Σχετικά με την πολιτική αντιπαράθεση
Οπορτουνισμός είναι η επίδραση της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα λέει κάπου ο λένιν δίνοντας έναν πολύ εύστοχο συνοπτικό ορισμό, τόσο για τις «καθαρές εκδηλώσεις» του οπορτουνισμού, όσο και για τις ταλαντεύσεις εντός της επαναστατικής πτέρυγας του εργατικού κινήματος και των πολιτικών του οργανώσεων. Σήμερα η σύνδεση των ποικιλώνυμων οπορτουνιστικών ομάδων με το εργατικό κίνημα είναι αδύναμη κι υποτυπώδης, με σποραδικές εξαιρέσεις ανά κλάδους. Αλλά ο ορισμός του βλαδίμηρου αποκτά άλλη διάσταση και μια ιδιότυπη πρακτική εφαρμογή.
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός απεργιακού αγώνα στο δημόσιο, όπου ο οπορτουνισμός κάποιων δυνάμεων δεν εκδηλώνεται μόνο με τον κλασικό καιροσκοπισμό, πότε υπέρ ενός αγώνα διαρκείας μέχρι τελικής πτώσης, πότε καταλήγοντας στην απεργοσπασία. Η επίδραση της αστικής τάξης εδώ εκδηλώνεται πρωτίστως στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τους κομμουνιστές και τις δυνάμεις τους, φτάνει στο επίπεδο της πιο χυδαίας αστικής προπαγάνδας και καταλήγει να την αναπαράγει. Η βάση αυτού του χώρου διαπαιδαγωγείται με τρόπο που την καθιστά πρόθυμη να πιστέψει τα πάντα για το κκε που είναι προδοτικό, ξεπουλημένο και προπαντός στην αντίπερα όχθη –είτε είναι σε απόσταση από μια διαδικασία, οπότε κρατά καταστροφική σεχταριστική στάση, είτε συμμετέχει σε αυτήν, οπότε το κάνει για να την καπελώσει και να την προδώσει.
Το παιχνίδι αυτό είναι κουραστικό και προβλέψιμο. Η υπερεπαναστατική λογοκοπία που αγνοεί την πραγματικότητα ή τη βλέπει με παραμορφωτικούς φακούς, περιμένει υπολογισμένα αυτόν που θα πει τα αυτονόητα, για να πέσει πάνω του, επειδή λύγισε, να του φορτώσει την ήττα και να δικαιωθεί άνευ αγώνα για τη δική της ηρωική κι ασυμβίβαστη στάση. Δεν πρόκειται όμως μόνο γι’ αυτό, αλλά για κάτι ποιοτικά ανώτερο, για μια εμπάθεια, ένα σχεδόν ταξικό μίσος, εφάμιλλο των κορυφαίων αστών δημοσιολόγων, που είναι τουλάχιστον υποχρεωμένοι λόγω θέσης να κρατάν κάποια προσχήματα και να λεν κάθε τόσο για ξεκάρφωμα δυο καλά λόγια, υπολογισμένα για τους δικούς τους σκοπούς.
Έτσι φυσικά μπορεί να βρίσκεται ένας εύκολος παίχτης για κάθε ήττα αλλά δεν πρόκειται ποτέ να βγούνε χρήσιμα κι ουσιαστικά συμπεράσματα για τις αδυναμίες και τα πραγματικά αίτια, για να διορθωθούν.
Αντίστοιχα παραδείγματα μπορεί να αντλήσει κανείς από την κριτική στις θέσεις, τα συνέδρια και την ιστορική διαδρομή του κουκουέ, που ως επί το πλείστον εξαντλείται σε εύκολους αφορισμούς κι απλοϊκά σχήματα, αντικρουόμενα πολλές φορές, για να θυμίζουν αυτό που έγραψε κάποτε ο μίσσιος για το βασικό κίνδυνο που είναι σαν το μουνί της χήρας, που ‘παιζε με τον ψαρά και του έτρωγε τα ψάρια. Μπροστά το έχω ή πίσω; το ρώταγε. Μπροστά έλεγε ο ψαράς, τούρλωνε η χήρα τον κώλο και του ‘παιρνε τα ψάρια. Πίσω έλεγε την άλλη μέρα ο ψαράς. Σήκωνε τα φουστάνια η χήρα, του ‘παιρνε τα ψάρια. Κι ο ψαράς που τη γουστάριζε μονολογούσε: αν δε σταθεροποιηθεί το απαυτό της χήρας δε βλέπω μεροκάματο.
Έτσι και με το βασικό κίνδυνο, μια ερχόταν από τα δεξιά, μια από αριστερά, κι εκεί που στραβώναμε τα μάτια μας με τσιτάτα και ντοκουμέντα, να πούμε ότι είναι ολοφάνερο ότι ο κίνδυνος για το κίνημα είναι από τη μια, να σου και μας έβγαινε απ’ την άλλη και δώσ’ του πάλι απ’ την αρχή, από την ανάποδη τώρα, να λέμε τα αντίθετα.
Έτσι κι η κριτική στο κουκουέ το βρίσκει πότε τροτσκιστικό, πότε κολλημένο στο μουστάκι του στάλιν, πότε υπερεπαναστατικό και σεχταριστικό, πότε ρεφορμιστικό και ξεπουλημένο, πότε να προδίδει την ιστορία του, πότε προσκολλημένο στο παρελθόν και τη δεκαετία του τριάντα. Όταν είσαι κόμμα παντός καιρού κι η πολεμική εναντίον σου έχει πάντα το ίδιο σαφές στίγμα: ή θα βρέξει, ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει. Τον κακό τους τον καιρό δηλαδή…
Ύστερα από ένα σημείο κάποιες περιπτώσεις αρχίζουν ν’ αποκτούν καλτ αποχρώσεις. Επιστρέφοντας στη βάση της η κε του μπλοκ αποκατέστησε την επαφή της με το πριν, την εφημερίδα της ανεξάρτητης αριστεράς και της εξαρτημένης ελλάδας, που άλλαξε πρόσφατα τη γραμματοσειρά που χρησιμοποιούσε, όχι όμως και τα πολιτικά της χούγια. Το ρεπορτάζ για το τρίτο συνέδριο του ναρ, που το υπογράφουν ελαφρός και παπαμακάριος, μας ενημερώνει πως σε αντίθεση με το συνέδριο του κκε, το οποίο τελείωσε μια μέρα νωρίτερα, λόγω έλλειψης τοποθετήσεων, το συνέδριο του ναρ θα μπορούσε να κρατήσει μία ημέρα ακόμη λόγω πληθώρας ομιλητών! Κι ότι υπήρξε μια πραγματική βροχή από αιτήσεις ομιλιών, που θα τίναζε το όλο πρόγραμμα στον αέρα εάν δεν υπήρχε ο σχεδόν απόλυτος σεβασμός στη διαδικασία και δε γίνονταν οικειοθελείς αποσύρσεις ή αν δεν παρατείνονταν η δεύτερη ημέρα του συνεδρίου μέχρι τα μεσάνυχτα.
Για όποιον ξέρει να διαβάζει πίσω από τις γραμμές και να διερμηνεύει το ιδιόλεκτο του ρεύματος, ο σχεδόν απόλυτος (αλλά όχι απολύτως απόλυτος) σεβασμός στη διαδικασία και η παράταση μέχρι τα μεσάνυχτα της δεύτερης μέρας είναι ο εύσχημος τρόπος για να δικαιολογηθεί ο κακός προγραμματισμός ή μη εφαρμογή του χρονοδιαγράμματος και οι εργασίες μέχρι τελικής πτώσης, που είναι γνωστές κι ως διαδικασίες για βάλιουμ. Κατά τα άλλα, δεν αμφιβάλλει κανείς πως αν μπορούσαν να μιλήσουν όσοι ήθελαν, για όσο χρόνο κι όσες φορές ήθελαν, πιθανότατα οι ναρίτες θα συνεδρίαζαν μέχρι σήμερα.
Παρεμπιπτόντως, το πιο ωραίο για το συνέδριο του ναρ, μου τόπε το λαϊκό στρώμα, που το αλίευσε από κάποιο ναρίτη στο φέισμπουκ, που έγραψε: πάλι με κοροϊδέψατε σύντροφοι, πάλι δεν γίναμε κόμμα. Ναι, αλλά πρόσθεσαν στον τίτλο τους το εμπρόθετο σύνολο «για την κομμουνιστική απελευθέρωση» για να κάνουν πιο φανερές τις προθέσεις τους. Κι έτσι έγιναν Ν.Α.Ρ. γ.τ.Κ.Α, που μόνο ένας εμπαθής θα το 'εκλαΐκευε' ως ‘γατάκια’ –κι εμείς δεν είμαστε τέτοιοι.
Όσο για το συνέδριο του κουκουέ, ένας στοιχειωδώς έντιμος παρατηρητής θα γνώριζε πως αυτό που επισπεύσθηκε ήταν το δεύτερο μέρος για την εκλογή της κε και του νέου γγ, κι όχι το πρώτο με τις τοποθετήσεις, που ήταν πλούσιες και δωδεκάλεπτες, επειδή τόσο προέβλεπε το χρονοδιάγραμμα και όχι με νταβατζιλίκι, εις βάρος του προεδρείου και των επόμενων ομιλητών. Για να μην πιάσουμε το εύρος και τον πλούτο του προσυνεδριακού διαλόγου –που κι αυτός είναι κομμάτι του συνεδρίου- γιατί μιλάμε για τελείως διαφορετικά μεγέθη, που δεν αντέχουν σε σύγκριση.
Κλείνουμε αυτή την ενδεικτική λίστα με τα «εξ οικείων» βέλη, που είναι και τα πιο φαρμακερά. Ο λόγος για ένα κείμενο στον εργατικό αγώνα, που ασκεί πολεμική ενάντια στο πρόσφατο κείμενο του πγ της κετουκε στην κομεπ και την πολιτική της ηγεσίας του κουκουέ -που μπορεί να έχει ψηφιστεί με συντριπτική πλειοψηφία στο συνέδριο, αλλά αυτό δε συνιστά τεκμήριο ορθότητας, όπως μας λέει ο βλ (γιατί πχ κι ο δικομματισμός συγκέντρωνε συντριπτικά ποσοστά τόσα χρόνια) χωρίς ωστόσο να αντιπροτείνει κάποιον άλλο τρόπο για να παίρνονται στα συνέδρια του κόμματος σωστές αποφάσεις –όπως πχ η δική του μειοψηφούσα άποψη.
Το καλύτερο όμως μας το φυλάει για τον επίλογο, όπου κάνει εντυπωσιακό φινάλε συγκρίνοντας αποσπάσματα από το κείμενο του πγ με κείμενα κάποιων τροτσκιστικών και μαοϊκών οργανώσεων, για να αποδείξει την ταύτιση των απόψεων της ηγεσίας με αυτές τις ομάδες. Το σκεπτικό αυτό είναι τόσο έξυπνο, που το εφάρμοσαν και οι ασφαλίτες που συνέταξαν την επαναστατική προκήρυξη των μαχόμενων επαναστατικών ομάδων για τη δολοφονία των χρυσαυγιτών, ένα περιβόλι με τσιτάτα για όλα τα γούστα, όπου κάθε αριστερός μπορεί να αναγνωρίσει τον εαυτό του και κάποια τσιτάτα που εκφράζουν τον χώρο του. Θα μπορούσαμε λοιπόν να ανταποδώσουμε αυτή την έξυπνη τακτική με αντίστοιχα αποσπάσματα που θα ταύτιζαν τον εργατικό αγώνα με το σαμίρ αμίν και τον καζάκη ή το μαοϊκό ρεύμα στο ζήτημα της εξάρτησης ή με τους τροτσκιστές για το μεταβατικό πρόγραμμα και για το ενιαίο μέτωπο με τη γσεε. Κι έτσι θα δίναμε συναρπαστική τροπή με ακλόνητα επιχειρήματα σε έναν τόσο γόνιμο διάλογο.
Δε θα μπορούσα ωστόσο να εκτιμήσω ολόπλευρα το βάθος και την ποιότητα αυτής της επιχειρηματολογίας, αν δεν είχα βρει την αρχική της πηγή κι αυτό που μου θύμιζε εξ αρχής. Ένα παλιό φυλλάδιο του ρήγα φεραίου αν θυμάμαι καλά, που είχε απομονώσει φράσεις από κομματικά ντοκουμέντα και εκκλησιαστικά κείμενα του κατηχητικού και καλούσε τον αναγνώστη να βρει από πού προέρχονταν η κάθε φράση –καθώς έμοιαζαν αρκετά μεταξύ τους. Τότε μόνο συνειδητοποίησα το βάθος αυτού του συλλογισμού και υποκλίθηκα στο μεγαλείο του. Κλαπ-κλαπ-κλαπ…
Θα μπορούσαμε να επεκταθούμε σε κάποιο άλλο κείμενο και στην ταμπακέρα της κριτικής, πχ στο ζήτημα της κυβέρνησης και τη στάση των κομμουνιστών. Αλλά προσωπικά με έχει κουράσει πολύ η εκπληκτική μονομέρεια των αναλύσεων που παίρνουν επιλεκτικά πχ την απόφαση του 4ου συνεδρίου της κομιντέρν, αλλά αγνοούν επιδεικτικά το τρίτο συνέδριο που είχε πάρει διαφορετική θέση –και αντιστρόφως- διαλέγοντας κάθε φορά από τον μπουφέ της ιστορίας εκείνα τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν ένα ήδη αποφασισμένο συμπέρασμα, που τις απαλλάσσει από τη δύσκολη ευθύνη της συγκεκριμένης ανάλυσης της πραγματικότητας της εποχής τους.
Στο τέλος της ημέρας ξεχειλίζεις από αισιοδοξία για την τόσο υψηλή στάθμη (που ξεχείλισε κι αυτή) της «πολιτικής αντιπαράθεσης» και του τρόπου με τον οποίο διεξάγεται. Δεν είναι μόνο η (συνειδητή ή μη, μικρή σημασία έχει) αναπαραγωγή της αστικής προπαγάνδας για το κουκουέ κι η εκπληκτική μονομέρεια σε κάποια ζητήματα με προκάτ συμπεράσματα. Το πιο βασικό είναι ότι αυτή η αστική στην ουσία της θορυβώδης πολεμική σκεπάζει οποιονδήποτε σοβαρό κριτικό λόγο, αποπροσανατολίζει την αντιπαράθεση κι ακυρώνει εν πολλοίς τις ανησυχίες και το διάλογο που αναπτύσσεται, καταφέρνοντας έτσι τη μεγαλύτερη ζημιά. Γιατί το κουκουέ δεν είναι τέλειο κι έχει ανάγκη από γόνιμη κριτική, που είναι απαραίτητη σαν το οξυγόνο. Κι όχι από βρώμικο, πνιγηρό, χαμηλής στάθμης πόλεμο, που καταλήγει σε ντροπαλό αντικομμουνισμό.
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα
Οπορτουνισμός είναι η επίδραση της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα λέει κάπου ο λένιν δίνοντας έναν πολύ εύστοχο συνοπτικό ορισμό, τόσο για τις «καθαρές εκδηλώσεις» του οπορτουνισμού, όσο και για τις ταλαντεύσεις εντός της επαναστατικής πτέρυγας του εργατικού κινήματος και των πολιτικών του οργανώσεων. Σήμερα η σύνδεση των ποικιλώνυμων οπορτουνιστικών ομάδων με το εργατικό κίνημα είναι αδύναμη κι υποτυπώδης, με σποραδικές εξαιρέσεις ανά κλάδους. Αλλά ο ορισμός του βλαδίμηρου αποκτά άλλη διάσταση και μια ιδιότυπη πρακτική εφαρμογή.
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός απεργιακού αγώνα στο δημόσιο, όπου ο οπορτουνισμός κάποιων δυνάμεων δεν εκδηλώνεται μόνο με τον κλασικό καιροσκοπισμό, πότε υπέρ ενός αγώνα διαρκείας μέχρι τελικής πτώσης, πότε καταλήγοντας στην απεργοσπασία. Η επίδραση της αστικής τάξης εδώ εκδηλώνεται πρωτίστως στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τους κομμουνιστές και τις δυνάμεις τους, φτάνει στο επίπεδο της πιο χυδαίας αστικής προπαγάνδας και καταλήγει να την αναπαράγει. Η βάση αυτού του χώρου διαπαιδαγωγείται με τρόπο που την καθιστά πρόθυμη να πιστέψει τα πάντα για το κκε που είναι προδοτικό, ξεπουλημένο και προπαντός στην αντίπερα όχθη –είτε είναι σε απόσταση από μια διαδικασία, οπότε κρατά καταστροφική σεχταριστική στάση, είτε συμμετέχει σε αυτήν, οπότε το κάνει για να την καπελώσει και να την προδώσει.
Το παιχνίδι αυτό είναι κουραστικό και προβλέψιμο. Η υπερεπαναστατική λογοκοπία που αγνοεί την πραγματικότητα ή τη βλέπει με παραμορφωτικούς φακούς, περιμένει υπολογισμένα αυτόν που θα πει τα αυτονόητα, για να πέσει πάνω του, επειδή λύγισε, να του φορτώσει την ήττα και να δικαιωθεί άνευ αγώνα για τη δική της ηρωική κι ασυμβίβαστη στάση. Δεν πρόκειται όμως μόνο γι’ αυτό, αλλά για κάτι ποιοτικά ανώτερο, για μια εμπάθεια, ένα σχεδόν ταξικό μίσος, εφάμιλλο των κορυφαίων αστών δημοσιολόγων, που είναι τουλάχιστον υποχρεωμένοι λόγω θέσης να κρατάν κάποια προσχήματα και να λεν κάθε τόσο για ξεκάρφωμα δυο καλά λόγια, υπολογισμένα για τους δικούς τους σκοπούς.
Έτσι φυσικά μπορεί να βρίσκεται ένας εύκολος παίχτης για κάθε ήττα αλλά δεν πρόκειται ποτέ να βγούνε χρήσιμα κι ουσιαστικά συμπεράσματα για τις αδυναμίες και τα πραγματικά αίτια, για να διορθωθούν.
Αντίστοιχα παραδείγματα μπορεί να αντλήσει κανείς από την κριτική στις θέσεις, τα συνέδρια και την ιστορική διαδρομή του κουκουέ, που ως επί το πλείστον εξαντλείται σε εύκολους αφορισμούς κι απλοϊκά σχήματα, αντικρουόμενα πολλές φορές, για να θυμίζουν αυτό που έγραψε κάποτε ο μίσσιος για το βασικό κίνδυνο που είναι σαν το μουνί της χήρας, που ‘παιζε με τον ψαρά και του έτρωγε τα ψάρια. Μπροστά το έχω ή πίσω; το ρώταγε. Μπροστά έλεγε ο ψαράς, τούρλωνε η χήρα τον κώλο και του ‘παιρνε τα ψάρια. Πίσω έλεγε την άλλη μέρα ο ψαράς. Σήκωνε τα φουστάνια η χήρα, του ‘παιρνε τα ψάρια. Κι ο ψαράς που τη γουστάριζε μονολογούσε: αν δε σταθεροποιηθεί το απαυτό της χήρας δε βλέπω μεροκάματο.
Έτσι και με το βασικό κίνδυνο, μια ερχόταν από τα δεξιά, μια από αριστερά, κι εκεί που στραβώναμε τα μάτια μας με τσιτάτα και ντοκουμέντα, να πούμε ότι είναι ολοφάνερο ότι ο κίνδυνος για το κίνημα είναι από τη μια, να σου και μας έβγαινε απ’ την άλλη και δώσ’ του πάλι απ’ την αρχή, από την ανάποδη τώρα, να λέμε τα αντίθετα.
Έτσι κι η κριτική στο κουκουέ το βρίσκει πότε τροτσκιστικό, πότε κολλημένο στο μουστάκι του στάλιν, πότε υπερεπαναστατικό και σεχταριστικό, πότε ρεφορμιστικό και ξεπουλημένο, πότε να προδίδει την ιστορία του, πότε προσκολλημένο στο παρελθόν και τη δεκαετία του τριάντα. Όταν είσαι κόμμα παντός καιρού κι η πολεμική εναντίον σου έχει πάντα το ίδιο σαφές στίγμα: ή θα βρέξει, ή θα χιονίσει ή καλό καιρό θα κάνει. Τον κακό τους τον καιρό δηλαδή…
Ύστερα από ένα σημείο κάποιες περιπτώσεις αρχίζουν ν’ αποκτούν καλτ αποχρώσεις. Επιστρέφοντας στη βάση της η κε του μπλοκ αποκατέστησε την επαφή της με το πριν, την εφημερίδα της ανεξάρτητης αριστεράς και της εξαρτημένης ελλάδας, που άλλαξε πρόσφατα τη γραμματοσειρά που χρησιμοποιούσε, όχι όμως και τα πολιτικά της χούγια. Το ρεπορτάζ για το τρίτο συνέδριο του ναρ, που το υπογράφουν ελαφρός και παπαμακάριος, μας ενημερώνει πως σε αντίθεση με το συνέδριο του κκε, το οποίο τελείωσε μια μέρα νωρίτερα, λόγω έλλειψης τοποθετήσεων, το συνέδριο του ναρ θα μπορούσε να κρατήσει μία ημέρα ακόμη λόγω πληθώρας ομιλητών! Κι ότι υπήρξε μια πραγματική βροχή από αιτήσεις ομιλιών, που θα τίναζε το όλο πρόγραμμα στον αέρα εάν δεν υπήρχε ο σχεδόν απόλυτος σεβασμός στη διαδικασία και δε γίνονταν οικειοθελείς αποσύρσεις ή αν δεν παρατείνονταν η δεύτερη ημέρα του συνεδρίου μέχρι τα μεσάνυχτα.
Για όποιον ξέρει να διαβάζει πίσω από τις γραμμές και να διερμηνεύει το ιδιόλεκτο του ρεύματος, ο σχεδόν απόλυτος (αλλά όχι απολύτως απόλυτος) σεβασμός στη διαδικασία και η παράταση μέχρι τα μεσάνυχτα της δεύτερης μέρας είναι ο εύσχημος τρόπος για να δικαιολογηθεί ο κακός προγραμματισμός ή μη εφαρμογή του χρονοδιαγράμματος και οι εργασίες μέχρι τελικής πτώσης, που είναι γνωστές κι ως διαδικασίες για βάλιουμ. Κατά τα άλλα, δεν αμφιβάλλει κανείς πως αν μπορούσαν να μιλήσουν όσοι ήθελαν, για όσο χρόνο κι όσες φορές ήθελαν, πιθανότατα οι ναρίτες θα συνεδρίαζαν μέχρι σήμερα.
Παρεμπιπτόντως, το πιο ωραίο για το συνέδριο του ναρ, μου τόπε το λαϊκό στρώμα, που το αλίευσε από κάποιο ναρίτη στο φέισμπουκ, που έγραψε: πάλι με κοροϊδέψατε σύντροφοι, πάλι δεν γίναμε κόμμα. Ναι, αλλά πρόσθεσαν στον τίτλο τους το εμπρόθετο σύνολο «για την κομμουνιστική απελευθέρωση» για να κάνουν πιο φανερές τις προθέσεις τους. Κι έτσι έγιναν Ν.Α.Ρ. γ.τ.Κ.Α, που μόνο ένας εμπαθής θα το 'εκλαΐκευε' ως ‘γατάκια’ –κι εμείς δεν είμαστε τέτοιοι.
Όσο για το συνέδριο του κουκουέ, ένας στοιχειωδώς έντιμος παρατηρητής θα γνώριζε πως αυτό που επισπεύσθηκε ήταν το δεύτερο μέρος για την εκλογή της κε και του νέου γγ, κι όχι το πρώτο με τις τοποθετήσεις, που ήταν πλούσιες και δωδεκάλεπτες, επειδή τόσο προέβλεπε το χρονοδιάγραμμα και όχι με νταβατζιλίκι, εις βάρος του προεδρείου και των επόμενων ομιλητών. Για να μην πιάσουμε το εύρος και τον πλούτο του προσυνεδριακού διαλόγου –που κι αυτός είναι κομμάτι του συνεδρίου- γιατί μιλάμε για τελείως διαφορετικά μεγέθη, που δεν αντέχουν σε σύγκριση.
Κλείνουμε αυτή την ενδεικτική λίστα με τα «εξ οικείων» βέλη, που είναι και τα πιο φαρμακερά. Ο λόγος για ένα κείμενο στον εργατικό αγώνα, που ασκεί πολεμική ενάντια στο πρόσφατο κείμενο του πγ της κετουκε στην κομεπ και την πολιτική της ηγεσίας του κουκουέ -που μπορεί να έχει ψηφιστεί με συντριπτική πλειοψηφία στο συνέδριο, αλλά αυτό δε συνιστά τεκμήριο ορθότητας, όπως μας λέει ο βλ (γιατί πχ κι ο δικομματισμός συγκέντρωνε συντριπτικά ποσοστά τόσα χρόνια) χωρίς ωστόσο να αντιπροτείνει κάποιον άλλο τρόπο για να παίρνονται στα συνέδρια του κόμματος σωστές αποφάσεις –όπως πχ η δική του μειοψηφούσα άποψη.
Το καλύτερο όμως μας το φυλάει για τον επίλογο, όπου κάνει εντυπωσιακό φινάλε συγκρίνοντας αποσπάσματα από το κείμενο του πγ με κείμενα κάποιων τροτσκιστικών και μαοϊκών οργανώσεων, για να αποδείξει την ταύτιση των απόψεων της ηγεσίας με αυτές τις ομάδες. Το σκεπτικό αυτό είναι τόσο έξυπνο, που το εφάρμοσαν και οι ασφαλίτες που συνέταξαν την επαναστατική προκήρυξη των μαχόμενων επαναστατικών ομάδων για τη δολοφονία των χρυσαυγιτών, ένα περιβόλι με τσιτάτα για όλα τα γούστα, όπου κάθε αριστερός μπορεί να αναγνωρίσει τον εαυτό του και κάποια τσιτάτα που εκφράζουν τον χώρο του. Θα μπορούσαμε λοιπόν να ανταποδώσουμε αυτή την έξυπνη τακτική με αντίστοιχα αποσπάσματα που θα ταύτιζαν τον εργατικό αγώνα με το σαμίρ αμίν και τον καζάκη ή το μαοϊκό ρεύμα στο ζήτημα της εξάρτησης ή με τους τροτσκιστές για το μεταβατικό πρόγραμμα και για το ενιαίο μέτωπο με τη γσεε. Κι έτσι θα δίναμε συναρπαστική τροπή με ακλόνητα επιχειρήματα σε έναν τόσο γόνιμο διάλογο.
Δε θα μπορούσα ωστόσο να εκτιμήσω ολόπλευρα το βάθος και την ποιότητα αυτής της επιχειρηματολογίας, αν δεν είχα βρει την αρχική της πηγή κι αυτό που μου θύμιζε εξ αρχής. Ένα παλιό φυλλάδιο του ρήγα φεραίου αν θυμάμαι καλά, που είχε απομονώσει φράσεις από κομματικά ντοκουμέντα και εκκλησιαστικά κείμενα του κατηχητικού και καλούσε τον αναγνώστη να βρει από πού προέρχονταν η κάθε φράση –καθώς έμοιαζαν αρκετά μεταξύ τους. Τότε μόνο συνειδητοποίησα το βάθος αυτού του συλλογισμού και υποκλίθηκα στο μεγαλείο του. Κλαπ-κλαπ-κλαπ…
Θα μπορούσαμε να επεκταθούμε σε κάποιο άλλο κείμενο και στην ταμπακέρα της κριτικής, πχ στο ζήτημα της κυβέρνησης και τη στάση των κομμουνιστών. Αλλά προσωπικά με έχει κουράσει πολύ η εκπληκτική μονομέρεια των αναλύσεων που παίρνουν επιλεκτικά πχ την απόφαση του 4ου συνεδρίου της κομιντέρν, αλλά αγνοούν επιδεικτικά το τρίτο συνέδριο που είχε πάρει διαφορετική θέση –και αντιστρόφως- διαλέγοντας κάθε φορά από τον μπουφέ της ιστορίας εκείνα τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν ένα ήδη αποφασισμένο συμπέρασμα, που τις απαλλάσσει από τη δύσκολη ευθύνη της συγκεκριμένης ανάλυσης της πραγματικότητας της εποχής τους.
Στο τέλος της ημέρας ξεχειλίζεις από αισιοδοξία για την τόσο υψηλή στάθμη (που ξεχείλισε κι αυτή) της «πολιτικής αντιπαράθεσης» και του τρόπου με τον οποίο διεξάγεται. Δεν είναι μόνο η (συνειδητή ή μη, μικρή σημασία έχει) αναπαραγωγή της αστικής προπαγάνδας για το κουκουέ κι η εκπληκτική μονομέρεια σε κάποια ζητήματα με προκάτ συμπεράσματα. Το πιο βασικό είναι ότι αυτή η αστική στην ουσία της θορυβώδης πολεμική σκεπάζει οποιονδήποτε σοβαρό κριτικό λόγο, αποπροσανατολίζει την αντιπαράθεση κι ακυρώνει εν πολλοίς τις ανησυχίες και το διάλογο που αναπτύσσεται, καταφέρνοντας έτσι τη μεγαλύτερη ζημιά. Γιατί το κουκουέ δεν είναι τέλειο κι έχει ανάγκη από γόνιμη κριτική, που είναι απαραίτητη σαν το οξυγόνο. Κι όχι από βρώμικο, πνιγηρό, χαμηλής στάθμης πόλεμο, που καταλήγει σε ντροπαλό αντικομμουνισμό.
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου