Ο Αράμ Χατσατουριάν υπήρξε από τους σημαντικότερους σοβιετικούς
συνθέτες, συνδυάζοντας στο έργο του στοιχεία της αρμένικης παράδοσης του
Καυκάσου με εκείνα της δυτικής μουσικής και το 2013 τμήμα της μουσικής
του ανακηρύχθηκε τμήμα της παγκόσμιας μουσικής κληρονομιάς . Γεννήθηκε
πριν 115 χρόνια στην Τιφλίδα της Γεωργίας και καταγόταν από φτωχή
οικογένεια βιβλιοδετών. Από μικρό τον γοήτευε η αρμενική, γεωργιανή και
αζέρικη μουσική του περιβάλλοντός του. Άρχισε να παίζει πνευστά σε σχολή
ηλικία και το 1922 πήγε στη Μόσχα για να σπουδάσει Βιολογία, σύντομα
όμως γράφτηκε στο Μουσικοπαιδαγωγικό Ινστιτούτο Γκνέσιν για να μάθει
τσέλο, ενώ αργότερα επισκέφτηκε και το τμήμα σύνθεσης. Μετά γράφτηκε στο
Ωδείο της Μόσχας, θητεύοντας κοντά στους Νικολάι Μιακόφσκι και Μιχαήλ
Γκνέσιν, ενώ γνώρισε και τη σύζυγό και συμφοιτήτριά του Νίνα Μακάροβα.
Το πρώτο του σπουδαίο έργο ήταν η διπλωματική του εργασία, η πρώτη συμφωνία του 1934. Καταλυτική θα είναι η γνωριμία του με τον Προκόφιεφ, το 1935, όταν ο τελευταίος επισκέφθηκε την τάξη του Μιασκόβσκι. Οι δυο συνθέτες θαυμάζουν ο ένας το έργο του άλλου και μάλιστα ο Προκόφιεφ θα πάρει μαζί του έργα του νεαρού Χατσατουριάν σε περιοδεία του στο Παρίσι.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συνθέτει τη 2η Συμφωνία και το μπαλέτο Γκαγιάνε, με θέμα την αντίσταση στο ναζιστικό κατακτητή. Το συγκεκριμένο έργο περιέχει το διασημότερο ίσως κομμάτι του, τον “Χορό των Σπαθιών”, που έγινε γνωστό στη Δύση κυρίως χάρη σε ταινίες του Μπίλι Γουάιλντερ καθώς και χάρη στη χρήση του σε διαφημιστικά τη δεκαετία του ’70. Ένα άλλα απόσπασμα του μπαλέτου χρησιμοποιήθηκε από τον Στάνλεϋ Κιούμπρικ στο θρυλικό έργο επιστημονικής φαντασίας “2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος”, ενώ και αργότερα η μουσική του έντυσε ταινίες και σειρές, κάποιες φορές ωστόσο χωρίς να αναφέρεται το όνομά του στους τίτλους. Το 1944 συνθέτει τον κρατικό ύμνο της Σοβιετικής Δημοκρατίας της Αρμενίας. Το 1944 συνέθεσε τον ύμνο της Σοβιετικής Αρμενίας. Εκτός από συνθέτης ήταν και διευθυντής ορχήστρας, κυρίως δικών του έργων, τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό. Το 1951 έγινε καθηγητής σύνθεσης στο Ωδείο της Μόσχας και το Μουσικοπαιδαγωγικό Ινστιτούτο. Για πολλά χρόνια υπήρξε μέλος της Οργανωτικής Επιτροπής της Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 βρέθηκε μαζί με τους Προκόφιεφ και Σοστακόβιτς στο επίκεντρο της κριτικής του Αντρέι Ζντάνοφ για “φορμαλισμό”, κι ο ίδιος προχώρησε σε αυτοκριτική, με τις κατηγορίες εναντίον του να αίρονται επίσημα την εποχή της λεγόμενης “αποσταλινοποίησης” το 1958. Στο μεταξύ ο Χατσατουριάν συνέχιζε το δημιουργικό του έργο, με σημαντικό σταθμό το διάσημο μπαλέτο του “Σπάρτακος” το 1954. Το έργο του βραβεύεται στην πατρίδα του και στο εξωτερικό και γίνεται μέλος πολλών καλλιτεχνικών ακαδημιών διαφόρων χωρών. Απέσπασε πέντε Κρατικά Βραβεία της ΕΣΣΔ, το Βραβείο Λένιν το 1959 και πλήθος παρασήμων, μεταλλίων και άλλων βραβείων. Έφυγε από τη ζωή την Πρωτομαγιά του 1978.
Ως το τέλος της ζωής του παρέμενε αφοσιωμένος στα ιδανικά της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπως μαρτυρά ομιλία του στους απόφοιτους των τεχνικών παιδαγωγικών σχολών – για τους οποίους υπήρχε Πανεπιστήμιο Κουλτούρας του Νέου Τεχνικού, όπου ήταν πρύτανης ο Χατσατουριάν :
Το πρώτο του σπουδαίο έργο ήταν η διπλωματική του εργασία, η πρώτη συμφωνία του 1934. Καταλυτική θα είναι η γνωριμία του με τον Προκόφιεφ, το 1935, όταν ο τελευταίος επισκέφθηκε την τάξη του Μιασκόβσκι. Οι δυο συνθέτες θαυμάζουν ο ένας το έργο του άλλου και μάλιστα ο Προκόφιεφ θα πάρει μαζί του έργα του νεαρού Χατσατουριάν σε περιοδεία του στο Παρίσι.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συνθέτει τη 2η Συμφωνία και το μπαλέτο Γκαγιάνε, με θέμα την αντίσταση στο ναζιστικό κατακτητή. Το συγκεκριμένο έργο περιέχει το διασημότερο ίσως κομμάτι του, τον “Χορό των Σπαθιών”, που έγινε γνωστό στη Δύση κυρίως χάρη σε ταινίες του Μπίλι Γουάιλντερ καθώς και χάρη στη χρήση του σε διαφημιστικά τη δεκαετία του ’70. Ένα άλλα απόσπασμα του μπαλέτου χρησιμοποιήθηκε από τον Στάνλεϋ Κιούμπρικ στο θρυλικό έργο επιστημονικής φαντασίας “2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος”, ενώ και αργότερα η μουσική του έντυσε ταινίες και σειρές, κάποιες φορές ωστόσο χωρίς να αναφέρεται το όνομά του στους τίτλους. Το 1944 συνθέτει τον κρατικό ύμνο της Σοβιετικής Δημοκρατίας της Αρμενίας. Το 1944 συνέθεσε τον ύμνο της Σοβιετικής Αρμενίας. Εκτός από συνθέτης ήταν και διευθυντής ορχήστρας, κυρίως δικών του έργων, τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό. Το 1951 έγινε καθηγητής σύνθεσης στο Ωδείο της Μόσχας και το Μουσικοπαιδαγωγικό Ινστιτούτο. Για πολλά χρόνια υπήρξε μέλος της Οργανωτικής Επιτροπής της Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 βρέθηκε μαζί με τους Προκόφιεφ και Σοστακόβιτς στο επίκεντρο της κριτικής του Αντρέι Ζντάνοφ για “φορμαλισμό”, κι ο ίδιος προχώρησε σε αυτοκριτική, με τις κατηγορίες εναντίον του να αίρονται επίσημα την εποχή της λεγόμενης “αποσταλινοποίησης” το 1958. Στο μεταξύ ο Χατσατουριάν συνέχιζε το δημιουργικό του έργο, με σημαντικό σταθμό το διάσημο μπαλέτο του “Σπάρτακος” το 1954. Το έργο του βραβεύεται στην πατρίδα του και στο εξωτερικό και γίνεται μέλος πολλών καλλιτεχνικών ακαδημιών διαφόρων χωρών. Απέσπασε πέντε Κρατικά Βραβεία της ΕΣΣΔ, το Βραβείο Λένιν το 1959 και πλήθος παρασήμων, μεταλλίων και άλλων βραβείων. Έφυγε από τη ζωή την Πρωτομαγιά του 1978.
Ως το τέλος της ζωής του παρέμενε αφοσιωμένος στα ιδανικά της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπως μαρτυρά ομιλία του στους απόφοιτους των τεχνικών παιδαγωγικών σχολών – για τους οποίους υπήρχε Πανεπιστήμιο Κουλτούρας του Νέου Τεχνικού, όπου ήταν πρύτανης ο Χατσατουριάν :
«Ζείτε στην υπέροχη χώρα μας (…) Επισκέφθηκα πολλές χώρες και πουθενά δεν είδα τέτοια φροντίδα για τη νέα γενιά όπως σε μας. Και σε μένα, έναν ηλικιωμένο άνθρωπο, μου επιτρέπεται να πω ότι εσείς είστε το θαύμα της σοβιετικής εξουσίας. Σας κοιτάζω και χαίρομαι, πόσο υπέροχα φαίνεστε, πόσο υπέροχα είστε ντυμένοι, τα εμπνευσμένα πρόσωπά σας. Και με χαροποιεί να συζητώ μαζί σας, γιατί βλέπω σε σας ισότιμους πολίτες της μεγάλης Σοβιετικής Πατρίδας μας. Παίρνοντας την ειδικότητά σας, γίνεστε μάστορες της εργατικής εκπαίδευσης και θα διδάξετε τη μαστοριά σας σε άλλους. Στους καιρούς μας αυτό είναι εξαιρετικά επείγον πατριωτικό κρατικό ζήτημα. Θυμάμαι εργάτες πενήντα, σαράντα, ακόμη και δέκα χρόνια πριν. Πώς αναπτύχθηκε και άλλαξε ο Σοβιετικός εργάτης σήμερα! (…) Ολοι εσείς, πρωτοπόροι, έξυπνοι άνθρωποι, που κατανοείτε τη θέση σας στο κρατικό σύστημα, που προσπαθείτε να ενώσετε την επαγγελματική εκπαίδευση με την πνευματική (…)».Δεν παρέλειπε επίσης να αναφερθεί σε τραγελαφικά περιστατικά αντισοβιετισμού που συναντούσε στη διάρκεια περιοδειών του στη Δυτική Ευρώπη, όπως στην Ιταλία, όπου δέχτηκε την ερώτηση αν ακούγεται ο Μπαχ στη Σοβιετική Ένωση και μερίδα του τύπου εξεπλάγη με την επίσκεψή του, βέβαιη πως ο συνθέτης είχε εξοριστεί στη Σιβηρία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου