Η ιστορία όλων των μέχρι τώρα κοινωνιών, είναι ιστορία ταξικών αγώνων. Ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με μια λέξη καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονται σε μια ακατάπαυστη αντίθεση μεταξύ τους. Κάνουν αδιάκοπο αγώνα, πότε ανοιχτό, πότε σκεπασμένο, έναν αγώνα που τελειώνει κάθε φορά με το μετασχηματισμό ολόκληρης της κοινωνίας ή με την από κοινού καταστροφή των τάξεων… Ετσι ξεκινά το πρώτο κεφάλαιο, «Αστοί και προλετάριοι», του κλασικού έργου των Κ.Μαρξ – Φρ. Ενγκελς, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος».
Στη γερμανική έκδοση του έργου στα 1890, ο Ενγκελς, σχετικά με τη φράση «η ιστορία όλων των μέχρι τώρα κοινωνιών», γράφει την εξής υποσημείωση: «`Η ακριβέστερα η γραφτήιστορία. Στα 1847 η προϊστορία της κοινωνίας, η κοινωνική οργάνωση που είχε προηγηθεί από κάθε γραφτή ιστορία, ήταν σχεδόν άγνωστη. Τότε ο Χαξτχάουζεν ανακάλυψε την κοινή ιδιοκτησία της γης στη Ρωσία. Ο Μάουρερ απέδειξε ότι η κοινή ιδιοκτησία της γης αποτελεί την κοινωνική βάση απ’ όπου προήλθαν ιστορικά όλες οι φυλές. Υστερα ανακάλυψαν σιγά σιγά ότι οι αγροτικές κοινότητες με την κοινή κατοχή της γης, αποτελούσαν την πρωταρχική μορφή της κοινωνίας απ’ τις Ινδίες ως την Ιρλανδία. Τέλος, η εσωτερική οργάνωση αυτής της πρωτόγονης κομμουνιστικής κοινωνίας αποκαλύφθηκε στην τυπική της μορφή με την ανακάλυψη του Μόργκαν, που επιστέγαζε όλο του το έργο, για την αληθινή φύση του γένους και τη θέση του μέσα στη φυλή. Με τη διάλυση αυτών των πρωταρχικών κοινοτήτων, αρχίζει ο χωρισμός της κοινωνίας σε ξεχωριστές και τελικά ανταγωνιζόμενες τάξεις».
Ηεμφάνιση των τάξεων είναι φαινόμενο ιστορικό. Δεν υπήρχαν πάντα τάξεις. Ούτε θα υπάρχουν πάντα. Η πρώτη μορφή κοινωνικής οργάνωσης που εμφανίζεται στην ιστορία της ανθρωπότητας, η πρωτόγονη κοινοτική, ήταν κοινωνία αταξική. Η κοινωνία δεν ήταν χωρισμένη σε τάξεις. Υπήρχε ένας υποτυπώδης καταμερισμός εργασίας, ο φυσικός, βασικά ανάμεσα στα δυο φύλα. Οι άνθρωποι ζούσαν εξαρτημένοι σε μέγιστο βαθμό από τη φύση. Από αυτήν τρέφονταν, με καρπούς δέντρων, κυνήγι, ψάρεμα, κλπ., από αυτήν κάλυπταν όλες τις στοιχειώδεις ανάγκες της ζωής. Η παραγωγικότητα της εργασίας ήταν τόσο χαμηλή που δε δημιουργούσε υπερπροϊόν. Εφτανε ίσαίσα για τη συντήρηση και αναπαραγωγή της φυλής. Δεν υπήρχαν διαφορές και αντιθέσεις μεταξύ των ανθρώπων, όλοι είχαν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις. Είχε, λοιπόν, αυτές τις στοιχειώδεις μορφές της ισότιμης συλλογικής οργάνωσης της κοινωνίας, γι’ αυτό ονομάζεται και «πρωτόγονος κομμουνισμός».
Εύλογα, λοιπόν, δημιουργείται το ερώτημα: Αφού δεν ήταν η πρωτόγονη κοινωνία χωρισμένη σε τάξεις, πώς στη συνέχεια χωρίστηκε σε τάξεις; Η ανάπτυξη των εργαλείων, δηλαδή των τότε μέσων παραγωγής, η ανακάλυψη και ανάπτυξη της γεωργίας και κτηνοτροφίας, μέσα από την εμπειρία των ίδιων των ανθρώπων, (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με την εργασία αναπτύσσεται η εμπειρία των ανθρώπων, σ’ αυτήν οφείλεται και ο εξανθρωπισμός του πιθήκου), δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. Ετσι ανεβαίνει η παραγωγικότητα της εργασίας, αρχίζουν να παρουσιάζονται πλεονάζοντα προϊόντα. Από τη στιγμή που αρχίζουν να παρουσιάζονται πλεονάζοντα προϊόντα, η συγκεκριμένη ομάδα που τα παράγει έχει τη δυνατότητα να τα ανταλλάσσει. Ο καταμερισμός της εργασίας και η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας δημιουργεί και τις προϋποθέσεις εμφάνισης της ατομικής ιδιοκτησίας και της δουλείας, εφόσον από την εργασία δημιουργείται περίσσευμα, που είναι δυνατό να το ιδιοποιηθούν οι κάτοχοί του. Αρχίζει, δηλαδή, η αποσύνθεση του πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος και η διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις. Εμφανίζεται η πρώτη, ιστορικά, ταξική κοινωνία, που είναι η δουλοκτητική. Αυτό γίνεται ανάμεσα στην 4η και 3η περίπου χιλιετηρίδα π.Χ.
Από εδώ και πέρα ο Μαρξ και ο Ενγκελς θεωρούν όλη την ιστορία της κοινωνίας, σαν ιστορία διαφορετικών, αλληλοδιάδοχων τρόπων αφαίρεσης του υπερπροϊόντος από τον άμεσο παραγωγό, ιστορία διαφορετικών μορφών εξαναγκασμού και εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άλλο άνθρωπο, που κατέχει τα μέσα παραγωγής, και διαφορετικών μορφών κοινωνικής οργάνωσης στις οποίες υπάρχουν και παλεύουν διαφορετικές τάξεις.
Από αυτή την άποψη, ο Μαρξ και ο Ενγκελς, πρώτοι έδωσαν την επιστημονική ερμηνεία για την εξέλιξη των κοινωνιών, την ιστορική κίνηση της κοινωνίας και των παραγόντων που καθορίζουν αυτή την κίνηση.
Η μεγάλη προσφορά του Μαρξ δεν είναι ότι ανακάλυψε τη διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις, ή το ότι διαφορετικές τάξεις πάλευαν μεταξύ τους. Αυτό είχε γίνει και από άλλους επιστήμονες πριν τον Μαρξ. «Οσο για μένα – γράφει ο Μαρξ – δε μου ανήκει η τιμή ούτε ότι εγώ ανακάλυψα την ύπαρξη των τάξεων στη σύγχρονη κοινωνία, ούτε ότι εγώ ανακάλυψα την πάλη ανάμεσά τους. Πολύ πριν από μένα αστοί ιστορικοί, είχαν περιγράψει την ιστορική εξέλιξη αυτής της πάλης των τάξεων και αστοί οικονομολόγοι την οικονομική ανατομία των τάξεων. Ο,τι καινούριο έκανα εγώ, ήταν για να αποδείξω:
1. ότι η ύπαρξη των τάξεων συνδέεται απλώς με ορισμένες φάσεις ανάπτυξης της παραγωγής,
2. ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαστικά στη δικτατορία του προλεταριάτου,
3. ότι η ίδια αυτή η δικτατορία αποτελεί μονάχα το πέρασμα στην κατάργηση όλων των τάξεων και σε μια αταξική κοινωνία». (Κ. Μαρξ-Φ. Ενγκελς, «Διαλεκτά Εργα», τ. 11, σελ. 530).
Ηβάση της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις πρέπει να αναζητείται πάντα στην υλική παραγωγή και μάλιστα στις σχέσεις παραγωγής, την οικονομική βάση της κοινωνίας, που σε τελευταία ανάλυση το βασικό στοιχείο τους είναι η σχέση των ανθρώπων με τα μέσα της παραγωγής.
Ο Λένιν, στο έργο του «Μεγάλη Πρωτοβουλία», έδωσε τον εξής ορισμό στο ζήτημα, τι είναι τάξεις:
«Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους, από τη θέση που έχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους που είναι στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη με νόμους, προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλιά της άλλης, χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα στο καθορισμένο ιστορικά σύστημα της κοινωνικής παραγωγής».
Ανάλογα με τη θέση τους σε κάθε κοινωνικό σύστημα οι τάξεις διαιρούνται σε βασικές και μη βασικές. Βασικές θεωρούμε τις τάξεις, που η ύπαρξή τους προσδιορίζει τον καθορισμένο ιστορικά τρόπο παραγωγής, άρα και τον καθορισμένο ιστορικά κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό. Ετσι στη δουλοκτητική κοινωνία βασικές τάξεις ήταν οι δουλοκτήτες και οι δούλοι. Στη φεουδαρχική, οι φεουδάρχες και οι δουλοπάροικοι, στον καπιταλισμό είναι οι καπιταλιστές και οι προλετάριοι. Πρόκειται, λοιπόν, για τάξεις, που η μια είναι κυρίαρχη, έχει την εξουσία, αυτή η εξουσία πηγάζει από την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και τον τρόπο που καρπώνεται τον κοινωνικά παραγόμενο πλούτο. Η άλλη βασική τάξη, είναι εκμεταλλευόμενη από την κυρίαρχη τάξη, υποταγμένη στην κυριαρχία της εκμεταλλεύτριας τάξης.
Καταργήθηκαν οι κοινωνικές τάξεις;
Στο προηγούμενο άρθρο, σχετικά με την άποψη του Γάλλου καθηγητή Πολιτικής Ιστορίας και Φιλοσοφίας, που εξέφρασε σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα «El Pais» και αναδημοσίευσε η εφημερίδα «Η Καθημερινή», 12/6/2004, ότι«σήμερα δεν υπάρχουν συνεκτικές κοινωνικές τάξεις: Ζούμε μια κατάσταση εντελώς διαφορετική, αντιμετωπίζουμε μια κοινωνική πραγματικότητα πολύ εξατομικευμένη, δεδομένου ότι αυτό που έχει σημασία στο νέο τρόπο παραγωγής είναι πρωτίστως τα ατομικά προσόντα. Δεν είμαστε πλέον μια ταξική κοινωνία αλλά μια κοινωνία ατόμων», και ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός «ότι άλλαξε η μορφή του ίδιου του καπιταλισμού»,αναφερθήκαμε διεξοδικά στο ότι πράγματι άλλαξε η μορφή του καπιταλισμού αλλά σε αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτήν που εκτιμά ο Γάλλος καθηγητής. Δηλαδή, ότι από τον ατομικό καπιταλιστή, η κοινωνικοποίηση της παραγωγής και η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου οδήγησαν στο συλλογικό καπιταλιστή. Και πάντως συνεχίζουν να κυριαρχούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, δηλαδή η καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Επομένως, συνεχίζει να υπάρχει η τάξη των καπιταλιστών, άρα υπάρχει και η εργατική τάξη. Η άποψη περί «κοινωνίας των ατόμων», λόγω της πρωτεύουσας σημασίας που αποκτούν τα «ατομικά προσόντα» στο «νέο τρόπο παραγωγής», όπως αναφέρει ο Γάλλος καθηγητής, από τη σκοπιά βεβαίως του ιστορικού υλισμού είναι αντιεπιστημονική. Πρώτ’ απ’ όλα είναι αυθαίρετο το στοιχείο της «πρωτεύουσας σημασίας» που αποκτούν τα «ατομικά προσόντα». Μπορεί να μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο ο καταμερισμός της εργασίας, και αυτή είναι αντικειμενική διαδικασία στα πλαίσια της ολοένα αυξανόμενης κοινωνικοποίησης της παραγωγής, αλλά αυτό δε σημαίνει και «εξατομίκευση». Ισα ίσα το αντίθετο συμβαίνει. Γιατί η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, η πολυκλαδική οργάνωση των τεραστίων διαστάσεων επιχειρηματικών ομίλων, ο ανταγωνισμός οδηγούν στην ολοένα και μεγαλύτερη συνένωση των διαφορετικών κεφαλαίων, που μπορεί να δραστηριοποιούνται σε διαφορετικούς τομείς, κλάδους, πέρα από τη συνένωση των καπιταλιστών ιδιοκτητών μετοχών και μέσω μετοχών του κεφαλαίου.
Πρώτ’ απ’ όλα η καθετοποίηση της παραγωγής οδηγεί στην ολοένα και μεγαλύτερη συνένωση διαφορετικών κλάδων παραγωγής. Ας δούμε, για παράδειγμα, την παραγωγή τροφίμων και ποτών στη μεγάλη της κλίμακα. Οι καπιταλιστικοί όμιλοι ξεκινούν από την ιδιοκτησία ή ενοικίαση μεγάλων καλλιεργήσιμων εκτάσεων, παράγουν αγροτικά προϊόντα τα οποία στη συνέχεια μέσω της αντίστοιχης βιομηχανίας μεταποίησης ρίχνουν στην αγορά ως τελικό προϊόν.
Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης η πολεμική βιομηχανία, που συνενώνει τη βιομηχανία χάλυβα με τη βιομηχανία νέων τεχνολογιών. `Η η αεροπορική βιομηχανία, που επίσης συνενώνεται με τον κλάδο της πληροφορικής, των αυτοματισμών. Το ίδιο ισχύει και με τις σύγχρονες εργαλειομηχανές, ή τις μηχανές τυπογραφείου κλπ. Τα παραδείγματα μπορεί να είναι πολλά.
Το βασικό όμως ζήτημα στο οποίο επιμελώς παραλείπει να αναφερθεί ο κύριος καθηγητής είναι οι σχέσεις ιδιοκτησίας. Γιατί η σχέση κάθε μέλους της κοινωνίας ως προς τα μέσα παραγωγής είναι το καθοριστικό για το σε ποια κοινωνική τάξη ανήκει και όχι τα ατομικά του προσόντα. Τα οποία μπορεί να είναι και τα πιο ξεχωριστά και ιδιαίτερα, αλλά αυτό ουδόλως επηρεάζει αυτή τη σχέση με την ιδιοκτησία, ακόμη μπορεί να μην επηρεάζει ούτε τη θέση του μέσα στο κοινωνικά οργανωμένο σύστημα παραγωγής. Μήπως σήμερα η πλειοψηφία των πτυχιούχων επιστημόνων δεν προσφέρει μισθωτή εργασία στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις;
Επομένως, εδώ πρέπει να προσεγγίσουμε το ζήτημα «κοινωνικές τάξεις» και από πού καθορίζονται, πολύ συγκεκριμένα. Τι είναι λοιπόν οι κοινωνικές τάξεις;
Ο Φρ. Ενγκελς έδωσε τον εξής συνοπτικό ορισμό των δύο βασικών τάξεων της καπιταλιστικής κοινωνίας: «Με τη λέξη αστική τάξη εννοούμε την τάξη των σύγχρονων καπιταλιστών, που είναι κάτοχοι των βασικών μέσων παραγωγής και που εκμεταλλεύονται τη μισθωτή εργασία. Με τη λέξη προλεταριάτο εννοούμε την τάξη των σύγχρονων μισθωτών εργατών που, επειδή δεν κατέχουν καθόλου δικά τους μέσα παραγωγής, είναι αναγκασμένοι να πουλούν την εργατική τους δύναμη για να μπορούν να ζήσουν» (Σημείωση του Φρ. Ενγκελς στην αγγλική έκδοση του έργου «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» του 1888).
Δεν αρκεί όμως μόνο το κριτήριο των σχέσεων με τα μέσα παραγωγής, αν και είναι το καθοριστικό. Απαιτείται, για να γίνεται σωστός και ολοκληρωμένος προσδιορισμός των τάξεων και των στρωμάτων, η μελέτη με βάση όλα τα κριτήρια του ορισμού που έδωσε ο Β. Ι. Λένιν για τις τάξεις στο έργο του «Μεγάλη Πρωτοβουλία» («Απαντα», τ. 39, σελ. 15).
Ο Λένιν, στο έργο του «Μεγάλη Πρωτοβουλία», έδωσε τον εξής ορισμό στο ζήτημα, τι είναι τάξεις:
«Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους, από τη θέση που έχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους, που είναι στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη με νόμους, προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλιά της άλλης, χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα στο καθορισμένο ιστορικά σύστημα της κοινωνικής παραγωγής».
Ανάλογα με τη θέση τους σε κάθε κοινωνικό σύστημα οι τάξεις διαιρούνται σε βασικές και μη βασικές. Βασικές θεωρούμε τις τάξεις που η ύπαρξή τους προσδιορίζει τον καθορισμένο ιστορικά τρόπο παραγωγής, άρα και τον καθορισμένο ιστορικά κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό. Ετσι στη δουλοκτητική κοινωνία βασικές τάξεις ήταν οι δουλοκτήτες και οι δούλοι. Στη φεουδαρχική, οι φεουδάρχες και οι δουλοπάροικοι, στον καπιταλισμό είναι οι καπιταλιστές και οι προλετάριοι. Πρόκειται, λοιπόν, για τάξεις, που η μια είναι κυρίαρχη, έχει την εξουσία, αυτή η εξουσία πηγάζει από την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και τον τρόπο που καρπώνεται τον κοινωνικά παραγόμενο πλούτο. Η άλλη βασική τάξη είναι εκμεταλλευόμενη από την κυρίαρχη τάξη, υποταγμένη στην κυριαρχία της εκμεταλλεύτριας τάξης.
Με βάση όλα τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι τάξεις συνεχίζουν να υπάρχουν, ο καθοριστικός συνεκτικός παράγοντας που τις καθορίζει είναι η σχέση τους με τα μέσα παραγωγής, ποια κοινωνική ομάδα είναι ιδιοκτήτης τους. Αρα και η αντιεπιστημονική εκτίμηση του κυρίου καθηγητή περί «εξατομίκευσης» αντικειμενικά εντείνει τη διάσπαση της εργατικής τάξης. Ο ίδιος βεβαίως προτείνει να συνενώσουμε τους ανθρώπους σε «κοινότητες με βάση την εμπειρία». Προτείνει δηλαδή μιας άλλης μορφής κοινωνική οργάνωση, η οποία δεν έχει αντικειμενικά οικονομική βάση, με δεδομένες τις κυρίαρχες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Επομένως, είναι και ανιστόρητη, ως αντικαταστάτρια του καπιταλισμού κοινωνία, ή συνειδητή προσπάθεια προβολής μιας ουτοπίας ως εναλλακτικής στην υπάρχουσα πραγματικότητα διεξόδου προκειμένου να διαιωνίζεται ο καπιταλισμός. Και έχει το σκοπό του ως προς αυτό, αλλά γι’ αυτό στο επόμενο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου