Σημειώσεις για την Κομιντέρν
Διαβάζοντας κάποια κείμενα και βιβλία για την ιστορική
διαδρομή της κομιντέρν, η κε του μπλοκ κωδικοποίησε μερικές σχετικές σκόρπιες
σκέψεις στα παρακάτω σημεία:
Όσοι χλευάζουν σήμερα το κκε, γιατί τα έσπασε τάχα με
τους πιο ισχυρούς συμμάχους του (κκ πορτογαλίας, κκ βοημίας-μοραβίας, κτλ) που
λοξοκοιτάζουν προς το κεα και ξέμεινε με κάτι περιθωριακές γκρούπες που
συγκροτούν τη διεθνή πρωτοβουλία του, φαντάζομαι πως εκατό χρόνια πριν θα είχαν
ξεκαρδιστεί με τις πολιτικές επιλογές των μπολσεβίκων και τη μαζικότητα των
κομμάτων που ίδρυσαν τελικά το 19’ την τρίτη κομμουνιστική διεθνή. Το..
αδιάψευστο κριτήριο της πλειοψηφίας (που ήταν σχεδόν πάντα με τους απανταχού
μενσεβίκους κι ας δηλώνει το ακριβώς αντίθετο το όνομά τους) και της
μαζικότητας, θα τους οδηγούσε εκ του ασφαλούς στους κόλπους της δεύτερης
χρεοκοπημένης διεθνούς και της λεγόμενης 2½, που γρήγορα συγχωνεύτηκε με τη
δεύτερη, ή (πράγμα που είναι βασικά το ίδιο) στην αγκαλιά της αστικής τάξης και
των κοινοβουλευτικών της πλειοψηφιών.
Μήπως αυτό σημαίνει σφοι πως μεγαλοπιανόμαστε και μας θεωρούμε
εφάμιλλους των μπολσεβίκων; Όχι σφοι, δε σημαινει κάτι τέτοιο. Αλά οι αφ’
υψηλού είρωνες έιναι σίγουρα εφάμιλλοι των πολιτικών τους προγόνων, των
σοσιαλιμπεριαλιστών και των καουτσκιστών της κίτρινης διεθνούς. Και καμιά φορά
πίσω κι από αυτούς ακόμα, δεδομένης της προχωρημένης σήψης, ενός αιώνα σχεδόν,
του συγκεκριμένου πολιτικού ρεύματος, που ρεφόρμισε και κακοφόρμισε.
Τα συνέδρια της κομιντέρν είχαν διάρκεια που ξεπερνούσε
κάποιες φορές τον ένα μήνα, καταμερισμό εισηγητών ανά θεματικές, πολυάριθμες
αποφάσεις κι επεξεργασίες, συζήτηση εφ’ όλης της ύλης σε κάθε θέμα ξεχωριστά,
αντί για συνολικές δεκάλεπτες τοποθετήσεις και το πρώτο διάστημα διεξάγονταν σε
σταθερή ετήσια βάση. Αν όλα τα παραπάνω βάζουν τον πήχη σε δυσθεώρητα ύψη για
τη σημερινή εποχή, μήπως παρόλα αυτά πρέπει να προβληματιστούμε ποια στοιχεία
θα μπορούσαμε να δανειστούμε και να ενσωματώσουμε στις σύγχρονες εσωοργανωτικές
διαδικασίες και τις διεθνείς συναντήσεις αδελφών κομμάτων;
Τι σημαίνει άραγε, ρωτάει κάποιος, το πρώτο συνθετικό (σοσιαλ), στη λέξη ‘σοσιαλφασίστας’;
Ξέρω ‘γω; Υποθέτω ό,τι σημαίνει και στον όρο «σοσιαλιμπεριαλιστής» ή
«σοσιαλσωβινιστής» που χρησιμοποίησε κι ο λένιν στην εποχή του. Άλλο στα λόγια
και το όνομα κι άλλο στην χάρη και τα έργα. Επίσης, εφόσον καταλαβαίνω καλά την
ουσία των επικρίσεων για αυτή την περίοδο, το «έγκλημα» του σοσιαλφασισμού δεν
είναι πως δεν περιέγραφε εύστοχα το κοινωνικό προτσές και τις τάσεις εξέλιξής
του (καπιταλιστική κρίση, ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας, τα καθήκοντα που
έμπαιναν στα κκ) αλλά ότι ήταν ακατάλληλο από προπαγανδιστική άποψη για
πολιτικές, μετωπικές συνεργασίες. Καλά τα λέει δηλ, αλλά να τα πει πιο
στρογγυλεμένα, για να μην απομακρύνει το μέτωπο με τη βάση της
σοσιαλδημοκρατίας.
Ας δούμε ένα τυπικό παράδειγμα εξέλιξης και διαμόρφωσης
θεωρητικών εκτιμήσεων για την πορεία της κομιντέρν, που χαρακτηρίζει συνολικά
από μερικά άτομα μέχρι συγκεκριμένες συλλογικότητες. Παίρνουμε επιλεκτικά
εκείνες τις στιγμές, αποφάσεις, επεξεργασίες με τις οποίες συμφωνούμε στο
σήμερα, διαχρονικά από θέση αρχής κι όχι στο δοσμένο ιστορικό πλαίσιο της
εποχής και τις θεωρούμε υπόδειγμα σωστής λενινιστικής τακτικής-στρατηγικής.
Αποδίδουμε τις υπόλοιπες, που δε μας βρίσκουν σύμφωνους, στην (όντως υπαρκτή)
εσωτερική διαπάλη στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος. Αν οι διαφωνίες
μας επεκτείνονται σε ευρύτερες χρονικές περιόδους ή αφορούν θεμελιακά ζητήματα,
επαυξάνουμε τις αναφορές σε απλές παλινωδίες κι αντιφάσεις, εκτιμώντας πως σημειώνεται
οπορτουνιστική στροφή. Επειδή μια τέτοια εκτίμηση στο ιδεολογικό επίπεδο,
κινδυνεύει να κατηγορηθεί για ιδεαλισμό, εφόσον δε συνδέει την κίνηση των ιδεών
με τα κοινωνικά αίτια που την καθορίζουν, προσδίδουμε ταξικό χαρακτήρα σε κάθε
λανθασμένη (για εμάς) προσέγγιση, θεωρώντας την μικροαστική παρέκκλιση,
απαράδεκτο συμβιβασμό με την αστική τάξη, κτλ. Παράλληλα έχουμε ένα άχαστο
δίπολο κατηγοριών (ταξικός αναγωγισμός και ιδεαλιστική κριτική) για να
εντάξουμε και να απορρίψουμε όλες τις άλλες προσεγγίσεις που δε συμφωνούν με τη
δική μας διαλεκτική θέση.
Το ωραίο είναι πως τα παραπάνω λάθη βασίζονται σε
πραγματικά γεγονότα και παραμέτρους, κακέκτυπα σωστών μεθοδολογιών και
επεξεργασιών του παρελθόντος. Κι αν τα περιγράφω λιγάκι απλοϊκά και χοντροκομμένα,
δεν το κάνω μόνο χάριν υπερβολής, για να γίνουν πιο σαφή, αλλά γιατί ακολουθούν
τον απλοϊκό και χοντροκομμένο χαρακτήρα των αντιλήψεων που επιχειρούν να
περιγράψουν.
Ας δούμε κι ένα δεύτερο παράδειγμα, με ισχυρές επιρροές
από τον όργουελ και τη λεπτή ειρωνεία στο 1984 για τον πόλεμο με την
ανατολασία, που ήταν μέχρι πρότινος σύμμαχός μας, αλλά καλούμαστε να το
ξεχάσουμε και να πιστέψουμε ότι ανέκαθεν πολεμούσαμε μαζί της, καθ’ ότι
πατροπαράδοτος εχθρός μας, θυσιάζοντας την ιστορική γνώση στις ανάγκες της
συγκυρίας. Ο όργουελ βέβαια, ως πράκτορας των βρετανικών υπηρεσιών πιθανότατα,
στρέφεται στην ουσία με χυδαίο τρόπο κατά των σοβιετικών ελιγμών που
προσπαθούσαν να σπάσουν τη διεθνή απομόνωση της εσσδ και να αποτρέψουν το
πολεμικό χτύπημα εναντίον της. Χτύπησε φλέβα όμως ως προς μια παγιωμένη, ως ένα
βαθμό, νοοτροπία και ασθένεια μιας μερίδας του κομμουνιστογενούς κινήματος, που
σκέφτεται με γενικές αλήθειες από θέση αρχής κι αδυνατεί να τις δει στο φως των
συγκεκριμένων συνθηκών στη δοσμένη συγκυρία.
Κρατάμε το συγγραφέα, αλλάζουμε όμως βιβλίο και
κατηγορία, περνώντας στη φάρμα των ζώων, όπου επικρατούσε ο γενικός κανόνας:
τέσσερα πόδια καλό, δύο πόδια κακό. Με τη μόνη εξαίρεση της κότας, φανερός
συμβολισμός των αγροτών, μικροπαραγωγών, που ναι μεν έχουν μικρά κεφάλαια-μέσα
παραγωγής στην κατοχή τους, αλλά αποτελούν φυσικό σύμμαχο των τετράποδων της
εργατικής τάξης.
Πολλές αντιλήψεις ωστόσο δε φτάνουν καν στο επίπεδο της
αλληγορίας (με την εξαίρεση) ή στην καλύτερη περίπτωση την αντιγράφουν: Μέτωπο (λαϊκό
ή ενιαίο δεν έχει τόση σημασία) καλό, δύο πόδια κακό. Ναι αλλά σήμερα δεν
υπάρχει σοβιετική ένωση-εξουσία κι η ανάγκη να την υπερσπιστούμε πάση θυσία,
ούτε κάποιο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με πολυάριθμη, οργανωμένη εργατική βάση
(τονίζω το ‘οργανωμένη’ για να καταδείξω πως δεν αναφέρομαι σε ψηφοφόρους, αλλά
σε οργανωμένες μάζες στα σωματεία και στους χώρους δουλειάς) για να καθορίσουμε
αντίστοιχα την τακτική μας. Κι ο άνθρωπος έκανε πολλά χρόνια να σταθεί όρθιος
στα δυο του πόδια και να περπατήσει, για να τον πισωγυρίσουμε τώρα σε τόσο
απλοϊκές οργουελικές σκέψεις, παύλα-τελεία.
Το περίφημο σημείο του λένιν από τον αριστερισμό σχετικά
με την αναγκαιότητα των συμβιβασμών αναφέρεται στους επιβάτες ενός αυτοκινήτου,
αν δε με απατά η μνήμη μου, που βρισκόμενοι υπό την απειλή όπλου, καλούνται να
συμβιβαστούν για να γλιτώσουν τη ζωή τους και θα ήταν ανόητο να μην το κάνουν.
Έχω την αίσθηση πως με το συγκεκριμένο παράδειγμα ο βλαδίμηρος δε μιλάει γενικά
για τακτικούς συμβιβασμούς και συνεργασίες με αστικά κόμματα, αλλά για τις
αξίες των συμβιβασμών στις περιπτώσεις που οι κομμουνιστές βρίσκονται με την
πλάτη στον τοίχο και θεωρείται αναγκαία –και όχι προδοτική- μια τακτική
αναδίπλωση. Καλή ώρα όπως με τη συνθήκη του μπρεστ-λιτόφσκ, όπου ο λένιν είχε
μειοψηφήσει αρχικά και τελικά οι μπολσεβίκοι αναγκάστηκαν να υπογράψουν τη
συμφωνία με ακόμα πιο επώδυνους όρους.
Αναμφίβολα, στο έργο του λένιν θα βρει κανείς αναφορές
στην ανάγκη τακτικών ελιγμών και πρόσκαιρων συνεργασιών για την αξιοποίηση και
του παραμικρού ρήγματος στο αρραγές αστικό μπλοκ. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν
κατά τη γνώμη μου, όσοι επικαλούνται τα παραπάνω, είναι πως η τακτική ευελιξία
δε σημαίνει ντε και καλά συνεργασία και πολιτικό μέτωπο με κάποιο άλλο κόμμα.
Σημαίνει πρωτίστως εκτίμηση της συγκεκριμένης κατάστασης και κάθε συγκεκριμένης
κίνησης, δοκιμή διαφόρων μορφών, μέσων και συνθημάτων, μοναχική πορεία πολλές
φορές (όπως μας επιβεβαιώνει η ιστορική πείρα των μπολσεβίκων), μαζί να χτυπάμε
χωριστά να βαδίζουμε κι άλλα τέτοια λενινιστικά, που κάποιοι θεωρούν βολικό να
τα ξεχνάνε. Για να το θέσω διαφορετικά, το επίμονο κυνήγι φαντασμάτων κι η
αναζήτηση με το στανιό ενός έντιμου, συνεπούς τμήματος της αριστερής
σοσιαλδημοκρατίας, ούτε καν ως πρόσκαιρου συμμάχου αλλά ως μετωπικού (ή δυνάμει
κυβερνητικού) εταίρου, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την τακτική ευελιξία
του λένιν και των συντρόφων του.
Ένα τελευταίο σημείο. Ο φασισμός είναι διαφορετική στιγμή
από την αστική δημοκρατία στο συνεχές της αστικής εξουσίας, με την ίδια έννοια
πχ που η κεϊνσιανή διαχείριση δεν ταυτίζεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της
από το νεοφιλελευθερισμό. Ο λένιν μας υπενθυμίζει εξάλλου πως «οι μορφές των
αστικών κρατών είναι εξαιρετικά ποικίλες, η ουσία τους όμως είναι μία: όλα αυτά
τα κράτη, είτε έτσι είτε αλλιώς, μα σε τελευταία ανάλυση υποχρεωτικά, είναι
δικτατορία της αστικής τάξης».
Από αυτή τη ‘διαφορά’ συνεπώς, που συν τοις άλλοις
καθίσταται δυσδιάκριτη σε αρκετούς τομείς, δεν προκύπτει η ανάγκη υπεράσπισης
της αστικής δημοκρατίας γενικά ενάντια στο φασισμό, όπως δε συνάγεται ως
καθήκον μας η υπεράσπιση του κεϊνσιανισμού γενικά απέναντι στο νεοφιλελεύθερο
μοντέλο διαχείρισης πχ. Αυτό που προβάλλει ως αναγκαιότητα για το κομμουνιστικό
κόμμα και την εργατική τάξη είναι η υπεράσπιση με κάθε τρόπο των δημοκρατικών
ελευθεριών-δικαιωμάτων και των εργατικών κατακτήσεων, δεμένη με το στρατηγικό
στόχο. Δεν προκύπτει από πουθενά όμως ότι μπορούμε να προσβλέπουμε σε κάτι
θετικό για την επιτυχία αυτής της πάλης από τη σοσιαλδημοκρατία και τις
διάφορες εκδοχές της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου