο, σαν τον βασικό ιστορικό "νόμο" την σύγκρουση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής με άλλους προκαπιταλιστικούς και τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις (στο τελικό στάδιο που οι προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής έχουν εξαλειφθεί). Η ταξική πάλη υποβιβάζεται απλά σε "έκφραση" αυτής της σύγκρουσης.
Αυτή η πλευρά είναι σημαντική γιατί μάλλον εξηγεί γιατί η ανάλυση της Λούξεμπουργκ ήταν ουσιαστικά η μήτρα των θεωριών μητρόπολης-περιφέρειας, εξάρτησης, υπανάπτυξης κλπ που ακολούθησαν μετά τον Β Παγκόσμιο πόλεμο. Αυτή η ανάλυση προϋποθέτει επίσης μια εικόνα του παγκόσμιου καπιταλισμού πλήρως ενοποιημένη ώστε να διεξάγεται στο εσωτερικό της η διαπάλη καπιταλιστικών και μη καπιταλιστικών σχηματισμών.
Για αυτό η Λούξεμπουργκ ήδη από τα κείμενα "τί είναι εθνική οικονομία" περιέγραφε την "εσωτερική" και "εξωτερική" αγορά ως τελείως ανεξάρτητη απο τα έθνη κράτη. Θεωρούσε π.χ ότι η Αγγλική και η Γερμανική βομηχανία ήταν "ενιαία" αγορά ενώ ό Γερμανικός αγροτικός τομέας σε σχέση με τον βιομηχανικό ήταν "εξωτερική" αγορά.
Εδώ ίσως θα μπορούσε κανείς να διακρίνει μια πρωτοποριακή ανάλυση περί "παγκοσμιοποιήσης" που εμφανίστηκε ώς καινούργια 90 χρόνια μετά.
Για αυτό εξάλλου υποτιμούσε και γενικά το εθνικό ζήτημα για το οποίο συγκρούστηκε και με τον Λένιν. Βέβαια η σημασία του "εθνικού" ήταν τελείως διαφορετική για το γερμανικό εργατικό κίνημα και τελείως διαφορετική για την Ρωσία του τσάρου με τις δεκάδες εθνότητες και εθνικές μειονότητες διασκορπισμένες σε όλη την αυτοκρατορία.
Το επιχείρημα περί "υποκατανάλωσης" είναι φυσικά παρόμοιο... με προγενέστερες θεωρίες. Το ίδιο και το επιχείρημα περί εξαγωγών κεφαλαίου που εξωθούνται "εκτός" της χώρας κυνηγώντας επενδύσεις, κατακτώντας νέες αγορές, δημιουργώντας πολέμους κλπ.
Η ιδιαιτερότητα της θεωρίας της συσσώρευσης κεφαλαίου ήταν μάλλον ότι τράβηξε τα παραπάνω συμπεράσματα στα άκρα και τα μετέτρεψε, απο απόπειρα ερμηνείας των αλλαγών στον Καπιταλισμό εκείνης της εποχής σε απόλυτο κριτήριο όλης της ιστορικής εξέλιξης του Καπιταλισμού και της κατηγορηματικής θέσης για την επερχόμενη καταστροφή του.
"Η Ρόζα πίστευε ότι οι υλικοί όροι (αυτό το κάποιο συγκεκριμένο επίπεδο εξέλιξης που αναφέρει) είχαν ωριμάσει. Αυτό εννοούσε όταν έλεγε ότι ο καπιταλισμός έχει την τάση προς κατάρρευση".
Έχεις απόλυτο δίκιο και εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα. Η ταύτιση της "ωρίμανσης" των προυποθέσεων για μια άλλη κοινωνική οργάνωση με την "κατάρρευση του καπιταλισμού". Άλλο να ίσχυρίζεσαι ότι το πέρασμα σε έναν άλλο τρόπο παραγωγής είναι "δυνατότητα" (που καθορίζεται όχι απο "νόμους" και "νομοτέλειες" αλλά απο την ταξική πάλη) και άλλο από αυτό να συμπεραίνεις την "αναπόφευκτη κατάρρευση" του Καπιταλισμού.
Ούτε η φράση "τάση πρός κατάρρευση" λύνει το πρόβλημα, το οποίο προσπαθεί απλά να σχετικοποιήσει για να σώσει κάπως την αρχική θέση. Τι σημαίνει "τάση πρός κατάρρευση"; ο Καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει ανεπίλυτες αντιφάσεις, αυτό το έχει δείξει η Μαρξιστική θεωρία (και προφανώς εδώ πρέπει να προστεθούν πολλά). Αν αυτές μετατραπούν σε "κατάρρευση" αυτό είναι ζήτημα των ταξικών αγώνων, στον βαθμό βέβαια που συμφωνούμε ότι οι "αντικειμενικοί" όροι υπάρχουν, τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο Καπιταλιστικό κόσμο.
Γιατί πέρα από την τάση πρός κατάρρευση υπάρχει και η τάση προς κανιβαλική ανάπτυξη, αυτό δηλαδή που ζούμε σήμερα.
Η άποψη λοιπόν περί "κατάρρευσης", όπως και να την γράψουμε, δεν επιβεβαιώθηκε. Κάποος στοχαστής εντοπίζει κάτι σωστό, ή μπορεί να κάνει λάθος σε κάτι άλλο.
Δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθούμε να διασώσουμε μια θεωρία που δεν μπορεί να στηριχτεί, όχι τόσο στη εποχή της Ρόζας (που έγραφε πριν τους δύο παγκοσμίους πολέμους, τις ευρωπαικές επαναστάσεις κλπ), αλλά κυρίως σήμερα.
Κατά συνέπεια, όσο πιο γρήγορα και αποφασιστικά ξεμπερδέψουμε με αυτά τα σχήματα τόσο καλύτερα.
(Υπάρχει η θέση) ότι στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής προκύπτει υπεραξία που δεν μπορεί να πραγματωθεί εντός του Καπιταλισμού και για αυτό αναζητά το "έξω".
Το επιχείρημα αυτό είναι λανθασμένο και δεν επιδέχεται "μεταρρύθμισης".
Γιατί:
1) Η κινητήρια δύναμη του Καπιταλισμού δεν είναι η αναζήτηση "εξώ-καπιταλιστικών" κόσμων που -μόνο εκεί-μπορεί να πργαματοποιηθεί η υπεραξία.
Είναι το κυνήγι του κέρδους, η αναζήτηση πρόσθετων κερδών που μπορεί να γίνει είτε "μέσα" είτε "έξω" ανάλογα με τις συνθήκες και τις δυνατότητες που ανοίγουν για τον κάθε καπιταλιστή, τις δικές του δυνάμεις κλπ
Τα κεφάλαια λοιπόν δεν βγαίνουν έξω επειδή "σαπίζουν". Τα κεφάλαια βγαίνουν "έξω" επειδή αναζητούν πρόσθετο κέρδος. Όχι επειδή "υποαπασχολούνται" στο εσωτερικό.
Είναι τελείως διαφορετικό πράγμα αναζήτηση πρόσθετων κερδών (και ο ανταγωνισμός για αυτά) και η ταύτιση αυτής της αναζήτησης (που υπάρχει απο την γέννηση του Καπιταλισμού) με την θεωρία της Λούξεμπουργκ.
Επίσης, ο ισχυρισμός ότι η υπεραξία δεν μπορεί να "αξιοποιηθεί" παρά μόνο εκτός του Καπιταλισμού (εδώ προφανώς πρόκειται για συνολικά μεγέθη και όχι για κέρδη μεμονωμένων καπιταλιστών) είναι θεωρητικά αστήριχτος και δεν έχει καμία σχέση με την εμπειρική πραγματικότητα.
Ακόμα, ο ισχυρισμός αυτός επαναφέρει ένα απο τα βασικά μεθοδολογικά σφάλαματα στην "Συσσώρευση του Κεφαλαίου": την αυτονόμηση της συσσώρευσης απο την παραγωγή. Την μεταφορά δηλαδή του βασικού προβλήματος στην κυκλοφορία και την διανομή.
Πρόκειται για ένα τυπικ'ο υποκαταναλωτικό υπόδειγμα που ακουλουθεί σε όλα τα βασικά σημεία την επιχειρηματολογια του Sismondi και των ναρόντνικων.
Πολύ μικρή σχέση έχει αυτό το υπόδειγμα, τόσο με τον Μάρξ, όσο και με τον Μαρξισμό γενικότερα.
Στην πραγματικότητα ο Μάρξ γράφει:
«Κεφάλαια, που είναι τοποθετημένα στο εξωτερικό εμπόριο, μπορούν να αποφέρουν υψηλότερο ποσοστό κέρδους, πρώτο, γιατί εδώ γίνεται συναγωνισμός με εμπορεύματα, που παράγονται από χώρες με μικρότερες ευκολίες παραγωγής, έτσι ώστε η πιο προοδευμένη χώρα πουλάει τα εμπορεύματα της πάνω απ' την αξία τους, μόλο που τα πουλάει πιο φτηνά από των συναγωνιζόμενων χωρών. Το ποσοστό του κέρδους ανεβαίνει, εφ' όσον η εργασία της πιο προοδευμένης χώρας αξιοποιείται εδώ σαν εργασία μεγαλύτερου ειδικού βάρους, ανεβαίνει το ποσοστό του κέρδους, γιατί η εργασία, που πληρώνεται όχι σαν ποιοτικά ανώτερη εργασία, πουλιέται σαν τέτοια. Το ίδιο πράγμα μπορεί να συμβεί και με τη χώρα, στην οποία στέλνονται εμπορεύματα και από την οποία προμηθεύονται εμπορεύματα. Μπορεί δηλαδή η χώρα αυτή να δίνει in natura (σε είδος) περισσότερη υλοποιημένη εργασία απ' ότι παίρνει, παρ' όλο που παίρνει το εμπόρευμα πιο φτηνά απ' ότι θα μπορούσε να το παράγει η ίδια.
Ακριβώς, όπως ο εργοστασιάρχης, που χρησιμοποιεί μια νέα εφεύρεση προτού γενικευθεί η χρησιμοποίηση της, πουλάει πιο φτηνά από τους άλλους, που τον συναγωνίζονται και που ωστόσο πουλάει το εμπόρευμα του πάνω απ' την ατομική του αξία, δηλαδή αξιοποιεί σαν υπερεργασία την ειδικά μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη της εργασίας που χρησιμοποιεί, πραγματοποιεί έτσι ένα πρόσθετο κέρδος.
Από την άλλη, όσον άφορα τα κεφάλαια, που έχουν επενδυθεί στις αποικίες κ.λπ. μπορούν να αποφέρουν υψηλότερα ποσοστά κέρδους, γιατί εκεί, λόγω του χαμηλότερου επιπέδου ανάπτυξης, το ποσοστό κέρδους στέκει γενικά πιο ψηλά, όπως επίσης στέκει πιο ψηλά και ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργασίας, όταν χρησιμοποιούν δούλους, κουλή, κ.λπ.».
Το απόσπασμα είναι απο τον τρίτο τόμο του Κεφαλαίου σελ 300-301. Το παραθέτει ο Μπουχάριν στην κριτική του στην Λούξεμπουργκ.
Και παρακάτω στην σελ 324 με ακόμα μεγαλύτερη σαφήνεια:
«Εάν στέλνεται κεφάλαιο στο εξωτερικό, αυτό γίνεται όχι γιατί ήταν αδύνατο να απασχοληθεί στο εσωτερικό. Συμβαίνει διότι μπορεί να απασχοληθεί στο εξωτερικό με μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους».
Στο βαθμό που δεχόμαστε τα παραπάνω, το επιχείρημα της Λούξεμπουργκ δεν έχει καμία απολύτως βάση.
2) Στην υπεράσπιση της συσσώρευσης του κεφαλαίου ισχυρίζεσαι ότι "το κεφάλαιο είναι χρήμα που παράγει".
Το κεφάλαιο όμως δεν είναι χρήμα που παράγει αλλά πρώτα από όλα μια κοινωνική σχέση, όπως έδειξε και ο Μάρξ στο Κεφάλαιο. Δεν είναι αντικείμενο, δεν είναι πράγμα. Το χρήμα βρίσκεται στην κυκλοφορία, όχι στην παραγωγή. Αντανακλά αξίες και απεικονίζει την παραγωγή και αυτό δείχνει και το σχήμα του Μάρξ που αναφέρεις. Για αυτό και οι έννοιες "πραγματική" η "στρεβλή" η "αεριτζίδικη" οικονομία στερούνται νοήματος (όχι όμως ταξικού περιεχομένου).
3) Ακόμα και αν δεχόμασταν ότι τα κεφάλαια "περισσεύουν" (μετά απο ποιό όριο δηλαδή;) πάλι είναι λάθος το επιχείρημα γιατί θα μπορούσαν, χωρίς εξαγωγή κεφαλαίων, με μη χρηματική μορφή (εξαγωγές εμπορευμάτων) να "πραγματοποιηθεί" στην παγκόσμια αγορά. Άρα καθόλου δεν είναι μονόδρομος οι εξαγωγές κεφαλαίων που μάλιστα έχουν και την ευθύνη, σε αυτό το σχήμα, της αναπαραγωγής του καπιταλισμού.
4) Ας κάνουμε όμως μια υπόθεση και ας δεχτούμε ότι ισχύει η θεωρία του σαπίσματος κεφαλαίου και της αξιοποιήσής του μόνο εκτός καπιταλισμού.
Οι μεγαλύτερες περίοδοι που υπάρχει "υποαπασχόληση" κεφαλαίου είναι αυτές των καπιταλιστικών κρίσεων. Γενικά όλοι συμφωνούν (και το υποθέτουμε και εδώ) ότι η κρίση του 29 (που συνεχίστηκε την δεκαετία του 30), ήταν η μεγαλύτερη κρίση του 20ου αιώνα. Άρα είναι το πιο κατάλληλο πεδίο δοκιμασίας για αυτήν την θεωρία.
Εκείνη η κρίση οδήγησε, δέκα χρόνια μετά, σε έναν παγκόσμιο πόλεμο. Όμως αυτός δεν είχε αποκλειστικό χαρακτήρα ανταγωνισμού για την "αξιοποίηση" κεφαλαίων έξω απ'ο τον Καπιταλισμό. Αφορούσε και τον Καπιταλιστικό και τον μη Καπιταλιστικό κόσμο. Ακόμα περισσότερο στις αρχές του 70 και σήμερα. Για να μην αναφερθούμε στο ζήτημα της κατάρρευσης.
Ακόμα μόνο τα νούμερα να δεί κανείς, πάλι δεν βγαίνει με τίποτα αυτή η θεωρία. Το 27% των συνολικών εξαγωγών της ΕΕ προέρχεται από τη Γερμανία, έναντι 12% της Γαλλίας. Δηλαδή το 40% των εξαγωγών μέσα στην Ε.Ε (που έχει μόνο καπιταλιστικές χώρες) γίνεται από τη Γερμανία και τη Γαλλία. Δηλαδή το 40 % των εξαγωγών στην Ε.Ε είναι ανάμεσα σε ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες και όχι σε "μη καπιταλιστικούς κόσμους"
5) Τα συμπεράσματα που προκύπτουν απο την λαθεμένη θεωρία δεν μπορεί να είναι και τα ίδια προβληματικά.
Ο ισχυρισμός ότι π.χ δεν υπάρχει ο Αμερικάνικος Καπιταλισμός (και γενικά οποιοσδήποτε καπιταλισμός). Τώρα εδώ θα έπρεπε να εξηγήσει κάποιος πώς δικαιολογείται η ύπαρξη εθνικών κρατών χωρίς εθνικούς καπιταλισμούς. Αν ούτε αυτά υπάρχουν τότε θα πρέπει να δικαιολογήσουμε τους εγχώριους κρατικούς τομείς.
Η εκτίμηση ότι δεν υπάρχουν εθνικοί καπιταλισμοί (και ειδικά ο Αμερικάνικος που δεν γίνεται να "υπάρξει" και παραπάνω) είναι μακριά απο την πραγματική ζωή αλλά πολύ κοντά στην θεωρία της Λούξεμπουργκ.
6) Η αναφορά στο έργο του Πάνεκουκ είναι χρήσιμη. Για την θεωρία της συσσώρευσης του κεφαλαίου έγραφε στο κείμενο "η θεωρία της κατάρρευσης του καπιταλισμού" που αναδημοσιεύσαμε στο Praxis:
"η Ρόζα Λούξεμπουργκ πίστεψε ότι είχε βρει ένα κενό, ένα πρόβλημα που ο Μαρξ δεν είχε εξετάσει και άρα είχε αφήσει άλυτο. Για τη λύση αυτού του προβλήματος η Λούξεμπουργκ συνέγραψε το έργο της Συσσώρευση του Κεφαλαίου (1912). Το άλυτο πρόβλημα ήταν ποιος πρέπει να αγοράσει τα εμπορεύματα, στα οποία εμπεριέχεται η υπεραξία. Αν οι τομείς Ι και ΙΙ πωλούν ο ένας στον άλλο όλο και περισσότερα μέσα παραγωγής και μέσα διαβίωσης αντίστοιχα, τότε η όλη διαδικασία είναι μια μάταιη κυκλική κίνηση, ένας φαύλος κύκλος, από τον οποίο δεν προκύπτει τίποτα. Η λύση συνίσταται στο ότι υπάρχουν πάντα αγοραστές εκτός του καπιταλισμού, ξένες υπερπόντιες αγορές, των οποίων η κατάκτηση γίνεται ζήτημα ζωτικής σημασίας για τον καπιταλισμό. Εδώ βρίσκεται η οικονομική βάση του ιμπεριαλισμού.
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι η Λούξεμπουργκ έκανε λάθος. Από το παράδειγμα προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι όλα τα προϊόντα μπορούν να πωληθούν εντός του καπιταλισμού· όχι μόνο το μεταβιβαζόμενο μέρος της υπεραξίας ...... αλλά και το μέρος ......στα οποία εμπεριέχεται η συσσωρευμένη υπεραξία, αγοράζονται ως υλικά μέσα παραγωγής από τους καπιταλιστές. ....Δεν πρόκειται για μια ατελέσφορη διαδικασία: το να παράγεις, να πουλάς και να αγοράζεις, να καταναλώνεις, να συσσωρεύεις και έπειτα να παράγεις κι άλλο, αυτό δεν είναι όλο το περιεχόμενο του καπιταλισμού, επομένως και της ίδιας της ζωής των ανθρώπων σε αυτόν τον τρόπο παραγωγής; Δε υπάρχει εδώ κανένα άλυτο πρόβλημα, ούτε κάτι που να παράβλεψε ο Μαρξ."
"Δεν είναι δυνατόν να απορριφθεί η θεωρία της Λούξεμπουργκ χωρίς να απορριφθεί και ο ιστορικός υλισμός".
Σε ότι αφορά την συγκεκριμένη θεωρία (και όχι προφανώς το σύνολο το έργου της για το οποίο γράψαμε και αρκετές φορές σε προηγούμενα σχόλια) θα πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι.
Μια θεωρία που , όπως προσπαθήσαμε να δείξουμε, βασίζεται σε ένα υπόδειγμα της αστικής πολιτικής οικονομίας και όχι στην Μαρξιστική κριτική, που καταρρίφθηκε εδώ και ογδόντα χρόνια όσον αναφορά την θεωρητική της συνοχή, που δεν επιβεβαιώθηκε άπο την εμπειρία και την εξέλιξη του Καπιταλισμού δεν μπορεί να τίθεται σαν κριτήριο για τον ιστορικό υλισμό. Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει: η ανάπτυξη του ιστορικού υλισμού προϋποθέτει την υπέρβαση αυτής της θεωρίας και την εγκατάλειψη της σαν μέσα ερμηνείας της πραγματικότητας.
Υπάρχει εδώ ένα θεμελιώδες ερώτημα, η απάντηση στο οποίο είναι προϋπόθεση για την κουβέντα στα-κατά την γνώμη μας-"σημεία".
Μπορεί ο Καπιταλισμός να αναπαράγεται σαν κοινωνικό σύστημα, μέσα στα δικά του πλαίσια η έχει ανάγκη διάφορους "εξωτερικούς" κόσμους η τομείς για να επιβιώσει;
Όπως καταλαβαίνεις είναι δύο διαφορετικές εκδοχές που δεν μπορούν να συμψηφιστούν. Και φυσικά δεν είναι εκδοχές θεωρητικού τύπου αλλά έχουν σημαντικότατα πολιτικά αποτελέσματα.
Αν ισχύει η δεύτερη εκδοχή τότε είναι καθαρό ότι, αφού χρειάζεται το "έξω" (όχι για μεγαλύτερα κέρδη αλλά για την συνολική αναπαραγωγή του συστήματος) τότε "εσωτερικά" το σύστημα δεν λειτουργεί.
Για άλλους αυτό μπορεί να αποκαλείται αδυναμία πραγματοποίησης υπεραξίας.
Για άλλους μπορεί να αποκαλείται "περιορισμός στην κίνηση κεφαλαίων"
Για άλλους "λιμνάζοντα" και "στάσιμα" κεφάλαια
και ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχιστεί.
Τα παραπάνω οδηγούν λοιπόν στην ανάγκη του "έξω".
Το "έξω" μπορεί να είναι "έξω" από την εθνική οικονομία.
Ή "έξω" από τον καπιταλισμό γενικά.
Τα βασικά αίτια λοιπόν παραμένουν τα ίδια και οι συνέπειες το ίδιο: για (μια σειρά λόγους) ο καπιταλισμός δεν μπορεί να αναπαραχθεί από μόνος του και χρειάζεται το "έξω" (στίς διάφορες εκδοχές) για να το επιτύχει.
Οι θεωρίες της "αναπόφευκτης κατάρρευσης" , της "μόνιμης κρίσης" (αφού το σύστημα δεν μπορεί να αναπαραχθεί μόνο του βρίσκεται σε διαρκή κρίση και επιβιώνει ληστεύοντας το "έξω") βγαίνουν κατευθείαν από τον παραπάνω συλλογισμό. Βέβαια υπήρξαν και άλλες θεωρητικές προσπάθειες (Γκρόσμαν) που έδιναν θεωρητική βάση σε τέτοια συμπεράσματα.
Για αυτό και όλες αυτές οι θεωρίες υιοθετούσαν και την αντίστοιχη φρασεολογία: ο καπιταλισμός που βρίσκεται σε αυτό το σημείο είναι καπιταλισμός που σαπίζει, δεν μπορεί να αναπτυχθεί πια, είναι γερασμένος, είναι κουρασμένος, είναι παρασιτικός και διάφορες άλλες παρόμοιες εκφράσεις.
Είναι η εικόνα ενός κοινωνικού συστήματος που έχει εξαντλήσει τα όρια του και "ανασαίνει με καλάμι" από την εκμετάλλευση κάποιου "έξω".
Εδώ η εξαγωγή κεφαλαίων και χαρακτήρας της -και αυτό είναι απολύτως λογικό- παίρνει την μορφή αυτής της προσπάθειας για την επιβίωση του καπιταλισμού.
Ή λοιπόν ισχύει αυτό που είπε ο Μαρξ (και δώσαμε το απόσπασμα παραπάνω) ότι τα κεφάλαια έχουν κινούνται με βάση το πρόσθετο κέρδος είτε μέσα είτε έξω.
Ή ισχύει ότι τα κεφάλαια κινούνται με βάση την "περιορισμένη κίνηση" στο εσωτερικό, την αδυναμία πραγματοποίησης της υπεραξίας κλπ
και τα δύο δεν γίνεται να ισχύουν.
Το "ιστορικό όριο" όπως το περιγράφεις (με τον τελευταίο αγρότη κλπ) εγείρει μια σειρά ζητήματα. Καταρχήν ο Μαρξ στο Κεφάλαιο περιέγραψε ένα "κλειστό σύστημα" που δεν είχε ανάγκη το "έξω" και έδειξε ότι αυτό έχει δυνατότητα διευρυμένης αναπαραγωγής. Δεύτερον οι αγρότες μπορεί να συνεχίσουν να είναι αγρότες και να υπάγονται στο κεφάλαιο, να είναι πλήρως ενταγμένοι στην Καπιταλιστική οικονομία. Η ύπαρξη αγροτών από μόνη της καθόλου δεν συνεπάγεται "μη καπιταλιστικό κόσμο". Τρίτον, ο Καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής μπορεί έτσι και αλλιώς να συνυπάρχει και με άλλους τρόπους παραγωγής.
Γράφεις για την απόρριψη του ιστορικού υλισμού και τον "εκλεκτικισμό" διαφόρων ρευμάτων που επιλέγουν διαφορετικά κομμάτια για να φτιάχνουν πρωτότυπες "σούπες" που δεν έχουν κανένα νόημα και συχνά προβάλλονται ως υπερβάσεις του Μαρξισμού.
Αυτό είναι απόλυτα σωστό. Για παράδειγμα η θεωρία του Μπελ ισχυριζόταν ότι πετυχαίνει μια τέτοια σύνθεση. Όμως (επειδή και πρόσφατα ξανακοιτάξαμε αυτά τα ρεύματα με αφορμή την κριτική στο Ζίζεκ) η θέση "σοσιαλιστές σε ότι αφορά την οικονομία, φιλελεύθεροι στην πολιτική και συντηρητικοί σε ζητήματα τέχνης" είναι επικοινωνιακό παραμύθι. Και αυτό γιατί οι όροι "σοσιαλισμός" και "φιλελευθερισμός" στον Μπελ χρησιμοποιούνται με διαφορετικό τρόπο, από ότι στον Μαρξισμό.
Το κριτήριο του εκλεκτικισμού πάλι θα πρέπει να είναι ενιαίο. Και αν εφαρμοστεί στην θεωρία της Ρόζας, τότε θα έπρεπε να απορρίφθεί και αυτή με την ίδια επιχειρηματολογία.
Γιατί;
Γιατί η οικονομική της θεωρία δεν έχει σχέση με βασικές κατηγορίες από το κεφάλαιο του Μαρξ.
Και γιατί επιχειρεί να αναπτύξει η να αντικαταστήσει αυτές τις κατηγορίες με την πολιτική οικονομία του Sismondi.
Θα μπορούσε κάποιος λοιπόν να πει: Sismondi στην οικονομία, Μαρξ στην πολιτική, Ένγκελς (η ακόμα και Κάουτσκυ) στην "κατάρρευση του Καπιταλισμού".
Πάλι όμως δεν θα βγάζαμε άκρη.
Ο Μαρξισμός δεν είναι ούτε δόγμα, ούτε χυλός. Και πρέπει όντως σήμερα να προσδιορίσουμε το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται τα υπαρκτά διαφορετικά ρεύματα.
Εμείς διαφωνούμε με τα επιχειρήματα πολλών Μαρξιστών. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τους εντάσσουμε στην Μαρξιστική κριτική.
Με βάση τα δικά σου κριτήρια ούτε ο Μαρξ είναι απαραίτητα "ιστορικός υλιστής" (τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος του έργου του), ούτε ο Λένιν, ούτε οι συμβουλιακοί κομμουνιστές, ούτε φυσικά τα υπόλοιπα ρεύματα που αναφέρεις.
Μένει μόνο η θεωρία της Ρόζας και ενδεχομένως (όσον αναφορά τον ντετερμινισμό) ο Ένγκελς, τα υπόλοιπα (πλήν Μπερνστάιν) ρεύματα της Β Διεθνούς (Κάουτσκυ κλπ) αλλά και τα υπόλοιπα της 3ής Διεθνούς που ανέδειξαν, μετά το θάνατο του Λένιν (τους σιδερένιους νόμους).
Εμείς αντίθετα θεωρούμε όλα αυτά -ανεξαιρέτως- ότι βρίσκονται στο εσωτερικό της Μαρξιστικής θεωρίας μέσα στην οποία καλούμαστε να πάρουμε θέση. Η ανάπτυξη της Μαρξιστικής κριτικής δεν αφορά τόσο την κατάταξη ποιοί από τους παραπάνω είναι περισσότερο ιστορικοί υλιστές και ποιοί όχι, αλλά την συζήτηση και τεκμηρίωση πάνω σε επιχειρήματα και θέσεις.
Μόνο έτσι ο ιστορικός υλισμός θα έχει νόημα για την κατανόηση του κόσμου και σαν οδηγός για δράση.
Μέσα από αυτήν την συζήτηση βέβαια πρέπει να απορριφθούν κάποιες προσεγγίσεις και να υιοθετηθούν κάποιες άλλες. Δεν γίνεται διαφορετικά. Αλλιώς όντως φτιάχνουμε σούπες.
Εμείς γράψαμε το πέρασμα σε έναν άλλο τρόπο παραγωγής θα είναι αποτέλεσμα "κοινωνικής και ταξικής πάλης, μέσα βέβαια σε ένα συγκεκριμένο εθνικό και διεθνικό πλαίσιο".
Εδώ δεν υπάρχει "καμία ελευθερία της βουλήσεως", ούτε βέβαια το "προγραμματισμένο" τέλος του Καπιταλισμού.
Π.χ Μόνο στην Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει Κομμουνισμός, γιατί χρειάζεται διεθνική βάση (άλλα από κάπου ξεκινάμε). Στον Μεσαίωνα δεν θα μπορούσε να γίνει Κομμουνισμός. Αυτό δεν είναι θέμα "βούλησης" αλλά συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών που κάνουν δυνατή την μία η την άλλη λύση.
Όμως αν θα γίνει σήμερα μια τέτοια απόπειρα στον ανεπτυγμένο Καπιταλιστικό κόσμο είναι θέμα κυρίως της ταξικής πάλης, του υποκειμενικού παράγοντα. Εκτός αν θεωρούμε ότι πχ οι ευρωπαϊκές χώρες "δεν είναι ώριμες για τον σοσιαλισμό". Λέμε κυρίως γιατί εννοείται ότι και εδώ είναι διαφορετικό το εθνικό και διεθνικό πλαίσιο της σημερινής κρίσης και διαφορετικό εκείνο της δεκαετίας του 90.
Το αν η σημερινή κρίση δεν οδηγήσει σε μια πραγματική επανεξόρμηση του Κομμουνιστικού κινήματος αυτό δεν θα οφείλεται στο ότι δεν έφτασε το «ιστορικό όριο» αλλά στην κατάσταση του υποκειμενικού παράγοντα, δηλαδή της εργατικής τάξης, των κομμάτων της, της θεωρίας της κ.α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου