Αβέβαιη ανάκαμψη στο έδαφος των μνημονίων
Μπόλικος κουρνιαχτός σηκώνεται και πάλι με αφορμή
τα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ) σχετικά με την
επανεμφάνιση οριακών ρυθμών ανάκαμψης του παραγόμενου ΑΕΠ αλλά και άλλων
δεικτών μέτρησης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας. Επιπλέον, η
συγκυβέρνηση, από την πλευρά της, επιχειρεί να καλλιεργήσει ένα απόλυτα
ψευδεπίγραφο κλίμα ευφορίας με άξονα την απογείωση των αιματοβαμμένων
«πλεονασμάτων» που εμφανίζονται στον κρατικό προϋπολογισμό, που βέβαια
είναι το αποτέλεσμα των νέων μέτρων της φοροληστείας απέναντι στο λαϊκό
εισόδημα, ταυτόχρονα και σε συνδυασμό με την καρατόμηση της γκάμας των
κρατικών κονδυλίων που αφορούν στην κάλυψη ακόμη και στοιχειωδών αναγκών
της λαϊκής οικογένειας.
Την ίδια ώρα, το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων ολόκληρης της μνημονιακής περιόδου παραμένει σε εφαρμογή και μάλιστα μέχρι κεραίας, ενώ βέβαια η προοπτική της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της ανταγωνιστικότητας του εγχώριου κεφαλαίου εμπλουτίζεται με νέες «παρεμβάσεις», όπως αυτές δρομολογούνται τις μέρες αυτές στο πλαίσιο της δεύτερης «αξιολόγησης» για να εφαρμοστούν, στη συνέχεια, μέσω της νέας «φουρνιάς» των εφαρμοστικών νόμων. Και, βέβαια, ο πυρήνας της αντιλαϊκής πολιτικής και των διαδοχικών μέτρων θα παραμένει σε μόνιμη ισχύ, είτε σε φάση πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας και του παραγόμενου ΑΕΠ είτε σε φάση ανάκαμψης και «ανάπτυξης».
Για μια ακόμη φορά, έρχονται στο προσκήνιο οι ταυτίσεις και οι συγκλίσεις και της σημερινής κυβέρνησης με τα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου, που βλέπουν στα μνημόνια τη «σανίδα» της σωτηρίας τους, για τη διέξοδο από την κρίση μέσω της επιβολής των αντιλαϊκών μέτρων «μόνιμου χαρακτήρα» και «επαναλαμβανόμενης απόδοσης». Η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, το χτύπημα του λαϊκού εισοδήματος, η ενίσχυση των μονοπωλίων είναι μόνιμα στοιχεία της καπιταλιστικής οικονομίας. Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, αντί να περιμένουν κανένα ψίχουλο από το τραπέζι των κερδών, πρέπει να παλέψουν με γνώμονα την ανάκτηση όσων έχασαν, σε συνδυασμό με τη διεκδίκηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
***
Την ίδια ώρα, η συγκυβέρνηση, το κουαρτέτο και το εγχώριο κεφάλαιο
συντάσσονται σε ενιαία στρατηγική και σε ό,τι αφορά την εμπέδωση του
κλίματος της «επιχειρηματικής εμπιστοσύνης», ως απαραίτητου όρου και
αναγκαίας προϋπόθεσης για τη «σταθεροποίηση» της οικονομίας και για τη
«βιώσιμη» ανάκαμψη. Σε αυτό το επίπεδο, ο ΣΕΒ, για παράδειγμα, «βλέπει»
στο 3ο μνημόνιο την «τελευταία ευκαιρία» και το εφαλτήριο της ανάκαμψης.
Η συγκυβέρνηση, από την πλευρά της, εστιάζει στην ανάγκη διαμόρφωσης
«καθαρού διαδρόμου» για τη διέξοδο, όπως λένε, από την κρίση. Διαδοχικοί
κρίκοι σε αυτήν τη διεργασία, όπως την περιγράφουν υψηλόβαθμοι
παράγοντες του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου, είναι η ταχεία
ολοκλήρωση της δεύτερης «αξιολόγησης» του 3ου μνημονίου, με επόμενα
βήματα την έναρξη μιας «εμπεριστατωμένης συζήτησης» σχετικά με την
«ελάφρυνση» του κρατικού χρέους, με στόχο, όπως λένε, τη δημιουργία ενός
«οδικού χάρτη», με ορόσημα τη συμφωνία για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για
τη διαχείριση του κρατικού χρέους, την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στα
προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, την
έξοδο για νέα κρατικά δάνεια στις «αγορές» και την... «έξοδο» από το
μνημόνιο με βάση το υπάρχον χρονοδιάγραμμα, δηλαδή τον Αύγουστο του
2018. Ταυτόχρονα, το νευραλγικό, για το εγχώριο κεφάλαιο, ζήτημα για τη
διαχείριση - «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους αφορά στην ανακατεύθυνση
πόρων των κρατικών προϋπολογισμών, που καταβάλλονται για την αποπληρωμή
τοκοχρεολυσίων, σε τομείς στήριξης του εγχώριου κεφαλαίου («ζεστό»
κρατικό χρήμα για επενδύσεις, φοροελαφρύνσεις, απαλλαγές κ.ά.). Εξίσου
χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι και επίσημα πλέον ανοίγει η συζήτηση
γύρω από τη μορφή του επόμενου, 4ου στη σειρά, μνημονίου, αυτή τη φορά
με άξονα τη διαχείριση και «ελάφρυνση» του ελληνικού κρατικού χρέους.
***
Αποκαλυπτικό, ωστόσο, είναι το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού
για το 2017, που μάλιστα αναμένεται να συμπληρωθεί και με νέα αντιλαϊκά
μέτρα, στο πλαίσιο της κατάθεσης στην τελική του έκδοση στη Βουλή, την
ερχόμενη βδομάδα. Σε κάθε περίπτωση, από το 2017 η αντιλαϊκή πολιτική -
και τα μέτρα που τη συνοδεύουν - θα πάρει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις,
με σχεδόν διπλασιασμό των μέτρων που θα επιβαρύνουν τη λαϊκή οικογένεια
σε σχέση με φέτος, σε κραυγαλέα αντίθεση με την κυβερνητική προπαγάνδα
που ισχυρίζεται προκλητικά ότι «τα δύσκολα πέρασαν».Την ίδια ώρα, το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων ολόκληρης της μνημονιακής περιόδου παραμένει σε εφαρμογή και μάλιστα μέχρι κεραίας, ενώ βέβαια η προοπτική της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της ανταγωνιστικότητας του εγχώριου κεφαλαίου εμπλουτίζεται με νέες «παρεμβάσεις», όπως αυτές δρομολογούνται τις μέρες αυτές στο πλαίσιο της δεύτερης «αξιολόγησης» για να εφαρμοστούν, στη συνέχεια, μέσω της νέας «φουρνιάς» των εφαρμοστικών νόμων. Και, βέβαια, ο πυρήνας της αντιλαϊκής πολιτικής και των διαδοχικών μέτρων θα παραμένει σε μόνιμη ισχύ, είτε σε φάση πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας και του παραγόμενου ΑΕΠ είτε σε φάση ανάκαμψης και «ανάπτυξης».
Για μια ακόμη φορά, έρχονται στο προσκήνιο οι ταυτίσεις και οι συγκλίσεις και της σημερινής κυβέρνησης με τα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου, που βλέπουν στα μνημόνια τη «σανίδα» της σωτηρίας τους, για τη διέξοδο από την κρίση μέσω της επιβολής των αντιλαϊκών μέτρων «μόνιμου χαρακτήρα» και «επαναλαμβανόμενης απόδοσης». Η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, το χτύπημα του λαϊκού εισοδήματος, η ενίσχυση των μονοπωλίων είναι μόνιμα στοιχεία της καπιταλιστικής οικονομίας. Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, αντί να περιμένουν κανένα ψίχουλο από το τραπέζι των κερδών, πρέπει να παλέψουν με γνώμονα την ανάκτηση όσων έχασαν, σε συνδυασμό με τη διεκδίκηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Α. Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου