Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών: Με κράχτη την αντιλαϊκή πολιτική
Μπόλικο
κουρνιαχτό επιχειρεί να ξεσηκώσει η συγκυβέρνηση γύρω από την υπόθεση
της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζικών ομίλων, την οποία συνδέει με την
«αντιμετώπιση» των «κόκκινων» δανείων. Το ζήτημα αφορά τις αυξήσεις
μετοχικού κεφαλαίου, συνολικού ύψους 14,4 δισ. ευρώ, που σύμφωνα με τους
διαγνωστικούς ελέγχους διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Και βέβαια, δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, όπως αυτές που αξιοποιούσαν τόσο οι τράπεζες όσο και συνολικά οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι στην προηγούμενη φάση των εκρηκτικών ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όταν τα φρέσκα κεφάλαια διοχετεύονταν σε νέες κερδοφόρες επενδύσεις και για την ανάπτυξη των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, είτε εντός της χώρας είτε στον ευρύτερο ζωτικό χώρο (Νοτιοανατολική Ευρώπη και αλλού).
Σήμερα,
στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης, οι αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων
κρίνονται απόλυτα απαραίτητες προκειμένου οι τράπεζες να καταφέρουν να
διατηρηθούν «στη ζωή», να μπορέσουν να ανταποκριθούν έστω και στους
ιδιαίτερα χαμηλούς ρυθμούς χορήγησης τραπεζικών δανείων και των άλλων
επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, να αναπληρώσουν τη ραγδαία απαξίωση
και καταστροφή κεφαλαίων που επέφερε η φάση της καπιταλιστικής κρίσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η «κεφαλαιακή ανεπάρκεια» που εντοπίζει η ΕΚΤ, σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους, προκειμένου να αποτραπούν τυχόν «κανόνια» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενώ επί της ουσίας, με τις αυξήσεις των μετοχικών κεφαλαίων, έρχονται να φυλάξουν τα νώτα τους από την εκδήλωση νέων κραδασμών. Για παράδειγμα, το λεγόμενο «δυσμενές σενάριο» που ανακοινώνει η ΕΚΤ (έναντι του «βασικού σεναρίου» που επίσης ανακοινώθηκε), προβλέπει το ενδεχόμενο σημαντικών ρυθμών βύθισης του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια, δηλαδή νέας οικονομικής κρίσης, μια εξέλιξη που θα απογείωνε παραπέρα τα «κόκκινα» δάνεια, λόγω αδυναμίας αποπληρωμής τους από τους επιχειρηματικούς ομίλους που έχουν δανειστεί. Η κρίση έχει τέτοιες συνέπειες. Μάλιστα, ειδικοί κίνδυνοι και ειδική αρνητική «βαθμολογία» προβλέπονται για δάνεια που ήδη έχουν χορηγηθεί, όπως για μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, γεγονός που αυγατίζει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών που δραστηριοποιούνται περισσότερο από άλλες σε συγκεκριμένους, περισσότερο «επίφοβους» τομείς.
Παράλληλα,
η αύξηση των μετοχικών κεφαλαίων και μάλιστα σε τέτοιο ύψος, σε αυτή τη
φάση, δε θα μπορούσε να ικανοποιηθεί από το όποιο ενδιαφέρον των
ιδιωτών - «επενδυτών». Γιατί δεν υπάρχει βεβαιότητα αποκόμισης κέρδους
στην παρούσα φάση εξέλιξης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Ετσι, το έλλειμμα αυτό έρχεται να καλύψει το αστικό κράτος μέσω της δανειακής σύμβασης που συνοδεύει το τρίτο μνημόνιο. Και βέβαια και τα ποσά αυτά φορτώνονται στο κρατικό χρέος και σε κάθε περίπτωση στις πλάτες του λαού.
Την ίδια ώρα, η συγκυβέρνηση
επιχειρεί να καλλιεργήσει ψευδείς εντυπώσεις, όπως σχετικά με τη
διοχέτευση χρηματοδότησης στην «πραγματική οικονομία», ως αποτέλεσμα της
ανακεφαλαιοποίησης.
Και βέβαια, πρόκειται για έναν ακόμη εμπαιγμό. Η επιχείρηση ανάκαμψης του κεφαλαίου, έστω και αναιμική όσο και αβέβαιη, προϋποθέτει την εφαρμογή διαδοχικών μέτρων της αντιλαϊκής πολιτικής, που με τη σειρά της αποτελεί τον καλύτερο κράχτη για την προσέλκυση των «επενδυτών».
Α. Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου