Μαυσωλείο
Αν ο Αλέξανδρος δεν ήταν Αλέξανδρος, θα ήθελε να είναι Διογένης και να
ζει σε ένα πιθάρι. Κι αν η κε του μπλοκ δεν έγραφε στο Σφυροδρέπανο ως
μπρεζνιεφικό απολίθωμα, θα διάλεγε για ψευδώνυμο το καπετάν-Μιζέριας και
για το μπλοκ το όνομα Μαυσωλείο (που θα ταίριαζε βέβαια καλύτερα με το
Απολίθωμα) εν είδει αυτοσαρκασμού. Ο οποίος όμως δεν ακυρώνει τα πάντα
και να σου πει καμιά εξυπνάδα, για να τονίσει την έλλειψη
εξυπνάδας-ευφυίας του: "μα πόσο απολιθώματα είστε ρε φίλε, χα-χα, το
λέτε και μόνοι σας, χα-χα". Χάχα.
Όλα αυτά είναι απλώς εισαγωγικά για το κυρίως πιάτο: το Μαυσωλείο του Λένιν και τις πρόσφατες δηλώσεις του Πούτιν σχετικά με το θέμα, που πρέπει να το δούμε από δύο διαφορετικές σκοπιές.
Η ρωσική ηγεσία είναι υποχρεωμένη να παίζει, για τα ιδιοτελή της συμφέροντα, το φιλοσοβιετικό χαρτί και να ζει με το βάρος της σοσιαλιστικής κληρονομιάς, που της είναι τέτοιο -δηλ βάρος- ως ανεπιθύμητο και όχι λόγω της κοσμοϊστορικής σημασίας της. Η θέση της στη διεθνή σκακιέρα κι οι ιδιαιτερότητες της μετασοβιετικής εποχής, την υποχρέωνουν να επικαλείται κατά καιρούς το ένδοξο σοβιετικό παρελθόν, για να εκμαιεύσει το πατριωτικό συναίσθημα των λαϊκών μαζών (ιδίως των γηραιότερων που πρόλαβαν να ζήσουν σε μια διαφορετική κοινωνία κι έχουν ένα μέτρο σύγκρισης με τη σημερινή κατάσταση) ή την ευμενή ουδετερότητα ακόμα και κομμουνιστογενών δυνάμεων -που διαφαίνεται έντονα το τελευταίο διάστημα.
Κάτι που δεν αναιρεί φυσικά το ζήλο της να αποτινάξει σε κάθε ευκαιρία αυτή τη δυσάρεστη κληρονομιά, να την καταστήσει κούφιο εικόνισμα ή να το αποκαθηλώσει κι αυτό, όπως έκανε προ δεκαετίας, στις εκδηλώσεις για τα 60χρονα της αντιφασιστικής νίκης των λαών, όταν αποπειράθηκε να αντικαταστήσει το ιστορικό λάβαρο του κόκκινου στρατού (και βασικά τους ιδιαίτερους συμβολισμούς του), για να εγκαταλείψει την ιδέα μετά από τις έντονες αντιδράσεις που προκάλεσε.
Το πάθημα έγινε μάθημα κι ο Πούτιν (εν όψει και του ιωβηλαίου της Οχτωβριανής επανάστασης) είπε σχετικά με την πρόταση να κλείσει το μαυσωλείο του Λένιν πως δεν επιδοκιμάζει προτάσεις που μπορεί να διχάσουν την κοινωνία -κανείς δεν ξέρει όμως τι θα γίνει σε κάποια χρόνια, που θα έχουν αποσυρθεί βιολογικά από το ιστορικό προσκήνιο οι γενιές που είχαν πάρει μια γεύση από τη σοβιετική πείρα). Παράλληλα βέβαια, πρόλαβε να δείξει την τυπική ιμπεριαλιστική λογική του και να ρίξει χολή για τις εδαφικές απώλειες της Ρωσίας εξαιτίας του Οχτώβρη, που κατάφερε να ηττηθεί από έναν ηττημένο (Γερμανία).
Θυμάμαι παρεμπιπτόντως, ένα βιβλίο του Σάββα Μιχαήλ, αμέσως μετά την αντεπανάσταση, όπου αποτύγχανε να κάνει την παραμικρή αυτοκριτική για την πίστη του στον αντιγραφειοκρατικό, επαναστατικό χαρακτήρα της Περεστρόικα, και μιλούσε για τα προβλήματα της παλινόρθωσης και τις δυσκολίες της μετάβασης στην οικονομία της αγοράς, δηλ τον καπιταλισμό. Κάτι που σε συνδυασμό με τους σύγχρονους προβληματισμούς για την αντίστροφη μετάβαση στο σοσιαλισμό, μου είχαν δώσει την αφορμή για ένα κείμενο με τρολεταριακή διάθεση για τα προβλήματα αντεπανάστασης στη σοβιετική περίοδο και τα χρόνια της καπιταλιστικής οικοδόμησης (σε μία μόνο ομοσπονδία).
Ομολογώ πως τότε δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα μας απασχολούσαν όντως τέτοια ζητήματα για το αν έχει ολοκληρωθεί η παλινόρθωση και αν έχει διαμορφωθεί ο ιμπεριαλισμός στη σημερινή Ρωσία -που από μια άποψη μοιάζει με το ερώτημα αν υπήρχε σοσιαλισμός ή όχι στη Σοβιετική Ένωση.
Ας πούμε συνοπτικά δυο λόγια κι από τη δική μας σκοπιά.
Είναι αυτονόητο πως οι κομμουνιστές τάσσονται κατά της προσωπολατρίας, των φαραωνικών μνημείων -που δίνουν πάτημα στα αστικά ιδεολογήματα περί ασιατικού τρόπου παραγωγής-, των συνειρμών με το μύθο του μαρμαρωμένου βασιλιά, που μια μέρα θα σηκωθεί να εκδικηθεί τους αστούς εκμεταλλευτές και λοιπούς αντεπαναστάτες, και προ παντός οποιασδήποτε μουμιοποίησης του μαρξισμού σε αποστεωμένο δόγμα. Θα πρόσθετα επίσης πως από καθαρά αισθητική άποψη προτιμώ την εικόνα του νεκρού Τσε, που φαντάζει αγέρωχος κι ωραίος, ακόμα και στο θάνατο, παρά τη βαλσαμωμένη φιγούρα του Βλαδίμηρου, με την κάπως απόκοσμη κι αφύσικη αίσθηση που του δίνει το μακιγιάζ, η στάση του σώματος -ή κάτι άλλο που δεν έχω εντοπίσει ακόμα.
Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας πως η προσωπολατρία αντανακλούσε απλώς το γενικό πνευματικό επίπεδο της εποχής και τα σημάδια του παλιού στην αναδυόμενη, σοσιαλιστική κοινωνία. Και ότι, όπως μαθαίνουν κι οι φύλακες μουσείων για τη βιογραφία ενός αντικειμένου, αυτό δεν έχει μόνο τη χρήση που του αποδίδει ο κατασκευαστής του, αλλά και την αξία που του προσδίδουν οι επόμενες γενιές.
Κατά συνέπεια κι επιγραμματικά: εάν ισχύει πως όσοι κλείνουν σε μαυσωλείο μια μεγάλη μορφή της επανάστασης, για να την τιμήσουν, δεν είναι απαραίτητα και οι ίδιοι επαναστάτες (ίσα-ίσα που μπορεί να κρύβουν το πραγματικό τους πρόσωπο πίσω από αυτές τις τιμές), είναι εξίσου βέβαιο πως αυτοί που θα πάρουν την απόφαση να κλείσουν αυτό το μαυσωλείο, ανήκουν στις δυνάμεις της αντίδρασης και της αντεπανάστασης, όπως ακριβώς γίνεται με όσους καταστρέφουν αγάλματα, σύμβολα κι άλλα αντίστοιχα μνημεία. Αυτό που τους ενδιαφέρει εξάλλου, δεν είναι αυτό καθαυτό το μνημείο, αλλά οι συμβολισμοί του και η επίδρασή του στη λαϊκή συνείδηση.
Ας αναλογιστούμε πόσο αντιφατική κι αυτοαναιρούμενη ήταν για παράδειγμα, η αποκαθήλωση του Στάλιν από το μαυσωλείο, στο όνομα της καταπολέμησης της προσωπολατρίας, από τη σατιγμή που εξακολουθούσε να μένει σε αυτό ο Λένιν. Αλλά και ποιες ήταν οι πραγματικές στοχεύσεις του Χρουτσόφ και των ρεβιζιονιστικών δυνάμεων που προέτασσαν ως πρόσχημα την πάλη κατά της προσωπολατρίας.
Από αυτήν την άποψη λοιπόν, η δική μου γνώμη είναι πως μια επαναστατική εξουσία στη σοσιαλιστική/κομμουνιστική Ρωσία του μέλλοντος (που θα ξεπερνούσε τα επιτεύγηματα της ΕΣΣΔ), θα νομιμοποιούνταν να κλείσει το μαυσωλείο του Λένιν και να θάψει το Βλαδίμηρο στα τείχη του Κρεμλίνου. Αν και θα μπορούσε να το κρατήσει ως μνημείου που θα μαρτυρεί στις επόμενες γενιές από ποιο σημείο ξεκινούσε η επανάσταση και πόσο ριζικά έπρεπε να μετασχηματιστούν οι λαϊκές συνειδήσεις (και όχι μόνο) μαζί με την κοινωνία.
Όλα αυτά είναι απλώς εισαγωγικά για το κυρίως πιάτο: το Μαυσωλείο του Λένιν και τις πρόσφατες δηλώσεις του Πούτιν σχετικά με το θέμα, που πρέπει να το δούμε από δύο διαφορετικές σκοπιές.
Η ρωσική ηγεσία είναι υποχρεωμένη να παίζει, για τα ιδιοτελή της συμφέροντα, το φιλοσοβιετικό χαρτί και να ζει με το βάρος της σοσιαλιστικής κληρονομιάς, που της είναι τέτοιο -δηλ βάρος- ως ανεπιθύμητο και όχι λόγω της κοσμοϊστορικής σημασίας της. Η θέση της στη διεθνή σκακιέρα κι οι ιδιαιτερότητες της μετασοβιετικής εποχής, την υποχρέωνουν να επικαλείται κατά καιρούς το ένδοξο σοβιετικό παρελθόν, για να εκμαιεύσει το πατριωτικό συναίσθημα των λαϊκών μαζών (ιδίως των γηραιότερων που πρόλαβαν να ζήσουν σε μια διαφορετική κοινωνία κι έχουν ένα μέτρο σύγκρισης με τη σημερινή κατάσταση) ή την ευμενή ουδετερότητα ακόμα και κομμουνιστογενών δυνάμεων -που διαφαίνεται έντονα το τελευταίο διάστημα.
Κάτι που δεν αναιρεί φυσικά το ζήλο της να αποτινάξει σε κάθε ευκαιρία αυτή τη δυσάρεστη κληρονομιά, να την καταστήσει κούφιο εικόνισμα ή να το αποκαθηλώσει κι αυτό, όπως έκανε προ δεκαετίας, στις εκδηλώσεις για τα 60χρονα της αντιφασιστικής νίκης των λαών, όταν αποπειράθηκε να αντικαταστήσει το ιστορικό λάβαρο του κόκκινου στρατού (και βασικά τους ιδιαίτερους συμβολισμούς του), για να εγκαταλείψει την ιδέα μετά από τις έντονες αντιδράσεις που προκάλεσε.
Το πάθημα έγινε μάθημα κι ο Πούτιν (εν όψει και του ιωβηλαίου της Οχτωβριανής επανάστασης) είπε σχετικά με την πρόταση να κλείσει το μαυσωλείο του Λένιν πως δεν επιδοκιμάζει προτάσεις που μπορεί να διχάσουν την κοινωνία -κανείς δεν ξέρει όμως τι θα γίνει σε κάποια χρόνια, που θα έχουν αποσυρθεί βιολογικά από το ιστορικό προσκήνιο οι γενιές που είχαν πάρει μια γεύση από τη σοβιετική πείρα). Παράλληλα βέβαια, πρόλαβε να δείξει την τυπική ιμπεριαλιστική λογική του και να ρίξει χολή για τις εδαφικές απώλειες της Ρωσίας εξαιτίας του Οχτώβρη, που κατάφερε να ηττηθεί από έναν ηττημένο (Γερμανία).
Θυμάμαι παρεμπιπτόντως, ένα βιβλίο του Σάββα Μιχαήλ, αμέσως μετά την αντεπανάσταση, όπου αποτύγχανε να κάνει την παραμικρή αυτοκριτική για την πίστη του στον αντιγραφειοκρατικό, επαναστατικό χαρακτήρα της Περεστρόικα, και μιλούσε για τα προβλήματα της παλινόρθωσης και τις δυσκολίες της μετάβασης στην οικονομία της αγοράς, δηλ τον καπιταλισμό. Κάτι που σε συνδυασμό με τους σύγχρονους προβληματισμούς για την αντίστροφη μετάβαση στο σοσιαλισμό, μου είχαν δώσει την αφορμή για ένα κείμενο με τρολεταριακή διάθεση για τα προβλήματα αντεπανάστασης στη σοβιετική περίοδο και τα χρόνια της καπιταλιστικής οικοδόμησης (σε μία μόνο ομοσπονδία).
Ομολογώ πως τότε δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα μας απασχολούσαν όντως τέτοια ζητήματα για το αν έχει ολοκληρωθεί η παλινόρθωση και αν έχει διαμορφωθεί ο ιμπεριαλισμός στη σημερινή Ρωσία -που από μια άποψη μοιάζει με το ερώτημα αν υπήρχε σοσιαλισμός ή όχι στη Σοβιετική Ένωση.
Ας πούμε συνοπτικά δυο λόγια κι από τη δική μας σκοπιά.
Είναι αυτονόητο πως οι κομμουνιστές τάσσονται κατά της προσωπολατρίας, των φαραωνικών μνημείων -που δίνουν πάτημα στα αστικά ιδεολογήματα περί ασιατικού τρόπου παραγωγής-, των συνειρμών με το μύθο του μαρμαρωμένου βασιλιά, που μια μέρα θα σηκωθεί να εκδικηθεί τους αστούς εκμεταλλευτές και λοιπούς αντεπαναστάτες, και προ παντός οποιασδήποτε μουμιοποίησης του μαρξισμού σε αποστεωμένο δόγμα. Θα πρόσθετα επίσης πως από καθαρά αισθητική άποψη προτιμώ την εικόνα του νεκρού Τσε, που φαντάζει αγέρωχος κι ωραίος, ακόμα και στο θάνατο, παρά τη βαλσαμωμένη φιγούρα του Βλαδίμηρου, με την κάπως απόκοσμη κι αφύσικη αίσθηση που του δίνει το μακιγιάζ, η στάση του σώματος -ή κάτι άλλο που δεν έχω εντοπίσει ακόμα.
Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας πως η προσωπολατρία αντανακλούσε απλώς το γενικό πνευματικό επίπεδο της εποχής και τα σημάδια του παλιού στην αναδυόμενη, σοσιαλιστική κοινωνία. Και ότι, όπως μαθαίνουν κι οι φύλακες μουσείων για τη βιογραφία ενός αντικειμένου, αυτό δεν έχει μόνο τη χρήση που του αποδίδει ο κατασκευαστής του, αλλά και την αξία που του προσδίδουν οι επόμενες γενιές.
Κατά συνέπεια κι επιγραμματικά: εάν ισχύει πως όσοι κλείνουν σε μαυσωλείο μια μεγάλη μορφή της επανάστασης, για να την τιμήσουν, δεν είναι απαραίτητα και οι ίδιοι επαναστάτες (ίσα-ίσα που μπορεί να κρύβουν το πραγματικό τους πρόσωπο πίσω από αυτές τις τιμές), είναι εξίσου βέβαιο πως αυτοί που θα πάρουν την απόφαση να κλείσουν αυτό το μαυσωλείο, ανήκουν στις δυνάμεις της αντίδρασης και της αντεπανάστασης, όπως ακριβώς γίνεται με όσους καταστρέφουν αγάλματα, σύμβολα κι άλλα αντίστοιχα μνημεία. Αυτό που τους ενδιαφέρει εξάλλου, δεν είναι αυτό καθαυτό το μνημείο, αλλά οι συμβολισμοί του και η επίδρασή του στη λαϊκή συνείδηση.
Ας αναλογιστούμε πόσο αντιφατική κι αυτοαναιρούμενη ήταν για παράδειγμα, η αποκαθήλωση του Στάλιν από το μαυσωλείο, στο όνομα της καταπολέμησης της προσωπολατρίας, από τη σατιγμή που εξακολουθούσε να μένει σε αυτό ο Λένιν. Αλλά και ποιες ήταν οι πραγματικές στοχεύσεις του Χρουτσόφ και των ρεβιζιονιστικών δυνάμεων που προέτασσαν ως πρόσχημα την πάλη κατά της προσωπολατρίας.
Από αυτήν την άποψη λοιπόν, η δική μου γνώμη είναι πως μια επαναστατική εξουσία στη σοσιαλιστική/κομμουνιστική Ρωσία του μέλλοντος (που θα ξεπερνούσε τα επιτεύγηματα της ΕΣΣΔ), θα νομιμοποιούνταν να κλείσει το μαυσωλείο του Λένιν και να θάψει το Βλαδίμηρο στα τείχη του Κρεμλίνου. Αν και θα μπορούσε να το κρατήσει ως μνημείου που θα μαρτυρεί στις επόμενες γενιές από ποιο σημείο ξεκινούσε η επανάσταση και πόσο ριζικά έπρεπε να μετασχηματιστούν οι λαϊκές συνειδήσεις (και όχι μόνο) μαζί με την κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου