ΝΕΕΣ «ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ» ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ
Προωθούν την ενσωμάτωση του λαού στο σύστημα
Με «Σχέδια Β» προσφέρουν «εναλλακτικές» στο κεφάλαιο για τη σφαγή των λαϊκών στρωμάτων. Χαρακτηριστικές οι προτάσεις του «Αριστερού Κόμματος» της Γαλλίας, συμμάχου της νεοσύστατης «Λαϊκής Ενότητας»
Στο πλαίσιο αυτού του «επαναπροσανατολισμού της ριζοσπαστικής Αριστεράς» δυναμώνει η συζήτηση για ένα «Plan B» («Σχέδιο Β») που στηρίζουν κόμματα όπως το PG και η ΛΑΕ, εννοώντας την εξέταση εναλλακτικών στη σημερινή Ευρωζώνη και προσπαθώντας να πείσουν για τα οφέλη που έχει η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα. Μάλιστα σχεδιάζουν και «Πανευρωπαϊκή Σύνοδο για το Plan B» και στο πλαίσιο των εκδηλώσεων που κάθε χρόνο κάνει η «Ουμανιτέ», είχε προγραμματιστεί για χθες εκδήλωση με ομιλητές τους Μελανσό και τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας Γιάννη Βαρουφάκη και τον συνιδρυτή της γερμανικής «Αριστεράς» Οσκαρ Λαφοντέν.
Ομως, τι είδους «στρατηγικός επαναπροσανατολισμός» είναι αυτός που επιδιώκουν αυτά τα κόμματα και πόσο υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα; Κεντρικές παρεμβάσεις αυτών των κομμάτων επιβεβαιώνουν ότι το μόνο που κάνουν είναι να θέτουν τις υπηρεσίες τους στη διάθεση μερίδων του κεφαλαίου, οι οποίες αναζητούν τρόπους να ανακτήσουν χαμένο έδαφος απέναντι στους ισχυρότερους αντιπάλους τους. Να μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Πρόβλημά τους η «γερμανική Ευρώπη»
Κεντρικό άρθρο στην ιστοσελίδα του «Αριστερού Κόμματος» στις 24 Αυγούστου, σημείωνε: «Αυτοί
που θέλουν να κυβερνήσουν διαφορετικά την Ευρώπη δε θα το καταφέρουν
αυτό εκτός αν αναλάβουν ένα plan B απέναντι στη γερμανική Ευρώπη. Η
Γερμανία της Μέρκελ πρέπει να μάθει ότι μπορούμε να κάνουμε χωρίς
αυτήν... Η ανυπακοή στις (ευρωπαϊκές) συνθήκες, ένας νέος ρόλος για τις
κεντρικές εθνικές τράπεζες, ένα κοινό και όχι ένα μοναδικό νόμισμα (σ.σ.
«monnaie commune plutot que monnaie unique»), η ένταξη του θέματος του
προστατευτισμού στη νομισματική και την εμπορική πολιτική είναι επίσης
ζητήματα προς συζήτηση...»Δηλαδή, το εν λόγω κόμμα βλέπει ως πρόβλημα στην ιμπεριαλιστική διακρατική ΕΕ το προβάδισμα του γερμανικού κεφαλαίου (και μιλά κατά της ... «γερμανικής Ευρώπης») και όχι το γεγονός ότι αυτή συντονίζει την αντιλαϊκή επίθεση σε βάρος όλων των ευρωπαϊκών λαών. Οσο για τα «ζητήματα προς συζήτηση» που εντοπίζει αυτά δεν αφορούν παρά την αναβάπτιση των εργαλείων στήριξης των επιχειρηματικών σχεδιασμών όπως είναι οι τράπεζες, την πρόταξη άλλου μείγματος διαχείρισης της οικονομίας («νέος ρόλος για τις εθνικές κεντρικές τράπεζες»), τη μεγαλύτερη ευελιξία στα όρια και στους τρόπους χάραξης δημοσιονομικής πολιτικής, το βαθμό συνδιαμόρφωσης κεντρικών πολιτικών και οικονομικών επιλογών («κοινό και όχι μοναδικό νόμισμα»), αφού μερίδες (και) της γαλλικής αστικής τάξης εκτιμούν ότι μια μεγαλύτερη «αυτονομία» θα συμβάλει στην ταχύτερη προώθηση των σχεδίων τους και την ανάκτηση χαμένου εδάφους. Αντίστοιχα, και η «ένταξη του προστατευτισμού στη νομισματική και την εμπορική πολιτική» δεν αφορά παρά τα ντόπια μονοπώλια κάθε χώρας που αναζητούν «προστασία» απέναντι σε ανταγωνιστές τους που τους «κλέβουν» μερίδια σε μια σειρά από κλάδους αλλά και αγορές. `Η το πολύ - πολύ να αφορούν την «προστασία» κρατικοποιημένων επιχειρήσεων που σε δεδομένη χρονική στιγμή δεν αποκλείεται να επανέλθουν στο προσκήνιο αν αυτό υπηρετήσει καλύτερα π.χ. τη διαδικασία συγκέντρωσης κεφαλαίου.
Δε θέλουν «ισχυρό ευρώ»
Ο συντονιστής του ΑΚ Ερικ Κοκερέλ σε άρθρο του επίσης στην ιστοσελίδα του ΑΚ στις 18 Αυγούστου
με τίτλο «Για μια διεθνιστική Σύνοδο του Σχεδίου Β», εξηγώντας γιατί
προκαλεί προβληματισμό η σημερινή «γερμανική Ευρώπη» υπογράμμιζε πως το
πρόβλημα είναι η πολιτική «του ισχυρού ευρώ και μιας καθαρά
μονεταριστικής πολιτικής για να εξασφαλιστεί η γερμανική ανάπτυξη μέσα
από μια πολιτική επιθετικών εξαγωγών...»Τέτοιες επισημάνσεις γίνονται όλο και πιο συχνά, πολλές φορές και από φυσικούς εκπροσώπους μονοπωλίων, στελέχη επιχειρήσεων κ.τλ., ειδικά από κλάδους που ένα υποτιμημένο νόμισμα θα ωφελούσε σημαντικά τόσο για να διευρύνουν τις εξαγωγές τους, όσο και για να αναμετρηθούν πιο σθεναρά για την κυριαρχία σε (τμήματα έστω) της ντόπιας αγοράς. Είναι άλλωστε πλέον κοινό μυστικό πως τα γερμανικά μονοπώλια προπορεύονται κατά πολύ από τα αντίστοιχα γαλλικά σε κλάδους όπου τα δεύτερα είχαν ζηλευτές επιδόσεις πριν λίγα χρόνια (π.χ. Τρόφιμα).
Αντίστοιχα, η άλλη συντονίστρια του ΑΚ, Ντανιέλ Σιμονέ, σε άρθρο της που δημοσίευσε η ιστοσελίδα «Mediapart» στις 23 Αυγούστου με τίτλο «Ενα Σχέδιο Β απέναντι στη γερμανική Ευρώπη» κατήγγειλε: «Ο στόχος της Γερμανίας, αρχιχειριστή της τρόικας είναι να ελέγξει όλες τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας. Αυτές οι πολιτικές λιτότητας προκαλούν την οικονομική επιβράδυνση σε όλες τις χώρες της ζώνης του Ευρώ με εξαίρεση τη Γερμανία...». Να και η ανοιχτή κατάθεση της αγωνίας για την επιβράδυνση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, για τη μείωση δηλαδή της κερδοφορίας των μονοπωλίων.
Πρόβλημα, λοιπόν, των φίλων και συμμάχων της ΛΑΕ είναι το προβάδισμα του γερμανικού κεφαλαίου, όχι η κυριαρχία του κεφαλαίου γενικά. Το «Σχέδιο Β» που λένε ότι καταρτίζουν αφορά τα συμφέροντα μερίδων των μονοπωλίων που είναι σήμερα ριγμένα στη μοιρασιά του πλούτου που οι εκμεταλλευτές κλέβουν από τους παραγωγούς του πλούτου. Είναι σχέδιο εξίσου αντιλαϊκό με τα «Σχέδια Α», «εναλλακτικό» μόνο για τα μονοπώλια που θέλουν να ξαναβρούν τη χαμένη τους δύναμη και να τη χρησιμοποιήσουν, κλιμακώνοντας την αντιλαϊκή - αντεργατική έφοδο που δεν πρόκειται να σταματήσουν, αφού από αυτή τρέφονται και δυναμώνουν.
«Ανεξαρτησία» για τους κλέφτες του λαϊκού μόχθου
«Η ανεξαρτησία της Γαλλίας αποτελεί αναγκαιότητα», αναφωνούσε ο ίδιος ο Μελανσόν, κλείνοντας τις εργασίες του «Θερινού Πανεπιστημίου» στην Τουλούζη. «Αν πρέπει να διαλέξω ανάμεσα στην ανεξαρτησία της Γαλλίας και το ευρώ, διαλέγω την ανεξαρτησία... Διαλέγω την εθνική κυριαρχία»,
διευκρίνιζε λίγες μέρες πριν σε συνέντευξή του στη «Ζουρνάλ ντε
Ντιμάνς», ενώ σε άλλη του συνέντευξη (στην εφημερίδα «Λα Ντεπές»)
τόνιζε: «Το ζήτημα δεν είναι μόνο το ενιαίο νόμισμα αλλά κύρια οι ευρωπαϊκές συνθήκες» και εστίαζε «ειδικά στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο που ο Φρανσουά Ολάντ είχε υποσχεθεί να επαναδιαπραγματευτεί και πιέστηκε να υπογράψει».Δηλαδή, και το ΑΚ καταδικάζει τη λεγόμενη «αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία», αυτή που καταγγέλλουν μια σειρά άλλα κόμματα και κυβερνήσεις της αστικής τάξης στην Ευρώπη, γιατί περιορίζει τα περιθώρια και τους τρόπους στήριξης ντόπιων επιχειρήσεων μέσα από κρατικές επιδοτήσεις κ.τ.λ. και ωφελεί δυνάμεις που είναι ισχυρότερες όπως η Γερμανία.
Για τους εργαζόμενους λαούς το ζήτημα δεν είναι όμως η «ανεξαρτησία» γενικά και αόριστα της χώρας τους. Το ζήτημα είναι πώς οι ίδιοι θα μπορέσουν να αναπτύξουν και να αξιοποιήσουν τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας τους προς όφελος δικό τους και προς όφελος των παιδιών τους. Πώς θα «απεξαρτηθούν» και θα αποτινάξουν από το σβέρκο τους κάθε εκμεταλλευτή, όποια σημαία κι αν έχει βάλει να στολίζει τα γραφεία και τα θησαυροφυλάκιά του. Σε μια τέτοια «κόντρα», ξένη και εχθρική προς τα δικά του συμφέροντα, οι λαοί δεν έχουν κανένα λόγο να αναμειχθούν. Μόνο τους όφελος είναι τέτοιες «κόντρες» να ξεμπροστιάζονται και να προσφέρουν συμπεράσματα για τους παλιούς και νέους υπηρέτες των μονοπωλίων, τους νέους διαχειριστές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που ξεπηδούν σαν τα μανιτάρια, προκειμένου να μπουν ανάχωμα στη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών εκμεταλλευόμενων στρωμάτων.
Α. Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου