12 Απρ 2015

Κυβερνητικές μεθοδεύσεις και στο βάθος νέα μέτρα

Κυβερνητικές μεθοδεύσεις και στο βάθος νέα μέτρα
Παρελκυστική τακτική με φόντο τα παζάρια με την εργοδοσία και τους «θεσμούς»

Από παλιότερη κινητοποίηση του ΠΑΜΕ
Από παλιότερη κινητοποίηση του ΠΑΜΕ
Την προσφιλή τακτική των μεθοδεύσεων και των επικοινωνιακών κόλπων υιοθετεί η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ και στην περίπτωση της προεκλογικής της δέσμευσης για άμεση επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ μεικτά, όπως και για την αποκατάσταση της νομοθεσίας για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις.
Την περασμένη Τρίτη, ο υπουργός Εργασίας Π. Σκουρλέτης, με επιστολή του προς τους «κοινωνικούς εταίρους» (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ), τους κάλεσε σε τριμερή συνάντηση την Τετάρτη 15 Απρίλη στο υπουργείο Εργασίας για να συζητήσουν «αναφορικά με το περιεχόμενο των σχεδιαζόμενων νομοθετικών παρεμβάσεων για τα θέματα του κατώτατου μισθού και των συλλογικών διαπραγματεύσεων».
Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη συνάντηση, αφού με τον καθένα από τους παραπάνω φορείς ο υπουργός Εργασίας έχει ήδη ανοίξει «διάλογο» απ' όταν ανέλαβε καθήκοντα.
Επιβεβαιώνοντας την παρελκυστική τακτική της κυβέρνησης, ο Π. Σκουρλέτης λέει ανοιχτά ότι η τριμερής της επόμενης Τετάρτης «αποτελεί μια ακόμη διαδικασία διαλόγου του υπουργείου με τους αρμόδιους κοινωνικούς φορείς», η οποία μάλιστα θα έχει και συνέχεια, καθώς ανακοινώνει ότι «δε θα εξαντληθεί με την τριμερή αυτή συνάντηση, διότι οι οργανώσεις σας θα έχουν τη δυνατότητα να εκφέρουν γνώμη και στο πλαίσιο της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, στην οποία θα σταλεί σύντομα το νομοσχέδιο για σχετική γνωμοδότηση»!
«Κόκκινες γραμμές» για ποιον;
Την επόμενη ακριβώς μέρα, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν η νομοθετική πρωτοβουλία που εμφανίζει η κυβέρνηση έχει τη σύμφωνη γνώμη των «θεσμών», ο Π. Σκουρλέτης απάντησε επί λέξει:
«Στις συζητήσεις που γίνονται αυτή τη στιγμή νομίζω ότι και οι δύο πλευρές κρατάνε για τον εαυτό τους τις δικές τους κόκκινες γραμμές και προχωράμε κάνοντας βήματα προς θετική κατεύθυνση. Οποιαδήποτε κάθετη άρνηση να γίνει πράξη ένα τέτοιο νομοσχέδιο νομίζω ότι εκκινεί από ιδεολογικές αγκυλώσεις και ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει δεκτή μια τέτοια στάση από μια κυβέρνηση που έχει σαν κορμό της το ΣΥΡΙΖΑ».
Η «διπλωματική» απάντηση του υπουργού Εργασίας επιβεβαιώνει ότι ακόμα και τα ελάχιστα που έταξε προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ στο λαό βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση με τους εταίρους και άρα υπό την αίρεση μιας συμφωνίας μαζί τους. Αυτό δηλαδή που η κυβέρνηση παρουσιάζει ως τετελεσμένο γεγονός στην Ελλάδα (σ.σ. την αποκατάσταση του κατώτατου μισθού και των συλλογικών συμβάσεων), στην πραγματικότητα είναι το βασικό αντικείμενο στα παζάρια με τους λεγόμενους «θεσμούς»!
Στο ίδιο «παιχνίδι» βρίσκονται και οι εργοδότες, οι οποίοι θα αξιοποιήσουν τον επικείμενο «διάλογο» όχι μόνο για να κερδίσουν χρόνο απέναντι στους εργαζόμενους και να συντηρήσουν το κλίμα της αναμονής αλλά και για να προωθήσουν τις δικές τους αξιώσεις, όπως έκαναν και στις διμερείς συναντήσεις με τον υπουργό Εργασίας.
Η μεθόδευση είναι φανερή. Η συγκυβέρνηση, από τη μια, «πουλάει» στους εργαζόμενους «νομοθετικές παρεμβάσεις» χωρίς να δεσμεύεται συγκεκριμένα και, από την άλλη, παζαρεύει με τους δανειστές και τους εργοδότες τα ελάχιστα που είχε εξαγγείλει προεκλογικά, με στόχο να τα προσαρμόσει ακόμα περισσότερο στα μέτρα τους. Η παρελκυστική αυτή τακτική αποβλέπει στο να κερδίσει χρόνο η κυβέρνηση, να καλλιεργήσει κλίμα αναμονής και να φυλάξει τα νώτα της από τις εργατικές διεκδικήσεις.
Είναι, επίσης, βέβαιο ότι τα παζάρια με τους «θεσμούς» δεν περιορίζονται στο αν τα πράγματα θα παραμείνουν όπως έχουν σήμερα αλλά συζητιέται το εύρος και το χρονοδιάγραμμα των επόμενων αντεργατικών ανατροπών.
Χαρακτηριστική γι' αυτό είναι η δήλωση του αναπληρωτή υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων Δ. Στρατούλη, σε τηλεοπτικό σταθμό, όπου αναγνώρισε ευθέως ότι στην «διαπραγμάτευση» που γίνεται έχει τεθεί ζήτημα για νέες μειώσεις σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, νέο ψαλίδι στα εφάπαξ και στο ΕΚΑΣ, πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων.
Ανάλογες δηλώσεις, ότι «στο τραπέζι είναι ασφαλιστικό και εργασιακά», έχουν κάνει και άλλα κυβερνητικά στελέχη. Κατά συνέπεια, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ομολογεί ότι αυτό που συζητά με τους εταίρους της είναι και η επιβολή επιπλέον αντεργατικών μέτρων. Να γιατί μιλάμε για μεθόδευση από την πλευρά της κυβέρνησης, που στόχο έχει να «αμολήσει μελάνι» στους εργαζόμενους.
Δεν αποκαθιστούν τις απώλειες
Σε ό,τι αφορά αυτά καθαυτά τα μέτρα που περιέχονται στους «άξονες διαλόγου» της κυβέρνησης, σε καμία περίπτωση δεν αποκαθιστούν τις τεράστιες απώλειες που υπέστη το εργατικό εισόδημα τα χρόνια της κρίσης. Κυρίως, όμως, αφήνουν στο απυρόβλητο όλο το αντεργατικό πλαίσιο και τις ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις που επιβλήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Δεν είναι τυχαίο ότι στις σχετικές προτάσεις δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά για επαναφορά έστω του παλιού καθεστώτος για τις ομαδικές απολύσεις, για τις μειώσεις στις αποζημιώσεις κλπ.
Ετσι, λοιπόν, η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ μεικτά -όπως προτείνεται από το υπουργείο Εργασίας ως αντικείμενο του «διαλόγου» με τους εργοδότες - προβλέπεται να γίνει σε δύο δόσεις με καταληκτική ημερομηνία τον Ιούλη του 2016. Δηλαδή, 17 μήνες μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης και τουλάχιστον τέσσερα ολόκληρα χρόνια από τη μείωση του κατώτατου μισθού με την ΠΥΣ 6/2012!
Ακόμα όμως και αν τηρηθεί αυτό το χρονοδιάγραμμα, οι εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτερο θα βρίσκονται το δεύτερο εξάμηνο του 2016 με τον ίδιο ονομαστικό μισθό που βρίσκονταν και το πρώτο εξάμηνο του 2012.
Οταν, όμως, η κυβέρνηση αποδέχεται όλες τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης (ενοικίαση, μερική απασχόληση και εκ περιτροπής εργασία) και με δεδομένη την αυξητική τάση που έχουν αυτές οι συμβάσεις στις νέες προσλήψεις, προς αντικατάσταση των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης, γίνεται φανερό ότι ακόμα και μια επαναφορά στο μέλλον του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ δεν μπορεί να καλύψει στο ελάχιστο τις πραγματικές απώλειες στο εισόδημα των χαμηλά αμειβομένων εργαζομένων.
Η «αναβάθμιση» του ΟΜΕΔ
Το ίδιο ισχύει και στο ζήτημα των άλλων ΣΣΕ αλλά και στις προτάσεις που διατυπώνονται για το ρόλο του ΟΜΕΔ. Η επαναφορά του ΟΜΕΔ στο καθεστώς που λίγο - πολύ λειτουργούσε πριν από την έκδοση της ΠΥΣ δε σημαίνει και επαναφορά των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων στα μισθολογικά επίπεδα πριν από τις τεράστιες μειώσεις που επιβλήθηκαν στους κλαδικούς μισθούς και την εξάπλωση των ατομικών συμβάσεων.
Επομένως, η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία που έχει καταργηθεί, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει αποκατάσταση των κλαδικών συμβάσεων που ίσχυαν πριν την ΠΥΣ, η οποία επί της ουσίας τις κατάργησε και άνοιξε το δρόμο για την επιβολή μονομερώς από τους εργοδότες των ατομικών συμβάσεων με πολύ χειρότερους εργασιακούς όρους και μισθούς.
Με άλλα λόγια, όσο δεν αποκαθίστανται οι κλαδικές συμβάσεις στα όρια που βρίσκονταν το 2009, η όποια «αναβάθμιση» του ΟΜΕΔ δεν αποκαθιστά ούτε τις απώλειες των εργαζομένων, ούτε βέβαια «καταργεί τα μνημόνια» σε βάρος των μισθών και του εργατικού εισοδήματος.
Μάλιστα, η πρόταση που κάνει το υπουργείο να συνεκτιμάται «η οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων» και να δημιουργηθεί «σώμα οικονομικών εμπειρογνωμόνων» δίπλα στο σώμα μεσολαβητών και διαιτητών, οι οποίοι θα καθορίζουν τις οικονομικές δυνατότητες των επιχειρήσεων απέναντι στα εργατικά αιτήματα, τελικά θωρακίζουν τον ρόλο του ΟΜΕΔ ως εργαλείο της εργοδοσίας.
Η υπόθεση στα χέρια των εργαζομένων
Μπροστά στις μεθοδεύσεις της κυβέρνησης αλλά και στο ίδιο το περιεχόμενο των προτάσεων για τα εργασιακά, οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να δείξουν καμιά εμπιστοσύνη, καμιά ανοχή. Στο κλίμα αναμονής που επιχειρεί να καλλιεργήσει η νέα συγκυβέρνηση χρειάζεται αυξημένη ετοιμότητα και επαγρύπνηση, συσπείρωση και οργάνωση στα συνδικάτα.
Να διεκδικήσουν τώρα οι εργαζόμενοι, χωρίς καθυστέρηση, την άμεση επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ με νόμο, ως βάση για περαιτέρω αυξήσεις. Να παλέψουν σε κάθε επιχείρηση και κλάδο για την υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας που θα αποκαθιστούν τις τεράστιες απώλειες στους κλαδικούς μισθούς. Να μπει στην προμετωπίδα του κινήματος η πάλη για ανάκτηση των απωλειών, ξήλωμα του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου, ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ