Σχέση τακτικής και στρατηγικής στην πάλη του εργατικού κινήματος και της Λαϊκής Συμμαχίας
Η δράση με βάση τη στρατηγική δε σημαίνει έλλειψη ή υποβάθμιση της τακτικής. Σημαίνει υποταγή της τακτικής στη στρατηγική όπου η πρώτη είναι το ευέλικτο μέρος της δεύτερης. Και όπου η ευελιξία αυτή έχει συγκεκριμένα όρια, δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τη στρατηγική κάτω από την πίεση των στροφών της ταξικής πάλης, την πίεση των συσχετισμών και του δεδομένου -κάθε στιγμή- επιπέδου πολιτικής συνειδητοποίησης των μαζών.
Οι λεγόμενες «τακτικές συσπειρώσεις» -όπως προβάλλονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και λοιπούς δορυφόρους- με επιστέγασμα την «αντιμνημονιακή ενότητα» ή την «ενότητα της αριστεράς», είναι εξ ορισμού αναγκασμένες ΚΑΙ να υποβαθμίζουν τους στόχους πάλης, να τους αφήνουν μακριά από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες (ακόμα και τις πιο άμεσες).
Τέτοιου είδους συσπειρώσεις, που τελικά αποβλέπουν στην εναλλαγή διαχείρισης, κοιτάνε πολύ πίσω, σε ένα ανεπίστρεπτο παρελθόν, που ο καπιταλισμός έκανε ορισμένες παραχωρήσεις που τελικά έχασαν τη δυναμική τους, ήταν προσωρινές και το κυριότερο οδήγησαν στην ενσωμάτωση του εργατικού και λαϊκού κινήματος με μοχλό βεβαίως τις αστικές κυβερνήσεις, τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό, την εργατική αριστοκρατία με την αμέριστη βοήθεια του οπορτουνισμού.
Ενα πρέπει να γίνει καθαρό: Η λογική του ΚΚΕ δε σημαίνει καθόλου παραίτηση από την οργάνωση της πάλης για το άμεσο, το οξυμένο. Μερικά παραδείγματα από τη δουλειά στην εργατική τάξη, με βάση οξυμένα προβλήματα (στα οποία καλό θα ήταν να τοποθετηθεί όποιος ισχυρίζεται ότι μπορούν να βρεθούν πρόσκαιρες φιλολαϊκές λύσεις μέσα στο σύστημα).
Ο ρόλος του αστικού κράτους στη διαχείριση ακραίων επιπτώσεων της καπιταλιστικής κρίσης. (Το αίτημα να παρέμβει το κράτος)
Είναι γνωστό (και βιώνεται από χιλιάδες εργατοϋπαλλήλους) ότι μία από τις βασικές επιπτώσεις της καπιταλιστικής κρίσης είναι η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων. Κύριο χαρακτηριστικό - επίπτωση είναι η καταστροφή της βασικής παραγωγικής δύναμης, της ανθρώπινης εργασίας. Είναι και το κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων μικρών, μεσαίων αλλά και μεγαλύτερων, λόγω της αγριότητας της ανταγωνιστικότητας, της τάσης για συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.
Κλείνουν ακόμα και μεγάλες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας σε κρίσιμους κλάδους. Οπως, για παράδειγμα, κίνδυνος υπάρχει για κλείσιμο της μεγάλης επιχείρησης μετάλλου HELLENIC STEEL στη Θεσσαλονίκη.
Ποια πρέπει να είναι η θέση του ταξικού κινήματος, των κομμουνιστών πάνω σ' αυτό το πρόβλημα που συνδυάζει δύο επίπεδα προβλημάτων: Από τη μια πλευρά, τον άμεσο κίνδυνο να βρεθούν στο δρόμο της ανεργίας εκατοντάδες εργαζόμενοι και, από την άλλη πλευρά, το κλείσιμο μιας κρίσιμης παραγωγικής δομής που σήμερα έχει έναν μονοπωλιακό ρόλο στον κλάδο του Μετάλλου, μιας επιχείρησης που στις συνθήκες της σοσιαλιστικής εξουσίας θα έχει σημαντικό ρόλο να παίξει στην ανάπτυξη του κλάδου και γενικότερα της βιομηχανίας.
Μπροστά στον κίνδυνο της ανεργίας, είναι αναμενόμενο (με το σημερινό επίπεδο του κινήματος και της ταξικής συνείδησης), οι εργαζόμενοι να αρκεστούν σε οποιαδήποτε «λύση» που μπορεί να τους εξασφαλίσει τη συνέχιση της εργασίας τους.
Η μία λύση που προβάλλεται, όχι αυθόρμητα, βέβαια, από τους εργάτες αλλά με την καθοδήγηση των συνδικαλιστικών παρατάξεων που έχουν την πλειοψηφία, είναι η εξεύρεση άλλου ιδιώτη επενδυτή, που αν το αποφασίσει να πάρει την επιχείρηση θα βάλει προκαταβολικό όρο τη δραματική μείωση μισθών, δικαιωμάτων των εργαζόμενων ακόμα και απολύσεις. Πώς αλλιώς θα μπορούσε ένας ιδιώτης, με κριτήριο το κέρδος, να αντιμετωπίσει μια επιχείρηση οικονομικά βουλιαγμένη; Αλλη λύση, που προβάλλεται κάτω από την πίεση του προβλήματος της επικείμενης ανεργίας, είναι η στήριξη του σημερινού κράτους. Μια τέτοια θέση, σε αρκετές περιπτώσεις, βρήκε την επιδοκιμασία πολιτικών δυνάμεων (του αντι-μνημονιακού τόξου) σαν άμεση λύση στον κίνδυνο της ανεργίας, αλλά και σαν συμβολή του λεγόμενου δημόσιου τομέα στην «παραγωγική ανασυγκρότηση» της οικονομίας που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η απάντηση δεν δέχεται αναβολή. Σήμερα, είναι το ίδιο το κράτος που πρωτοστατεί στις αντιλαϊκές - αντεργατικές επιλογές. Είναι το ίδιο το κράτος που, μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, όταν και αν ασχοληθεί με κρατικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, επιβάλλει εξίσου αντεργατικές λύσεις μ' αυτές που θα επέλεγε και ένας ιδιώτης επενδυτής, αν δεν ήθελε να «ξαναθάψει» την επιχείρηση σε νέα προβλήματα ανταγωνισμού (π.χ. αυτόματη νομοθετημένη μείωση μισθών κατά 35% μόλις μια ιδιωτική επιχείρηση περάσει στην αστική κρατική ιδιοκτησία, με βάση τα μνημόνια).
Η ιστορία των κρατικοποιημένων «προβληματικών» βιομηχανικών επιχειρήσεων από το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του '80 είναι πολύ διδακτική. Οι περισσότερες από αυτές ή πέρασαν και πάλι σε ιδιώτες ή έκλεισαν. Τελικά, με ή χωρίς παρέμβαση του αστικού κράτους, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.
Το να προτείνεις σήμερα απλά την ανάληψη ευθύνης από το αστικό δημόσιο της επιχείρησης, δεν αποκρύπτεις απλά τη φύση και τη λειτουργία του αστικού κράτους, με την ίδια αντιλαϊκή φύση και βιαιότητα του μεμονωμένου ιδιώτη καπιταλιστή. Βάζεις σε κίνδυνο την ίδια την «άμεση λύση» που αποζητούν οι εργαζόμενοι αν δεν εξηγήσεις «ποιο κράτος».
Αυτή η θέση, σε καμιά περίπτωση, δε σημαίνει ότι παραιτείσαι από την άμεση πάλη για την προστασία των θέσεων εργασίας και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Οι πολιτικές προτάσεις επίλυσης να κρίνονται από τους εργάτες με βάση αυτό το κριτήριο της ανάπτυξης αποκλειστικά για το δικό τους όφελος και όχι των μονοπωλίων, να μην κυριαρχούν κριτήρια «δανεισμένα» από την πολιτική και τις αναγκαιότητες της αστικής τάξης.
Ενας τέτοιος σχεδιασμός στόχων δεν βάζει το κίνημα μπροστά στην επιλογή «καλύτερου εκμεταλλευτή» που θα ενσωματώσει στις επιλογές του τους εργαζόμενους, με πρώτο σταθμό τη μείωση της απαιτητικότητάς τους για να ζήσει η επιχείρηση είτε κάτω από ιδιωτική είτε κάτω από κρατική καπιταλιστική ιδιοκτησία που θα φέρει τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα για τους εργαζόμενους.
Η προοπτική των περιορισμένων άμεσων στόχων πάλης (απλήρωτοι εργάτες) και στον αντίποδά της τα βήματα της συγκρότησης της ενότητας της εργατικής τάξης και της Λαϊκής Συμμαχίας στους κλάδους παραγωγής
Ενα άλλο παράδειγμα από την πάλη ενάντια στις επιλογές μονοπωλιακών επιχειρήσεων στον κλάδο της γαλακτοβιομηχανίας στην Κεντρική Μακεδονία.
Ο κλάδος της γαλακτοβιομηχανίας (εξαιρετικά σημαντικός, από τη φύση του, λόγω της παραγωγής κρίσιμων επισιτιστικών προϊόντων για όλο το λαό και της σχέσης του με την αγροτική παραγωγή), με παρουσία μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων, γίνεται πεδίο άγριου ανταγωνισμού για παραπέρα μονοπώληση του κλάδου. Προϋπόθεση για την παραπέρα μονοπώλησή του είναι το τσάκισμα όποιων εργατικών κατακτήσεων απέμειναν στους εργαζόμενους του κλάδου, το τσάκισμα των παραγωγών - κτηνοτρόφων που διαθέτουν την πρώτη ύλη (γάλα), η συρρίκνωση ή κλείσιμο σχετικά μικρότερων επιχειρήσεων ή η εξαγορά και η υποταγή τους σε μεγαλύτερους μονοπωλιακούς ομίλους. Οι επιπτώσεις θα είναι ακόμα ευρύτερες. Θα θιγούν ολόκληρες περιοχές που η οικονομική ζωή τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την παρουσία των γαλακτοβιομηχανιών (εργαζόμενοι και κτηνοτρόφοι), με επιπτώσεις σε όλο τον τοπικό πληθυσμό έστω και αν δεν έχει άμεση σχέση με την παραγωγική αλυσίδα αυτών των επιχειρήσεων (αυτοαπασχολούμενοι των πόλεων, ιδιώτες διακινητές κ.λπ.).
Βέβαια, τελικός αποδέκτης των επιπτώσεων θα είναι οι λαϊκοί καταναλωτές απαραίτητων για τη διατροφή προϊόντων τόσο σε επίπεδο χαμηλής ποιότητας προϊόντων όσο και σε επίπεδο διαμόρφωσης υψηλών μονοπωλιακών τιμών κατανάλωσης. Αν, μάλιστα, προστεθεί και η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης που επιβάλλει τον εξοβελισμό του φρέσκου γάλακτος ημέρας από το επεξεργασμένο γάλα μακράς διάρκειας (πάνω από 10 μέρες) γίνεται κατανοητό ότι η αγορά θα πλημμυρίσει από εισαγόμενα προϊόντα, θα κλείσουν επιχειρήσεις και θα προκύψουν άλλες μεγαλύτερες, θα απολυθούν εργαζόμενοι, θα καταστραφούν πολλές κτηνοτροφικές μονάδες, θα χάσει η χώρα στοιχεία παραγωγής στρατηγικά, αναγκαία για τη διατροφή του λαού.
Το πρόβλημα αυτό θέτει αντικειμενικά στην ημερήσια διάταξη μια από τις βασικότερες πλευρές της πολιτικής του ΚΚΕ:
Την οικοδόμηση της ταξικής ενότητας των εργαζομένων σε επίπεδο κλάδου, ανεξάρτητα σε ποια επιχείρηση εργάζονται, καθώς είναι θύματα μιας ενιαίας μονοπωλιακής πολιτικής, όπου ο ανταγωνισμός στηρίζεται στο ποιος θα αποδειχτεί πιο αποτελεσματικός εκμεταλλευτής. Την οικοδόμηση της κοινωνικής συμμαχίας σε επίπεδο κλάδου ανάμεσα στους εργαζόμενους του κλάδου, στους κτηνοτρόφους παραγωγούς, στους αυτοαπασχολούμενους, στις γυναίκες, στους νέους των περιοχών όπου εξελίσσεται το πρόβλημα και οι αντίστοιχοι αγώνες.
Πρώτο «επεισόδιο» των εξελίξεων αυτών στάθηκε το γεγονός της μεγάλης καθυστέρησης πληρωμής των μισθών στους εργαζόμενους πολλών επιχειρήσεων του κλάδου (απλήρωτοι εργαζόμενοι).
Αναπτύχθηκαν αγώνες από ομάδες εργαζομένων για το πρόβλημα αυτό, όσων ξέφυγαν από την καταστροφική επιρροή του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Ο αγώνας δεν γενικεύτηκε σε όλες τις επιχειρήσεις έστω με το ίδιο πρόβλημα. Δεν κινητοποίησε - κάτω από το κράτος του ίδιου φόβου - τον τοπικό πληθυσμό. Παρά τις προσπάθειες των κομμουνιστών, των ταξικών συνδικάτων και του ΠΑΜΕ, δεν έγινε κατορθωτός σε ικανοποιητικό βαθμό ο συντονισμός μεταξύ των εργαζομένων σε διαφορετικές επιχειρήσεις με το ίδιο πρόβλημα, έστω κι αν ξεσπούσαν ταυτόχρονοι αγώνες. Οι προσπάθειες για το συντονισμό εργατών - κτηνοτρόφων, αν και έγιναν, δεν είχαν ανάλογη συνέχεια και γιατί ίσχυσε η λογική «καθένας για τον εαυτό του», αλλά και γιατί η διαστρωμάτωση της ομάδας των κτηνοτρόφων έδινε ισχύ σε μεγαλύτερους παραγωγούς, που έχουν κάποια δυνατότητα διαπραγμάτευσης και ευελιξίας με τις μονοπωλιακές επιχειρήσεις - πελάτες τους.
Οι αγώνες που εξελίχθηκαν (μακρόχρονοι και πολλές φορές με στοιχεία ηρωισμού) επικεντρώθηκαν μόνο στο άμεσο ζήτημα της πληρωμής των καθυστερούμενων δεδουλευμένων. Αυτό ήταν -λογικά- το πρώτο στοιχείο συσπείρωσης των εργαζομένων.
Ομως, αποδείχτηκε ότι παρ' όλο που ο αγώνας για τα μεροκάματα, τη γενική και κλαδική Συλλογική Σύμβαση, που ουσιαστικά έχει καταργηθεί, είναι σημαντικός και ταυτόχρονα σκληρός, και επίμονος, δεν αρκεί από μόνος του, για να δώσει λύση ούτε ακόμα και στο περιορισμένο επίπεδο του στόχου αυτού. Η κατάσταση παρατείνεται, μπορεί να κουράσει, να απογοητεύσει εργαζόμενους, όσο δε δημιουργείται ένας αγωνιστικός πόλος μέσα στον κλάδο που θα παλέψει συντονισμένα ενάντια στο σύνολο των εργοδοτών του κλάδου, όσο δε δημιουργούνται φύτρα λαϊκής συμμαχίας στο επίπεδο του κλάδου (εργαζομένων - κτηνοτρόφων - λαϊκών στρωμάτων των περιοχών) που θα αποτελέσουν ενιαία δύναμη πυρός ενάντια στα μονοπώλια του κλάδου.
Μέσα στο κλίμα της κρίσης, της εκτόξευσης της ανεργίας, της ανέχειας και του φόβου, ακόμα και αυτοί οι αγώνες για ένα τόσο άμεσο και πιεστικό πρόβλημα επιβίωσης φαίνεται να λιγοστεύουν σε σχέση με το άμεσο παρελθόν.
Η λογική της μικρής νίκης, που συσπειρώνει όλους τους εργαζόμενους για την άμεση πληρωμή τους, οδηγεί πλέον σε μείωση της απαιτητικότητας που εκφράζεται με την υποχώρηση: «Ας πληρωθούμε κάποιους -έστω όχι όλους τους μισθούς- κι ας συμφωνήσουμε με συμβατικές μειώσεις μισθών, αφού έτσι κι αλλιώς σε όλους τους χώρους συμβαίνει το ίδιο».
Είναι προφανές ότι οι κομμουνιστές πρωτοστατούν στο ξέσπασμα και την οργάνωση αυτών των αγώνων. Και πρέπει να συνεχίσουν, με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα. Ωστόσο, πρέπει να αναδεικνύουν τον περιορισμένο χαρακτήρα αυτού του πλαισίου αιτημάτων, τον κίνδυνο υποχωρήσεων και πολύ γρήγορης απορρόφησης της όποιας νίκης, που μπορεί, με τη σειρά της, να σημάνει μια υποχώρηση των εργαζομένων με πιο βαθιά στρατηγικά χαρακτηριστικά (π.χ. αποδοχή μείωσης μισθών και δικαιωμάτων).
Μάλιστα, έτσι όπως σήμερα αναπτύσσονται οι αγώνες αυτοί, «κλεισμένοι» στα στενά όρια μιας επιχείρησης, απέναντι σε ένα μεμονωμένο εργοδότη, χάνουν μεγάλο μέρος της δυναμικής τους, είναι ευάλωτοι στις όλο και εντεινόμενες, σχεδιασμένες προσπάθειες της εργοδοσίας για διάσπαση των εργαζομένων σε ομάδες, ευάλωτοι σε υποχωρήσεις.
Η συγκρότηση ενιαίου ταξικού και συμμαχικού πόλου μέσα στον κλάδο, με κύριο χαρακτηριστικό τον αντιμονοπωλιακό - αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα της πάλης (και όχι απλά την αντίθεση σε έναν μεμονωμένο εργοδότη που δεν πληρώνει τους μισθούς), με κοινό πλαίσιο αντιμονοπωλιακών αιτημάτων «άμεσης και επείγουσας ανάγκης επιβίωσης», η συγκρότηση συμμαχιών σε τοπικό και ευρύτερο επίπεδο (διακινητές προϊόντων, οδηγοί, λαϊκοί καταναλωτές) δεν απομακρύνει την πάλη για τον άμεσο στόχο. Αντίθετα, εξασφαλίζει καλύτερες συνθήκες αποτελεσματικότητας και για τον αγώνα για το άμεσο αίτημα, φέρνει σε αντικειμενική σύγκρουση λαϊκές δυνάμεις με τη μονοπωλιακή διάρθρωση της οικονομίας και την πολιτική των πολιτικών κομμάτων της που την ενισχύει (βλ. επίσκεψη επιχειρηματιών του κλάδου μαζί με τον πρωθυπουργό στην Κίνα).
Ο στόχος μιας διαφορετικής οργάνωσης ενός τόσο κρίσιμου, για τη διατροφή του λαού, στρατηγικού κλάδου, δεν εξυπηρετεί μόνο τη θεωρητική προσέγγιση του ΚΚΕ - όπως το κατηγορούν οι αντίπαλοί του - αλλά δίνει προϋποθέσεις αποτελεσματικότητας και προοπτικής και για το συγκεκριμένο αγώνα για άμεσα προβλήματα, ανοίγει το δρόμο για ριζοσπαστικοποίηση εργατικών μαζών, ξεκαθαρίζει την αναγκαιότητα ενός άλλου δρόμου ανάπτυξης, της επαναστατικής ανατροπής.
Συμπέρασμα
Η δουλειά με τη στρατηγική, χωρίς το φόβο των σημερινών αρνητικών συσχετισμών, αλλά με συνυπολογισμό τους για την ανατροπή τους και όχι την αποδοχή τους, δεν σε αποκόπτει από τις μάζες και τα συμφέροντά τους. Προετοιμάζει, ωριμάζει, συγκεντρώνει δυνάμεις που μπορούν να πολλαπλασιάσουν αυτήν τη δουλειά μέσα στην εργατική τάξη (ετοιμοπόλεμοι πυρήνες μέσα στα εργοστάσια, εμπλουτισμός του κομματικού περίγυρου με ταξικά κριτήρια, κομματική οικοδόμηση), προετοιμάζει τις δυνάμεις να ανταποκριθούν, όταν ωριμάσουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της επαναστατικής κατάστασης, που κανείς δεν μπορεί με ακρίβεια να προβλέψει το χρονικό ξέσπασμά της.
Του
Σωτήρη ΖΑΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ*
Σωτήρη ΖΑΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου