Συμπληρώθηκαν σήμερα, 27 χρόνια από την υποστολή της κόκκινης σημαίας στο Κρεμλίνο, σηματοδοτώντας την τελευταία πράξη του δράματος της διάλυσης της ΕΣΣΔ. Με αφορμή τη θλιβερή αυτή επέτειο, μεταγράφουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του ηγέτη της ΓΛΔ, Έριχ Χόνεκερ, “Για τα δραματικά γεγονότα του 1989”, στο οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων στο συχνό ερώτημα για το αν οι σύμμαχοι της ΕΣΣΔ είχαν εξιδανικεύσει το ρόλο της, υποτιμώντας τα σαφή σημάδια υποχώρησης. Μπορεί όσα υποστηρίζει να γράφονται σε μια εποχή που ακόμα στη Σοβιετική Ένωση υπήρχε απλώς “κρίση” και τυπικά εξακολουθούσε να υπάρχει, είναι όμως σαφές ότι η οπτική του συγγραφέα κάθε άλλο παρά αισιόδοξη για τις εξελίξεις ήταν. Το κείμενο έχει αυτοκριτική διάθεση, χωρίς να εξαντλεί το ζήτημα, ενώ παράλληλα εξηγεί και τους λόγους για τους οποίους η υπεράσπιση της ΕΣΣΔ δημιουργούσε συνθήκες που αντικειμενικά μείωναν την επαγρύπνιση απέναντι στα διογκούμενα αρνητικά φαινόμενα, τα οποία φυσικά είχαν άμεσο αντίκτυπο και στις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού σοσιαλιστικού στρατοπέδου.Εξιδανικεύσαμε το ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης; Αυτό το ερώτημα έθεσε κάποτε ο Γκορμπατσόφ. Πιθανό. Είχαμε, όμως, το δικαίωμα, μπροστά στη συνεχή, έντονη προπαγάνδα που είχε εξαπολύσει η Δύση εναντίον της, να συκοφαντήσουμε τη Σοβιετική Ένωση; Για μας ήταν ο σημαιοφόρος του σοσιαλισμού. Ξεχάσαμε ότι ο Ρίγκαν, ακόμα σαν Πρόεδρος των ΗΠΑ, χαρακτήρισε τη Σοβιετική Ένωση σαν την αυτοκρατορία του Κακού, που έπρεπε να αποκεφαλιστεί, δηλώνοντας ότι η Σοβιετική Ένωση πρέπει να καταπολεμηθεί μέχρι οριστικού αφανισμού; Ένα κόμμα σαν το ΕΣΚΓ, η πλειοψηφία του λαού, ολόκληρες γενιές είχαν διαπαιδαγωγηθεί στο πνεύμα της ακλόνητης εμπιστοσύνης στη Σοβιετική Ένωση. Έτσι, λοιπόν, για δεύτερη φορά -όπως συνέβη το 1956 και από το 1985 ως το 1990- αναγκαστήκαμε να καταπιούμε αυτό που δεν προερχόταν πια από τον αντίπαλο, αλλά από μια φίλη χώρα. Ξαφνικά, όλες οι αξίες αναποδογυρίστηκαν. Όλα όσα είχαν να κάνουν με τον πραγματικά σπαρμένο με αγκάθια δρόμο του σοσιαλισμού, μέχρι και η νίκη κατά του φασισμού, υποβλήθηκαν σε “επανεκτίμηση”. Η ιστορία αποτιμήθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε η εξέλιξη να μην προβάλλει πια μπροστά μας σαν μια πορεία, κατά την οποία έχουν γίνει λάθη, πράγμα φυσικό, άλλωστε, αλλά αμφισβητήθηκαν όλα όσα φαίνονταν σωστά μέχρι εκείνη τη στιγμή, συμπεριλαμβανομένης και της Οκτωβριανής Επανάστασης. Πώς μπορούσε, πώς έπρεπε να αντιμετωπίσει το κόμμα μας αυτή την κατάσταση; Πώς θα επενεργούσε η σύγκρουση με μια πολιτική που γινόταν επίσημα ανεκτή στη Σοβιετική Ένωση; Απομόνωση της ΓΛΔ; Θα το καταλάβαιναν αυτό οι άνθρωποι; Ήμασταν υπέρ μιας αλλαγής στην πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης, κυρίως σ’ ό,τι αφορά την εξωτερική της πολιτική. Δεν μπορεί κανείς να δει την πολιτική της ΓΛΔ, θετικά ή αρνητικά, ξεκομμένη από τα συμβάντα στην Ευρώπη και τον κόσμο. Δεν πρόκειται για υπερεκτίμηση της ΓΛΔ, αλλά είναι γεγονός ότι η πολιτική της ΓΛΔ, από την άποψη της παγκόσμιας κατάστασης που οξυνόταν όλο και περισσότερο, όπου πρωτοστατούσε ο κίνδυνος ενός πυρηνικού πολέμου στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ανέλαβε την πρωτοβουλία για μια στροφή προς την ύφεση στην Ευρώπη, προς συχνές επαφές με την κυβέρνηση της ΟΔΓ και με διάφορα πολιτικά κόμματα και δυνάμεις στην ΟΔΓ και σε άλλες δυτικές χώρες. Ήδη πριν από το 1985 ήμασταν υπέρ της συνεργασίας, υπέρ του διαλόγου. Συνεπείς με τη συμφωνία που είχαμε κάνει με το Γιούρι Αντρόποφ, ήμασταν υπέρ της συνέχισης των συνομιλιών με την κυβέρνηση της ΟΔΓ, παρά τη στάθμευση πυραύλων στην ΟΔΓ και τη ΓΛΔ.
Γι’ αυτό το τελευταίο, δηλαδή για τη στάθμευση πυραύλων από αντιπερισπασμό, ξοδέψαμε κι εμείς 2 δισεκατομμύρια μάρκα. Όπως διαπίστωσαν αργότερα όσοι πήγαν για ανάπαυση στο Βάρεντορφ, δε χτίστηκαν εκεί μόνο εγκαταστάσεις για τη χρησιμοποίηση της τεχνικής σε περίπτωση ανάγκης, αλλά και κατοικίες, σχολεία, παιδικοί σταθμοί και εστιατόρια για τα μέλη του σοβιετικού στρατού. Όταν το 1984 επρόκειτο να πραγματοποιήσω επίσημη επίσκεψη στην ΟΔΓ, ύστερα από συνεννοήσεις με τις ηγεσίες των κομμάτων της Χριστιανικής Δημοκρατίας Ένωσης (CDU) και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD), δημοσιεύτηκε στην Πράβντα ένα δριμύτατο άρθρο, που στρεφόταν de facto κατά της επίσκεψης -έτσι τουλάχιστον το αντιλήφθηκε η διεθνής κοινή γνώμη. Τηλεφώνησα στον τότε Γενικό Γραμματέα Τσερνιένκο που βρισκόταν σε διακοπές. Κανονίσαμε μια συνάντηση στη Μόσχα, που πραγματοποιήθηκε στο Κρεμλίνο. Από την πλευρά της ΓΛΔ πήραν μέρος οι σύντροφοι Άξεν, Χάγκερ, Χόνεκερ και Μίλκε. Από τη σοβιετική πλευρά, οι Τσερνιένκο, Γκορμπατσόφ, Ουστίνοφ, Τσεμπρικόφ και Ρουσακόφ. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό, η επίσκεψη στην ΟΔΓ δεν πραγματοποιήθηκε εκείνη την περίοδο.
Το 1985 χαιρετίσαμε το γεγονός ότι η Σοβιετική Ένωση καταπιάστηκε με το κοινωνικοοικονομικό της πρόγραμμα, για να βελτιωθεί η κατάσταση του λαού. Όλα τα υπόλοιπα που συντελούνταν στην πολιτική ζωή της Σοβιετικής Ένωσης, τα θεωρούσαμε εσωτερικά προβλήματα που δύσκολα μπορούσαμε εμείς να εκτιμήσουμε. Είναι αλήθεια ότι έβλεπα να αυξάνεται ο κίδυνος που προερχόταν, και ήδη προερχόταν, από ορισμένες λαθεμένες εκτιμήσεις για τον ιμπεριαλισμό. Γι’ αυτό και προειδοποίησα ή μάλλον προσπαθήσαμε -προφανώς, όμως όπως φαίνεται σήμερα, δεν ήταν όλοι στην ηγεσία μας πεισμένοι γι’ αυτό- να εμποδίσουμε την εσωτερική διάλυση της ΓΛΔ. Προφανώς, όμως, η διάλυση είχε προχωρήσει περισσότερο απ’ όσο εμείς, απ’ όσο εγώ προσωπικά εκτιμούσα, συμπεριλαμβανομένου και του Κόμματος. Θα ήταν βλακώδες να διαπιστώσουμε απ’ αυτό σήμερα μια αρνητική στάση απέναντι στη Σοβιετική Ένωση. Θα ήθελα να μην έχω δικαιωθεί. Λυπάμαι ειλικρινά πολύ για τη βαθιά κρίση που διέρχεται η Σοβιετική Ένωση και για το γεγονός ότι η αποδυνάμωσή της σαν μεγάλης δύναμης είχε τόσο σοβαρές συνέπειες για ολόκληρο το κίνημα, για τον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου