Τα μηνύματα, μέσω τουίτερ, της προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου και του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για την επέτειο των 54 χρόνων από το πραξικόπημα των συνταγματαρχών ταυτίστηκαν στον εκθειασμό της δημοκρατίας που εδραιώθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας. Όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης δεν έπαυσε να επαινείται η αστική μας δημοκρατία και οι κατακτήσεις της που ως κόρη οφθαλμού οφείλουμε να προσέχουμε.
Η δημοκρατία τον εικοστό αιώνα έγινε μορφή διακυβέρνησης στις μεγάλες και πιο προηγμένες καπιταλιστικές χώρες. Μάλιστα ο βασικός ισχυρισμός κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου ήταν πως η δημοκρατία απαιτούσε καπιταλισμό και ισχυρή μεσαία τάξη και ότι ο καπιταλισμός λειτουργεί καλύτερα με τη δημοκρατία. Το γεγονός ότι μια ισχυρή μειονότητα, η αστική τάξη, κράτησε δυσανάλογη πολιτική εξουσία στις δημοκρατίες μέσω του ελέγχου των μοχλών της οικονομικής δύναμης και των μέσων ενημέρωσης έγινε αποδεκτός κανόνας, ένα παράδοξο που αμφισβητήθηκε από τους κομμουνιστές, αφού στην πραγματικότητα καπιταλισμός και δημοκρατία σε μεγάλο βαθμό μοιάζουν ασυμβίβαστες. Γιατί η σύγχρονη μορφή της δημοκρατίας είναι η αστική, όπου την κρατική εξουσία έχει η αστική εξουσία και το κράτος λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρεί και να προωθεί τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και τον χαρακτήρα της ταξικής δημοκρατίας. Κι όμως αυτή η αστική δημοκρατία πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη ως αποτέλεσμα της κινητοποίησης αυτών που δεν αντιπροσωπεύονταν με τις ψηφοφορίες, δηλ. των εργαζομένων. Μάλιστα οι σοσιαλιστές εκείνης της εποχής βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την σφυρηλάτηση της δημοκρατίας. Και ήταν τα σοσιαλιστικά κόμματα τον 19ο αιώνα οι πιο συνεπείς και επίμονοι υποστηρικτές του εκδημοκρατισμού. Η εργατική τάξη παντού πολέμησε όχι μόνο για υψηλότερους μισθούς και λιγότερες ώρες εργασίας, αλλά και για την πολιτική δημοκρατία, είτε ως αυτοσκοπό είτε ως αναπόσπαστο μέρος του αγώνα για σοσιαλισμό. Η δημοκρατία εξελίχθηκε παράλληλα με την εκβιομηχάνιση και τον καπιταλισμό, την αστικοποίηση των αγροτών και την άνοδο της μαζικής εκπαίδευσης. Η κυρίαρχη τάξη, ιδιοκτήτρια των μέσων παραγωγής, έκανε παραχωρήσεις στους εργαζόμενους όταν αντιμετώπιζε τα κινήματά τους και για να αποτρέψει μια πιο ριζοσπαστική σοσιαλιστική επανάσταση.
Με την ήττα του φασισμού στον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο, η φιλελεύθερη δημοκρατία και η σοσιαλδημοκρατία έγιναν αναδρομικά τα ιδανικά για τα οποία είχε διεξαχθεί ο πόλεμος και το τέλος του πολέμου εγκαινίασε το θρίαμβο της δημοκρατίας τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τις επόμενες δεκαετίες η Ευρώπη γνώρισε μια άνευ προηγουμένου περίοδο δημοκρατικής εξέλιξης και κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης. Λόγω της τεράστιας καταστροφής του ιδιωτικού πλούτου που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης και του Β Παγκοσμίου Πολέμου και λόγω των προγραμμάτων των Σοσιαλδημοκρατών σε όλη την Ευρώπη και τη βοήθεια του Σχεδίου Μάρσαλ, με τη Σοβιετική Ένωση να είναι παράδειγμα για μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, μια περίοδος οικονομικής ανάπτυξης, ενδεχόμενης ευημερίας και μεγαλύτερης οικονομικής και κοινωνικής ισότητας συνεχίστηκε τα επόμενα τριάντα χρόνια. Η δημοκρατία και το κράτος πρόνοιας ήταν τα ορατά σημάδια αυτής της εξέλιξης, ενώ προωθήθηκε η ιδεολογία πως ένας άλλος τύπος καπιταλισμού διαμορφώνεται, που μετριάζεται και περιορίζεται από τη δύναμη του δημοκρατικού κράτους. Και πραγματικά, στις καπιταλιστικές μητροπόλεις περισσότεροι άνθρωποι ήταν μορφωμένοι από ποτέ, η βρεφική θνησιμότητα είχε μειωθεί θεαματικά και οι άνθρωποι ζούσαν περισσότερο. Γενικά, η ανισότητα μειώθηκε, αυξήθηκε η κοινωνική κινητικότητα και το αμερικάνικο όνειρο έμοιαζε προσιτό σε όλους. Οι εργαζόμενοι πίστευαν στη δυνατότητά τους να επηρεάσουν την πολιτική, με τους αγώνες τους μέσω των συνδικάτων τους και των σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων. Μια δημοκρατική λογική είχε καταστεί κυρίαρχη, η οποία βασιζόταν στη διαπραγμάτευση, στον συμβιβασμό, ακόμα και οργισμένα και υπό πίεση, στον σεβασμό για τους αντιπάλους, που θόλωνε τις ταξικές διαιρέσεις και συμφέροντα.
Αυτές τις δεκαετίες μετά τον πόλεμο στη χώρα μας οι πληγές ήταν ακόμα ανοικτές, με την ανελέητη δίωξη των κομμουνιστών και με τους νικητές του εμφυλίου, παρόλο τις εκλογικές νοθείες, τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, τους φακέλους στην Ασφάλεια κλπ., να περηφανεύονται για την επικράτηση της δημοκρατίας. Η επτάχρονη λοιπόν δικτατορία δεν είχε σχέση με τη γενικότερη παγκόσμια κατάσταση εκείνης της εποχής, έχοντας συγγένειες, όπως με τις δικτατορίες του μεσοπολέμου, με πολιτικά ή κοινωνικά φαινόμενα με άλλες κοντινές χώρες. Περισσότερο σχετιζόταν με το δικό μας παρελθόν, και με ειδικότερους λόγους που είχαν να κάνουν με τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτό και όταν οι στρατηγικοί στόχοι επιτεύχθηκαν και η κυπριακή τραγωδία διέλυσε τη χούντα, η επιστροφή στο δοκιμασμένο status quo με τον Κ. Καραμανλή θεωρήθηκε η καλύτερη λύση για τα εγχώρια κέντρα εξουσίας αλλά και αυτά της συμμάχου χώρας των ΗΠΑ. Βάζοντας τη δικτατορία σε παρένθεση στα επόμενα χρόνια ζήσαμε κι εμείς τον μύθο της αστικής δημοκρατίας και κοινωνικής ευημερίας, χωρίς να ενοχλεί ιδιαίτερα ο φαρισαϊσμός της εξουσίας και ο εκχυδαϊσμός της κοινωνικής ζωής.
Μόνο που αυτή η εποχή της αστικής δημοκρατίας που συνοδευόταν με οικονομική ευφορία έληξε με την οικονομική κρίση, και όχι μόνο στη χώρα μας. Και φάνηκε η γύμνια του δημοκρατικού πολιτεύματος καθώς δεν αρκούσαν πια οι ελάχιστες απαιτήσεις γι’ αυτό, η ισότητα, με την τυπική αριθμητική έννοια και η λαϊκή κυριαρχία, μέσω της εκλογής εκπροσώπων του λαού, για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των ανθρώπων της δουλειάς. Γιατί στο μέτρο που οι ανισότητες στην κατοχή αγαθών διευρύνονται, αποκαλύπτεται πως δεν εξασφαλίζουν η τυπική ισότητα και οι εκλογές την άσκηση της εξουσίας προς το κοινό συμφέρον, που αποδεικνύεται πως δεν είναι καθόλου κοινό.
Όταν πριν έντεκα χρόνια, η ανακοίνωση, σχεδόν σε θριαμβευτικό τόνο, από τον τότε πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου της προσφυγής της χώρας στον μηχανισμό στήριξης που έθετε τα οικονομικά της χώρας στον απόλυτο έλεγχο του ΔΝΤ και της ΕΕ με τα μνημόνια, οδήγησε μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων στην εξαθλίωση και ανεργία, η υπολειτουργία της αστικής δημοκρατίας έγινε φανερή σε όλα τα επίπεδα.
Και φτάσαμε με πρόσχημα την προστασία μας από την πανδημία να διακυβεύονται πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις, με την αστική μας δημοκρατία να διολισθαίνει σε ολοένα αυταρχικότερες μορφές διακυβέρνησης και την κυρίαρχη τάξη απροκάλυπτα να ενδιαφέρεται μόνο για τα συμφέροντά της με τους νόμους που ψηφίζει η πολιτική μας ηγεσία. Από το νομοσχέδιο για τα εργασιακά με την κατάργηση του οκτάωρου, μέχρι την τροπολογία για το ακαταδίωκτο, όχι των επιστημόνων σε επιτροπές, αλλά κυρίως των κυβερνητικών οργάνων που έπαιρναν αποφάσεις για τη ζωή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου