Γιατί ξέπεσε το κίνημα των αναρχικών;
Ουίλιαμ Φόστερ
Η κύρια αιτία της αποτυχίας και της εξαφάνισης της Διεθνούς των αναρχικών, σε μια περίοδο που η εργατική τάξη έκανε σε πολλές χώρες μεγάλες προόδους, ήταν η θεωρητική της αδυναμία: η αθεράπευτη σχηματοποίηση της προοπτικής της επανάστασης. Η λαθεμένη αντίληψή της για την ταξική πάλη. Η εσφαλμένη ερμηνεία του ρόλου του κράτους. Η μη κατανόηση της πραγματικότητας της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η υποτίμηση της σημασίας της οργάνωσης και υπερεκτίμηση του αυθόρμητου κινήματος των μαζών. Η μη κατανόηση της ανάγκης του έμπρακτου καθημερινού ταξικού αγώνα στις συνθήκες του καπιταλιστικού συστήματος. Κάτω από το βάρος αυτών των συγχύσεων και αυταπατών, δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση το αναρχικό κίνημα να σημειώσει επιτυχία.
Το αναρχικό κίνημα με την αναρχική του Διεθνή, που στήριζε όλες τις ελπίδες της στην εξέγερση και σχεδόν παραμελούσε τους καθημερινούς αγώνες των εργατών, ήταν καταδικασμένο να μετατραπεί σε μια στενή αίρεση στο περιθώριο του ταξικού αγώνα. Οι εργάτες των διαφόρων χωρών που ο αριθμός τους και η ταξική τους συνείδηση μεγάλωναν συνεχώς, άρχιζαν να δημιουργούν μαζικά συνδικάτα, πολιτικά κόμματα και συνεταιρισμούς και να διεξάγουν αγώνες για την ικανοποίηση των διάφορων μερικών αιτημάτων τους: δικαίωμα ψήφου, καλύτερους μισθούς, πιο μικρή εργάσιμη μέρα, εργατική νομοθεσία κλπ. Οι αναρχικοί όμως, με το βλέμμα καρφωμένο στην πανάκειά τους - την εξέγερση - και περιφρονώντας τα μερικά αιτήματα που τα θεωρούσαν σαν εξαπάτηση των εργατών, έμειναν στις περισσότερες περιπτώσεις έξω ή και παίρνανε εχθρική στάση προς το ρωμαλέο ρεύμα της ζωής, του αγώνα και της ανάπτυξης της εργατικής τάξης. Δε συμμετείχαν παρά σε μικρό βαθμό στις απεργίες και σαμποτάριζαν τον αγώνα των εργατών για εκλογικά δικαιώματα, που συνεχώς δυνάμωνε. Στον προσανατολισμό αυτό εκδηλώνονταν καθαρά ο αιρετικός χαρακτήρας του αναρχικού κινήματος.
Ο φυσικός πόθος των ευρωπαϊκών μαζών για πολιτική δράση τα χρόνια αυτά, σε μια στιγμή που το προλεταριάτο δυνάμωνε γρήγορα και κέρδιζε βαθμιαία το δικαίωμα ψήφου, ήταν εξαιρετικά ολέθριος για τους αναρχικούς. Ο πόθος αυτός υπέσκαψε τις ίδιες τις βάσεις του «αντιπολιτικισμού» του Μπακούνιν, που στηριζόταν στο γεγονός, ότι γενικά στις λατινικές χώρες οι εργάτες δεν είχαν δικαίωμα ψήφου και το προλεταριάτο των χωρών αυτών ήταν σχετικά ολιγάριθμο και δεν μπορούσε να ελπίζει πως θα πετύχει την πλειοψηφία στις εκλογές. Αυτό ίσχυε και για τη Ρωσία, όπου την 8η δεκαετία ανέπτυξε τη δράση της η τρομοκρατική ναρόντνικη ομάδα «Ναρόντναγια Βόλια», που ήταν έντονα επηρεασμένη από τις αναρχικές ιδέες.
Η αιρετική απομόνωση των αναρχικών εντάθηκε σαν συνέπεια του γεγονότος, ότι το καπιταλιστικό σύστημα στην Ευρώπη και τις Ενωμένες Πολιτείες κατόρθωσε σχεδόν να σταθεροποιηθεί στα τέλη της 7ης δεκαετίας και στα κατοπινά λίγα χρόνια στην περίοδο της γρήγορης ανάπτυξής του ο καπιταλισμός απειλούνταν λιγότερο από τις εξεγέρσεις της εργατικής τάξης. Η καπιταλιστική ανάπτυξη έδωσε γερό χτύπημα στο κίνημα των αναρχικών, που στηριζόταν μονάχα στην προοπτική μιας κοντινής εξέγερσης. Ολα αυτά επιδείνωσαν πάρα πολύ τις καταστροφικές συνέπειες του αναρχικού σεχταρισμού. Η κατάπτωση της Διεθνούς των αναρχικών ήταν αναπόφευκτη.
Ο αναρχισμός, λέγει ο Στάλιν, προβάλλει ιδιαίτερα το άτομο που «η απελευθέρωση αποτελεί, κατά την άποψη του αναρχισμού, το βασικό όρο για την απελευθέρωση των μαζών». Η αντίληψη αυτή αντέταξε τους αναρχικούς στο ρεύμα της ταξικής πάλης. Από την άλλη μεριά, ακρογωνιαίος λίθος του μαρξισμού «είναι οι μάζες, και η απελευθέρωσή τους αποτελεί, κατά την άποψή του, το βασικό όρο για την απελευθέρωση του ατόμου». Χάρη σ' αυτήν την αντίληψη οι μαρξιστές ακολουθούσαν το ρεύμα του ταξικού αγώνα. «Διακηρύχνοντας την ατομική τρομοκρατία (ο αναρχισμός) αποσπά την προσοχή του προλεταριάτου από τις μεθόδους της οργάνωσης και της πάλης των μαζών. Αποκρούοντας τη δικτατορία του προλεταριάτου στο όνομα μιας "αφηρημένης ελευθερίας", ο αναρχισμός στερεί το προλεταριάτο από το σοβαρό και οξυμένο όπλο του ενάντια στην αστική τάξη, ενάντια στους στρατούς και όλα τα κατασταλτικά της όργανα».
Η θέληση των μαζών να οργανωθούν και να παλέψουν για την ικανοποίηση των άμεσων διεκδικήσεών τους, άσκησε την επίδρασή της πάνω στο αναρχικό κίνημα, όχι μονάχα απ' έξω, αλλά και από μέσα. Γι' αυτό το λόγο τα συνέδρια των αναρχικών έγιναν πεδίο μόνιμων διαμαχών γύρω από πραχτικά και θεωρητικά προβλήματα. Μια από τις πιο γνωστές διαμάχες του είδους αυτού ήταν η διαμάχη γύρω από την πρόταση του Παέπε στο Συνέδριο των Βρυξελλών του 1874, να εγκριθεί ένα σχέδιο σχετικά με το λεγόμενο λαϊκό κράτος. Ολα αυτά προκάλεσαν σύγχυση και παρέλυσαν την οργάνωση και επιδείνωσαν τη θεωρητική χρεοκοπία των αναρχικών.
Η άμεση αιτία της κατάρρευσης της Διεθνούς των αναρχικών ήταν η αδιόρθωτη πίστη της στο επικείμενο της προλεταριακής επανάστασης. Οι μαρξιστές, όπως αναγνώρισαν ειλικρινά αργότερα ο Μαρξ και ο Ενγκελς, έσφαλαν και αυτοί σοβαρά σχετικά μ' αυτό. Ηταν ένα φυσικό λάθος σε μια επαναστατική περίοδο όπου, ανάμεσα στα 1859 και 1871, είχαν γίνει ο αυστρογαλλικός πόλεμος, ο αυστροπρωσικός, ο γαλλογερμανικός, ο εμφύλιος πόλεμος στην Αμερική και μερικοί άλλοι πόλεμοι λιγότερο σοβαροί. Αυτή ήταν η περίοδος της ανατροπής του αυστριακού απολυταρχισμού, της ενοποίησης της Ιταλίας, μιας μακρόχρονης επανάστασης στην Ισπανία, της Κομμούνας του Παρισιού, της κατάργησης της δουλοπαροικίας στη Ρωσία και της γρήγορης ανάπτυξης ενός πλατιού εργατικού κινήματος σ' όλη την Ευρώπη. Η διαφορά όμως ανάμεσα στους μαρξιστές και τους αναρχικούς συνίστατο στο γεγονός ότι οι μαρξιστές χάρη στην επιστημονική τους θεωρία, μπόρεσαν να διορθώσουν γρήγορα το λάθος που έκαναν σχετικά μ' αυτό, ενώ οι αναρχικοί, που τους βάραινε ο αστικός ιδεαλισμός, δεν ήταν σε θέση να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση.
Ουίλιαμ Ζ. Φόστερ: «Ιστορία των τριών Διεθνών», σελ. 136 - 139, εκδόσεις «ΓΝΩΣΕΙΣ»
Ουίλιαμ Φόστερ
Η κύρια αιτία της αποτυχίας και της εξαφάνισης της Διεθνούς των αναρχικών, σε μια περίοδο που η εργατική τάξη έκανε σε πολλές χώρες μεγάλες προόδους, ήταν η θεωρητική της αδυναμία: η αθεράπευτη σχηματοποίηση της προοπτικής της επανάστασης. Η λαθεμένη αντίληψή της για την ταξική πάλη. Η εσφαλμένη ερμηνεία του ρόλου του κράτους. Η μη κατανόηση της πραγματικότητας της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η υποτίμηση της σημασίας της οργάνωσης και υπερεκτίμηση του αυθόρμητου κινήματος των μαζών. Η μη κατανόηση της ανάγκης του έμπρακτου καθημερινού ταξικού αγώνα στις συνθήκες του καπιταλιστικού συστήματος. Κάτω από το βάρος αυτών των συγχύσεων και αυταπατών, δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση το αναρχικό κίνημα να σημειώσει επιτυχία.
Το αναρχικό κίνημα με την αναρχική του Διεθνή, που στήριζε όλες τις ελπίδες της στην εξέγερση και σχεδόν παραμελούσε τους καθημερινούς αγώνες των εργατών, ήταν καταδικασμένο να μετατραπεί σε μια στενή αίρεση στο περιθώριο του ταξικού αγώνα. Οι εργάτες των διαφόρων χωρών που ο αριθμός τους και η ταξική τους συνείδηση μεγάλωναν συνεχώς, άρχιζαν να δημιουργούν μαζικά συνδικάτα, πολιτικά κόμματα και συνεταιρισμούς και να διεξάγουν αγώνες για την ικανοποίηση των διάφορων μερικών αιτημάτων τους: δικαίωμα ψήφου, καλύτερους μισθούς, πιο μικρή εργάσιμη μέρα, εργατική νομοθεσία κλπ. Οι αναρχικοί όμως, με το βλέμμα καρφωμένο στην πανάκειά τους - την εξέγερση - και περιφρονώντας τα μερικά αιτήματα που τα θεωρούσαν σαν εξαπάτηση των εργατών, έμειναν στις περισσότερες περιπτώσεις έξω ή και παίρνανε εχθρική στάση προς το ρωμαλέο ρεύμα της ζωής, του αγώνα και της ανάπτυξης της εργατικής τάξης. Δε συμμετείχαν παρά σε μικρό βαθμό στις απεργίες και σαμποτάριζαν τον αγώνα των εργατών για εκλογικά δικαιώματα, που συνεχώς δυνάμωνε. Στον προσανατολισμό αυτό εκδηλώνονταν καθαρά ο αιρετικός χαρακτήρας του αναρχικού κινήματος.
Ο φυσικός πόθος των ευρωπαϊκών μαζών για πολιτική δράση τα χρόνια αυτά, σε μια στιγμή που το προλεταριάτο δυνάμωνε γρήγορα και κέρδιζε βαθμιαία το δικαίωμα ψήφου, ήταν εξαιρετικά ολέθριος για τους αναρχικούς. Ο πόθος αυτός υπέσκαψε τις ίδιες τις βάσεις του «αντιπολιτικισμού» του Μπακούνιν, που στηριζόταν στο γεγονός, ότι γενικά στις λατινικές χώρες οι εργάτες δεν είχαν δικαίωμα ψήφου και το προλεταριάτο των χωρών αυτών ήταν σχετικά ολιγάριθμο και δεν μπορούσε να ελπίζει πως θα πετύχει την πλειοψηφία στις εκλογές. Αυτό ίσχυε και για τη Ρωσία, όπου την 8η δεκαετία ανέπτυξε τη δράση της η τρομοκρατική ναρόντνικη ομάδα «Ναρόντναγια Βόλια», που ήταν έντονα επηρεασμένη από τις αναρχικές ιδέες.
Η αιρετική απομόνωση των αναρχικών εντάθηκε σαν συνέπεια του γεγονότος, ότι το καπιταλιστικό σύστημα στην Ευρώπη και τις Ενωμένες Πολιτείες κατόρθωσε σχεδόν να σταθεροποιηθεί στα τέλη της 7ης δεκαετίας και στα κατοπινά λίγα χρόνια στην περίοδο της γρήγορης ανάπτυξής του ο καπιταλισμός απειλούνταν λιγότερο από τις εξεγέρσεις της εργατικής τάξης. Η καπιταλιστική ανάπτυξη έδωσε γερό χτύπημα στο κίνημα των αναρχικών, που στηριζόταν μονάχα στην προοπτική μιας κοντινής εξέγερσης. Ολα αυτά επιδείνωσαν πάρα πολύ τις καταστροφικές συνέπειες του αναρχικού σεχταρισμού. Η κατάπτωση της Διεθνούς των αναρχικών ήταν αναπόφευκτη.
Ο αναρχισμός, λέγει ο Στάλιν, προβάλλει ιδιαίτερα το άτομο που «η απελευθέρωση αποτελεί, κατά την άποψη του αναρχισμού, το βασικό όρο για την απελευθέρωση των μαζών». Η αντίληψη αυτή αντέταξε τους αναρχικούς στο ρεύμα της ταξικής πάλης. Από την άλλη μεριά, ακρογωνιαίος λίθος του μαρξισμού «είναι οι μάζες, και η απελευθέρωσή τους αποτελεί, κατά την άποψή του, το βασικό όρο για την απελευθέρωση του ατόμου». Χάρη σ' αυτήν την αντίληψη οι μαρξιστές ακολουθούσαν το ρεύμα του ταξικού αγώνα. «Διακηρύχνοντας την ατομική τρομοκρατία (ο αναρχισμός) αποσπά την προσοχή του προλεταριάτου από τις μεθόδους της οργάνωσης και της πάλης των μαζών. Αποκρούοντας τη δικτατορία του προλεταριάτου στο όνομα μιας "αφηρημένης ελευθερίας", ο αναρχισμός στερεί το προλεταριάτο από το σοβαρό και οξυμένο όπλο του ενάντια στην αστική τάξη, ενάντια στους στρατούς και όλα τα κατασταλτικά της όργανα».
Η θέληση των μαζών να οργανωθούν και να παλέψουν για την ικανοποίηση των άμεσων διεκδικήσεών τους, άσκησε την επίδρασή της πάνω στο αναρχικό κίνημα, όχι μονάχα απ' έξω, αλλά και από μέσα. Γι' αυτό το λόγο τα συνέδρια των αναρχικών έγιναν πεδίο μόνιμων διαμαχών γύρω από πραχτικά και θεωρητικά προβλήματα. Μια από τις πιο γνωστές διαμάχες του είδους αυτού ήταν η διαμάχη γύρω από την πρόταση του Παέπε στο Συνέδριο των Βρυξελλών του 1874, να εγκριθεί ένα σχέδιο σχετικά με το λεγόμενο λαϊκό κράτος. Ολα αυτά προκάλεσαν σύγχυση και παρέλυσαν την οργάνωση και επιδείνωσαν τη θεωρητική χρεοκοπία των αναρχικών.
Η άμεση αιτία της κατάρρευσης της Διεθνούς των αναρχικών ήταν η αδιόρθωτη πίστη της στο επικείμενο της προλεταριακής επανάστασης. Οι μαρξιστές, όπως αναγνώρισαν ειλικρινά αργότερα ο Μαρξ και ο Ενγκελς, έσφαλαν και αυτοί σοβαρά σχετικά μ' αυτό. Ηταν ένα φυσικό λάθος σε μια επαναστατική περίοδο όπου, ανάμεσα στα 1859 και 1871, είχαν γίνει ο αυστρογαλλικός πόλεμος, ο αυστροπρωσικός, ο γαλλογερμανικός, ο εμφύλιος πόλεμος στην Αμερική και μερικοί άλλοι πόλεμοι λιγότερο σοβαροί. Αυτή ήταν η περίοδος της ανατροπής του αυστριακού απολυταρχισμού, της ενοποίησης της Ιταλίας, μιας μακρόχρονης επανάστασης στην Ισπανία, της Κομμούνας του Παρισιού, της κατάργησης της δουλοπαροικίας στη Ρωσία και της γρήγορης ανάπτυξης ενός πλατιού εργατικού κινήματος σ' όλη την Ευρώπη. Η διαφορά όμως ανάμεσα στους μαρξιστές και τους αναρχικούς συνίστατο στο γεγονός ότι οι μαρξιστές χάρη στην επιστημονική τους θεωρία, μπόρεσαν να διορθώσουν γρήγορα το λάθος που έκαναν σχετικά μ' αυτό, ενώ οι αναρχικοί, που τους βάραινε ο αστικός ιδεαλισμός, δεν ήταν σε θέση να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση.
Ουίλιαμ Ζ. Φόστερ: «Ιστορία των τριών Διεθνών», σελ. 136 - 139, εκδόσεις «ΓΝΩΣΕΙΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου