Με
ωμή κοροϊδία προς τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα ισοδυναμούν
οι προχτεσινές ανακοινώσεις της κυβέρνησης για το ύψος της υπεραπόδοσης
του πρωτογενούς πλεονάσματος και τη διανομή του «κοινωνικού μερίσματος».
Στο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε πανηγυρικά ότι η υπεραπόδοση είναι διπλάσια σε σχέση με πέρυσι και ότι προέκυψε χωρίς να επιβληθούν νέα αντιλαϊκά μέτρα. Λέει ψέματα.
Η υπεραπόδοση προέρχεται από την αφαίμαξη του λαού πάνω κι απ' αυτούς τους στόχους που θέτουν οι συμφωνίες για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Δεν προκύπτει επομένως από το «μηδέν», όπως προσπαθεί να την παρουσιάσει η κυβέρνηση. Ούτε βέβαια από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όπως έλεγε τις προάλλες ο υπουργός Οικονομικών. Αντίθετα, οι φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις μεγάλωσαν για τους επιχειρηματικούς ομίλους τη χρονιά που πέρασε.
Για να αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο ορισμένα μέτρα, στην υπεραπόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος καθρεπτίζονται οι συνέπειες από την αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση που έκανε η κυβέρνηση το 2016, μειώνοντας τις νέες συντάξεις σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20%, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται σήμερα πλεονασματικός ο ΕΦΚΑ και κατ' επέκταση μειωμένο το κρατικό κονδύλι για τις συντάξεις.
Στην υπεραπόδοση καθρεπτίζεται ακόμα η βαριά φορολογία σε μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους αγρότες, που επιβλήθηκε τα προηγούμενα χρόνια με νόμους όλων των κυβερνήσεων, τα χαράτσια που διατήρησε και επέκτεινε η σημερινή.
Θυμίζουμε επίσης ότι από το 2020 έρχεται και νέα μείωση του αφορολόγητου για τα λαϊκά στρώματα, ώστε να είναι εφικτά τα ματωμένα πλεονάσματα στο διηνεκές, όπως συμφώνησαν κυβέρνηση - κουαρτέτο, για λογαριασμό του κεφαλαίου.
Τέλος, στην υπεραπόδοση αντανακλάται η σταθερά μειωμένη χρηματοδότηση των νοσοκομείων και συνολικά της Υγείας, ενώ οι ανάγκες αυξάνουν κατακόρυφα, το πετσόκομμα κατά 900 εκατ. των κονδυλίων για την Πρόνοια, η σφαγή στις αναπηρικές συντάξεις και τα επιδόματα που κάνει η κυβέρνηση μέσω των ΚΕΠΑ.
Σε τελική ανάλυση, η υπερκάλυψη των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι το αθροιστικό αποτέλεσμα από την υπεραπόδοση της αντιλαϊκής πολιτικής, που βυθίζει ακόμα περισσότερο στη φτώχεια τους εργαζόμενους και το λαό, για να θωρακίσει το στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Αυτή τη φτώχεια, και μάλιστα στις πιο ακραίες μορφές της, έρχεται να κουκουλώσει και να διαχειριστεί η κυβέρνηση με το «κοινωνικό μέρισμα», με τη διανομή δηλαδή στους πιο φτωχούς ενός μέρους από τη ληστεία σε βάρος συνολικά των λαϊκών στρωμάτων.
Η κυβέρνηση επενδύει στην απογοήτευση και τη μειωμένη απαιτητικότητα που και η ίδια καλλιεργεί στο λαό, παρουσιάζοντας το «κοινωνικό μέρισμα» και τα άλλα μέτρα διαχείρισης της φτώχειας ως το απαύγασμα της «κοινωνικής» της πολιτικής και ως το στοιχείο που τη διαφοροποιεί τάχα από τη ΝΔ.
Η κοροϊδία απογειώνεται, όταν παρουσιάζει ως κοινωνική παροχή την αυτονόητη υποχρέωση του κράτους να επιστρέψει αναδρομικά όσα παράνομα παρακράτησε από τους συνταξιούχους για τις εισφορές τους στον κλάδο της Υγείας, με νόμο που ψήφισαν οι προηγούμενοι και διατηρείται στο ακέραιο.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση καλλιεργεί στάση αναμονής και προσδοκίες στο λαό ότι όσο ευκολότερα θα πιάνονται οι αντιλαϊκοί στόχοι με τις δικές του θυσίες, τόσο θα περισσεύει κάτι και για τον ίδιο, έστω γι' αυτούς που το έχουν περισσότερο ανάγκη.
Μ' αυτόν τον τρόπο, το «κοινωνικό μέρισμα» προστίθεται στα άλλα μέτρα, λιγότερο ή περισσότερο μόνιμα, με τα οποία η κυβέρνηση ανακυκλώνει τη φτώχεια μεταξύ των λιγότερο φτωχών και των εξαθλιωμένων, τραβώντας τους όλους ολοένα πιο κάτω, προς τον πάτο του βαρελιού.
Ταυτόχρονα, είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η ανακοίνωση του «κοινωνικού μερίσματος» λειτουργεί και σαν αντιπερισπασμός για τα προαποφασισμένα μέτρα της τρίτης «αξιολόγησης», τα οποία τμηματικά εισάγονται προς ψήφιση στη Βουλή.
Πιο άμεσο παράδειγμα είναι η εξαγγελία για την κάλυψη του κόστους των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας από ένα μέρος του μερίσματος, προκειμένου να μην υπάρξουν τάχα αυξήσεις στους λογαριασμούς της ΔΕΗ για τα λαϊκά νοικοκυριά, όταν είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται να αναθεωρήσει τα κριτήρια για το Κοινωνικό Τιμολόγιο, μειώνοντας τους δικαιούχους, ενώ η παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ θα φέρει και νέες αυξήσεις στο ρεύμα.
Μ' αυτά τα κριτήρια χρειάζεται ο λαός να δει τις εξαγγελίες της κυβέρνησης και να διαμορφώσει τη στάση του. Να δυναμώσει τον αγώνα ενάντια στην πολιτική που τον καταδικάζει στη φτώχεια, διεκδικώντας ανάκτηση των απωλειών και παλεύοντας για τις σύγχρονες ανάγκες του.
Στο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός ισχυρίστηκε πανηγυρικά ότι η υπεραπόδοση είναι διπλάσια σε σχέση με πέρυσι και ότι προέκυψε χωρίς να επιβληθούν νέα αντιλαϊκά μέτρα. Λέει ψέματα.
Η υπεραπόδοση προέρχεται από την αφαίμαξη του λαού πάνω κι απ' αυτούς τους στόχους που θέτουν οι συμφωνίες για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Δεν προκύπτει επομένως από το «μηδέν», όπως προσπαθεί να την παρουσιάσει η κυβέρνηση. Ούτε βέβαια από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όπως έλεγε τις προάλλες ο υπουργός Οικονομικών. Αντίθετα, οι φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις μεγάλωσαν για τους επιχειρηματικούς ομίλους τη χρονιά που πέρασε.
Για να αναφέρουμε ενδεικτικά μόνο ορισμένα μέτρα, στην υπεραπόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος καθρεπτίζονται οι συνέπειες από την αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση που έκανε η κυβέρνηση το 2016, μειώνοντας τις νέες συντάξεις σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20%, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται σήμερα πλεονασματικός ο ΕΦΚΑ και κατ' επέκταση μειωμένο το κρατικό κονδύλι για τις συντάξεις.
Στην υπεραπόδοση καθρεπτίζεται ακόμα η βαριά φορολογία σε μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους αγρότες, που επιβλήθηκε τα προηγούμενα χρόνια με νόμους όλων των κυβερνήσεων, τα χαράτσια που διατήρησε και επέκτεινε η σημερινή.
Θυμίζουμε επίσης ότι από το 2020 έρχεται και νέα μείωση του αφορολόγητου για τα λαϊκά στρώματα, ώστε να είναι εφικτά τα ματωμένα πλεονάσματα στο διηνεκές, όπως συμφώνησαν κυβέρνηση - κουαρτέτο, για λογαριασμό του κεφαλαίου.
Τέλος, στην υπεραπόδοση αντανακλάται η σταθερά μειωμένη χρηματοδότηση των νοσοκομείων και συνολικά της Υγείας, ενώ οι ανάγκες αυξάνουν κατακόρυφα, το πετσόκομμα κατά 900 εκατ. των κονδυλίων για την Πρόνοια, η σφαγή στις αναπηρικές συντάξεις και τα επιδόματα που κάνει η κυβέρνηση μέσω των ΚΕΠΑ.
Σε τελική ανάλυση, η υπερκάλυψη των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι το αθροιστικό αποτέλεσμα από την υπεραπόδοση της αντιλαϊκής πολιτικής, που βυθίζει ακόμα περισσότερο στη φτώχεια τους εργαζόμενους και το λαό, για να θωρακίσει το στόχο της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Αυτή τη φτώχεια, και μάλιστα στις πιο ακραίες μορφές της, έρχεται να κουκουλώσει και να διαχειριστεί η κυβέρνηση με το «κοινωνικό μέρισμα», με τη διανομή δηλαδή στους πιο φτωχούς ενός μέρους από τη ληστεία σε βάρος συνολικά των λαϊκών στρωμάτων.
Η κυβέρνηση επενδύει στην απογοήτευση και τη μειωμένη απαιτητικότητα που και η ίδια καλλιεργεί στο λαό, παρουσιάζοντας το «κοινωνικό μέρισμα» και τα άλλα μέτρα διαχείρισης της φτώχειας ως το απαύγασμα της «κοινωνικής» της πολιτικής και ως το στοιχείο που τη διαφοροποιεί τάχα από τη ΝΔ.
Η κοροϊδία απογειώνεται, όταν παρουσιάζει ως κοινωνική παροχή την αυτονόητη υποχρέωση του κράτους να επιστρέψει αναδρομικά όσα παράνομα παρακράτησε από τους συνταξιούχους για τις εισφορές τους στον κλάδο της Υγείας, με νόμο που ψήφισαν οι προηγούμενοι και διατηρείται στο ακέραιο.
Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση καλλιεργεί στάση αναμονής και προσδοκίες στο λαό ότι όσο ευκολότερα θα πιάνονται οι αντιλαϊκοί στόχοι με τις δικές του θυσίες, τόσο θα περισσεύει κάτι και για τον ίδιο, έστω γι' αυτούς που το έχουν περισσότερο ανάγκη.
Μ' αυτόν τον τρόπο, το «κοινωνικό μέρισμα» προστίθεται στα άλλα μέτρα, λιγότερο ή περισσότερο μόνιμα, με τα οποία η κυβέρνηση ανακυκλώνει τη φτώχεια μεταξύ των λιγότερο φτωχών και των εξαθλιωμένων, τραβώντας τους όλους ολοένα πιο κάτω, προς τον πάτο του βαρελιού.
Ταυτόχρονα, είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η ανακοίνωση του «κοινωνικού μερίσματος» λειτουργεί και σαν αντιπερισπασμός για τα προαποφασισμένα μέτρα της τρίτης «αξιολόγησης», τα οποία τμηματικά εισάγονται προς ψήφιση στη Βουλή.
Πιο άμεσο παράδειγμα είναι η εξαγγελία για την κάλυψη του κόστους των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας από ένα μέρος του μερίσματος, προκειμένου να μην υπάρξουν τάχα αυξήσεις στους λογαριασμούς της ΔΕΗ για τα λαϊκά νοικοκυριά, όταν είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται να αναθεωρήσει τα κριτήρια για το Κοινωνικό Τιμολόγιο, μειώνοντας τους δικαιούχους, ενώ η παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ θα φέρει και νέες αυξήσεις στο ρεύμα.
Μ' αυτά τα κριτήρια χρειάζεται ο λαός να δει τις εξαγγελίες της κυβέρνησης και να διαμορφώσει τη στάση του. Να δυναμώσει τον αγώνα ενάντια στην πολιτική που τον καταδικάζει στη φτώχεια, διεκδικώντας ανάκτηση των απωλειών και παλεύοντας για τις σύγχρονες ανάγκες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου