Ο καυτός Σεπτέμβρης του 1946
«Η κυβέρνηση απαγορεύει το συνέδριο του ΕΑΜ. Η αστυνομία κατέλαβε τα γραφεία του ΚΚΕ στην Αθήνα».
Το «ζωνάρι» στην πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη» στις 17 Σεπτέμβρη του 1946, που αναφερόταν στα γεγονότα της 16ης Σεπτέμβρη, δεν άφηνε περιθώρια για αυταπάτες.
Η Επιτροπή Πόλης της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Αθήνας σε ανακοίνωσή της ανέφερε: «Σήμερα το πρωί αστυνομική δύναμη επέδραμε στα γραφεία της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Αθήνας και συνέλαβε όλους που βρισκότανε μέσα σ' αυτά και όσους περνούσαν απ' έξω (...) Η Επιτροπή Πόλης της ΚΟΑ καταγγέλλει στον ελληνικό λαό την αυθαίρετη, παράνομη και αντισυνταγματική αυτή ενέργεια κυβέρνησης και αστυνομίας, που βάζει ουσιαστικά την Κομμουνιστική Οργάνωση της Αθήνας εκτός νόμου».
Ομως, το σχετικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα μιλάει απλά για «χαφιέδικη επιχείρηση», ενώ ο αρμόδιος υπουργός, Εβερτ, δηλώνει πως «ό,τι έγινε, έγινε μετά από παραγγελία ανακριτή». Ομάδα δικηγόρων επισκέπτεται τον ανακριτή κ. Κακίση, με εντολή του οποίου έγινε η επιδρομή στην ΚΟΑ, αυτός δηλώνει ότι δεν έδωσε τέτοια εντολή αλλά αρνείται να διατάξει να παραδοθούν τα γραφεία στους κατόχους τους. Οι δικηγόροι απάντησαν ότι θα υποβάλουν μήνυση για παράβαση καθήκοντος και αυτοδικία...
Ως προς το θέμα της απαγόρευσης του Συνεδρίου του ΕΑΜ η κατάσταση είχε ως εξής: Η ΚΕ του ΕΑΜ ανακοίνωσε στην αστυνομική διεύθυνση ότι στις 27 Σεπτέμβρη, επέτειο ίδρυσης του ΕΑΜ, θα συγκροτηθεί πανελλαδικό συνέδριο 4 - 5 ημερών και ζητούσε χώρο για μια μεγάλη συγκέντρωση. Η κυβέρνηση απέρριψε το αίτημα δηλώνοντας ότι «η επιτροπή δεν κατέληξε εις τον καθορισμόν των οργανώσεων αι οποίαι άσκησαν την πραγματικήν εθνική αντίσταση και κατά συνέπεια δεν δύναται να επιτραπεί η μονοπώληση του ζητήματος εις μία παράταξη».
Κι όμως, την ίδια πάντα μέρα, εκ μέρους του ΕΑΜ, ο Μ. Πορφυρογένης στέλνει γράμμα στον αρμόδιο υπουργό και ζητά «να εφαρμόζονται οι νόμοι εξίσου εναντίον κάθε εγκληματίου», αναφέροντας ότι ενώ ασκούνται διώξεις κατά των δημοκρατών, υπάρχει ανοχή για τους ακροδεξιούς που οργίαζαν στις γειτονιές της Αθήνας και την επαρχία.
Τραγικές αντιφάσεις
Αυτό
που εκ πρώτης όψεως εμφανίζεται ως τουλάχιστον παράδοξο στην όλη
κατάσταση εκείνων των ημερών, αν κάποιος αρκεστεί μόνο στην καταγραφή
γεγονότων, εβδομήντα χρόνια μετά, είναι μάλλον σχετικά εύκολο να
αποκωδικοποιηθεί: Με έναν εξαιρετικά τραγικό τρόπο εκφράζονταν οι
αντιφάσεις και οι αδυναμίες της στρατηγικής του ΚΚΕ εκείνη την περίοδο.
Το γεγονός, δηλαδή, πως παρόλο είχε γίνει φανερό από το Δεκέμβρη του
1944 ότι οι λογαριασμοί της αστικής τάξης με το εργατικό - λαϊκό κίνημα
λύνονται με τα όπλα, ότι η ταξική πάλη είχε οξυνθεί και ενώ είχε ήδη
εκδηλωθεί η δράση ομάδων καταδιωκομένων και ανταρτοομάδων, που
αντέδρασαν στην κρατική βία και καταστολή, εντούτοις παρέμεναν αυταπάτες
και ψευδαισθήσεις περί «δημοκρατικής λύσης». Οτι, δηλαδή, μπορούσε η
αστική τάξη, κάτω από την εργατική - λαϊκή πίεση, ακόμα και με ένοπλη
αντίδραση, να υποχωρήσει από την απόφασή της να αποκαταστήσει, με κάθε
τρόπο και κυρίως τσακίζοντας το λαό, την εξουσία της που είχε δεχθεί
σημαντικούς κλονισμούς την περίοδο της Κατοχής. Αυτές οι αντιφάσεις και
αδυναμίες συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια παρόλο που τελικά
επιλέχθηκε ο δρόμος της ένοπλης αναμέτρησης με την αστική τάξη και τους
συμμάχους της και κατά τη διάρκεια του 3χρονου αγώνα του ΔΣΕ.Ομως, ούτε τα γεγονότα του Σεπτέμβρη του 1946 ήρθαν σαν κεραυνός εν αιθρία ούτε το ΚΚΕ ήταν εντελώς ανυποψίαστο.
Είχε προηγηθεί η 2η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το Φλεβάρη του 1946, που συνήλθε, όχι συμπτωματικά, ακριβώς στην πρώτη επέτειο της υπογραφής της απαράδεκτης συμφωνίας της Βάρκιζας, και η οποία ευθέως προσανατόλιζε στον ένοπλο αγώνα, όχι όμως ακόμα ως ξεκάθαρη επιλογή για την κατάκτηση της εξουσίας, αλλά ως μέσο πίεσης για δημοκρατική διέξοδο. Στο μεσοδιάστημα οξύνθηκε το όργιο της τρομοκρατίας κατά του λαϊκού κινήματος κι ενώ το ΚΚΕ διατηρούσε ακόμα σημαντικές δυνάμεις, η αστική τάξη αξιοποίησε το μετέωρο βήμα του Κόμματος για να στεριώσει την εξουσία της με τις εκλογές του Μάρτη του '46.
Οι διωκόμενοι από την αστική εξουσία έφταναν ήδη το καλοκαίρι του '46 κοντά στους 20.000. Το καλοκαίρι τα πράγματα είχαν ήδη εκτραχηλιστεί, με τις δολοφονίες να είναι στην ημερήσια διάταξη. Ωστόσο, οι αντιφάσεις στην πολιτική του Κόμματος εκφράστηκαν με τη συμμετοχή στο δημοψήφισμα της 1ης Σεπτέμβρη για το πολιτειακό (που έφερε τον βασιλιά), ενώ λίγους μήνες πριν πολύ σωστά είχε απόσχει από τις βουλευτικές εκλογές του Μάρτη.
Εκείνη την περίοδο στα βουνά είχαν βγει ήδη κοντά στους 4.000 καταδιωκόμενους και με τους υπό δίωξη να ξεπερνούν τους 20.000. Οπως προκύπτει από τη μελέτη σχετικών εγγράφων εκείνων των ημερών, στις 12 του Σεπτέμβρη, το ΚΚΕ εκτιμούσε ότι δεν μπορούσε να σηκώσει μόνο του το βάρος ενός νέου αντάρτικου, που εκ των πραγμάτων βρισκόταν προ των πυλών.
Η αστική τάξη, όμως, δεν έχανε χρόνο. Διαβάζουμε στις ανταποκρίσεις που παρέθετε ο «Ριζοσπάστης» λίγες μέρες πριν από την εισβολή στα γραφεία της ΚΟΑ: «Θεσσαλονίκη 14. Σήμερα το πρωί κατέλαβαν τα γραφεία της Οργάνωσης Περιοχής Μακεδονίας και Θράκης του ΚΚΕ. Η αστυνομική δύναμη συγκέντρωσε και κατέστρεψε όλο το έντυπο υλικό, δύο βιβλιοθήκες και τα αρχεία. Οι παρευρισκόμενοι εκδιώχθηκαν από τα γραφεία τα οποία φρουρούνται από τη χωροφυλακή».
Σε άλλο σημείο, η εφημερίδα της ίδιας μέρας καταγγέλλει «ύποπτες φήμες» ότι «ετοιμάζονται 2.500 εντάλματα για τη σύλληψη ηγετών της Αριστεράς και των δημοκρατικών οργανώσεων».
Η κατάσταση είναι πράγματι περίπλοκη. Ο «Ριζοσπάστης» επισήμως δεν μπορεί να προβάλει ανοιχτά την αντάρτικη δράση. Μπορεί, όμως, να την προβάλει ως ρεπορτάζ που έχει δημοσιευθεί αλλού. Ετσι, διαβάζουμε ρεπορτάζ μοναρχικής εφημερίδας που αναπαράγει ο «Ριζοσπάστης», ότι «τρεις επαρχίες του Νομού Λάρισας Ελασσώνος, Αγιάς και Τυρνάβου, ελέγχονται απόλυτα από τους συμμορίτες». Και σε άλλη ανταπόκριση: «500 περίπου ένοπλοι υπό τους Γιαννούλη και Αννίβα επιτέθηκαν κατά τμήματος χωροφυλακής Πυρσόγιαννης που βοηθήθηκε από κατοίκους. Υστερα από 2ωρη μάχη η χωροφυλακή υπέκυψε και οι ένοπλοι κατέλαβαν την υποδιοίκηση χωροφυλακής και τα γύρω υψώματα».
Με τις μάχες να μαίνονται
Το αντάρτικο, λοιπόν, είχε φουντώσει για τα καλά στην επαρχία, αλλά στην Αθήνα ακόμα γινόταν κουβέντα για δημοκρατική λύση.Κι όμως, την ίδια μέρα ανταπόκριση από το Λονδίνο αναφέρεται, στην «Ντέιλι Μέιλ», δήλωση του Γονατά ότι «σ' όλη τη χώρα θα επιβληθεί ο στρατιωτικός νόμος αν συνεχισθεί η κομμουνιστική δράση», αλλά και απόσπασμα από το «Ντέιλι Γουόρκερ», σύμφωνα με το οποίο ο Ν. Ζαχαριάδης σε άρθρο του τονίζει: «Οι απειλές δεν μας φοβίζουν. Αντιμετωπίζουμε ψύχραιμα την εξέλιξη της κατάστασης προτείνοντας το χέρι μας για συνεννόηση αλλά έχοντας και όπλο παρά πόδας».
Την επομένη, 20 Σεπτέμβρη, με άρθρο του στην πρώτη σελίδα ο διευθυντής του «Ριζοσπάστη», Κώστας Καραγιώργης, ανακοινώνει ότι «αύριο το πρωί οδηγείται στο νησί της εξορίας ο αρχηγός του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού στρατηγός Στέφανος Σαράφης». Μαζί του άλλοι 65 αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, από τους οποίους 4 στρατηγοί. Αναρωτιέται στο άρθρο του ο Καραγιώργης: «Πρόκειται για ολοκλήρωση του αγγλοκρατούμενου φασιστικού προτεκτοράτου;».
Στο ίδιο φύλλο ο «Ριζοσπάστης», χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της αναπαραγωγής ρεπορτάζ από τον αστικό Τύπο, πληροφορεί το κοινό με ενδιαφέρουσες ειδήσεις, όπως αυτή που αναφέρει: «Οι περιοχές που υπάγονται στις υποδιοικήσεις χωροφυλακής Ραψάνης, Λειβαδίου, Ελασσόνας και Γρεβενών ελέγχονται απόλυτα από τους ενόπλους, οι δυνάμεις των οποίων είναι μοιρασμένες ως εξής: Στον Ολυμπο 400, Χάσια 500, Πιέρρια 200 (άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι στην περιοχή Πιερρίων οι ένοπλοι φθάνουν στους 1.100). Η δύναμή τους αυξάνει ανάλογα με εφεδρείες από τα χωριά.
Το "Νιου Γιορκ Χέραλντ Τριμπιούν" στην παρισινή έκδοσή του δημοσιεύει ανταπόκριση του απεσταλμένου του από την Ελλάδα: "Στην Ελλάδα διεξάγεται αμείλικτος εμφύλιος πόλεμος (...) τώρα πια δεν υπάρχει έλεος ούτε για τις γυναίκες ούτε για τα παιδιά. Επειδή οι άρρενες συγγενείς τους πήραν τα βουνά, τα γυναικόπαιδα πιάνονται, φορτώνονται σε αυτοκίνητα και ή στέλνονται στα ξερονήσια ή στοιβάζονται κατά εκατοντάδες μέσα σε ασφυκτικά γεμάτες φυλακές (...) Επιπλέον η κυβέρνηση εγκρίνει τη δράση δυο τουλάχιστον μεγάλων συμμοριών, του Σούρλα, επικηρυγμένου για ληστεία και φόνο και του Καλαμπαλίκη. Και οι δυο απολαμβάνουν απόλυτης ασυδοσίας (...) Μπορεί κανείς να τους δει στα καφενεία της Λάρισας και του Βόλου».
«Εξω από κάθε νόμο της λογικής»
Η
ΚΕ του ΕΑΜ με τηλεγράφημα προς τον πρωθυπουργό αναφέρει σχετικά με την
εξορία του Σαράφη: «Εκτόπισις (...) εξεγείρει εθνικήν συνείδησιν και
τορπιλίζει πάσαν προσπάθειαν εσωτερικού κατευνασμού», ενώ ο Κ.
Καραγιώργης στο κύριο άρθρο της εφημερίδας αναφέρει: «Εμείς οι
Κουκουέδες έχουμε έναν αρχηγό που είπε αυτά τα μεγάλα λόγια: "Οποιος
φοβάται μην πέσει, πρέπει σε όλο το βιό να σούρνεται χάμου. Αλλά όσοι
δεν φοβούνται μην πέσουν, αυτοί είναι ανίκητοι. Και αυτοί νικούν ακόμα
και όταν πέφτουν"!».Μια βδομάδα μετά την κατάληψη των γραφείων της ΚΟΑ στον κυριακάτικο «Ριζοσπάστη» ο Κ. Καραγιώργης σημειώνει: «Θα ήταν έξω από κάθε νόμο της λογικής αν δεν ξεπηδούσε αντίδραση έμπρακτη και ένοπλη (...) Η Αριστερά ζητάει πάντα με επιμονή, με πείσμα, με πάθος τη Συμφιλίωση, τη λογική συμφωνία για την άμεση λύση του εσωτερικού μας προβλήματος. Θα την αρνηθούν για άλλη μία φορά;».
Στη βάση της πρώτης σελίδας εκείνης της μέρας ο στίχος του Βασίλη Ρώτα προμηνύει:
«Στης σκλαβιάς τη νυχτιά και τον τρόμο
το λαό ξεσηκώνω με βιά
και του αγώνα του δείχνω το δρόμο
ενωμένος να βρει λευτεριά»
Ενα μήνα μετά, στα Χάσια, σε συνάντηση των ανταρτοομάδων που είχαν συγκροτηθεί από τους καταδιωκόμενους, αποφασίστηκε η συγκρότηση του Αρχηγείου Ανταρτών που μετονομάστηκε αργότερα σε Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας. Οι αυταπάτες για τη δημοκρατική διέξοδο παρ' όλα αυτά συνέχιζαν να υπάρχουν, είχε όμως τώρα πια αρχίσει να γίνεται πιο καθαρό ότι η γενίκευση της ένοπλης σύγκρουσης ήταν αναπόφευκτη. Ως αποτέλεσμα ταλαντεύσεων, καθυστερήσεων όμως αυτή δεν αγκάλιασε τα κύρια αστικά κέντρα και πρώτα απ' όλα την Αθήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου