27 Σεπ 2020

Το πρόβλημα του ιστορικού και του λογικού στη θεωρία του χρήματος: ένα πρώτο σχέδιο

 

Η ΚΟΜΕΠ σε δύο τεύχη του 2019, το 4ο και το 6ο δημοσίευσε άρθρα σχετικά με το πρόβλημα του ιστορικού και του λογικού. Το πρόβλημα αυτό, αν και κατεξοχήν αντικείμενο της φιλοσοφίας, είναι κομβικό για όλες τις επιστήμες, τόσο τις λεγόμενες κοινωνικές, όσο και τις λεγόμενες φυσικές. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι το πρόβλημα αυτό έχει τόση πρακτική σημασία όση και θεωρητική. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της παρατήρησης είναι και η «Συζήτηση για θέματα πολιτικής οικονομίας στα τέλη της πρώτης δεκαετίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ». Προκειμένου να αντιμετωπίσουν ένα πρακτικό ζήτημα όπως η κοινωνικοποίηση της παραγωγής και ο άμεσος ή σταδιακός χαρακτήρας που θα έπρεπε αυτή η διαδικασία να έχει, οι Σοβιετικοί έθεσαν στο προσκήνιο το ιστορικολογικό πρόβλημα στην ανάπτυξη της αξίας. Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι, όσο πιο πολύ πλησιάζουμε στον πυρήνα των ανατροπών ή, με άλλα λόγια, όσο πιο πολύ οδηγούμαστε στην σκιαγράφηση της κοινωνίας του μέλλοντος, τόσο πιο επιτακτικό θα γίνεται το άνοιγμα της συζήτησης για το ιστορικό και το λογικό σε όλο και πιο πλατιές μάζες. Όταν θα γίνει αυτή η συζήτηση ανοιχτά στο λαό, θα πρέπει τουλάχιστον να γίνεται εξίσου κατανοητό ποιο είναι το πρόβλημα.

Σε αυτό το σημείωμα, δίνονται επιγραμματικά τα στοιχεία του προβλήματος σχετικά με το χρήμα. Τα στοιχεία αυτού του σημειώματος αντλούνται από προηγούμενες εργασίες μου για το χρήμα, όπου το μεθοδολογικό ζήτημα αναγνωριζόταν μεν, αλλά δεν ήταν το άμεσο αντικείμενο της έρευνας. Μια τέτοια κατεύθυνση θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον.

Το χρήμα γενικά εισάγεται στην οικονομική θεωρία με έναν «ιδιόμορφο τρόπο» και ο «γρίφος» του επιχειρήθηκε να επιλυθεί κυρίως σε νησιά: το νησί του Ροβινσώνα Κρούσου, με ή χωρίς τον βοηθό του, τα νησιά των Εσπερίδων, αλλά και στην Ατλαντίδα ή σε κάποια Εδέμ της Κεντρικής Ασίας, τα Νησιά της Κοινωνίας (Society Islands) όπου η Mademoiselle Zélie είχε μια μοναδική εμπειρία, το Αρχιπέλαγος της Μαλαισίας, το νησί Uap ή Yap. Η δυσκολία από πού να το πιάσεις φαίνεται να είναι ιδιότητα ενός ειδικού «πράγματος» που εκφράζεται με έναν πολύ ενδιαφέροντα τρόπο: το να το έχεις είναι κατάρα, ενώ το να μην το έχεις είναι καταστροφικό.

Η πρώτη δυσκολία για αυτήν την ιδιαιτερότητα προκύπτει ακριβώς από τη θεωρητική προσέγγιση ως τέτοια, η οποία πρέπει να είναι ιστορική και λογική, με τη σχέση των δύο να απαιτεί πολύ υψηλή διαλεκτική και, επιπλέον, «εξαρτάται» ποιο προηγείται του άλλου. Η αναγνώριση της δυσκολίας μπορεί να παρέχει κάποια βοήθεια για την αποφυγή αδιεξόδων, τουλάχιστον των πιο προφανών.

H θεωρία του χρήματος σε κάθε σχολή σκέψης (ομάδα θεωρητικών συγγραφέων που μοιράζονται κοινές αφετηρίες) μπορεί να αναλυθεί σε τέσσερα αλληλένδετα επίπεδα τα οποία είναι:

  1. Η γέννηση του χρήματος
  2. Η φύση του χρήματος (είναι)
  3. Οι λειτουργίες του χρήματος
  4. Οι μορφές του χρήματος

Η σειρά ανάπτυξης των παραπάνω είναι καθοριστικής σημασίας και σχετίζεται με τους πυλώνες κάθε σχολής σκέψης, τις θεμελιώδεις αρχές που συγκροτούν τη μέθοδο που κάθε μία ενστερνίζεται, με ιδιαίτερη αναφορά στην θεωρία της αξίας. Η σημασία της σειράς ανάπτυξης της θεωρίας χρήματος έγκειται στο ότι τα όρια κάθε επιπέδου προσδιορίζονται από τα προηγούμενα.

Επιπλέον, κάποια από τα επίπεδα οδηγούν στον ορισμό του χρήματος, ενώ κάποια άλλα στον τρόπο που αυτό εμφανίζεται στην οικονομική ζωή. Το ποια επίπεδα ανήκουν στα πρώτα και ποια στα δεύτερα διαφέρει ανάλογα με την σχολή σκέψης.

Δεύτερον, όλες οι σχολές σκέψης λύνουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ζήτημα της προτεραιότητας της λογικής ανάπτυξης των κατηγοριών, έναντι της ιστορικής. Η ακραία μορφή των δύο λύσεων (ιστορική – λογική) μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση του θέματος. Η ακραία ιστορική λύση υπαγορεύει ότι το πρώτο φαινόμενο που εμφανίζεται στον ιστορικό χρόνο είναι το πιο απλό και η ανάλυσή του μας βοηθάει να καταλάβουμε τι είναι το χρήμα, πώς λειτουργεί και τι μορφές παίρνει. Όλα τα επακόλουθα ιστορικά φαινόμενα θα προκύπτουν από αυτό το πρώτο σαν εξέλιξή του. Η αντίθετη λύση, η ακραία λογική, υπαγορεύει ότι, άπαξ κι έχουμε δει τις ανεπτυγμένες μορφές και λειτουργίες του χρήματος, μπορούμε να ανακατασκευάσουμε την ιστορία του, ανεξάρτητα από τον ιστορικό χρόνο. Σε αυτήν την περίπτωση, δεν αμβλύνεται μόνο η σημασία του παρελθόντος ιστορικού χρόνου, αλλά και του μέλλοντος.

Το πρόβλημα διευρύνεται, ή τοποθετείται σωστότερα, με την ερώτηση αν το χρήμα είναι οικονομική κατηγορία που ολοκληρώνεται στον καπιταλισμό, κι άρα όλες οι προηγούμενες ιστορικές μορφές είναι αναγκαστικά ελλιπείς και παραπλανητικές. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν αμφισβητείται από κανέναν ότι το χρήμα απαντάται στους δύο προηγούμενους τρόπους παραγωγής (δουλοκτησία, φεουδαρχία) και η προηγούμενη θέση δεν αναιρεί αυτήν την αλήθεια. Σ’ αυτήν την περίπτωση, παρ’ όλ’ αυτά, η ιστορία του χρήματος θα πρέπει να ξεκινάει από την εμφάνιση και εδραίωση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής γιατί μόνο τότε θα έχουμε ολοκληρωμένα φαινόμενα. Προφανώς, αυτή η θέση επηρεάζεται ιδιαίτερα από το γεγονός ότι το κεφάλαιο, σαν σχέση παραγωγής, εμφανίζεται στην οικονομική ιστορία με την έλευση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και ότι η πρώτη χτυπητή μορφή εμφάνισης του κεφαλαίου είναι η χρηματική. Μια έμμεση απόδειξη υπέρ αυτής της προσέγγισης είναι και η έλλειψη θεωρητικών προσεγγίσεων για το χρήμα πριν από τον Μεσαίωνα με λίγες εξαιρέσεις οι οποίες όμως είναι ελλιπείς.

Στην αντίθετη περίπτωση, σ’ αυτήν δηλαδή όπου το χρήμα μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει αναπτυχθεί πλήρως (λειτουργίες και μορφές) ακόμα και μέσα στα πλαίσια της φεουδαρχίας, ή και του δουλοκτητικού τρόπου παραγωγής, μπορούμε να ανατρέξουμε σε όσο παλαιότερες πηγές για να αντλήσουμε πληροφορίες για το θέμα μας. Το ζήτημα περιπλέκεται λόγω της ποιότητας ή της απουσίας των ιστορικών πηγών αλλά και λόγω της διαφορετικής ανάπτυξης των διαφόρων οικονομιών στον ιστορικό χρόνο που γνώρισε πολλά πισωγυρίσματα και ζιγκ-ζαγκ.

Η θέση που παίρνει η μαρξιστική θεωρία στα δύο ζητήματα μας εισάγει στην μαρξιστική θεωρία του χρήματος. Στο ζήτημα της σειράς, ακολουθείται ακριβώς η παραπάνω, δηλαδή αναπτύσσεται πρώτα η γέννηση του χρήματος, κατόπιν ορίζεται το χρήμα, μετά παρουσιάζονται οι λειτουργίες του και τέλος εξετάζονται οι μορφές του. Η γέννηση του χρήματος παίζει ιδιαίτερο ρόλο στον ορισμό του χρήματος, ενώ οι λειτουργίες και οι μορφές έπονται και προσδιορίζουν τον τρόπο εμφάνισης του χρήματος στην οικονομική ζωή. Όλα τα επίπεδα αντεπιδρούν στα προηγούμενα έτσι ώστε οι λειτουργίες να αλλοιώνονται από τις μορφές, το περιεχόμενο του χρήματος να αλλοιώνεται από τις λειτουργίες και με τη σειρά του να επηρεάζει και την διαδικασία γέννησης στο μέλλον.

Με την πρόταξη της γέννησης του χρήματος φαίνεται σαν να προκρίνεται η ιστορική λύση, αλλά στον Μαρξ, ακολουθείται η λογικο-ιστορική προσέγγιση, που ιδιαίτερα στην περίπτωση του χρήματος είναι σχεδόν ισοβαρής. Αξίζει να παραθέσουμε ένα εκτενές απόσπασμα από τη Μέθοδο της πολιτικής οικονομίας (Βλάχου, 2009, pp. 101–2)

«Αυτές οι απλές κατηγορίες δεν έχουν και κάποιαν ανεξάρτητη ιστορική ή φυσική ύπαρξη πριν από τις πιο συγκεκριμένες; Εξαρτάται. […] οι απλές κατηγορίες εκφράζουν σχέσεις όπου μπορεί να έχει πραγματοποιηθεί το λιγότερο εξελιγμένο Συγκεκριμένο χωρίς ακόμα να έχει τοποθετήσει την πιο πολύπλευρη διασύνδεση ή σχέση που εκφράζεται νοητά στην πιο συγκεκριμένη κατηγορία’ ενώ το πιο εξελιγμένο Συγκεκριμένο κρατά την ίδια κατηγορία σαν υποταγμένη σχέση. Το χρήμα μπορεί να υπάρξει, και ιστορικά έχει υπάρξει, πριν από το κεφάλαιο, τις τράπεζες, τη μισθωτή εργασία κ.λπ. Απ’ αυτή λοιπόν την άποψη μπορεί να πει κανείς πως η απλούστερη κατηγορία μπορεί να εκφράζει κυρίαρχες σχέσεις ενός πιο ανεξέλικτου όλου ή υποταγμένες σχέσεις ενός πιο εξελιγμένου όλου που υπήρχαν ήδη ιστορικά πριν αναπτυχθεί το όλο ως προς την πλευρά που εκφράζεται σε μια πιο συγκεκριμένη κατηγορία. Σ’ αυτό το μέτρο η πορεία της αφηρημένης σκέψης, που υψώνεται από το απλούστατο στο σύνθετο, θα ανταποκρινόταν στην πραγματική ιστορική διαδικασία.

Μπορεί από την άλλη μεριά να ειπωθεί πως υπάρχουν πολύ εξελιγμένες, παρόλ’ αυτά όμως ιστορικά λιγότερο ώριμες κοινωνικές μορφές όπου βρίσκει κανείς τις ανώτατες μορφές της οικονομίας -π.χ. συνεργασία, ανεπτυγμένο καταμερισμό της εργασίας κ.λπ.- χωρίς να υπάρχει καθόλου χρήμα· παράδειγμα το Περού. Και στις σλαβικές κοινότητες το χρήμα, και η ανταλλαγή που το καθορίζει, δεν εμφανίζονται – ή εμφανίζονται ελάχιστα – μέσα στις ξεχωριστές κοινότητες, αλλά στα σύνορα τους, στη συναλλαγή με άλλες· όπως και γενικά είναι λάθος να τοποθετεί κανείς την ανταλλαγή στο κέντρο της κοινότητας σαν το αρχικό συστατικό της στοιχείο. Αντίθετα, η ανταλλαγή αρχικά εμφανίζεται πιο πολύ στη σχέση ανάμεσα στις διάφορες κοινότητες παρά για τα μέλη της ίδιας κοινότητας. Παραπέρα: αν και το χρήμα παίζει ένα ρόλο ολόπλευρα και από πολύ νωρίς, ωστόσο στην αρχαιότητα περιορίζεται σαν κυρίαρχο στοιχείο μονάχα σε έθνη μονόπλευρα καθορισμένα, εμπορικά έθνη. Ακόμα και στον πιο προχωρημένο αρχαίο κόσμο, την Ελλάδα και τη Ρώμη, η πλήρης ανάπτυξη του χρήματος, που στη σύγχρονη αστική κοινωνία είναι προϋπόθεση, εμφανίζεται μόνο στην περίοδο της αποσύνθεσης τους. Ώστε η ολότελα απλή αυτή κατηγορία δεν εμφανίζεται ιστορικά σε όλη της την ένταση παρά μόνο στις πιο εξελιγμένες συνθήκες της κοινωνίας. Με κανένα τρόπο δεν διαπερνά όλες τις οικονομικές σχέσεις. Π.χ. στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, στη μεγαλύτερη της ανάπτυξη, βάση εξακολουθούσε να είναι ο φόρος σε είδος και η παροχή σε είδος. Ουσιαστικά το χρηματικό σύστημα έφτασε εκεί σε πλήρη ανάπτυξη μονάχα στο στρατό. Και ποτέ δεν επεκτάθηκε στο σύνολο της εργασίας. Έτσι παρόλο που η απλούστερη κατηγορία μπορεί να έχει υπάρξει ιστορικά πριν από την πιο συγκεκριμένη, μπορεί στην πλήρη της εκτατική και εντατική ανάπτυξη να ανήκει ακριβώς σε μια σύνθετη κοινωνική μορφή, ενώ η πιο συγκεκριμένη κατηγορία είχε αναπτυχθεί πληρέστερα σε μια λιγότερη εξελιγμένη κοινωνία.»

Τέλος, να σημειωθεί ότι η γέννηση του χρήματος στο παρόν πλαίσιο δεν είναι μια διαδικασία που έγινε μια φορά, κάποια στιγμή στο παρελθόν, αλλά μια διαδικασία που επαναλαμβάνεται συνέχεια στην πορεία της οικονομικής ιστορίας, μέσα από εξαιρετικές ιστορικές συνθήκες όπως γενικευμένοι πόλεμοι, επαναστάσεις και αντεπαναστάσεις, γενικευμένες κρίσεις του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής κλπ.

Η παρουσίαση της μαρξιστικής θεωρίας χρήματος φαίνεται σαν να είναι λογική αλλά ο ιστορικός παράγοντας είναι κομβικός, πρώτον, στις συνθήκες που ξεκινούν την ίδια την διαδικασία γέννησης και, δεύτερον, στα περάσματα από το ένα επίπεδο στο άλλο, ή από την μια μορφή στην άλλη. Από την άλλη, η παρουσίαση δεν δεσμεύεται από την εξέλιξη του ιστορικού χρόνου. Η ίδια η επιλογή της δομής της θεωρίας (η σειρά των παραπάνω σταδίων) είναι καθαρά λογική και θέτει τους βασικούς και αναγκαίους περιορισμούς στην μελέτη του χρήματος.

Μια μελέτη για το ζήτημα του ιστορικού και του λογικού στο χρήμα θα βοηθούσε στην κατανόηση των σύγχρονων εξελίξεων στο πεδίο αυτό. Ακόμα περισσότερο όμως, θα οδηγούσε στην επιλογή των κατάλληλων μορφών χρήματος στα πρώτα βήματα της λαϊκής εξουσίας, εκεί όπου το χρήμα αναγκαστικά θα συντροφεύει τη διαδικασία κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, σε απόλυτη έχθρα προς αυτήν. Όπως όμως ίσως γνωρίζει κανείς, το απεταξάμην έχει πολύ φτωχά αποτελέσματα απέναντι στο διάβολο.

Η μελέτη αυτή θα έπρεπε να ξεκινά από τα λογικά στάδια ανάπτυξης της θεωρίας του χρήματος, από τη γέννηση ως τις μορφές και να εξετάζει τα ιστορικά περάσματα και, κυρίως, τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των σταδίων. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις επιδράσεις των επόμενων σταδίων στα προηγούμενα. Το ανάποδο, πέραν του ότι έχει τεκμηριωθεί αρκετά, είναι και σχετικά ευκολότερο να αναγνωσθεί.

Η συζήτηση περί σταδίων, τέλος, θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή μόνο ως εργαλείο για την κατανόηση του προβλήματος. Το χρήμα δεν γνωρίζει στάδια στην ανάπτυξη και λειτουργία του. Αλλά έπειτα, το χρήμα δεν γνωρίζει τίποτα, όσο ισχυρή κι αν είναι η γοητεία του φετιχισμού του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ