Η ελληνοαμερικανική συμφωνία
υλοποίησης του "Δόγματος Τρούμαν",
της 20ής του Ιούνη 1947
Πρώτος από δεξιά ο αντιπλοίαρχος Μ. Σάντερλαντ. Ο Σμιθ, ο Μπέργκβιστ και ο Σάντερλαντ αποτελούσαν τους κεντρικούς άξονες των στρατιωτικών πληροφοριών των ΗΠΑ στην Ελλάδα την περίοδο του εμφυλίου πολέμου
Η αλλαγή φρουράς του ιμπεριαλισμού στην Ελλάδα με την υποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας και την παραχώρηση της πρωτοκαθεδρίας στις ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε με την ανακοίνωση του γνωστού "Δόγματος Τρούμαν" στις 12 Μάρτη του 1947. Το δόγμα αυτό υποτίθεται ότι προκλήθηκε ύστερα από επίσημο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης προς τις ΗΠΑ, για βοήθεια στις 3 Μάρτη του ιδίου έτους. Η πραγματικότητα, βεβαίως, είναι διαφορετική. Η ελληνική διακοίνωση της 3ης Μάρτη φτιάχθηκε στο αμερικανικό υπουργείο των Εξωτερικών από τους ίδιους του Αμερικανούς και στη συνέχεια επιδόθηκε στην ελληνική κυβέρνηση. Αυτή την επέστρεψε με την σειρά της στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, ως δήθεν έκκληση βοηθείας (Βλέπε: "Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940 - 1950", Αργ. Φατούρου: "Πώς κατασκευάζεται ένα επίσημο πλαίσιο διείσδυσης", εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ, σελ. 419 - 460).
Το "Δόγμα Τρούμαν" έγινε νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών στις 22 Μάη του 1947 κι από κει και μετά τέθηκε σε εφαρμογή. Η εφαρμογή του δε στην Ελλάδα άρχισε και τυπικά με την υπογραφή της Ελληνοαμερικανικής συμφωνίας της 20ής Ιουνίου 1947. Πριν την υπογραφή αυτής της συμφωνίας υποτίθεται ότι και πάλι η ελληνική κυβέρνηση είχε απευθύνει διακοίνωση προς τις ΗΠΑ, στις 15/6/1947, με την οποία ζητούσε βοήθεια και αναλάμβανε συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την συγκεκριμένη αξιοποίησης αυτής της βοήθειας. Ομως κι αυτή η διακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης κατασκευάστηκε από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, επιδόθηκε στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία επέφερε κάποιες δευτερεύουσες τροποποιήσεις και με την σειρά της την απηύθυνε προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ, ως δήθεν δικό της κείμενο (Βλέπε σχετικά: στο ίδιο... ).
Τα βασικά σημεία της συμφωνίας
Στην πρώτη σειρά ο νέος πρεσβευτής των ΗΠΑ Χ. Γκρέιντι, με τα γυαλιά, επιδίδει τα διαπιστευτήριά του. Αριστερά ο Ράνκιν και δίπλα του ο στενός συνεργάτης του συνταγματάρχης Σμιθ
Με τη συμφωνία της 20ής Ιουνίου ουσιαστικός κυβερνήτης της Ελλάδας γινόταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ και τοποτηρητής της εξουσίας τους ο αρχηγός της Αμερικανικής Αποστολής, ο οποίος θα είχε και τον έλεγχο ως προς την χρησιμοποίηση της "βοήθειας". Βάσει των άρθρων της συμφωνίας αυτής η αμερικανική αποστολή και ο αρχηγός της είχαν το δικαίωμα να ασκούν οποιαδήποτε λειτουργία - δηλαδή να κάνουν ό,τι θέλουν - που θα κρινόταν αναγκαία, για την σωστή αξιοποίηση της "βοήθειας". Κι αυτή τους η εξουσία δε θα αφορούσε μόνο την χρησιμοποίηση των αμερικανικών κεφαλαίων, που θα έρχονταν στην Ελλάδα, αλλά και τη χρησιμοποίηση των ιδίων πόρων της Ελλάδας (Αρθρο 4). Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να δίνει στους Αμερικανούς, ό,τι της ζητούσαν (εκθέσεις - πληροφορίες κλπ.) ούτως ώστε οι τελευταίοι να ασκούν αυτό που θεωρούσαν καθήκον τους. Ο,τι, δηλαδή, αφορούσε τα αμερικανικά συμφέροντα (Αρθρο 6). Το άρθρο 8 μετέτρεπε την ελληνική κυβέρνηση σε υπηρέτη του Προέδρου των ΗΠΑ. Η κυβέρνηση της Ελλάδας θα προέβαινε σε κάθε ενέργεια, που κρινόταν απαραίτητη, εφόσον το ζητούσε ο Αμερικανός Πρόεδρος και δε θα μεταβίβαζε οτιδήποτε είχε στην κατοχή της (αντικείμενα - πληροφορίες κλπ.) σε τρίτους, χωρίς την συγκατάθεσή του. Με με το άρθρο 9 προβλεπόταν ότι ο τρόπος χρησιμοποίησης της αμερικανικής βοήθειας ήταν υπόθεση αποκλειστικά της αμερικανικής αποστολής. Ακόμη, η συμφωνία προέβλεπε την ελευθεριά κινήσεως του προσωπικού της αμερικανικής αποστολής, την παραχώρηση Ελλήνων πολιτών ως προσωπικού των Αμερικανών, τη χορήγηση προνομίων φοροαπαλλαγών και ασυλίας σαν αυτά που είχε το προσωπικό της αμερικανικής πρεσβείας.
Είναι δε αξιοσημείωτο, ότι η παροχή βοήθειας μπορούσε να διακοπεί εάν και όποτε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρούσε ότι η παύσις είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών (Αρθρο 10, παράγραφος 3). Αυτό σήμαινε πως ολόκληρη η οικονομική και πολιτική ζωή της Ελλάδας μετατρεπόταν σε υποχείριο των διαθέσεων των Αμερικάνων, οι οποίοι, για να πετύχουν τους εκάστοτε σκοπούς τους, μπορούσαν να εκβιάζουν με διακοπή της βοήθειας, γιατί έτσι τάχα επέτασσε το εθνικό τους συμφέρον. Βέβαια, η συμφωνία προέβλεπε ότι και η ελληνική κυβέρνηση μπορούσε μονομερώς να ζητήσει παύση της αποστολής βοήθειας. Η συμφωνία, όμως, προέβλεπε ότι τέτοιο δικαίωμα είχε μόνο εκείνη η κυβέρνηση που θα αντιπροσώπευε την πλειοψηφία του ελληνικού λαού!!! Ο όρος αυτός ήταν το λιγότερο απαράδεκτος και δεν μπήκε τυχαία. Μπήκε για να υποδηλώσει, ότι εκείνοι που θα έκριναν ποια κυβέρνηση εκπροσωπεί την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και ποια όχι, θα ήταν οι ίδιοι οι Αμερικανοί, που ανεβοκατέβαζαν, στη συνέχεια, κυβερνήσεις στην Ελλάδα με μια κίνηση του χεριού.
Πώς υλοποιήθηκε η συμφωνία
Στα τέλη Μάη 1947 έφθασαν στην Ελλάδα το πρώτο και το δεύτερο κλιμάκιο Αμερικανών αξιωματικών. Αριστερά, καθιστός, ο συνταγματάρχης Σμιθ και δίπλα του ο υπουργός Στρατιωτικών, Στράτος, κατά την υποδοχή των πρώτων Αμερικανών αξιωματικών
Στις 14 Ιουλίου του 1947 έφτασε στην Ελλάδα ο αρχηγός της Αμερικανικής Αποστολής βοήθειας Ντουάιτ Γρίνσγουολντ κι από κει και μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Εχει, πάντως, αξία να δούμε τον τρόπο, με τον οποίο η κυβέρνηση των Αθηνών υλοποίησε τα όσα προέβλεπε η συμφωνία της 20ής Ιουνίου. Καταρχήν, οφείλουμε να σημειώσουμε πως αυτή η συμφωνία, αν και τέθηκε σε ισχύ ευθύς εξαρχής, κυρώθηκε από τη Βουλή και έγινε νόμος του κράτους το Σεπτέμβρη του 1948. Νωρίτερα, όμως, το Μάη του 1948, εκδόθηκε προς υλοποίηση της συμφωνίας το ΝΔ 694/1948, το σημαντικότερο ίσως διάταγμα απ' όσα εκδόθηκαν γι' αυτό το σκοπό. Συνολικά εκδόθηκαν 26 νομοδιατάγματα για την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας. Ομως μόνο τέσσερα από αυτά είχαν καταρτιστεί, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής!!!
Το ΝΔ 694/1948 προέβλεπε τα εξής προνόμια για την αμερικανική αποστολή στην Ελλάδα:
- Παρείχε το δικαίωμα της ετεροδικίας για τα μέλη της. Δηλαδή, τα ελληνικά δικαστήρια δεν είχαν καμιά δικαιοδοσία πάνω στα μέλη της αμερικανικής αποστολής για οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη τους.
- Παρείχε το δικαίωμα του απαραβίαστου της οικίας των μελών της και των οικημάτων που η αποστολή διέθετε, καθώς και της περιουσίας και των αρχείων τους.
- Απάλλασσε τα μέλη της και την ίδια την αποστολή ως οργανισμό από κάθε φόρο, δασμό, εισφορά κ.ο.κ. υπέρ του ελληνικού ή υπέρ άλλων φορέων του ελληνικού κράτους (δήμοι, κοινότητες κλπ.).
- Η αλληλογραφία της αποστολής και των μελών της απαλλασσόταν από κάθε έλεγχο. Επίσης χορηγούνταν απαλλαγή οποιουδήποτε τελωνειακού ελέγχου. Μ' άλλα λόγια επρόκειτο για ελευθερία άσκησης λαθρεμπορίου, την οποία η αποστολή αξιοποίησε δεόντως.
- Παρείχε το δικαίωμα απαλλαγής οποιουδήποτε συναλλαγματικού ελέγχου στην αποστολή και στα μέλη της. Δηλαδή μπορούσε να γίνεται ελεύθερα εξαγωγή κεφαλαίων.
- Τα αυτοκίνητα της αποστολής και των μελών της απαλλάσσονταν από κάθε φόρο κυκλοφορίας κλπ.
- Παρείχε το δικαίωμα προτεραιότητας στην αποστολή και στα μέλη της όσον αφορά τις τηλεφωνικές, τηλεγραφικές και ταχυδρομικές ανταποκρίσεις.
Σε ό,τι αφορά το ελληνικό προσωπικό της αποστολής, το προαναφερόμενο διάταγμα όχι μόνο δεν προέβλεπε κανένα προνόμιο, αλλά αφαιρούσε και όλα τα δικαιώματα, που είχαν οι υπόλοιποι Ελληνες εργαζόμενοι (ασφάλιση, αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης κλπ.).
Το ΝΔ 694/1948 δεν προέβλεπε μόνο για την αμερικανική αποστολή αποικιοκρατικά δικαιώματα, αλλά και για τις αμερικανικές εταιρίες, που δρούσαν ή θα δρούσαν στην Ελλάδα, καθώς και για άλλες ξένες εταιρίες που είχαν συνεργασία με τις ΗΠΑ και ασκούσαν - ή θα ασκούσαν στο μέλλον - λειτουργία σε ελληνικό έδαφος. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 4 αναφερόταν: "Αι αμερικανικαί εταιρείαι αι έχουσαι, εργολαβίας μετά της Αμερικανικής κυβερνήσεως, ή άλλαι ξέναι εταιρείαι, αίτινες θα συμβληθώσι μετ' αυτής, προς εκτέλεσιν έργων εν Ελλάδι και αι αμερικανικαί ή ξέναι εταιρείαι αι μετ' αυτών συνεργαζόμεναι τη εγκρίσει της Αμερικανικής κυβερνήσεως... έχουν αυταί και το προσωπικόν των τα κάτωθι δικαιώματα:
α. Απαλλάσσονται από τας διατυπώσεις και την διαδικασίαν της υφισταμένης νομοθεσίας περί αλλοδαπών εταιρειών.
β. Απαλλάσσονται από κάθε άμεσον ή έμμεσον φορολογίαν διά την περιουσίαν των, τα εισαγόμενα υπ' αυτών είδη κλπ.
γ. Το προσωπικόν των (αλλοδαπό) δεν έχει ανάγκη αδείας εργασίας εις την Ελλάδα.
δ. Το προσωπικόν των (αλλοδαπό) απαλλάσσεται από κάθε φόρον εισοδήματος και όλων των άλλων φόρων".
Ακόμη να προσθέσουμε ότι για τους Ελληνες εργαζόμενους αυτών των εταιριών δεν προβλεπόταν κανένα δικαίωμα, ούτε αυτό της κοινωνικής ασφάλισης (Βλέπε: Ν. Ψυρούκη: "Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", Εκδόσεις ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, τόμος Α`, σελ. 346 - 347).
υλοποίησης του "Δόγματος Τρούμαν",
της 20ής του Ιούνη 1947
Πρώτος από δεξιά ο αντιπλοίαρχος Μ. Σάντερλαντ. Ο Σμιθ, ο Μπέργκβιστ και ο Σάντερλαντ αποτελούσαν τους κεντρικούς άξονες των στρατιωτικών πληροφοριών των ΗΠΑ στην Ελλάδα την περίοδο του εμφυλίου πολέμου
Η αλλαγή φρουράς του ιμπεριαλισμού στην Ελλάδα με την υποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας και την παραχώρηση της πρωτοκαθεδρίας στις ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε με την ανακοίνωση του γνωστού "Δόγματος Τρούμαν" στις 12 Μάρτη του 1947. Το δόγμα αυτό υποτίθεται ότι προκλήθηκε ύστερα από επίσημο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης προς τις ΗΠΑ, για βοήθεια στις 3 Μάρτη του ιδίου έτους. Η πραγματικότητα, βεβαίως, είναι διαφορετική. Η ελληνική διακοίνωση της 3ης Μάρτη φτιάχθηκε στο αμερικανικό υπουργείο των Εξωτερικών από τους ίδιους του Αμερικανούς και στη συνέχεια επιδόθηκε στην ελληνική κυβέρνηση. Αυτή την επέστρεψε με την σειρά της στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, ως δήθεν έκκληση βοηθείας (Βλέπε: "Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940 - 1950", Αργ. Φατούρου: "Πώς κατασκευάζεται ένα επίσημο πλαίσιο διείσδυσης", εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ, σελ. 419 - 460).
Το "Δόγμα Τρούμαν" έγινε νόμος των Ηνωμένων Πολιτειών στις 22 Μάη του 1947 κι από κει και μετά τέθηκε σε εφαρμογή. Η εφαρμογή του δε στην Ελλάδα άρχισε και τυπικά με την υπογραφή της Ελληνοαμερικανικής συμφωνίας της 20ής Ιουνίου 1947. Πριν την υπογραφή αυτής της συμφωνίας υποτίθεται ότι και πάλι η ελληνική κυβέρνηση είχε απευθύνει διακοίνωση προς τις ΗΠΑ, στις 15/6/1947, με την οποία ζητούσε βοήθεια και αναλάμβανε συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την συγκεκριμένη αξιοποίησης αυτής της βοήθειας. Ομως κι αυτή η διακοίνωση της ελληνικής κυβέρνησης κατασκευάστηκε από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, επιδόθηκε στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία επέφερε κάποιες δευτερεύουσες τροποποιήσεις και με την σειρά της την απηύθυνε προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ, ως δήθεν δικό της κείμενο (Βλέπε σχετικά: στο ίδιο... ).
Τα βασικά σημεία της συμφωνίας
Στην πρώτη σειρά ο νέος πρεσβευτής των ΗΠΑ Χ. Γκρέιντι, με τα γυαλιά, επιδίδει τα διαπιστευτήριά του. Αριστερά ο Ράνκιν και δίπλα του ο στενός συνεργάτης του συνταγματάρχης Σμιθ
Με τη συμφωνία της 20ής Ιουνίου ουσιαστικός κυβερνήτης της Ελλάδας γινόταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ και τοποτηρητής της εξουσίας τους ο αρχηγός της Αμερικανικής Αποστολής, ο οποίος θα είχε και τον έλεγχο ως προς την χρησιμοποίηση της "βοήθειας". Βάσει των άρθρων της συμφωνίας αυτής η αμερικανική αποστολή και ο αρχηγός της είχαν το δικαίωμα να ασκούν οποιαδήποτε λειτουργία - δηλαδή να κάνουν ό,τι θέλουν - που θα κρινόταν αναγκαία, για την σωστή αξιοποίηση της "βοήθειας". Κι αυτή τους η εξουσία δε θα αφορούσε μόνο την χρησιμοποίηση των αμερικανικών κεφαλαίων, που θα έρχονταν στην Ελλάδα, αλλά και τη χρησιμοποίηση των ιδίων πόρων της Ελλάδας (Αρθρο 4). Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να δίνει στους Αμερικανούς, ό,τι της ζητούσαν (εκθέσεις - πληροφορίες κλπ.) ούτως ώστε οι τελευταίοι να ασκούν αυτό που θεωρούσαν καθήκον τους. Ο,τι, δηλαδή, αφορούσε τα αμερικανικά συμφέροντα (Αρθρο 6). Το άρθρο 8 μετέτρεπε την ελληνική κυβέρνηση σε υπηρέτη του Προέδρου των ΗΠΑ. Η κυβέρνηση της Ελλάδας θα προέβαινε σε κάθε ενέργεια, που κρινόταν απαραίτητη, εφόσον το ζητούσε ο Αμερικανός Πρόεδρος και δε θα μεταβίβαζε οτιδήποτε είχε στην κατοχή της (αντικείμενα - πληροφορίες κλπ.) σε τρίτους, χωρίς την συγκατάθεσή του. Με με το άρθρο 9 προβλεπόταν ότι ο τρόπος χρησιμοποίησης της αμερικανικής βοήθειας ήταν υπόθεση αποκλειστικά της αμερικανικής αποστολής. Ακόμη, η συμφωνία προέβλεπε την ελευθεριά κινήσεως του προσωπικού της αμερικανικής αποστολής, την παραχώρηση Ελλήνων πολιτών ως προσωπικού των Αμερικανών, τη χορήγηση προνομίων φοροαπαλλαγών και ασυλίας σαν αυτά που είχε το προσωπικό της αμερικανικής πρεσβείας.
Είναι δε αξιοσημείωτο, ότι η παροχή βοήθειας μπορούσε να διακοπεί εάν και όποτε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρούσε ότι η παύσις είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών (Αρθρο 10, παράγραφος 3). Αυτό σήμαινε πως ολόκληρη η οικονομική και πολιτική ζωή της Ελλάδας μετατρεπόταν σε υποχείριο των διαθέσεων των Αμερικάνων, οι οποίοι, για να πετύχουν τους εκάστοτε σκοπούς τους, μπορούσαν να εκβιάζουν με διακοπή της βοήθειας, γιατί έτσι τάχα επέτασσε το εθνικό τους συμφέρον. Βέβαια, η συμφωνία προέβλεπε ότι και η ελληνική κυβέρνηση μπορούσε μονομερώς να ζητήσει παύση της αποστολής βοήθειας. Η συμφωνία, όμως, προέβλεπε ότι τέτοιο δικαίωμα είχε μόνο εκείνη η κυβέρνηση που θα αντιπροσώπευε την πλειοψηφία του ελληνικού λαού!!! Ο όρος αυτός ήταν το λιγότερο απαράδεκτος και δεν μπήκε τυχαία. Μπήκε για να υποδηλώσει, ότι εκείνοι που θα έκριναν ποια κυβέρνηση εκπροσωπεί την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και ποια όχι, θα ήταν οι ίδιοι οι Αμερικανοί, που ανεβοκατέβαζαν, στη συνέχεια, κυβερνήσεις στην Ελλάδα με μια κίνηση του χεριού.
Πώς υλοποιήθηκε η συμφωνία
Στα τέλη Μάη 1947 έφθασαν στην Ελλάδα το πρώτο και το δεύτερο κλιμάκιο Αμερικανών αξιωματικών. Αριστερά, καθιστός, ο συνταγματάρχης Σμιθ και δίπλα του ο υπουργός Στρατιωτικών, Στράτος, κατά την υποδοχή των πρώτων Αμερικανών αξιωματικών
Στις 14 Ιουλίου του 1947 έφτασε στην Ελλάδα ο αρχηγός της Αμερικανικής Αποστολής βοήθειας Ντουάιτ Γρίνσγουολντ κι από κει και μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Εχει, πάντως, αξία να δούμε τον τρόπο, με τον οποίο η κυβέρνηση των Αθηνών υλοποίησε τα όσα προέβλεπε η συμφωνία της 20ής Ιουνίου. Καταρχήν, οφείλουμε να σημειώσουμε πως αυτή η συμφωνία, αν και τέθηκε σε ισχύ ευθύς εξαρχής, κυρώθηκε από τη Βουλή και έγινε νόμος του κράτους το Σεπτέμβρη του 1948. Νωρίτερα, όμως, το Μάη του 1948, εκδόθηκε προς υλοποίηση της συμφωνίας το ΝΔ 694/1948, το σημαντικότερο ίσως διάταγμα απ' όσα εκδόθηκαν γι' αυτό το σκοπό. Συνολικά εκδόθηκαν 26 νομοδιατάγματα για την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας. Ομως μόνο τέσσερα από αυτά είχαν καταρτιστεί, με τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής!!!
Το ΝΔ 694/1948 προέβλεπε τα εξής προνόμια για την αμερικανική αποστολή στην Ελλάδα:
- Παρείχε το δικαίωμα της ετεροδικίας για τα μέλη της. Δηλαδή, τα ελληνικά δικαστήρια δεν είχαν καμιά δικαιοδοσία πάνω στα μέλη της αμερικανικής αποστολής για οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη τους.
- Παρείχε το δικαίωμα του απαραβίαστου της οικίας των μελών της και των οικημάτων που η αποστολή διέθετε, καθώς και της περιουσίας και των αρχείων τους.
- Απάλλασσε τα μέλη της και την ίδια την αποστολή ως οργανισμό από κάθε φόρο, δασμό, εισφορά κ.ο.κ. υπέρ του ελληνικού ή υπέρ άλλων φορέων του ελληνικού κράτους (δήμοι, κοινότητες κλπ.).
- Η αλληλογραφία της αποστολής και των μελών της απαλλασσόταν από κάθε έλεγχο. Επίσης χορηγούνταν απαλλαγή οποιουδήποτε τελωνειακού ελέγχου. Μ' άλλα λόγια επρόκειτο για ελευθερία άσκησης λαθρεμπορίου, την οποία η αποστολή αξιοποίησε δεόντως.
- Παρείχε το δικαίωμα απαλλαγής οποιουδήποτε συναλλαγματικού ελέγχου στην αποστολή και στα μέλη της. Δηλαδή μπορούσε να γίνεται ελεύθερα εξαγωγή κεφαλαίων.
- Τα αυτοκίνητα της αποστολής και των μελών της απαλλάσσονταν από κάθε φόρο κυκλοφορίας κλπ.
- Παρείχε το δικαίωμα προτεραιότητας στην αποστολή και στα μέλη της όσον αφορά τις τηλεφωνικές, τηλεγραφικές και ταχυδρομικές ανταποκρίσεις.
Σε ό,τι αφορά το ελληνικό προσωπικό της αποστολής, το προαναφερόμενο διάταγμα όχι μόνο δεν προέβλεπε κανένα προνόμιο, αλλά αφαιρούσε και όλα τα δικαιώματα, που είχαν οι υπόλοιποι Ελληνες εργαζόμενοι (ασφάλιση, αποζημίωση σε περίπτωση απόλυσης κλπ.).
Το ΝΔ 694/1948 δεν προέβλεπε μόνο για την αμερικανική αποστολή αποικιοκρατικά δικαιώματα, αλλά και για τις αμερικανικές εταιρίες, που δρούσαν ή θα δρούσαν στην Ελλάδα, καθώς και για άλλες ξένες εταιρίες που είχαν συνεργασία με τις ΗΠΑ και ασκούσαν - ή θα ασκούσαν στο μέλλον - λειτουργία σε ελληνικό έδαφος. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 4 αναφερόταν: "Αι αμερικανικαί εταιρείαι αι έχουσαι, εργολαβίας μετά της Αμερικανικής κυβερνήσεως, ή άλλαι ξέναι εταιρείαι, αίτινες θα συμβληθώσι μετ' αυτής, προς εκτέλεσιν έργων εν Ελλάδι και αι αμερικανικαί ή ξέναι εταιρείαι αι μετ' αυτών συνεργαζόμεναι τη εγκρίσει της Αμερικανικής κυβερνήσεως... έχουν αυταί και το προσωπικόν των τα κάτωθι δικαιώματα:
α. Απαλλάσσονται από τας διατυπώσεις και την διαδικασίαν της υφισταμένης νομοθεσίας περί αλλοδαπών εταιρειών.
β. Απαλλάσσονται από κάθε άμεσον ή έμμεσον φορολογίαν διά την περιουσίαν των, τα εισαγόμενα υπ' αυτών είδη κλπ.
γ. Το προσωπικόν των (αλλοδαπό) δεν έχει ανάγκη αδείας εργασίας εις την Ελλάδα.
δ. Το προσωπικόν των (αλλοδαπό) απαλλάσσεται από κάθε φόρον εισοδήματος και όλων των άλλων φόρων".
Ακόμη να προσθέσουμε ότι για τους Ελληνες εργαζόμενους αυτών των εταιριών δεν προβλεπόταν κανένα δικαίωμα, ούτε αυτό της κοινωνικής ασφάλισης (Βλέπε: Ν. Ψυρούκη: "Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", Εκδόσεις ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, τόμος Α`, σελ. 346 - 347).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου