13 Φεβ 2012

Η αντιφασιστική πάλη των κομμουνιστών σε Ιταλία και Γερμανία



Η αντιφασιστική πάλη των κομμουνιστών σε Ιταλία και Γερμανία
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Ο κίνδυνος του φασισμού δεν εμφανίστηκε ταυτόχρονα σε όλες τις χώρες και ούτε με τον ίδιο τρόπο. Ακόμη, το φασιστικό φαινόμενο δεν κυριάρχησε παντού, οπουδήποτε εμφανίστηκε απειλητικό. Δεν ήταν, άλλωστε, μια νομοτέλεια στο πλαίσιο της δικτατορίας της αστικής τάξης. Εντούτοις, όλα τα ΚΚ ανέπτυξαν αντιφασιστική δράση που δεν είναι δυνατόν να την εξιστορήσουμε στο παρόν κείμενο. Από την πάλη των ΚΚ ενάντια στο φασισμό, ειδικά στο διάστημα πριν αυτός κυριαρχήσει, θα ξεχωρίσουμε αυτή των ΚΚ Ιταλίας και Γερμανίας και τούτο όχι μόνο γιατί σ' αυτές τις χώρες ο φασισμός κυριάρχησε αλλά κι επειδή υπήρξαν οι χώρες - πρωταγωνιστές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η αντιφασιστική πάλη του Ιταλικού ΚΚ
Οπως έχουμε ήδη αναφέρει σε προηγούμενα σημειώματα, στην Ιταλία ο κίνδυνος του φασισμού εμφανίστηκε σχετικά νωρίς σε σύγκριση με τις άλλες χώρες. Μετά την επαναστατική κρίση στα 1919 - 1920 και προς τα τέλη του 1920 η αστική τάξη της Ιταλίας πέρασε στην αντεπίθεση, χρησιμοποιώντας ενάντια στο προλεταριάτο ανοιχτά τις φασιστικές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Στο πλαίσιο αυτό, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας, αν και νεοϊδρυμένο (Ιδρύθηκε το Γενάρη του 1921) κατάφερε να αναπτύξει σημαντική αντιφασιστική δράση.
Την Ανοιξη του 1921, με τη δραστήρια συμμετοχή των κομμουνιστών δημιουργήθηκε το «Αρντίτι ντελ πόπολο» («Οι τολμηροί του λαού»). Επρόκειτο για ένα πλατύ ενιαίο μέτωπο αντιφασιστικού αγώνα που το αποτελούσαν μαχητικά τμήματα, στα οποία έπαιρναν μέρος αντιφασίστες διαφόρων ιδεολογικών αντιλήψεων. Τον Ιούνη του 1921, ο Μουσολίνι και οι σοσιαλιστές δέχτηκαν να υπογράψουν - και τελικά υπέγραψαν τον Αύγουστο του ιδίου έτους - ένα σύμφωνο ειρήνης, το οποίο πρότεινε ο πρόεδρος της Ιταλικής Βουλής Ντε Νίκολα. Οι κομμουνιστές ξεσκέπασαν τη στάση συνθηκολόγησης των σοσιαλιστών και υπογράμμισαν ότι το σύμφωνο ειρήνης είχε στόχο την ενίσχυση του φασισμού. Πράγματι έτσι και ήταν. Η φασιστική τρομοκρατία δε σταμάτησε ούτε λεπτό. Γράφει χαρακτηριστικά ο Γκέοργκ Σόιερ1: «Ο Μουσολίνι θ' αποφασίσει να κλείσει με το ΙΣΚ (σ.σ. Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα) ένα είδος Συμφώνου μη επιθέσεως, το λεγόμενο "Patto di pacificazione", ένα παράδοξο ντοκουμέντο, ένα σύμφωνο με το οποίο τα δύο κόμματα οφείλουν να παραιτηθούν από την άσκηση βίας. Το σύμφωνο αυτό, από τη μια μεριά θα απορριφθεί από τις ακραίες φασιστικές ομάδες και από την άλλη από τους αναρχικούς και τους κομμουνιστές σαν ''προδοσία''. Για το ΙΣΚ το ''Ειρηνευτικό Σύμφωνο'' θα αποδειχτεί πράγματι πολύ σύντομα μια παγίδα. Οι "Arditi del Popolo" θα διαλυθούν, ενώ οι φασιστικές ένοπλες ομάδες θα συνεχίσουν να υπάρχουν και θα προετοιμάζουν ένα νέο κύμα τρομοκρατίας».
Η σθεναρή και ξεκάθαρη στάση του Ιταλικού ΚΚ σιγά - σιγά θα φέρει αποτελέσματα. Κάτω από την πίεση των μαζών, οι σοσιαλιστές δέχονται το Φλεβάρη του 1922 τη δημιουργία μιας πλατιάς, ενιαίας οργάνωσης αντιφασιστικής πάλης, της «ΕΝΩΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ». Την 1η Αυγούστου του '22 η ΕΝΩΣΗ κήρυξε γενική πολιτική απεργία κατά της φασιστικής τρομοκρατίας. Η απεργία όμως θα ανασταλεί από τους ρεφορμιστές στο κορύφωμά της2. Μετά απ' αυτό, το αντιφασιστικό κίνημα οδηγείται σε βέβαιη ήττα που δεν άργησε να έρθει. Τον Οκτώβρη του ίδιου έτους ο Μουσολίνι με τις ευλογίες της αστικής τάξης, του Βατικανού και της βασιλικής αυλής παίρνει την εξουσία.
Οι φασίστες με την άνοδό τους στην εξουσία εξαπολύουν τρομοκρατία σε βάρος των κομμουνιστών και των επαναστατικών στοιχείων της κοινωνίας. Το Δεκέμβρη του '22 οργανώνουν στο Τορίνο πραγματική σφαγή. Ενοπλες φασιστικές συμμορίες μπαίνουν στα σπίτια των κομμουνιστών και σοσιαλιστών, μέσα στη νύχτα, και τους εκτελούν μπροστά στα μάτια των οικογενειών τους. Στα τέλη του 1924 και αρχές του 1925 οι φασίστες θα προωθήσουν τέτοια μέτρα που το καθεστώς θα πάρει τα χαρακτηριστικά μιας ολοκληρωτικής δικτατορίας. Μάλιστα, στις αρχές Γενάρη του 1925 θα τεθούν εκτός νόμου πολυάριθμες πολιτικές οργανώσεις και θα γίνουν εκατοντάδες έρευνες σε σπίτια καθώς και μαζικές συλλήψεις. Μέχρι τα τέλη του 1926 θα εξαφανιστεί κάθε ίχνος νόμιμης αντιπολιτευτικής δράσης3. Το ΚΚ Ιταλίας βγαίνει στην παρανομία, αλλά οι φασίστες καταφέρνουν νέα χτυπήματα κατά των κομμουνιστών. Συλλαμβάνουν όλα σχεδόν τα ηγετικά στελέχη του κόμματος κι ανάμεσά τους τον Γκράμσι και τον Σκοτσιμάρο. Τον Μάη - Ιούνη του 1928 συλλαμβάνουν ολόκληρο το εσωτερικό κέντρο του κόμματος και, φυσικά, οι διώξεις δεν πρόκειται να σταματήσουν εδώ4.
Ας περάσουμε, όμως, να δούμε εν συντομία την αντιφασιστική δράση που ανέπτυξε το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα.
Η πάλη του Γερμανικού ΚΚ ενάντια στο φασισμό
Στη Γερμανία, ο ταξικός αγώνας πήρε ιδιαίτερη οξύτητα στις αρχές της 10ετίας του '30 και η κατάσταση έφτασε σε υψηλό βαθμό πόλωσης το 1932. Από τη μια μεριά, οι κομμουνιστές εμφάνιζαν ανοδική πορεία και από την άλλη ο φασισμός γινόταν όλο και πιο απειλητικός. Το ΚΚ Γερμανίας στο «Πρόγραμμα για την κοινωνική και πολιτική απελευθέρωση του γερμανικού λαού», που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 1930, τόνιζε πως ο φασισμός σαν κόμμα της άκρας αντίδρασης αποτελεί σοβαρό κίνδυνο και ότι οι σκοποί του εκφράζουν τις επιδιώξεις των άκρως αντιδραστικών και επιθετικών ιμπεριαλιστικών κύκλων. Στις αρχές του 1932 η ΚΕ του κόμματος σημείωνε πως ο φασισμός που έχει δυναμώσει μπορεί να συντρίψει τους εργάτες, αν αυτοί δεν ενώσουν γρήγορα τις δυνάμεις τους. Για το λόγο αυτό, η ΚΕ καθόρισε ως μοναδικό μέσο συγκράτησης του φασισμού και κύριο κρίκο της πολιτικής του κόμματος την πολιτική του ενιαίου μετώπου των εργατών5.
Το καλοκαίρι του '32 το ΚΚ Γερμανίας διεξήγαγε μαζική εκστρατεία αντιφασιστικής δράσης και με πρωτοβουλία του δημιουργήθηκαν σε μια σειρά περιοχές και πόλεις της χώρας ομάδες αυτοάμυνας κατά της φασιστικής τρομοκρατίας. Επίσης, το τελευταίο εξάμηνο πριν από την άνοδο των φασιστών στην εξουσία το Γερμανικό ΚΚ έκανε 10, περίπου, προτάσεις στην ηγεσία των σοσιαλδημοκρατών για προετοιμασία γενικής απεργίας κατά του φασισμού. Σ' όλες αυτές τις προτάσεις η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας απάντησε αρνητικά, χρησιμοποιώντας διάφορα προσχήματα. Αλλωστε, την περίοδο εκείνη οι σοσιαλδημοκράτες παρουσίαζαν το φασισμό σαν το κίνημα και τη δικτατορία της μικροαστικής τάξης, κρύβοντας έτσι τους δεσμούς του με το μεγάλο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Αλλά, ακόμη κι όταν οι ναζί πήραν την εξουσία, οι σοσιαλδημοκράτες αρνούνταν τη γενική απεργία κατά του φασισμού, με το πρόσχημα ότι ο Χίτλερ πήρε νόμιμα στα χέρια του τη διακυβέρνηση της χώρας. Συμβούλευαν μάλιστα ότι «το προλεταριάτο δεν πρέπει να σπαταλήσει πρόωρα το μπαρούτι της γενικής απεργίας»6. Την εγκληματική αυτή πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας σε βάρος των συμφερόντων του γερμανικού λαού, που είχε ως αποτέλεσμα να διευκολύνει, αντικειμενικά, το ναζισμό στην εκπλήρωση των στόχων του, δεν μπορούν να την κρύψουν ούτε οι απολογητές της. Η Γερμανίδα πανεπιστημιακός Helga Grebing γράφει για τη στάση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) και της ηγεσίας του εκείνη την εποχή7: «Η στάση των εργατών που ήταν οργανωμένοι στο SPD ήταν αρκετά αμφίρροπη: υπήρχε κάτι παραπάνω από απλή αμφιβολία για την πολιτική του SPD, που πολλοί τη θεωρούσαν πολύ λίγο ριζοσπαστική σε σύγκριση με την εθνικοσοσιαλιστική απειλή. Πολλοί εργάτες αναρωτιόνταν, αν άξιζε ουσιαστικά να βοηθήσουν αυτή τη Δημοκρατία (σ.σ. τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης), που τη θεωρούσαν σαν κράτος ''των άλλων''... Μετά το 1930, ιδιαίτερα κάτω από την απειλή του εθνικοσοσιαλισμού, ξέσπασε ένα κύμα αγωνιστικών κινητοποιήσεων, που διατάραζε την καθημερινότητα του κόμματος και ξεχώρισε πολύ από την καταθλιπτική απραξία της ηγεσίας του. Η ετοιμότητα αυτή για αγώνα δε δοκιμάστηκε ποτέ, γιατί η ηγεσία δεν έδωσε ποτέ το σύνθημα για επίθεση. Στο να ενεργούν όμως αυθόρμητα, οι έτοιμοι για αγώνα οπαδοί εμποδίζονταν από την παραδοσιακά ασκημένη κομματική πειθαρχία. Ετσι, στο τέλος της Δημοκρατίας τη θέση της ετοιμότητας για αγώνα έπαιρνε συχνά ένα αίσθημα βαθιάς αδιαφορίας, η ελαττωμένη εμπιστοσύνη στην ηγεσία του κόμματος και, μετά τις 30 του Γενάρη 1933, κάτω από την αυξανόμενη πίεση της τρομοκρατίας, του φανατισμού, των απειλών και των υποσχέσεων, η μείωση της αντίθεσης ενάντια στο καθεστώς του Φίρερ. Η ηγεσία του κόμματος, μετά το χτύπημα του Πάπεν ενάντια στην Πρωσία στις 20 του Ιούλη 1932, συνέχισε την πορεία που είχε χαράξει: Παρέμεινε - παρ' όλο το θάρρος των ηγετών της σαν ατόμων - στην ''τακτική της σιγής''. Και μετά τις 30 του Γενάρη 1933 ήθελε να μείνει στο "έδαφος του συντάγματος και της νομιμότητας''... Η μόνη δραστηριότητα που είχε αναγκαστικά η ηγεσία το κόμματος, ήταν ''δυναμικές ρητορικές αποπροσανατολιστικές μανούβρες'', για να καλύψει την απραξία της και να εμποδίσει τους οπαδούς, που ακόμα περίμεναν το σύνθημα για επίθεση... Οι αντιλήψεις νομιμότητας που κυριαρχούσαν στην ηγεσία του κόμματος, την παρέσυραν τελικά και σ' ένα είδος οπορτουνιστικής προσαρμογής στο εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς».
Αρπάζοντας την εξουσία οι ναζί, το πρώτο που κοίταξαν ήταν να ξεμπερδεύουν με τους κομμουνιστές και κατ' επέκταση με το εργατικό - μαζικό λαϊκό κίνημα. Στις 27/2/1933 πυρπόλησαν το Ράιχσταγκ και χρέωσαν τον εμπρησμό στο ΚΚ που τάχα οργάνωνε ένοπλη εξέγερση. Την επομένη, με το πρόσχημα του εμπρησμού, κατάργησαν τα άρθρα του Συντάγματος της Βαϊμάρης που εγγυούνταν την ελευθερία του ατόμου, του λόγου, του Τύπου, των συγκεντρώσεων και της ίδρυσης συνδικαλιστικών οργανώσεων. Δύο μέρες πριν από τις εκλογές για το Ράιχσταγκ, στις 3/3/1933 συνέλαβαν τον ηγέτη του ΚΚ Ε. Τέλμαν. Μετά τις εκλογές, για να πετύχουν απόλυτη πλειοψηφία στο Ράιχσταγκ ακύρωσαν την εκλογή των 81 κομμουνιστών βουλευτών. Στις 14 Μάρτη το ΚΚ τέθηκε εκτός νόμου και μέσα σε έξι βδομάδες από την άνοδό τους στην εξουσία οι ναζί έκλεισαν στις φυλακές 18 χιλιάδες, περίπου, κομμουνιστές. Στις 2/5/1933 διέλυσαν τα συνδικάτα, δήμευσαν τις περιουσίες τους και έστειλαν τους ηγέτες τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στις 22 Ιούνη απαγορεύτηκε και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Γκέοργκ Σόιερ: «Σύντροφος Μουσολίνι - Ρίζες και δρόμοι του πρωτογενούς φασισμού», εκδόσεις «Φιλίστωρ», σελ. 112.
2. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Η΄, σελ. 515 - 516.
3. Georges Livet- Roland Mousnier: «Ιστορία της Ευρώπης 1848 - 1940», εκδόσεις «Παπαζήση», σελ. 119, Γκέοργκ Σόιερ, στο ίδιο, σελ. 127 - 128, και Στάνλεϊ Πέιν: «Ιστορία του φασισμού», εκδόσεις ΦΙΛΙΣΤΩΡ, σελ. 174 - 175.
4. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1 - Θ2, σελ. 103 - 104.
5. Ινστιτούτο Μαρξισμού - Λενινισμού του ΚΚΣΕ: «Ιστορία της Τρίτης Διεθνούς»,, εκδόσεις «Ελεύθερη Ελλάδα», σελ. 338 - 339.
6. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», «Εκδόσεις Μέλισσα», τόμος Θ1 - Θ2, σελ. 275.
7. Helga Grebing: «Η Ιστορία του Γερμανικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Παπαζήση», σελ. 265 - 266.

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ