«Καλημέρα, οι ΗΠΑ επιστρέφουν σύντομα» μετέδιδε χτες ένα αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο, που κάλυπτε την αποχώρηση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο και την ορκωμοσία του νέου Προέδρου Μπάιντεν.
Η φράση αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να περιγράψει και στη χώρα μας την ανυπομονησία με την οποία όλα τα αστικά κόμματα και επιτελεία περιμένουν να αναλάβει την προεδρία ο Μπάιντεν, καλλιεργώντας κάλπικες προσδοκίες στο λαό ότι «κάτι θα αλλάξει» από την ενεργότερη ανάμειξη των ΗΠΑ στις «διεθνείς υποθέσεις» και ειδικά σ' αυτές που μας αφορούν άμεσα, όπως τα Ελληνοτουρκικά.
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι ΗΠΑ ποτέ δεν «αποσύρθηκαν», πόσο μάλλον από την περιοχή μας. Αδιάψευστος μάρτυρας είναι ο πρωταγωνιστικός τους ρόλος στις επικίνδυνες εξελίξεις από τον Καύκασο, τη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο, μέχρι την Ανατ. Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική. Αλλά και στη διαμόρφωση τη στρατηγικής του ΝΑΤΟ για την επόμενη δεκαετία, που μόνο ανησυχία μπορεί να προκαλεί στους λαούς.
Απόδειξη είναι επίσης οι «εγκάρδιες σχέσεις» που ανέπτυξαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ) και με τη διοίκηση Τραμπ, «απογειώνοντας» την ελληνοαμερικανική συνεργασία, κυρίως στον στρατιωτικό τομέα, με συμφωνίες που βαθαίνουν την εμπλοκή της χώρας στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια.
Η σφραγίδα αυτής της επικίνδυνης πολιτικής είναι ανεξίτηλη στον «στρατηγικό διάλογο» Ελλάδας - ΗΠΑ, στη Συμφωνία για τις βάσεις, στην επέκταση της Σούδας. Στη ΝΑΤΟική Συμφωνία των Πρεσπών, στα τριμερή και πολυμερή «σχήματα» από τα Βαλκάνια μέχρι τον Κόλπο, στους ανταγωνισμούς για την Ενέργεια και τους δρόμους του εμπορίου, όπου η χώρα μας συμμετέχει ενεργά. Στις εκατοντάδες συνεκπαιδεύσεις με τα αμερικανικά στρατεύματα οι οποίες έγιναν επί θητείας Τραμπ.
Αλλά και στην υπόθαλψη της τουρκικής επιθετικότητας, στο όνομα πάντα της «διατλαντικής συνοχής», που αποτελεί βασικό αντικείμενο του ελληνοτουρκικού διαλόγου, στο πλαίσιο των ευρωατλαντικών διευθετήσεων που προωθούνται ευρύτερα στην περιοχή. Και η λίστα δεν έχει τέλος...
Οι ΗΠΑ, λοιπόν, βρίσκονταν πάντα και παντού όπου το επέβαλλαν τα συμφέροντα των μονοπωλιακών τους ομίλων, προωθώντας την πολιτική τους με όλα τα μέσα, ανταγωνιστικά προς τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, κυρίως απέναντι στην Κίνα και τη Ρωσία. Ο στόχος παραμένει ίδιος και για τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν: Να διατηρήσουν οι ΗΠΑ την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, αντιμετωπίζοντας πρώτα απ' όλα την Κίνα, που ισχυροποιεί τη θέση της και απειλεί τα αμερικανικά συμφέροντα.
Αυτό το βασικό διακύβευμα παίζει ταυτόχρονα ρόλο «πυροκροτητή» για τις πρωτόγνωρες ενδοαστικές αντιθέσεις και διαιρέσεις, πάνω στο εξής ζήτημα: Σε συνθήκες όξυνσης των ανταγωνισμών σε έναν κόσμο όπου ο συσχετισμός μεταβάλλεται σε βάρος τους, με ποια οικονομική πολιτική και με ποιες προσαρμογές στις διεθνείς σχέσεις και συμμαχίες θα καταφέρουν οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν τους ανταγωνιστές τους, για να διατηρήσουν τα σκήπτρα της πρώτης ιμπεριαλιστικής δύναμης.
Στο πλαίσιο αυτής της σφοδρής αντιπαράθεσης, τμήματα της αμερικανικής αστικής τάξης συνεχίζουν να επενδύουν στην πολιτική που εξέφρασε ο Τραμπ, με το σύνθημα «Πρώτα η Αμερική», όπως έδειξαν άλλωστε και οι μετεκλογικές εξελίξεις.
Αυτό το πραγματικό «ρήγμα» και τις διεθνείς προεκτάσεις του «θολώνουν» τα αστικά επιτελεία, παρουσιάζοντας την ενδοαστική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ ως μια αναμέτρηση μεταξύ «δημοκρατίας» και «αυταρχισμού», «προόδου» και «συντήρησης», που «κερδήθηκε» με την εκλογή Μπάιντεν και πλέον «ξημερώνει μια άλλη μέρα» για τις ΗΠΑ και όλο τον κόσμο.
Τι έχουν να περιμένουν λοιπόν οι λαοί απ' αυτήν την πολυδιαφημισμένη κυβερνητική εναλλαγή; Οι προσαρμογές που έχουν εξαγγελθεί στην οικονομική πολιτική δεν πρόκειται να αμβλύνουν τις οξυμένες κοινωνικές αντιθέσεις στη χώρα - έμβλημα του καπιταλισμού. Αντίθετα, ισχυροί μονοπωλιακοί όμιλοι στην «πράσινη ανάπτυξη» και στον τομέα των τεχνολογιών, που «καίγονται» για τα μερίδιά τους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, φαίνεται ότι θα έχουν ακόμα μεγαλύτερη στήριξη από τη νέα κυβέρνηση, με τις ανάλογες προσαρμογές στις διεθνείς συμμαχίες και τους οργανισμούς.
Σε ό,τι αφορά ειδικά την περιοχή μας, η ελληνική κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα δεν αφήνουν πολλά στη φαντασία: Ψήφισαν τη Συμφωνία για τις βάσεις, και τώρα σειρά παίρνουν η επέκτασή της και η δημιουργία νέων «προκεχωρημένων» στρατιωτικών υποδομών για τα αμερικανοΝΑΤΟικά στρατεύματα.
Η ιμπεριαλιστική εμπλοκή της χώρας βαθαίνει σε όλα τα μέτωπα, ενώ παράλληλα, με τις διερευνητικές επαφές, «ζεσταίνεται» και η ΝΑΤΟική «πλατφόρμα διαλόγου», προσφέροντας έναν επιπλέον δίαυλο για συμβιβασμούς στα Ελληνοτουρκικά, στην κατεύθυνση της συνεκμετάλλευσης. Η «επόμενη μέρα» λοιπόν δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς. Το αν θα γίνει πραγματικά καλύτερη εξαρτάται από το δυνάμωμα της πάλης του λαού ενάντια στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια, ενάντια στην εμπλοκή της χώρας, ενάντια στον ίδιο τον καπιταλισμό που σάπισε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου