Οι ομαδικές απολύσεις στο πόρισμα των «ειδικών»
Μιλώντας την Κυριακή ο υπουργός Εργασίας
στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, είπε μεταξύ άλλων ότι
«οι θέσεις του πορίσματος (σ.σ. της επιτροπής «ειδικών») είναι θετικές
για την ελληνική πλευρά» και ειδικά για τις ομαδικές απολύσεις
ισχυρίστηκε: «Λέει η επιτροπή ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρχει
προηγούμενη έγκριση πριν θεωρηθεί ότι μπορούν να γίνουν οι απολύσεις.
Και εν πάση περιπτώσει, η απόφαση του Δικαστηρίου, όποια κι αν είναι, θα
μας αφήσει περιθώρια, ώστε να προστατέψουμε αποτελεσματικά τα
δικαιώματα των εργαζομένων». Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπουργός Εργασίας
«ρίχνει τα φώτα» στο ζήτημα της διοικητικής έγκρισης των ομαδικών
απολύσεων, το οποίο εν πολλοίς έχει πλέον τυπική σημασία, μετά την
αναβάθμιση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΣΕΑ) που έκανε η
προηγούμενη κυβέρνηση με τη σύμφωνη γνώμη των «κοινωνικών εταίρων». Το
ΣΕΑ έχει πλέον τον πρώτο λόγο στην έγκριση ή όχι των ομαδικών απολύσεων,
εξετάζοντας κατά βάση με τυπικά κριτήρια (πληρότητα του φακέλου που
καταθέτει η εργοδοσία, τήρηση της διαδικασίας διαβούλευσης κ.ά.), ώστε
στη συνέχεια η επικύρωση της όποιας απόφασης από τον υπουργό να είναι
μια καθαρά τυπική διαδικασία.
***
Οσα θέλει να κρύψει η κυβέρνηση
βρίσκονται στην αγγλική έκδοση του πορίσματος της Επιτροπής, το οποίο
σκόπιμα δεν έχει δοθεί ακόμα μεταφρασμένο στη δημοσιότητα. Εκεί
διαβάζουμε «ύμνους» στις ομαδικές απολύσεις, καθώς η Επιτροπή τις
χαρακτηρίζει «εργαλείο της ελευθερίας μιας επιχείρησης να προσαρμόζεται
σε καταστάσεις ολικής ή μερικής παύσης των δραστηριοτήτων της, όσο και
σε καταστάσεις οικονομικών δυσχερειών, που απαιτούν την αναδιοργάνωση
και επείγοντα μέτρα μείωσης του κόστους». Κατά τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής
Οδηγίας 98/59/ΕΚ, η Επιτροπή προτείνει να εξαντλούνται όλα τα περιθώρια
διαβούλευσης με τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των προς απόλυση
εργαζομένων, ώστε «να διερευνώνται όλες οι άλλες δυνατότητες ρύθμισης
(όπως οι οικειοθελείς αποχωρήσεις, εσωτερική αντικατάσταση, ακύρωση των
υπερωριών, επιμόρφωση των εργαζομένων), προκειμένου να μειωθεί ο αριθμός
των απολύσεων». Ωστόσο, ορθά - κοφτά η Επιτροπή ξεκαθαρίζει ότι «η
νομοθεσία δεν θα πρέπει να εμποδίζει απαραίτητα τις ομαδικές απολύσεις,
αλλά μάλλον να επιβάλλει ορισμένες διαδικασίες», κυρίως στην κατεύθυνση
της «μείωσης του κοινωνικού αντίκτυπου» των απολύσεων.
***
Η Επιτροπή συμφωνεί απόλυτα ότι η υπόθεση «Lafarge»,
που συζητάει το Δικαστήριο της ΕΕ, ανοίγει θέμα αύξησης των ορίων που
ισχύουν σήμερα για τις ομαδικές απολύσεις, ως ποσοστό επί των
εργαζομένων που απασχολεί μια επιχείρηση. Αυτή είναι μια ουσιαστική
πλευρά του ζητήματος, έστω κι αν η κυβέρνηση προσπαθεί να την
υποβαθμίσει, λέγοντας ότι για την ελληνική πραγματικότητα το όριο αφορά
ελάχιστες επιχειρήσεις με μεγάλο αριθμό εργαζομένων. Οπως φάνηκε όμως
στην περίπτωση των «Τσιμέντων Χαλκίδας» και της «Χαλυβουργίας», η
μεγαλοεργοδοσία κάθε άλλο παρά αδιάφορη είναι για το συγκεκριμένο
ζήτημα. Κατά τα άλλα, η Επιτροπή σχεδόν πανηγυρίζει, επειδή «το πρόβλημα
που δημιουργήθηκε για τους εργοδότες από το βέτο της διοικητικής αρχής
(...) έχει λυθεί με διάφορους τρόπους», μεταξύ αυτών και της «εσκεμμένης
αμέλειας από την αρχή να εκδώσει απόφαση για την έγκριση ή όχι στις
απολύσεις εντός της προθεσμίας που προβλέπεται» (!) Συνοψίζοντας, η
Επιτροπή ισχυρίζεται ότι «το σημερινό ελληνικό σύστημα δεν εξαντλεί
πλήρως τις δυνατότητες να λάβει μέτρα, προκειμένου να μετριαστούν οι
συνέπειες των σχεδιαζόμενων ομαδικών απολύσεων» και εκεί βρίσκεται το
ζουμί της πρότασής της.
***
Η Επιτροπή ζητάει «να υπάρχει ένα κοινό καθεστώς
για όλα τα είδη των απολύσεων για οικονομικούς λόγους» και προτείνει ως
«αντίβαρο» την παραπέρα ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας. Στο διά
ταύτα προτείνει: «Σε περιόδους προσωρινών οικονομικών δυσκολιών, η
εργασία μικρής διάρκειας μπορεί να αποτρέψει τις ομαδικές απολύσεις. Η
εργασία για περιορισμένο χρόνο πρέπει να είναι ευέλικτη σύμφωνα με τις
υπάρχουσες ανάγκες της επιχείρησης (...) Αυτό σημαίνει ότι η διάρκεια
της καθημερινής ή εβδομαδιαίας εργασίας μειώνεται, ακόμη και σε μηδέν
ώρες. Ο εργαζόμενος θα παίρνει επίδομα ανεργίας για τις ώρες που δεν θα
μπορεί να δουλεύει (...) Η μέγιστη περίοδος εργασίας μειωμένου χρόνου
μπορεί να καθοριστεί από τις εθνικές αρχές. Στη Γερμανία, είναι μεταξύ
έξι μηνών και δύο ετών (...) ακόμη και σε επιχειρήσεις με έναν
εργαζόμενο». Επομένως, η «απάντηση» στις απολύσεις είναι η εκ περιτροπής
εργασία, η ημιαπασχόληση, η υποαπασχόληση, ακόμα και η «εργασία» για
μηδέν ώρες τη βδομάδα! Και μάλιστα, με επιδότηση στον εργοδότη για να
καταβάλλει μέρος του χαμένου μισθού στον υπό απόλυση εργαζόμενο, μέχρι
να τον στείλει σπίτι του! Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει η
πρακτική εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου, με δεδομένο ότι καμιά επιχείρηση
δεν θα δυσκολευτεί να επικαλεστεί «οικονομικές δυσκολίες», για να
δικαιολογήσει την πλήρη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων στο όνομα τού να
μην κάνει τάχα απολύσεις. Τόσο κοντά στις θέσεις της κυβέρνησης είναι
το πόρισμα της Επιτροπής και τόσο ενάντια στα συμφέροντα και τις ανάγκες
των εργαζομένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου