Η αστική δημοκρατία και η σχέση των μαζών με τη «διακυβέρνηση»
« Σ την αστική δημοκρατία οι καπιταλιστές με χίλιες δυο λαθροχειρίες - τόσο πιο έντεχνες και δραστικές, όσο πιο εξελιγμένη είναι η "καθαρή" δημοκρατία - απομακρύνουν τις μάζες από τη συμμετοχή στη διακυβέρνηση...». (Λένιν, «Απαντα» τ. 37, σελ. 256). Η πιο πάνω επισήμανση έχει ουσιαστικά διπλό χαρακτήρα. Από τη μια πλευρά, τοποθετεί το ζήτημα της πραγματικής δημοκρατίας, δηλαδή του κράτους του δήμου, της εξουσίας του λαού αρνητικά. Το πραγματικό, το θεμελιακό ζήτημα της δημοκρατίας είναι η συμμετοχή των λαϊκών μαζών στην πολιτική, στη διακυβέρνηση, στη διαχείριση των υποθέσεων της κοινωνίας. Από την άλλη πλευρά αναδεικνύει το γεγονός ότι η «δημοκρατία» δεν είναι ουδέτερη, δεν μπορεί να είναι ουδέτερη. Εχει συγκεκριμένο ταξικό περιεχόμενο και η βάση του βρίσκεται στην ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και στην ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της παραγωγής, που είναι καπιταλιστική. Επομένως, η δημοκρατία είναι συστατικό στοιχείο του κράτους, της εξουσίας, λειτουργεί και δρα σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, με συγκεκριμένες μεθόδους και τρόπους για συγκεκριμένο σκοπό, που δεν είναι άλλος από τη διατήρηση και ενίσχυση της κυριαρχίας της άρχουσας τάξης. Γι' αυτό και δεν μπορούμε να μιλάμε για δημοκρατία γενικά. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς ως προς το περιεχόμενο της δημοκρατίας, πρέπει υποχρεωτικά να την προσδιορίζουμε, με το χαρακτηριστικό της τάξης την κυριαρχία της οποίας υπηρετεί. Αστική δημοκρατία (δημοκρατία της αστικής τάξης), προλεταριακή δημοκρατία (δημοκρατία της εργατικής τάξης). Και από τη στιγμή που η κοινωνία είναι καπιταλιστική, θα υπάρχει αστική δημοκρατία, η οποία θωρακίζεται παντοιοτρόπως, προκειμένου να μπορεί να προστατεύεται από τους κινδύνους ανατροπής και κατάργησής της. Και αυτοί βεβαίως προέρχονται από την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα. Μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιεί, συνδυασμένα βεβαίως με όλα τα μέσα άσκησης της εξουσίας, είναι η μόνιμη και σταθερή απομάκρυνση των λαϊκών μαζών από τη διακυβέρνηση, από την πολιτική γενικά. Ενώ βεβαίως τυπικά, πάντα, προσπαθεί να εμφανίζει ακριβώς το αντίθετο, ότι δηλαδή όλες οι κοινωνικές τάξεις και στρώματα συμμετέχουν στη διακυβέρνηση και μάλιστα ότι συνεχώς ενδιαφέρεται για τη βελτίωση αυτής της συμμετοχής. Η διαχείριση των υποθέσεων της κοινωνίας έχει ανατεθεί στην κυβέρνηση, στη βουλή και το κράτος. Η κυβέρνηση αναδεικνύεται μετά από καθολική ψηφοφορία (τυπική ισοτιμία), αφού το εκλογικό δικαίωμα ανήκει σ' όλα τα μέλη της κοινωνίας, από το κόμμα το οποίο εξασφαλίζει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ποια όμως μπορεί να είναι η συμμετοχή των μαζών στη διακυβέρνηση στο χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δυο εκλογικές αναμετρήσεις; Μα υπάρχουν οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, με πρώτον απ' όλους το Κοινοβούλιο, στους οποίους όλοι υποτίθεται ότι συμμετέχουν στην πολιτική, στη διακυβέρνηση, δι' αντιπροσώπων. Υπάρχει θεσμοθετημένος έλεγχος του κυβερνητικού έργου, κατ' αρχήν στο ίδιο το Κοινοβούλιο, από τα κόμματα τα οποία εκφράζονται κοινοβουλευτικά. Μπορεί όλ' αυτά να θεωρούνται συμμετοχή των λαϊκών μαζών στη διακυβέρνηση, δι' αντιπροσώπων; Το πραγματικό πρόβλημα που μπορεί να βοηθήσει στην προσέγγιση της συμμετοχής των λαϊκών μαζών στη διακυβέρνηση, στην πολιτική, είναι η δυνατότητα πραγματοποίησης των συμφερόντων των λαϊκών μαζών, αφού η πολιτική υπηρετεί συμφέροντα, η διακυβέρνηση πραγματοποιεί συμφέροντα. Μπορούμε λοιπόν να θέσουμε ένα απλό ερώτημα, η απάντηση στο οποίο μπορεί να αποκαλύψει την απάτη της λαϊκής συμμετοχής στην αστική δημοκρατία. Ποια είναι η ταχτική της κυβέρνησης και του κράτους, απέναντι στις διεκδικήσεις των συμφερόντων των λαϊκών μαζών; Βεβαίως, εδώ εννοούμε τα πραγματικά τους συμφέροντα, που σε τελευταία ανάλυση είναι η ιδιοποίηση από την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα των αποτελεσμάτων της εργασίας τους. Η ουσία του ζητήματος έχει ως εξής. Η άσκηση πολιτικής έχει σχέση με τα ταξικά συμφέροντα. Στην καπιταλιστική κοινωνία τα ταξικά συμφέροντα της αστικής τάξης είναι αυτά που κυριαρχούν σε βάρος ολόκληρης της υπόλοιπης κοινωνίας. Επομένως, μπορεί μέσω του καθολικού εκλογικού δικαιώματος να αναδεικνύεται κυβέρνηση, αλλά αυτή υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Και μπορεί να τα υπηρετεί πιο αποτελεσματικά, όσο λιγότερα εμπόδια συναντά στη δράση της. Αυτά τα εμπόδια μόνο από τις λαϊκές μάζες μπορούν να ορθώνονται, αφού τα δικά τους συμφέροντα είναι αντίθετα μ' αυτά που υπηρετούν οι κυβερνήσεις. Ακριβώς γι' αυτό μαζί με τη διακυβέρνηση, δηλαδή τις κυβερνητικές αποφάσεις, το νομοθετικό έργο της Βουλής, είναι και οι μοχλοί επιβολής της πολιτικής που υπάρχουν στο κράτος και αποτελούν μορφές βίας, ιδεολογικής και κατασταλτικής. Για παράδειγμα, κάθε κυβερνητικό μέτρο που θίγει εργατικά δικαιώματα, εξαγγέλλεται και εφαρμόζεται στο όνομα των συμφερόντων της εργατικής τάξης. Αναπτύσσεται μια ολόκληρη ιδεολογική βία από τους αντίστοιχους μηχανισμούς. Πρόσφατο παράδειγμα τα μέτρα κατεδάφισης της κοινωνικής ασφάλισης στο όνομα τής «σωτηρίας» της. Χτυπιέται η ασφάλιση, αλλά επιδιώκουν να πείσουν τους εργαζόμενους ότι είναι προς το συμφέρον τους. Και όταν αναπτύσσονται αγώνες υπεράσπισης και διεκδίκησης, τότε υπάρχει και η αστυνομική βία. Πολύ περισσότερο που υπάρχει φροντίδα (κατασταλτικοί νόμοι όπως ο τρομονόμος, ο προετοιμαζόμενος ενάντια στις διαδηλώσεις κλπ.), να εμποδίζεται όχι η συμμετοχή στην πολιτική δράση, αλλά και το ελάχιστο, η υπεράσπιση των καταχτήσεων. Το κύριο λοιπόν στη λειτουργία και τη δράση της αστικής δημοκρατίας είναι η με κάθε μέσο παρεμπόδιση των μαζών στην πολιτική δράση και αξιοποιείται και η δύναμη της πολύμορφης καταστολής. Δίκαια ο Μαρξ, την εξουσία και το κράτος της αστικής τάξης τα ονόμασε δικτατορία μιας μειοψηφίας στην τεράστια πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, ακόμη και στις πιο ανεπτυγμένες αστικοδημοκρατικές μορφές, δικτατορία της αστικής τάξης. Αλλωστε, χωρίς την πολύμορφη βία, η λειτουργία της αστικής δημοκρατίας δε θα μπορούσε να σταθεί μπροστά στις ανειρήνευτες ταξικές αντιθέσεις και συμφέροντα. Η βία επιδρά βαθιά στη συνείδηση και την ψυχολογία της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών, έτσι που η δημοκρατική επίφαση της «ελευθερίας» πολιτικής δράσης να περιορίζεται συνεχώς. Οταν η εξάρτηση της εργατικής τάξης από τη θέληση των καπιταλιστών, για το ανύπαρκτο δικαίωμα στη δουλιά, κυριαρχεί, σε συνδυασμό με τη σύμφυτη με το σύστημα ανεργία, όταν η δημοκρατία στους τόπους δουλιάς εξαντλείται στο δικαίωμα και την ελευθερία του καπιταλιστή να εκμεταλλεύεται τον εργάτη, ενώ η ελευθερία του εργάτη να διεκδικεί γίνεται απειλή για απόλυση ή και ποινικό αδίκημα, όταν το δικαίωμα του «συνέρχεσθαι» σταματά εκεί που ξεκινούν τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας, όταν αντικειμενικά η δύναμη του πλούτου καθιστά ανισότιμη τη διάδοση των ιδεών και την ενασχόληση με την πολιτική, τότε η κατ' επίφαση δημοκρατία είναι βία της δικτατορίας της κυρίαρχης τάξης πάνω στη θέληση των εκμεταλλευομένων μαζών. Β εβαίως, η πραγματικότητα αυτή διαμορφώνεται και με όρους ταξικής πάλης. Γι' αυτό φροντίζει η οργανωμένη πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, το κόμμα της δηλαδή, το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αποκαλύπτοντας ακριβώς την αντίφαση στη λειτουργία της αστικής δημοκρατίας, αλλά και οργανώνοντας την ταξική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της ενάντια στην αστική δημοκρατία, ως την οριστική ανατροπή της. «Οι καταπιεζόμενες μάζες συναντούν στο κάθε βήμα, ακόμη και στο πιο δημοκρατικό αστικό κράτος, τη χτυπητή αντίφαση ανάμεσα στην τυπική ισότητα που διακηρύσσει η "δημοκρατία" των καπιταλιστών και στους χιλιάδες πραγματικούς περιορισμούς και πονηριές, που μετατρέπουν τους προλετάριους σε μισθωτούς δούλους. Αυτή ακριβώς η αντίφαση ανοίγει τα μάτια των μαζών για να δουν τη σαπίλα, την ψευτιά και την υποκρισία του καπιταλισμού. Αυτή ακριβώς την αντίφαση ξεσκεπάζουν συνεχώς μπροστά στις μάζες οι διαφωτιστές και οι προπαγανδιστές του σοσιαλισμού, για να τις προετοιμάσουν για την επανάσταση» (Λένιν, Απαντα τ.37 σελ. 255).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου