Η
κυβέρνηση της ΝΔ ετοιμάζεται τις επόμενες μέρες να εξαπολύσει νέα
επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες. Στο
στόχαστρο μπαίνουν ξανά το δικαίωμα στην απεργία και οι κλαδικές
συμβάσεις, ενώ μεθοδεύεται και η ενεργότερη παρέμβαση της εργοδοσίας και
του κράτους στα συνδικάτα.
Ειδικά για τις Συλλογικές Συμβάσεις, οι νέες αντιδραστικές αλλαγές έρχονται να κουμπώσουν με τη σημερινή «ζούγκλα» στην αγορά εργασίας και να την κάνουν ακόμα πιο ανυπόφορη για τους εργαζόμενους, κυρίως τους νέους.
Ο πυρήνας του αντεργατικού πλαισίου, που ενισχύθηκε και θωρακίστηκε την περίοδο της κρίσης με τους νόμους όλων των κυβερνήσεων, παραμένει ανέγγιχτος και επεκτείνεται, διαμορφώνοντας νέους, ακόμα χειρότερους όρους εργασιακής εκμετάλλευσης.
Η τάση γενίκευσης της «ευελιξίας» και καθήλωσης των μισθών δεν ανατράπηκε ούτε με τη σχετική αύξηση του κατώτερου μισθού, με το νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου, ούτε βέβαια με τις αποσπασματικές αλλαγές που έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τις κλαδικές συμβάσεις.
Ο μέσος μεικτός μισθός στη μερική απασχόληση, που αφορά πλέον έναν στους τρεις εργαζόμενους, είναι κάτω από 400 ευρώ, ενώ ο μέσος μισθός στο σύνολο της απασχόλησης παραμένει μειωμένος κατά 25% σε σχέση με το 2011.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι παρά την επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων και την αρχή της «καλύτερης σύμβασης» που νομοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ, μόλις 15 κλαδικές είναι σε ισχύ και καλύπτουν ένα μικρό μόνο ποσοστό των εργαζομένων στους κλάδους, αφού η πλειοψηφία εργάζεται με ελαστικές μορφές απασχόλησης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Τουρισμός, όπου ακόμα και αυτή η κλαδική που υπέγραψε η συνδικαλιστική πλειοψηφία έχει γίνει κουρέλι από τις 17 διαφορετικές μορφές «ευελιξίας» που έχει στη διάθεσή της η εργοδοσία για να θωρακίσει την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία της.
Στην πλειοψηφία των κλάδων, η εργοδοσία αρνείται ακόμα και να συζητήσει για την υπογραφή κλαδικών συμβάσεων. Αλλά κι εκεί που το κάνει, προσπαθεί να επιβάλει μισθούς στο ύψος του κατώτερου, που με τους νόμους ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώνεται πλέον από το κράτος και σε συνάρτηση με τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που σημαίνει ψίχουλα για τους εργαζόμενους.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η περιβόητη αύξηση του κατώτερου μισθού κατά 11% από το Φλεβάρη του 2019, μεταφράστηκε σε πραγματική αύξηση 0,6% (δηλαδή σχεδόν τίποτα) στον μέσο μεικτό μισθό στο σύνολο της απασχόλησης!
Πάνω σ' αυτό το έδαφος έρχεται τώρα η ΝΔ να νομοθετήσει εξαιρέσεις από την κλαδική σύμβαση υπέρ των επιχειρησιακών, με το πρόσχημα ότι έτσι θα διασωθούν επιχειρήσεις που καταγράφουν μεγάλες ζημιές.
Στην πραγματικότητα ανοίγει ο δρόμος για ακύρωση ακόμα κι αυτών των κουτσουρεμένων κλαδικών συμβάσεων που ισχύουν σήμερα και όσων υπογραφούν στο μέλλον, δίνοντας στην εργοδοσία επιπλέον όπλα για να βαθύνει το σημερινό άθλιο καθεστώς της εκμετάλλευσης.
Το γεγονός εξάλλου ότι τέτοια μέτρα παίρνονται σε συνθήκες ανάκαμψης της οικονομίας και όχι σε κρίση, επιβεβαιώνει ότι η διατήρηση και επέκταση του αντεργατικού πλαισίου είναι προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ενώ και η σχετική μείωση της ανεργίας τα τελευταία χρόνια ακολουθεί τη μεγαλύτερη προσαρμογή των εργασιακών σχέσεων στις σύγχρονες ανάγκες οργάνωσης της καπιταλιστικής παραγωγής, με γενίκευση της «ευελιξίας» και της υποαπασχόλησης.
Αντίστροφα, τα όποια, ελάχιστα, μέτρα πλασάρονται από τις κυβερνήσεις ως «θετικά» τάχα για τους εργαζόμενους, εξαϋλώνονται μέσα στο γενικότερο αντεργατικό πλαίσιο και αξιοποιούνται για τη νομιμοποίηση και τη διαιώνισή του.
Από τις ίδιες τις εξελίξεις επιβεβαιώνεται ότι ουσιαστική βελτίωση της ζωής των εργαζομένων μπορεί να υπάρξει μόνο δυναμώνοντας τον αγώνα για την ανάκτηση απωλειών, με την κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου, κάτω από το σύνθημα «Μπροστά οι δικές μας ανάγκες, όχι τα κέρδη των λίγων».
Μπροστά και στο συλλαλητήριο της ΔΕΘ, χρειάζεται να ανέβουν η εγρήγορση και η κινητοποίηση των εργαζομένων. Να δοθεί μαζική αγωνιστική απάντηση και με προετοιμασία για απεργία, διεκδικώντας καλύτερους όρους δουλειάς και ζωής, αυξήσεις στους μισθούς, σύγχρονα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Ειδικά για τις Συλλογικές Συμβάσεις, οι νέες αντιδραστικές αλλαγές έρχονται να κουμπώσουν με τη σημερινή «ζούγκλα» στην αγορά εργασίας και να την κάνουν ακόμα πιο ανυπόφορη για τους εργαζόμενους, κυρίως τους νέους.
Ο πυρήνας του αντεργατικού πλαισίου, που ενισχύθηκε και θωρακίστηκε την περίοδο της κρίσης με τους νόμους όλων των κυβερνήσεων, παραμένει ανέγγιχτος και επεκτείνεται, διαμορφώνοντας νέους, ακόμα χειρότερους όρους εργασιακής εκμετάλλευσης.
Η τάση γενίκευσης της «ευελιξίας» και καθήλωσης των μισθών δεν ανατράπηκε ούτε με τη σχετική αύξηση του κατώτερου μισθού, με το νόμο Βρούτση - Αχτσιόγλου, ούτε βέβαια με τις αποσπασματικές αλλαγές που έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για τις κλαδικές συμβάσεις.
Ο μέσος μεικτός μισθός στη μερική απασχόληση, που αφορά πλέον έναν στους τρεις εργαζόμενους, είναι κάτω από 400 ευρώ, ενώ ο μέσος μισθός στο σύνολο της απασχόλησης παραμένει μειωμένος κατά 25% σε σχέση με το 2011.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι παρά την επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων και την αρχή της «καλύτερης σύμβασης» που νομοθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ, μόλις 15 κλαδικές είναι σε ισχύ και καλύπτουν ένα μικρό μόνο ποσοστό των εργαζομένων στους κλάδους, αφού η πλειοψηφία εργάζεται με ελαστικές μορφές απασχόλησης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Τουρισμός, όπου ακόμα και αυτή η κλαδική που υπέγραψε η συνδικαλιστική πλειοψηφία έχει γίνει κουρέλι από τις 17 διαφορετικές μορφές «ευελιξίας» που έχει στη διάθεσή της η εργοδοσία για να θωρακίσει την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία της.
Στην πλειοψηφία των κλάδων, η εργοδοσία αρνείται ακόμα και να συζητήσει για την υπογραφή κλαδικών συμβάσεων. Αλλά κι εκεί που το κάνει, προσπαθεί να επιβάλει μισθούς στο ύψος του κατώτερου, που με τους νόμους ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώνεται πλέον από το κράτος και σε συνάρτηση με τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που σημαίνει ψίχουλα για τους εργαζόμενους.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η περιβόητη αύξηση του κατώτερου μισθού κατά 11% από το Φλεβάρη του 2019, μεταφράστηκε σε πραγματική αύξηση 0,6% (δηλαδή σχεδόν τίποτα) στον μέσο μεικτό μισθό στο σύνολο της απασχόλησης!
Πάνω σ' αυτό το έδαφος έρχεται τώρα η ΝΔ να νομοθετήσει εξαιρέσεις από την κλαδική σύμβαση υπέρ των επιχειρησιακών, με το πρόσχημα ότι έτσι θα διασωθούν επιχειρήσεις που καταγράφουν μεγάλες ζημιές.
Στην πραγματικότητα ανοίγει ο δρόμος για ακύρωση ακόμα κι αυτών των κουτσουρεμένων κλαδικών συμβάσεων που ισχύουν σήμερα και όσων υπογραφούν στο μέλλον, δίνοντας στην εργοδοσία επιπλέον όπλα για να βαθύνει το σημερινό άθλιο καθεστώς της εκμετάλλευσης.
Το γεγονός εξάλλου ότι τέτοια μέτρα παίρνονται σε συνθήκες ανάκαμψης της οικονομίας και όχι σε κρίση, επιβεβαιώνει ότι η διατήρηση και επέκταση του αντεργατικού πλαισίου είναι προϋπόθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ενώ και η σχετική μείωση της ανεργίας τα τελευταία χρόνια ακολουθεί τη μεγαλύτερη προσαρμογή των εργασιακών σχέσεων στις σύγχρονες ανάγκες οργάνωσης της καπιταλιστικής παραγωγής, με γενίκευση της «ευελιξίας» και της υποαπασχόλησης.
Αντίστροφα, τα όποια, ελάχιστα, μέτρα πλασάρονται από τις κυβερνήσεις ως «θετικά» τάχα για τους εργαζόμενους, εξαϋλώνονται μέσα στο γενικότερο αντεργατικό πλαίσιο και αξιοποιούνται για τη νομιμοποίηση και τη διαιώνισή του.
Από τις ίδιες τις εξελίξεις επιβεβαιώνεται ότι ουσιαστική βελτίωση της ζωής των εργαζομένων μπορεί να υπάρξει μόνο δυναμώνοντας τον αγώνα για την ανάκτηση απωλειών, με την κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου, κάτω από το σύνθημα «Μπροστά οι δικές μας ανάγκες, όχι τα κέρδη των λίγων».
Μπροστά και στο συλλαλητήριο της ΔΕΘ, χρειάζεται να ανέβουν η εγρήγορση και η κινητοποίηση των εργαζομένων. Να δοθεί μαζική αγωνιστική απάντηση και με προετοιμασία για απεργία, διεκδικώντας καλύτερους όρους δουλειάς και ζωής, αυξήσεις στους μισθούς, σύγχρονα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου