Θάνατος το απομεσήμερο(*)
Προς το απόγευμα, γυρίζεις απ' τη δουλειά. Κουρασμένος, δεν αντέχεις άλλο. Θέλεις μόνο να φας κάτι και να ξαπλώσεις. Κι έτσι, από συνήθειο, ανοίγεις την τηλεόραση. Το μόνο μέσο κοινωνικοποίησης που σου έχει απομείνει. Η μόνη επαφή με τον έξω κόσμο. Ολη μέρα τρέχεις από εδώ, πας από εκεί κι αναρωτιέσαι τι είναι αυτό που σου έχει απομείνει. Ολη σου τη ζωή τρέχεις. Το ξέρεις. Και τι είναι αυτό που σου έχει απομείνει; Η τηλεόραση - ένα το κρατούμενο. Εντάξει, οικογένεια, παιδιά και τα σχετικά. Εντάξει. Ολα αυτά εντάξει. Αλλά τι είναι αυτό που σου έχει πραγματικά απομείνει; Σε πιάνουν αυτές οι σκέψεις εκείνες τις ώρες του απομεσήμερου, εκείνες τις μέρες που είχες δουλειά αλλά όχι τόση ώστε μετά να μην μπορείς να σκεφτείς τίποτα. Είναι κι αυτές οι σκέψεις μια κάποια λύση - που θα έλεγε κι ο ποιητής.
Αργότερα, ρωτάς τη γυναίκα, τι θα φάμε. Σου λέει «μακαρόνια» κι εσύ λες: «Πάω να ξεκουραστώ». Ξαπλώνεις, μα ύπνο δεν έχεις. Καλό θα ήταν να ξεκουραστείς λίγο, μα είναι δύσκολο. Η μυρωδιά απ' το φαγητό σού τρυπάει τη μύτη. Καλύτερα να μη φας τίποτα. Καλύτερα να σκεφτείς τι έχεις να κάνεις αύριο. Καλύτερα να μη σκεφτείς τίποτα. Καλύτερα να κλείσεις τα μάτια και να κοιτάξεις τα όνειρά σου. Πάνε κι αυτά. Κάποτε υπήρχαν, κάποτε ήταν το μόνο που είχες. Τώρα αναρωτιέσαι τι είναι αυτό που σου έχει απομείνει. Καλύτερα να σηκωθείς, να φας κάτι. Ισως αν γεμίσεις το στομάχι σου, τότε τα πράγματα να είναι καλύτερα. Αλλά και πάλι, μετά, θα ξαναπεινάσεις.
Μετά λες πως καλύτερα θα ήταν να έπιανες τη ζωή απ' τα κέρατα. Οπως ο ταυρομάχος πιάνει τον ταύρο απ' τα κέρατα. Να γίνεις ο «ματαδόρ» της ζωής. Ναι, αυτό θα ήταν η λύση. Χτες, όμως, τι ήταν αυτό που σκεφτόσουν; Α, ναι, το ίδιο πράγμα, την ίδια λύση. Ομως, βλέπεις, η καθημερινότητα σε σκοτώνει. Η καθημερινότητα έχει γίνει βάσανο, έχει γίνει ταλαιπώρια, έχει γίνει αμάρτημα. Δεν ήσουν πάντα έτσι. Κάποτε διάβαζες τον Βάρναλη και μιλούσες υποτιμητικά για τους γύρω σου. Τώρα, διαβάζεις τους υπότιτλους στις ειδήσεις. Και αναρωτιέσαι τι είναι αυτό που σου έχει απομείνει. Είχες όνειρα κάποτε - αλλά, ήταν δικά σου; Μήπως αυτή είναι η ζωή σου; Δε μπορεί, κάποιο λάθος θα έχει γίνει.
Ε, το λοιπόν, τώρα, λοιπόν, κάθεσαι και κοιτάς τις ειδήσεις στην τηλεόραση κι όλα περνούν από μπροστά σου σε εικόνες. Κάθεσαι. Αυτό είναι. Κάθεσαι στη δουλειά, κάθεσαι στο αφεντικό, κάθεσαι στο σπίτι και τρέχεις μόνο κατ' εντολή. Αλλά, τώρα, είναι αργά. Κλείστηκες στο σπιρτόκουτο της οδού Ν. υπ' αριθμ. 63, στον 5ο όροφο (καλός όροφος, βλέπεις και λίγο ουρανό) κι αναρωτιέσαι τι είναι αυτό που πραγματικά σου έχει απομείνει απ' τη ζωή. Κι είναι κάθε απομεσήμερο που σκέφτεσαι τα ίδια. Σκέφτεσαι πώς θα ήταν μια άλλη ζωή, μια ζωή που θα είχες δράση. Μια ζωή που ήταν ο ταύρος σου κι εσύ ο «ματαδόρ» της. Κι είναι κάθε απομεσήμερο που δεν μπορείς πια να κοιμηθείς, ούτε να φας, ούτε να μιλήσεις. Κι είναι κάθε απομεσήμερο που βουλιάζεις πιο βαθιά στον καναπέ της απραξίας.
Κι είναι κάθε απομεσήμερο που χάνεις και λίγο απ' τη ζωή σου...
(*) Τίτλος από το αφήγημα του Ερνεστ Χέμινγουεϊ
Κώστας ΤΡΑΚΟΣΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου