Ιστορία του ΔΣΕ, μέρος 41: Η πορεία των χιλίων αόπλων της Ρούμελης (Δεκέμβρης 1947-Γενάρης 1948)
Η πορεία των χιλίων αόπλων της Ρούμελης
Μια αδρή εικόνα των τεράστιων δυσκολιών και εμποδίων, που αντιμετώπιζε και έπρεπε να ξεπερνά ο ΔΣΕ, ιδιαίτερα στο κρίσιμο ζήτημα της άντλησης έμψυχων εφεδρειών και της ενίσχυσής του, δίνει η έκθεση για την πορεία των χιλίων αόπλων της Ρούμελης, που υπάρχει στο περιοδικό “Δημοκρατικός Στρατός” (έκδοση “Ρ”, Α` τόμος, σελ. 155) και την οποία αναδημοσιεύουμε ολόκληρη:
I. Η οργάνωση της πορείας
“Σύμφωνα με διαταγή του Γ. Α. για αποστολή στη Μακεδονία χιλίων αόπλων, το Αρχηγείο Ρούμελης συγκρότησε μια ταξιαρχία αόπλων από την επιστράτευση, που έκανε στο διάστημα στο διάστημα 20 – 12 – 47 μέχρι τέλη Γενάρη 1948.
Οργανώσαμε τα έμπεδα στα χωριά Βράχα – Κλειστό – Χ/χλια. Συγκροτήσαμε τρία τάγματα και διοίκηση ταξιαρχίας με διοικητή το συναγ. Πουρναρά και ταγματάρχες τους συναγωνιστές Φρυσόμαλλο και Τσικαρδώνη, μόνιμους αξιωματικούς και το συναγ. Θησέα. Διμοιρίτες και λοχαγούς βάλαμε από τους μαθητές, που προορίζαμε για τη σχολή αξιωματικών του Γ. Α. Η κατανομή των μαχητών στα οργανικά τμήματα έγινε ύστερα από επιλογή και ισόμερη ποιοτική κατανομή. Η συμμετοχή της γυναίκας ήταν σημαντική. Ακολουθούσαν πάνω από 300 και τις κατανείμαμε μέσα στις ομάδες.
Οργανώσαμε πολύ γερά τη στρατιωτική και πολιτική δουλιά. Το βάρος μας στις λίγες μέρες στα έμπεδα έπεσε στη στρατιωτική τους εκπαίδευση, στην έντονη πολιτική τους διαπαιδαγώγηση και στην ηθική τους προετοιμασία για την κίνηση.
Επίσης κάναμε όλες τις προετοιμασίες τροφοδοσίας για την περίοδο αναμονής και για την κίνηση. Ετσι από τις 18 – 2 έως 3 – 3 – 48, που περάσαμε τον Πηνειό, το τμήμα τροφοδοτήθηκε με δικά μας τρόφιμα. Επίσης φτιάσαμε για όλους γουρουνοτσάρουχα και εφεδρικά. Οργανώσαμε και τμήμα μηχανικού για πρόχειρες γεφυρούλες, φτιάξιμο δρόμων για πέρασμα ζώων, κλπ. Στην κίνησή μας προσέχαμε ιδιαίτερα τα παρακάτω: α) Πριν από κάθε άλμα μας, κάναμε σύσκεψη των στελεχών μέχρι διμοιρίτες, τους κατατοπίζαμε απ’ όλες τις πλευρές και κυρίως για την επαγρύπνηση κατά την πορεία. β) Καθορίσαμε για κάθε ώρα σιωπηρό προσκλητήριο, δηλαδή σ’ όλη την πορεία ήταν υποχρεωμένος ο διμοιρίτης ν’ αναφέρνει κάθε ώρα στο λοχαγό ότι βαδίζει κανονικά και έρχονται όλοι οι άνδρες του. γ) Προσπαθούσαμε κάθε τάγμα να έχει δυο συνδέσμους, ώστε, ξέροντας πού θα πάμε, να μπορεί να κινείται μόνο του, έστω κι αν έμενε λίγο πίσω. Καταργήσαμε το τηλέφωνο από στόμα σε στόμα και κάθε εντολή ή ειδοποίηση γινόταν με συνδέσμους. Είχαμε έφιππη ομάδα συνδέσμων, που κινούνταν μπρος – πίσω και παρακολουθούσε τον τρόπο κίνησης της φάλαγγας. δ) Ανάλογα με την ταχτική κατάσταση, δίναμε και το σχηματισμό της φάλαγγας στην πορεία, δηλαδή κατά τριάδες, τετράδες ή φάλαγγα κατ’ άντρα ή σε παράταξη διμοιριών. Αυτό καθοριζόταν ανάλογα με το έδαφος. Π.χ., όπου έπρεπε να κάνουμε γρήγορο πέρασμα δημόσιου δρόμου και μείωση της επιμήκυνσης της φάλαγγας, δίναμε σχηματισμό παράταξης. Αυτό έγινε στο δημόσιο δρόμο Λάρισας – Βόλου κλπ.”.
II. Πέρασμα του κάμπου της Λάρισας
“Η κίνηση αρχίζει από το χώρο της Βράχας στις 18 – 2 – 48 κάτω από άσχημες καιρικές συνθήκες, με ενάμισι μέτρο χιόνι. Φτάσαμε στο Δερελί στις 19 – 2 – 48 το απόγευμα και μείναμε και την ημέρα της 20 – 2. Εκεί παραλάβαμε και τρεις εκατοντάδες άοπλους Θεσσαλούς, που τους εντάξαμε στα τρία τάγματα. Αυτό το υλικό, όμως, ήταν αδούλευτο, ηθικά και ψυχολογικά απροετοίμαστο για μια τέτοια κίνηση και μας έβλαψαν, γιατί έσπερναν την ηττοπάθεια και λιποταχτούσαν στο δρόμο.
Τη νύχτα της 20 προς 21 – 2 η φάλαγγα των αόπλων, μαζί μ’ ένα τμήμα συνοδείας, κινήθηκε από Δερελί και ύστερα από σύντονη πορεία, αφού διανύσαμε 45 χιλιόμετρα με δύο μόνο στάσεις, φτάσαμε τις πρωινές ώρες στο Ταμπακλί (Βλέπε το χάρτη).
Το πρωί της 22 – 2 ξεκινήσαμε με κατεύθυνση Καραντάου – Κάμπο Λάρισας – Μαυροβούνι. Την κίνηση αναγκαστικά την κάναμε ημέρα, γιατί τη νύχτα έπρεπε να μπούμε στον κάμπο της Λάρισας, να τον περάσουμε, και το πρωί να βγούμε στο Μαυροβούνι. Συνολικά, 24 ώρες σύντονη πορεία. Στο πέρασμα, μας βοήθησε και η πυκνή ομίχλη, καθώς επίσης και το χτύπημα του Αλμυρού, που ενεργούσε ταυτόχρονα το Αρχηγείο Θεσσαλίας.
Μόλις φτάσαμε στη σιδηροδρομική γραμμή Βόλου – Φαρσάλων, ο εχθρός μάς επιτέθηκε με τανκ, ιππικό και χωροφυλακο-ΜΑΥδες. Τους ανατρέψαμε σε μια ώρα, χωρίς η κύρια φάλαγγα να σταματήσει καθόλου την πορεία της. Η νύχτα μας βρήκε στο Καλό Νερό. Μέχρις εδώ η φάλαγγα είχε βαδίσει 10 ώρες, χωρίς στάση και με κανένα βραδυπορούντα, παρά τη λάσπη. Αφού κάναμε μια ώρα στάση, ετοιμάσαμε τη διάταξή μας για τη νυχτερινή κίνηση, μα και για την αντιμετώπιση του εχθρού, κυρίως στο δημόσιο δρόμο Λάρισας – Βόλου. Η φάλαγγα συνεχίζει την πορεία της.
Περάσαμε από την ενέδρα στο Καλό – Νερό και Μοσχοχώρι και πλησιάσαμε στον κάμπο κοντά στο δημόσιο Λάρισας – Βόλου. Ο εχθρός έπιασε θέσεις στο δημόσιο και 12 τανκ περιφέρονταν, ανεβαίνοντας μέχρι το ύψωμα. Προωθήσαμε τμήμα πεζικού και ιππικού σαν σταθερές πλαγιοφυλακές δεξιά και αριστερά του δημόσιου, που άρχισαν να χτυπιούνται με τα τανκ και άλλες εχθρικές δυνάμεις. Η κύρια φάλαγγα βαδίζει σε σχηματισμό παράταξης διμοιριών και με κινητή πλαγιοφυλακή δεξιά και αριστερά των αόπλων.
Περάσαμε το δημόσιο με ταχύτητα και βαδίζαμε προς τη λίμνη της Κάρλας. Μέχρι την Κέρλα, η φάλαγγα βαδίζει 6 ώρες με λάσπη μέχρι το γόνα. Τα μάχιμα τμήματα αντιμετώπισαν με ηρωισμό τανκ και τις λοιπές εχθρικές δυνάμεις, κατέστρεψαν 5 τανκ και προξένησαν και άλλες απώλειες στον εχθρό.
Στη μάχη, χάσαμε μόνο 7 άοπλους εξαφανισθέντες. Ο ηρωισμός των αόπλων είναι χωρίς προηγούμενο. Βαδίζουν αδιάκοπα μέσα στη λάσπες, άνω τα εχθρικά πυρά περνάνε πάνω από το κεφάλι τους. Μέσα στη λίμνη, βαδίζουν, επίσης, με το νερό μέχρι το γόνα επί 2 ώρες. Στις 9 το πρωί της 23/2, φτάνουμε στο χωριό Καλαμάκι του Μαυροβουνίου. Βαδίσαμε 13 ώρες χωρίς στάση και χωρίς βραδυπορούντες. Στο Καλαμάκι δεχτήκαμε πολύωρη αεροπορική επιδρομή με ασήμαντες απώλειες”.
III. Προς τα Πιέρρια
“Στις 24/2 βαδίσαμε όλη τη μέρα και η φάλαγγα των αόπλων φθάνει στο χωριό Σκήτη. Τα τμήματα συνοδείας αποκρούουν εχθρική κίνηση από Αγυιά προς Ποταμιά, καταδιώκουν τον εχθρό και συλλαμβάνουν 10 αιχμαλώτους.
Στις 25/2 αντιμετωπίσαμε κίνηση ενός εχθρικού τάγματος, που ήρθε από τη Λάρισα και ενός της Αγυιάς στα υψώματα Ποταμιάς – Σκήτη. Ο εχθρός ανατράπηκε και καταδιώχθηκε μέχρι την Αγυιά, αφήνοντας 30 νεκρούς και 6 αιχμαλώτους.
Τη νύχτα της 25 προς 26/2 περάσαμε τον Αγιόκαμπο, φτάσαμε στην Αθανάτη και την άλλη νύχτα φτάσαμε στην Καρύτσα – Κισσάβου. Το πέρασμα του Πηνειού ήταν πολύ δύσκολο. Ο εχθρός με το αντιτορπιλικό του βρίσκεται μόνιμα εκεί, κατόρθωσε να βρει βάρκες στις εκβολές του Πηνειού, που δεν ήταν καλά φυλαγμένες και τις κατάστρεψε.
Στις 27/2, εχθρικό τμήμα που κινήθηκε από Λασποχώρι προς Τσαγέζι το ανατρέψαμε και το καταδιώξαμε. Χρειαστήκαμε τέσσερις μέρες για να φτιάξουμε τις βάρκες και για να στείλουμε σύνδεσμο στα τμήματα που βρίσκονταν στον Ολυμπο.
Στις 2/3 περάσαμε 410 άνδρες άοπλους μαζί με τα στελέχη, που όλοι τους πέρασαν καλά και τις πρώτες πρωινές ώρες της 3/3 έφτασαν στον Παντελεήμονα του νότιου Ολύμπου.
Τη μέρα της 3/3, μπάσαμε τους υπόλοιπους 750 άοπλους μέσα στις εκβολές του Πηνειού και τους καλύψαμε. Εκμεταλλευτήκαμε την απουσία του αντιτορπιλικού και αρχίσαμε μέρα το πέρασμα. Περάσαμε όλοι και βαδίσαμε προς το Παπαπούλι πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή. Στις 5 η ώρα το πρωί της 4/3 φθάσαμε στον Πλαταμώνα ύστερα από 15 ώρες συνεχή πορεία και προσπάθεια για το πέρασμα του Πηνειού.
Μόλις φθάσαμε στα υψώματα του Παντελεήμονα, ο εχθρός κατέλαβε το Νεζερό και την Καρυά και η θέση μας ήταν δύσκολη. Το μόνο που μας έμενε ήταν να ελιχθούμε από τον κάμπο της Λεπτοκαρυάς μεταξύ δρόμου Λιτόχωρου – Κατερίνης. Επιστροφή προς τον Κίσσαβο ήταν πια αδύνατη, γιατί ο εχθρός είχε πιάσει και κει όλα τα περάσματα.
Αμέσως προωθήσαμε ανθρώπους να μαζέψουν πληροφορίες για την κίνηση του εχθρού στη Λεπτοκαρυά και στείλαμε μια διμοιρία να πιάσει τη διάβαση στο σταθμό Λεπτοκαρυάς. Δύναμη συνοδείας είχαμε μαζί μας ένα τάγμα Θεσσαλών που είχε 6 οπλοπολυβόλα ο κάθε λόχος του και 2 – 3 ντουφέκια ή κάθε ομάδα. Τη νύχτα της 4 – 5/3, περάσαμε χωρίς να συναντήσουμε εμπόδια από Παντελεήμονα, Κάμπο Λεπτοκαρυάς – δημόσιο Λιτοχωρίου – Κατερίνης και τις πρώτες πρωινές ώρες φτάσαμε στα υψώματα Λιτόχωρου μετά από 12 ώρες συνεχή πορεία.
Τη νύχτα της 5 – 6/3, κινηθήκαμε και φθάσαμε στη Λόκοβα και τη νύχτα της 6 – 7/3 περάσαμε το σανατόριο Πέτρας και φτάσαμε το πρωί στο ύψωμα Μόρνας. Από κει βαδίσαμε όλη σχεδόν τη μέρα και τη νύχτα και φτάσαμε στου Κόρακα τα Καλύβια. Από τις 3 – 9/3 που κινηθήκαμε από τον Κίσσαβο μέχρι τα Πιέρρια οι άνδρες δεν έφαγαν τίποτα εκτός από τέσσερα κατσαμάκια και σε 6 μέρες και τις 4 άλλες μέρες τούς δίναμε μόνο από 40 δράμια καλαμπόκι βραστό την ημέρα”.
IV. Ο αγώνας στα Πιέρρια
“Τη νύχτα της 13 προς 14/3, παίρνοντας μαζί μας και το άλλο τάγμα αόπλων, που είχε περάσει πρώτο και μας βρήκε αυτή τη μέρα, κινηθήκαμε προς Λάπατα. Εδώ κατορθώσαμε να δώσουμε 100 δράμια πατάτα για συσσίτιο. Τη νύχτα της 14 προς 15 του Μάρτη, προχωρήσαμε από Λάπατα προς Τουμπανάρι. Από δω θα εξορμούσαμε να περάσουμε το δημόσιο Θεσσαλονίκης – Λάρισας προς τον Αμάρμπεη, τη νύχτα αυτή έκανε φοβερό κρύο και βοριάς. Η φάλαγγα με τα μεταγωγικά της κινούνταν αργά, με αποτέλεσμα να παγώσουν 10 άοπλοι και μερικοί από τους ενόπλους της 16ης ταξιαρχίας, που μας συνόδευε στο πέρασμα.
Ο εχθρός αντιλήφθηκε την κίνησή μας και αμέσως εκδηλώνεται. Πιάνει τη Λάβα – Σαραντάπορο – Βίγλα και συνέχεια το δημόσιο μέχρι τη γέφυρα της Βούρμπας και το Λιβάδι. Ταυτόχρονα, ενεργεί και καταλαμβάνει τα δυτικά αντερείσματα της Σιάπκας. Στις θέσεις που βρισκόμαστε αναγκαστήκαμε να περιμένουμε μέχρι τις 11 η ώρα τη νύχτα ένα τάγμα της 16ης, που είχε αδικαιολόγητα καθυστερήσει. Τώρα για να προχωρήσουμε από το Σαραντάπορο αποκλείονταν. Αν πάλι επιχειρούσαμε να περάσουμε δίπλα από το Λειβάδι, κοντά στη γέφυρα της Βούρμπας, βρισκόμαστε σε τέτοια μειονεκτική θέση, ώστε θα παθαίναμε μεγάλες ζημιές. Θα χάναμε σχεδόν στο σύνολό τους τους άοπλους, το βαρύ οπλισμό και θα είχε αρκετές απώλειες και το ένοπλο τμήμα. Ετσι, αποφασίσαμε να μην περάσουμε, να πιάσουμε θέσεις καλές στα Κουτσούπια και να αντιμετωπίσουμε το πέρασμα πάνω σε άλλη βάση. Τη νύχτα της 15 προς 16 κινηθήκαμε και φτάσαμε στα Κουτσούπια, όπου πήραμε διάταξη.
Τα πρωί ο εχθρός επιτέθηκε από Παληογράτσανο – Καστανιά και από Λειβάδι προς Κουτσούπια. Τον αποκρούσαμε προξενώντας του σοβαρές απώλειες. Η αεροπορία μάς βομβάρδιζε σκληρά επί 10 ολόκληρες ώρες. Οι εχθρικές επιθέσεις αποκρούστηκαν επίσης και στις 17 – 3. Αυτή τη μέρα ρίξαμε και ένα αεροπλάνο.
Μπροστά στην κατάσταση που διαμορφωνόταν, η μόνη λύση ήτανε να διαλύσουμε τη φάλαγγα των αόπλων και να τους συγχωνεύσουμε στα τμήματα των Πιερρίων και της 16ης ταξιαρχίας. Να αποκεντρωθούν τα τάγματα στα Πιέρρια, παίρνοντας διάταξη και σε περίπτωση μεγαλύτερης πίεσης να διεισδύσει το καθένα ξεχωριστά στο χώρο Β. και Ν. Ολυμπο – Λαφίνα μέχρι Αμάρμπεη. Την ίδια μέρα προχωρήσαμε στη συγχώνευση των αόπλων στα ένοπλα τμήματα.
Τη νύχτα όλα τα τάγματα κινήθηκαν καταλαμβάνοντας τις παρακάτω θέσεις: Ενα τάγμα τη θέση Πέντε Πύργοι – Γκίνη, άλλο τάγμα τους Αγιους Αθανάσηδες Καταφυγίου, άλλο τάγμα συνέχεια τα υψώματα απαγορεύοντας κίνηση από Βελβενδό, άλλο τάγμα στη Σαρακατσάνα και άλλο στου Παππά – χωράφι. Εν τω μεταξύ, επειδή το επισιτιστικό είχε φτάσει σε αδιέξοδο και ψοφούσαν και τα μουλάρια, αναγκαστήκαμε να τα σφάξουμε και έτσι τα τμήματα έφαγαν λίγο και κρατήθηκαν στα ποδάρια τους.
Την αποκέντρωση των αόπλων στα τάγματα και την κίνησή μας από πολλές κατευθύνσεις, αφού αφήναμε το βαρύ οπλισμό, έπρεπε να την είχαμε κάνει από τις 13/3 που ξεκινήσαμε για το πέρασμα, μια και διαπιστώσαμε ότι, αν μας έχουν πιάσει το Σαραντάπορο, θα ήταν δύσκολο να περάσει μια τέτοια βαριά φάλαγγα. Εδώ όμως μας ξεγέλασε το γεγονός ότι δεν παρατηρήσαμε καμιά εχθρική κίνηση.
Ο εχθρός συνέχισε και την άλλη μέρα την πίεσή του με την ενίσχυση πυροβολικού και αεροπορίας. Σκοπός του είναι να μας εξοντώσει. Τα τμήματά μας τον αντιμετωπίζουν με πείσμα και παλικαριά. Αλλά θα ήταν αδύνατο να τους κρατήσουμε περισσότερο από 2 – 3 μέρες ακόμα, γιατί δεν είχαμε πυρομαχικά, είχαμε αρρώστους, τραυματίες και άλλον κόσμο τον Πιερρίων, μικρά παιδιά, γέρους κλπ., γύρω στους 500. Το κρύο τσάκιζε τα τμήματα, το επισιτιστικό ήταν δύσκολο.
Σε σύσκεψη που έγινε με στελέχη του Αρχηγείου Δυτικής Μακεδονίας καταλήξαμε στο ότι μέσα σε δύο μέρες πρέπει ν’ αποκρύψουμε σε μικρές ομάδες τραυματίες και αρρώστους και τα τμήματα να κάνουν διείσδυση προς Β. Ολυμπο – Λαφίνα και προς Αμάρμπεη. Φυσικά, μια τέτοια κίνηση ήταν δύσκολη και υπήρχε πιθανότητα να ‘χουμε απώλειες. Το γεγονός αυτό δημιούργησε ορισμένες ταλαντεύσεις σε μικρά στελέχη. Πάντως, στις 20/3 πήραμε την απόφαση να γίνει οπωσδήποτε η διείσδυση και έδωσα διαταγή στα δύο τάγματα Παλαιολόγου να είναι έτοιμα. Ανάλογα θα ελίσσονταν και τα άλλα τάγματα.
Πράγματι τη νύχτα της 20 προς 21/3 ξεκινήσαμε από την κορυφογραμμή Αρβανίτη – Φλάμπουρο και φτάσαμε το πρωί στα Κουτσούπια. Ο εχθρός αιφνιδιάστηκε, γιατί υπολόγιζε ότι οι χιονισμένες βουνοκορφές είναι αδιαπέραστες. Ο ίδιος είχε προσπαθήσει ν’ ανοίξει το χιόνι και δεν μπόρεσε, γιατί τότε ήταν μαλακό.
Από τον εχθρό γινήκαμε αντιληπτοί από κακό τρόπο κίνησης των τμημάτων, που δεν κινήθηκαν στις καθορισμένες ώρες. Είμαστε όμως σε πολύ πλεονεκτική θέση, γιατί τον είχαμε καβάλα. Ο εχθρός κινήθηκε με ταχύτητα για να βελτιώσει τις θέσεις του, φοβούμενος κύκλωση. Από την παγωνιά είχαμε περί τους 15 νεκρούς και λιποτάκτες”.
V. Πέρασμα στα Χάσια
“Μόλις νύχτωσε, η φάλαγγα βαδίζει από Σιάπκα, δίπλα από Πύργο, δεξιά του Λειβαδιού, περνάει συνέχεια το δημόσιο δρόμο και βγαίνει στα υψώματα του Αμάρμπεη. Αντίσταση δε βρήκαμε πουθενά. Εδώ όμως πρέπει να ειπούμε ότι πολλά στελέχη μας δεν έπαιξαν το ρόλο, που απαιτούσαν οι κρίσιμες στιγμές αυτής της νύχτας. Ανώτερο στέλεχος της 16ης ταξιαρχίας, που το αφήσαμε να μαζεύει τους βραδυπορούντες, όχι μόνο δεν επέβλεψε σ’ αυτή τη δουλιά, αλλά άφηνε τους άντρες να σκορπάνε στα μαντριά, για να βρούνε φαΐ. Ετσι είχαμε περί τους 40 αγνοούμενους αόπλους και ένοπλους.
Η κατάσταση των μαχητών μας ήταν πολύ άσχημη. Η πείνα και η κούραση απερίγραπτη. 65 είχαν πρηστεί τα ποδάρια τους, αλλά παρ’ όλα αυτά ακολουθούσαν τη φάλαγγα μπουσουλώντας! Αυτό όμως δεν μπορούσε να συνεχίζεται για πολύ, γιατί εν τω μεταξύ άρχισαν οι αψιμαχίες με τον εχθρό. Κι εδώ πρέπει επίσης να σημειώσω ότι μερικά στελέχη δεν έδειξαν τη στοργή που χρειαζόταν και εγκατέλειψαν 10 απ’ αυτούς.
Τη νύχτα της 24 προς 25/3 κινηθήκαμε προς τη Σινοκερασιά (Αντιχασίων), νομίζοντας ότι δίπλα μας έχουμε τον Υψηλάντη. Κι αυτή τη βραδιά δε βαδίζει καλά η φάλαγγα. Κάνουν στάση πάνω στο δημόσιο Ελασσόνας – Δεσκάτης και σκορπούν σε μαντριά, γιατί πολλά στελέχη δεν ενεργούν δραστήρια να συγκρατήσουν τους άντρες.
Μόλις πήρανε διάταξη στη Σινοκερασιά ξημερώνοντας, παρατηρώ εχθρικό τάγμα στο Φλαμπουρέσι, εχθρό στην Τσούκα, τάγμα στο Διάσελο και ΜΑΫδες στην Ασπροκκλησιά. Τα τμήματα δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Τα οπλ/λα είχανε 50 σφαίρες. Ο εχθρός άρχισε την επίθεση στις 5 η ώρα. Ανατρέπει τα τμήματα Παλαιολόγου, γιατί τελείωσαν οι σφαίρες τους. Με τέσσερις ομάδ. νέων κρατάμε το ύψωμα Ασπροκκλησιάς, ενώ όλοι οι άλλοι συμπτύσσονται προς την Ανθρακιά.
Μέχρι το βράδυ συγκεντρώσαμε όλον τον κόσμο και τη νύχτα της 25 προς 26 βαδίσαμε και φτάσαμε στην Ανθρακιά, όπου βρήκαμε φιλικά τμήματα. Από Πιέρρια προς Χάσια χάσαμε 20 μαχητές στις μάχες. Μερικές δεκάδες χάθηκαν αδικαιολόγητοι μέσα στα μαντριά και ελάχιστοι μόνο λιποτάχτησαν.
Συνολικά βαδίσαμε, πολεμώντας 42 μέρες”.
Περιεχόμενα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου