Παναγιώτης Ελής, ο αλύγιστος μάρτυρας της Μακρονήσου που δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τη χούντα
Επιμέλεια: Οικοδόμος //Στις 25 Απρίλη του 1967 δολοφονείται εν ψυχρώ από τη χούντα στον Ιππόδρομο, στο Δέλτα του Φαλήρου, ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης και μάρτυρας της Μακρονήσου Παναγιώτης Ελής. Είχε συλληφθεί και οδηγηθεί εκεί μαζί με άλλους αγωνιστές, από τις πρώτες κιόλας ώρες του πραξικοπήματος της 21ης Απρίλη.
«Φονιάς, ένας νεαρός ανθυπολοχαγός ή υπολοχαγός, ο οποίος μετά το 1974 καταδικάστηκε και έμεινε αρκετά χρόνια στη φυλακή. Ο χρόνος του φόνου: Προχωρημένο απριλιάτικο και βροχερό απόγευμα, δεν είχε ακόμη σουρουπώσει. Ακριβής τόπος: Ο Ελής, μαζί με άλλους κρατουμένους, ερχόταν βιαστικά, αν όχι τρέχοντας, από την αλάνα του Ιπποδρόμου, όπου μια μικρή ομάδα στρατιωτών, με προτεταμένες λόγχες και αυτόματα, τους συνόδευε για τις σωματικές τους ανάγκες. Επικεφαλής ο θερμοκέφαλος ανθυπολοχαγός, ο οποίος κραδαίνοντας περίστροφο εκραύγαζε τα γνωστά συνθήματα, «κομμούνια θα πεθάνετε» κ.λπ.
(…) Έτσι, μόλις ο άτυχος Ελής πέρασε τη μεγάλη πόρτα του θαλάμου και δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να… δραπετεύσει ή κατά άλλο τρόπο να απειθαρχήσει… το περίστροφο του ανθυπολοχαγού εκπυρσοκρότησε από μόνο του, μισό μέτρο πίσω από το κεφάλι του θύματος!
Καθόμασταν σε μια κουβέρτα στο δάπεδο του θαλάμου μαζί με τον μακαρίτη γιατρό Μανώλη Σιγανό και τον επίσης μακαρίτη Κυριάκο Τσακίρη. Ακούσαμε τον πυροβολισμό και είδαμε τον Ελή να πέφτει. Δίπλα από μας καθόταν ο Γιάννης Ρίτσος, άκουσε και αυτός και είδε και αμέσως, με απόγνωση και αποτροπιασμό, έκρυψε το πρόσωπό του στα χέρια του.»1
«Με το θάνατο του ηγέτη της αγροτιάς Κώστα Γαβριηλίδη είχε φουντώσει η αντιπαράθεση με όσους οπαδούς του Αγροτικού Κόμματος ήθελαν να διατηρήσουν την κομματική τους αυτοτέλεια. Ένας απ’ αυτούς και ο Παναγιώτης Ελής. Και βέβαια δεν θα έλεγα ότι ο Παναγιώτης διατηρώντας τη διαφορετικότητά του, σε σχέση με την τότε πλειοψηφία, ένιωθε ευχάριστα. Όσο για μένα είμαι περήφανος που μπορώ να το πω, ότι παρά τις όποιες διαφορές αντιλήψεων, με τον Παναγιώτη ποτέ δεν είχαμε πάψει να είμαστε φίλοι. Με το Χουντικό πραξικόπημα στον Ιππόδρομο της Αθήγνας, ξαναζήσαμε το μακρονησιώτικο εφιάλτη. Εκείνο το απόγευμα που μας έβγαλαν έξω, επιστρέφαμε με τον Παναγιώτη από τους τελευταίους. «Προχώρα», μου λέει, «θα πάω για κατούρημα». Η παρέα μου στον Ιππόδρομο και τη Γυάρο ήτανε με το γιατρό μας τον Άρη Γιαννουλόπουλο και το Στέλιο Κορέ, φίλους απ’ το μακρονησιώτικο Σύρμα. Δεν πέρασαν δυο λεπτά που είχα καθίσει κοντά τους κι ακούστηκε η πιστολιά και η φωνή «Ένα γιατρό, χτύπησαν τον Ελή, τρέξε γιατρέ». Σε ένα πεντάλεπτο επέστρεψε κατσούφης ο Άρης. «Τέλειωσε», το μόνο που είπε.»«Γεννήθηκε το Μάη του 1922 στην Κομοτηνή. Με την κάθοδο των Βουλγάρων, οργανώνεται στην Αντίσταση. Συλλαμβάνεται το 1942 και στέλνεται όμηρος στη Βουλγαρία. Στις αρχές του 1943, μεταφέρεται μ” άλλους ομήρους στο Κουμάνοβο της Σερβίας σε καταναγκαστικά έργα. Λευτερώνεται με τη λήξη του πολέμου. Στο τέλος του 1946, σαν στρατιώτης, μετατίθεται στο Μεσολόγγι και από κει με άλλους συναδέλφους του, λόγω πολιτικών φρονημάτων, στο Μακρονήσι το καλοκαίρι του 1947.
[Γιώργος Φαρσακίδης, Σε άνιση μάχη…, Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 115]
Εκεί, στη Μακρόνησο, στο κάτεργο της φρίκης και της οδύνης, θα υποστεί τα πάνδεινα, ανάμεσα σε μυριάδες άλλους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, που, με τη στολή του στρατιώτη, βασανίστηκαν αποτρόπαια από τους δήμιους των ξένων αφεντικών. Σ” αυτό το νησί, που έπρεπε να αποτελεί για όλους τους Ελληνες, εκτός των δοσιλόγων, εθνικό μνημείο και ιερό τόπο λαϊκού προσκυνήματος.
Ο Ελής οδηγήθηκε στο ΒΕΤΟ (Δεύτερο Ειδικό Τάγμα Οπλιτών), τάγμα με 38.000 περίπου έγκλειστους στρατιώτες, που ως χτες πολεμούσαν τους ξένους εισβολείς στο βουνό και στην πόλη και αντιμετώπισε πλάι τους με καρτερία, τους βασανιστές που φορούσαν τη στολή του Ελληνα στρατιώτη. Αυτοί οι «Ελληνες» συναγωνίστηκαν σε θηριωδία τα γερμανικά SS, μόλις δυο χρόνια μετά τη φυγή των μεραρχιών τους, από το ελληνικό έδαφος.
«Υπόγραψε Βούλγαρε!», ωρύονταν οι ροπαλοφόροι πάνω στα αιμόφυρτα, ποδοπατημένα και ετοιμοθάνατα κορμιά, τα κορμιά αυτά, που αντιστάθηκαν στους Γερμανούς και Ιταλούς.
Και ύστερα στο περιβόητο «Σύρμα», στην «Απομόνωση», πλάι στη χαράδρα, πίσω από τον πανύψηλο τοίχο, στο κάτεργο των κατέργων, στην κόλαση της κολάσεως, στο μαρτύριο των μαρτυρίων, όπου μεταφέρονταν όσοι δεν υπέκυπταν στον ανήκουστο παιδεμό και δεν υπέγραφαν «Δήλωση μετανοίας». Εκεί βασανίζεται ο Παναγιώτης Ελής, μαζί με τους λίγους συναγωνιστές του, νύχτα – μέρα, από πολυάριθμους αποκτηνωμένους αλφαμίτες υπό την επιστασία ανάξιων και εγκληματικών αξιωματικών – μερικοί απ” αυτούς θα πρωτοστατήσουν στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου.
Ο Ελής θα επιβιώσει από το νέο κύκλο βασανιστηρίων, σε 24ωρη βάση μήνες και χρόνια, χάρη στο ψυχικό σθένος του και τη σωματική του αντοχή. Μερικοί από τους συναγωνιστές του στο «Σύρμα», θα επιβιώσουν, με το μέτωπο ψηλά κι αυτοί, αλλά σακατεμένοι διά βίου.
(…) Έπεσε μαχόμενος ο αλύγιστος χιλιοβασανισμένος αγωνιστής της ελευθερίας. Ποιος, όμως, τίμησε τη θυσία του, καθώς και των άλλων Ελλήνων συναγωνιστών του; Χαράχτηκε τ” όνομά του σε καμιά μαρμάρινη στήλη, μαζί με τα ονόματα των αγωνιστών που δολοφόνησε η χούντα; Σκέφτηκε κανείς να στηθεί προτομή του Ελη στη γενέτειρά του, το Κόσμιο Κομοτηνής; Αφελέστατες ερωτήσεις και απορίες. Η νεοελληνική πολιτεία τιμά συχνά με οδούς, πλατείες και ανδριάντες, αχρείους πολιτικούς και δοσίλογους για εθνικές συμφορές και ξένους μισέλληνες. Δεκάδες βουλευτές αξίωσαν την αποφυλάκιση των πραξικοπηματιών, που αιματοκύλησαν και εξευτέλισαν τον τόπο, και την επιστροφή του Γλύξμπουργκ στο θρόνο (!), για τον Παναγιώτη Ελη και τους άλλους νεκρούς αγωνιστές θα μιλάμε τώρα;»2
1) Μαρτυρία του δημοσιογράφου Αντώνη Καρκαγιάννη, συγκρατούμενου του Π. Ελή και αυτόπτη μάρτυρα της δολοφονίας του, στην εφημερίδα «Καθημερινή», 16/12/2009
2) Επιστολή με υπογραφή «Οι παλιοί συνάδελφοί του στο «Σύρμα»», στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 23/4/1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου