18 Ιαν 2018

Πάει πολύ...


Στον απόηχο της ψήφισης του αντιλαϊκού πολυνομοσχεδίου την περασμένη Δευτέρα, η κυβέρνηση συνεχίζει να προκαλεί τους εργαζόμενους, προσπαθώντας να δικαιολογήσει με διάφορους τρόπους και να νομιμοποιήσει από διάφορα κανάλια την άθλια διάταξη ενάντια στην απεργία. Ειδικά σ' αυτό το ζήτημα, η κυβέρνηση άλλαξε πολλές φορές την επιχειρηματολογία της, δείχνοντας τη δυσκολία που έχει να πετάξει από πάνω της τη ρετσινιά ενός αντεργατικού μέτρου, που κανένας από τους προηγούμενους δεν τόλμησε να ολοκληρώσει. Ετσι, αρχικά ειπώθηκε πως το μέτρο είναι ένας «έντιμος συμβιβασμός» απέναντι σ' αυτά που ζητούσε το ΔΝΤ για τον συνδικαλιστικό νόμο. Αξιοποίησαν μάλιστα ως «μπαμπούλα» τη ΝΔ, που συμφωνεί και πλειοδοτεί σε μέτρα περιορισμού της απεργίας, για να εγκλωβίσουν τους εργαζόμενους στη λογική του «μικρότερου κακού». Μετά προσπάθησαν να υποβαθμίσουν την αντιαπεργιακή διάταξη, λέγοντας ψέματα ότι έχει περιορισμένο εύρος εφαρμογής. Στη συνέχεα επινόησαν το αισχρό επιχείρημα ότι οι αλλαγές στον τρόπο λήψης της απόφασης για απεργία ενισχύουν τη δημοκρατία στους τόπους δουλειάς (!) και ενθαρρύνουν τάχα τη συμμετοχή των εργαζομένων.
***
Κοινός παρονομαστής σε όλα τα παραπάνω ήταν η προσπάθεια να συκοφαντήσουν, να επιτεθούν και να λοιδορήσουν τους εργαζόμενους που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις των ταξικών συνδικάτων ενάντια στο πολυνομοσχέδιο, με κεντρικό σύνθημα «Κάτω τα ξερά σας από την απεργία». Είναι φανερό ότι με τη συγκεκριμένη διάταξη, που τραβάει την άκρη της κλωστής για να ξηλωθεί συνολικά το δικαίωμα στην απεργία, η κυβέρνηση ανέλαβε μια δύσκολη αποστολή για το κεφάλαιο. Κι αυτό το καταλαβαίνουν οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από το βαθμό συμμετοχής τους στο κίνημα. Απ' αυτήν την άποψη, δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η κυβέρνηση και τα επιτελεία της συνεχίζουν την προσπάθεια να απαξιώσουν τη συνδικαλιστική οργάνωση και δράση, αξιοποιώντας στην προπαγάνδα τους υπαρκτά ζητήματα, που αφορούν το βαθμό συσπείρωσης και τη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, αλλά και εκφυλιστικά φαινόμενα, αποτέλεσμα της δράσης του εκάστοτε κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού - που παρεμπιπτόντως στηρίζει την αντεργατική επίθεση της κυβέρνησης, όπως έδειξε και η στάση του μπροστά στο πολυνομοσχέδιο - φέρνοντας όμως τις ερμηνείες και τις διαπιστώσεις στα μέτρα των άθλιων επιδιώξεων που προωθούν για λογαριασμό της μεγαλοεργοδοσίας.
***
Χαρακτηριστικό είναι ένα ακόμα άρθρο στην «Αυγή», που, ούτε λίγο ούτε πολύ, παρουσιάζει την αντιαπεργιακή διάταξη ως ...αναγκαίο βήμα για να διορθωθεί η χαμηλή εκπροσώπηση των εργαζομένων στα συνδικάτα! Μπερδεύοντας σκόπιμα τα πράγματα, σε σχέση με την κατάσταση των συνδικαλιστικών οργανώσεων στον ιδιωτικό τομέα και στους χώρους δουλειάς, ο αρθρογράφος σερβίρει έναν αχταρμά, για να κρύψει την ουσία: Οτι η αντιαπεργιακή ρύθμιση της κυβέρνησης συνιστά ωμή παρέμβαση του κράτους στον τρόπο λειτουργίας των συνδικάτων, για λογαριασμό της εργοδοσίας, ότι αποτελεί το πρώτο βήμα για το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος στο επίπεδο της επιχείρησης, του χώρου δουλειάς.
Δεν θα περίμενε βέβαια κανείς από μια αντιλαϊκή κυβέρνηση και τα προπαγανδιστικά της επιτελεία να αναφερθούν στις πραγματικές αιτίες που εμποδίζουν ή αποθαρρύνουν τη συμμετοχή περισσότερων εργαζομένων στην οργανωμένη πάλη μέσα από τα συνδικάτα. Γι' αυτό ο αρθρογράφος της «Αυγής» κάνει πως δεν ξέρει τίποτα για την εργοδοτική τρομοκρατία που οργιάζει, τον υπονομευτικό ρόλο του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, τη συνολικότερη ευθύνη των αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων που δρουν μέσα κι από τα συνδικάτα, για την υποχώρηση του κινήματος, την απογοήτευση που σπέρνουν στους εργαζόμενους, τη λογική της ενσωμάτωσης στους σχεδιασμούς της εργοδοσίας, μέσα από τον «κοινωνικό εταιρισμό», που είναι στρατηγική της ΕΕ, του κεφαλαίου και των κομμάτων του. Αντ' αυτού, η «Αυγή» επαναλαμβάνει κοινοτοπίες, για «κομματικές νομενκλατούρες» και «βολεμένες διοικήσεις» στα συνδικάτα, που απωθούν τους εργαζόμενους. Εκτός του ότι κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια, μιας και οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν διαχρονικά φανατικό στήριγμα του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της ΝΔ στο συνδικαλιστικό κίνημα, η «Αυγή» δεν αποφεύγει τον πειρασμό να δανειστεί επιχειρήματα ακόμα κι από τους χρυσαυγίτες, ή τους δήθεν «ακομμάτιστους» και «αντισυστημικούς», στην προσπάθειά της να συκοφαντήσει και να απαξιώσει συνολικά τη συνδικαλιστική δράση.
***
Γι' αυτό ο αρθρογράφος της αναρωτιέται πονηρά: «Την Παρασκευή που έγινε υποτίθεται απεργία, είδε κανείς πολίτης επιχείρηση του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα που να απεργεί; Πού δουλεύουν όσοι κατέβηκαν στο Σύνταγμα (...); Πού δουλεύουν όταν σε κάθε απεργία που κηρύσσει η ΓΣΕΕ είναι οι ίδιοι και οι ίδιοι;». Στην απεργία της Παρασκευής πήραν μέρος και διαδήλωσαν με τα πανό των Ομοσπονδιών, των Συνδικάτων και των Εργατικών Κέντρων χιλιάδες εργάτες του ιδιωτικού τομέα, που αναμετρούνται καθημερινά στο χώρο τους με την εργοδοσία και μέσα από μεγάλες δυσκολίες δίνουν τη μάχη της ανασύνταξης, πρώτα και κύρια στον τόπο δουλειάς και στον κλάδο τους. Είναι αυτές οι ζωντανές δυνάμεις του κινήματος που πρωτοστάτησαν για να εκφραστεί και με απεργία η αντίθεση των εργαζομένων στο αντιλαϊκό νομοσχέδιο, να μην περάσει «άβρεχτη» η κυβέρνηση από την ψήφισή του. Απέναντί τους δεν βρήκαν μόνο την κυβέρνηση, την εργοδοσία και τους μηχανισμούς τους, αλλά και σύσσωμο τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό, σε όλες τις εκφράσεις του, ο οποίος, εκεί όπου δεν μπόρεσε να αποτρέψει την απεργία, έπαιξε ρόλο ανοιχτά απεργοσπαστικό.
***
Πάει πολύ επομένως να εμφανίζει η «Αυγή» την κυβέρνηση και τους εργοδότες, που χειροκροτούν την αντιαπεργιακή διάταξη, να ενδιαφέρονται δήθεν για τη μαζικοποίηση και το ζωντάνεμα των συνδικάτων. Πάει πολύ να μυξοκλαίει ο αρθρογράφος της για «σωματεία - σφραγίδες, με διοικήσεις και χωρίς ουσιαστικά μέλη», όταν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ βάζουν ανοιχτά πλάτη σε άθλιες διεργασίες και κολιγιές, που μόνο στόχο έχουν να διατηρήσουν το σημερινό αρνητικό για τους εργαζόμενους συσχετισμό στο συνδικαλιστικό κίνημα. Και, τέλος, πάει πολύ να εμφανίζεται η κυβέρνηση ως ο «από μηχανής θεός», που θα διορθώσει με τους νόμους της τα «κακώς κείμενα» στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτή είναι δουλειά των ίδιων των εργαζομένων, των δυνάμεων που μπαίνουν μπροστά στις σημερινές δύσκολες συνθήκες και προϋποθέτει όξυνση της αντιπαράθεσης με το κεφάλαιο, τα αστικά κόμματα, απομόνωση και ήττα της γραμμής τους στο κίνημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ