Η αποστολή των σοβιετικών μη επανδρωμένων σκαφών «Βενέρα»
Η πρώτη πανοραμική φωτογραφία, μέσα από τον κρατήρα Τζεζέρο του Αρη, που έστειλε το ρόβερ «Perseverance» της NASA |
Αλλά η Γη έχει και έναν άλλο γειτονικό πλανήτη, αυτόν που βρίσκεται προς τη μεριά του Ηλιου, την Αφροδίτη. Αν ο Αρης είναι δύσκολο μέρος για επιβίωση οποιασδήποτε μορφής ζωής, η Αφροδίτη, που έχει μέγεθος σχεδόν ίδιο με της Γης, είναι μέρος εξαιρετικά εχθρικό προς τις μορφές ζωής που γνωρίζουμε, καθώς περιβάλλεται από μια πολύ πυκνή ατμόσφαιρα διοξειδίου του άνθρακα, που στην επιφάνεια του πλανήτη πιέζει όσο πιέζουν οι γήινες θάλασσες σε βάθος 900 μέτρων, ενώ ταυτόχρονα η μέση θερμοκρασία επιφάνειας στην Αφροδίτη είναι 464 βαθμοί Κελσίου! Στη θερμοκρασία αυτή, ο μόλυβδος και άλλα μέταλλα βρίσκονται σε υγρή κατάσταση... Σαν να μην έφταναν αυτά, στα σύννεφα από πάνω υπάρχει αρκετό θειικό οξύ, το οποίο μάλιστα δημιουργεί έναν αδιαπέραστο μανδύα, που δεν επιτρέπει σε κανέναν απέξω να δει την επιφάνειά της! Αλλά, αν ο Αρης είναι κόκκινος λόγω του χρώματος του εδάφους του και η Αφροδίτη είναι με έναν άλλο τρόπο «κόκκινη»: Ηταν ο προορισμός 29 μη επανδρωμένων διαστημικών αποστολών της Σοβιετικής Ενωσης και ο τόπος για αρκετές πρωτιές για την ΕΣΣΔ στην εξερεύνηση του Διαστήματος.
Αντίγραφο του σοβιετικού μη επανδρωμένου σκάφους «Βενέρα-4» |
Το «Perseverance» της NASA έστειλε πρόσφατα στη Γη την πρώτη ηχητική καταγραφή από τον Αρη. Ομως η πρώτη ηχητική καταγραφή από άλλον πλανήτη που έφτασε ποτέ στα αυτιά γήινων, ήταν αυτή που έκανε το «Βενέρα-13» το 1981, ακούγοντας τους ανέμους της πυκνής και καυτής ατμόσφαιρας της Αφροδίτης.
Το «Perseverance» έστειλε πριν από λίγες μέρες και μερικές υπέροχες φωτογραφίες από την επιφάνεια του Αρη. Ομως ήταν το «Βενέρα-9», που έστειλε στη Γη 35 χρόνια νωρίτερα, το 1975, τις πρώτες φωτογραφίες από την επιφάνεια ενός άλλου πλανήτη. Οπως ήταν το «Βενέρα-7», που πραγματοποίησε την πρώτη ομαλή προσεδάφιση σε άλλον πλανήτη το 1970. Και ήταν το «Βενέρα-4», το 1967, που μπήκε για πρώτη φορά στην ατμόσφαιρα ενός άλλου πλανήτη και έστειλε δεδομένα από τις μετρήσεις του στη Γη. Πριν από 53 ολόκληρα χρόνια! Πολύ πριν την εμφάνιση ηλεκτρονικών υπολογιστών, που μπορούσαν να ενσωματωθούν στον εξοπλισμό ενός διαπλανητικού σκάφους. Και χωρίς το παγκόσμιο δίκτυο ραδιοεπικοινωνιών βαθέος διαστήματος, που διέθεταν και διαθέτουν οι ΗΠΑ χάρη στη συμβολή άλλων ιμπεριαλιστικών χωρών σε πολλές ηπείρους, οι οποίες διασυνδέουν με αυτό ραδιοτηλεσκόπια που βρίσκονται στο έδαφός τους. Τα σκάφη «Βενέρα» κατά την είσοδό τους στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης έπρεπε να αντέξουν θερμοκρασίες που έφταναν τους 11.000 βαθμούς Κελσίου και επιταχύνσεις 300 G (1G είναι η επιτάχυνση της γήινης βαρύτητας).
Το τμήμα προσεδάφισης του «Βενέρα-4» |
Η Αφροδίτη στο παρελθόν της πιθανόν να είχε τόσο νερό όσο έχει και η Γη. Ομως σύμφωνα με την κρατούσα άποψη ένα εκτός ελέγχου φαινόμενο του θερμοκηπίου ανέβασε πολύ τη θερμοκρασία, με αποτέλεσμα όλο το νερό να εξατμιστεί και στο πέρασμα του χρόνου να αποσυντεθεί σε υδρογόνο και οξυγόνο στα ανώτερα τμήματα της ατμόσφαιρας κάτω από την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας, με διάχυση του υδρογόνου και μέρους του οξυγόνου στο Διάστημα. Πριν από ένα χρόνο επιστήμονες παρατήρησαν κάποιες ενδείξεις για ενδεχόμενη ύπαρξη φωσφίνης στα σύννεφα της Αφροδίτης, μιας ουσίας που τουλάχιστον στη Γη έχει βιολογική προέλευση. Ωστόσο, οι ενδείξεις αυτές αμφισβητούνται, αλλά ακόμη κι αν υπάρχει φωσφίνη μπορεί να οφείλεται σε άγνωστες διεργασίες και όχι σε ζωή μέσα στα σύννεφα. Πάντως, τα δύο σοβιετικά σκάφη «Βέγκα» που επισκέφθηκαν την Αφροδίτη τη δεκαετία του 1980, μετά την προσεδάφισή τους, είχαν απελευθερώσει αερόστατα που μελέτησαν διεξοδικά την ατμόσφαιρά της. Να σημειωθεί ότι σε ορισμένο ύψος μέσα στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης η θερμοκρασία είναι 20 βαθμοί Κελσίου.
Γραμματόσημο της ΕΣΣΔ προς τιμήν της αποστολής «Βενέρα-4» στην Αφροδίτη |
Φωτογραφία
της περιοχής γύρω από το σημείο προσεδάφισης του «Βενέρα-9». Η
θερμοκρασία ήταν 485 βαθμοί Κελσίου και η πίεση 90 γήινες ατμόσφαιρες! Ο
μόλυβδος λιώνει στους 327,5 βαθμούς Κελσίου... |
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου