ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Αδιέξοδα στη διαχείριση ανεξάρτητα από το μείγμα
Οξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα κατέγραψε η Σύνοδος του G-20
Η Σύνοδος έγινε στη σκιά των προβλέψεων του ΔΝΤ για συνέχιση της κρίσης στην Ευρωζώνη και των ανησυχιών του για την πορεία της Ιταλίας και της Γαλλίας. Τις μέρες της Συνόδου στην Ουάσιγκτον, στα παραπάνω προστέθηκαν η υποβάθμιση της Μ. Βρετανίαςαπό τον οίκο «Fitch» και τα στοιχεία για την Ισπανία, που προβλέπουν μείωση του ΑΕΠ μεταξύ 1% και 1,5% φέτος, ενώ οι εκτιμήσεις της Μαδρίτης έβλεπαν συρρίκνωση γύρω στο 0,5%.
Στο περιθώριο της Συνόδου του G-20, ο υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας, Λουίς Ντε Γκίντος, δήλωσε ότι «η Ευρώπη ήταν και πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος λόγω της χαμηλής ανάπτυξης και των φραγμένων πιστωτικών αγορών». Ομοίως, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Β. Σόιμπλε, είπε ότι «κανένας δεν θα πρέπει να περιμένει η Ευρώπη να εμφανίσει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης για χρόνια», δείχνοντας το βάθος της κρίσης στην Ευρωζώνη και τα ζόρια των αστικών επιτελείων να τη διαχειριστούν.
Οι εργασίες της Συνόδου ολοκληρώθηκαν με την καθιερωμένη κοινή ανακοίνωση. Μεταξύ άλλων, οι 20 ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες επαναλαμβάνουν τη δέσμευση ότι μέχρι το Σεπτέμβρη θα έχουν αναπτύξει δημοσιονομικές στρατηγικές που θα εγγυώνται τη βιωσιμότητα των προϋπολογισμών τους, λέγοντας ότι «η δημοσιονομική βιωσιμότητα στις ανεπτυγμένες οικονομίες παραμένει θεμελιώδης».
Στο πλαίσιο της συνολικής αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος, οι «20» «προέτρεψαν» επίσης τη διεθνή κοινότητα να άρει το τραπεζικό απόρρητο, κοροϊδεύοντας το λαό ότι με αυτό τον τρόπο θα βάλουν κανόνες στην ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων που οι ίδιοι θεσμοθέτησαν, αλλά και στη φοροδιαφυγή, που είναι η άλλη όψη των φοροαπαλλαγών, οι οποίες αυξάνονται σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, στο όνομα τού να τονωθεί η ανάπτυξη.
Η πρεμούρα τους για το τραπεζικό απόρρητο επαληθεύει ακόμα ότι σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα σε φορολογικούς παραδείσους, το κεφάλαιο διατηρεί ασύλληπτο συσσωρευμένο πλούτο, τον οποίο οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις αναζητούν τρόπο να επαναπατρίσουν, για να επενδυθεί στην οικονομία.
Κόντρα ΗΠΑ - Γερμανίας
Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό «Spiegel», στη Σύνοδο καταγράφηκε ένταση ανάμεσα στις αντιπροσωπείες ΗΠΑ και Γερμανίας, για τα συμπεράσματα σχετικά με τη μείωση των χρεών. Νωρίτερα, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Τζακ Λιου, φέρεται να είχε δηλώσει ότι η αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία στην Ευρωζώνη «πνίγει» την ανάπτυξη, ζητώντας από τη Γερμανία μέτρα για τη χαλάρωσή της. Ανταπαντώντας, ο Β. Σόιμπλε είπε ότι «μέχρι τώρα, δεν έχω ακούσει από κανέναν μία συγκεκριμένη πρόταση για το τι θα πρέπει τελικά να κάνει η Γερμανία».
Σύμφωνα με το «Spiegel», «οι Γερμανοί αξιωματούχοι, που απέρριψαν ως "συνταγές από το μπαούλο τις προτάσεις για στήριξη της ανάπτυξης με νέα χρέη", ήθελαν να περιληφθεί στο ανακοινωθέν αναφορά σε ανώτατα όρια στο κρατικό χρέος. Οι Αμερικανοί (με το αρκετά υψηλό χρέος των ΗΠΑ) ήθελαν να το αποφύγουν, επισημαίνοντας πως η εύθραυστη ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας δεν επιτρέπει στην παρούσα συγκυρία σφιχτή εξοικονόμηση.
Η γερμανική αντιπροσωπεία εξέφρασε ανοικτά την άποψή της ότι "αυτά είναι ανοησίες", και κάλεσε τις ΗΠΑ να παραδειγματιστούν από την Ευρώπη και τη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Οι Αμερικανοί αντέτειναν ότι το παράδειγμα της Ευρωζώνης έχει δείξει ότι η υπερβολική περιστολή δαπανών πνίγει την ανάκαμψη, στο οποίο οι Γερμανοί αντέτειναν ότι κάποτε πρέπει να ξεκινήσει η εξυγίανση, η οποία στις ΗΠΑ περιορίζεται μόνο σε εξαγγελίες και αναβολές.
Η κατάληξη ήταν το θέμα να μην φτάσει στο ανακοινωθέν παρά μόνο με την θολή αναφορά ότι "η δημοσιονομική βιωσιμότητα στις ανεπτυγμένες οικονομίες παραμένει θεμελιώδης" και η διαμάχη αναβλήθηκε για την επόμενη Σύνοδο στην Αγία Πετρούπολη».
Σε δηλώσεις του αμέσως μετά, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας ισχυρίστηκε ότι «η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να αντιμετωπίσει τους βασικούς λόγους της κρίσης - το μεγάλο χρέος, την υπερβολική ρευστότητα στις χρηματοοικονομικές αγορές και την έλλειψη ενός αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου». Στο ίδιο πνεύμα, ο Γ. Βάιντμαν, πρόεδρος της Bundesbank, πρόσθεσε ότι «κάθε προσπάθεια να επιτευχθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης που γνωρίζαμε πριν την κρίση μέσω δαπανών από το έλλειμμα θα είναι σαν να επαναλαμβάνουμε τα λάθη του παρελθόντος».
Χαμένος ο λαός έτσι κι αλλιώς
Τα αδιέξοδα από την αστική διαχείριση της κρίσης, είτε στην επεκτατική, είτε στην περιοριστική της μορφή, επιβεβαιώνονται και από την προειδοποίηση του ΔΝΤ για τις«ανεπιθύμητες συνέπειες» που ενδέχεται να έχουν στις αναδυόμενες οικονομίες η επαναγορά ομολόγων και τα πολύ χαμηλά, σχεδόν μηδενικά επιτόκια, που εφαρμόζουν οι κεντρικές τράπεζες στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κρίση.
Σύμφωνα με το Ταμείο, «πολλές αναδυόμενες χώρες ανησυχούν για το πιθανό σοκ που μπορεί να πλήξει το χρηματοπιστωτικό σύστημά τους εάν αποσυρθούν γρήγορα σημαντικά κεφάλαια». Ομοίως, ο Β. Σόιμπλε ζήτησε από την ΕΚΤ να περιορίσει την ποσότητα της διαθέσιμης ρευστότητας στην Ευρωζώνη, επειδή «η διοχέτευση μεγάλων ποσοτήτων ρευστού στις οικονομίες, χωρίς βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δε θα δημιουργούσε συνθήκες για βιώσιμη ανάπτυξη».
Με δεδομένες τις γενικότερες προβλέψεις για την οικονομία της Ευρωζώνης, που είναι κατά βάση αρνητικές, ο επίτροπος της ΕΕ για Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Ολι Ρεν, σε συνέντευξη στο πρακτορείο «Ρόιτερς», είχε δηλώσει ότι η Ευρωζώνη θα επιβραδύνει τη διαδικασία μείωσης των δημοσιονομικών της ελλειμμάτων, για να βοηθήσει την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης.
Για να στηρίξει τον εμπλουτισμό του μείγματος με περισσότερα επεκτατικά μέτρα, σημείωσε ότι «τώρα, η αποκατάσταση της αξιοπιστίας βραχυπρόθεσμα, μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε μία ηπιότερη διαδρομή δημοσιονομικής προσαρμογής μεσοπρόθεσμα».
Χρησιμοποιώντας τα ίδια πάνω - κάτω επιχειρήματα, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζοζέ Μπαρόζο, σε παρέμβασή του σε συνέδριο που διοργάνωσε η δεξαμενή σκέψης «Think Tank Dialogue», ισχυρίστηκε ότι οι πολιτικές λιτότητας πρέπει να συνδυάζονται με μέτρα υπέρ της τόνωσης της ανάπτυξης και ότι είναι λάθος να τίθεται το δίλημμα μεταξύ των δύο αυτών πολιτικών. Οπως είπε, η διόρθωση των ελλειμμάτων και των δημοσιονομικών ανισορροπιών θα συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, στην αύξηση των επενδύσεων και τελικά στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
Ο ίδιος εμφανίστηκε θετικός στο ενδεχόμενο να χορηγείται, υπό όρους, παράταση στο χρονοδιάγραμμα μείωσης των ελλειμμάτων, προκειμένου τα υπερχρεωμένα κράτη της Ευρωζώνης να εξυγιάνουν τα δημοσιονομικά τους, κάνοντας λόγο για «χρονική προσαρμογή» που πρέπει να αναζητηθεί.
Κόβει χρήμα η Ιαπωνία
Η Σύνοδος του G-20 ασχολήθηκε και με την Ιαπωνία, η κεντρική τράπεζα της οποίας ανακοίνωσε ότι θα αγοράζει κάθε μήνα μακροπρόθεσμα ομόλογα αξίας πάνω από 7 τρισ. γεν (75 δισ. δολαρίων), ώστε το απόθεμα των κρατικών ομολόγων στον ισολογισμό της να αυξάνεται κατά 50 τρισ. γεν ετησίως. Η νομισματική βάση αναμένεται να αυξηθεί στα 200 τρισ. γεν φέτος και στα 270 δισ. γεν στο τέλος του 2014, ώστε να διπλασιασθεί σε σχέση με το 2012, όταν ήταν στα 138 τρισ.
Συνοψίζοντας τη συζήτηση που έγινε στη Σύνοδο, ο διοικητής της Ιαπωνικής Τράπεζας δήλωσε ότι μπορεί τώρα να συνεχίσει με αυτοπεποίθηση το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, αφού η Σύνοδος απέφυγε να αφορίσει το γιγαντιαίο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων, που ισοδυναμεί με τύπωμα χρήματος. Σχολιάζοντας τις αποφάσεις της Ιαπωνικής Τράπεζας, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μ. Ντράγκι, είπε μετά τη συνάντηση του G-20 ότι οι διακυμάνσεις των ισοτιμιών είναι συνέπεια των εγχώριων πολιτικών καθώς ορισμένες χώρες προσπαθούν να πετύχουν τους στόχους τους.
Τέλος, κύμα χρεοκοπιών για γερμανικές επιχειρήσεις σε Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία αναμένει η γερμανική εταιρεία ασφάλισης πιστώσεων «Euler Hermes»,σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Bild». Η εταιρεία εκτιμά ότι ο αριθμός των χρεοκοπιών θα αυξηθεί το 2013 κατά 33% περίπου, ενώ θεωρεί υπαρκτή την απειλή για στάση πληρωμών ύψους 31 δισ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά στο σύνολο της Ευρωζώνης, η εκτίμηση της «Euler Hermes» αναφέρει αύξηση των στάσεων πληρωμών κατά 21%, ενώ για το εσωτερικό της Γερμανίας μόλις κατά 1%.
Σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, το ΑΕΠ της χώρας συρρικνώθηκε κατά 0,6% κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2012, καθώς πραγματοποιήθηκαν λιγότερες επενδύσεις και μειώθηκε η εμπορική δραστηριότητα. «Κοιτάζοντας τους πραγματικούς οικονομικούς δείκτες, φαίνεται ότι η γερμανική βιομηχανία δεν έχει ακόμα ξεπεράσει πλήρως αυτή την αδύναμη φάση», αναφέρεται σε έκθεση του υπουργείου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου