ΗΠΑ
Κυνήγι κοινωνικών αγωνιστών
Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, παρά τις ψευδαισθήσεις που είχαν τεχνηέντως καλλιεργηθεί, ουδεμία πρόθεση είχε να δώσει τέλος στον πόλεμο. Προεκλογικά ακόμη είχε δώσει στίγμα για ενίσχυση των μέτρων παρακολούθησης και καταστολής στο εσωτερικό των ΗΠΑ, πάντα υπό το πρόσχημα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Ετσι, παρά το γεγονός ότι όσον αφορά τις δεσμεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου ή το κλείσιμο του Γκουαντάναμο δεν τήρησε καμιά, μέσα σε 21 μήνες που βρίσκεται στην εξουσία έχει κάνει στην κυριολεξία άλματα για την εγκαθίδρυση του «αστυνομικού κράτους». Με χαίνουσες τις πληγές της αμερικανικής κοινωνίας - οικονομία, ανεργία, διάλυση των υποδομών και του κοινωνικού ιστού - ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα σπεύδει να αντιμετωπίσει μία κοινωνική έκρηξη και μία ενδεχόμενη προσπάθεια συλλογικής αντίδρασης των λαϊκών μαζών.
Αφήνοντας τα «πάρτι τσαγιού» («Κίνημα» που αναπτύσσεται εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος με ακραία ρατσιστική, εθνικιστική ατζέντα) να οργιάζουν σπέρνοντας το ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία, τις ρητορικές διαιρέσεις, ώστε να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη, η κυβέρνηση Ομπάμα σταδιακά στήνει τον ιστό του απόλυτου ελέγχου και της καταστολής οποιαδήποτε φωνής.
«Μεγάλος αδελφός» στο διαδίκτυο
Η αμερικανική κυβέρνηση, εφοδιασμένη και με τα μέτρα της κυβέρνησης Μπους - το 2006 η κυβέρνηση Μπους εισήγαγε νέους κανόνες καθιστώντας ευκολότερο για τις αστυνομικές αρχές και τις υπηρεσίες πληροφοριών την υποκλοπή τηλεφωνικών κλήσεων στο διαδίκτυο και βάσει αυτών η εθνική υπηρεσία πληροφοριών (NSA) επιδόθηκε σε ένα ευρύτατο παράνομο κατασκοπευτικό πρόγραμμα επικοινωνιών - με πυρετώδεις ρυθμούς προωθεί μέτρα για τον πλήρη έλεγχο του διαδικτύου. Μέσα στον Ιούλη, ομόφωνα, η αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας των ΗΠΑ έστειλε στο Σώμα προς ψήφιση νομοσχέδιο όπου ο Αμερικανός Πρόεδρος θα μπορεί με την επίκληση «έκτακτης ανάγκης» να αναλαμβάνει υπό τον έλεγχό του ή και να απενεργοποιεί τη λειτουργία τμημάτων του διαδικτύου. Η νομοθεσία υποχρεώνει κάθε πάροχο (ISP), εταιρεία λογισμικού και μηχανή αναζήτησης να «συμμορφώνεται αμέσως με τυχόν έκτακτα μέτρα ή ενέργειες» του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, ενώ το νέο Κέντρο Διαδικτυακής Ασφάλειας και Τηλεπικοινωνιών (National Center for Cybersecurity and Communications) θα μπορεί να παρακολουθεί τους παρόχους, τις ιδιωτικές ιστοσελίδες και υπηρεσίες που έχουν σχέση με το Διαδίκτυο στις ΗΠΑ, καθώς και μεγάλες εταιρείες κρίσιμης σημασίας για το διαδίκτυο σε όλο τον πλανήτη.
Πριν μερικές ημέρες προχώρησε ένα βήμα περισσότερο. Ισχυριζόμενη ότι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο υπονόμευσης της ικανότητάς τους να ερευνούν υποθέσεις, εξαιτίας του γεγονότος ότι οι κακοποιοί εγκαταλείπουν τα τηλέφωνα και καταφεύγουν στο διαδίκτυο για τις επικοινωνίες τους, η αμερικανική κυβέρνηση, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «New York Times», προωθεί νομοσχέδιο με το οποίο θα υποχρεώνει παρόχους κρυπτογραφημένων ηλεκτρονικών ταχυδρομείων (email), όπως η καναδική εταιρεία «Research in Motion», που φτιάχνει τα BlackBerry, αλλά και ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook, και λογισμικό που επιτρέπει απ' ευθείας επικοινωνία, όπως το Skype, να δημιουργήσουν υποδομή που θα επιτρέπει τις υποκλοπές.
Το νομοσχέδιο θα περιλαμβάνει διάταξη και για τις εταιρείες που έχουν βάση στο εξωτερικό, αλλά παρέχουν υπηρεσίες στις ΗΠΑ. Αυτές θα πρέπει να διατηρούν παράρτημα στις ΗΠΑ, που θα μπορεί να παγιδεύει και να αποκρυπτογραφεί επικοινωνίες. Πρόκειται για ένα συντριπτικό πλήγμα στην ελευθερία των επικοινωνιών, ερίζουν διάφορες οργανώσεις όσον αφορά το νομοσχέδιο το οποίο θα συζητηθεί και θα ψηφιστεί από το Κογκρέσο, που προέκυψε μετά τις ενδιάμεσες εκλογές της 2ας του Νοέμβρη, που είναι ακόμη πιο «συντηρητικό»...
Οι αγωνιστές στο στόχαστρο
Οσο ο κλοιός σφίγγει όσον αφορά την ελευθερία των επικοινωνιών, το FBI έχει θέσει στο στόχαστρό του, και μάλιστα με βάση τον «αντιτρομοκρατικό» νόμο Patriot Act, αγωνιστές του αντιπολεμικού και του λαϊκού κινήματος. Η κυβέρνηση Ομπάμα, στο πλαίσιο της «ενίσχυσης του εσωτερικού μετώπου του πολέμου κατά της τρομοκρατίας», προσπαθεί να δώσει χτύπημα στις λαϊκές ελευθερίες, σε όσους αγωνίζονται ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.
Στις 26 Σεπτέμβρη πράκτορες του FBI προχώρησαν σε επιδρομές και έρευνες σε πέντε σπίτια στελεχών του αντιπολεμικού κινήματος στη Μινεάπολη, στα γραφεία αντιπολεμικών οργανώσεων, αλλά και στο σπίτι του επικεφαλής του Αραβοαμερικανικού Δικτύου Δράσης στο Σικάγο, αλλά και επιδρομές σε άλλα σπίτια στο Ιλινόις, στο Μίσιγκαν και στη Βόρεια Καρολίνα. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Star Tribune», δεκάδες ακτιβιστές έχουν λάβει δικαστικές κλήσεις, για να παρουσιαστούν να καταθέσουν σε δικαστήριο «όσον αφορά τις δραστηριότητές τους». Επίσης, σημειώνεται ότι η επιχείρηση της «αντιτρομοκρατικής δύναμης κρούσης του FBI επικεντρώνεται σε δραστηριότητες υπόπτων που έχουν σχέσεις και παρέχουν υλική υποστήριξη σε "τρομοκρατικές οργανώσεις" της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής». Ποιες είναι αυτές οι οργανώσεις; Οι Ενοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC), το Λαϊκό Μέτωπο της Παλαιστίνης (PFLP) και άλλες οργανώσεις. Στοχοποιήθηκαν επίσης και μέλη οργανώσεων αλληλεγγύης με το λαό της Παλαιστίνης, της Ονδούρας κ.ά. Παράλληλα, όπως δήλωσαν οι δικηγόροι ορισμένων εξ αυτών, οι πράκτορες του FBI κατάσχεσαν υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, έγγραφα στοιχεία, τα πάντα, ακόμη και έντυπο υλικό «από τη δεκαετία του '70», ακόμη και μία αφίσα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, προφανώς ως αποδεικτικό υλικό για το «βίαιο εξτρεμισμό» τους, όρος που χρησιμοποιείται εσχάτως κατά κόρον, όπως και ο «εσωτερικός εχθρός», όροι που δέχονται διάφορες ερμηνείες, συνεπώς και χρήσεις και συνεπώς χρήσιμα εργαλεία στην εγκαθίδρυση του αστυνομικού κράτους.
Πρόκειται ουσιαστικά για πολιτικές διώξεις, κατήγγειλαν οι αγωνιστές που εκφράζουν την αλληλεγγύη τους, προς αυτούς που βρέθηκαν στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ μετατρέπονται σε «κράτος παρακολούθησης», όπου ακόμη και συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, που καταπατώνται βάναυσα. Πρόκειται για κατάφωρη παραβίαση της πρώτης τροπολογίας του Συντάγματος και ελευθερίες, που φαλκιδεύονται σιωπηρά και ύπουλα. Ελευθερίες που υπονομεύονται σταδιακά: Αρχικά από την κυβέρνηση Μπιλ Κλίντον, με τον αντιτρομοκρατικό νόμο του 1996, που καθιστά την «υλική υποστήριξη της τρομοκρατίας ως έγκλημα», επεκτάθηκε από την κυβέρνηση του Τζορτζ Ου. Μπους με τον «πατριωτικό νόμο» και πλέον λαμβάνει οργουελιανές διαστάσεις υπό τον πρόεδρο Ομπάμα. Και ο στόχος είναι σαφής: Η πολιτική διαμαρτυρία.
Συγκάλυψη φρικαλεοτήτων
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση Μπαράκ Ομπάμα όχι μόνο συνεχίζει τους πολέμους στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και ανοίγει νέα μέτωπα, αλλά και υπερασπίζεται τα επιτεύγματα της κυβέρνησης Μπους - βασανιστήρια και φυλακίσεις δίχως την απαγγελία κατηγοριών - και λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην υπάρχει πλέον καμία δυνατότητα «αποκάλυψης» πτυχών των φρικαλεοτήτων που διαπράττουν οι αμερικανικές αρχές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ο φάκελος των «μυστικών πτήσεων και των μυστικών φυλακών της CIA» σφραγίστηκε, με απόφαση του εφετείου του Σαν Φρανσίσκο που έκανε αποδεκτή τη θέση της κυβέρνησης Ομπάμα. Η ολομέλεια του δικαστηρίου (11 δικαστές) αποφάσισε με έξι ψήφους υπέρ και πέντε κατά να κλείσει την υπόθεση, αποδεχόμενη τη θέση της εισαγγελίας ότι τα στοιχεία της υπόθεσης αυτής πρέπει να τύχουν της προστασίας του κρατικού απορρήτου καθώς αποτελούν κίνδυνο για την «εθνική ασφάλεια». Η Αμερικανική Ενωση για την Υπεράσπιση των Ατομικών Ελευθεριών (Aclu) ανακοίνωσε αμέσως ότι θα προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά θεωρείται μάλλον απίθανο να δικαιωθεί η προσφυγή της, καθώς η δικαιοσύνη είναι εντελώς τυφλή ειδικά στην περίπτωση του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Ο αντιδημοκρατικός κατήφορος της κυβέρνησης Ομπάμα όμως αποδεικνύεται εξαιρετικά ολισθηρός και όσον αφορά την αναζήτηση συνεχώς διευρυμένων εξουσιών: όπως τη δολοφονία οποιουδήποτε μπορεί να χαρακτηριστεί «τρομοκράτης», περιλαμβανομένων και των Αμερικανών πολιτών. Από τον περασμένο Απρίλη, όταν ο πρόεδρος Ομπάμα έδωσε εντολή προς τη CIA να προχωρήσει στη δολοφονία του Αμερικανού υπηκόου Ανουάρ Αλ Αουλάκι, που θεωρείται ότι έχει διασυνδέσεις με την «Αλ Κάιντα» στην Υεμένη, ξεπέρασε ένα όριο: Αυτό που η αμερικανική πολεμική μηχανή εξαπολυόταν στο όνομα της υπεράσπισης της ζωής των Αμερικανών πολιτών. Πλέον τέτοιες δικαιολογίες δε χρειάζονται, ενώ στην προσφυγή στη δικαιοσύνη εκ μέρους της ACLU, καθώς συνιστά συνταγματική παραβίαση αλλά και παραβίαση του διεθνούς δικαίου, η αμερικανική κυβέρνηση επικαλέστηκε το προνόμιο του «κρατικού μυστικού» και η υπόθεση απορρίφθηκε.
Η επίκληση του «προνομίου» εκ μέρους της κυβέρνησης Ομπάμα συνιστά μία ακόμη δημοκρατική εκτροπή τη στιγμή μάλιστα που η κυβέρνηση προσπαθεί να ενδύσει με το μανδύα της νομιμότητας την εσωτερική καταστολή, αλλά και τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», καθώς και την πλήρη παραβίαση όλων των νόμων του διεθνούς δικαίου.
Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
22/1/2009
-- Συνέχιση καλλιέργειας αυταπατών
30/11/2008
-- Με την τακτική του ... «καρότου»;
31/10/2007
-- «Κυβέρνηση των Βασανιστηρίων»
1/10/2004
-- Ασκροφτ κατά «θέμιδος» για το νόμο Πάτριοτ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου