Μικρόφωνο στο μπόι των ονείρων μας
Η παρουσίαση της καινούριας έκδοσης της ΣΕ και του τμήματος ιστορίας της
κετουκε τη μεθεπόμενη Παρασκευή, στον Περισσό, θα είναι ασφαλώς
πληρέστερη και πιο "επίσημη". Αλλά όπως είπε κι ένας σφος, εμείς είμαστε
"γκρούπις" της Αλέκας και δε χάνουμε ευκαιρία να την ακούσουμε. Όπως το
Σάββατο, που μιλούσε για αυτό το θέμα (τα 50 χρόνια από την επιβολή της
δικτατορίας) στην Κάνιγγος, στην εκδήλωση της οργάνωσης των
εκπαιδευτικών. Και δυσκολεύτηκε να φέρει κάπως το μικρόφωνο στο ύψος της
("είμαι και λίγο κοντή" είπε αυτοσαρκαζόμενη, χωρίς κανένα κόμπλεξ),
αλλά το πιο σημαντικό είναι να φτιάξουμε έναν κόσμο στο μπόι των ονείρων
μας.
Η εισαγωγική ομιλία της Αλέκας δεν ήταν μια αναλυτική παρουσίαση της πρόσφατης έκδοσης, ούτε τη σχετικής διακήρυξης της κετουκε, που περιλαμβάνεται στην έκδοση (η οποία πωλείται 15 ευρώ και γίνεται κι ωραίο δώρο, όπως είπε η Παπαρήγα), αλλά συνδέεται άμεσα με αυτά. Η δική μου "ανταπόκριση" δεν είναι ακριβής μεταφορά όσων είπε, αλλά στέκεται σε ορισμένα σημεία και τα παρουσιάζει σε δύο μέρη με σχετικά αυτοτελείς θεματικές. Αυτονόητο πως τυχόν αστοχίες κι αβαρίες κατά τη μεταφορά βαραίνουν αποκλειστικά την κε του μπλοκ.
Ένα βασικό ερώτημα γύρω από το οποίο αναπτύσσεται διαπάλη είναι γιατί επιβλήθηκε η δικτατορία και μάλιστα σε μια περίοδο που η Ελλάδα βρισκόταν σε πορεία ένταξης στην ΕΟΚ, ενώ τα άλλα δικτατορικά καθεστώτα στη Νότια Ευρώπη, σε Ισπανία και Πορτογαλία, έπνεαν τα λοίσθια. Έχουν δοθεί κατά καιρούς διάφορες απαντήσεις από αστική σκοπιά, που μπορεί να έχουν επιμέρους κοινά σημεία με αποσπασματικές θέσεις του ΚΚΕ, εντάσσονται όμως σε τελείως διαφορετική αντίληψη.
Κάποιοι σημειώνουν το ρόλο που έπαιξαν οι εσωτερικοί παράγοντες κι οι αντιθέσεις του τριγώνου ανάκτορα-στρατός-κυβέρνηση, όπου οι δύο πρώτες πλευρές ήταν συνδεμένες και βάσει συντάγματος. Άλλοι εντοπίζουν τη βασική αιτία των γεγονότων στην κρίση των Ιουλιανών το 65' κι άλλοι πηγαίνουν πιο βαθιά, στις αντιφάσεις ολόκληρης της μετεμφυλιακής περιόδου.
Κάποιες απόψεις σοσιαλδημοκρατικής-οπορτουνιστικής απόχρωσης -πχ ο Βερναρδάκης, που δεν είναι σίγουρο αν ισχυρίζεται ακόμα τα ίδια- λένε πως το καλοκαίρι του 65', με τα Ιουλιανά, υπήρχε επαναστατική κατάσταση, που όμως δεν αξιοποιήθηκε. Αφενός όμως οι λαϊκές κινητοποιήσεις του 65' δεν κλόνισαν ποτέ την αστική εξουσία και τα θεμέλιά της, αφετέρου το 67' που επιβλήθηκε η χούντα, το λαϊκό κίνημα βρισκόταν σε σαφή υποχώρηση και δεν αποτελούσε άμεσο, σοβαρό κίνδυνο για τη σταθερότητα του συστήματος.
Άλλες προσεγγίσεις δίνουν προβάδισμα για την ερμηνεία των γεγονότων στον εξωτερικό παράγοντα, τις ΗΠΑ, το σχεδιασμό τους για τον επικείμενο αραβο-ισραηλινό πόλεμο (όπου ήθελαν να έχουν καλυμμένα τα νώτα τους με σταθερές κυβερνήσεις-καθεστώτα) και το Κυπριακό. Ενώ η αντίθετη πλευρά τείνει να αθωώσει πλήρως τον ξένο παράγοντα, προσπερνώντας ακόμα και γεγονότα, όπως η συγνώμη του Κλίντον το 99' -που δεν ήταν πάντως "συγνώμη" επειδή προκάλεσαν το πραξικόπημα, αλλά γιατί έδειξαν ανοχή απέναντί της.
Υπάρχει τέλος και μια δεξιά προσέγγιση που τα φορτώνει όλα σε κάποιους άφρονες αξιωματικούς, που έδρασαν κατά βούληση, που δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική.
Στην πραγματικότητα, οι εσωτερικοί με τους εξωτερικούς παράγοντες συνυπήρχαν και συνδυάζονταν. Υπήρχε αστάθεια από την κρίση των Ιουλιανών αλλά και σε όλη τη μετεμφυλιακή περίοδο ο φόβος τι θα προέκυπτε μετά τις εκλογές που είχαν προκηρυχθεί για το Μάιο του 67' κι αν θα υπηρετούσε τους στόχους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Αλλά σε αυτό το πλέγμα των παραγόντων, η καθοριστική αντίθεση ήταν μεταξύ του αστικού οικονομικού εκσυγχρονισμού που προωθούνταν και του παλιού πολιτικού συστήματος, που δυσκολευόταν να προσαρμοστεί και να τον υπηρετήσει.
Αυτή η αλήθεια ξέφυγε και σε έναν παλιό Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών (δεν μπόρεσα να ακούσω καλά το όνομά του), που σε μια διάλεξή του το 99', είχε πει (περίπου): την πατήσαμε, γιατί πιστεύαμε ότι η Ελλάδα έχει σύγχρονο πολιτικό σύστημα, αλλά βραδυπορεί οικονομικά και χρειάζεται βοήθεια. Ενώ στην πραγματικότητα συνέβαινε το αντίθετο...
Κι εντόπισε ένα σημαντικό παράγοντα αστάθειας στο ότι δεν υπήρχε συστημική αριστερά... Άκρως επίκαιρη παρατήρηση για όσα ακολούθησαν από τη Μεταπολίτευση, ως τις μέρες μας.
Δεν μπορούσε όμως να λυθεί αλλιώς αυτή η αντίθεση; Ιδίως από τη στιγμή που το καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι το καλύτερο για την αστική εξουσία και της εξασφαλίζει μεγαλύτερη νομιμοποίηση;
Η απάντηση είναι πως εφόσον βρισκόταν κι ο παράγοντας του στρατού, με πρωταγωνιστικό ρόλο, στο επίκεντρο των αντιθέσεων, δεν αρκούσε μια απλή, κλασική αναδόμηση-αναδιαμόρφωση του πολιτικού συστήματος, όπως στις μέρες μας.
Πιο ειδικά για τις ξένες δυνάμεις: η ευθύνη του αμερικανικού-νατοϊκού παράγοντα είναι φανερή και αναμφισβήτητη, δεν πρέπει όμως να μπαίνει με τέτοιο τρόπο που να υποβαθμίζει τις εσωτερικές διεργασίες κι αιτίες που οδήγησαν στο πραξικόπημα. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ υπήρχαν διαφορετικοί θύλακες και μηχανισμοί -όπως προκύπτει κι από αποχαρακτηρισμένα ιστορικά έγγραφα- με αντιφατικές βλέψεις, που αποτυπώθηκαν και στην επίσημη στάση της κυβέρνησής τους. Η οποία αναγνώρισε το καθεστώς με εννιά μήνες καθυστέρηση (όσο μια εγκυμοσύνη) και διέκοψε αρχικά τη στρατιωτική βοήθεια, για να τη συνεχίσει μετά τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο, να αποκτήσει στενές σχέσεις και να παίξει τελικά καθοριστικό ρόλο στην ομαλή μετάβαση σε κοινοβουλευτικό καθεστώς, το 74'.
Επίσης η Αλέκα κατέρριψε το μύθο για τη διαφοροποίηση της δημοκρατικής ΕΟΚ, που διέκοψε τη χρηματοδότηση της Ελλάδας -κάτι που ήταν όμως προειλημμένη απόφαση, πριν το πραξικόπημα, για ταμειακούς, οικονομικούς λόγους και δυσκολίες. Παράλληλα, η -προωθημένη υποτίθεται- γαλλική δημοκρατία ήταν από τις πρώτες κυβερνήσεις διεθνώς που αναγνώρισαν την ελληνική χούντα.
Η Αλέκα αναφέρθηκε επίσης στην αντίθεση μεταξύ του εφοπλιστικού κεφαλαίου, που τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της χούντας, και του βιομηχανικού κεφαλαίου που την υποδέχθηκε αρχικά με αμηχανία και με το φόβο ότι θα διέκοπτε τη ροή των ξένων επενδύσεων.
Καθώς και στη λανθασμένη αντίληψη περί υποτελούς μεταπρατικού κεφαλαίου, προστατευτισμού της οικονομίας, κτλ, καθώς η σύνδεση με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς κι οι σχέσεις ανισότιμης αλληλεξάρτησης που αναπτύσσονται σε αυτό το έδαφος, είναι δείγμα της επιθετικότητας του ελληνικού κεφαλαίου κι όχι της υποτέλειάς του.
Μίλησε και για τις αντιθέσεις εντός της χούντας, για το θεσμό της βασιλείας, το ρόλο του στρατού και το κυπριακό. Για την άποψη του Παπαδόπουλου περί πολιτικού μανδύα της κυβέρνησης (με τρία μόλις στρατιωτικά στελέχη) που επικράτησε στην πρώτη φάση του καθεστώτος. Και το ότι η χούντα δεν αναγνώρισε το Ισραήλ, κάτι που αντανακλούσε τα συμφέροντα τμημάτων της αστικής τάξης με σημαντικές εξαγωγές προϊόντων σε αραβικές χώρες.
Η χούντα πέτυχε έναν ορισμένο οικονομικό εκσυγχρονισμό, με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι την κρίση του 73', κάτι που δεν καθιστά την πολιτική της θετική ή φιλολαϊκή, αλλά δείχνει καθαρά τον ταξικό της προσανατολισμό. Ταυτόχρονα έδωσε λύση στο ζήτημα του εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος, ανεξάρτητα από τον ιδεολογικό-πολιτικό της λόγο και το στρατοκρατικό της καθεστώς. Στη διάρκεια της χούντας καταργήθηκε η βασιλεία, κι "αναβαπτίστηκαν" τα χρεοκοπημένα αστικά κόμματα που δε συμμετείχαν στο πραξικόπημα, δεν το νομιμοποίησαν κι από τις τάξεις τους προήλθαν οι καινούριοι πολιτικοί σχηματισμοί που κυριάρχησαν στα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Εν κατακλείδι, η χούντα δεν ήταν μια παρά φύση διέξοδος-εξέλιξη για την αστική τάξη, αλλά γίνεται κυρίαρχη επιλογή, όταν η αστική τάξη νιώθει να απειλούνται τα συμφέροντά της, ή να υπηρετούνται καλύτερα με αυτόν τον τρόπο.
Παραμένει επίσης ανοιχτό προς μελέτη το ζήτημα αν το πραξικόπημα προσομοίαζε και συγγένευε ιδεολογικά-πολιτικά με τον κλασικό φασισμό, στη ναζιστική και τη μουσολινική του εκδοχή. ή σε κάποια άλλη μορφή.
Στο επόμενο και τελευταίο μέρος, η στρατηγική του ΚΚΕ κι η στάση των αστικών κομμάτων, στα χρόνια της δικτατορίας.
Η εισαγωγική ομιλία της Αλέκας δεν ήταν μια αναλυτική παρουσίαση της πρόσφατης έκδοσης, ούτε τη σχετικής διακήρυξης της κετουκε, που περιλαμβάνεται στην έκδοση (η οποία πωλείται 15 ευρώ και γίνεται κι ωραίο δώρο, όπως είπε η Παπαρήγα), αλλά συνδέεται άμεσα με αυτά. Η δική μου "ανταπόκριση" δεν είναι ακριβής μεταφορά όσων είπε, αλλά στέκεται σε ορισμένα σημεία και τα παρουσιάζει σε δύο μέρη με σχετικά αυτοτελείς θεματικές. Αυτονόητο πως τυχόν αστοχίες κι αβαρίες κατά τη μεταφορά βαραίνουν αποκλειστικά την κε του μπλοκ.
Ένα βασικό ερώτημα γύρω από το οποίο αναπτύσσεται διαπάλη είναι γιατί επιβλήθηκε η δικτατορία και μάλιστα σε μια περίοδο που η Ελλάδα βρισκόταν σε πορεία ένταξης στην ΕΟΚ, ενώ τα άλλα δικτατορικά καθεστώτα στη Νότια Ευρώπη, σε Ισπανία και Πορτογαλία, έπνεαν τα λοίσθια. Έχουν δοθεί κατά καιρούς διάφορες απαντήσεις από αστική σκοπιά, που μπορεί να έχουν επιμέρους κοινά σημεία με αποσπασματικές θέσεις του ΚΚΕ, εντάσσονται όμως σε τελείως διαφορετική αντίληψη.
Κάποιοι σημειώνουν το ρόλο που έπαιξαν οι εσωτερικοί παράγοντες κι οι αντιθέσεις του τριγώνου ανάκτορα-στρατός-κυβέρνηση, όπου οι δύο πρώτες πλευρές ήταν συνδεμένες και βάσει συντάγματος. Άλλοι εντοπίζουν τη βασική αιτία των γεγονότων στην κρίση των Ιουλιανών το 65' κι άλλοι πηγαίνουν πιο βαθιά, στις αντιφάσεις ολόκληρης της μετεμφυλιακής περιόδου.
Κάποιες απόψεις σοσιαλδημοκρατικής-οπορτουνιστικής απόχρωσης -πχ ο Βερναρδάκης, που δεν είναι σίγουρο αν ισχυρίζεται ακόμα τα ίδια- λένε πως το καλοκαίρι του 65', με τα Ιουλιανά, υπήρχε επαναστατική κατάσταση, που όμως δεν αξιοποιήθηκε. Αφενός όμως οι λαϊκές κινητοποιήσεις του 65' δεν κλόνισαν ποτέ την αστική εξουσία και τα θεμέλιά της, αφετέρου το 67' που επιβλήθηκε η χούντα, το λαϊκό κίνημα βρισκόταν σε σαφή υποχώρηση και δεν αποτελούσε άμεσο, σοβαρό κίνδυνο για τη σταθερότητα του συστήματος.
Άλλες προσεγγίσεις δίνουν προβάδισμα για την ερμηνεία των γεγονότων στον εξωτερικό παράγοντα, τις ΗΠΑ, το σχεδιασμό τους για τον επικείμενο αραβο-ισραηλινό πόλεμο (όπου ήθελαν να έχουν καλυμμένα τα νώτα τους με σταθερές κυβερνήσεις-καθεστώτα) και το Κυπριακό. Ενώ η αντίθετη πλευρά τείνει να αθωώσει πλήρως τον ξένο παράγοντα, προσπερνώντας ακόμα και γεγονότα, όπως η συγνώμη του Κλίντον το 99' -που δεν ήταν πάντως "συγνώμη" επειδή προκάλεσαν το πραξικόπημα, αλλά γιατί έδειξαν ανοχή απέναντί της.
Υπάρχει τέλος και μια δεξιά προσέγγιση που τα φορτώνει όλα σε κάποιους άφρονες αξιωματικούς, που έδρασαν κατά βούληση, που δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική.
Στην πραγματικότητα, οι εσωτερικοί με τους εξωτερικούς παράγοντες συνυπήρχαν και συνδυάζονταν. Υπήρχε αστάθεια από την κρίση των Ιουλιανών αλλά και σε όλη τη μετεμφυλιακή περίοδο ο φόβος τι θα προέκυπτε μετά τις εκλογές που είχαν προκηρυχθεί για το Μάιο του 67' κι αν θα υπηρετούσε τους στόχους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Αλλά σε αυτό το πλέγμα των παραγόντων, η καθοριστική αντίθεση ήταν μεταξύ του αστικού οικονομικού εκσυγχρονισμού που προωθούνταν και του παλιού πολιτικού συστήματος, που δυσκολευόταν να προσαρμοστεί και να τον υπηρετήσει.
Αυτή η αλήθεια ξέφυγε και σε έναν παλιό Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών (δεν μπόρεσα να ακούσω καλά το όνομά του), που σε μια διάλεξή του το 99', είχε πει (περίπου): την πατήσαμε, γιατί πιστεύαμε ότι η Ελλάδα έχει σύγχρονο πολιτικό σύστημα, αλλά βραδυπορεί οικονομικά και χρειάζεται βοήθεια. Ενώ στην πραγματικότητα συνέβαινε το αντίθετο...
Κι εντόπισε ένα σημαντικό παράγοντα αστάθειας στο ότι δεν υπήρχε συστημική αριστερά... Άκρως επίκαιρη παρατήρηση για όσα ακολούθησαν από τη Μεταπολίτευση, ως τις μέρες μας.
Δεν μπορούσε όμως να λυθεί αλλιώς αυτή η αντίθεση; Ιδίως από τη στιγμή που το καθεστώς της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι το καλύτερο για την αστική εξουσία και της εξασφαλίζει μεγαλύτερη νομιμοποίηση;
Η απάντηση είναι πως εφόσον βρισκόταν κι ο παράγοντας του στρατού, με πρωταγωνιστικό ρόλο, στο επίκεντρο των αντιθέσεων, δεν αρκούσε μια απλή, κλασική αναδόμηση-αναδιαμόρφωση του πολιτικού συστήματος, όπως στις μέρες μας.
Πιο ειδικά για τις ξένες δυνάμεις: η ευθύνη του αμερικανικού-νατοϊκού παράγοντα είναι φανερή και αναμφισβήτητη, δεν πρέπει όμως να μπαίνει με τέτοιο τρόπο που να υποβαθμίζει τις εσωτερικές διεργασίες κι αιτίες που οδήγησαν στο πραξικόπημα. Στο εσωτερικό των ΗΠΑ υπήρχαν διαφορετικοί θύλακες και μηχανισμοί -όπως προκύπτει κι από αποχαρακτηρισμένα ιστορικά έγγραφα- με αντιφατικές βλέψεις, που αποτυπώθηκαν και στην επίσημη στάση της κυβέρνησής τους. Η οποία αναγνώρισε το καθεστώς με εννιά μήνες καθυστέρηση (όσο μια εγκυμοσύνη) και διέκοψε αρχικά τη στρατιωτική βοήθεια, για να τη συνεχίσει μετά τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο, να αποκτήσει στενές σχέσεις και να παίξει τελικά καθοριστικό ρόλο στην ομαλή μετάβαση σε κοινοβουλευτικό καθεστώς, το 74'.
Επίσης η Αλέκα κατέρριψε το μύθο για τη διαφοροποίηση της δημοκρατικής ΕΟΚ, που διέκοψε τη χρηματοδότηση της Ελλάδας -κάτι που ήταν όμως προειλημμένη απόφαση, πριν το πραξικόπημα, για ταμειακούς, οικονομικούς λόγους και δυσκολίες. Παράλληλα, η -προωθημένη υποτίθεται- γαλλική δημοκρατία ήταν από τις πρώτες κυβερνήσεις διεθνώς που αναγνώρισαν την ελληνική χούντα.
Η Αλέκα αναφέρθηκε επίσης στην αντίθεση μεταξύ του εφοπλιστικού κεφαλαίου, που τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της χούντας, και του βιομηχανικού κεφαλαίου που την υποδέχθηκε αρχικά με αμηχανία και με το φόβο ότι θα διέκοπτε τη ροή των ξένων επενδύσεων.
Καθώς και στη λανθασμένη αντίληψη περί υποτελούς μεταπρατικού κεφαλαίου, προστατευτισμού της οικονομίας, κτλ, καθώς η σύνδεση με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς κι οι σχέσεις ανισότιμης αλληλεξάρτησης που αναπτύσσονται σε αυτό το έδαφος, είναι δείγμα της επιθετικότητας του ελληνικού κεφαλαίου κι όχι της υποτέλειάς του.
Μίλησε και για τις αντιθέσεις εντός της χούντας, για το θεσμό της βασιλείας, το ρόλο του στρατού και το κυπριακό. Για την άποψη του Παπαδόπουλου περί πολιτικού μανδύα της κυβέρνησης (με τρία μόλις στρατιωτικά στελέχη) που επικράτησε στην πρώτη φάση του καθεστώτος. Και το ότι η χούντα δεν αναγνώρισε το Ισραήλ, κάτι που αντανακλούσε τα συμφέροντα τμημάτων της αστικής τάξης με σημαντικές εξαγωγές προϊόντων σε αραβικές χώρες.
Η χούντα πέτυχε έναν ορισμένο οικονομικό εκσυγχρονισμό, με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι την κρίση του 73', κάτι που δεν καθιστά την πολιτική της θετική ή φιλολαϊκή, αλλά δείχνει καθαρά τον ταξικό της προσανατολισμό. Ταυτόχρονα έδωσε λύση στο ζήτημα του εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος, ανεξάρτητα από τον ιδεολογικό-πολιτικό της λόγο και το στρατοκρατικό της καθεστώς. Στη διάρκεια της χούντας καταργήθηκε η βασιλεία, κι "αναβαπτίστηκαν" τα χρεοκοπημένα αστικά κόμματα που δε συμμετείχαν στο πραξικόπημα, δεν το νομιμοποίησαν κι από τις τάξεις τους προήλθαν οι καινούριοι πολιτικοί σχηματισμοί που κυριάρχησαν στα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Εν κατακλείδι, η χούντα δεν ήταν μια παρά φύση διέξοδος-εξέλιξη για την αστική τάξη, αλλά γίνεται κυρίαρχη επιλογή, όταν η αστική τάξη νιώθει να απειλούνται τα συμφέροντά της, ή να υπηρετούνται καλύτερα με αυτόν τον τρόπο.
Παραμένει επίσης ανοιχτό προς μελέτη το ζήτημα αν το πραξικόπημα προσομοίαζε και συγγένευε ιδεολογικά-πολιτικά με τον κλασικό φασισμό, στη ναζιστική και τη μουσολινική του εκδοχή. ή σε κάποια άλλη μορφή.
Στο επόμενο και τελευταίο μέρος, η στρατηγική του ΚΚΕ κι η στάση των αστικών κομμάτων, στα χρόνια της δικτατορίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου