30 Ιουν 2013

ΙΟΥΝΗΣ 1945 - ΙΟΥΝΗΣ 1947 Οταν ο αστικός κόσμος δολοφονούσε λαϊκούς αγωνιστές

ΙΟΥΝΗΣ 1945 - ΙΟΥΝΗΣ 1947
Οταν ο αστικός κόσμος δολοφονούσε λαϊκούς αγωνιστές
Ο εμφύλιος πόλεμος, στον οποίο έριξαν το λαό μας το αντιδραστικό αστικό καθεστώς που εγκαθιδρύεται στην Ελλάδα από κοινού με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές συμμάχους του προσπαθεί να θεμελιώσει την αστική εξουσία στη χώρα. Ο ελληνικός λαός με ηγέτιδα δύναμη την εργατική τάξη, συσπειρωμένος, στη συντριπτική του πλειοψηφία, στο ΕΑΜ και με καθοδηγητή το ΚΚΕ, δεν πρόλαβε να χαρεί την απελευθέρωση από τη γερμανοϊμπεριαλιστική κατοχή, δεν τον άφησαν να προχωρήσει στο δικό του δρόμο, να οικοδομήσει το δικό του μέλλον.
Σημαντικές πληροφορίες για το πώς οργανώθηκε από την αστική τάξη ο εμφύλιος παρέχουν με γραπτά τους αδιάλλακτοι αντικομμουνιστές, που θέλησαν να ιστορήσουν την εποχή εκείνη. Οι παραδοχές αυτές έχουν ιδιαίτερη αξία, όχι μόνο γιατί προέρχονται από τον αντίπαλο, αλλά κυρίως γιατί πρόκειται για ομολογίες που δημοσιοποιήθηκαν στη μετεμφυλιακή περίοδο, σε συνθήκες δηλαδή που το αντικομμουνιστικό μένος και ψεύδος κυριαρχούσε. Πρέπει, βέβαια να ληφθεί υπόψη, ότι αυτές οι παραδοχές -αν και έχουν τη δική τους ξεχωριστή αξία- δεν περιέχουν ολόκληρη την αλήθεια και -πράγμα φυσικό για τη μετεμφυλιοπολεμική περίοδο- προσδίδουν στην αντικομμουνιστική - αντιΕΑΜική τρομοκρατία το χαρακτήρα της εθνικής προσφοράς. Ας παρακολουθήσουμε όμως ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτών των ομολογιών.
Οι ομολογίες ενός στρατηγού
Δ. Ζαφειρόπουλος, υποστράτηγος (από το βιβλίο του «Αντισυμμοριακός Αγών 1945 - 1949», Αθήνα 1956, σελ. 153 - 155):
«Αι κυριώτεροι ένοπλοι ομάδες εθνικοφρόνων οργανώθηκαν:
α) Εις την Πελοπόννησον
Εις Λακωνίαν: Μαγγανάς. Εις Καλάμας: Κατσαρέας και μετά τον θάνατόν του Γερακάρης και Καμαρινέας.
β) Εις την Στερεάν Ελλάδα και Θεσσαλίαν
Εις την Α. Θεσσαλίαν: Σούρλας. Εις την Δ. Θεσσαλίαν: Καλαμπαλίκης, Βελέντζας, Ταμπούρος, Τσαντούλας. Εις περιοχάς Καλαμπάκας, Τρικάλων, Κόζιακα: Κουκουμτζής, Μαϊμάνης, Μπίζης. Εις περιοχήν Φθιώτιδος: (Λαμία) Βουρλάκης.
γ) Εις την Ηπειρον
Εις Λάκα Σούλι: Καλιοδημήτρης. Εις Θεσπρωτίαν: Μπαλούμπας, Κάτσιος, Πανταλέων.
δ) Εις την Μακεδονίαν: Εις την περιοχήν Δράμας: Αντών Τσαούσης (Φωστηρίδης). Εις την περιοχήν Χρυσουπόλεως - Καβάλας: Κάπας και Βαγγέλης.
Αι παρακρατικαί αύται οργανώσεις ήταν πρόσκαιροι στρατιωτικαί μονάδες ασύντακτοι, χωρίς πειθαρχίαν και συνοχήν. Απέφευγον τον αγώνα κατά των συμμοριακών μονάδων (σ.σ. εννοεί τις ένοπλες ομάδες καταδιωκόμενων πρώην ΕΛΑΣιτών και προοδευτικών πολιτών) και κυρίως η δράσις των εστράφη κατά των οπαδών του ΕΑΜ. Ο απολογισμός του έργου των, κατά πλειονότητα, είναι αυθαιρεσίαι εις βάρος της τάξεως και αντιποίησις της εξουσίας των οργάνων της τάξεως.
Κατά τους συμμορίτας (σ.σ. εννοεί το ΚΚΕ και το ΔΣΕ) αι ομάδαι αυταί μεγάλως συνέβαλον εις την ανάπτυξιν του συμμοριτισμού: "Με τη σαδιστικήν των συμπεριφοράν είναι οι κύριοι στρατολόγοι του σημερινού Δημοκρατικού Στρατού".
Κατά την έκθεσιν της Κοινοβουλευτικής Αγγλικής Αποστολής Κωξ αι παρακρατικαί αύται οργανώσεις προσεπάθουν να παρεμποδίσουν την εξάπλωσιν του Κομμουνισμού. Εν τούτοις "είναι γεγονός ότι αύται ουδέποτε ήλθον εις μάχην με τους κομμουνιστάς, αλλ' ασχολούνται με την τρομοκρατίαν των χωρικών και τον εκβιασμόν οιουδήποτε πλουσίου, ο οποίος θα είχε αρκετά να πληρώση».
Αλλες ομολογίες
Τα τμήματα της Χωροφυλακής έναντι των μη νόμιμων τούτων ενόπλων οργανώσεων ετήρουν στάσιν ανοχής ή συνεργάζοντο, ως αποδεικνύεται εκ των εκθέσεων:
α. Του Συν/ρχου Πεζικού Παπαδόπουλου Ν. διά τας παρανόμους ενεργείας του Μαγγανά εις Καλάμας τον Ιανουάριον του 1946: "Πρέπει να αντικατασταθούν αι δυνάμεις της Χωροφυλακής, διότι τα μέλη των εθνικών οργανώσεων προβαίνουν εις εκνόμους ενεργείας ελαφράς μορφής εναντίον ΕΑΜικών, αφ' ενός διά λόγους αντεκδικήσεως, αφ' ετέρου λόγω ανεκτικότητας των κατωτέρων οργάνων της Χωροφυλακής και τούτο διότι ταύτα έχουν συνδεθή με μέλη εθνικών οργανώσεων".
β. Του Αρχηγού Χωροφυλακής Συν/ρχου Μαλιράκη: "Η Χωροφυλακή, ενώ αμείλικτα και ακατάπαυστα εξετέλεσε το καθήκον της εναντίον των εγκληματιών της Αριστεράς, δεν εύρεν ακόμη την ψυχικήν διάθεσιν και δύναμιν να εκτελέση μετά του αυτού σθένους και της αυτής σταθερότητος το καθήκον της εναντίον των εγκληματιών της Δεξιάς".
γ. Του Στρατηγού Στανώτα: "Δυστυχώς η Πελοπόννησος και δη η Λακωνία, είχε το ατύχημα να διατηρή μίαν σοβαροτάτην τοιαύτην παρακρατικήν οργάνωσιν, η οποία ενώ μέχρι σήμερον ουδέν απολύτως συνεισέφερεν εις τον αγώνα, τουναντίον παρενέβαλε πλείστα όσα εμπόδια και απέβη κυριολεκτικώς μάστιξ της Λακωνίας διά των λεηλασιών, βιαιοπραγιών, του αναίτιου φόνου γερόντων και γυναικών και του εύκολου πλουτισμού των αρχηγών της"».
Ο Δ. Ζαφειρόπουλος στο ίδιο βιβλίο του, σελ. 84, αναφέρει επίσης για τη στάση της Χωροφυλακής απέναντι στις μοναρχοφασιστικές συμμορίες: «Στάσις έναντι Παρακρατικών οργανώσεων: Τα κατώτερα στελέχη της Χωροφυλακής δεν ετήρησαν την αρμόζουσαν στάσιν έναντι των παρακρατικών τούτων οργανώσεων και διά της ανοχής των συνέτειναν εις την επιδείνωσιν της καταστάσεως και υπήρξαν υπαίτιοι φόνων αθώων πολιτών και ληστειών, διαπραχθησών υπό των παρακρατικών τούτων οργανώσεων».
«Μάχαιρα εις το κομμουνιστικόν υπογάστριον»
Γ. Καραγιάννης, αντιστράτηγος (από το βιβλίο του «1940 - 1952. Το δράμα της Ελλάδος», Αθήνα 1964, σελ. 225): «Ετέρα ενέργεια διά την παρεμπόδισιν της κομμουνιστικής προπαρασκευής, ήτο και η ενίσχυσις υπό των μικρών Αξ/κών συγκεκαλυμμένως, των διαφόρων αντικομμουνιστικών ομάδων, ηθικώς, διά οπλισμού, πυρομαχικών και ελευθερίας ενεργείας, αίτινες έδρον αποτελεσματικώτερον των στρατιωτικών αποσπασμάτων, ως γνώσται του εδάφους, των τοπικών συνθηκών, των προσώπων και πραγμάτων. Η λύσις αύτη πολλάς παρουσίαζεν αδυναμίας και ιδία την έλλειψιν πειθαρχίας και την εκτροπήν εις τινάς περιπτώσεις εις αντεκδικήσεις, πλην όμως υπήρξεν αύτη μία μάχαιρα εις το κομμουνιστικόν υπογάστριον. Αι αντικομμουνιστικαί αύται ομάδες προσέφεραν μεγάλας εις την πατρίδαν υπηρεσίας και υπήρξαν οι πρόδρομοι των κατά τη διάρκειαν του συμμοριτοπολέμου δημιουργηθέντων εθελοντικών Λόχων και Ταγμάτων εξ ενόπλων πολιτών, εξελιχθέντων τελικώς εις Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ) τα οποία τόσον αποτελεσματικά συμβάλωσιν μέχρι σήμερον εις την Εθνικήν Ασφάλειαν».
Η Εθνοφυλακή στο πλευρό των δοσιλόγων
Θ. Πετζόπουλος (από το Βιβλίο του «1941 - 1950. Τραγική πορεία», Αθήνα 1953, σελ. 55, όπου διηγείται την είσοδο της 8ης ταξιαρχίας της Εθνοφυλακής - που διοικούσε ο ίδιος - στην Τρίπολη, στις 2/3/1945): «Κατευθύνθην αμέσως εις τας φυλακάς, όπου εκρατούντο τότε εκατό περίπου αξιωματικοί και πλήθος εθνικοφρόνων πολιτών. Ανοιξα άνευ χρονοτριβής τας πύλας και τους απέλυσα. Εις τον Εισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου, όστις διεμαρτυρήθη, διότι κατά την γνώμην του έπρεπε η αποφυλάκισις να γίνη μόνον κατόπιν εκδόσεως αποφυλακιστηρίων από τας δικαστικάς αρχάς, απάντησα: "Ολοι οι αποφυλακισθέντες εκρατούντο παρανόμως υπό του ΕΑΜ και ότι κράτος του ΕΑΜ δεν υπήρξεν ποτέ διά να το σεβασθή κανείς". Η ενέργεια αυτή έδωσε θάρρος εις τους δοκιμασμένους κατοίκους της περιοχής και ενεφύσησεν άνεμος αισιοδοξίας εις τους λιπόψυχους».
Ο πόλεμος των αστών κατά του λαϊκού κινήματος
Μετά την απελευθέρωση, με την έλευση της κυβέρνησης Παπανδρέου στην Ελλάδα, τον Οκτώβρη του 1944, έφτανε και η κρίσιμη ώρα για να ξεκαθαρίσει το ανοιχτό, άλυτο ζήτημα της εξουσίας. Ποια τάξη θα κυριαρχούσε; Οι κεφαλαιοκράτες, ή η εργατική τάξη με τους συμμάχους της, ο λαός, που απελευθέρωσε την Ελλάδα από την ξένη ιμπεριαλιστική - ναζιστική κατοχή; Θα άφηναν το λαό να ανοίξει το δρόμο για το δικό του μέλλον, να γίνει αφέντης στον τόπο του οικοδομώντας τη δική του κοινωνία ή θα τσάκιζαν με κάθε μορφή και με την ένοπλη βία το κίνημά του;
Το ζήτημα της εξουσίας δεν μπορούσε να λυθεί διαφορετικά, αφού η συντριπτική πλειοψηφία του λαού ήθελε δική του εξουσία, αλλά και η άρχουσα τάξη τη δική της. Ετσι, κάλεσε τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και με το δικό του στρατό, για να καταλάβει αυτήν την εξουσία. Ετσι φτάσαμε στο Δεκέμβρη του 1944, όπου ο αστικός πολιτικός κόσμος με τα ένοπλα τμήματά του και τον αγγλικό στρατό χτύπησαν το λαϊκό κίνημα, το οδήγησαν σε προσωρινή ήττα και στην απαράδεκτη στη συνέχεια Συμφωνία της Βάρκιζας.
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, οι αστικές δυνάμεις για να αντιστρέψουν πλήρως και προς όφελός τους το συσχετισμό των δυνάμεων και για να σταθεροποιήσουν την εξουσία τους, κατέφυγαν στη δολοφονική βία και στην πιο ωμή τρομοκρατία, επέλεξαν το αιματοκύλισμα,
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, άρχισε ένας αγώνας εξόντωσης του λαϊκοεπαναστατικού κινήματος, με αιχμή το ΚΚΕ και το ΕΑΜ. Επιδίωξη του καθεστώτος, προκειμένου να θεμελιωθεί, ήταν το τσάκισμά τους και η αποκοπή κάθε σχέσης της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών δυνάμεων με το ΚΚΕ και το ΕΑΜ. Ο συσχετισμός δυνάμεων είχε αλλάξει, αλλά δεν είχε ανατραπεί ολοκληρωτικά σε βάρος των λαϊκών δυνάμεων. Και εδώ μπήκαν τα μεγάλα μέσα, κρατικά και παρακρατικά, με τους μηχανισμούς καταστολής και τα όπλα κυρίως των παρακρατικών.
Χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες κλείστηκαν στις φυλακές, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στους τόπους εξορίας. Χιλιάδες άλλοι έπεσαν θύματα των συμμοριών και των κατασταλτικών κρατικών μηχανισμών.
Παρά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, αυτόν τον απαράδεκτο συμβιβασμό σε βάρος του ΕΑΜικού κινήματος, η αστική τάξη δεν είχε μπορέσει να κερδίσει την πλειοψηφία του λαού. Η ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση είχε αφήσει μεγάλη αγωνιστική παρακαταθήκη στη συνείδηση του λαού, στις μορφές οργάνωσης και στις μορφές πάλης. Μετά την απελευθέρωση, το ΚΚΕ και άλλες ΕΑΜικές δυνάμεις πρωτοστάτησαν στην πάλη κατά της αντίδρασης και των συμμάχων της. Η αστική τάξη ήθελε κυριολεκτικά να τσακίσει κάθε πνεύμα αντίστασης, κάθε προσπάθεια δικαίωσης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Οι αστικές δυνάμεις για να αντιστρέψουν πλήρως και προς όφελός τους το συσχετισμό των δυνάμεων και για να σταθεροποιήσουν την εξουσία τους, κατέφυγαν στη δολοφονική βία και στην πιο ωμή τρομοκρατία, επέλεξαν το αιματοκύλισμα, στηριγμένες στην αμερικανική οικονομική, στρατιωτική και πολιτική ενίσχυση, μετά την εκφρασμένη φανερή αδυναμία της Μεγάλης Βρετανίας να συνεχίσει αυτόν το ρόλο.
Οσοι, συνειδητά ή όχι, παραγνωρίζουν τη σκληρότητα της ταξικής πάλης, τις συνθήκες της εποχής, τα σχέδια των αστών, που είχαν ξεκινήσει από τα χρόνια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ με την υποστήριξη των Αγγλων ιμπεριαλιστών, συγκαλύπτουν την πραγματικότητα και τους πραγματικούς υπεύθυνους.
Δεκατρείς μήνες μετά τη «Συμφωνία της Βάρκιζας» η κατάσταση είχε διαμορφωθεί ως εξής, σε βάρος του ΕΑΜικού κινήματος: 1.289 δολοφονίες, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 18.767 λεηλασίες και φυλακίσεις, 84.931 συλλήψεις, 509 απόπειρες φόνου, 265 βιασμοί γυναικών. Καταστροφές γραφείων: 667 (Στοιχεία από την «Τρίχρονη Εποποιία του ΔΣΕ», έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»).
Ο Β. Μπαρτζιώτας προσθέτει στα παραπάνω: «Καταδιωκόμενοι: 100.000. Στη χώρα δρούσαν συμμορίες: 166. Παράνομα οπλοφορούντες συμμορίτες: 20.000» (Β. Μπαρτζιώτα: «Ο αγώνας του ΔΣΕ», σελ. 20).
Την ίδια περίοδο, είχαν επίσης εκδοθεί μια σειρά αντιδραστικά νομοθετήματα ενίσχυσης της κρατικής κατασταλτικής δράσης, όπως: Ο Αναγκαστικός Νόμος 509, του 1947, που προέβλεπε την ποινή του θανάτου «διά την διάδοσιν ιδεών εχουσών σκοπόν την ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος», το διαβόητο Γ΄ Ψήφισμα, του Ιούνη 1946, που τιμωρούσε με ισόβια κάθειρξη την «απόπειραν συνωμοσίας» και με θάνατο την «εφαρμογήν συνωμοσίας», και ο μεταξικός Αναγκαστικός Νόμος 375, της 18ης του Δεκέμβρη 1936, αλλά και άλλα νομικά κατασκευάσματα, που καταδίκαζαν τη σκέψη, παρέτειναν επ' αόριστο το χρόνο εκτόπισης των «υπόπτων» και επεξέτειναν τις διώξεις σε συγγενείς των εν λόγω «υπόπτων» πρώτου, δευτέρου, αλλά και τρίτου βαθμού.
Τις έννοιες της «συνωμοσίας» και του «υπόπτου» τις έδιναν οι μακελάρηδες των είκοσι πέντε στρατοδικείων, που λειτουργούσαν στη χώρα τα χρόνια εκείνα, σε κάθε ενέργεια αντίστασης και πάλης εναντίον της βίας και της τρομοκρατίας.
Ο μονόπλευρος εμφύλιος είχε, λοιπόν, αρχίσει, αν υποτεθεί ότι σταμάτησε ποτέ. Οι ένοπλες συμμορίες των Σούρλα, Μαγγανά, Τσαντούλα, Βουρλάκη, Κατσαρέα, Καμαρινέα κ.ά., σε συνεργασία με τη Χωροφυλακή και το Στρατό, οργίαζαν στην ύπαιθρο, ενώ οι περιβόητες «επιτροπές ασφάλειας» έστελναν κατά χιλιάδες στους τόπους εξορίας κομμουνιστές και άλλους ΕΑΜίτες. Χιλιάδες καταδιωκόμενοι υποχρεώθηκαν να πάρουν τα βουνά και να υπερασπιστούν τη ζωή τους με το όπλο στο χέρι.
Το τρομοκρατικό όργιο της αντίδρασης κατά του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, με τη στήριξη των βρετανικών όπλων, έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις. Είναι χαρακτηριστικό της κατάστασης το γεγονός ότι στις 27 του Ιούνη, η 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, που ολοκλήρωσε τις εργασίες της, για την αντιμετώπιση της δολοφονικής τρομοκρατικής δράσης έριξε το σύνθημα της οργάνωσης της μαζικής λαϊκής αυτοάμυνας.
Η συνύπαρξη του ταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό
Η ιστορική περίοδος 1941 - 1944 είχε, από την άποψη των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, ως ένα βασικό χαρακτηριστικό της την απελευθερωτική πάλη του λαού μας από τη γερμανική κατοχή. Αλλά μόνο μ' αυτό το χαρακτηριστικό δεν αποτυπώνεται ολόκληρη η ιστορική αλήθεια της εξελισσόμενης στη συγκεκριμένη περίοδο πραγματικότητας.
Την άρχουσα τάξη της Ελλάδας, ακόμη πριν την απελευθέρωση και έχοντας επίγνωση των συνθηκών που δημιουργούνται παγκόσμια, ιδιαίτερα μετά τη νίκη των Σοβιετικών στο Στάλινγκραντ, που ήταν η αρχή του τέλους του πολέμου, αυτό που την απασχολούσε ήταν το μεταπελευθερωτικό καθεστώς. Γιατί την απασχολούσε; Μα, γιατί στην Ελλάδα άρχισε να οργανώνεται μια νέα λαϊκή εξουσία. Το έπος του ΕΑΜ δεν ήταν μόνο η εθνική απελευθέρωση, αλλά και η δημιουργία των φύτρων της λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα με τα όργανα Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, τα Λαϊκά Δικαστήρια, τη Λαϊκή Πολιτοφυλακή, αλλά και κυβέρνηση, την ΠΕΕΑ. Είχε, ακόμη, το δικό της λαϊκό στρατό, τον ΕΛΑΣ, το ΕΛΑΝ (ναυτικό) και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού συσπειρωμένη στο ΕΑΜ.
Ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν υπέρ του λαού και σε βάρος της άρχουσας τάξης. Το ΕΑΜ συσπείρωνε τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που αγωνιζόταν κατά της κατοχής, αλλά και προσβλέποντας σε καλύτερες μέρες μετά την απελευθέρωση. Οι απλοί άνθρωποι του μόχθου δεν έδιναν τη ζωή τους για να επανέλθει ο τόπος σε χρόνια σαν της 4ης Αυγούστου (1936 - 1941, δικτατορία Μεταξά), ούτε και στα χρόνια πριν απ' αυτή, που ο λαός γνώρισε απίστευτες στερήσεις, περιπέτειες, εξαθλίωση.
Επειδή το ΕΑΜ καλούσε σε δράση για καλύτερες μέρες, και όχι μόνο για την απελευθέρωση, ακριβώς γι' αυτό μπορούσε και η πάλη του κατά των Γερμανοϊταλών και Βουλγάρων κατακτητών να είναι πιο αποφασιστική, πιο μαζική, πιο ουσιαστική, να συνεπαίρνει χιλιάδες εργάτες και αγρότες, γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων, τη νεολαία. Το ΕΑΜ ήταν δημιούργημα του λαού. Στάθηκε δίπλα του στις πιο δύσκολες συνθήκες. Οργάνωσε τη μαζική ένοπλη πάλη του, τον έσωσε από την πείνα, έβγαλε πλατιές μάζες από την πολιτική καθυστέρηση, δημιούργησε φύτρα λαϊκής εξουσίας στα εδάφη της ελεύθερης Ελλάδας. Αυτό φοβόταν και η ντόπια πλουτοκρατία.
Στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο ηγήθηκε η εργατική τάξη με καθοδηγητή το Κόμμα της, το ΚΚΕ, με τους συμμάχους της. Και στη μεταπελευθερωτική πορεία της Ελλάδας αυτό το γεγονός έβαζε τη σφραγίδα του. Είχαν δημιουργηθεί προϋποθέσεις να χάσει τη στρατηγική μάχη για την εξουσία η άρχουσα τάξη.
Ουσιαστικά, σε όλη την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δε βρισκόταν σε πρωτεύουσα θέση των εξελίξεων, αντικειμενικά κρινόταν το «ΠΟΙΟΣ - ΠΟΙΟΝ», στο ζήτημα της εξουσίας. Και απασχολούσε το ίδιο την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, αλλά και την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, βεβαίως και το ΚΚΕ και τους συμμάχους του. Αλλωστε, η ταξική πάλη στις ταξικές κοινωνίες ποτέ δε σταματά. Η εργατική τάξη της Ελλάδας, όλος ο λαός της δεν είχε μόνο να αντιμετωπίσει τον ξένο ιμπεριαλιστή κατακτητή. Μα είχε αντίπαλο και το καθεστώς της ντόπιας πλουτοκρατίας, αλλά και τις δυνάμεις της που σε όλη τη διάρκεια της κατοχής βρισκόταν στη Μέση Ανατολή. Η πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας, από τη μια πλευρά, και στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, από την άλλη, διεξαγόταν ασίγαστα, σε όλη την περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Η συνύπαρξη του ταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό, πέραν των άλλων πολιτικών και πολεμικών συγκρούσεων με τις στρατιωτικές οργανώσεις του «δοσιλογισμού», που, έτσι κι αλλιώς, περιείχαν και το ταξικό στοιχείο, επιβεβαιώνεται και από τις ένοπλες συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τις αντιχιτλερικές και τις αγγλόφιλες οργανώσεις, όπως ο ΕΔΕΣ. Οπως, επίσης, και την ένοπλη αντίδραση με τις δικές της οργανώσεις, από τη «Χ» του Γρίβα, την ΠΑΟ, τη ΜΑΥ, ως τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας και άλλες που στήριζαν το ντόπιο κατοχικό καθεστώς.
Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και οι συνεχείς προστριβές του ΕΛΑΣ με τους Εγγλέζους, η αμείωτη ιδεολογική και πολιτική πάλη των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων της Μέσης Ανατολής κατά της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, καθώς και η αιματηρή καταστολή, από τους Εγγλέζους και την ελληνική κυβέρνηση, στο Κάιρο, της ηρωικής «Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης» (ΑΣΟ) τον Απρίλη του 1944.
Μετά την απελευθέρωση, τον Οκτώβρη του 1944, έφτανε και η κρίσιμη ώρα για να ξεκαθαρίσει το ανοιχτό, άλυτο ζήτημα της εξουσίας. Ποια τάξη θα κυριαρχούσε; Οι κεφαλαιοκράτες, ή η εργατική τάξη με τους συμμάχους της, ο λαός, που απελευθέρωσε την Ελλάδα από την ξένη ιμπεριαλιστική - ναζιστική κατοχή; Θα άφηναν το λαό να ανοίξει το δρόμο για τη λαοκρατούμενη Ελλάδα, να γίνει αφέντης στον τόπο του, οικοδομώντας τη δική του κοινωνία ή θα τσάκιζαν με κάθε μορφή και με την ένοπλη βία το κίνημά του;
Το ζήτημα της εξουσίας δεν μπορούσε να λυθεί διαφορετικά, αφού η συντριπτική πλειοψηφία του λαού ήθελε δική του εξουσία, αλλά και η άρχουσα τάξη τη δική της. Ετσι, κάλεσε τον αγγλικό ιμπεριαλισμό και με το δικό του στρατό, για να καταλάβει αυτήν την εξουσία.
Υποταγή ή οργάνωση της πάλης και αντεπίθεση;
Το λαϊκό κίνημα εκείνων των μεταπελευθερωτικών χρόνων βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα: Υποταγή ή οργάνωση της πάλης και αντεπίθεση; Αν και με καθυστέρηση, επέλεξε το δεύτερο δρόμο, όπως κάθε λαός που αρνείται να δεχτεί την ταπείνωση και τον εξανδραποδισμό. Δεν ταίριαζαν αυτά σε εκείνους και σε εκείνες που μόλις είχαν αφήσει πίσω τους το σηκωμό του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, της ΟΠΛΑ, της Εθνικής Αλληλεγγύης και τον αγώνα του ΕΛΑΣ κατά των Εγγλέζων και των εγχώριων αστικών δυνάμεων το Δεκέμβρη του 1944.
Μετά, λοιπόν, το ένοπλο χτύπημα του λαϊκού κινήματος το Δεκέμβρη του 1944 συνεχίζεται το όργιο εξόντωσης των κομμουνιστών και των άλλων λαϊκών αγωνιστών. Εχει ξεκινήσει ο μονόπλευρος πόλεμος κατά του λαού, από το ντόπιο αντιδραστικό αστικό καθεστώς σε συμμαχία με τους Αγγλους ιμπεριαλιστές, αφού δεν μπορούσε διαφορετικά να εδραιωθεί η αστική εξουσία. Μονόπλευρος πόλεμος που άνοιξε το δρόμο στον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα.
Ετσι, λοιπόν, οι απελευθερωτές της Ελλάδας από τους Γερμανούς κατακτητές, με επικεφαλής το ΚΚΕ και μαχητική ένοπλη δύναμη το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, δίνουν μια δεύτερη μάχη, άνιση από πλευράς συσχετισμού δυνάμεων, αλλά έχοντας το δίκιο με το μέρος τους, προκειμένου να απαλλαγούν από το καθεστώς της νέας σκλαβιάς. Αντιστέκονται με τ' όπλο στο χέρι, αλλά και με όποιο μέσο μπορούν οι ευρισκόμενοι στις φυλακές και τις εξορίες, ως πολιτικοί κρατούμενοι. Καταδικασμένοι ακόμη και σε θάνατο, προκειμένου να καμφθεί το αδάμαστο λαϊκό φρόνημα και να υποταχτεί ο λαός στο αντιδραστικό καθεστώς, δεν καταθέτουν τα «όπλα». Ετσι είναι οι ανυπότακτοι στην ταξική σκλαβιά.
Οι πρώτες εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων αγωνιστών μετά την απελευθέρωση
Αλλά τα μέσα υποταγής του λαού, που χρησιμοποιεί το αδίστακτο αστικό καθεστώς, ένοπλη αντίδραση, φυλακές, εξορίες, δεν αρκούν. Χρειάζεται αίμα. Οχι μόνο με τις μάχες του εμφυλίου, αλλά με τις δολοφονίες πολιτικώνκρατουμένων. Οι εκτελέσεις δε θα αργήσουν.
Ετσι, στις 19 Ιούνη 1947, το μοναρχοφασιστικό καθεστώς προχωράει στην πρώτη εκτέλεση αγωνιστών από τις φυλακές της Αίγινας, στο λιμάνι Τούρλος του νησιού. Το θέμα αναδημοσιεύουμε από το βιβλίο του Δημήτρη Στολίδη, «Οι καταβολές μας - σελίδες του αγώνα» (εκδόσεις «Τυποεκδοτική»), ο οποίος έζησε το συγκεκριμένο γεγονός, όντας κρατούμενος εκείνη την περίοδο στις φυλακές της Αίγινας και μάλιστα καταδικασμένος σε θάνατο. Ο τρόπος που μεθοδεύτηκε το έγκλημα δείχνει το φόβο του καθεστώτος, μπροστά στη διάπραξή του.
Εκτελέστηκαν οι: Αποστολάκης Νίκος, Αυγέρης Μήτσος, Βουτσινάς Κώστας, Γκινανιώτης Θανάσης, Γκίνης Δημήτρης, Δημητρακόπουλος Παναγιώτης, Καλογιάννης Κυριάκος, Κόλλιας Αλέκος, Κωτούλιας Κώστας, Λάτσος Συνοδινός, Μονέδας Μιχάλης, Μπουρδής Αντώνης, Ντάλιος Δημήτρης, Σιδέρης Θόδωρος, Τόλιας Παναγιώτης, Τριανταφύλλου Θόδωρος, Χατζόπουλος Βαγγέλης.
Ας το παρακολουθήσουμε. Οι υπότιτλοι είναι του «Ρ».
«Την επόμενη μέρα της εκτέλεσης των 17 αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, οι δημοσιογράφοι πήγαν στην Αίγινα να μάθουν συγκεκριμένα. Το απόγιομα είδαν τον υπουργό Δικαιοσύνης Αλεξανδρή. Αυτός, σε δηλώσεις του, είπε: "Προσωπικώς, ούτε εγώ ούτε η κυβέρνησις είχομεν ιδέαν διά τις 17 εκτελέσεις της Αίγινας μέχρι της 10ης πρωινής σήμερον. Τούτο είναι φυσικόν, διότι ο αρμόδιος να αποφασίζει την εκτέλεσιν αποφάσεων καταδικών εις θάνατον είναι ο εισαγγελέας Εφετών". Σε ερώτηση δημοσιογράφων, αν θα ακολουθήσουν και άλλες εκτελέσεις, απάντησε: "Και διά τούτο αρμόδιος να αποφασίσει είναι ο εισαγγελέας Εφετών. Εκείνο που εγώ γνωρίζω είναι ότι από τις 5 Μαΐου έδωσα εντολήν να επιστραφούν και επεστράφησαν εις την Εισαγγελίαν όλαι αι δικογραφίαι θανατικών αποφάσεων κατά στασιαστών του δεκεμβριανού κινήματος και δοσιλόγων".
Ο υπουργός προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από την υπογραφή του εισαγγελέα. Εστειλε όλες τις δικογραφίες καταδικασμένων αντιστασιακών σε θάνατο στην Εισαγγελία για εκτέλεση και θεωρεί ότι είναι απαλλαγμένος από τις ευθύνες, προφασιζόμενος ότι δεν ήξερε τίποτα.
Οι θανατικές καταδίκες των αγωνιστών της Αντίστασης άρχισαν από το Μάρτη του 1945. Για δύο και πάνω χρόνια, ως τον Ιούνη του 1947, κρατάνε στο υπουργείο τις αποφάσεις. Η πράξη είναι πολιτική και η ευθύνη των κυβερνήσεων. Ποιος αποφάσισε τις εκτελέσεις, πότε και για ποιο λόγο;
Η απόφαση να εκτελεστούν όσοι αγωνιστές είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, δεν είναι απόφαση της τελευταίας στιγμής. Εχει παρθεί πριν από ένα χρόνο από την κυβέρνηση Σοφούλη. Στα στενογραφημένα πρακτικά της Βουλής της 5.7.46 διαβάζουμε την απάντηση που έδωσε ο Γ. Μαύρος σε ερώτηση βουλευτών για τις εκτελέσεις: "Ο τότε πρόεδρος της κυβερνήσεως Σοφούλης είχε δηλώσει ότι θα εκτελεστούν όλαι αι καταδικαστικαί εις θάνατον αποφάσεις που ανήρχοντο εις 160". Τόσες ήταν τότε...
Στις 6 Ιούνη 1947, έναν περίπου χρόνο ύστερα από την απόφαση Σοφούλη και μέσα στις συνθήκες που περιγράψαμε, συναντιούνται ο αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Δ. Μάξιμου, Κ. Τσαλδάρης, με τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα Μακ Βι. Σε δηλώσεις που έκανε μετά τη συνάντηση, ο Τσαλδάρης υπογράμμισε "τον δυσάρεστον αντίκτυπον που θα είχε διά το μαχόμενον έθνος η αναβολή των μέτρων". Και ο Μακ Βι είπε γι' αυτό ότι "η Ουάσινγκτον δεν θα είχε αντίρρησιν προκειμένου περί της πιστής και ακριβοδικαίας λειτουργίας των κειμένων νόμων". Από τις εφημερίδες έγινε γνωστό πως, όταν ο Τσαλδάρης είπε στον Μακ Βι ότι εκκρεμούν εκατοντάδες θανατικών αποφάσεων, αυτός απάντησε με νόημα, "εάν και εφόσον αι δικαστικαί αυταί αποφάσεις έχουν εκδοθεί νομίμως και έχουν τηρηθεί όλοι οι προβλεπόμενοι εν Ελλάδι δικονομικοί κανόνες, δεν δύναμαι να εμποδίσω την εκτέλεσιν αυτών"...
Δεκατρείς μέρες ύστερα από τη συνάντηση Τσαλδάρη - Μακ Βι, και μια μέρα πριν υπογραφεί η ελληνοαμερικανική συμφωνία, θα γίνει η εκτέλεση. Η "άγνοια" του υπουργού Δικαιοσύνης είναι η δειλία που χαρακτηρίζει πάντοτε τους υποτακτικούς και τους δολοφόνους. Ο τρόπος που θα γίνει η εκτέλεση επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή. Κάτι περισσότερο. Το φόβο τους μπροστά σ' ένα έγκλημα. Μετράνε τις συνέπειες, όχι για τον αντίκτυπο στις εξελίξεις, μα για τις ευθύνες, όσο ακόμα η έκβαση του Εμφυλίου δεν έχει κριθεί. Μπροστά τους ο εφιάλτης της ήττας πλανιέται στα σαλόνια τους. Δεν είναι λίγοι αυτοί που είχαν ετοιμάσει τις βαλίτσες τους. Και ποιος ξέρει τι άλλο...».
Λίγο πριν την εκτέλεση
«Νωρίς το απόγιομα της 18ης Ιούνη 1947 καλείται στη Διεύθυνση ο αντιπρόσωπος της ομάδας πολιτικών κρατουμένων Αίγινας, Θανάσης Γκινανιώτης. Ο Θανάσης ήταν ηλεκτρομηχανικός στα Μεταλλεία Χαλκιδικής. Στην Κατοχή δούλεψε στην ίδια δουλειά στο Περιστέρι. Διαμορφωμένο στέλεχος, ζυμωμένο κοντά στην εργατιά, είχε ακονισμένο κριτήριο και βαθιά επίγνωση της θέσης του στη δουλειά που ήταν χρεωμένος. Μια δουλειά που απαιτούσε πολλά προσόντα και ικανότητες. Σταθερότητα και αποφασιστικότητα, επιχειρήματα και ευλυγισία, γνώσεις και πείρα. Σ' όλα του διακρίνονταν. Η παρουσία του, ο τρόπος που χειρίζονταν τα ζητήματα, ο δυναμισμός του τον είχαν επιβάλει και στη Διεύθυνση. Ηταν μέλος του Γραφείου της Ομάδας και οι κρίσεις του για πολλά προβλήματα της ζωής μας ήταν καθοριστικές.
...Μόλις ο Θανάσης γύρισε από τη Διεύθυνση, έγινε έκτακτη συνεδρίαση του Γραφείου. Ηταν διάχυτη η ανησυχία του. Δε μας είχε συνηθίσει σε βιαστικές ενέργειες. Το κάθε βήμα του ήταν μετρημένο, σωστά υπολογισμένο. Και το αναπτυγμένο του πολιτικό αισθητήριο φαίνεται να τον είχε προετοιμάσει γι' αυτό που αντιμετώπισε στη Διεύθυνση τέτοια ώρα.
...Ολοι κρεμαστήκαμε στο χαρτί που έβγαλε να μας διαβάσει. Ηταν εντολή του εισαγγελέα Πειραιά για μεταγωγή 22 αγωνιστών στη Ρόδο. Απ' αυτούς, οι 17 ήταν μελλοθάνατοι και οι 5 ισοβίτες. Η απάτη του εγγράφου ήταν φανερή. Ποια Ρόδο και για ποιο σκοπό! Ούτε το δόλωμα των 5 ισοβιτών μπορούσε να ξεγελάσει τον Γκινανιώτη. Ζήτησε, πήρε και είδε την κατάσταση που είχε προετοιμαστεί. Διάβασε πρώτα τα ονόματα των Μονέδα, Αυγέρη και Μπουρδή. Ηταν οι πρώτοι που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο από τις 23 του Μάρτη 1945. Είχαν γίνει πανελλήνια σύμβολα τα τρία αυτά παλικάρια. Πάντοτε μπροστά τα ονόματά τους φάνταζαν στο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, στον Τύπο γενικότερα, για την αντιστασιακή τους δράση στον Πειραιά, για τη στάση τους στο δικαστήριο και τη φυλακή...
Ο Θανάσης είχε καταλήξει ότι "πρόκειται για εκτέλεση". Στον κατάλογο που είδε ήταν και τ' όνομά του. Εκεί, στο Γραφείο, τον ρώτησε ο Αποστολίδης, γραμματέας της Ομάδας, "αν είχε κάνει αίτηση χάριτος". Απάντησε ξερά, κοφτά "όχι", για να δείξει μια απέχθεια που είχε στις "βασιλικές χάριτες"...
Παρ' όλες τις ενδείξεις, δεν ήταν εύκολο να καταλήξεις ότι, "ναι", πρόκειται για εκτέλεση. Πολύ περισσότερο, δεν μπορείς να βγεις ανοιχτά και να το πεις. Δεν είχαμε κιόλας συνειδητοποιήσει αυτόν τον κίνδυνο ακόμα. Ηταν δύσκολο να πιστέψεις ότι ύστερα από δύο και πάνω χρόνια, θα έφταναν μέχρις εκεί, να εκτελέσουν αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Ομως, η μισαλλόδοξη πολιτική - όπως έδειξε η ζωή - θα πάει πολύ πιο πέρα, όσο ο χρόνος θα μετράει προς όφελος του Εμφυλίου και των δυνάμεων που επωφελούνται απ' αυτόν, θα σκοπεύσει τα πάντα...
Ο Γκινανιώτης ξαναπήγε στη Διεύθυνση να ζητήσει επαφή με το υπουργείο. Να επιβεβαιώσουν από κει την εισαγγελική εντολή για μεταγωγή και το νόημά της. Οι χαμηλοί τόνοι της Διεύθυνσης για να μην προκαλέσει προφανώς αντιδράσεις, η απογευματινή παρουσία αξιωματικού στα γραφεία της, το ξαφνικό πέρασμα του γιατρού και, κυρίως, η άρνηση να του επιτρέψουν να επικοινωνήσει με το υπουργείο σαν εκπρόσωπος των κρατουμένων, ενίσχυσαν την πεποίθησή του ότι πρόκειται για εκτέλεση, θα αποδειχθεί πως, όσο προσεκτικά προετοιμάζονταν, όσο αθόρυβα και σιωπηρά έκανε τα βήματά της μπροστά στην πόρτα μας, τόσο πιο άγριο θα ξεσπάσει αύριο στον Τούρλο της Αίγινας το μίσος...
Ο Θανάσης Γκινανιώτης, που εκτελέστηκε, ζούσε από πολύ κοντά το κλίμα στη Διεύθυνση, έπιανε γρήγορα τις αντιδράσεις της και είχε σίγουρα την πιο έγκυρη γνώμη γι' αυτό που θα συνέβαινε. Αλλά ο ίδιος σύστησε την προσοχή του Γραφείου και την ευθύνη που είχε, μήπως όλα αυτά, έτσι όπως ξετυλίγονταν μπροστά του, ήταν μια παγίδα...
Τρεις μήνες πιο μπροστά, παρ' ολίγο και θα το πλήρωνε η Αίγινα. Πήραν για εκτέλεση από μια ακτίνα μας έναν θανατοποινίτη. Νομίζω ότι λεγότανε Σεφέρης. Μόλις έγινε γνωστή η απομόνωσή του, σηκώσαμε τα χωνιά και την καταγγελία. Η εκτέλεση πρέπει να ήταν προβοκατόρικη. Γιατί, πώς βρέθηκαν στημένα τα οπλοπολυβόλα στις ταράτσες και την ίδια στιγμή να ρίχνουν στους θαλάμους, στο ψαχνό; Το αδίκημα του εκτελεσμένου δεν ήταν πολιτικό. Δεν ξέρω πώς είχε βρεθεί στις γραμμές της ομάδας μας. Η εκτέλεση μπορεί να ήταν και δοκιμή για τις αντιδράσεις μας, μπορεί να ήταν και παγίδα για τον καθησυχασμό μας γι' αυτή που ετοίμαζαν με κάθε μυστικότητα.
Οταν είσαι δεσμώτης στα χέρια ενός τέτοιου αντίπαλου και εκείνος έχει το απάνω χέρι, σε τέτοιες κιόλας στιγμές, όλα μπορεί να συμβούν, αν δεν επαγρυπνείς, αν δεν ενεργείς με σύνεση, χωρίς να τρομάζεις απ' τον ίσκιο σου. Τα δεδομένα μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχαν οριοθετήσει το χαρακτήρα της "μεταγωγής ή της εκτέλεσης" στη συνείδηση των αγωνιστών. Ανάλογη ήταν και η απόφαση του Γραφείου για τον τρόπο αντίδρασής μας...
...Κατά τις 5 το απόγευμα, ο Αντώνης Μπουρδής, που ήταν "κράχτης" της ακτίνας μας, φώναξε τα ονόματα μαζί και το δικό του. Οι "μεταγόμενοι" βγαίνουν με επικεφαλής τον Γκινανιώτη. Σαν μια "προφυλακή" μπαίνουν μπροστά οι ισοβίτες. Ο Θόδωρος Ξηροτάγαρος, ο Βαγγέλης Κοτοπούλης, ο Φάκος ο Βασίλης, ο Παναγιώτης Αλεξανδρής και τελευταίος ο Μαγνήσαλης. Κάπου εκεί, στο κέντρο, ο Μονέδας, ο Αυγέρης κι ο Μπουρδής. Αυτή η παράταξη είναι συμφωνημένη με τον Θανάση. Να κρατάει αυτός τα "σία" της και να είναι περισσότερο ασφαλισμένοι οι τρεις, μήπως και τους αρπάξουν στο δρόμο. Αν μετά το μακρύ διάδρομο που περνάει μπροστά από τις ακτίνες και καταλήγει στο αρχιφυλακείο, τους "σπρώξουν" δεξιά, σημαίνει πειθαρχεία, απομόνωση και άρα εκτέλεση. Στο σημείο αυτό θα κάνουν "κράτει", θα βάλουν τις φωνές, θα διαμαρτυρηθούν για να πάρουμε "είδηση" μέσα στις ακτίνες. Η φυλακή ήταν έτοιμη να ξεσηκωθεί, να καταγγείλει το έγκλημα... Αν προχωρήσουν, όπως βγαίνουν, αριστερά, σημαίνει ότι τους πάνε στην έξοδο, τους φεύγουν. Μια αχτίδα ελπίδας...
Αλλά όχι, το έγκλημα είναι καλά σχεδιασμένο και θα εκτελεστεί έτσι όπως έχει προετοιμαστεί. Ο δόλος της δήθεν μεταγωγής στη Ρόδο και η απάτη των 5 ισοβιτών που μπήκαν στη λίστα των "μεταγόμενων" για κάλυψη, θα πάνε μαζί με την ανανδρία που χαρακτηρίζει τους θρασύδειλους...».
Η αφήγηση του Θ. Ξηροτάγαρου
«...Καθώς βγαίνουμε όλοι μαζί από την ακτίνα, έπιασα το χέρι του Μαγνήσαλη. Ηταν 5 και κάτι λεπτά. Ο ήλιος είναι ψηλά ακόμα. Είναι νωρίς, σκέφτηκα. Η ατμόσφαιρα δε μύριζε μεταγωγή. Αλλά, πώς μας μπέρδεψαν μελλοθάνατους και ισοβίτες μαζί! Δεν μπορεί, ή λάθος ή κάτι φοβερό έχει συμβεί ή δεν είναι εκτέλεση. Μ' αυτές τις σκέψεις σταθήκαμε μπροστά στο αρχιφυλακείο. Κοιτάζω τον Γκινανιώτη κατάματα. Μου κάνει νεύμα για τους τρεις.
Είμαι ψηλός και προσέχω. Οι διαδικασίες στο αρχιφυλακείο αργούν. «Λες να το κάνουν για να σουρουπώσει;», ψιθύρισα στον Κούλη τον Καλογιάννη. Το «σφίξιμο» το διαδέχεται η χαλάρωση. Μας προχωρούν προς την εξώπορτα της φυλακής. Κάτι είναι αυτό, αλλά για λίγο. Ο επικεφαλής της συνοδείας έδωσε εντολή να μας βάλουν τις χειροπέδες. Πάντα έτσι γίνεται στη μεταγωγή. Ομως, μας δένουν έναν έναν χωριστά. Κάτι ψιθύρισαν. Είπαν ένα ψέμα, που δεν πιστέψαμε. Και όταν βγήκαμε έξω από τη φυλακή, οι υπόνοιες μεγάλωσαν. Ηταν εννιά παρά είκοσι. Η Αίγινα ήταν έρημη. Ο δρόμος ως το λιμάνι είναι πιασμένος από στρατό. Νοτιοανατολικά απ' το λιμάνι, όχι πιο μακριά από πεντακόσια μέτρα, βλέπουμε το αντιτορπιλικό ΚΡΗΤΗ. Οι φαντάροι σε πυκνή γραμμή στέκουν με εφ' όπλου λόγχη. Η Αίγινα φαίνεται να στρατοκρατείται. Συνοδεία είναι χωροφύλακες. Περπατάνε φουριόζοι, βιάζονται για την ακταιωρό που περίμενε με αναμμένες τις μηχανές. Η διαδρομή δεν κράτησε περισσότερο από πέντε λεπτά. Στις εννιά παρά τέταρτο, μας έχουν κιόλας στριμώξει στο αμπάρι της ακταιωρού όλους μαζί. Τρία επί τρία μέτρα, τρία μέτρα βάθος, ανοιχτό από πάνω, φωτισμένο, για να παρακολουθούν και να προκαλούν. Συνεννοούμαστε με νοήματα για ψυχραιμία, αποφυγή προκλήσεων. Η ακταιωρός μένει ακίνητη δυο ώρες περίπου. Κοντά στα μεσάνυχτα έβαλε μπροστά τις προπέλες...
...Το "ταξίδι" είναι ατελείωτο εκείνη τη νύχτα, καθώς το μικρό πλοίο κινείται αργά, πολύ αργά στο Σαρωνικό. Κι από πάνω, μας πετάνε φακούς να μας τυφλώνουν, βρίζουν, προκαλούν και απειλούν ονομαστικά τον Μονέδα, τον Μπουρδή, τον Αυγέρη... Με τη στάση μας, τους κρατάμε σε απόσταση. Τίποτα δεν μπορούσες να φανταστείς απ' ό,τι θα συνέβαινε εκείνο το ξημέρωμα, καθώς σβήσανε τα φώτα του πλοίου, έκοψε ταχύτητα και άρχισε να μανουβράρει. Είχε φέξει...
...Ο επικεφαλής της συνοδείας διαβάζει τα ονόματά μας, των 5 ισοβιτών. Μας καλούν στο κατάστρωμα. Τότε είδαμε πού έχουμε αράξει. Το λιμανάκι του Τούρλου το 'χουμε διαβεί πολλές φορές στις μεταγωγές μας. Αυτός είναι ο τόπος του μαρτυρίου.
Το σκηνικό είναι αυτό: Πίσω μας, πολύ κοντά τώρα, χάσκουν οι μπούκες του αντιτορπιλικού ΚΡΗΤΗ, που φαίνεται ήταν κι αυτό στη συνοδεία μας. Τώρα θα ελέγχει και την "απόβαση" των μελλοθανάτων. Μπροστά μας, στην αποβάθρα (που δεν υπήρχε τότε), στριμώχνονται, φωνάζουν, σηκώνουν ντουφέκια οι χωροφυλάκοι του αποσπάσματος, μερικοί δεσμοφύλακες, ο παπάς και η πιο μαύρη ψυχή που έχω συναντήσει στη ζωή μου, ο Μανωλάκος, ο γραμματέας της φυλακής. Σε μια ακτίνα διακοσίων μέτρων, ο τόπος έχει κλείσει από λεφούσια στρατού. Ανάμεσα στο απόσπασμα και τη φρουρά είναι κρυμμένοι οι οπλοπολυβολητές σε "φωλιές" φκιαγμένες πρόχειρα από πέτρες. Τα βλέπαμε όλα καθαρά. Είμαστε 50 ως 80 μέτρα κοντά, τίποτα δε θα μας διαφύγει...
Αλλά η "μάχη" θ' αρχίσει απ' την ακταιωρό. Θα πηδήξουν γρήγορα πάνω στο μικρό πλοίο αλαλάζοντες χωροφύλακες. Τους βγάζουν έναν έναν απ' το αμπάρι δεμένους όπως είναι. Τους χτυπάνε με τα όπλα, τους ρίχνουν κάτω ματωμένους. "Αίσχος φασίστες", η φωνή των μελλοθανάτων. Πιο λυσσασμένα τους ρίχνονται σαν τα τσακάλια να τους ξεσκίσουν τα κορμιά. Τρικλίζουν, πέφτουν, σηκώνονται με ψηλά τις δεμένες τους γροθιές οι αθάνατοι. Το μακελειό συνεχίζεται μέχρι που τους σέρνουν στο λάκκο που είχαν ανοίξει... Εκεί, θα στηθούν όρθιοι. Ο παπάς δεν πλησίασε σχεδόν. Ενας με πολιτικά, κάτι σαν να είπε, κάτι σαν να διάβασε βιαστικά και απομακρύνθηκε γρήγορα. Μια φωνή σαν να απαγγέλλει ξεσπάει απότομα...
Ποίημα, τραγούδι, γροθιές και συνθήματα, πνίγονται απ' το κροτάλισμα των οπλοπολυβόλων που ξερνάνε φωτιά. Τα αίμα χύνεται άλικο μπροστά στην τάφρο του Εμφυλίου. Ο παροξυσμός του θ' ανοίξει εκατοντάδες τάφους απ' αυτήν την ώρα. Μα, η Αντίσταση δε θα θαφτεί, θα μείνουν, όμως, το έγκλημα, η απάτη και η δειλία...».
Η στρατηγική του ΚΚΕ στην Κατοχή*
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος όξυνε την ταξική πάλη σε μια σειρά χώρες. Η στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα τελικά δεν προσανατόλισε στη διαμόρφωση στρατηγικής των ΚΚ ενάντια στην αστική τάξη της χώρας τους, είτε η τελευταία ήταν επιτιθέμενη είτε αμυνόμενη.
Στις αναλύσεις του ΚΚΕ και στον προσδιορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης, κυριαρχούσε η προ του 1917 λενινιστική προσέγγιση για«επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», με μορφή τα Σοβιέτ και αποκλείοντας την αστική τάξη (και του χωριού - κουλάκους) από τη συμμαχία, ως ένα στάδιο εξουσίας πριν τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Στα χρόνια της Κατοχής, γινόταν λόγος για λαϊκή δημοκρατία - λαοκρατία και λαϊκή δημοκρατική επανάσταση, επί της ουσίας ένα στάδιο πριν την επαναστατική εργατική εξουσία, που είχε τα χαρακτηριστικά ενός εκδημοκρατισμένου αστικού καθεστώτος.
Η Β' Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ (τελευταία εβδομάδα του Δεκέμβρη 1942) υπογράμμισε ως εξής το στόχο του:
«Η συγκρότηση προσωρινής κυβέρνησης από τα κόμματα και οργανώσεις που αγωνίζονται σύμφωνα με τους σκοπούς του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου αμέσως μετά το διώξιμο του ξένου καταχτητή, η οποία θα αποκαταστήσει τις λαϊκές ελευθερίες, θα ενεργήσει ελεύθερο δημοψήφισμα για τη λύση του πολιτειακού ζητήματος και εκλογές συντακτικής εθνοσυνέλευσης με το αναλογικό εκλογικό σύστημα, αποτελεί τον πιο σωστό τρόπο λύσης του εσωτερικού ζητήματος και εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας και του ελληνικού λαού. (...) Η πραγματοποίηση του άμεσου πολιτικού σκοπού του κόμματός μας - εθνική απελευθέρωση και λαοκρατική λύση του εσωτερικού καθεστώτος - αποτελεί στη συγκεκριμένη στιγμή τη μοναδική επαναστατική θέση»1.
Εκφραση της παραπάνω γραμμής ήταν και η τοποθέτηση του Γ. Σιάντου στην 44η Συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), στις 27 Ιουλίου 1944, σε συζήτηση σχετική με τις διαπραγματεύσεις στο Λίβανο και το ενδεχόμενο συμμετοχής της ΠΕΕΑ στην κυβέρνηση Παπανδρέου:
«...Στην Ελλάδα δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε σοσιαλισμό κι αν ακόμα όλος ο κόσμος μας πει πάρτε την και κάνετε σοσιαλισμό [...]. Η ωρίμανση των συνθηκών οδηγεί σε αστικοδημοκρατικές λύσεις, αλλαγές της κατάστασης [...]. Αφού λυθούν όλα αυτά τα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, τότε δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να πάμε προς το σοσιαλισμό, ομαλά, μέσα στη δημοκρατική εξέλιξη»2.
Την παραπάνω τοποθέτηση του Γ. Σιάντου, η οποία εξέφραζε τη στρατηγική του Κόμματος στη διάρκεια της Κατοχής, επανέλαβε και το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ (1945). Η εισήγηση της ΚΕ προς το 7ο Συνέδριο ανέφερε χαρακτηριστικά:
«...η συμφωνία του Λιβάνου δεν ήταν λάθος, γιατί ήταν μέσα στην πολιτική μας της εθνικής ενότητας και της ομαλής δημοκρατικής λύσης των εσωτερικών ζητημάτων. Το ίδιο επιδιώξαμε και με τη συμφωνία της Καζέρτας»3.
Η πολιτική γραμμή, στην οποία αναφερόταν η εισήγηση, περιέχεται στην Προγραμματική Διακήρυξη του ΚΚΕ «Λαοκρατία και Σοσιαλισμός» (Ιανουάριος - Απρίλιος 1943), όπου αναφέρεται:
«...το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας αγωνίζεται για την εθνική απελευθέρωση του τόπου και του λαού από τον τριπλό ξενικό ζυγό των Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων φασιστών (...) Για την ελεύθερη και κυρίαρχη έκφραση κι επιβολή της λαϊκής θέλησης στα ζητήματα του εσωτερικού πολιτεύματος. (...) Στον αγώνα τούτον για την εθνική μας απελευθέρωση το ΚΚΕ συμμαχεί με κάθε εθνική δύναμη, που είναι σύμφωνη στους πιο πάνω σκοπούς»4.
Ωστόσο μεταγενέστερη ιστορική αναφορά είναι χαρακτηριστική για τη σχέση της οικονομικής ολιγαρχίας στην Ελλάδα με τις δυνάμεις Κατοχής:
«Στις 4 Φεβρουαρίου 1943 οι γερμανικές οικονομικές αρχές έριξαν στο Χρηματιστήριο της Αθήνας 48.000 χρυσές λίρες και 1.250.000 χρυσά γαλλικά φράγκα. Επρόκειτο για ματωμένο χρυσάφι αρπαγμένο από τις χώρες που κατακτήθηκαν, από τις λεηλασίες και από τις περιουσίες των Εβραίων που είχαν σταλεί στα κρεματόρια. Οι ενδιαφερόμενοι δεν ασχολούνταν με το αίμα που έσταζε από αυτόν τον χρυσό. Τα λαμπερά νομίσματα έγιναν ανάρπαστα από όλους εκείνους οι οποίοι έβλεπαν να αυγατίζουν τα εισοδήματά τους σε δραχμές και επιθυμούσαν διακαώς να μετατρέψουν τα κέρδη τους σε κάτι πιο σταθερό: σε χρυσάφι. Στις 28 Φεβρουαρίου, αυτή η διά του χρυσίου αναγνώριση των υπηρεσιών που ο ελληνικός καπιταλισμός πρόσφερε στη Νέα Τάξη του ναζισμού επαναλήφθηκε: 63.000 χρυσές λίρες έπεσαν στην αγορά. Στις 2 Μαρτίου ρίχτηκαν στην αγορά 33.000 ακόμα χρυσές λίρες, την επομένη, στις 3 Μαρτίου, δύο ημέρες πριν το αιματοκύλισμα της Αθήνας, οι συνεργάτες των Γερμανών αμείφθηκαν διά του τρόπου αυτού με ακόμα 1.700.000 χρυσά γαλλικά φράγκα. Την ώρα που στους δρόμους της πρωτεύουσας οι διαδηλώσεις του ΕΑΜ πνίγονταν στο αίμα από τους κατακτητές και την Αστυνομία, αποτρέποντας την επικράτηση της δουλικής εργασίας, μερικοί είχαν άλλου τύπου ασχολίες: Μετρούσαν το χρυσάφι που οι υπηρεσίες τους στον κατακτητή και η συμμετοχή τους στην καταλήστευση της ίδιας τους της χώρας και του λαού της, τους εξασφάλισαν.
Αυτά τα "όργανα της τάξεως", που ανελέητα χτυπούσαν τις διαδηλώσεις του ΕΑΜ, είχαν πράγματι αφεντικά. Γνώριζαν τι είδους κόσμο προάσπιζαν: Εκείνο των κατακτητών, των καπιταλιστών, των κερδοσκόπων, των "οικονομικών δοσιλόγων". Και η αγριότητά τους ήταν ευθέως ανάλογη με την αγριότητα της λεηλασίας και της εκμετάλλευσης, μέσα στον αστερισμό των οποίων ζούσε τότε η Ελλάδα»5.
*Από το «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Β' τόμος, περίοδος 1949-1968. Αποκαταστάσεις»
1. Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τόμ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 91-92.
2. Αρχείο της ΠΕΕΑ, Πρακτικά Συνεδριάσεων, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», 1990, σελ. 156-157.
3. Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 6ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1987, σελ. 411-412.
4. Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 5ος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 134.
5. Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 2 Μαρτίου 2008, Γιώργου Μαργαρίτη, «Οι δύο κόσμοι: Η Ελλάδα στις 5 Μαρτίου 1943».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ