Ο θάνατος από κορονοϊό ενός εργαζόμενου σε μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ αποτελεί μια τραγική επιβεβαίωση της κατάστασης που επικρατεί στους χώρους δουλειάς, έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας. Μιας κατάστασης που αντί να βελτιώνεται, παίρνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα, αφού είναι γνωστοί οι κίνδυνοι στους χώρους δουλειάς, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: Επιδεινώνεται ολοένα και περισσότερο, κοστίζοντας πλέον και σε νεκρούς.
Ο εργαζόμενος δεν έφυγε από τη ζωή ούτε λόγω προσωπικής του ανευθυνότητας, ούτε απλά λόγω των πρωτόγνωρων συνθηκών, όσο κι αν υπάρχουν τέτοιες στην πανδημία. Η μόλυνσή του από τον ιό και ο θάνατός του είναι αποτέλεσμα των ελλείψεων σε μέτρα προστασίας, που ασταμάτητα αναδεικνύονται με καταγγελίες σωματείων και εργαζομένων για την κατάσταση που επικρατεί σε μεγάλους χώρους δουλειάς.
Καταγγελίες που όλες μαζί επιβεβαιώνουν ότι τα περιβόητα «υγειονομικά πρωτόκολλα» στους χώρους δουλειάς, τα μέτρα υγείας και ασφάλειας για τον κορονοϊό, είναι «λάστιχο» και τεντώνονται κάθε φορά «τόσο όσο» να μην μπαίνουν εμπόδιο στην κερδοφορία και στην ένταση της εκμετάλλευσης.
Οσο κι αν οι επιχειρηματικοί όμιλοι διαφημίζουν τις διάφορες «πιστοποιήσεις ασφαλείας» που παίρνουν από κρατικούς και ιδιωτικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, η πραγματικότητα που ζουν οι εργαζόμενοι ξεσκεπάζει τις εργοδοτικές - κυβερνητικές ευθύνες για τη μετατροπή των χώρων δουλειάς σε εστίες υπερμετάδοσης.
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι στις μεγάλες επιχειρήσεις, όπως αυτές στον κλάδο των τροφίμων, το μόνο «πρωτόκολλο» σε ισχύ είναι η απρόσκοπτη λειτουργία τους ακόμα κι όταν διαπιστωθεί συγκέντρωση κρουσμάτων, η ανύπαρκτη ιχνηλάτηση, όταν μάλιστα η κινητικότητα των εργαζομένων είναι δεδομένη, αυξάνοντας τις πιθανότητες διάδοσης μεταξύ του προσωπικού.
Εγκαιρα οι εργαζόμενοι και τα σωματεία σε τέτοιους χώρους δουλειάς, από όπου περνούν καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι, έθεσαν το ζήτημα της αυστηρής προστασίας, της τακτικής απολύμανσης, των μαζικών και επαναλαμβανόμενων τεστ, με ευθύνη της εργοδοσίας, της ενημέρωσης του προσωπικού, ώστε αν υπάρχει κρούσμα να προληφθεί η μετάδοση σε άλλα τμήματα, στις οικογένειές τους κ.ο.κ.
Αντί όλων αυτών, η εργοδοσία, πλήρως καλυμμένη πίσω από την πολιτική της κυβέρνησης και τη διαχείριση της πανδημίας με κριτήριο την προστασία των κερδών της, οχυρωμένη πίσω και από το γεγονός ότι οι έλεγχοι σε χώρους δουλειάς είναι ανύπαρκτοι, με ευθύνη του κράτους, διαμορφώνει άκρως επικίνδυνες συνθήκες για χιλιάδες εργαζόμενους.
Μπορεί λοιπόν εδώ κι έναν χρόνο τα lockdown να πηγαινοέρχονται, η αγορά να ανοιγοκλείνει σαν «ακορντεόν», οι εργαζόμενοι να μπαινοβγαίνουν σε καθεστώς αναστολής συμβάσεων, όμως το μόνο που δεν αλλάζει είναι η ασυλία που απολαμβάνει η εργοδοσία για να εφαρμόζει τα πρωτόκολλα της διασποράς στους χώρους δουλειάς.
Σε αυτά προστίθεται η εντατικοποίηση που έχει χτυπήσει «κόκκινο», ειδικά στον κλάδο του Εμπορίου, με την εξουθένωση των εργαζομένων να δημιουργεί ακόμα πιο ευνοϊκό έδαφος για τη διασπορά του ιού. Οι εργαζόμενοι πηγαίνουν στη δουλειά «σέρνοντας τα πόδια τους», όπως κατήγγειλε πρόσφατα με ανοιχτή επιστολή της - γροθιά στο στομάχι υπάλληλος σε σούπερ μάρκετ.
Φρόντισε γι' αυτό και η σημερινή κυβέρνηση, σε συνέχεια των προηγούμενων, μετατρέποντας την πανδημία σε ευκαιρία για τα μονοπώλια του κλάδου, με την επί της ουσίας κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, την παραπέρα διευθέτηση του χρόνου εργασίας, η οποία θα γίνει ακόμα χειρότερη αν περάσει το αντεργατικό νομοσχέδιο που έχει η κυβέρνηση στα σκαριά.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, που ο αγώνας των εργαζομένων για μέτρα προστασίας της υγείας τους αποκτά ζωτικά χαρακτηριστικά, η σημερινή απεργία των υγειονομικών και η στήριξή της από εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων είναι μια αποφασιστική αγωνιστική - διεκδικητική απάντηση.
Η πάλη για να μην πληρώσουν οι εργαζόμενοι ακόμα και με την ίδια τους τη ζωή την πανδημία, είναι υπόθεση όλων και πρέπει να κλιμακωθεί, βάζοντας στο στόχαστρο τον πραγματικό αντίπαλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου