Η Μακρόνησος υπό τον Γ. Σγουρό
Στα τέλη του 1948, ο διοικητής του Γ Τάγματος Μακρονήσου Σκαλούμπακας που αι
Η Μακρόνησος υπό τον Γ. Σγουρό
ματοκύλησε το Α Τάγμα Οπλιτών αντικαθίσταται από τον ταγματάρχη Γ. Σγουρό. Ο Σκαλούμπακας που έλαβε παράσημο και ανέβηκε βαθμό για την εικονική εξέγερση που κατέστειλε (ενώ δολοφονούσε τους 300 του ΑΕΤΟ) στο νησί, επιδόθηκε στη δημιουργία ενός κράτους εν κράτει και φυσικά άρχισε να μπαίνει στο μάτι της ΒΧΙ/ΓΕΣ που διοικούσε από το Γενικό Επιτελείο Στρατού το νησί. Έτσι αντικαθίσταται από το Σγουρό.
Η αποχώρηση του Σκαλούμπακα έγινε ιγκόγκνιτο και χωρίς διθυράμβους. Οι φαντάροι ανάσαιναν ξανά αλλά με τρόμο αφού δεν γνώριζαν τίποτα για τον νέο διοικητή. "Έφυγε ο μα...ας ο Σκαλούμπακας " ψιθυρίζουν μεταξύ τους στολίζοντας τον απερχόμενο με όλα τα κοσμητικά επίθετα που γνώριζαν.
Άλλη άποψη τοποθετεί την αποχώρηση του Σκαλούμπακα στην συχνή αναφορά του από το ραδιόφωνο της Ελεύθερης Ελλάδας και τον διεθνή αποτροπιασμό που είχε προκαλέσει το όνομά του μετά τα γεγονότα της "εξέγερσης"-σφαγής του ΑΕΤΟ.
Ο διοικητής Γ. Σγουρός αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα καραβανά, παντελώς αδιάφορου για τις συνθήκες στο νησί, γεμάτου με τα κατώτερα κτηνώδη αισθήματα ενάντια στον άνθρωπο. Υπό την μνημειώδη αδιαφορία του τα βραδινά πογκρόμ της ΑΜ και του γραφείου Α2 συνεχίζονταν ενώ γύρω του συγκεντρώνονταν ένα επιτελείο υπηρετών και αυλοκολάκων αντάξιο της βυζαντινής καμαρίλας.
Γράφει ο στρατιώτης Νίκος Μάργαρης:
"Την άλλη μέρα ο καινούριος διοικητής διέταξε συγκέντρωση αξιωματικών μέσα στη λέσχη κατά την οποία αφού είπε τα συνήθη, εξέφρασε αμέσως τη γνώμη ότι θα έπρεπε οι ακρότητες να περιοριστούν και να αυξηθεί η μέριμνα για το τάγμα χωρίς όμως να δοθεί η εντύπωση ότι αυτό ξέφευγε του αρχικού του σκοπού.
Κατόπιν επακολούθησε συνεστίασις αξιωματικών και διοικήσεως και μετά από μερικά ποτηράκια ο Σγουρός ζήτησε να του φέρουν 2-3 κιθαρωδούς από το τάγμα και με τη συνοδεία αυτών ξεκίνησε να μουρμουρίζει τραγούδια. Το ποτό και το γλέντι κράτησαν μέχρι αργά οπότε ο Σγουρός μεταφέρθηκε σε αφασία στα διαμερίσματά του.
Κύρια απασχόλησις του Σγουρού ήταν η ανάπαυση, η καλοπέραση και το πιοτό. Έφερε την οικογένειά του στο τάγμα (γυναίκα, κόρη και γιο), δημιούργησε ομάδα σωματοφυλακής με επικεφαλής έναν ιδιώτη συγγενή του που τον έφερε απέξω και που πληρώνονταν σαν εργατικό προσωπικό. Η ομάδα απαρτίζονταν από άνδρες που διάλεξε ο ίδιος και ο συγγενής αυτός. Η ομάς αυτή κυκλοφορούσε όλη μέρα γύρω από το διοικητήριο και τη νύχτα έμενε σε ειδική σκηνή στο χώρο διοικήσεως.
Μια από τις αδυναμίες του Σγουρού ήταν, μετά τα ποτά, ο ραδιοφωνικός σταθμός. Διέταζε να βάζουν ορισμένους δίσκους της αρεσκείας του και πολλές φορές μιλούσε ακατάσχετα για ώρες από τα μεγάφωνα. Συχνά στη λέσχη αφού τα έτσουζε έπαιρνε το μαστίγιο, σηκώνονταν από τη θέση του και διέταζε τον αρμόδιο αξιωματικό του ραδιοφωνικού σταθμού να μεταδώσει ότι σε 5 λεπτά θα μιλήσει ο διοικητής του Γ Τάγματος. Πράγματι πήγαινε ο Σγουρός προς το σταθμό ή συνήθως του έφερναν το μικρόφωνο στο τραπέζι του μέσα στη Λέσχη και άρχιζε τα διαγγέλματα προς τους άνδρες, τους αξιωματικούς και ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Το θέαμα αυτό ήταν από τα πιο προσφιλή στην ψυχαγωγία των στρατιωτών του στρατοπέδου.
Επεισόδια ή γεγονότα σχετικά με το αναμορφωτικό έργο του Τάγματος δεν υπήρξαν φανερά κατά τη διοίκηση του Σγουρού. Αυτά γίνονταν πια μονάχα τη νύχτα... "
Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο ιλαρά και αθώα στην πραγματικότητα...
Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό άρθρο της εφημερίδας "Μάχη" για τον Σγουρό.
" Είναι αυτός που είχε σημειώσει εξαιρετική δράση στα γερμανοελληνικά τάγματα ασφαλείας. Είναι γνωστός από το μπλόκο της Κοκκινιάς κι από όλη την "εθνική δράση" του κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Μόλις πήγε στο Γ Τάγμα εκτός από τις άλλες μεθόδους εθνικής αναμόρφωσης που βρήκε από τους προκατόχους του και που τις υιοθέτησε όλες, έβαλε σε εφαρμογή και τη δική του. Το μαρτύριο του πασσάλου. Μέσα σε μια χαράδρα είχαν μπήξει έναν πάσσαλο που είχε ύψος ένα περίπου μέτρο. Εκεί έδεναν το θύμα με τα χέρια πίσω. Ο πάσσαλος έφτανε ως τη μέση του. Με άλλους μικρούς πασσάλους στερεώνανε τα πόδια. Έτσι δεν μπορούσε να κάνει καμιά κίνηση. Ούτε με τα πόδια και ούτε με τα χέρια. Μέρες και νύχτες έμενε ακίνητος, οι μύγες, τον τύφλωναν, η σκόνη τον γέμιζε, ο ήλιος τον έκαιγε, οι άνεμοι τον έδερναν, η ακινησία τον μούδιαζε και το μαρτύριο συνεχίζονταν.
'Αλλη μέθοδος ήταν το σταύρωμα. Αυτές τις δύο τις δοκίμασαν ο Τάσος Δήμου και ο Γ. Τσίκνας. "
Η αποχώρηση του Σκαλούμπακα έγινε ιγκόγκνιτο και χωρίς διθυράμβους. Οι φαντάροι ανάσαιναν ξανά αλλά με τρόμο αφού δεν γνώριζαν τίποτα για τον νέο διοικητή. "Έφυγε ο μα...ας ο Σκαλούμπακας " ψιθυρίζουν μεταξύ τους στολίζοντας τον απερχόμενο με όλα τα κοσμητικά επίθετα που γνώριζαν.
Άλλη άποψη τοποθετεί την αποχώρηση του Σκαλούμπακα στην συχνή αναφορά του από το ραδιόφωνο της Ελεύθερης Ελλάδας και τον διεθνή αποτροπιασμό που είχε προκαλέσει το όνομά του μετά τα γεγονότα της "εξέγερσης"-σφαγής του ΑΕΤΟ.
Ο διοικητής Γ. Σγουρός αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα καραβανά, παντελώς αδιάφορου για τις συνθήκες στο νησί, γεμάτου με τα κατώτερα κτηνώδη αισθήματα ενάντια στον άνθρωπο. Υπό την μνημειώδη αδιαφορία του τα βραδινά πογκρόμ της ΑΜ και του γραφείου Α2 συνεχίζονταν ενώ γύρω του συγκεντρώνονταν ένα επιτελείο υπηρετών και αυλοκολάκων αντάξιο της βυζαντινής καμαρίλας.
Γράφει ο στρατιώτης Νίκος Μάργαρης:
"Την άλλη μέρα ο καινούριος διοικητής διέταξε συγκέντρωση αξιωματικών μέσα στη λέσχη κατά την οποία αφού είπε τα συνήθη, εξέφρασε αμέσως τη γνώμη ότι θα έπρεπε οι ακρότητες να περιοριστούν και να αυξηθεί η μέριμνα για το τάγμα χωρίς όμως να δοθεί η εντύπωση ότι αυτό ξέφευγε του αρχικού του σκοπού.
Κατόπιν επακολούθησε συνεστίασις αξιωματικών και διοικήσεως και μετά από μερικά ποτηράκια ο Σγουρός ζήτησε να του φέρουν 2-3 κιθαρωδούς από το τάγμα και με τη συνοδεία αυτών ξεκίνησε να μουρμουρίζει τραγούδια. Το ποτό και το γλέντι κράτησαν μέχρι αργά οπότε ο Σγουρός μεταφέρθηκε σε αφασία στα διαμερίσματά του.
Κύρια απασχόλησις του Σγουρού ήταν η ανάπαυση, η καλοπέραση και το πιοτό. Έφερε την οικογένειά του στο τάγμα (γυναίκα, κόρη και γιο), δημιούργησε ομάδα σωματοφυλακής με επικεφαλής έναν ιδιώτη συγγενή του που τον έφερε απέξω και που πληρώνονταν σαν εργατικό προσωπικό. Η ομάδα απαρτίζονταν από άνδρες που διάλεξε ο ίδιος και ο συγγενής αυτός. Η ομάς αυτή κυκλοφορούσε όλη μέρα γύρω από το διοικητήριο και τη νύχτα έμενε σε ειδική σκηνή στο χώρο διοικήσεως.
Μια από τις αδυναμίες του Σγουρού ήταν, μετά τα ποτά, ο ραδιοφωνικός σταθμός. Διέταζε να βάζουν ορισμένους δίσκους της αρεσκείας του και πολλές φορές μιλούσε ακατάσχετα για ώρες από τα μεγάφωνα. Συχνά στη λέσχη αφού τα έτσουζε έπαιρνε το μαστίγιο, σηκώνονταν από τη θέση του και διέταζε τον αρμόδιο αξιωματικό του ραδιοφωνικού σταθμού να μεταδώσει ότι σε 5 λεπτά θα μιλήσει ο διοικητής του Γ Τάγματος. Πράγματι πήγαινε ο Σγουρός προς το σταθμό ή συνήθως του έφερναν το μικρόφωνο στο τραπέζι του μέσα στη Λέσχη και άρχιζε τα διαγγέλματα προς τους άνδρες, τους αξιωματικούς και ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Το θέαμα αυτό ήταν από τα πιο προσφιλή στην ψυχαγωγία των στρατιωτών του στρατοπέδου.
Επεισόδια ή γεγονότα σχετικά με το αναμορφωτικό έργο του Τάγματος δεν υπήρξαν φανερά κατά τη διοίκηση του Σγουρού. Αυτά γίνονταν πια μονάχα τη νύχτα... "
Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο ιλαρά και αθώα στην πραγματικότητα...
Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό άρθρο της εφημερίδας "Μάχη" για τον Σγουρό.
" Είναι αυτός που είχε σημειώσει εξαιρετική δράση στα γερμανοελληνικά τάγματα ασφαλείας. Είναι γνωστός από το μπλόκο της Κοκκινιάς κι από όλη την "εθνική δράση" του κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Μόλις πήγε στο Γ Τάγμα εκτός από τις άλλες μεθόδους εθνικής αναμόρφωσης που βρήκε από τους προκατόχους του και που τις υιοθέτησε όλες, έβαλε σε εφαρμογή και τη δική του. Το μαρτύριο του πασσάλου. Μέσα σε μια χαράδρα είχαν μπήξει έναν πάσσαλο που είχε ύψος ένα περίπου μέτρο. Εκεί έδεναν το θύμα με τα χέρια πίσω. Ο πάσσαλος έφτανε ως τη μέση του. Με άλλους μικρούς πασσάλους στερεώνανε τα πόδια. Έτσι δεν μπορούσε να κάνει καμιά κίνηση. Ούτε με τα πόδια και ούτε με τα χέρια. Μέρες και νύχτες έμενε ακίνητος, οι μύγες, τον τύφλωναν, η σκόνη τον γέμιζε, ο ήλιος τον έκαιγε, οι άνεμοι τον έδερναν, η ακινησία τον μούδιαζε και το μαρτύριο συνεχίζονταν.
'Αλλη μέθοδος ήταν το σταύρωμα. Αυτές τις δύο τις δοκίμασαν ο Τάσος Δήμου και ο Γ. Τσίκνας. "
Ο λοχαγός τότε Γεώργιος Σγουρός με τον διοικητή των Ταγμάτων Ασφαλείας Μπουραντά ενορχηστρωτή του μπλόκου της Κοκκινιάς |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου