Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ - Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση του 1891
Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση του 1891
Οι παλιότερες μεγάλες εκδόσεις αυτού του έργου εξαντλήθηκαν εδώ και μισό χρόνο σχεδόν, και ο εκδότης από καιρό κιόλας μου ζήτησε να φροντίσω για μια νέα έκδοση. Πιο επείγουσες δουλιές μ' εμπόδισαν ως τα τώρα να το κάνω. Από τότε που βγήκε η πρώτη έκδοση πέρασαν εφτά χρόνια, που στο διάστημά τους σημείωσε σημαντικές προόδους η γνώση των πρωτόγονων μορφών της οικογένειας. Επρεπε λοιπόν εδώ να γίνουν με επιμέλεια διορθώσεις και συμπληρώσεις. Και μάλιστα τόσο περισσότερο που η προβλεπόμενη στερεοτυπία του τωρινού κειμένου θα μου στερήσει τη δυνατότητα για ένα διάστημα να κάνω παραπέρα αλλαγές.
Θεώρησα λοιπόν με φροντίδα ολόκληρο το κείμενο και έκανα μια σειρά προσθήκες, ελπίζοντας έτσι πως πήρα υπόψη μου, όπως αρμόζει, τη σημερινή κατάσταση της επιστήμης. Ακόμα, δίνω παρακάτω στον πρόλογο τούτο μια σύντομη επισκόπηση για την εξέλιξη της ιστορίας της οικογένειας από τον Μπάχοφεν ως τον Μόργκαν. Και το κάνω αυτό κυρίως γιατί η αγγλική προϊστορική σχολή με τη σοβινιστική χροιά της, εξακολουθεί να κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για ν' αποσιωπήσει ολότελα την ανατροπή που έγινε με τις ανακαλύψεις του Μόργκαν στις αντιλήψεις για την πρωτόγονη ιστορία, ενώ σύγχρονα δεν ενοχλείται καθόλου να οικειοποιείται συμπεράσματα του Μόργκαν. Κι αλλού ακολουθούν, πού και πού μάλιστα με το παραπάνω, αυτό το αγγλικό παράδειγμα.
Η εργασία μου μεταφράστηκε σε διάφορες ξένες γλώσσες. Πρώτα στα ιταλικά:
«L' origine della famiglia, della proprieta privata e dello stato,
versione riveduta dall' autore, di Pasquale Martignetti», Benevento
1885. Υστερα στα ρουμάνικα: «Ongina familei, proprietatei private si a
statului, traducere de Joan Nadejde» στο περιοδικό του Ιασίου
«Contemporapul» Σεπτέμβρης 1885 - Μάης 1886. Επίσης, στα δανικά:
«Familjens, Privatejendommens og Statens Oprindelse, Dansk, af
Forfatteren gennemgaaet Udgave, besorget af Gerson Trier» Kobenhavn
1888. Μια γαλλική μετάφραση του Ανρί Ραβέ, που έχει γίνει από τούτη τη
γερμανική έκδοση, βρίσκεται στα πιεστήρια.
Ως τις αρχές της δεκαετίας 1860 - 1870, δεν μπορούσε να γίνεται λόγος για ιστορία της οικογένειας. Η ιστορική επιστήμη στον τομέα αυτόν βρισκόταν ακόμα ολότελα κάτω από την επίδραση των πέντε βιβλίων του Μωυσή. Την πατριαρχική μορφή της οικογένειας, που στα βιβλία αυτά περιγράφεται πιο λεπτομερειακά από οπουδήποτε αλλού, δεν τη θεωρούσαν μονάχα ασυζήτητα σαν την πιο παλιά μορφή της, μα επίσης - ύστερα από αφαίρεση της πολυγαμίας - την ταύτιζαν με τη σημερινή αστική οικογένεια, έτσι που ουσιαστικά η οικογένεια δεν πέρασε δήθεν απολύτως καμιά ιστορική εξέλιξη. Το πολύ - πολύ παραδέχονταν ότι στην πρωτόγονη εποχή μπορεί να υπήρξε μια περίοδος σεξουαλικής ακαταστασίας. Βέβαια εκτός από τη μονογαμία γνώριζαν την ανατολίτικη πολυγαμία και την ινδο-θιβετιανή πολυανδρία, αυτές όμως οι τρεις μορφές δεν μπορούσαν να μπουν σε μια ιστορική σειρά και φιγουράριζαν ασύνδετα η μια πλάι στην άλλη. Το ότι σε ορισμένους λαούς της παλιάς ιστορίας, καθώς και σε ορισμένους άγριους που υπάρχουν ακόμα, η καταγωγή δε λογαριαζόταν από τον πατέρα, μα από τη μητέρα, επομένως νομιζόταν ότι ισχύει μονάχα η γυναικεία γραμμή, το ότι σε πολλούς σημερινούς λαούς απαγορεύεται ο γάμος μέσα σε ορισμένες μεγαλύτερες ομάδες, που τότε δεν τις είχαν εξετάσει πιο επισταμένα και το ότι βρίσκεται αυτό το έθιμο
σε όλα τα μέρη του κόσμου - αυτά τα γεγονότα ήταν βέβαια γνωστά και συγκεντρώνονταν όλο και περισσότερο τέτοια παραδείγματα. Ομως δεν ξέραν τι να τα κάνουν και ακόμα και ο Ε. Β. Tylor στο έργο του «Researches into the Early History of Mankind and the Development of Civilization»1, (1865) τα αναφέρει σαν απλές «παράξενες συνήθειες», πλάι στην απαγόρευση που ισχύει σε μερικούς άγριους να μην αγγίζουν καιόμενα ξύλα με σιδερένιο εργαλείο και άλλες παρόμοιες θρησκευτικές παρλαπίπες.
Ως τις αρχές της δεκαετίας 1860 - 1870, δεν μπορούσε να γίνεται λόγος για ιστορία της οικογένειας. Η ιστορική επιστήμη στον τομέα αυτόν βρισκόταν ακόμα ολότελα κάτω από την επίδραση των πέντε βιβλίων του Μωυσή. Την πατριαρχική μορφή της οικογένειας, που στα βιβλία αυτά περιγράφεται πιο λεπτομερειακά από οπουδήποτε αλλού, δεν τη θεωρούσαν μονάχα ασυζήτητα σαν την πιο παλιά μορφή της, μα επίσης - ύστερα από αφαίρεση της πολυγαμίας - την ταύτιζαν με τη σημερινή αστική οικογένεια, έτσι που ουσιαστικά η οικογένεια δεν πέρασε δήθεν απολύτως καμιά ιστορική εξέλιξη. Το πολύ - πολύ παραδέχονταν ότι στην πρωτόγονη εποχή μπορεί να υπήρξε μια περίοδος σεξουαλικής ακαταστασίας. Βέβαια εκτός από τη μονογαμία γνώριζαν την ανατολίτικη πολυγαμία και την ινδο-θιβετιανή πολυανδρία, αυτές όμως οι τρεις μορφές δεν μπορούσαν να μπουν σε μια ιστορική σειρά και φιγουράριζαν ασύνδετα η μια πλάι στην άλλη. Το ότι σε ορισμένους λαούς της παλιάς ιστορίας, καθώς και σε ορισμένους άγριους που υπάρχουν ακόμα, η καταγωγή δε λογαριαζόταν από τον πατέρα, μα από τη μητέρα, επομένως νομιζόταν ότι ισχύει μονάχα η γυναικεία γραμμή, το ότι σε πολλούς σημερινούς λαούς απαγορεύεται ο γάμος μέσα σε ορισμένες μεγαλύτερες ομάδες, που τότε δεν τις είχαν εξετάσει πιο επισταμένα και το ότι βρίσκεται αυτό το έθιμο
σε όλα τα μέρη του κόσμου - αυτά τα γεγονότα ήταν βέβαια γνωστά και συγκεντρώνονταν όλο και περισσότερο τέτοια παραδείγματα. Ομως δεν ξέραν τι να τα κάνουν και ακόμα και ο Ε. Β. Tylor στο έργο του «Researches into the Early History of Mankind and the Development of Civilization»1, (1865) τα αναφέρει σαν απλές «παράξενες συνήθειες», πλάι στην απαγόρευση που ισχύει σε μερικούς άγριους να μην αγγίζουν καιόμενα ξύλα με σιδερένιο εργαλείο και άλλες παρόμοιες θρησκευτικές παρλαπίπες.
Ο «μυστικιστής» Μπάχοφεν και το μητρικό Δίκαιο
Η ιστορία της οικογένειας χρονολογείται από το 1861, από τότε που
εκδόθηκε το «Μητρικό Δίκαιο» («Mutterretht») του Μπάχοφεν. Σ' αυτό ο
συγγραφέας διατυπώνει τους ισχυρισμούς: 1) Οτι οι άνθρωποι στην αρχή
ζούσαν σε σεξουαλικές σχέσεις χωρίς περιορισμούς, που τις χαρακτηρίζει
με τη λαθεμένη έκφραση εταιρισμός. 2) Οτι οι τέτοιες σχέσεις αποκλείουν
κάθε σίγουρη πατρότητα, ότι επομένως και η καταγωγή μπορούσε να
λογαριάζεται μονάχα από τη γυναικεία γραμμή - σύμφωνα με το μητρικό
Δίκαιο, και ότι αρχικά αυτό συνέβαινε σε όλους τους λαούς της
αρχαιότητας. 3) Οτι για το λόγο αυτό εκτιμούσαν και σέβονταν σε μεγάλο
βαθμό τις γυναίκες που σαν μητέρες ήταν οι μοναδικά σίγουροι γνωστοί
γονείς της νεότερης γενιάς, βαθμό που κατά την αντίληψη του Μπάχοφεν,
έφτανε ως την πλέρια κυριαρχία των γυναικών (γυναικοκρατία). 4) Οτι το
πέρασμα στη μονογαμία, όπου η γυναίκα ανήκε αποκλειστικά σ' έναν άντρα,
περιέκλεινε την παράβαση μιας παμπάλαιας θρησκευτικής εντολής, (δηλαδή
πραγματικά την παράβαση του από παράδοση δικαιώματος των υπόλοιπων
αντρών πάνω στην ίδια γυναίκα), μια παράβαση που έπρεπε να εξιλεωθεί ή
να εξαγοραστεί η ανοχή της με μια χρονικά περιορισμένη έκδοση της
γυναίκας.
Τις αποδείξεις γι' αυτές τις θέσεις τις βρίσκει ο Μπάχοφεν σε πολυάριθμα χωρία της παλιάς κλασικής φιλολογίας που τα μάζεψε μ' εξαιρετική επιμέλεια. Σύμφωνα μ' αυτόν, η εξέλιξη από τον «εταιρισμό» στη μονογαμία και από το μητρικό στο πατρικό δίκαιο γίνεται, ειδικά στους Ελληνες, σαν συνέπεια μιας παραπέρα εξέλιξης των θρησκευτικών παραστάσεων, μιας εισδοχής νέων θεοτήτων που αντιπροσωπεύουν το νέο τρόπο αντίληψης, στο παλιό πατροπαράδοτο πάνθεο, που εκπροσωπούσε τις παλιές αντιλήψεις, έτσι που οι πρώτες όλο και πιότερο απωθούν το δεύτερο στο βάθος της σκηνής. Σύμφωνα με τον Μπάχοφεν, λοιπόν, δεν είναι η εξέλιξη των πραγματικών όρων ζωής των ανθρώπων, μα η θρησκευτική ανταύγεια αυτών των όρων ζωής στα κεφάλια των ίδιων των ανθρώπων, που προκάλεσε τις ιστορικές αλλαγές στην αμοιβαία κοινωνική θέση του άντρα και της γυναίκας. Σύμφωνα μ' αυτά, ο Μπάχοφεν παρουσιάζει την «Ορέστεια» του Αισχύλου σαν τη δραματική περιγραφή του αγώνα ανάμεσα στο μητρικό δίκαιο που έδυε και στο πατρικό δίκαιο που στην ηρωική εποχή ανάτελλε και νικούσε. Η Κλυταιμνήστρα για χάρη του εραστή της, Αίγισθου, σκότωσε τον άντρα της, τον Αγαμέμνονα που γύρισε από τον τρωικό πόλεμο. Ο Ορέστης όμως που ήταν γιος της Κλυταιμνήστρας και του Αγαμέμνονα, εκδικιέται το φόνο του πατέρα, σκοτώνοντας τη μητέρα του. Γι' αυτό τον καταδίωκαν οι Ερινύες, οι δαιμονικές υπερασπίστριες του μητρικού δικαίου που θεωρούν τη μητροκτονία σαν το πιο βαρύ, το πιο ανεξιλέωτο έγκλημα. Μα ο Απόλλωνας που με το χρησμό του έσπρωξε τον Ορέστη σ' αυτή την πράξη και η Αθηνά, που την καλούνε δικαστίνα - οι δυο θεοί που εκπροσωπούν εδώ το καινούργιο καθεστώς του πατρικού δικαίου - τον προστατεύουν. Η Αθηνά ακούει και τα δυο μέρη. Ολο το διαφιλονικούμενο ζήτημα συνοψίζεται σύντομα στη συζήτηση που γίνεται τώρα ανάμεσα στον Ορέστη και τις Ερινύες. Ο Ορέστης επικαλείται ότι η Κλυταιμνήστρα έκανε διπλό έγκλημα: γιατί σκοτώνοντας τον άντρα της σκότωσε μαζί και τον πατέρα του. Γιατί λοιπόν οι Ερινύες καταδιώκουν αυτόν, κι όχι εκείνη, που είναι πολύ πιο φταίχτρα; Η απάντηση είναι χτυπητή: «Ουκ ην όμαιμος φωτός ον κατέκτανεν»2.
Ο φόνος ενός ανθρώπου που δε συγγενεύει με αίμα κι αν ακόμα είναι ο άντρας της φόνισσας, εξιλεώνεται, δεν ενδιαφέρει τις Ερινύες. Αυτωνών δουλιά είναι μονάχα να καταδιώκουν το φόνο ανάμεσα στους συγγενείς από αίμα και δω, σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο, το πιο βαρύ και το πιο ανεξιλέωτο είναι η μητροκτονία. Τώρα εμφανίζεται ο Απόλλωνας σαν συνήγορος του Ορέστη. Η Αθηνά βάζει τους αρεοπαγίτες - τους Αθηναίους δικαστές - να ψηφίσουν. Οι ψήφοι είναι ίσοι για την αθώωση και την καταδίκη. Τότε η Αθηνά, σαν προϊστάμενη, δίνει την ψήφο της στον Ορέστη, και τον αθωώνει. Το πατρικό δίκαιο νίκησε το μητρικό δίκαιο. Οι «θεοί της νέας γενιάς» όπως τους χαρακτηρίζουν οι ίδιες οι Ερινύες, νικούν τις Ερινύες που πείθονται στο τέλος να αναλάβουν ένα νέο αξίωμα στην υπηρεσία του νέου καθεστώτος.
Αυτή η καινούργια, μα απόλυτα σωστή ερμηνεία της «Ορέστειας» είναι ένα από τα ωραιότερα και καλύτερα μέρη όλου του βιβλίου, αποδείχνει όμως σύγχρονα ότι ο Μπάχοφεν πιστεύει τουλάχιστο στις Ερινύες, στον Απόλλωνα και στην Αθηνά, όσο και ο Αισχύλος στην εποχή του. Πιστεύει ακριβώς, ότι στην ελληνική ηρωική εποχή έκαμαν το θαύμα να γκρεμίσουν το μητρικό δίκαιο με το πατρικό δίκαιο. Είναι φανερό ότι μια τέτοια αντίληψη, που θεωρεί τη θρησκεία αποφασιστικό μοχλό της παγκόσμιας ιστορίας, τελικά θα πρέπει να καταλήγει σε καθαρό μυστικισμό. Είναι λοιπόν άχαρη, δεν είναι διόλου αποδοτική πάντα δουλιά, να διαβάζει κανείς τους χοντρούς τόμους του Μπάχοφεν. Ομως όλα αυτά δε στενεύουν την αξία του, που ανοίγει νέους δρόμους. Αυτός πρώτος αντικατέστησε τη φράση για μιαν άγνωστη αρχική κατάσταση απεριόριστων σεξουαλικών σχέσεων, με την απόδειξη, ότι η παλιά κλασική φιλολογία μας δείχνει ένα σωρό ίχνη, που σύμφωνα μ' αυτά πριν από τη μονογαμία υπήρχε πραγματικά στους Ελληνες και τους Ασιάτες μια κατάσταση όπου, όχι μονάχα ένας άντρας είχε σεξουαλικές σχέσεις με περισσότερες γυναίκες, μα και μια γυναίκα είχε τέτοιες σχέσεις με περισσότερους άντρες, χωρίς αυτό να προσκρούει στα έθιμα. Οτι αυτό το έθιμο δεν εξαφανίστηκε χωρίς ν' αφήσει πίσω του ίχνη, με τη μορφή μιας περιορισμένης έκδοσης, που μ' αυτήν οι γυναίκες έπρεπε να εξαγοράσουν το δικαίωμα της μονογαμίας. Οτι γι' αυτό αρχικά η καταγωγή μπορούσε να λογαριάζεται μονάχα σε γυναικεία γραμμή, από μητέρα σε μητέρα. Οτι αυτή η μοναδική ισχύ της γυναικείας γραμμής διατηρήθηκε ακόμα για πολύ και στην εποχή της μονογαμίας με την εξασφαλισμένη, ή πάντως την αναγνωρισμένη πατρότητα και ότι αυτή η αρχική θέση των μητέρων, σαν των μοναδικών σίγουρων γονιών των παιδιών τους, εξασφάλιζε σ' αυτές και μαζί μ' αυτές στις γυναίκες γενικά, μιαν ανώτερη κοινωνική θέση που δεν την ξαναπόχτησαν ποτέ από τότε. Αυτούς τους κανόνες ο Μπάχοφεν βέβαια δεν τους διατύπωσε έτσι καθαρά - σ' αυτό τον εμπόδιζε η μυστικιστική του αντίληψη. Μα τους έχει αποδείξει, κι αυτό, το 1861, σημαίνει σωστή επανάσταση.
Ο χοντρός τόμος του Μπάχοφεν ήταν γραμμένος στα γερμανικά, δηλαδή στη γλώσσα του έθνους που τότε ενδιαφερόταν λιγότερο απ' όλα για την προϊστορία της σημερινής οικογένειας. Γι' αυτό έμεινε άγνωστος. Ο άμεσός του διάδοχος στον ίδιο τομέα εμφανίστηκε το 1865, χωρίς ποτέ να 'χει ακούσει για τον Μπάχοφεν.
Ο «αποξεραμένος νομικός» Τζ. Φ. Μακ Λέναν και τα «έθιμά» του
Ο διάδοχος αυτός ήταν ο Τζ. Φ. Μακ Λέναν, το κατευθείαν αντίθετο του προκατόχου του. Στη θέση του μεγαλοφυή μυστικιστή έχουμε εδώ τον αποξεραμένο νομικό. Στη θέση της ξεχειλισμένης ποιητικής φαντασίας, τους ευλογοφανείς συνδυασμούς του δικηγόρου που αγορεύει. Ο Μακ Λέναν βρίσκει σε πολλούς άγριους, βάρβαρους, ακόμα και πολιτισμένους λαούς της παλιάς και της νέας εποχής, μια μορφή συνοικεσίου, όπου ο γαμπρός, μονάχος, ή με τους φίλους του, πρέπει φαινομενικά ν' αρπάζει με τη βία τη νύφη από τους συγγενείς της. Αυτό το έθιμο θα πρέπει να είναι υπόλειμμα ενός προηγούμενου εθίμου, όπου οι άντρες μιας φυλής άρπαζαν πραγματικά τις γυναίκες τους με τη βία από άλλες φυλές. Πώς εμφανίστηκε τώρα αυτός ο «ληστρικός γάμος»; Οσον καιρό οι άντρες έβρισκαν αρκετές γυναίκες στη δική τους τη φυλή, δεν υπήρχε απολύτως καμιά αφορμή γι' αυτό τον τρόπο του γάμου. Βρίσκουμε όμως τώρα επίσης συχνά, ότι σε μη αναπτυγμένους λαούς υπάρχουν ορισμένες ομάδες (που γύρω στα 1865 τις συνταύτιζαν συχνά ακόμα με τις ίδιες τις φυλές), όπου απαγορεύεται ο γάμος μέσα σ' αυτές, έτσι που οι άντρες είναι υποχρεωμένοι να παίρνουν τις γυναίκες τους και οι γυναίκες τους άντρες τους έξω από την ομάδα, ενώ σε άλλες υπάρχει το έθιμο οι άντρες μιας ορισμένης ομάδας να είναι υποχρεωμένοι να παίρνουν τις γυναίκες τους μονάχα μέσα από τη δική τους ομάδα. Ο Μακ Λέναν ονομάζει τις πρώτες εξωγαμικές, τις δεύτερες ενδογαμικές και δημιουργεί χωρίς περιστροφές μιαν αλύγιστη αντίθεση ανάμεσα σε εξωγαμικές και ενδογαμικές «φυλές». Και παρά το γεγονός ότι η έρευνά του της εξωγαμίας τον έκανε να σκοντάψει με τη μύτη πάνω στο γεγονός ότι αυτή η αντίθεση σε πολλές, αν όχι στις περισσότερες ή ακόμα και σε όλες τις περιπτώσεις, υπάρχει μονάχα στη φαντασία του, ωστόσο την κάνει βάση ολόκληρης της θεωρίας του. Οι εξωγαμικές φυλές μπορούν έτσι να παίρνουν τις γυναίκες τους μονάχα απ' άλλες φυλές και στην αδιάκοπη κατάσταση πολέμου ανάμεσα στις φυλές που αντιστοιχεί στην εποχή της αγριότητας, αυτό μπορούσε να γίνει μονάχα με την αρπαγή.
Και ο Μακ Λέναν ρωτά παραπέρα: Από πού προέρχεται αυτό το έθιμο της εξωγαμίας; Η αντίληψη της αιματοσυγγένειας και της αιμομειξίας δεν μπορούσαν να 'χουν καμιά σχέση μ' αυτήν, αυτές ήταν φαινόμενα που αναπτύχθηκαν μόνο πολύ αργότερα. Ισως όμως αυτό να χρωστιέται στο πολυδιαδομένο στους άγριους έθιμο, να σκοτώνουν τα κορίτσια αμέσως μόλις γεννηθούν. Ετσι δημιουργείται ένα περίσσεμα από άντρες σε κάθε ξεχωριστή φυλή, που αναγκαία άμεση συνέπειά της είναι πολλοί άντρες να κατέχουν από κοινού μια γυναίκα: πολυανδρία. Η συνέπεια πάλι ήταν ότι ξέρανε ποια ήταν η μητέρα ενός παιδιού, όχι όμως ποιος ο πατέρας, γι' αυτό: η συγγένεια λογαριάζεται μονάχα από τη γυναικεία γραμμή κι αποκλείεται η αντρική. Αυτό ήταν το μητρικό δίκαιο. Και μια δεύτερη συνέπεια της έλλειψης γυναικών μέσα στη φυλή - μια έλλειψη που τη μετρίαζε, μα δεν την εξαφάνιζε η πολυανδρία - ήταν ακριβώς η συστηματική βίαιη απαγωγή γυναικών, από ξένες φυλές. «Επειδή η εξωγαμία και η πολυανδρία πηγάζουν από την ίδια αιτία - την έλλειψη ισαριθμίας ανάμεσα στα δύο φύλα - πρέπει να θεωρούμε ότι όλες οι εξωγαμικές φυλές αρχικά ήταν πολυανδρικές... Και γι' αυτό πρέπει να θεωρούμε αδιαμφισβήτητο ότι ανάμεσα στις εξωγαμικές φυλές το πρώτο σύστημα συγγένειας ήταν εκείνο που γνωρίζει δεσμούς αίματος μονάχα από τη μητρική πλευρά», («Mac Lennan, Siudis in Ancient History», 1886 Primitive Marriage3p. 124).
Η υπηρεσία που πρόσφερε ο Μακ Λέναν είναι ότι τράβηξε την προσοχή στη γενική διάδοση και τη μεγάλη σημασία αυτού που ονομάζει εξωγαμία. Καθόλου δεν ανακάλυψε την ύπαρξη των εξωγαμικών ομάδων και ακόμα σε καμιά περίπτωση δεν τις κατάλαβε. Εκτός από προηγούμενες, μονωμένες σημειώσεις παρατηρητών - που ήταν οι πηγές του Μακ Λέναν - ο Λάθαμ («Descriptive Ethnology»41859) είχε περιγράψει σωστά και με ακρίβεια το θεσμό αυτό στους Ινδούς Μαγγάρ και είπε ότι είναι γενικά διαδομένος και τον βρίσκουμε σε όλες τις ηπείρους. Το σημείο αυτό από το έργο του Λάθαμ το αναφέρει και ο ίδιος ο Μακ Λέναν. Και ο δικός μας ο Μόργκαν, από το 1847, στα γράμματά του για τους Ιροκέζους (στην «Αμέρικαν Ρέβιου») και το 1851 στην «League of the Iroquois»5τον αποδείχνει και τον περιγράφει σωστά, ενώ, όπως θα δούμε, το δικηγορικό μυαλό του Μακ Λέναν δημιούργησε εδώ μια πολύ μεγαλύτερη σύγχυση απ' ό,τι η μυστικιστική φαντασία του Μπάχοφεν στον τομέα του μητρικού δικαίου. Μια παραπέρα υπηρεσία που πρόσφερε ο Μακ Λέναν είναι ότι αναγνώρισε τη γενεαλογική σειρά σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο σαν το αρχικό αν και, όπως το αναγνωρίζει αργότερα, τον πρόλαβε εδώ ο Μπάχοφεν. Μα και εδώ δε βλέπει καθαρά, μιλά διαρκώς για «συγγένεια μονάχα σε γυναικεία γραμμή» (hinship through females only) και χρησιμοποιεί αδιάκοπα αυτή τη σωστή για μια προηγούμενη βαθμίδα έκφραση και σε κατοπινές βαθμίδες ανάπτυξης, όπου παρά το γεγονός ότι η καταγωγή και η κληρονομιά λογαριάζονται ακόμα αποκλειστικά σύμφωνα με τη γυναικεία γραμμή, αναγνωρίζεται όμως και εκφράζεται η συγγένεια και από την αντρική πλευρά. Είναι η στενοκεφαλιά του νομικού, που δημιουργεί μια σταθερή νομική έκφραση και εξακολουθεί να την εφαρμόζει αμετάτρεπτη σε καταστάσεις που στο μεταξύ την έκαναν ανεφάρμοστη. Παρ' όλη της την ευλογοφάνεια, φαίνεται ωστόσο ότι η θεωρία του Μακ Λέναν δε φαινόταν, ούτε στον ίδιο της το συγγραφέα, να 'ναι αρκετά γερά θεμελιωμένη. Τουλάχιστον του κάνει εντύπωση ότι είναι «αξιοπαρατήρητο πως η μορφή της (φαινομενικής) αρπαγής γυναικών είναι πιο χαρακτηριστική και εκφράζεται πιο καλά, ακριβώς στους λαούς εκείνους όπου επικρατεί η αντρική συγγένεια (θέλει να πει: καταγωγή σε αντρική γραμμή)» (σελ. 140). Και ακόμα: «Είναι περίεργο γεγονός ότι απ' όσα ξέρουμε, η παιδοκτονία δεν ασκείται συστηματικά πουθενά εκεί όπου υπάρχουν πλάι - πλάι η εξωγαμία και η αρχαιότατη μορφή συγγένειας» (σελ. 146). Και τα δυο γεγονότα χτυπούν κατάμουτρα τον τρόπο της εξήγησής του και δεν έχει να αντιπαραθέτει σ' αυτά παρά μονάχα καινούριες, πιο μπερδεμένες υποθέσεις.
Παρ' όλα αυτά στην Αγγλία η θεωρία του επιδοκιμάστηκε πολύ και βρήκε μεγάλη απήχηση: Ο Μακ Λέναν περνούσε εδώ γενικά για ιδρυτής της ιστορίας της οικογένειας και για πρώτη αυθεντία στο πεδίο αυτό. Η αντίθεσή του ανάμεσα στις εξωγαμικές και τις ενδογαμικές «φυλές», παρά τις μερικές εξαιρέσεις και τροποποιήσεις που διαπιστώνανε, έμεινε ωστόσο η αναγνωρισμένη βάση της κυρίαρχης αντίληψης και έγινε η παρωπίδα, που έκανε αδύνατη κάθε ελεύθερη εποπτεία του ερευνώμενου πεδίου και επομένως έκανε επίσης αδύνατη κάθε αποφασιστική πρόοδο. Στην υπερεκτίμηση του Μακ Λέναν στην Αγγλία, που συνηθίζεται κατά το αγγλικό πρότυπο και αλλού, έχουμε καθήκον ν' αντιπαραθέσουμε το γεγονός ότι με την καθαρά παρεξηγημένη αντίθεσή του ανάμεσα στις εξωγαμικές και τις ενδογαμικές «φυλές» πιότερο έβλαψε παρά ωφέλησε με τις έρευνές του.
Ωστόσο, έρχονταν στο φως όλο και περισσότερα γεγονότα που δεν ταίριαζαν στο κομψό του πλαίσιο. Ο Μακ Λέναν γνώριζε μονάχα τρεις μορφές του γάμου: πολυγαμία, πολυανδρία και μονογαμία. Μια όμως και στράφηκε η προσοχή σ' αυτό το σημείο βρίσκονταν όλο και περισσότερες αποδείξεις για το ότι σε ανεξέλιχτους λαούς υπήρχαν μορφές γάμου, όπου μια σειρά άντρες κατείχαν από κοινού μια σειρά γυναίκες. Κι ο Λόμποκ (The Origin of Civilization61870) παραδέχτηκε τούτο τον ομαδικό γάμο (Communal marriage) σαν ιστορικό γεγονός.
Τις αποδείξεις γι' αυτές τις θέσεις τις βρίσκει ο Μπάχοφεν σε πολυάριθμα χωρία της παλιάς κλασικής φιλολογίας που τα μάζεψε μ' εξαιρετική επιμέλεια. Σύμφωνα μ' αυτόν, η εξέλιξη από τον «εταιρισμό» στη μονογαμία και από το μητρικό στο πατρικό δίκαιο γίνεται, ειδικά στους Ελληνες, σαν συνέπεια μιας παραπέρα εξέλιξης των θρησκευτικών παραστάσεων, μιας εισδοχής νέων θεοτήτων που αντιπροσωπεύουν το νέο τρόπο αντίληψης, στο παλιό πατροπαράδοτο πάνθεο, που εκπροσωπούσε τις παλιές αντιλήψεις, έτσι που οι πρώτες όλο και πιότερο απωθούν το δεύτερο στο βάθος της σκηνής. Σύμφωνα με τον Μπάχοφεν, λοιπόν, δεν είναι η εξέλιξη των πραγματικών όρων ζωής των ανθρώπων, μα η θρησκευτική ανταύγεια αυτών των όρων ζωής στα κεφάλια των ίδιων των ανθρώπων, που προκάλεσε τις ιστορικές αλλαγές στην αμοιβαία κοινωνική θέση του άντρα και της γυναίκας. Σύμφωνα μ' αυτά, ο Μπάχοφεν παρουσιάζει την «Ορέστεια» του Αισχύλου σαν τη δραματική περιγραφή του αγώνα ανάμεσα στο μητρικό δίκαιο που έδυε και στο πατρικό δίκαιο που στην ηρωική εποχή ανάτελλε και νικούσε. Η Κλυταιμνήστρα για χάρη του εραστή της, Αίγισθου, σκότωσε τον άντρα της, τον Αγαμέμνονα που γύρισε από τον τρωικό πόλεμο. Ο Ορέστης όμως που ήταν γιος της Κλυταιμνήστρας και του Αγαμέμνονα, εκδικιέται το φόνο του πατέρα, σκοτώνοντας τη μητέρα του. Γι' αυτό τον καταδίωκαν οι Ερινύες, οι δαιμονικές υπερασπίστριες του μητρικού δικαίου που θεωρούν τη μητροκτονία σαν το πιο βαρύ, το πιο ανεξιλέωτο έγκλημα. Μα ο Απόλλωνας που με το χρησμό του έσπρωξε τον Ορέστη σ' αυτή την πράξη και η Αθηνά, που την καλούνε δικαστίνα - οι δυο θεοί που εκπροσωπούν εδώ το καινούργιο καθεστώς του πατρικού δικαίου - τον προστατεύουν. Η Αθηνά ακούει και τα δυο μέρη. Ολο το διαφιλονικούμενο ζήτημα συνοψίζεται σύντομα στη συζήτηση που γίνεται τώρα ανάμεσα στον Ορέστη και τις Ερινύες. Ο Ορέστης επικαλείται ότι η Κλυταιμνήστρα έκανε διπλό έγκλημα: γιατί σκοτώνοντας τον άντρα της σκότωσε μαζί και τον πατέρα του. Γιατί λοιπόν οι Ερινύες καταδιώκουν αυτόν, κι όχι εκείνη, που είναι πολύ πιο φταίχτρα; Η απάντηση είναι χτυπητή: «Ουκ ην όμαιμος φωτός ον κατέκτανεν»2.
Ο φόνος ενός ανθρώπου που δε συγγενεύει με αίμα κι αν ακόμα είναι ο άντρας της φόνισσας, εξιλεώνεται, δεν ενδιαφέρει τις Ερινύες. Αυτωνών δουλιά είναι μονάχα να καταδιώκουν το φόνο ανάμεσα στους συγγενείς από αίμα και δω, σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο, το πιο βαρύ και το πιο ανεξιλέωτο είναι η μητροκτονία. Τώρα εμφανίζεται ο Απόλλωνας σαν συνήγορος του Ορέστη. Η Αθηνά βάζει τους αρεοπαγίτες - τους Αθηναίους δικαστές - να ψηφίσουν. Οι ψήφοι είναι ίσοι για την αθώωση και την καταδίκη. Τότε η Αθηνά, σαν προϊστάμενη, δίνει την ψήφο της στον Ορέστη, και τον αθωώνει. Το πατρικό δίκαιο νίκησε το μητρικό δίκαιο. Οι «θεοί της νέας γενιάς» όπως τους χαρακτηρίζουν οι ίδιες οι Ερινύες, νικούν τις Ερινύες που πείθονται στο τέλος να αναλάβουν ένα νέο αξίωμα στην υπηρεσία του νέου καθεστώτος.
Αυτή η καινούργια, μα απόλυτα σωστή ερμηνεία της «Ορέστειας» είναι ένα από τα ωραιότερα και καλύτερα μέρη όλου του βιβλίου, αποδείχνει όμως σύγχρονα ότι ο Μπάχοφεν πιστεύει τουλάχιστο στις Ερινύες, στον Απόλλωνα και στην Αθηνά, όσο και ο Αισχύλος στην εποχή του. Πιστεύει ακριβώς, ότι στην ελληνική ηρωική εποχή έκαμαν το θαύμα να γκρεμίσουν το μητρικό δίκαιο με το πατρικό δίκαιο. Είναι φανερό ότι μια τέτοια αντίληψη, που θεωρεί τη θρησκεία αποφασιστικό μοχλό της παγκόσμιας ιστορίας, τελικά θα πρέπει να καταλήγει σε καθαρό μυστικισμό. Είναι λοιπόν άχαρη, δεν είναι διόλου αποδοτική πάντα δουλιά, να διαβάζει κανείς τους χοντρούς τόμους του Μπάχοφεν. Ομως όλα αυτά δε στενεύουν την αξία του, που ανοίγει νέους δρόμους. Αυτός πρώτος αντικατέστησε τη φράση για μιαν άγνωστη αρχική κατάσταση απεριόριστων σεξουαλικών σχέσεων, με την απόδειξη, ότι η παλιά κλασική φιλολογία μας δείχνει ένα σωρό ίχνη, που σύμφωνα μ' αυτά πριν από τη μονογαμία υπήρχε πραγματικά στους Ελληνες και τους Ασιάτες μια κατάσταση όπου, όχι μονάχα ένας άντρας είχε σεξουαλικές σχέσεις με περισσότερες γυναίκες, μα και μια γυναίκα είχε τέτοιες σχέσεις με περισσότερους άντρες, χωρίς αυτό να προσκρούει στα έθιμα. Οτι αυτό το έθιμο δεν εξαφανίστηκε χωρίς ν' αφήσει πίσω του ίχνη, με τη μορφή μιας περιορισμένης έκδοσης, που μ' αυτήν οι γυναίκες έπρεπε να εξαγοράσουν το δικαίωμα της μονογαμίας. Οτι γι' αυτό αρχικά η καταγωγή μπορούσε να λογαριάζεται μονάχα σε γυναικεία γραμμή, από μητέρα σε μητέρα. Οτι αυτή η μοναδική ισχύ της γυναικείας γραμμής διατηρήθηκε ακόμα για πολύ και στην εποχή της μονογαμίας με την εξασφαλισμένη, ή πάντως την αναγνωρισμένη πατρότητα και ότι αυτή η αρχική θέση των μητέρων, σαν των μοναδικών σίγουρων γονιών των παιδιών τους, εξασφάλιζε σ' αυτές και μαζί μ' αυτές στις γυναίκες γενικά, μιαν ανώτερη κοινωνική θέση που δεν την ξαναπόχτησαν ποτέ από τότε. Αυτούς τους κανόνες ο Μπάχοφεν βέβαια δεν τους διατύπωσε έτσι καθαρά - σ' αυτό τον εμπόδιζε η μυστικιστική του αντίληψη. Μα τους έχει αποδείξει, κι αυτό, το 1861, σημαίνει σωστή επανάσταση.
Ο χοντρός τόμος του Μπάχοφεν ήταν γραμμένος στα γερμανικά, δηλαδή στη γλώσσα του έθνους που τότε ενδιαφερόταν λιγότερο απ' όλα για την προϊστορία της σημερινής οικογένειας. Γι' αυτό έμεινε άγνωστος. Ο άμεσός του διάδοχος στον ίδιο τομέα εμφανίστηκε το 1865, χωρίς ποτέ να 'χει ακούσει για τον Μπάχοφεν.
Ο «αποξεραμένος νομικός» Τζ. Φ. Μακ Λέναν και τα «έθιμά» του
Ο διάδοχος αυτός ήταν ο Τζ. Φ. Μακ Λέναν, το κατευθείαν αντίθετο του προκατόχου του. Στη θέση του μεγαλοφυή μυστικιστή έχουμε εδώ τον αποξεραμένο νομικό. Στη θέση της ξεχειλισμένης ποιητικής φαντασίας, τους ευλογοφανείς συνδυασμούς του δικηγόρου που αγορεύει. Ο Μακ Λέναν βρίσκει σε πολλούς άγριους, βάρβαρους, ακόμα και πολιτισμένους λαούς της παλιάς και της νέας εποχής, μια μορφή συνοικεσίου, όπου ο γαμπρός, μονάχος, ή με τους φίλους του, πρέπει φαινομενικά ν' αρπάζει με τη βία τη νύφη από τους συγγενείς της. Αυτό το έθιμο θα πρέπει να είναι υπόλειμμα ενός προηγούμενου εθίμου, όπου οι άντρες μιας φυλής άρπαζαν πραγματικά τις γυναίκες τους με τη βία από άλλες φυλές. Πώς εμφανίστηκε τώρα αυτός ο «ληστρικός γάμος»; Οσον καιρό οι άντρες έβρισκαν αρκετές γυναίκες στη δική τους τη φυλή, δεν υπήρχε απολύτως καμιά αφορμή γι' αυτό τον τρόπο του γάμου. Βρίσκουμε όμως τώρα επίσης συχνά, ότι σε μη αναπτυγμένους λαούς υπάρχουν ορισμένες ομάδες (που γύρω στα 1865 τις συνταύτιζαν συχνά ακόμα με τις ίδιες τις φυλές), όπου απαγορεύεται ο γάμος μέσα σ' αυτές, έτσι που οι άντρες είναι υποχρεωμένοι να παίρνουν τις γυναίκες τους και οι γυναίκες τους άντρες τους έξω από την ομάδα, ενώ σε άλλες υπάρχει το έθιμο οι άντρες μιας ορισμένης ομάδας να είναι υποχρεωμένοι να παίρνουν τις γυναίκες τους μονάχα μέσα από τη δική τους ομάδα. Ο Μακ Λέναν ονομάζει τις πρώτες εξωγαμικές, τις δεύτερες ενδογαμικές και δημιουργεί χωρίς περιστροφές μιαν αλύγιστη αντίθεση ανάμεσα σε εξωγαμικές και ενδογαμικές «φυλές». Και παρά το γεγονός ότι η έρευνά του της εξωγαμίας τον έκανε να σκοντάψει με τη μύτη πάνω στο γεγονός ότι αυτή η αντίθεση σε πολλές, αν όχι στις περισσότερες ή ακόμα και σε όλες τις περιπτώσεις, υπάρχει μονάχα στη φαντασία του, ωστόσο την κάνει βάση ολόκληρης της θεωρίας του. Οι εξωγαμικές φυλές μπορούν έτσι να παίρνουν τις γυναίκες τους μονάχα απ' άλλες φυλές και στην αδιάκοπη κατάσταση πολέμου ανάμεσα στις φυλές που αντιστοιχεί στην εποχή της αγριότητας, αυτό μπορούσε να γίνει μονάχα με την αρπαγή.
Και ο Μακ Λέναν ρωτά παραπέρα: Από πού προέρχεται αυτό το έθιμο της εξωγαμίας; Η αντίληψη της αιματοσυγγένειας και της αιμομειξίας δεν μπορούσαν να 'χουν καμιά σχέση μ' αυτήν, αυτές ήταν φαινόμενα που αναπτύχθηκαν μόνο πολύ αργότερα. Ισως όμως αυτό να χρωστιέται στο πολυδιαδομένο στους άγριους έθιμο, να σκοτώνουν τα κορίτσια αμέσως μόλις γεννηθούν. Ετσι δημιουργείται ένα περίσσεμα από άντρες σε κάθε ξεχωριστή φυλή, που αναγκαία άμεση συνέπειά της είναι πολλοί άντρες να κατέχουν από κοινού μια γυναίκα: πολυανδρία. Η συνέπεια πάλι ήταν ότι ξέρανε ποια ήταν η μητέρα ενός παιδιού, όχι όμως ποιος ο πατέρας, γι' αυτό: η συγγένεια λογαριάζεται μονάχα από τη γυναικεία γραμμή κι αποκλείεται η αντρική. Αυτό ήταν το μητρικό δίκαιο. Και μια δεύτερη συνέπεια της έλλειψης γυναικών μέσα στη φυλή - μια έλλειψη που τη μετρίαζε, μα δεν την εξαφάνιζε η πολυανδρία - ήταν ακριβώς η συστηματική βίαιη απαγωγή γυναικών, από ξένες φυλές. «Επειδή η εξωγαμία και η πολυανδρία πηγάζουν από την ίδια αιτία - την έλλειψη ισαριθμίας ανάμεσα στα δύο φύλα - πρέπει να θεωρούμε ότι όλες οι εξωγαμικές φυλές αρχικά ήταν πολυανδρικές... Και γι' αυτό πρέπει να θεωρούμε αδιαμφισβήτητο ότι ανάμεσα στις εξωγαμικές φυλές το πρώτο σύστημα συγγένειας ήταν εκείνο που γνωρίζει δεσμούς αίματος μονάχα από τη μητρική πλευρά», («Mac Lennan, Siudis in Ancient History», 1886 Primitive Marriage3p. 124).
Η υπηρεσία που πρόσφερε ο Μακ Λέναν είναι ότι τράβηξε την προσοχή στη γενική διάδοση και τη μεγάλη σημασία αυτού που ονομάζει εξωγαμία. Καθόλου δεν ανακάλυψε την ύπαρξη των εξωγαμικών ομάδων και ακόμα σε καμιά περίπτωση δεν τις κατάλαβε. Εκτός από προηγούμενες, μονωμένες σημειώσεις παρατηρητών - που ήταν οι πηγές του Μακ Λέναν - ο Λάθαμ («Descriptive Ethnology»41859) είχε περιγράψει σωστά και με ακρίβεια το θεσμό αυτό στους Ινδούς Μαγγάρ και είπε ότι είναι γενικά διαδομένος και τον βρίσκουμε σε όλες τις ηπείρους. Το σημείο αυτό από το έργο του Λάθαμ το αναφέρει και ο ίδιος ο Μακ Λέναν. Και ο δικός μας ο Μόργκαν, από το 1847, στα γράμματά του για τους Ιροκέζους (στην «Αμέρικαν Ρέβιου») και το 1851 στην «League of the Iroquois»5τον αποδείχνει και τον περιγράφει σωστά, ενώ, όπως θα δούμε, το δικηγορικό μυαλό του Μακ Λέναν δημιούργησε εδώ μια πολύ μεγαλύτερη σύγχυση απ' ό,τι η μυστικιστική φαντασία του Μπάχοφεν στον τομέα του μητρικού δικαίου. Μια παραπέρα υπηρεσία που πρόσφερε ο Μακ Λέναν είναι ότι αναγνώρισε τη γενεαλογική σειρά σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο σαν το αρχικό αν και, όπως το αναγνωρίζει αργότερα, τον πρόλαβε εδώ ο Μπάχοφεν. Μα και εδώ δε βλέπει καθαρά, μιλά διαρκώς για «συγγένεια μονάχα σε γυναικεία γραμμή» (hinship through females only) και χρησιμοποιεί αδιάκοπα αυτή τη σωστή για μια προηγούμενη βαθμίδα έκφραση και σε κατοπινές βαθμίδες ανάπτυξης, όπου παρά το γεγονός ότι η καταγωγή και η κληρονομιά λογαριάζονται ακόμα αποκλειστικά σύμφωνα με τη γυναικεία γραμμή, αναγνωρίζεται όμως και εκφράζεται η συγγένεια και από την αντρική πλευρά. Είναι η στενοκεφαλιά του νομικού, που δημιουργεί μια σταθερή νομική έκφραση και εξακολουθεί να την εφαρμόζει αμετάτρεπτη σε καταστάσεις που στο μεταξύ την έκαναν ανεφάρμοστη. Παρ' όλη της την ευλογοφάνεια, φαίνεται ωστόσο ότι η θεωρία του Μακ Λέναν δε φαινόταν, ούτε στον ίδιο της το συγγραφέα, να 'ναι αρκετά γερά θεμελιωμένη. Τουλάχιστον του κάνει εντύπωση ότι είναι «αξιοπαρατήρητο πως η μορφή της (φαινομενικής) αρπαγής γυναικών είναι πιο χαρακτηριστική και εκφράζεται πιο καλά, ακριβώς στους λαούς εκείνους όπου επικρατεί η αντρική συγγένεια (θέλει να πει: καταγωγή σε αντρική γραμμή)» (σελ. 140). Και ακόμα: «Είναι περίεργο γεγονός ότι απ' όσα ξέρουμε, η παιδοκτονία δεν ασκείται συστηματικά πουθενά εκεί όπου υπάρχουν πλάι - πλάι η εξωγαμία και η αρχαιότατη μορφή συγγένειας» (σελ. 146). Και τα δυο γεγονότα χτυπούν κατάμουτρα τον τρόπο της εξήγησής του και δεν έχει να αντιπαραθέτει σ' αυτά παρά μονάχα καινούριες, πιο μπερδεμένες υποθέσεις.
Παρ' όλα αυτά στην Αγγλία η θεωρία του επιδοκιμάστηκε πολύ και βρήκε μεγάλη απήχηση: Ο Μακ Λέναν περνούσε εδώ γενικά για ιδρυτής της ιστορίας της οικογένειας και για πρώτη αυθεντία στο πεδίο αυτό. Η αντίθεσή του ανάμεσα στις εξωγαμικές και τις ενδογαμικές «φυλές», παρά τις μερικές εξαιρέσεις και τροποποιήσεις που διαπιστώνανε, έμεινε ωστόσο η αναγνωρισμένη βάση της κυρίαρχης αντίληψης και έγινε η παρωπίδα, που έκανε αδύνατη κάθε ελεύθερη εποπτεία του ερευνώμενου πεδίου και επομένως έκανε επίσης αδύνατη κάθε αποφασιστική πρόοδο. Στην υπερεκτίμηση του Μακ Λέναν στην Αγγλία, που συνηθίζεται κατά το αγγλικό πρότυπο και αλλού, έχουμε καθήκον ν' αντιπαραθέσουμε το γεγονός ότι με την καθαρά παρεξηγημένη αντίθεσή του ανάμεσα στις εξωγαμικές και τις ενδογαμικές «φυλές» πιότερο έβλαψε παρά ωφέλησε με τις έρευνές του.
Ωστόσο, έρχονταν στο φως όλο και περισσότερα γεγονότα που δεν ταίριαζαν στο κομψό του πλαίσιο. Ο Μακ Λέναν γνώριζε μονάχα τρεις μορφές του γάμου: πολυγαμία, πολυανδρία και μονογαμία. Μια όμως και στράφηκε η προσοχή σ' αυτό το σημείο βρίσκονταν όλο και περισσότερες αποδείξεις για το ότι σε ανεξέλιχτους λαούς υπήρχαν μορφές γάμου, όπου μια σειρά άντρες κατείχαν από κοινού μια σειρά γυναίκες. Κι ο Λόμποκ (The Origin of Civilization61870) παραδέχτηκε τούτο τον ομαδικό γάμο (Communal marriage) σαν ιστορικό γεγονός.
Οι «ανακαλύψεις» του Μόργκαν γεννούν αντιπαραθέσεις
Αμέσως μετά το 1871, εμφανίστηκε ο Μόργκαν με νέο και από πολλές απόψεις αποφασιστικό υλικό. Είχε πειστεί ότι το ιδιόμορφο σύστημα συγγένειας που ισχύει στους Ιροκέζους είναι κοινό σε όλους τους αυτόχθονες κατοίκους των Ενωμένων Πολιτειών, δηλαδή απλώνεται σ' ολόκληρη ήπειρο, αν και αντιφάσκει άμεσα με τους βαθμούς συγγένειας όπως προκύπτουν πραγματικά από το σύστημα γάμου που ισχύει εκεί. Παρακίνησε λοιπόν την αμερικάνικη ομοσπονδιακή κυβέρνηση να μαζέψει πληροφορίες, με βάση ερωτηματολόγια και πίνακες που διατύπωσε ο ίδιος, για τα συστήματα συγγένειας των υπόλοιπων λαών και βρήκε από τις απαντήσεις: 1) ότι το αμερικανο-ινδιάνικο σύστημα συγγένειας ισχύει σε πολλές φυλές και στην Ασία και με κάπως παραλλαγμένη μορφή στην Αφρική και στην Αυστραλία, 2) ότι εξηγείται πλέρια από μια μορφή ομαδικού γάμου, που εξαφανίζεται τώρα, στη Χαβάη και σ' άλλα αυστραλιανά νησιά, 3) ότι όμως στα ίδια νησιά, πλάι σ' αυτή τη μορφή γάμου, ισχύει ένα σύστημα συγγένειας που μπορεί να εξηγηθεί μονάχα με μιαν ακόμα πιο πρωτόγονη και σήμερα εξαφανισμένη μορφή ομαδικού γάμου. Τις πληροφορίες που μάζεψε μαζί με τα συμπεράσματά του τα δημοσίευσε το 1871 στο βιβλίο του «Systems of Consanguinity an Affinity»7και έφερε έτσι τη συζήτηση σ' ένα άπειρα πιο ευρύ πεδίο. Ξεκινώντας από τα συστήματα συγγένειας ξαναοικοδομούσε τις αντίστοιχες σ' αυτά μορφές οικογένειας, ανοίγοντας έτσι έναν καινούριο δρόμο έρευνας και μιαν ανασκόπηση που έφτανε ακόμα πιο πίσω στην προϊστορία της ανθρωπότητας. Με την επικράτηση αυτής της μεθόδου διαλυόταν σαν καπνός το χαριτωμένο κατασκεύασμα του Μακ Λέναν.
Ο Μακ Λέναν υπεράσπισε τη θεωρία του στη νέα έκδοση του Primitive Marriage («Studies in Ancient History» (1876). Ενώ ο ίδιος σκαρώνει μιαν εξαιρετικά τεχνητή ιστορία της οικογένειας αποκλειστικά από υποθέσεις, ζητά από τον Λόμποκ και τον Μόργκαν όχι μόνον αποδείξεις για τον κάθε τους ισχυρισμό, μα αποδείξεις με την ακαταμάχητη εκείνη ακρίβεια, που μονάχα σ' ένα σκωτικό δικαστήριο γίνονται δεχτές. Κι αυτό το κάνει ο ίδιος άνθρωπος, που από τη στενή σχέση ανάμεσα στον αδερφό της μητέρας και το γιο της αδερφής στους Γερμανούς (Tacitus, «Germania» c.20), από την πληροφορία του Καίσαρα ότι οι Βρετανοί ανά δέκα ή δώδεκα έχουν κοινές τις γυναίκες τους και από όλες τις άλλες πληροφορίες των αρχαίων συγγραφέων για κοινοχτημοσύνη των γυναικών στους βαρβάρους, βγάζει αδίσταχτα το συμπέρασμα ότι σ' αυτούς τους λαούς κυριαρχούσε η πολυανδρία! Θαρρεί κανείς ότι ακούει έναν εισαγγελέα, που για την ταχτοποίηση της περίπτωσής του επιτρέπει στον εαυτό του κάθε ελευθερία, που απαιτεί όμως την πιο τυπική, νομικά ισχυρή απόδειξη για την κάθε λέξη του συνηγόρου.
Ισχυρίζεται ότι ο ομαδικός γάμος είναι καθαρή φαντασία, και έτσι πέφτει πολύ πίσω από τον Μπάχοφεν. Τα συστήματα συγγένειας του Μόργκαν είναι τάχα απλοί κανόνες κοινωνικής ευγένειας, κι αυτό αποδείχνεται από το γεγονός ότι οι Ινδιάνοι προσφωνούν και τον ξένο, τον λευκό, αδερφό ή πατέρα. Είναι σα να θέλαμε να υποστηρίξουμε ότι οι χαρακτηρισμοί πατέρας, μητέρα, αδερφός, αδερφή είναι απλές προσφωνήσεις χωρίς νόημα, επειδή τους καθολικούς παπάδες και τις ηγουμένισσες τους προσφωνούν πατέρα και μητέρα, ενώ οι καλόγεροι και οι καλόγριες, ακόμα και οι μασόνοι και οι Αγγλοι σύντροφοι ενός επαγγελματικού σωματείου, προσφωνούνται μεταξύ τους σε επίσημες συνεδριάσεις με τις λέξεις αδερφέ και αδερφή. Κοντολογίς, η υπεράσπιση του Μακ Λέναν ήταν φοβερά αδύνατη.
Εμενε ωστόσο ακόμα ένα σημείο, όπου δεν τον είχαν πιάσει. Η αντίθεση ανάμεσα στις εξωγαμικές και τις ενδογαμικές «φυλές», που πάνω της στηρίζεται όλο του το σύστημα, δεν ήταν μονάχα ακλόνητη, μα την αναγνώριζαν κιόλας σαν άξονα όλης της ιστορίας της οικογένειας. Παραδέχονταν ότι η προσπάθεια του Μακ Λέναν να εξηγήσει αυτή την αντίθεση είναι ανεπαρκής και αντιφάσκει με τα γεγονότα που ο ίδιος απαρίθμησε. Μα η αντίθεση η ίδια, το γεγονός ότι υπάρχουν δυο αλληλοαποκλειόμενα είδη από αυτοτελείς και ανεξάρτητες φυλές, όπου το ένα είδος έπαιρνε τις γυναίκες του μέσα στη φυλή, ενώ αυτό απαγορευόταν απόλυτα στο άλλος είδος - αυτά ίσχυαν σαν αδιαφιλονίκητο ευαγγέλιο. Δεν έχουμε παρά να συγκρίνουμε λ.χ. το «Origine de la famille»8του Ζιρό Τελόν (1874) και ακόμα το «Origine of Civilization» του Λόμποκ (4η έκδοση, 1882).
Από το σημείο αυτό πιάνεται το κύριο έργο του Μόργκαν: «Ancient Society» (1877), το έργο που το έχει σαν βάση της τούτη η εργασία. Αυτό που το 1871 ακόμα ο Μόργκαν το διαισθανόταν θολά μόνον, αναπτύσσεται εδώ με πλέρια συνείδηση. Η ενδογαμία και εξωγαμία δεν αποτελούν καμιά αντίθεση. Εξωγαμικές φυλές δε βρέθηκαν ως τώρα πουθενά. Ομως τον καιρό που επικρατούσε ακόμα ο ομαδικός γάμος - και κατά πάσαν πιθανότητα κάποτε επικρατούσε παντού - η φυλή διακλαδωνόταν σε μια σειρά αίματοσυγγενικές από τη μητρική πλευρά ομάδες, στα γένη, που μέσα τους απαγορευόταν αυστηρά ο γάμος, έτσι που οι άντρες ενός γένους μπορούσαν βέβαια να παίρνουν τις γυναίκες τους μέσα από τη φυλή, και κατά κανόνα τις παίρνανε απ' αυτήν, μα έπρεπε να τις παίρνουν έξω από το γένος τους. Ετσι που αν το γένος ήταν αυστηρά εξωγαμικό, η φυλή, που περιλάβαινε το σύνολο των γενών, ήταν άλλο τόσο αυστηρά ενδογαμική. Ετσι ξεκαθαρίστηκε οριστικά και το τελευταίο υπόλειμμα του κατασκευάσματος του Μακ Λέναν.
Ο Μόργκαν όμως δεν αρκέστηκε σ' αυτό. Το γένος των ινδιάνων της Αμερικής τού χρησίμεψε ακόμα για να κάμει τη δεύτερη αποφασιστική πρόοδο στο πεδίο που ερευνούσε. Στο γένος αυτό που ήταν οργανωμένο σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο, ανακάλυψε την αρχική μορφή απ' όπου αργότερα αναπτύχθηκε το γένος που ήταν οργανωμένο σύμφωνα με το πατρικό δίκαιο, το γένος όπως το βρίσκουμε στους αρχαίους πολιτισμένους λαούς. Το ελληνικό και ρωμαϊκό γένος, που έμενε αίνιγμα για όλους τους ως τότε ιστοριογράφους, είχε εξηγηθεί με το ινδιάνικο και έτσι είχε βρεθεί μια καινούρια βάση για όλη την πρωτόγονη ιστορία.
Η σπουδαιότητα των μελετών του Μόργκαν
Αυτή η ξαναανακάλυψη του αρχικού μητριαρχικού γένους σαν προβαθμίδας του πατριαρχικού γένους των πολιτισμένων λαών, έχει για την προϊστορία την ίδια σημασία που έχει η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου για τη βιολογία και η θεωρία της υπεραξίας του Μαρξ για την πολιτική οικονομία. Εδωσε τη δυνατότητα στον Μόργκαν να σκιαγραφήσει για πρώτη φορά την ιστορία της οικογένειας, όπου έχουν διατυπωθεί στις γενικές τους γραμμές, κι όσο το επιτρέπει το γνωστό σήμερα υλικό, τουλάχιστο οι κλασικές της βαθμίδες ανάπτυξης. Είναι φανερό για όλους ότι έτσι αρχίζει μια νέα εποχή στην επεξεργασία της προϊστορίας. Το μητριαρχικό γένος έγινε ο άξονας που γύρω του στρέφεται όλη αυτή η επιστήμη. Από τον καιρό που ανακαλύφθηκε, ξέρουμε προς ποια κατεύθυνση και για ποιο αντικείμενο πρέπει να ερευνούμε και πώς πρέπει να ταξινομούμε τα αποτελέσματα της έρευνας. Και επομένως γίνονται τώρα στον τομέα αυτόν πολύ πιο γρήγορες πρόοδοι απ' ό,τι γινόταν πριν εκδοθεί το βιβλίο του Μόργκαν.
Οι ανακαλύψεις του Μόργκαν έχουν τώρα αναγνωριστεί γενικά, ή μάλλον τις έχουν ιδιοποιηθεί οι ερευνητές της προϊστορίας, ακόμα και στην Αγγλία. Ομως σχεδόν σε κανένα δε βρίσκουμε την ανοιχτή ομολογία ότι στον Μόργκαν χρωστούμε τούτη την επανάσταση στις αντιλήψεις. Στην Αγγλία αποσιώπησαν όσο ήταν δυνατό το βιβλίο του και με τον ίδιο ξεμπέρδεψαν με συγκαταβατικούς επαίνους για τις προηγούμενές του εργασίες. Ενώ ξεσκαλίζουν με επιμέλεια τις λεπτομέρειες της περιγραφής του, αποσιωπούν επίμονα τις πραγματικά μεγάλες ανακαλύψεις του. Η πρώτη έκδοση του «Ancient Society» έχει εξαντληθεί. Στην Αμερική δεν υπάρχει για παρόμοια πράγματα αξιόλογη κατανάλωση. Στην Αγγλία φαίνεται πως το πνίξανε συστηματικά το βιβλίο και η μοναδική έκδοση αυτού του έργου, που άφησε εποχή, η έκδοση που κυκλοφορεί ακόμα στα βιβλιοπωλεία, είναι η γερμανική μετάφραση.
Γιατί αυτή η επιφύλαξη, στην οποία είναι δύσκολο να μη δούμε μια συνωμοσία σιωπής, ιδιαίτερα αν πάρουμε υπόψη τις τόσες περικοπές που αναφέρονται απλούστατα για λόγους ευγένειας και τις άλλες εκδηλώσεις συναδελφικότητας, από τους αναγνωρισμένους μας ερευνητές της προϊστορίας; Μήπως γιατί ο Μόργκαν είναι Αμερικανός και είναι πολύ σκληρό για τους Εγγλέζους ερευνητές της προϊστορίας το γεγονός ότι, παρά την εξαιρετικά αξιέπαινη επιμέλειά τους στη συλλογή του υλικού, είναι υποχρεωμένοι να καταφεύγουν σε δυο μεγαλοφυείς ξένους, στον Μπάχοφεν και στον Μόργκαν, για τις απόψεις που ισχύουν γενικά στην ταχτοποίηση και ταξινόμηση αυτού του υλικού, με δυο λόγια για τις ιδέες τους; Τον Γερμανό θα μπορούσαν ακόμα να τον ανεχθούν, μα τον Αμερικανό; Απέναντι στον Αμερικανό ο κάθε Εγγλέζος γίνεται πατριώτης, είδα τέτοια τερπνά παραδείγματα στις Ενωμένες Πολιτείες. Και σαν να μην έφταναν αυτά προστέθηκε και το ότι ο Μακ Λέναν ήταν, σα να λέμε, ο επίσημα αναγνωρισμένος ιδρυτής και αρχηγός της αγγλικής προϊστορικής σχολής. Ανάμεσα στους ερευνητές της προϊστορίας νομιζόταν σαν τρόπος καλής συμπεριφοράς να μιλάνε με το μεγαλύτερο σεβασμό για το τεχνητό του ιστορικό κατασκεύασμα, που από την παιδοκτονία οδηγεί στη μητριαρχική οικογένεια μέσω της πολυανδρίας και του ληστρικού γάμου. Σε θεωρούσαν ανόσιο αιρετικό αν είχες και την παραμικρή αμφιβολία για το ότι υπάρχουν «φυλές» εξωγαμικές και ενδογαμικές, που αλληλοαποκλείονται απόλυτα. Επομένως, ο Μόργκαν έκανε ένα είδος ιεροσυλίας διαλύοντας σαν καπνό όλα αυτά τα αγιασμένα δόγματα. Και τα διέλυσε μάλιστα μ' έναν τρόπο που έφτασε να εκφράσει τις απόψεις του για να γίνουν αμέσως ολοφάνερες. Ετσι που οι θαυμαστές του Μακ Λέναν, που ως τα τώρα τρίκλιζαν απελπισμένα ανάμεσα στην εξωγαμία και στην ενδογαμία αναγκάστηκαν να χτυπήσουν το κεφάλι τους και να φωνάξουν: Πώς μπορούσαμε να 'μαστε τόσο κουτοί και να μην το βρούμε αυτό μονάχοι μας από καιρό!
Κι αν δε φτάνανε αυτά τα εγκλήματα για ν' απαγορεύουν στην επίσημη σχολή κάθε άλλη μεταχείρισή του εκτός από ένα χλιαρό παραμέρισμά του, ο Μόργκαν έκανε να ξεχειλίσει το ποτήρι, όχι μονάχα γιατί κριτίκαρε τον πολιτισμό, την κοινωνία της εμπορευματικής παραγωγής, τη βασική μορφή της σημερινής μας κοινωνίας μ' έναν τρόπο που θυμίζει τον Φουριέ, μα και γιατί μιλά ακόμα για μελλοντικό μετασχηματισμό αυτής της κοινωνίας με λόγια που θα μπορούσε να τα 'χει πει ο Καρλ Μαρξ. Του άξιζε λοιπόν που ο Μακ Λέναν τον κατηγορεί αγαναχτισμένος, ότι «η ιστορική μέθοδός του είναι απόλυτα αντιπαθητική» και που ο καθηγητής κύριος Ζιρό - Τελόν στη Γενεύη το επιβεβαιώνει αυτό ακόμα και το 1884. Αν και ήταν ο ίδιος ο κύριος Ζιρό - Τελόν που το 1874 («Origines de la famille») στριφογύριζε ακόμα αμήχανος μέσα στο λαβύρινθο της εξωγαμίας του Μακ Λέναν, απ' όπου χρειάστηκε να τον απελευθερώσει ο Μόργκαν!
Για τις υπόλοιπες προόδους που χρωστά η προϊστορία στον Μόργκαν, δε χρειάζεται να επεκταθώ εδώ. Στην εργασία μου βρίσκεται ό,τι χρειάζεται γι' αυτές. Τα δεκατέσσερα χρόνια που πέρασαν από την έκδοση του κύριου έργου του Μόργκαν, πλούτισαν πολύ το υλικό μας για την ιστορία της πρωτόγονης κοινωνίας της ανθρωπότητας. Στους ανθρωπολόγους, στους ταξιδιώτες και στους επαγγελματίες ερευνητές της προϊστορίας προστέθηκαν οι μελετητές της συγκριτικής νομολογίας που από τη μια μεριά έφεραν νέο υλικό και από την άλλη νέες απόψεις. Ετσι κλονίστηκαν ή και αχρηστεύτηκαν μερικές από τις υποθέσεις του Μόργκαν. Ομως πουθενά το νεοσυλλεγμένο υλικό δεν μπόρεσε ν' αντικαταστήσει με νέες, τις μεγάλες του κύριες απόψεις. Η τάξη που έβαλε ο Μόργκαν στην προϊστορία ισχύει, στις κύριές της γραμμές, ακόμα και σήμερα. Μάλιστα, μπορεί να πει κανείς, την αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο στον ίδιο βαθμό που κρατούν μυστικό το γεγονός ότι αυτός είναι ο αρχικός δημιουργός αυτής της μεγάλης προόδου9.
Λονδίνο, 16 του Ιούνη, 1891.
Φρίντριχ Ενγκελς
Πρωτοδημοσιεύτηκε με τον τίτλο «Για την πρωτόγονη ιστορία της οικογένειας» στη «Νόιε Τσάιτ», 1891.
1. Ε. Β. Τάιλορ, «Ερευνες για την πρωτόγονη ιστορία της ανθρωπότητας και η εξέλιξη του πολιτισμoύ», Λονδίνο 1865. (Σημ. Σύντ.).
2. «Δεν ήταν από αίμα συγγενής της ο άντρας, που σκότωσε». Ο 605ος στίχος των «Ευμενίδων» του Αισχύλου, που αποτελεί την τελευταία τραγωδία της τριλογίας του «Ορέστεια». (Σημ. Μετ.).
3. J. F. Mac Lennan, «Studies in Ancient History, comprising a reprint of Primitive Marriage» (Μελέτες για την αρχαία ιστορία, μαζί με ανατύπωση του έργου «Πρωτόγονος γάμος» - Λονδίνο 1886). (Σημ. Σύντ.).
4. R. G. Lathan, «Desctiptive Ethnology» (Περιγραφική Εθνολογία), τομ. Ι-ΙΙ, Λονδίνο, 1859. (Σημ. Σύντ.).
5. L. Η. Morgan, «League oi the Ho-de-no-sau-nee or Iroquois» (Σύνδεσμος των Χο-ντε-νο-σο-νέ» ή ιροκέζων), Ρότσεστερ 1851. (Σημ. Σύντ.).
6. J. Lubbock, «The Origin of Civilization and the Primitive Condition of Man. Mental and Social Condition of Savages» (Η καταγωγή του πολιτισμού και η πρωτόγονη κατάσταση του ανθρώπου. Η πνευματική και κοινωνική κατάσταση των αγρίων). Λονδίνο, 1870. (Σημ. Σύντ.).
7. L. Η. Morgan, «Systems of Consanguinity and Affinity of the Human Family» (Συστήματα συγγένειας αίματος και συμπεριφοράς της ανθρώπινης οικογένειας), Ουάσιγκτον, 1871. (Σημ. Σύντ.).
8. A. Giraud' Teuton, «Les origines de la famille» (Η καταγωγή της οικογένειας), Γενεύη - Παρίσι, 1874. (Σημ. Σύντ.).
9. Στο ταξίδι μου, όταν γύριζα από τη Νέα Υόρκη, το Σεπτέμβρη του 1888 συνάντησα έναν πρώην βουλευτή του Κογκρέσου της εκλογικής περιφέρειας του Ρότσεστερ, που είχε γνωρίσει τον Λούις Μόργκαν. Δεν ήξερε δυστυχώς να μου διηγηθεί πολλά γι' αυτόν. Ο Μόργκαν έζησε στο Ρότσεστερ σαν ιδιώτης κι ασχολιόταν μονάχα με τις μελέτες του. Ο αδερφός του ήταν συνταγματάρχης, διορισμένος στην Ουάσιγκτον στο υπουργείο των Στρατιωτικών. Με τη μεσολάβηση του αδερφού του κατάφερε να ενδιαφερθεί η κυβέρνηση για τις έρευνές του και να εκδώσει καμπόσα από τα έργα του με έξοδα του δημοσίου. Ο ίδιος ο αφηγητής, όπως μου είπε, χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό αυτό πολλές φορές, τον καιρό που ήταν βουλευτής. (Σημείωση του Ενγκελς).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου