Εξάρτηση ή αλληλεξάρτηση; Ο ελληνικός καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του
Προς «Λιόσηδες», «εργατικούς αγώνες» και λοιπούς οπορτουνιστές
αμπελοφιλοσοφούντες που «μακελεύουν» ιδεολογικά το μαρξισμό-λενινισμό.
Ρήξη με τις αρχές του λενινισμού θεωρούν ορισμένοι την εκτίμηση του ΚΚΕ πως «ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του». Αναζητούν
δε έστω και ένα παράδειγμα αλληλεξάρτησης μεταξύ αμερικανικού
ιμπεριαλισμού και Ελλάδας. Μα αν δεν υπάρχει ανισότιμη βεβαίως
αλληλεξάρτηση τότε προς τι, για παράδειγμα, η παρέμβαση των ΗΠΑ για τη
ΔΕΠΑ και την ΑΟΖ; Δεν ενδιαφέρονται τα μονοπώλιά τους στον ενεργειακό
τομέα για τους υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα έναντι των ανταγωνιστών τους;
Αν τα εκμεταλλευτούν δε θα δυναμώσουν; Δεν έχουν λοιπόν ανάγκη την
Ελλάδα; Δεν την έχουν ανάγκη και λόγω γεωστρατηγικής σημασίας της θέσης
της στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή; Δεν έχουν ανάγκη την ύπαρξη της
βάσης στη Σούδα; Η ελληνική αστική τάξη δεν έχει ανάγκη τις ΗΠΑ, το
ΝΑΤΟ, την ΕΕ, για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου της, όπως στο παράδειγμα
των υδρογονανθράκων, αλλά και μέσω συμμετοχής της με τη θέλησή της
στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, που μόνη της βεβαίως δεν μπορεί να τους
διεξάγει;
Ο Λένιν στον «Ιμπεριαλισμό» κάνει ανάλυση της δράσης του χρηματιστικού κεφαλαίου στην υπόθεση «κράτος πιστωτής και κράτος οφειλέτης», αλλά μόνο ως ένα από τα χαρακτηριστικά της δράσης του χρηματιστικού κεφαλαίου στο στάδιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού και όχι ως το κυριότερο. Η ερμηνεία που δίνουν στον ιμπεριαλισμό διαστρεβλώνει τον Λένιν ως προς τα 5 κριτήρια και αντιπαρέρχεται το κύριο που ανέδειξε στη μελέτη για τον ιμπεριαλισμό, την κυριαρχία των μονοπωλίων στην καπιταλιστική οικονομία. Στο έργο του «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», που έγραψε το 1916, στον πρόλογο αναφέρει τα εξής: «Θα ήθελα να ελπίζω ότι η μπροσούρα μου αυτή θα βοηθήσει να γίνει κατανοητό το βασικό οικονομικό πρόβλημα... και συγκεκριμένα: το πρόβλημα της οικονομικής ουσίας του ιμπεριαλισμού» («Άπαντα», τ. 27, σελ. 308).
Ως
προς το ερώτημα «το ελληνικό χρηματιστικό κεφάλαιο τι εξαγωγές
κεφαλαίου έκανε υπό τη μορφή πίστωσης (δανείων) που θεωρείται από τον
Λένιν η βασικότερη και χαρακτηριστικότερη μορφή εξαγωγής κεφαλαίου υπό
συνθήκες ιμπεριαλισμού» όπως λέει, αποσπά ένα από τα φαινόμενα της
δράσης του κεφαλαίου, την πίστωση. Διαστρεβλώνει την ουσία του
χρηματιστικού κεφαλαίου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι πρόκειται για
τραπεζικό κεφάλαιο και όχι για σύμφυση βιομηχανικού με τραπεζικό, που
μπορεί να γίνεται σε ένα μονοπωλιακό όμιλο (π.χ. στην Ελλάδα όμιλος
Λάτση), ή μέσω μακροχρόνιων δανεισμών επιχειρηματικών ομίλων από
τράπεζες, για να ξεχωρίσουν ως κυρίαρχο ζήτημα την εξαγωγή τραπεζικού
κεφαλαίου και όχι χρηματιστικού, ξεχωρίζοντας ως κύριο το «κράτος -
τοκογλύφο», που για τον Λένιν ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά της δράσης
των μονοπωλίων. Επομένως η άποψη που εκφράζουν ότι στο ιμπεριαλιστικό
στάδιο του καπιταλισμού γίνεται εξαγωγή κεφαλαίου αποκλειστικά με τη
μορφή πίστωσης είναι βαθιά λαθεμένη. Συνολικά μέσω του εκλεκτικισμού και
της αντιλενινιστικής μεθοδολογίας, διαστρεβλώνοντας τον Λένιν,
επιχειρούν να αποδείξουν ότι το ΚΚΕ ξέκοψε από το λενινισμό.
Έχουν κάνει εξαγωγή κεφαλαίων ελληνικές
τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς) στήνοντας καταστήματα στα βαλκανικά κράτη,
Αλβανία, ΦΥΡΟΜ, Βουλγαρία, και σε κράτη της παρευξείνιας περιοχής; Δεν
δανείζουν αυτές οι ελληνικές τράπεζες τις επιχειρήσεις στα συγκεκριμένα
κράτη; Δρουν ή όχι ενεργειακοί όμιλοι της Ελλάδας στα Βαλκάνια (π.χ.
όμιλος Βαρδινογιάννη στη Ρουμανία); Δρουν ή όχι μονοπωλιακοί όμιλοι
τροφίμων σε άλλες χώρες, μέχρι και στις ΗΠΑ (π.χ. ΦΑΓΕ, που πρόσφατα
μάλιστα έκανε νέες επενδύσεις); Είναι ή όχι μονοπώλιο ο όμιλος «Δαυίδ»
με την 3Ε, την «Κόκα-Κόλα», τη «Φριγκογκλάς» κλπ. με δράση σε πολλές
χώρες του κόσμου; Διαχειρίστηκαν οι ελληνικές τράπεζες κρατικά ομόλογα
άλλων κρατών ή όχι (π.χ. Εθνική και ομόλογα Ιρλανδίας, Γαλλίας, Ιταλίας
κλπ.); Υπάρχει ή δεν υπάρχει μονοπωλιακός όμιλος που αναπτύσσει τη
διαχείριση απορριμμάτων και έχει αναλάβει τη διαχείρισή τους στο
Λένινγκραντ; Είναι, για παράδειγμα, μονοπώλιο η MIG που ως όμιλος
συγκεντρώνει τράπεζες, ναυτιλία, αερομεταφορές, επιχειρήσεις τροφίμων
κλπ. ή δεν είναι; Μήπως όλοι οι παραπάνω όμιλοι, που αναφέρονται
ενδεικτικά, δεν είναι μονοπώλια αλλά μικρομεσαίες επιχειρήσεις; Είναι ή
όχι μονοπώλια οι εισηγμένες ελληνικές επιχειρήσεις στο Χρηματιστήριο της
Νέας Υόρκης; Γίνεται αναδιανομή αγορών στα Βαλκάνια υπέρ των ελληνικών
μονοπωλιακών ομίλων ή όχι; (π.χ. στη ΦΥΡΟΜ η Ελλάδα είναι πρώτη σε
επενδύσεις και δεύτερη σε Βουλγαρία, Αλβανία)...
Τελικά, τι
θέλουν να πουν; Ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν μονοπώλια, ότι η
καπιταλιστική Ελλάδα δεν βρίσκεται στο μονοπωλιακό στάδιο; Αλλά τότε πού
βρίσκεται, στον προμονοπωλιακό καπιταλισμό ή μήπως βρίσκεται ανάμεσα
στον προμονοπωλιακό και το μονοπωλιακό; Διαστρεβλώνοντας τον Λένιν και
τις Θέσεις της ΚΕ, επιτίθενται στη στρατηγική του ΚΚΕ. Ουσιαστικά θέλουν
άλλη στρατηγική, των «μεταβατικών σταδίων και κυβερνήσεων», που στέλνει
το σοσιαλισμό στις ελληνικές καλένδες.
Για την ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη και το ιμπεριαλιστικό στάδιο του ελληνικού καπιταλισμού.
Ο
ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής
του, σε ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ισχυρές
εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Η
προσαρμογή της ελληνικής αγοράς στη δυτικοευρωπαϊκή ξεκίνησε με την
ένταξή της στην ΕΟΚ στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Στη συνέχεια, με
την ένταξή της στην ΕΕ το 1991 και ειδικότερα στην Ευρωζώνη το 2001. Με
τη συμμετοχή της στις αναδιαρθρώσεις του ΝΑΤΟ και άλλων ιμπεριαλιστικών
διακρατικών συμμαχιών, το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος εντάχθηκε πιο
οργανικά στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Αρχικά
ο ελληνικός καπιταλισμός επωφελήθηκε από την αντεπαναστατική ανατροπή
στις γειτονικές βαλκανικές χώρες και από την ένταξη στην ΕΕ, πέτυχε
σημαντική εξαγωγή κεφαλαίων σε άμεσες επενδύσεις που συνεισέφεραν στην
κερδοφορία και συσσώρευση ελληνικών επιχειρήσεων και ομίλων.
Οι
εξαγωγές κεφαλαίων επεκτάθηκαν και σε Τουρκία, Αίγυπτο, Ουκρανία, Κίνα
αλλά και Βρετανία, ΗΠΑ και σε άλλες χώρες. Συμμετείχε ενεργά σε όλες τις
ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους, όπως ενάντια στη
Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν κ.α.
Τη
δεκαετία που προηγήθηκε από την τελευταία εκδήλωση της κρίσης, η
ελληνική οικονομία διατήρησε σημαντικά υψηλότερο ετήσιο ρυθμό αύξησης
του ΑΕΠ από τον αντίστοιχο της ΕΕ και της Ευρωζώνης, χωρίς να αλλάξει
ουσιαστικά η θέση της σε αυτήν. Ομως αναβάθμισε τη θέση της στα Βαλκάνια.
Μετά
την εκδήλωση της κρίσης επιδεινώθηκε η θέση του ελληνικού καπιταλισμού
στο πλαίσιο της Ευρωζώνης και της ΕΕ και γενικότερα της διεθνούς
ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, γεγονός που δεν αναιρεί ότι η ένταξη της
Ελλάδας στην ΕΟΚ - ΕΕ εξυπηρέτησε τα πιο δυναμικά τμήματα του εγχώριου
μονοπωλιακού κεφαλαίου και συνέβαλε στη θωράκιση της πολιτικής του
εξουσίας.
Η
συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ - επομένως και οι δεσμοί - οι
οικονομικοπολιτικές και πολιτικοστρατιωτικές εξαρτήσεις από την ΕΕ και
τις ΗΠΑ περιορίζουν τη διαπραγματευτική δύναμη και τα περιθώρια ελιγμών
της αστικής τάξης της Ελλάδας, όπου όλες οι συμμαχικές σχέσεις του
κεφαλαίου διέπονται από τον ανταγωνισμό, την ανισομετρία και συνεπώς την
πλεονεκτική θέση του ισχυρότερου, διαμορφώνονται ως σχέσεις ανισότιμης
αλληλεξάρτησης». (Θέση 72, από τις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 19ο Συνέδριο).
Γιατί οι Θέσεις
μιλούν για «ανισότιμη αλληλεξάρτηση»; Γιατί, στην εποχή του
μονοπωλιακού καπιταλισμού, ισχύει ο νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης των
καπιταλιστικών οικονομιών. Που αλληλοδιαπλέκονται στην παγκόσμια
καπιταλιστική αγορά. Ολα τα κράτη είναι ενταγμένα στο ιμπεριαλιστικό
σύστημα, αλλά με ανισότιμες σχέσεις μεταξύ τους.
Τις σχέσεις
εξάρτησης πρέπει να τις βλέπουμε μέσα από τις σχέσεις αλληλεξάρτησης
καπιταλιστικών κρατών με όρους ανισομετρίας, άρα και ανισοτιμίας, ενώ
αλληλεξάρτηση υπάρχει και μεταξύ ισχυρών καπιταλιστικών κρατών. Το
ισχυρό καπιταλιστικό κράτος, δηλαδή η ισχυρή καπιταλιστική οικονομία,
έχει ανάγκη το κράτος με ενδιάμεση θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Διαφορετικά πώς μπορεί να ερμηνευτεί η επιδίωξη των ΗΠΑ να παρεμβαίνουν
ανοιχτά στην Ευρωζώνη ενάντια στη Γερμανία για τη διάσωση από την
οικονομική κρίση της Ελλάδας; Μπορεί να πει κάποιος ότι τη χρειάζονται
την Ελλάδα λόγω γεωστρατηγικής θέσης, με δεδομένη την ύπαρξη
υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Ελλάδα και τη διαπάλη
μεταξύ ισχυρών καπιταλιστικών κρατών για τη μοιρασιά. Τη χρειάζονται και
λόγω της θέσης της σε μια περιοχή που ξεσπούν ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι
και το έδαφός της και λόγω της βάσης στη Σούδα συμβάλλει σ' αυτό. Το
έχουν επιβάλλει στην αστική τάξη της Ελλάδας ή είναι επιλογή της; Μα
έχει στρατηγική επιλογή τόσο την ένταξη και συμμετοχή στο ΝΑΤΟ όσο και
στην ΕΕ. Απ' αυτό, θα ωφεληθούν τμήματα του κεφαλαίου όπως οι
εφοπλιστές, οι κατασκευαστικές εταιρείες που πιθανά να συμμετάσχουν στην
κατασκευή αγωγών, οι καπιταλιστές στην Ενέργεια. Αρα η αστική τάξη
συμμετέχει ενεργά γιατί ενισχύεται, ακόμη και αν ένα τμήμα της χάνει.
Από τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και το διαμελισμό της, από τις
εξελίξεις στα Βαλκάνια, η αστική τάξη ωφελήθηκε. Εκανε επενδύσεις στην
περιοχή. Που χωρίς τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ ίσως δε θα
μπορούσε να ενισχυθεί τόσο όσο ενισχύθηκε με τις εξαγωγές κεφαλαίων
(επενδύσεις) και εμπορευμάτων, ίσως και καθόλου.
Αυτή ακριβώς η
πραγματικότητα, η οποία συντελείται σε συνθήκες ανισόμετρης ανάπτυξης
και ανταγωνισμού, καθορίζει αντικειμενικά και τις διεθνείς σχέσεις
ανάμεσα στα κράτη. Αλλά το κυρίαρχο στοιχείο, η βάση, είναι οι
καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
Ας δούμε το
ζήτημα εξάρτηση - αλληλεξάρτηση μέσα από το παράδειγμα των σχέσεων ΗΠΑ -
Κίνας. Οι ΗΠΑ έχουν το μεγαλύτερο εξωτερικό χρέος, αν και είναι η πιο
ισχυρή καπιταλιστική οικονομία διεθνώς, κράτος - ηγέτης στην
ιμπεριαλιστική πυραμίδα, αν και έχει χάσει έδαφος λόγω και της κρίσης.
Επίσης, η οικονομία των ΗΠΑ στις σχέσεις της με την Κίνα, εξαρτιέται απ'
αυτήν ως προς το γεγονός ότι η Κίνα έχει αγοράσει τεράστιο σε αξίες
ποσό ομολόγων των ΗΠΑ. Οικονομικοί αναλυτές έχουν μιλήσει για
«μπουρλότο» στην αμερικανική οικονομία, στο βαθμό που η Κίνα ζητήσει
άμεση ρευστοποίηση των ομολόγων. Εδώ τώρα ποιο κράτος εξαρτιέται από
ποιο;
Αρα σε συνθήκες
ολοένα εντεινόμενης και πιο βαθιάς καπιταλιστικής διεθνοποίησης αυτές
οι σχέσεις κρατών είναι σχέσεις αλληλεξάρτησης. Επομένως, δεν μπορούμε
να διαχωρίζουμε τις σχέσεις εξάρτησης από τις σχέσεις αλληλεξάρτησης
στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Αυτό που πρέπει να είναι καθαρό είναι ότι
οι σχέσεις εξάρτησης οφείλονται στην ανισόμετρη ανάπτυξη, επομένως
έχουμε ανισότιμη αλληλεξάρτηση. Αλλά, ενισχύεται και η αστική τάξη των
κρατών όπως η Ελλάδα, που συμμετέχουν από ενδιάμεση θέση στο διεθνές
ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Επομένως, η
μελέτη, η ερμηνεία της πολιτικής, που εφαρμόζουν οι αστικές κυβερνήσεις
της Ελλάδας, πρέπει να παίρνει υπόψη όλα τα παραπάνω στη διαλεχτική
μεταξύ τους σχέση. Και με βάση αυτά να συνειδητοποιούνται οι επιλογές
στις συμμαχίες της άρχουσας τάξης, στην ενσωμάτωση σε διεθνείς και
περιφερειακούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και ενώσεις (π.χ., Ευρωπαϊκή
Ενωση). Η πολιτική που εφαρμόζεται από τις αστικές κυβερνήσεις στην
Ελλάδα, και η εσωτερική και η εξωτερική, αντανακλά και την ενδιάμεση
θέση του ελληνικού καπιταλισμού και οι όποιες επιλογές εμφανίζονται ως
«αναγκαστική εφαρμογή», με την έννοια ότι οι αστικές κυβερνήσεις δεν
αντιτάσσονται σ' αυτές, παρά τη φαινομενικά αρνητική επίδραση στη χώρα.
Είναι συνειδητές επιλογές που προκύπτουν από τη θέση της Ελλάδας στο
ιμπεριαλιστικό σύστημα και ωφελούν τα συμφέροντα των αστών και στην
Ελλάδα. Απ' αυτή τη σκοπιά, πρέπει να αντιμετωπίζονται και τα περί
«κατοχής» από τη Γερμανία που προβάλλουν οι λεγόμενες αντιμνημονιακές
δυνάμεις και ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, και προπαγάνδα περί επιβολής των
μνημονίων από τη Μέρκελ. Γιατί ακόμη και ισχυρά καπιταλιστικά κράτη που
εμφανίζονται με διαφορετική πολιτική διαχείρισης στη διαπάλη εντός της
ΕΕ και της Ευρωζώνης, όπως η Γαλλία, δεν έχουν κατοχή.
Ιστορικά αν
δούμε το θέμα, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και μετά στην ΕΕ και την
ΟΝΕ ήταν επιλογή που εξυπηρετούσε τα γενικά συμφέροντα της αστικής
τάξης, παρά το γεγονός ότι ορισμένα τμήματά της χτυπήθηκαν από την
ενιαία εσωτερική αγορά, ή από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Ακόμη και με το
Σχέδιο Μάρσαλ, οι ΗΠΑ επεδίωκαν τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη του
καπιταλισμού στην Ελλάδα, και αυτό επιτηρούσαν. Δεν εξανάγκαζαν την
αστική τάξη να υποταχθεί σ' αυτές, αλλά να σταθεί στα πόδια της.
Στην ανισοτιμία
της αλληλεξάρτησης οφείλεται και το χτύπημα, για παράδειγμα, του κλάδου
της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας, για την οποία Γερμανία και
Ολλανδία απαιτούσαν τη μη ανάπτυξή της σε άλλα κράτη, όπως η Ελλάδα,
επειδή ήθελαν να έχουν σχεδόν την αποκλειστικότητα στον κλάδο. Επίσης,
οι διεθνείς συμφωνίες σε όφελος των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών για
εισαγωγές φτηνών εμπορευμάτων των κλάδων κλωστοϋφαντουργίας, ιματισμού,
δέρματος και άλλων παραδοσιακών για την Ελλάδα, οδήγησαν στη συρρίκνωση
αυτών των κλάδων στη χώρα μας. Σε συνδυασμό βεβαίως με το ότι είναι
κλάδοι με χαμηλότερο ποσοστό κέρδους σε σχέση με άλλους, τους λεγόμενους
κλάδους έντασης κεφαλαίου. Που σημαίνει ότι το κεφάλαιο επενδύει και
αναπτύσσει κλάδους όχι με βάση κυρίως τις πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες
αλλά το γρήγορο και μεγάλο κέρδος.
Η αστική τάξη
στην Ελλάδα, βεβαίως, συνολικά δεν έχασε απ' αυτήν την εξέλιξη, αφού
αναπτύχθηκαν άλλοι τομείς, π.χ., τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, πληροφορική,
κατασκευαστικές εταιρείες, κ.λπ., και μάλιστα στη διαπλοκή τους με το
διεθνικό κεφάλαιο κάνουν εξαγωγές κεφαλαίου στην ευρύτερη περιοχή
(Βαλκάνια, Παρευξείνια, κ.λπ.).
Βεβαίως, σ'
αυτά τα πλαίσια, οι αστοί εκχωρούν κυριαρχικά δικαιώματα, λόγω
ανισότιμων σχέσεων, αλλά το κάνουν γιατί ενισχύονται. Αυτή η εκχώρηση δε
συγκρούεται με τα γενικά τους συμφέροντα.
Η εργατική
τάξη, τα λαϊκά στρώματα χρειάζεται να κατανοήσουν βαθύτερα, στον πυρήνα
του, το πρόβλημα: Της συμπεριφοράς της αστικής τάξης, των κυβερνήσεων
των ηγετικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων έναντι των κυβερνήσεων των
λιγότερο αναπτυγμένων. Να το κατανοήσουν ταξικά και όχι με επιφανειακά
κριτήρια συμπεριφοράς, π.χ., με το διαχωρισμό αφέντες και υπηρέτες,
ισχυροί και δουλοπρεπείς, υποτελείς, όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε βεβαίως να
χειραγωγούνται στη λογική ότι είναι δυνατόν σ' αυτές τις συνθήκες να
υπάρξουν ισότιμες σχέσεις κρατών όταν κυριαρχεί ο νόμος της ανισόμετρης
καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Το
προπαγανδιστικό επιχείρημα ότι εφαρμόζεται μια συγκεκριμένη πολιτική
στην Ελλάδα, επειδή αυτό επιβάλλεται από τη Μέρκελ είναι σκόπιμα
αποπροσανατολιστικό. Εντάσσεται στους ανταγωνισμούς του κεφαλαίου εντός
της ΕΕ και της Ευρωζώνης, αλλά και μέσα στην Ελλάδα, σε σχέση με τις
διεθνείς συμμαχίες διαφορετικών τμημάτων του κεφαλαίου. Η αντιλαϊκή
πολιτική δεν έρχεται ως αποτέλεσμα επιβολής, αλλά ως αποτέλεσμα των
αναγκών του κεφαλαίου και στην Ελλάδα, που βεβαίως σήμερα βρίσκει ένα
τμήμα του αντίθετο, αλλά λόγω διαπλοκής του με το κεφάλαιο άλλων ισχυρών
κρατών ή επειδή υπολογίζει ότι τα ιδιαίτερα συμφέροντά του υπηρετούνται
με άλλες διεθνείς επιλογές συμμάχων, π.χ. ΗΠΑ, Ρωσία, BRICS κ.λπ.
Αν,
λοιπόν, αναφέρουμε το ζήτημα της εξάρτησης ως ζήτημα ανισότιμης
αλληλεξάρτησης καπιταλιστικών κρατών και της διαλεχτικής του σχέσης με
την οικονομική βάση του καπιταλισμού, είναι γιατί η εστίαση των αιτιών
των λαϊκών προβλημάτων στην «εξάρτηση», ή η πιθανότητα άμβλυνσής τους
χωρίς «εξάρτηση», δηλαδή έξω από ΕΕ και ΝΑΤΟ, (η ανισοτιμία βεβαίως στις
σχέσεις συνεχίζει να υπάρχει, αυτό που την καθορίζει είναι η δύναμη των
καπιταλιστικών οικονομιών), καλλιεργεί αυταπάτες. Δεν πρόκειται να
υπάρξει τέτοια προοπτική. Οι αιτίες τους, βρίσκονται στις καπιταλιστικές
σχέσεις παραγωγής. Αρα η απόσπαση του ζητήματος της «εξάρτησης από την
πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, δε συμβάλλει στην ωρίμανση της
πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της ως προς
την κατεύθυνση της πάλης τους, που πρέπει να είναι η ανατροπή του
καπιταλισμού και η κατάχτηση της εξουσίας για την οικοδόμηση του
σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Να γιατί λέμε ότι «η Λαϊκή Συμμαχία έχει
σαφή αντιμονοπωλιακό αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό - αφού ο σύγχρονος
καπιταλισμός είναι μονοπωλιακός - προωθεί τη ρήξη με τις
ιμπεριαλιστικές ενώσεις» (Θέση 62), που αυτό συνεπάγεται τη λύση της
ανισόμετρης σχέσης εξάρτησης και ανισότιμης αλληλεξάρτησης.
(Ριζοσπάστης, 22 Δεκ. 2012).
Σχέσεις εξάρτησης ή σχέσεις αλληλεξάρτησης;
Άρθρο του Στέφανου Λουκά, Ριζοσπάστης 25 Γενάρη 2009.
Η
υπόθεση φυσικού αερίου και οι αντιπαραθέσεις Ρωσίας - Ουκρανίας σχετικά
με τη ροή του προς την ΕΕ και ιδιαίτερα τη Γερμανία, έφεραν στην
επιφάνεια, ανάμεσα σε πολλά άλλα, και ένα πρόβλημα που αντανακλά σχέσεις
ανάμεσα σε ισχυρά καπιταλιστικά κράτη στο ενεργειακό ζήτημα και τη
μεταφορά ενέργειας από κράτος παραγωγό σε κράτος καταναλωτή. Δεν
προκύπτει για πρώτη φορά αλλά επανεμφανίζεται και θα ξαναεμφανιστεί.
Αυτές οι σχέσεις διέπονται από την πραγματοποίηση των συμφερόντων των
μονοπωλίων των δύο κρατών, των οικονομιών τους. Και σ' αυτές τις σχέσεις
συνεργασίας συνυπάρχουν ταυτόχρονα και οι ανταγωνιστικές σχέσεις. Με
λίγα λόγια, εδώ εμφανίζεται ένα πρόβλημα ενεργειακής εξάρτησης της
Γερμανίας από τη Ρωσία. Σε έναν τομέα οικονομίας που έχει στρατηγική
σημασία.
Δεν είναι
βεβαίως το μοναδικό παράδειγμα τέτοιων σχέσεων ανάμεσα σε καπιταλιστικές
οικονομίες. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ έχουν το μεγαλύτερο εξωτερικό χρέος,
αν και είναι η πιο ισχυρή καπιταλιστική οικονομία διεθνώς, κράτος
ηγέτης στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Επίσης, η οικονομία των ΗΠΑ στις
σχέσεις της με την Κίνα, εξαρτιέται απ' αυτήν ως προς το γεγονός ότι η
Κίνα έχει αγοράσει τεράστιο σε αξίες ποσό ομολόγων των ΗΠΑ. Οικονομικοί
αναλυτές κάνουν λόγο για «μπουρλότο» στην αμερικανική οικονομία, στο
βαθμό που η Κίνα ζητήσει άμεση ρευστοποίηση των ομολόγων.
Αυτά
είναι μερικά παραδείγματα των σχέσεων ανάμεσα στις καπιταλιστικές
οικονομίες που μαζί με το βάθεμα της αλληλοδιαπλοκής τους αναδεικνύουν
πως ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες δένονται με άλλες με σχέσεις
εξάρτησης. Είναι σωστό αυτό; Το πιο σωστό είναι ότι σε συνθήκες ολοένα
εντεινόμενης και πιο βαθιάς καπιταλιστικής διεθνοποίησης αυτές οι
σχέσεις κρατών είναι σχέσεις αλληλεξάρτησης. Που αντανακλούν και στο
πεδίο της πολιτικής αντικειμενικά. Και αυτό είναι φαινόμενο από την
εποχή της εδραίωσης του καπιταλισμού ως κοινωνικοοικονομικού συστήματος.
Δεν είναι καινούριο.
Από την εποχή του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος
Το κεφάλαιο δε
γνωρίζει σύνορα στη δράση του. Ο νόμος του κέρδους, απόλυτος νόμος του
καπιταλισμού, καθοδηγεί αντικειμενικά τη δράση του. Η ολοένα και σε
μεγαλύτερη κλίμακα διευρυμένη αναπαραγωγή του δεν μπορεί να
επιτυγχάνεται χωρίς την έξοδό του από τα εθνικά σύνορα, είτε με τη μορφή
εξαγωγής κεφαλαίων είτε με τη μορφή εξαγωγής εμπορευμάτων, όταν τα όρια
της εθνικής αγοράς γίνονται στενά, ασφυκτικά για την αναπαραγωγή του,
για την αποκόμιση του μέγιστου κέρδους. Γι' αυτό και η παγκόσμια αγορά
αποτελεί ένα από τα γνωρίσματα του καπιταλισμού ως κοινωνικοοικονομικού
συστήματος.
Στα 1847 οι Μαρξ - Ενγκελς γράφουν σχετικά μ' αυτό στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» (Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς «Διαλεχτά Εργα» τ. 1ος σελ. 21 - 22):«Η
μεγάλη βιομηχανία δημιούργησε την παγκόσμια αγορά που την είχε
προετοιμάσει η ανακάλυψη της Αμερικής. Η παγκόσμια αγορά έφερε τεράστια
ανάπτυξη στο εμπόριο, στη ναυτιλία και τη συγκοινωνία της στεριάς.
Σπρωγμένη από την ανάγκη η αστική τάξη να βρίσκει μια κατανάλωση των
προϊόντων της ολοένα πλατύτερη, απλώνεται επάνω σε όλη την υφήλιο. Της
χρειάζεται για να χωθεί παντού, να εγκατασταθεί παντού, να κατασκευάσει
παντού συγκοινωνίες. Με τον τρόπο που εκμεταλλεύεται η αστική τάξη την
παγκόσμια αγορά έδωσε στην παραγωγή και στην κατανάλωση όλων των χωρών
ένα χαρακτήρα κοσμοπολίτικο. Στη θέση της παλιάς εθνικής αυτάρκειας και
αυτοτέλειας έρχεται μια ολόπλευρη επικοινωνία, μια ολόπλευρη
αλληλεξάρτηση των εθνών»...
Και συνεχίζουν:
«Με
την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς, η αστική τάξη διαμορφώνει
κοσμοπολιτικά την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς
μεγάλη λύπη των αντιδραστικών αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα
πόδια της βιομηχανίας. Εκμηδενίστηκαν κι εξακολουθούν καθημερινά να
εκμηδενίζονται οι παμπάλαιες εθνικές βιομηχανίες. Εκτοπίζονται από νέες
βιομηχανίες που η εισαγωγή τους γίνεται ζωτικό ζήτημα για όλα τα
πολιτισμένα έθνη, από βιομηχανίες που δεν επεξεργάζονται πια ντόπιες
πρώτες ύλες που βρίσκονται στις πιο απομακρυσμένες ζώνες και που τα
προϊόντα τους δεν καταναλώνονται μονάχα στην ίδια τη χώρα, αλλά
ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη του κόσμου. Στη θέση των παλιών αναγκών, που
ικανοποιούνταν από τα εθνικά προϊόντα, μπαίνουν καινούριες ανάγκες, που
για να ικανοποιηθούν απαιτούν προϊόντα των πιο απομακρυσμένων χωρών και
κλιμάτων. Στη θέση της παλιάς τοπικής και εθνικής αυτάρκειας και
αποκλειστικότητας, μπαίνει μια ολόπλευρη συναλλαγή, μια ολόπλευρη
αλληλεξάρτηση των εθνών. Κι αυτό που γίνεται στην υλική παραγωγή γίνεται
και στην πνευματική παραγωγή. Τα πνευματικά προϊόντα των ξεχωριστών
εθνών γίνονται κοινό χτήμα. Η εθνική μονομέρεια και ο εθνικός
περιορισμός γίνονται όλο και πιο αδύνατα και από τις πολλές εθνικές και
τοπικές φιλολογίες διαμορφώνεται μια παγκόσμια φιλολογία» (στο ίδιο, σελ. 24).
Στην εποχή του
ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού, δηλαδή του ιμπεριαλισμού, η
αλληλεξάρτηση των καπιταλιστικών οικονομιών των καπιταλιστικών κρατών
βαθαίνει, γίνεται ολοένα και πιο στενή, και αυτό έχει σχέση με τη
δημιουργία του μονοπωλίου. Το μονοπώλιο έχει την τάση για κυριαρχία,
επομένως αυτό βάζει τη σφραγίδα του και στους ρυθμούς επέκτασης και
ανάπτυξης της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς.
Ετσι, το
φαινόμενο της αλληλοδιαπλοκής και αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών
οικονομιών, δηλαδή η καπιταλιστική διεθνοποίηση, εντείνεται με το
πέρασμα από τον προμονοπωλιακό καπιταλισμό στον μονοπωλιακό και οι
μορφές εκδήλωσής της ακολουθούν την πορεία εξέλιξης του καπιταλισμού.
Η τάση να
διαμορφώνουν σχέσεις μεταξύ τους τα κράτη είναι τάση που διέπει όλη την
ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης. Οι όροι με τους οποίους διαμορφώνονται
οι σχέσεις μεταξύ των κρατών είναι όροι του εκάστοτε κυρίαρχου
κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Στον καπιταλισμό, είναι σχέσεις
ανταγωνιστικές.
Ο καπιταλισμός
από τη «βιομηχανική επανάσταση» επιδιώκει να εξάγει τις καπιταλιστικές
σχέσεις από ένα κράτος σε άλλα, όπου ακόμη δεν έχουν αναπτυχθεί
καπιταλιστικές σχέσεις. Παράδειγμα, οι αποικίες της Αγγλίας, στις οποίες
εγκαθιδρύθηκαν βίαια οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής από τους
Αγγλους (π.χ., Ινδία).
Μορφές αλληλεξάρτησης στην εποχή του ιμπεριαλισμού
Στην εποχή του
ιμπεριαλισμού η αλληλεξάρτηση παίρνει άλλες μορφές, όπως οι διεθνείς
συμφωνίες καπιταλιστών, που φτάνουν έως τους διεθνείς και περιφερειακούς
ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Διεθνής
Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, Ευρωπαϊκή Ενωση, ΝΑΦΤΑ, κλπ.).
Αναγκαίους, γιατί η ένταση της αλληλεξάρτησης κάνει αναγκαίες τις
διεθνείς κρατικές ή διακρατικές ρυθμίσεις, για να διευκολύνεται η
αναπαραγωγή του κεφαλαίου.
Η δράση του
κεφαλαίου, στα πλαίσια της διεθνούς αγοράς, δυναμώνει τη διαπλοκή
τμημάτων του από διαφορετικά κράτη. Παραμένει, βεβαίως, ως κυρίαρχη η
εθνική του βάση. Ετσι, μπορεί η συγκεντροποίησή του (εξαγορές,
συγχωνεύσεις, άλλες συμφωνίες, ανάμεσα σε μονοπώλια διαφορετικών κρατών)
να συντελείται και σε διεθνικό επίπεδο, αλλά η κυριαρχία του
προστατεύεται από συγκεκριμένο κράτος και έχει εθνική αναφορά, παρά τη
διεθνική του δράση. Αυτό γίνεται εμφανές και από την όξυνση των
ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη ή και
συνασπισμούς κρατών (π.χ. ΗΠΑ - ΕΕ), ακόμη και ανάμεσα σε εταίρους εντός
των περιφερειακών ιμπεριαλιστικών ενώσεων, όπως, π.χ., ανάμεσα στην
Αγγλία και το γαλλογερμανικό άξονα. Το τελευταίο ανάλογο παράδειγμα έχει
σχέση με την οικονομική κρίση. Στην προσπάθεια της ΕΕ για διαμόρφωση
ενιαίας πολιτικής αντιμετώπισης της κρίσης, εκφράστηκαν διαφωνίες
ανάμεσα στα κράτη - μέλη, π.χ., για το αν πρέπει να ενισχυθούν οι
τράπεζες ή οι βιομηχανίες,για τα αν το ταμείο χρηματοδότησης θα είναι
ευρωενωσιακό ή εθνιό-κρατικό για κάθε χώρα, για το ζήτημα χαλάρωσης του
Συμφώνου Σταθερότητας. Εκδηλώνονται εδώ εσωτερικοί ανταγωνισμοί από τη
σκοπιά των ιδιαίτερων συμφερόντων των μονοπωλίων κάθε χώρας, άρα και
αδυναμία εφαρμογής ενιαίας πολιτικής. Εκφράστηκε και στο παρελθόν όπως,
για παράδειγμα, στον πόλεμο ενάντια στο Ιράκ, όπου με τους
Αγγλοαμερικανούς τάχθηκαν και άλλες χώρες της ΕΕ (Ισπανία, Πορτογαλία,
Ιταλία, αλλά και οι νεοεισελθούσες Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία, κλπ.), σε
αντίθεση με το γαλλογερμανικό άξονα. `Η ακόμη πιο παλιά στη Σύνοδο της
Νίκαιας με θέμα την πολιτική ενοποίηση και τη μορφή της ΕΕ, όπου
εκφράστηκαν αντιθέσεις στο ζήτημα του τρόπου που θα παίρνονται οι
αποφάσεις, τότε ανάμεσα σε Γερμανία και Γαλλία. Επίσης, οι σχέσεις αυτές
αναπτύσσονται με όρους ανισοτιμίας ανάμεσα στα κράτη, λόγω της
ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Ετσι στη διαπλοκή των εθνικών
καπιταλιστικών οικονομιών, μέσα από διαπάλη, τη σφραγίδα του βάζει η
ισχυρότερη.
Παρ' όλ' αυτά,
το ζήτημα των σχέσεων καπιταλιστικών οικονομιών, επομένως και
καπιταλιστικών κρατών, ακόμη και αυτών που βρίσκονται σε ενδιάμεση και
υποδεέστερη θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα σε σχέση με άλλα
ισχυρότερα αν το εξετάσουμε ως ζήτημα σχέσεων εξάρτησης, δεν το
εξετάζουμε ολοκληρωμένα και πάντως το θέτουμε λαθεμένα. Εκτός και αν
αναλογιστεί κανείς πως η Γερμανία, η οποία εξαρτάται ενεργειακά κατά τα
2/3 από τη Ρωσία, είναι εξαρτημένο κράτος. `Η οι ΗΠΑ εξαρτώνται από την
Κίνα.
Τις σχέσεις των καπιταλιστικών οικονομιών, επομένως και κρατών, μόνο αν τις εξετάζουμε μέσα στο πλαίσιο της αλληλεξάρτησής τους, μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε ολοκληρωμένα σωστά.
Για παράδειγμα,
το ισχυρό κράτος, δηλαδή η ισχυρή καπιταλιστική οικονομία, έχει ανάγκη
την υποδεέστερη, την ενδιάμεση. Χωρίς αυτήν, χωρίς την εξαγωγή κεφαλαίων
και εμπορευμάτων σ' αυτήν, το κεφάλαιο δυσκολεύεται στην αναπαραγωγή
του. Το ίδιο, βεβαίως, ισχύει και για την υποδεέστερη, την ευρισκόμενη
σε ενδιάμεση θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα οικονομία. Χωρίς τη
διαπλοκή της με την ισχυρή καπιταλιστική οικονομία κινδυνεύει η
αναπαραγωγή του κεφαλαίου, συνολικά των καπιταλιστικών σχέσεων. Δεν
μπορεί, π.χ., να εξηγηθεί διαφορετικά η παρέμβαση των ΗΠΑ ενάντια στην
επιλογή της σημερινής κυβέρνησης για τη δημιουργία ενεργειακών αγωγών με
τη Ρωσία, ούτε επίσης η επιμονή των ελληνικών κυβερνήσεων για
προσέλκυση ξένων επενδυτών χρησιμοποιώντας και πρώην ΔΕΚΟ (ΟΤΕ), και
πρώην κρατικής ιδιοκτησίας τράπεζες (Εμπορική).
Αυτή ακριβώς η
πραγματικότητα, η οποία συντελείται σε συνθήκες ανισόμετρης ανάπτυξης
και ανταγωνισμού, καθορίζει αντικειμενικά και τις διεθνείς σχέσεις
ανάμεσα στα κράτη. Αλλά το κυρίαρχο στοιχείο, η βάση, είναι οι
καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, που καθορίζουν και τις σχέσεις ανάμεσα
στα κράτη, της ΕΕ, που καθορίζουν επίσης την πολιτική της ΕΕ και των
κρατών μελών της.
Αυτό που πρέπει
να ενδιαφέρει πρωταρχικά το κίνημα της εργατικής τάξης και των συμμάχων
της είναι η οικονομική βάση, οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και η
κατάργησή τους. Μόνο μέσα απ'αυτό το δρόμο μπορεί να καταργθούν οι
ανισότιμες σχέσεις, που, σε τελευταία ανάλυση,στον καπιταλισμό,
ακολουθούν τη νομοτελειακή πορεία του, λόγω της νομοτελειακής πορείας
της καπιταλιστικής διεθνοποίησης σε συνθήκες ανισόμετρης ανάπτυξης.
Για την ενδιάμεση και υποδεέστερη θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα
Εχει μεγάλη
σημασία, από την άποψη του αγώνα της εργατικής τάξης και της κατεύθυνσής
του, η ολοκληρωμένη γνώση της δράσης του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού
συστήματος και των σχέσεων ανάμεσα στα κράτη, όπως αυτές διαμορφώνονται
από τη θέση τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, η συνεχής παρακολούθησή
τους και η μελέτη τους. Αφ' ενός μεν γιατί αντικειμενικά οι σχέσεις
αυτές δεν είναι ισότιμες, αφ' ετέρου γιατί οι μεταξύ τους αντιθέσεις και
ανταγωνισμοί, όπως και η μεταξύ τους δημιουργία συμμαχιών και
συνασπισμών, προσωρινών ή πιο μόνιμων, εμπεριέχουν ταυτόχρονα και το
στοιχείο του συμβιβασμού και του ανταγωνισμού.
Σ' αυτές τις
τάσεις, και στη διαμόρφωση αυτών ή των άλλων σχέσεων μεταξύ των
οικονομιών και των κρατών, επιδρά και το στοιχείο της «δύναμης» της
καπιταλιστικής οικονομίας, των μονοπωλίων, και του καπιταλιστικού
κράτους. Αυτό όμως δεν μπορεί να διαχωρίζεται και να εξετάζεται
αυτοτελώς, έξω από αυτό που πραγματικά υπηρετεί, την αναπαραγωγή του
κεφαλαίου σε κάθε κράτος, την ενίσχυση των καπιταλιστικών σχέσεων
παραγωγής, την ενίσχυση της πολιτικής εξουσίας του κεφαλαίου. Επομένως,
τόσο η εσωτερική πολιτική που εφαρμόζεται σε κάθε χώρα, όσο και η
εξωτερική της πολιτική καθορίζεται από τη θέση της στο παγκόσμιο
ιμπεριαλιστικό σύστημα, αλλά υπηρετεί συνειδητά την αναπαραγωγή των
σχέσεων εκμετάλλευσης και την ενίσχυσή τους.
Εδώ χρειάζεται
να υπενθυμίσουμε ότι ο ιμπεριαλισμός είναι μια ολόκληρη ιστορική εποχή
στην εξέλιξη του καπιταλισμού και χαρακτηρίζει τις καπιταλιστικές
κοινωνίες, σ' όλες τις καπιταλιστικές χώρες, ανεξάρτητα από το επίπεδο
ανάπτυξης του καπιταλισμού σ' αυτές, ανεξάρτητα από τη μεταξύ τους
ανισόμετρη ανάπτυξη.
«Στο
διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα είναι ενταγμένες όλες οι καπιταλιστικές
χώρες, ανεξαρτήτως του επιπέδου ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων,
ανεξάρτητα με ποιες μορφές και τρόπους γίνεται η ένταξη, η ενσωμάτωση,
δηλαδή αν γίνεται μέσω της ένταξης στις διακρατικές περιφερειακές,
παγκόσμιες καπιταλιστικές ενώσεις ή μέσα από προγράμματα "βοήθειας" των
παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών οργανισμών, μέσα από τις αναβαθμισμένες
διακρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις, την εξαγωγή κεφαλαίων και
εμπορευμάτων, μέσω των στρατιωτικών επεμβάσεων και του πολέμου
γενικότερα, με ανοιχτές ή συγκαλυμμένες επεμβάσεις στη διαμόρφωση ή
αναπαλαίωση του πολιτικού συστήματος, κλπ.» (από
τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ
ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002, σελ. 91 - 92).
Επομένως, η
μελέτη, η ερμηνεία της πολιτικής, που εφαρμόζουν οι αστικές κυβερνήσεις
της Ελλάδας, πρέπει να παίρνει υπόψη όλα τα παραπάνω στη διαλεχτική
μεταξύ τους σχέση. Και με βάση αυτά να συνειδητοποιούνται οι επιλογές
στις συμμαχίες της άρχουσας τάξης, στην ενσωμάτωση σε διεθνείς και
περιφερειακούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και ενώσεις (π.χ., Ευρωπαϊκή
Ενωση). `Η τώρα με τη Ρωσία, σύμφωνα με τη στρατηγική της άρχουσας
τάξης για γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας στα Βαλκάνια, με την
ανάδειξή της ως ενεργειακού κόμβου, προκειμένου να εξυπηρετείται η
εξαγωγή και η διείσδυση κεφαλαίου σ' αυτές τις χώρες.
Η επίδραση στην πολιτική των αστικών κυβερνήσεων
Με βάση τα
παραπάνω, επομένως, η πολιτική που εφαρμόζεται από τις αστικές
κυβερνήσεις στην Ελλάδα, και η εσωτερική και η εξωτερική, αντανακλά και
την ενδιάμεση θέση του ελληνικού καπιταλισμού και οι όποιες επιλογές
εμφανίζονται ως «αναγκαστική εφαρμογή», με την έννοια ότι οι αστικές
κυβερνήσεις δεν αντιτάσσονται σ' αυτές, παρά τη φαινομενικά αρνητική
επίδραση στη χώρα, είναι συνειδητές επιλογές που προκύπτουν από τη θέση
της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και ωφελούν τα συμφέροντα του
κεφαλαίου γενικά.
Για παράδειγμα,
η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ και μετά στην ΕΕ και την ΟΝΕ ήταν επιλογή
που εξυπηρετούσε τα γενικά συμφέροντα της αστικής τάξης, παρά το
γεγονός ότι ορισμένα τμήματά της χτυπήθηκαν από την ενιαία εσωτερική
αγορά, ή από τις γενικότερες διεθνείς συμφωνίες της Ενωσης με τρίτες
χώρες, οι οποίες εμφανίζονται ως υποχρεωτικά εφαρμοστέες από κάθε κράτος
- μέλος. Αλλωστε, οι κυβερνήσεις συναποφασίζουν στα πλαίσια της ΕΕ και η
στάση καθεμιάς αντανακλά τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κεφαλαίου κάθε
χώρας. Το γεγονός ότι χώρες σε υποδεέστερη θέση απ' αυτές που ηγούνται
της ΕΕ κάνουν συμβιβασμούς σε σχέση μ' αυτά τα συμφέροντα, όταν έχουν
διαφορετική θέση, εκφράζει την ανισομετρία, αλλά δεν αναιρεί το γεγονός
ότι ακόμη και αυτό σχετίζεται με τα γενικά και μακροπρόθεσμα συμφέροντα
του κεφαλαίου της χώρας.
Σ' αυτή την
πραγματικότητα της ανισομετρίας οφείλεται και το χτύπημα, για
παράδειγμα, του κλάδου της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας, για την
οποία Γερμανία και Ολλανδία απαιτούσαν τη μη ανάπτυξή της σε άλλα κράτη,
όπως η Ελλάδα, επειδή ήθελαν να έχουν σχεδόν την αποκλειστικότητα στον
κλάδο. Επίσης, οι διεθνείς συμφωνίες σε όφελος των ισχυρών
καπιταλιστικών κρατών για εισαγωγές φτηνών εμπορευμάτων των κλάδων
κλωστοϋφαντουργίας, ιματισμού, δέρματος και άλλων παραδοσιακών για την
Ελλάδα, οδήγησαν στη συρρίκνωση αυτών των κλάδων στη χώρα μας. Σε
συνδυασμό βεβαίως με το ότι είναι κλάδοι με χαμηλότερο ποσοστό κέρδους
σε σχέση με άλλους, τους λεγόμενους κλάδους έντασης κεφαλαίου. Που
σημαίνει ότι το κεφάλαιο επενδύει και αναπτύσσει κλάδους όχι με βάση
κυρίως τις πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες αλλά το γρήγορο και μεγάλο
κέρδος. Αλλά ακόμη και αν δεν υπήρχαν αυτές οι σχέσεις και αν
αναπτύσσονταν οι παραδοσιακοί κλάδοι που δε θα αναπτύσσονταν, όντας η
Ελλάδα έξω από την ΕΕ θα ωφελούνταν η εργατική τάξη, ο λαός από την
καπιταλιστική οικονομία;
Η αστική τάξη
στην Ελλάδα, βεβαίως, συνολικά δεν έχασε απ' αυτή την εξέλιξη, αφού
αναπτύχθηκαν άλλοι τομείς, π.χ., τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, πληροφορική,
κατασκευαστικές εταιρείες, κλπ., και μάλιστα στη διαπλοκή τους με το
διεθνικό κεφάλαιο κάνουν εξαγωγές κεφαλαίου στην ευρύτερη περιοχή
(Βαλκάνια, Παρευξείνια, κλπ.). Ενα, επίσης, βασικό ζήτημα είναι ότι,
μέσω της συμμετοχής σε ιμπεριαλιστικές διακρατικές ενώσεις, ενισχύεται η
εξουσία της αστικής τάξης της χώρας που βρίσκεται σε ενδιάμεση,
υποδεέστερη θέση. Με το ΝΑΤΟ που μπορεί να επεμβαίνει και στο εσωτερικό
των κρατών - μελών του αν κινδυνεύει η εξουσία του κεφαλαίου, αλλά και
με την ΕΕ, τους ευρωτρομονόμους, την αστυνομική συνεργασία, κλπ. Η
Ελλαδα πράγματι αναπτύχθηκε. Αναπτύχθηκε καπιταλιστικά, άρα αυτή η
ανάπτυξη έχει ταξικό αντιλαϊκό περιεχόμενο.
Αλλά ακόμη και
αν θεωρήσουμε σωστή, (δεν είναι), την άποψη οτι η ένταξη της Ελλάδας
στην ΕΕ εμπόδισε την ανάπτυξη της, τι ακριβώς την εμπόδισε; Γιατί
συρρικνώνεται η αγροτική παραγωγή με ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας
αγροτιάς; Την ΚΑΠ τα μονοπώλια δεν την επέβαλαν; Γιατί η ανάπτυξη των
βιομηχανικών κλάδων δεν είναι ισόμετρη, ανάλογα με τις πλουτοπαραγωγικές
δυνατότητες που έχει η ντόπια παραγωγική βάση; Δεν είναι τα μονοπώλια
που το επιβάλλουν; Αυτό είναι το κύριο και επομένως για να υπάρξει
ανάπτυξη σε όφελος του λαού πρέπει να καταργηθούν τα μονοπώλια, η
εξουσία τους, να κοινωνικοποιηθεί η ιδιοκτησία τους.
Πάλη για ισοτιμία καπιταλιστικών σχέσεων ή πάλη για το σοσιαλισμό;
Επομένως, η
εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα έχουν ανάγκη να γνωρίσουν και να
κατανοήσουν βαθύτερα, στον πυρήνα του, το πρόβλημα: Της συμπεριφοράς της
αστικής τάξης, των κυβερνήσεων των ηγετικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων
έναντι των κυβερνήσεων των λιγότερο αναπτυγμένων. Να το κατανοήσουν
ταξικά και όχι με επιφανειακά ηθικά κριτήρια συμπεριφοράς, π.χ., με το
διαχωρισμό αφέντες και υπηρέτες, ισχυροί και δουλοπρεπείς, υποτελείς.
Ετσι, για
παράδειγμα, το προπαγανδιστικό επιχείρημα ότι εφαρμόζεται μια
συγκεκριμένη πολιτική στην Ελλάδα, επειδή αυτό επιβάλλεται από την ΕΕ,
όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική, ή όπως οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις
που προκύπτουν από τη στρατηγική της Λισαβόνας, η επιβολή της δε γίνεται
επειδή την επεξεργάστηκε η ΕΕ, και γι' αυτό αναγκάζονται οι κυβερνήσεις
να την εφαρμόσουν, αλλά επειδή υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου
γενικά όλων των κρατών - μελών της ΕΕ, επομένως και της Ελλάδας
συγκεκριμένα. Είναι στρατηγική που ενισχύει την αναπαραγωγή του
κεφαλαίου. Αρα, η αντιλαϊκή πολιτική δεν έρχεται ως αποτέλεσμα επιβολής
από την ΕΕ, αλλά ως αποτέλεσμα των αναγκών του κεφαλαίου και στην
Ελλάδα, ως αποτέλεσμα συνδιαμόρφωσης αυτής της πολιτικής και με τη
συμμετοχή των αστικών κυβερνήσεων της Ελλάδας στα όργανα της ΕΕ. Και
όταν στον έναν ή στον άλλο βαθμό αυτή η πολιτική έρχεται σε αντίθεση με
τα συμφέροντα ορισμένων τμημάτων του κεφαλαίου, και υπάρχουν αντιθέσεις,
αυτές λύνονται με τη δύναμη των μονοπωλίων. Αλλά ακόμη και έτσι, δηλαδή
με περισσότερο ωφελημένα τα μονοπώλια των ισχυρών καπιταλιστικών
κρατών, τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου στην Ελλάδα είναι ωφελημένα
και αυτό φαίνεται τόσο από τις επιδιώξεις των κυβερνήσεων για προσέλκυση
ξένων κεφαλαίων, όσο και από τη διαπλοκή ελληνικών και ξένων κεφαλαίων.
Τόσο σε επιχειρήσεις του παραγωγικού τομέα, όσο και σε επιχειρήσεις
εμπορικές, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, κλπ. Αλλωστε, τι είναι
μονοπωλιακοί όμιλοι όπως η «Μαρφίν», ο όμιλος Λάτση, τα διάφορα μεγάλα
σούπερ μάρκετ; Συμπράξεις ελληνικών με ξένα κεφάλαια. Για παράδειγμα, η
«Καρφούρ» συγχωνεύτηκε με τη «Μαρινόπουλος». Ο όμιλος Λάτση διαπλέκεται
με γερμανικά κεφάλαια, κ.ο.κ.
Αυτό, βεβαίως,
καθόλου δε σημαίνει ότι η πάλη της εργατικής τάξης, των άλλων λαϊκών
στρωμάτων για την έξοδο από την ΕΕ, απ' όλους τους διεθνείς και
περιφερειακούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, πρέπει να κατανοείται ως
πάλη αυτοτελής και έξω από την πάλη για την ανατροπή της κυριαρχίας του
κεφαλαίου. Γιατί αυτές οι σχέσεις του ελληνικού καπιταλισμού στα πλαίσια
της καπιταλιστικής διεθνοποίησης είναι νομοτελειακές.
Αν αναφέρουμε
το ζήτημα της εξάρτησης ως ζήτημα αλληλεξάρτησης καπιταλιστικών κρατών
και της διαλεχτικής του σχέσης με την οικονομική βάση του καπιταλισμού,
είναι γιατί η εστίαση των αιτιών των λαϊκών προβλημάτων στην «εξάρτηση»,
ή η πιθανότητα άμβλυνσής τους χωρίς «εξάρτηση» (ακόμη και έξω από
διακρατικές ενώσεις και σε διμερείς σχέσεις, αυτό που τις καθορίζει
είναι η «δύναμη» των μονοπωλίων), δηλαδή στην πολιτική και μάλιστα στις
εξωτερικές σχέσεις, χωρίς την αποκάλυψη των πρωταρχικών αιτιών, που
είναι οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, αφ' ενός είναι λαθεμένη,
γιατί δεν παίρνει υπόψη τους νόμους κίνησης του καπιταλισμού, αφ' ετέρου
δε συμβάλλει στην ωρίμανση της πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης
και των συμμάχων της ως προς την κατεύθυνση της πάλης τους, που πρέπει
να είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η κατάχτηση της εξουσίας για
την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Επομένως, υπονομεύει τη
στρατηγική του ΚΚΕ, την πολιτική των συμμαχιών του, την πάλη για τη
λαϊκή εξουσία.
Επομένως, αυτό
που πρέπει να ενδιαφέρει πρωταρχικά το κίνημα της εργατικής τάξης και
των συμμάχων της είναι η κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής,
και όχι η κατάργηση των ανισότιμων σχέσεων, μεταξύ κρατών στον
καπιταλισμό, που, σε τελευταία ανάλυση, ακολουθούν τη νομοτελειακή
πορεία της καπιταλιστικής διεθνοποίησης σε συνθήκες ανισόμετρης
ανάπτυξης.
«ΣΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ιμπεριαλιστικό
σύστημα είναι ενταγμένες όλες οι καπιταλιστικές χώρες, ανεξάρτητα του
επιπέδου ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων, ανεξάρτητα με ποιες
μορφές και τρόπους γίνεται η ένταξη, η ενσωμάτωση, δηλαδή αν γίνεται
μέσω της ένταξης στις διακρατικές περιφερειακές, παγκόσμιες
καπιταλιστικές ενώσεις ή μέσα από προγράμματα "βοήθειας" των παγκόσμιων
ιμπεριαλιστικών οργανισμών, μέσα από τις αναβαθμισμένες
διακρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις, την εξαγωγή κεφαλαίων και
εμπορευμάτων, μέσω των στρατιωτικών επεμβάσεων και του πολέμου
γενικότερα, με ανοιχτές ή συγκαλυμμένες επεμβάσεις στη διαμόρφωση ή
αναπαλαίωση του πολιτικού συστήματος κλπ...Η
θέση μιας χώρας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα δεν καθορίζεται
αποκλειστικά και μόνο από το κριτήριο της ανάπτυξης των καπιταλιστικών
σχέσεων, αλλά συνολικά από την οικονομική της ισχύ, την πολιτική και
στρατιωτική της ισχύ. Στους κόλπους του διεθνούς ιμπεριαλιστικού
συστήματος γίνονται βεβαίως και ανακατατάξεις και αλλαγές στη θέση και
το ρόλο μιας χώρας, ανάλογα πώς εξελίσσονται οι ενδοϊμπεριαλιστικές
αντιθέσεις, οι άξονες και αντιάξονες, παίζουν ρόλο οι τοπικές και
περιφερειακές εξελίξεις κλπ., επηρεάζονται βεβαίως και από την πρόοδο
και τις κατακτήσεις των λαϊκών κινημάτων, τις εσωτερικές εξελίξεις στο
συσχετισμό δύναμης της μιας ή της άλλης χώρας». (από
τη διάλεξη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ
ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 2/2002, σελ. 91-92).
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ;
Πηγή: Μαρξ. Επιθεώρ. Praxis via Lenin Reloaded.
Για τον Λένιν ο Ιμπεριαλισμός είναι Καπιταλισμός σε ένα συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης. Ο Ιμπεριαλισμόςείναι δηλαδή μια έννοια ταυτόσημη με αυτήν του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Για τον Λένιν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του Καπιταλισμού ήταν τα εξής:
«1) Συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, που έχει φτάσει σε τέτοια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης,ώστε να δημιουργεί μονοπώλια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή.
2) Συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του χρηματιστικού κεφαλαίου.
3) Εξαιρετικά σπουδαία σημασία αποκτά η εξαγωγή κεφαλαίου, σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων.
4) Συγκροτούνται διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών, οι οποίες μοιράζουν τον κόσμο.
5) Εχει τελειώσει το εδαφικό μοίρασμα της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές δυνάμεις.
Ο
ιμπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στο στάδιο εκείνο της ανάπτυξης, στο
οποίο έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του χρηματιστικού
κεφαλαίου, έχει αποκτήσει εξαιρετική σημασία η εξαγωγή κεφαλαίου, έχει
αρχίσει το μοίρασμα του κόσμου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το
μοίρασμα όλων των εδαφών της γης από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές
χώρες» (Λένιν, «Απαντα», τ.27, σελ. 323).
Είναι
λοιπόν ξεκάθαρο ότι για τον Λένιν (και τον Μαρξισμό γενικότερα) ο
Ιμπεριαλισμός-στην ουσία του- δεν είναι εξωτερική πολιτική, δεν είναι
διακρατικές σχέσεις, δεν είναι στρατιωτικές επεμβάσεις, δεν είναι οι
"μεγάλες χώρες". Αυτά υπήρχαν και πρίν τον Ιμπεριαλισμό. Στην Μαρξιστική και Λενινιστική θεωρία ο όρος Ιμπεριαλισμός δεν έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Αυτά ανήκουν στην αστική ιστοριογραφία που περιγράφει π.χ και την αρχαία ρώμη σαν ιμπεριαλιστική. Οι
επεμβάσεις και οι διακρατικές σχέσεις στον Ιμπεριαλισμό προκύπτουν σαν
αποτέλεσμα (και όχι σαν αιτία) της Ιμπεριαλιστικής ανάπτυξης δηλαδή της
Καπιταλιστικής ανάπτυξης σε μια συγκεκριμένη ιστορική φάση.
Προφανώς στο εσωτερικό του Ιμπεριαλιστικού συστήματος υπάρχουν
διαβαθμίσεις αλλά αυτές δεν αφορούν το ζήτημα αν η μία η άλλη χώρα είναι
Ιμπεριαλιστική η όχι αλλά τον συσχετισμό μεταξύ των Ιμπεριαλιστικών
χωρών.
Παίρνοντας υπόψη το γεγονός ότι η θεωρία του Ιμπεριαλισμού αναπτύχθηκε απο τον Μαρξισμό στις αρχές του 20ου αιώνα είναι
αυτονόητο ότι το 2012 δεν υπάρχει καμία, απολύτως καμία, ανεπτυγμένη
καπιταλιστική χώρα που να μην είναι Καπιταλιστική με τα χαρακτηριστικά
του μονοπωλιακού Καπιταλισμού, δηλαδή Ιμπεριαλιστική. Το ερώτημα
είναι άλλο, αν χρειάζεται να αναπτύξουμε την Μαρξιστική και Λενινιστική
θεωρία με βάση την σημερινή εποχή και όχι αν θα διαγράψουμε τον
Ιμπεριαλισμό για να γυρίσουμε (με λενινιστικές ταμπέλες) στις αστικές
θεωρίες του Ιμπεριαλισμού πρίν απο τον Λένιν.
Η άποψη
που δεν εξετάζει τον Ιμπεριαλισμό σαν Καπιταλισμό αλλά τον περιορίζει
στην κυριαρχία των "μεγάλων χωρών" βέβαιως υπάρχει αλλά δεν έχει καμία
σχέση ούτε με τον Λένιν, ούτε με τον Μαρξισμό.Είναι η άποψη του Χόμπσον και κυρίως του Κάουτσκυ οι
οποίοι έβλεπαν τον Ιμπεριαλισμό σαν πολιτική και μάλιστα σαν πολτική
του "παρασιτικού χρηματιστικού κεφαλαίου" το οποίο διαχώριζαν απο το
"παραγωγικό βιομηχανικό κεφάλαιο". Και αυτό φυσικά το έκαναν για
συγκεκριμένους λόγους, για να ξορκίσουν την εργατική εξουσία πρός όφελος
της μίας η της άλλης αστικής διαχείρησης.
Το ότι
σήμερα υπάρχουν απόψεις που στο όνομα του Λένιν ισχυρίζονται ότι
οποιαδήποτε ανεπτυγμένη Καπιταλιστική χώρα δεν είναι Ιμπεριαλιστική
αντανακλά την επιρροή της αστικής ιδεολογίας πάνω στον Μαρξισμό και τον
εκφυλισμό της Μαρξιστικής Θεωρίας. Αντανακλά όμως-όταν δεν γίνεται συνειδητά- και άγνοια των κλασικών και του Λένιν συγκεκριμένα. Πρόκειται
για θεμεμελιώδη ζητήματα γιατί η εκτίμηση για τον χαρακτήρα του
διεθνούς συστήματος και της Ελλάδας δεν φιλολογική άσκηση αλλά αφορά την
στρατηγική του εργατικού και Κομμουνιστικού κινήματος. Έτσι δεν
είναι τυχαίο που όλοι όσοι βλέπουν τον Ιμπεριαλισμό με την οπτική του
Κάουτσκυ (άσχετα αν επικαλούνται τον Λένιν) καταλήγουν σε προτάσεις
αστικής διαχείρησης, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Στο
ερώτημα λοιπόν "τι είναι ο Ιμπεριαλισμός" η απάντηση, απο την πλευρά της
Μαρξιστικής και Λενινιστικής θεωρίας είναι μία: είναι ο Μονοπωλιακός
Καπιταλισμός. Οποιαδήποτε άλλη απάντηση είναι προφανώς νόμιμη
αλλά δεν μπορεί να υποστηρίζεται με βάση το έργο του Λένιν και του
επαναστατικού Μαρξισμού. Αλλιώς πλαστογράφει την Μαρξιστική και
Λενινιστική θεωρία για πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου