Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής προϋπόθεση για λαϊκή ευημερία
Από το ΣΥΡΙΖΑ, τους ΑΝ.ΕΛ. αλλά και δυνάμεις μέσα ή γύρω από το ΠΑΣΟΚ, γίνεται λόγος γι' αποτυχία αυτών των κυβερνήσεων να διαχειριστούν την κρίση.
Πού εστιάζεται η κριτική τους: Στο ότι από την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική, ιδιαίτερα από το 2010 που έγινε το 1ο Μνημόνιο της δανειακής συνθήκης της Ελλάδας με το Γιούρογκρουπ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ έως σήμερα, δεν υπάρχουν ουσιαστικά αποτελέσματα στον περιορισμό του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, και ότι δεν υπάρχει ανάκαμψη μετά από 6 χρόνια και όπως φαίνεται ούτε τον 7ο χρόνο (2014).
Επόμενο ήταν, και το Κόμμα μας το είχε προβλέψει: Ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικώντας κυβέρνηση στο έδαφος της καπιταλιστικής εξουσίας, συνομιλώντας με το ΣΕΒ, με κρατικά οικονομικά επιτελεία από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία έως τη Γερμανία, τη Ρωσία και την Κίνα, πέρα από λεκτικές κορόνες όπως τις χτεσινές, δεν θα μπορούσε παρά να προσγειώνει το «αριστερό» κυβερνητικό του πρόγραμμα στο έδαφος του καπιταλιστικού ρεαλισμού.
Δηλαδή, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζει την καπιταλιστική ιδιοκτησία, αφού μιλά για υγιείς καπιταλιστικές επιχειρήσεις, δηλαδή αυτές που αντέχουν στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, τις όποιες πολιτικές διαχείρισης του δημόσιου χρέους και παραγωγικής ανάκαμψης, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί παρά να τις ψάχνει μέσα στο καλάθι των αστικών επιλογών.
Θα πείτε: «Κακό είναι να αναζητηθούν πιο αποτελεσματικές πολιτικές διαχείρισης που πράγματι να οδηγήσουν σε μείωση του δημόσιου χρέους και σε παραγωγική ανάκαμψη; Ε, κάτι δε θα ωφεληθεί και ο εργαζόμενος; Ακόμα και αν δεν επιστρέψουν οι μισθοί, οι συντάξεις στα προ κρίσης επίπεδα, μπορεί να ανακτήσουν ένα μέρος της απώλειάς τους»...
Στον απεγκλωβισμό απ' αυτή τη σκέψη βρίσκεται η ουσία του πολιτικού ζητήματος, το ζήτημα της πολιτικής οξυδέρκειας από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, το ζήτημα της πολιτικής σκέψης και στάσης από την πλευρά των εργαζομένων.
Και η πολιτική στάση περιλαμβάνει και το κριτήριο πολιτικής ψήφου, αλλά πρώτ' απ' όλα το κριτήριο συμπόρευσης ή διαχωρισμού με τις δυνάμεις που δρουν οργανωμένα στο συνδικαλιστικό κίνημα, το κριτήριο διαχωρισμού από τον παλιό και νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό, από τον παλιό και νέο εργοδοτικό συνδικαλισμό (π.χ. τις επιχειρησιακές συμβάσεις που γίνονται με ενώσεις προσώπων, τις οποίες ουσιαστικά στήνουν οι εργοδότες).
Κριτήριο για το ποιο είναι το μέσον πίεσης -αμυντικό ή και επιθετικό- απέναντι στους καπιταλιστές: Να διαπραγματευτούμε με τη «δική» μας κυβέρνηση στη δική τους οικονομική κυριαρχία και πολιτική εξουσία; 'Η να διεκδικήσουμε, με τη δράση μας να κατακτήσουμε βελτίωση στο συσχετισμό μεταξύ εργαζομένων και κεφαλαίου, ακόμα κι αν σήμερα ή του χρόνου, δε φαίνεται ότι μπορεί ριζικά ν' ανατραπεί ο συσχετισμός δυνάμεων, να εκφραστεί σε πραγματική πολιτική κρίση για οποιαδήποτε μορφή της αστικής διακυβέρνησης;
Και στις σημερινές συνθήκες, το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα είναι να υπάρχει πρωτοπορία των εργαζομένων συσπειρωμένη με το ΚΚΕ για την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος, για τη λαϊκή συμμαχία των μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, για την εργατική λαϊκή αντεπίθεση με τη δική τους εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση από τη Βουλή μέχρι το Δήμο. Αντεπίθεση για ν' ανοίξει ο δρόμος της ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου.
Η αυταπάτη της «αριστερής κυβέρνησης»
Να μου επιτρέψετε να σταθώ στο ζήτημα γιατί είναι αυταπάτη, συνειδητή «απάτη» από τις πολιτικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και άλλες τύπου «Πλάνου Β'», η άποψη ότι συσχετισμός στην πάλη, ο συσχετισμός μεταξύ εργατικού - λαϊκού κινήματος και καπιταλιστικής εξουσίας, μπορεί ν' αρχίσει ν' αλλάζει αν -υποτίθεται- με την ψήφο τους οι εργαζόμενοι αποκτήσουν την πλειοψηφία στη Βουλή και μέσω αυτής τη δική τους, την «αριστερή» κυβέρνηση.
Υποτίθεται ότι μια τέτοια κυβέρνηση θα ασκεί πίεση, ή θα είναι εθνικά πιο αποτελεσματική, ή και ορθολογικά πιο αποτελεσματική από τη σκοπιά της παραγωγικότητας, των δημόσιων δαπανών. Δεν υπάρχει όμως ούτε εθνικότητα, ούτε ορθολογισμός στην παραγωγικότητα και στην ανάπτυξη, χωρίς να έχει πάνω απ' όλα ταξικότητα, δηλ. να εξυπηρετεί τις αναγκαιότητες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και κέρδους.
Για του λόγου το αληθές, ας δούμε πώς κρίνει τα πράγματα στο 3μηνιαίο Δελτίο της η Alpha Bank: «Η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηριζόταν από ακαμψία και υψηλό κόστος εργασίας σε σχέση με την παραγωγικότητα, με αποτέλεσμα τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Προκειμένου να απαλλαγεί η ελληνική αγορά εργασίας από τις αναχρονιστικές δομές της, από τον Μάιο του 2010 έως τώρα ελήφθησαν δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων αυτής έτσι ώστε να ενισχυθεί η δυνατότητα διαχειρίσεως του ανθρωπίνου δυναμικού από τις επιχειρήσεις και τους κρατικούς ή άλλους οργανισμούς την περίοδο της μεγάλης δημοσιονομικής και διαρθρωτικής προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας».
Και εκτιμά ότι: «Ετσι η ανταγωνιστικότητα του κόστους που απωλέσθηκε κατά την περίοδο 2000-2009 (στοιχεία 4ου τριμήνου) από την αύξηση του κόστους εργασίας κατά 21%, έχει ήδη ανακτηθεί με τη μείωσή του κατά 18,9% την περίοδο 2009-2012. Συνολικά η μεταβολή για την περίοδο 2000-2012 είναι -1,9% και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, στο -7,9% για την περίοδο 2000-2013 καθιστώντας τις εξαγωγές της ελληνικής οικονομίας πιο ανταγωνιστικές από ό,τι ήταν το 2000». Τα ίδια υπάρχουν και στη Νομισματική Εκθεση του διοικητή της ΤτΕ.
Να αποκαλύψουμε τους μύθους
Εσείς που δουλεύετε στις τράπεζες και φυσικά το λέω πρώτ' απ' όλα για τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες, όσοι και όσες νοιάζεστε για ένα καλύτερο μέλλον, να πάτε να διαφωτίσετε άλλους εργαζόμενους στη γειτονιά, στα super market, στην παιδική χαρά, στο σχολείο, στο νοσοκομείο, στο εργοστάσιο.
Τους εργαζόμενους που μπερδεύονται ακούγοντας το ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι θα στηρίξει τους υγιείς βιομήχανους και θα ελέγξει την τραπεζική υπερκερδοσκοπία, ακυρώνοντας κάποιες ιδιωτικοποιήσεις. Μπερδεύονται, αν και η πείρα έπρεπε να βοηθά να μην μπερδεύονται, γιατί και το ΠΑΣΟΚ έλεγε τέτοια, ξεκινώντας από τη «μια κρατική» μετοχή και πηγαίνοντας στη «χρυσή». Κι έλεγε πολύ πιο προωθημένα, π.χ. ότι θα έδιωχνε τις ξένες Βάσεις, θα έφευγε από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ...
Να αποκαλύψετε τους μύθους που στοχεύουν στον πολιτικό αποπροσανατολισμό. Δώστε π.χ. τη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου της Πειραιώς, γύρω από την οποία διαμορφώνεται η μεγέθυνση του ομίλου με εξαγορές σειράς εγχώριων τραπεζών και των υποκαταστημάτων 3 κυπριακών. Ολα τα περιλαμβάνει αυτή η σύνθεση: Από βιομηχανία πετρελαιοειδών, μέχρι θαλάσσιες μεταφορές, από εξόρυξη χρυσού μέχρι επεξεργασία χάλυβα, από τους ντόπιους Βαρδινογιάννηδες μέχρι τους νέους καπιταλιστές της Τσεχίας και της Ρωσίας.
Εσείς, που μπορείτε να διαβάζετε οικονομικά στοιχεία, οικονομικά αποτελέσματα αποκαλύψτε με τη δράση σας τα ψέματα που περνάνε στη μαζική προπαγάνδα: ότι «υπάρχει πρόβλημα έλλειψης οικονομικών πόρων ή ρευστότητας» γι' αυτό οι τράπεζες κυνηγάνε τους κακοπληρωτές που πήραν στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, τους αγρότες, τους μικρέμπορους και βιοτέχνες, άλλους αυτοαπασχολούμενους. Γι' αυτό το κράτος βάζει φορολογικά χαράτσια, νέα πάνω στα παλιά.
Αποκαλύψτε ότι 72,8 δισ. ευρώ είναι το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό και χορηγούν δάνεια, και μάλιστα επιχειρησιακά, πολύ πιο απλόχερα απ' ό,τι στην Ελλάδα. Γιατί; Γιατί το κίνητρο είναι το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος και όχι η «εθνικότητα» του κέρδους.
Αν δούμε πώς κινήθηκε η χρηματοδότηση εν μέσω κρίσης, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, δηλ. αν συγκρίνουμε την κίνησή της το 2012 σε σύγκριση με το 2008, θα διαπιστώσουμε μείωσή τους μόλις 8%, αλλάζει όμως κατά πολύ η κατανομή τους, με μεγάλη αύξηση προς τη Ναυτιλία κατά 80% στα χρόνια 2011-12, μικρή αύξηση προς τη βιομηχανία (υπάρχουν προβλήματα υπολογισμού), μεγάλη μείωση προς το εμπόριο 35% το 2012 σε σχέση με το 2009, επίσης μεγάλη μείωση προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ασφαλιστικές εταιρείες, 19% μεταξύ 2008 και 2012 (εδώ περιλαμβάνονται όλα τα σχετικά, κρατικά ομόλογα, τιτλοποιημένα δάνεια και τιτλοποιημένα εταιρικά ομόλογα).
Επίσης, 20% μείωση χρηματοδότησης για στεγαστικά και 16,5% για καταναλωτικά. Αλλά και τη μεταβολή της προστιθέμενης αξίας αν δούμε, θα διαπιστώσουμε αφενός μια μεγάλη ανισομετρία της με καθίζηση στις κατασκευές και κατά δεύτερο λόγο μεγάλη μείωση στο εμπόριο, αφού όμως είχε προηγηθεί ιδιαίτερα στις κατασκευές πολύ μεγάλη αύξηση, πρωτοφανής για τα τελευταία 40 χρόνια. Πρόκειται για στοιχεία που επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του Κόμματος ότι η κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, υπερπαραγωγής κεφαλαίου και όχι κρίση τραπεζών, «καζινοκαπιταλισμού» ή δημοσίου χρέους κλπ.
Ενιαία αντίδραση - αντεπίθεση
Οι μισθωτοί στις Τράπεζες, στις Ασφαλιστικές Εταιρείες, ανεξάρτητα από το είδος της εργασιακής τους σύμβασης, ανεξάρτητα σε ποιον όμιλο δουλεύουν, δεν πρέπει να έχουν αυταπάτες, να διαχωρίζονται, να επιλέγουν «αγοραστή», «επενδυτή» κλπ. Πρέπει να αντιδράσουν ενιαία, μαζί με όλους τους μισθωτούς, να μην ξεγελαστούν από «ξένα προς το συμφέρον τους σχέδια».
Η εργοδοσία στο χρηματοπιστωτικό, όπως και στη βιομηχανία και σε όλους τους κλάδους, δε θέλει ν' απαντήσει με γενική μείωση του χρόνου εργασίας, χωρίς μείωση των μισθών. Ετσι λοιπόν θα προχωρήσει και σε απολύσεις και σε δυσμενή αλλαγή των εργασιακών σχέσεων, αλλά και οι νέες θέσεις εργασίας σε άλλους κλάδους δεν μπορούν να απορροφήσουν ούτε καν σημαντικά να μειώσουν τους ανέργους, όπως υποσχέθηκε ο κ. Τσίπρας.
Η «μεταρρυθμιστική στρατηγική» του ΣΥΡΙΖΑ για την ανεργία είναι λόγια του αέρα. Γιατί; Γιατί απέναντι στον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας που όλο και συγκεντρώνει το εργατικό δυναμικό, απέναντι στην τεχνολογική ανάπτυξη που όλο και περισσότερο υποκαθιστά χειρωνακτική και νοητική εργασία, που όλο και πιο παραγωγική κάνει τη ζωντανή εργασία στη μονάδα του χρόνου, μόνο μια κοινωνική προσαρμογή μπορεί να δώσει διέξοδο:
Η κοινωνική ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, στο συγκεντρωμένο πλούτο, στο φυσικό πλούτο, στη γη, και η κεντρικά και επιστημονικά σχεδιασμένη αξιοποίησή τους με στόχο την κοινωνική ευημερία, όχι το ατομικό, καπιταλιστικό κέρδος. Πιστεύω να γνωρίζετε ότι έχουμε επεξεργαστεί κατά πολύ τις θέσεις μας για το περιεχόμενο της οικονομίας που στηρίζεται σε αυτές τις νέες κοινωνικές σχέσεις, για το περιεχόμενο των θεσμών λειτουργίας της νέας κοινωνίας, του σοσιαλισμού, της εργατικής - λαϊκής εξουσίας.
Εχουμε εξειδικεύσει τη θέση μας για το χαρακτήρα της Κεντρικής Τράπεζας ως εργαλείο στην άσκηση της γενικής κοινωνικής λογιστικής που συνδέεται με το όργανο και τους στόχους του Κεντρικού Σχεδιασμού. Εχουμε προσδιορίσει ότι: «Η Κεντρική Τράπεζα ελέγχει τις διεθνείς συναλλαγές, διακρατικές εμπορικές και τουριστικές, για όσο θα υπάρχουν καπιταλιστικά κράτη στη Γη, συναλλαγές οι οποίες διεξάγονται αποκλειστικά από κρατικές υπηρεσίες. Ρυθμίζει τα αποθέματα του χρυσού ή άλλου εμπορεύματος με λειτουργία παγκόσμιου χρήματος ή άλλου γενικού αποθεματικού».
Ωστόσο, αυτό που προηγείται είναι άλλο: Η αναγκαία κοινωνική προσαρμογή, η εναρμόνιση του κοινωνικού χαρακτήρα της ιδιοκτησίας με τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας, δεν μπορεί να γίνει αυθόρμητα, συναντά την αντίδραση των καπιταλιστών, που είναι οργανωμένοι όχι απλά συντεχνιακά, επαγγελματικά, αλλά ως μηχανισμός, σύστημα επιβολής των συμφερόντων τους, ως εξουσία.
ΕΛΕΝΗ ΜΠΕΛΛΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου