Ανησυχούν στην Ευρωζώνη
«Την
ανησυχία ότι η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη μπορεί να μην είναι αντάξια των
προβλέψεων που έχουν διατυπώσει οι οικονομολόγοι της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) μέχρι το 2017 εξέφρασαν τα μέλη του Διοικητικού
Συμβουλίου της ευρωτράπεζας στη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε αρχές
Μαρτίου. Σε δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας "Financial Times",
μάλιστα, επισημαίνεται κομμάτι των πρακτικών, όπου αναφέρονται τα εξής:
"Δεν είναι βέβαιο μέχρι ποιο σημείο μπορεί να συνεχίσει να είναι
υποστηρικτική η νομισματική πολιτική το 2017", δηλαδή όταν θα έχει λήξει
το τρέχον πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων. Η τοποθέτηση αυτή είναι
ενδεικτική του προβληματισμού της ΕΚΤ για την προοπτική ανάπτυξης στην
Ευρωζώνη την επόμενη διετία.
Η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να εξασθενήσει στο εγγύς μέλλον εάν οι τιμές του πετρελαίου ανακάμψουν δυναμικότερα απ' ό,τι προβλέπεται. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο είναι αρκετά πιο περίπλοκες τον τελευταίο καιρό. Στον απόηχο του προβληματισμού των αξιωματούχων της ΕΚΤ βρίσκονται οι καθυστερήσεις των κυβερνήσεων για την προώθηση ριζικών μεταρρυθμίσεων, που θα αναβαθμίσουν τη μεσοπρόθεσμη προοπτική ανάπτυξης» («Καθημερινή», 3/4/2015).
Για την ώρα, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ με την αγορά ομολόγων και το τύπωμα ευρώ, έχει ενισχύσει το οικονομικό κλίμα στην Ευρωζώνη, στον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά οι ρυθμοί ανάπτυξης και η κατανάλωση απέχουν από τα προ κρίσης επίπεδα.
Ολ' αυτά είναι ενδεικτικά της κατάστασης της καπιταλιστικής οικονομίας της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, ο ρυθμός ανάπτυξης της Ευρωζώνης για το 2015 εκτιμούν ότι θα είναι 1,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2016, αναμένεται να φθάσει το 1,9%. Βεβαίως αυτές είναι εκτιμήσεις, προβλέψεις. Εχουν γίνει ανάλογες και στο παρελθόν που στην πορεία αναθεωρούνται προς τα κάτω ή ως τελικό αποτέλεσμα, δηλαδή στο τέλος του χρόνου, οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν πιάνονται.
Η Κομισιόν μιλά για ανάπτυξη λόγω της αυξημένης εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης, της πολύ χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Ως προς το δεύτερο, πασχίζει η ΕΚΤ, αλλά ως προς το πρώτο, τα πράγματα είναι δύσκολα για δύο λόγους: Ο ένας είναι η μεγάλη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, και ο δεύτερος το γεγονός ότι η στασιμότητα στην οικονομία της Ευρωζώνης, η ύφεση στη Ρωσία, η επιβράδυνση στην Κίνα, δυσκολεύουν αφάνταστα τις εξαγωγές. Η εργατική δύναμη θα συνεχίσει να είναι φτηνή, γιατί η αύξησή της εμποδίζει την ανταγωνιστικότητα, μειώνει το ποσοστό κέρδους. Είναι μια αξεπέραστη αντίφαση του καπιταλισμού.
Την ίδια ώρα η ίδια η Κομισιόν εκτιμά ότι οι προοπτικές ανάπτυξης είναι για την ώρα περιορισμένες «λόγω του ασθενούς επενδυτικού περιβάλλοντος και της υψηλής ανεργίας». Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι βασικό μειονέκτημα για την καπιταλιστική ανάκαμψη είναι ότι δε γίνονται επενδύσεις. Πού στηρίζεται η όποια αισιοδοξία της Κομισιόν; Στις χαμηλές τιμές του πετρελαίου, στην υποτίμηση του ευρώ λόγω της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ και στο Επενδυτικό Σχέδιο Γιούνκερ. Η τιμή του πετρελαίου μπορεί να αυξηθεί, ήδη αυξάνεται. Το φτηνό ευρώ μειώνει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, ενώ το σχέδιο Γιούνκερ απαιτεί τεράστια ιδιωτικά κεφάλαια για να προχωρήσει. Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και το «στρίμωγμα» από την τρόικα στη χρηματοδότηση της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ επιδρά και στη στασιμότητα, στην ύφεση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Βεβαίως, όλες αυτές οι ανησυχίες είναι των καπιταλιστών. Για τους εργαζόμενους επιφυλάσσουν την ίδια ζοφερή κατάσταση αν όχι χειρότερη. Ηδη π.χ. στην Ιταλία η κυβέρνηση Μ. Ρέντσι παίρνει νέα μέτρα ύψους 10 δισ. ευρώ. Και στην Ελλάδα της κατάργησης των μνημονίων ετοιμάζονται μέτρα 7 δισ. ευρώ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι είτε με ύφεση, κρίση, είτε με ανάκαμψη, τη νύφη την πληρώνουν οι λαοί. Που, αν δεν αποτινάξουν τον καπιταλισμό δε θα δουν καλύτερες μέρες.
Η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να εξασθενήσει στο εγγύς μέλλον εάν οι τιμές του πετρελαίου ανακάμψουν δυναμικότερα απ' ό,τι προβλέπεται. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο είναι αρκετά πιο περίπλοκες τον τελευταίο καιρό. Στον απόηχο του προβληματισμού των αξιωματούχων της ΕΚΤ βρίσκονται οι καθυστερήσεις των κυβερνήσεων για την προώθηση ριζικών μεταρρυθμίσεων, που θα αναβαθμίσουν τη μεσοπρόθεσμη προοπτική ανάπτυξης» («Καθημερινή», 3/4/2015).
Για την ώρα, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ με την αγορά ομολόγων και το τύπωμα ευρώ, έχει ενισχύσει το οικονομικό κλίμα στην Ευρωζώνη, στον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά οι ρυθμοί ανάπτυξης και η κατανάλωση απέχουν από τα προ κρίσης επίπεδα.
Ολ' αυτά είναι ενδεικτικά της κατάστασης της καπιταλιστικής οικονομίας της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, ο ρυθμός ανάπτυξης της Ευρωζώνης για το 2015 εκτιμούν ότι θα είναι 1,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2016, αναμένεται να φθάσει το 1,9%. Βεβαίως αυτές είναι εκτιμήσεις, προβλέψεις. Εχουν γίνει ανάλογες και στο παρελθόν που στην πορεία αναθεωρούνται προς τα κάτω ή ως τελικό αποτέλεσμα, δηλαδή στο τέλος του χρόνου, οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν πιάνονται.
Η Κομισιόν μιλά για ανάπτυξη λόγω της αυξημένης εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης, της πολύ χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Ως προς το δεύτερο, πασχίζει η ΕΚΤ, αλλά ως προς το πρώτο, τα πράγματα είναι δύσκολα για δύο λόγους: Ο ένας είναι η μεγάλη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, και ο δεύτερος το γεγονός ότι η στασιμότητα στην οικονομία της Ευρωζώνης, η ύφεση στη Ρωσία, η επιβράδυνση στην Κίνα, δυσκολεύουν αφάνταστα τις εξαγωγές. Η εργατική δύναμη θα συνεχίσει να είναι φτηνή, γιατί η αύξησή της εμποδίζει την ανταγωνιστικότητα, μειώνει το ποσοστό κέρδους. Είναι μια αξεπέραστη αντίφαση του καπιταλισμού.
Την ίδια ώρα η ίδια η Κομισιόν εκτιμά ότι οι προοπτικές ανάπτυξης είναι για την ώρα περιορισμένες «λόγω του ασθενούς επενδυτικού περιβάλλοντος και της υψηλής ανεργίας». Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι βασικό μειονέκτημα για την καπιταλιστική ανάκαμψη είναι ότι δε γίνονται επενδύσεις. Πού στηρίζεται η όποια αισιοδοξία της Κομισιόν; Στις χαμηλές τιμές του πετρελαίου, στην υποτίμηση του ευρώ λόγω της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ και στο Επενδυτικό Σχέδιο Γιούνκερ. Η τιμή του πετρελαίου μπορεί να αυξηθεί, ήδη αυξάνεται. Το φτηνό ευρώ μειώνει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, ενώ το σχέδιο Γιούνκερ απαιτεί τεράστια ιδιωτικά κεφάλαια για να προχωρήσει. Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και το «στρίμωγμα» από την τρόικα στη χρηματοδότηση της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ επιδρά και στη στασιμότητα, στην ύφεση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Βεβαίως, όλες αυτές οι ανησυχίες είναι των καπιταλιστών. Για τους εργαζόμενους επιφυλάσσουν την ίδια ζοφερή κατάσταση αν όχι χειρότερη. Ηδη π.χ. στην Ιταλία η κυβέρνηση Μ. Ρέντσι παίρνει νέα μέτρα ύψους 10 δισ. ευρώ. Και στην Ελλάδα της κατάργησης των μνημονίων ετοιμάζονται μέτρα 7 δισ. ευρώ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι είτε με ύφεση, κρίση, είτε με ανάκαμψη, τη νύφη την πληρώνουν οι λαοί. Που, αν δεν αποτινάξουν τον καπιταλισμό δε θα δουν καλύτερες μέρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου