3 Φεβ 2012

Το Ενιαίο Εργατικό και το Λαϊκό Μέτωπο



Το Ενιαίο Εργατικό και το Λαϊκό Μέτωπο
Η ενότητα δράσης του προλεταριάτου σε εθνική και διεθνή κλίμακα είναι το πιο ισχυρό όπλο, που κάνει την εργατική τάξη ικανή όχι μόνο για να αμυνθεί με επιτυχία, αλλά και να προχωρήσει σε επιτυχή αντεπίθεση ενάντια στο φασισμό, ενάντια στον ταξικό εχθρό
Πρωταρχική σημασία έδωσε το Συνέδριο στην ανάγκη δημιουργίας ενιαίου εργατικού μετώπου. "Εκατομμύρια εργάτες και εργαζόμενοι στις καπιταλιστικές χώρες - τόνισε στην εισήγησή του ο Γ. Δημητρόφ - βάζουν το ερώτημα: Πώς μπορεί κανείς να εμποδίσει την άνοδο του φασισμού στην εξουσία, πώς μπορεί κανείς ν' ανατρέψει το φασισμό, όταν κιόλας έχει νικήσει; Η Κομμουνιστική Διεθνής απαντάει: Το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει, το πρώτο με το οποίο πρέπει να αρχίσει κανείς, είναι η δημιουργία του Ενιαίου Μετώπου, η αποκατάσταση της ενότητας δράσης των εργατών σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε συνοικία, σε κάθε περιοχή, σε κάθε χώρα, σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ενότητα δράσης του προλεταριάτου σε εθνική και διεθνή κλίμακα - αυτό είναι το πιο ισχυρό όπλο, που κάνει την εργατική τάξη ικανή όχι μόνο για να αμυνθεί με επιτυχία, αλλά και να προχωρήσει σε επιτυχή αντεπίθεση ενάντια στο φασισμό, ενάντια στον ταξικό εχθρό" (στο ίδιο σελ. 43-44).
Στο ερώτημα αν ήταν δυνατή η ενότητα δράσης του προλεταριάτου σε κάθε χώρα και διεθνώς, το συνέδριο απάντησε καταφατικά: "Ναι, αυτό είναι δυνατό - σημείωνε ο Δημητρόφ. Μπορεί να γίνει τώρα κιόλας, αμέσως. Η Κομμουνιστική Διεθνής δε βάζει απολύτως άλλο όρο για την ενότητα δράσης, εκτός από έναν μοναδικό, στοιχειώδη, αποδεχτό από όλους τους εργάτες, δηλαδή, η ενότητα δράσης να στρέφεται ενάντια στο φασισμό, ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου, ενάντια στον κίνδυνο του πολέμου, ενάντια στον ταξικό εχθρό. Αυτός είναι ο δικός μας όρος" (στο ίδιο, σελ. 45).
Η πραγματοποίηση του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, εξαρτιόταν πριν απ' όλα από τις σχέσεις Κομμουνιστικών και Σοσιαλδημοκρατικών Κομμάτων. Το Συνέδριο απέρριψε την ισοπεδωτική - αριστερίστικη άποψη ότι η σοσιαλδημοκρατία αποτελούσε μια ενιαία αντιδραστική μάζα, επισημαίνοντας τις διαφοροποιήσεις που είχαν παρουσιαστεί στο εσωτερικό της, ειδικά μπρος στον κίνδυνο του φασισμού. Ταυτόχρονα στην απόφασή του υπογραμμιζόταν: "Οι κοινές ενέργειες με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και οργανώσεις όχι μόνο δεν αποκλείουν, αλλά απεναντίας κάνουν ακόμη πιο αναγκαία τη σοβαρή και τεκμηριωμένη κριτική του ρεφορμισμού, του σοσιαλδημοκρατισμού σαν ιδεολογία και πρακτική της ταξικής συνεργασίας με την αστική τάξη και την υπομονετική εξήγηση στους σοσιαλδημοκράτες εργάτες των αρχών και του προγράμματος του κομμουνισμού" ("Ιστορία της Τρίτης Διεθνούς" σελ. 407).
Στα πλαίσια της πολιτικής για την πραγματοποίηση του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου το συνέδριο συζήτησε και το θέμα της ενότητας του συνδικαλιστικού κινήματος. "Είμαστε αποφασιστικά υπέρ της επανοικοδόμησης της ενότητας των συνδικάτων σε κάθε χώρα και σε διεθνή κλίμακα - τόνισε στην εισήγησή του ο Γ. Δημητρόφ. Είμαστε υπέρ ενός ενιαίου συνδικάτου σε κάθε κλάδο παραγωγής. Είμαστε υπέρ ενός ενιαίου συνδέσμου συνδικάτων σε κάθε χώρα. Είμαστε υπέρ των ενιαίων διεθνών ενώσεων συνδικάτων κατά κλάδους παραγωγής. Είμαστε υπέρ μιας ενιαίας συνδικαλιστικής διεθνούς πάνω στη βάση της ταξικής πάλης. Είμαστε υπέρ των ενιαίων ταξικών συνδικάτων, σαν το σπουδαιότερο προπύργιο της εργατικής τάξης ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου και το φασισμό. Και για τη συνένωση των συνδικάτων βάζουμε μόνον έναν όρο: Αγώνας ενάντια στο κεφάλαιο, αγώνας ενάντια στο φασισμό, εσωσυνδικαλιστική δημοκρατία" (Γ. Δημητρόφ, στο ίδιο, σελ. 81). Ετσι το Συνέδριο τάχθηκε υπέρ της προσχώρησης των μικρών σε δύναμη συνδικάτων της Κόκκινης Συνδικαλιστικής Διεθνούς στα ρεφορμιστικά συνδικάτα, υπέρ των διαπραγματεύσεων των μαζικών επαναστατικών συνδικάτων με τα ρεφορμιστικά, για συνένωση στη βάση της ισοτιμίας, υπέρ της συγχώνευσης των δύο συνδικαλιστικών διεθνών.
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι το συνέδριο στάθηκε και στο ζήτημα της πολιτικής ενότητας της εργατικής τάξης, τονίζοντας πως για τη δημιουργία ενιαίου εργατικού κόμματος δεν ήταν αρκετή η συμφωνία Κομμουνιστών - Σοσιαλδημοκρατών για κοινή πάλη ενάντια στο φασισμό, ενάντια στον κίνδυνο του πολέμου και στην επίθεση του κεφαλαίου, αλλά χρειάζονταν η πλήρης ρήξη της σοσιαλδημοκρατίας με την αστική τάξη, η ενότητα δράσης σοσιαλδημοκρατών - κομμουνιστών πριν την οργανική ενότητα, η αναγνώριση από μέρους της σοσιαλδημοκρατίας της ανάγκης ανατροπής της αστικής κυριαρχίας και εγκαθίδρυσης της Δικτατορίας του Προλεταριάτου, η άρνηση υποστήριξης του κεφαλαίου σε έναν επικείμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, η αποδοχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού ως βάση για την οικοδόμηση του κόμματος (Ου. Φόστερ: "Ιστορία των Τριών Διεθνών", σελ. 511 - 513).
Σε απόλυτη συνάφεια με την πολιτική του Ενιαίου Εργατικού Μετώπου, το 7ο Συνέδριο της Κομιντέρν επεξεργάστηκε και την πολιτική του Λαϊκού Μετώπου, την πολιτική συσπείρωσης δηλαδή όλων των αντιφασιστικών δυνάμεων, πολιτικών και κοινωνικών, πέρα από την εργατική τάξη και τα κόμματά της. Βάση για την επεξεργασία αυτής της πολιτικής δεν ήταν μόνο η ανάγκη η αντιφασιστική πάλη να συσπειρώνει ευρύτερες - πέραν του προλεταριάτου - δυνάμεις, αλλά και το γεγονός ότι η εργατική τάξη δεν μπορούσε να αδιαφορεί για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διεξήγαγε τον ταξικό της αγώνα, για το αν δηλαδή επρόκειτο για συνθήκες ανοιχτής φασιστικής τρομοκρατικής δικτατορίας ή συνθήκες αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Σε τελευταία ανάλυση οι όποιες ελευθερίες απολάμβανε η εργατική τάξη στα πλαίσια της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας ήταν κατακτήσεις δικές της πληρωμένες με αίμα, τις οποίες έπρεπε να υπερασπιστεί και να διευρύνει.
Το Συνέδριο απάντησε καταφατικά στο ενδεχόμενο οι κομμουνιστές να μοιραστούν την ευθύνη σε μια κυβέρνηση του Ενιαίου Μετώπου ή του Λαϊκού Αντιφασιστικού Μετώπου, καθορίζοντας τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, αποκρούοντας αριστερές και δεξιές οπορτουνιστικές αντιλήψεις γύρω από το θέμα, ξεκαθαρίζοντας το τοπίο από πιθανές αυταπάτες. "Οσο μια τέτοια κυβέρνηση - τόνιζε στην εισήγησή του ο Γ. Δημητρόφ - θα διεξάγει πραγματικά αγώνα ενάντια στους εχθρούς του λαού και θα αφήνει ελευθερία δράσης στην εργατική τάξη και στο Κομμουνιστικό Κόμμα, εμείς οι κομμουνιστές θα την υποστηρίζουμε με κάθε τρόπο και θα αγωνιστούμε στις πρώτες γραμμές σαν στρατιώτες της επανάστασης. Δηλώνουμε όμως ανοιχτά στις μάζες: Η κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί να φέρει την τελική σωτηρία. Δεν είναι σε θέση να ανατρέψει την ταξική κυριαρχία των εκμεταλλευτών, γι' αυτό δεν μπορεί να ματαιώσει οριστικά τον κίνδυνο της φασιστικής αντεπανάστασης. Επομένως πρέπει να προετοιμαζόμαστε για τη σοσιαλιστική επανάσταση! Η σωτηρία θα έρθει αποκλειστικά μόνο από την εξουσία των σοβιέτ!" (Γ. Δημητρόφ, στο ίδιο, σελ. 96).
Το 7ο Συνέδριο έληξε τις εργασίες του με την εκλογή νέων καθοδηγητικών οργάνων της ΚΔ. Στην Εκτελεστική Επιτροπή εκλέχτηκαν 46 τακτικά μέλη και 33 αναπληρωματικά. Στο προεδρείο εκλέχτηκαν 19 μέλη. Ακόμη εκλέχτηκε Γραμματεία από 7 τακτικά μέλη και τρία αναπληρωματικά. Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς εκλέχτηκε ο Γ. Δημητρόφ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ